Σάββατο 30 Μαρτίου 2024

 ΣΤΟΥ ΚΑΣΙΔΗ ΤΟ ΚΕΦΑΛΙ…
(Μητσοτάκης σε Σακελλαροπούλου  «Μαθαίνουμε από τα λάθη μας»)
(για τα της "Ελπίδας" και της Αττικής οδού)


«Αληθινά ο άνθρωπος
μαθαίνει όσο ζει.
Ότι αυτό είναι ψέματα
Το λεν μόνον χαζοί.

Και η απόδειξη εγώ.
Εγώ, ο πρωθυπουργός σας,  
Που είμαι εδώ για το καλό
Μονάχα το δικό σας.

Εγώ που μη γνωρίζοντας
Τίποτα ως τα τώρα,
Τόσα έμαθα ως πρωθυπουργός
Σ’ αυτήν εδώ τη χώρα!

Κι από φωτιές αφού έμαθα
Και από πανδημίες,
Και με το χιόνι ήρθε ο καιρός
Να κάνω γνωριμίες,

Και αν ποτέ θα ξαναρθεί
Η «Ελπίδα» πάλι εδώ,
Με μάτια γνώστη και ειδικού
Πλέον θα την ιδώ.

Έμαθα όπως σας έλεγα,
Λοιπόν, πως όταν χιόνι
Ρίχνει στη γη ο ουρανός,
Ο άνθρωπος κρυώνει.

Πως όταν τ’ αυτοκίνητα
Μες στο χιονιά βρεθούνε,
Οι ρόδες τους  οι ευπειθείς
Στο γκάζι απειθούνε,

Και-φευ!-οι αφιλότιμες-
Ούτε μπροστά δεν πάνε,
Ούτε και πίσω. Και-άκου εκεί!-
Οι άτιμες γλιστράνε!..

Έμαθα ότι αν βρεθεί
Μπροστά σε αυτοκίνητο
Μια νταλίκα διπλωτή,
Αυτό μένει ακίνητο!

Πράγματα αυτά αφάνταστα
Που εγώ πώς να τα ήξερα;
Μου είχε ερθεί τάχα καμιά
«Ελπίδα» και πρωτύτερα;

Έμαθα πως οι άνθρωποι
που μένουν μες στο κρύο
χάνουνε όσο είχαν πριν
κέφι και όσο μπρίο,

κι αρχίζουνε να βρίζουνε.
…Ποιες ξέρει τι αντιδράσεις  
Να γίνονται στο σώμα τους
Σε τέτοιες καταστάσεις!;
 
Η «Ελπίδα» ακόμα μ’ έμαθε
Οι άνθρωποι ότι μπαίνουν
Στην Αττική μας την οδό,
Γιατί… κάπου πηγαίνουν,

Και όχι για διασκέδαση
ή πλάκα για να σπάσουνε,
αλλά σε μία τους δουλειά
πασκίζοντας να φτάσουνε,

Και ότι αν το ρεζερβουάρ
Δεν το κρατούν γεμάτο
Τότε σε λίγο, παγωτό
Θα γίνουνε κασάτο.

Κι έμαθα: χιόνι αν πολύ
Σε κάποιον δρόμο ρίξει,
Πρέπει για τ’ αυτοκίνητα
Αυτός να μην ανοίξει,

Αλλά αντίθετα κλειστός
Να μένει αυτός ο δρόμος.
(Πρέπει να γίνει ειδικά
γι αυτό κανένας νόμος,

γιατί ο κοινός μπορεί ο νους
αυτό να το προβλέψει,
όμως ο νους ο υπουργικός
κοινή δεν κάνει σκέψη-

Οι σκέψεις του είναι υψηλές
Κι ιδανικές τω όντι
Και δεν τον ενδιαφέρουνε
Όποιου χιονιού οι πόντοι.)

Κι ήτανε όλοι οι υπουργοί
Όπως εγώ αμάθητοι.
Λοιπόν πώς περιμένατε
να είναι κα αλάθητοι;

Τώρα όμως μάθανε κι αυτοί
Κι όσες κι αν ’ρθούν «Ελπίδες»
Θα τις κατατροπώσουνε
Σε χρόνο που δεν είδες…

Βάρδα μην έρθει μοναχά
Καμιά χιονοστιβάδα
Με όνομα άλλο- φερ’ ειπείν
«Μέδουσα» ή «Παλλάδα».  

Τότε-και συγχωρέστε με-
Τα ίδια εγώ θα πάθω,
Ώσπου ύστερα και αυτηνής
Καλά τα χούγια μάθω.

Κι τότε πλέον φέρτε μου
«Ελπίδες» και «Παλλάδες»
Και κουλαντρίζω πια εγώ
Μέχρι και δέκα Ελλάδες.

(Ο Στυλιανίδης δίπλα μου  
Αρκεί πάντα να μένει
Γιατί ετότε όλα αυτά
Ποιος θα μου τα μαθαίνει;..)