Τρίτη 19 Μαρτίου 2024

 ΓΙΑΝΝΟΣ ΜΗΤΡΟΣ
(Μείωση μισθού Μήτρου)


Στο σπίτι πάει τρέχοντας ο Μήτρακας του Γιάννη
χτυπάει την πόρτα δυνατά κι όταν αυτή ανοίγει
κοιτάει το Γιάννο τρέμοντας και: «Γιάννο μου» του κάνει,
«η φτώχεια που ο Σαμαράς μας έφερε με πνίγει.
Μου κόψανε διακόσα ευρώ απ’ το μιστό που έπαιρνα
και με καμάρι χαρωπό στο σπίτι μου τον έφερνα,
προσεκτικά τον μοίραζα εκεί δια του τριάντα-
χωρίς να βάζω τίποτε από αυτόν στην πάντα,
και κάθε μέρα έπαιρνα όσο ήταν το πηλίκο
το σώμα μου σιτίζοντας με κείνα το αγροίκο.
Και τώρα πώς μ’ εφτά ευρώ τη μέρα ολιγότερα
θα ζήσω, που, αντίθετα, χρειαζόμουν περισσότερα;»

Κι ο Μήτρος ερωτώντας τον κι ο Γιάννος απαντώντας
περάσανε ένα δίωρο οι δυο τους συζητώντας:


ΜΉΤΡΟΣ
Γιάννο μου πώς εφτάσαμε σε τούτη την κατάντια
να είναι η πατρίδα μας σκαρί με δίχως ξάρτια
και να μην έρχεται κανείς να τήνε ρυμουλκήσει…
Τάχα της μέλλει στων νερών τον πάτο να βυθίσει;

ΓΙΆΝΝΟΣ
Όπως σε βλέπω Μήτρο μου και όπως με θωρείς,
πάει-καπούτ-τετέλεσται η δόλια σου η πατρίς.

ΜΉΤΡΟΣ
Μα πώς Γιαννάκο μου-γιατί; ποια είναι η αιτία;
Μία πατρίδα σαν αυτήν, με τέτοια ιστορία
πάνω στης γης την απλωσιά θα πάψει να υπάρχει
και μάλιστα χωρίς καν μια να δώσει έστω μάχη;

ΓΙΆΝΝΟΣ
Ήτανε ληξιπρόθεσμο κράτος η Ελλάδα Μήτρο
όσο είν’ απάνω στην κιτριά το χαλασμένο κίτρο.

ΜΉΤΡΟΣ
Εσύ μιλάς Γιαννάκο μου για κίτρα χαλασμένα
ενώ για την Ελλάδα μας μιλώ εγώ σε σένα.
Πάψε αυτά να τσαμπουνάς και πες μου-ζωή να ’χεις-
τι τα βιβλία τα σοφά που ολημερίς συ ψάχεις
λένε για την κατάντια μας΄ και πες μου, αυτό το χάλι
που έχει η πατρίδα μας πότε θα το αποβάλει;

ΓΙΆΝΝΟΣ
Μήτρο μου δεν χρειάζονται βιβλία και σοφοί
ούτε να έχει κάποιος μας με αμβροσία τραφεί,
για να μπορέσει να ιδεί πού η Ελλάς τραβάει:
ευθεία στην αφάνεια της και στο χαμό της πάει!

ΜΉΤΡΟΣ
Και ποιος εκεί την οδηγεί; Γιάννο μου αυτό συ πες μου
γιατί το ακώ, αλλά –παρόλ-δεν το ’μαθα ποτέ μου.

ΓΙΆΝΝΟΣ
Αφού έμαθες και το παρόλ, ε, τότε το αξίζεις
να μάθεις ό,τι ως σήμερα Μήτρο μου δε γνωρίζεις.
Άκου λοιπόν ποιος στο γκρεμό πηγαίνει την Ελλάδα!..

ΜΉΤΡΟΣ
…Γιάννο μου μη σου βρίσκεται καμιά πορτοκαλάδα
γιατί τα λόγια σου πολύ νομίζω θα τραβήξουν
κι ηλεκτρολύτες αν δεν πιω στον ύπνο θα με ρίξουν
κι η που θα κάνεις διάλεξη  θα πάει έτσι στο βρόντο.

ΓΙΆΝΝΟΣ
Ώστε στον ύπνο σου λοιπόν δεν κάνεις λίγο σκόντο
όταν για την πατρίδα σου θα μ’ άκουγες να λέω;

ΜΉΤΡΟΣ
Για σένανε Γιαννάκο μου δεν είναι κάτι νέο
ότι τον ύπνο αγαπώ. Αλλά ξέρεις ακόμα
όταν μιλάς πως κρέμομαι απ’ το δικό σου στόμα.
Πες μου λοιπό’ αν σου βρίσκεται κάποιο ποτό ή όχι
γιατί το θέλω όπως η γη ζητάει το πρωτοβρόχι.

ΓΙΆΝΝΟΣ
Βρίσκεται. Πήγαινε λοιπόν και πάρε το ποτό σου
και μ’ αϋπνία και με ζωή φίλε Μητρούση ζώσου
και άκου το που ζήτησες να μάθεις-ποιος ο φταίχτης
που η Ελλάδα χάνεται-αυτό αφού ορέχτης.
… Την ήπιες;

ΜΉΤΡΟΣ
                          Ναι Γιαννάκο μου.

ΓΙΆΝΝΟΣ
                                                 Ωραία. Λοιπόν άκου.
Μα δώσε λίγη προσοχή να μη μιλώ του κάκου…

ΜΉΤΡΟΣ
Και προσοχή κι ανάπαυση κι επ’ ώμου κι ό,τι πεις.
Λέγε-σ’ ακούει ο πιο καλός στον κόσμο ακροατής.

 ΓΙΆΝΝΟΣ
Άκου λοιπόν Μητρούση μου πώς έχει το όλο θέμα
κι απ’ όσες λέξεις θα ειπώ καμιά δε θα’ ναι ψέμα.
Πεθαίνει η Ελλάδα απ’ αυτούς που κάποτε τη γέννησαν:
Τη θέλησαν-τη χτίσανε. Τη μίσησαν-τη γκρέμισαν.

ΜΉΤΡΟΣ
Σε δυο προτάσεις Γιάννο μου τα όσα εγίναν έκλεισες
Γόρδιος Δεσμός λες ήτανε και με σπαθί τον έλυσες;
Πες μου με λόγια πιο πολλά τι έχει γίνει Γιάννο
με τρόπο που κι ο βλαξ εγώ το νόημα να πιάνω.

ΓΙΆΝΝΟΣ
Λοιπόν η επανάσταση Μήτρο του εικοσιένα
που τόσο μεγαλειώδικη σου φαίνεται εσένα
δεν ήταν επανάσταση κουτέ κάποιων ελλήνων
αλλά ανάγκη των τρανών Δυνάμεων εκείνων
όπου εκείνο τον καιρό  θέλαν θυσία πάσει
τα εδάφη που εκράταγε η Τουρκία να τα χάσει.
Μέσα σε κείνα Μήτρο μου κι η Πελοπόννησο ήτανε.
Οι ευρωπαίοι το λοιπόν μέσα σ’ αυτήν εμπήκανε
τους τούρκους διώξαν και απέ, σ’ όσους εκεί εζούσαν
τον τόπο αυτό τους νοίκιασαν για να τονε διοικούσαν
όσο εκείνοι θα ’θελαν. Κι αν άλλαζε η βουλή τους
το ακίνητο θα πήγαινε πάλι στην κατοχή τους.
Κι έτσι εφτιάχτηκε η Ελλάς γι αυτήν που εσύ σκοτώνεσαι
κι όταν τον ύμνο της ακούς σαν χάνος μεταρσιώνεσαι.

ΜΉΤΡΟΣ
Δηλαδή Γιάννο η Ελλάς ήταν καπρίτσιο κάποιο
των ισχυρών Δυνάμεων; Το κίτρο ήταν το σάπιο;

ΓΙΆΝΝΟΣ
Όπως το λες Μητρούση μου. Και στους αρχόντους πήγανε
που ξεζουμίζαν το Μωρηά, κι εκεί τρεις ώρες μείνανε
και «το Μωρηά τον δίνουμε χτήμα δικό σας να ’ναι
όσο τα χρόνια φεύγουνε και οι καιροί γυρνάνε
για να τον έχετε και σεις και οι απόγονοί σας.
Κλέβετε και ρημάζετε και όσο θέτε φάτε΄
για μάς αυτό ειν’ αδιάφορο. Κι όποτε το ζητάτε»,
τους είπαν, «σ’ ότι θέλετε θα είμαστε βοηθοί σας.
Μόνο να βάλετε καλά στο κούφιο το μυαλό σας
πως τίποτ’ από τούτα δω δε θα ’ν’ ποτέ δικό σας-
πως όποτε το κρίνουμε, μία ωραία μέρα,
σας στέλνουμε στο διάολο κι ακόμα παραπέρα
και δίχως νάζια φεύγετε κι εμείς αναλαμβάνουμε.»
Κι είπαν αυτοί: «Ναι αφέντες μας, αυτό ακριβώς θα κάνουμε.
Κι ευχαριστούμε σας πολύ για την προτίμησή σας.
Και τώρα αντέστε στο καλό και ο θεός μαζί σας.»
Και από τότε κι ύστερα εκείνοι κυβερνήσαν
κι ύστερα γιοι κι αγγόνια τους κι όσοι αυτά γεννήσαν.
Κι ακόμα αυτοί αρμέγανε την άμοιρη Ελλάδα
που ένα κάνει η συννεφιά και δέκα η λιακάδα.
Ως τώρα. Γιατί έφτασε Μητρούση μου η ώρα
να πάρουν πίσω οι ισχυροί την που λατρεύεις χώρα.

ΜΉΤΡΟΣ
Καλά, μα γιατί κόβουνε εμένα το μιστό;

ΓΙΆΝΝΟΣ
Χρήμα για να γεμίσουνε την τσέπη τους ζεστό.
Μήτρο οι παραδίδοντες σου κόβουν το μιστό σου
ώστε να φαν πριν φύγουνε ότι έχεις συ δικό σου.

ΜΉΤΡΟΣ
Και δεν τους φτάνουν οι εταιρείες που έχουν οι οφσόρ
και οι πισίνες και τα γιωτ και όλα τα κομφόρ
παρά γυρεύουν και μιστούς από φτωχούς ανθρώπους;

ΓΙΆΝΝΟΣ
Γιατί ολ’ αυτά τα αποκτούν με τους δικούς σου κόπους.

ΜΉΤΡΟΣ
Και δε μου λες Γιαννάκο μου, καλά οι τότε κλέφτες.
Μα οι κλέφτες οι σημερινοί κι οι σημερνοί οι ψεύτες
ποια σχέση έχουν –όχι, πες!-
με εκεινούς του χτες;

ΓΙΆΝΝΟΣ
Μήτρο μου άλλοτε με γιους που κάνουνε αβέρτα,
με κουμπαριές άλλες φορές που γίνονται στα σβέλτα,
με γνωριμιές, με παντρειές, με συνεταιρισμούς
και μ’ άλλους που αναπτύσσουνε παράνομους δεσμούς,
αλλάζουν χέρια οι τρανές θολές περιουσίες
και πάνε από τον ένανε στον άλλο λωποδύτη.
Και καθώς πάντα στη ζωή το χρήμα κυβερνάει,
και η εξουσία στον ένανε από τον άλλον πάει.
Κι οι ίδιες οικογένειες πάντα σε κυβερνάνε.
Αυτές και τις αδύναμες τις σάρκες σου θα φάνε
ώστε όταν θα τους πάρουνε οι ξένοι το γκουβέρνο
να μη αυτοί στις τόσες τους σπατάλες βάλουν φρένο,
αλλά με άλλο πρόσωπο, και μ’ όνομα  ίσως άλλο
αυτοί να έχουν πάντοτε κομπόδεμα μεγάλο.

ΜΉΤΡΟΣ
Κι ο Σαμαράς λες Γιάννο μου ότι κι αυτός ακόμα
στο ίδιο ανήκει των αισχρών καταστροφέων το κόμμα;

ΓΙΆΝΝΟΣ
Απ’ όλους περισσότερο.

ΜΉΤΡΟΣ
                                            Συμπέρασμα πώς τέτοιο
Γιάννο μου βγάζεις-ειν’ αυτός πρωθυπουργός-δεν είναι;!..

ΓΙΆΝΝΟΣ
Ε και;

ΜΉΤΡΟΣ
               Τι ε και; Τον θεωρείς κι αυτόν κλεψιάς υπαίτιον;

ΓΙΆΝΝΟΣ
Στο πρωθυπουργιλίκι του εσύ Γιάννο μου μείνε.
Όμως εγώ που όπως εσύ δεν είμαι βλάξ κι ανόητος
απ’ όσα λες εσύ γι αυτόν, μένω, Μητρούση, απτόητος.
Έγγονο έναν, βουλευτή, που έχει παραδώσει
τη χώρα του απροκάλυπτα-θα πει έχει προδώσει-
στα νύχια τότε της Αντάντ, και που στην Κατοχή
κόλος με τους εθνικιστές ήτανε και βρακί…
έγγονο έναν έμπορου που λήστεψε λαούς
και ήρθε εδώ και ύψωσε στο φασισμό ναούς…
εγγόνι ένα μιας κυράς που ’γραφε παραμύθια
ενώ ο κόσμος γύρω της διψούσε την αλήθεια…
γιο έναν πάμπλουτης κυράς ελέω Ιπποκράτους
όπου τα στήθη άρμεγε του ταλαιπώρου κράτους…
από έναν τέτοιο άνθρωπο τι τάχα περιμένεις
όπου ποτίζει ολοζωής κήπους φυτείας ξένης;
Όπου όταν θέλει χρήματα τους μισθωτούς ρημάζει
ενώ ο κάθε φίλος του από το χρήμα σκάζει;
Που προστατεύει βουλευτές του ίδιου του του κόμματος
ενώ στους άλλους γίνεται βαρύς και μονοκόμματος;
Που συγκαλύπτει διαφθορά ΜΜΕ και υπουργών του
και κάνει ό,τι του ειπεί η φωνή των ελεγκτών του;
Που την Ελλάδα έδεσε στο άρμα της Ευρώπης
για να της φέρονται εκεί σαν να ’τανε της Πόπης;
Που αφήνει αφορολόγητους μεγαλοκαρχαρίες
και φορομπήχνει τους φτωχούς και τις κουρελαρίες;
Που δίνει εκατομμύρια στο πατρικό του Ίδρυμα
ενώ γεννάει καθημερνά η δυστυχία δίδυμα;
Που είναι με λόγο ένανε μεγάλη μαλαγάνα
κι είναι ατσίδα στην κλεψιά και στη ρεμούλα μάνα;
Που ενώ κάνει όλ’ αυτά μούτρα έχει και μιλάει
κι ένα κρατώντας θυμιατό Γεθσημανές πουλάει;
Που μ’ ένα λόγο συντηρεί κάθε παρανομία
ενώ απόφαση σωστή δεν πήρε ούτε μία;
Που την αντίσταση του λαού τη λέει τρομοκρατία
ενώ τη χούντα που έστησε τη λέει δημοκρατία;
Τι περιμένεις το λοιπόν Μήτρακα από κείνον
που κόβει εσένα το μισθό κι αξαίνει των κηφήνων;

ΜΉΤΡΟΣ
Το τελευταίο Γιάννο μου το ’πιασα και μου άρεσε.
Λάμψη ελέους το είναι μου Γιάννο μου το εβάρεσε
γιατί μου λες αν κι έμμεσα, πώς είμαι εργατικός
αν και δεν ξέρω από πού το έβγαλες και πώς.
Όμως με όλα τ’ άλλα σου για Σαμαρά που είπες
νομίζω πως μες στο νερό έκανες μόνο τρύπες.
Γιατί για λίγους μοναχά μετράν οι κατηγόριες-
γι άλλους αυτές είν’ από θεού ευχές και παρηγόριες.

ΓΙΆΝΝΟΣ
Αλήθεια! Να που Μήτρο μου έχεις πολύ προοδέψει.
Με σκέψεις το κεφάλι σου θα ’χεις πολύ παιδέψει
για να μπορέσει και σ’ αυτό να φτάσει το συμπέρασμα.
Βλέπεις η σκέψη τελικά που έχει αποτέλεσμα;

ΜΉΤΡΟΣ
Γιάννο μου εσκεφτόμουνα και πριν-πολλές φορές!
Και σκέψεις μάλιστα έκανα κάποιες φορές γερές.
Να, όπως όταν σκέφτηκα πως σαν η νύχτα πέφτει
οι άνθρωποι των αστεριών τα φώτα τους ανάβουν
γι αυτό στον άλλως άναστρο ουράνιο καθρέφτη
τ’ αστέρια βγαίνουν τις νυχτιές και κόβουνε και ράβουν.

ΓΙΆΝΝΟΣ
Μπράβο ρε Μήτρο. Αληθινά σκέψη πολλών αστέρων!
Θα ’ναι περήφανος για σε ο ουράνιος ο γέρων.

ΜΉΤΡΟΣ
Ποιος;

ΓΙΆΝΝΟΣ
               Άστο Μήτρο μου. Γερές μη σκέψεις κάνεις άλλες
Τη μπόρα μην αποζητάς. Αρκέσου στις ψιχάλες.

ΜΉΤΡΟΣ
Τι μπόρες και ψιχάλες λες; Μη θες να με μπερδεύεις.
Κι ας μην αλλάξουμε την πριν που είχαμε κουβέντα.
Και πες μου, γίνεται κι εμείς νομίζεις-τι πιστεύεις;-
στο πόκερ της παλιοζωής να κάνουμε μια κέντα
αντί ζευγάρι ένα η δυο οι ντίλερς που μας δίνουνε
και κάποτε πρωθυπουργοί Γιάννο κι εμείς να γίνουμε;

ΓΙΆΝΝΟΣ
Μητρούση μου πρωθυπουργοί γίνονται οι ματσωμένοι
Είδες κανένανε φτωχό πρωθυπουργός να βγαίνει;

ΜΉΤΡΟΣ
Γιάννο μου όμως όλοι τους έχουν καλά σπουδάσει
κι έχουνε όλοι τους  μ’ αυτό, το γένος τους δοξάσει.

ΓΙΆΝΝΟΣ
Ναι. Όμως πώς; Αλλάζοντας σε σένα τον αδόξαστο…
Αχ! Έχεις Μήτρο μου μυαλό άσκεφτο και αστόχαστο.
Έχουν λεφτά, πηγαίνουνε στα πιο καλά σχολεία
και έρχονται και βγάζουνε σε μας την Παναγία.
Σπουδάζουν πώς να γίνουνε βασανιστές ανθρώπων
στα μήκη όλων των χωρών, στα πλάτη όλων των τόπων.  
Σπουδάζουν καπιταλισμό και «στέρεη παιδεία»-
μα που ούτε είναι στέρεη ούτε είναι και Παιδεία.
Σπουδάζουν πώς να κλέβουνε αυτοί και οι δικοί τους
σπουδάζουν πώς να καταντούν τους άλλους ρακενδύτους
σπουδάζουν πώς θα κάνουνε να μη σπουδάσουν άλλοι
και πώς στη θέση της ψυχής να έχουνε κεφάλι.
Και παν και ζούνε ταιριαστά με άλλους όμοιούς τους
που τους λαούς αρμέγουνε καθείς τους τους δικούς τους.
Σπουδάζουν την απανθρωπιά, σπουδάζουνε τη βία,
το ψέμμα, το ξεγέλασμα, το μίσος, την κακία.
Με λόγια απλά σπουδάζουνε πώς θα επιβληθούνε
σε λαούς που στην κατάσταση του ζώου τους κρατούνε.

ΜΉΤΡΟΣ
Μιλάς για όλους τους λαούς Γιάννο, της οικουμένης;

ΓΙΆΝΝΟΣ
Για της Ελλάδας το Λαό μιλάω της βλαμμένης,
χώρας που όλοι, δεξιοί, αριστεροί, κεντρώοι
καθένας τον αγκλέουρα ολοζωής του τρώει
και για όσους άλλους απ’ αυτούς που ζουν στις άλλες χώρες
τις ίδιες με το Σαμαρά τραβάνε κατηφόρες.
Γιατί αλλού υπάρχουνε και σώφρονες ανθρώποι
που το λαό τους ωφελούν οι όσοι κάνουν κόποι
και που δε ζουν για να ρουφούν εργαζομένων αίμα,
δεν ξέρουν τ’ είναι διαφθορά, δεν ξέρουν τ’ είναι ψέμα
και το λαό να υπηρετούν η μόνη τους ειν’ έγνοια
και όχι ξένων ηγετών να έχουνε την εύνοια.

ΜΉΤΡΟΣ
Όλα καλά Γιαννάκο μου γιατί όμως είπες ότι
βλαμμένη ειν’ η Ελλάδα μας; Με πείραξε αυτό.

ΓΙΆΝΝΟΣ
Γιατί σε όλα τ’ άσχημα Μήτρο αυτή είναι πρώτη
και τελευταία σε κάθε τι ωραίο ή σωστό.
Και το χειρότερο γιατί, δεν το καταλαβαίνει
και πιο βαθιά στο χάλι της κάθε ημέρα μπαίνει.

ΜΉΤΡΟΣ
Μα ο λαός της Γιάννο μου τι φταίει ο κακομοίρης;

ΓΙΆΝΝΟΣ
Φταίει γιατί στον τόπο του δεν είναι νοικοκύρης.
Γιατί τα εύκολα ζητά και όχι τα καλά
και τη ζωή του άκοπη τη θέλει να κυλά.
Γιατί αφήνει σαν το ζω’ να τον μεταχειρίζονται
εκείνοι που στο αίμα του επίορκα ορκίζονται.
Γιατί το «θα» αν και τ’ άκουγε δεκαετίες τώρα
τις δυστυχιές που του ’φερνε τις έπαιρνε για δώρα
και φάντασμα ένα ψήφιζε για να τον κυβερνήσει.
Κι όταν του «θα» τον όλεθρο είχε κατανοήσει-
και χρειαστήκανε γι αυτό σαράντα πέντε χρόνια-
τότε σε  άλλην έπεσε λούμπα, πιο καταχθόνια.
Αυτήνε που και σήμερα τον διαφεντεύει ακόμα
κι απ’ τη ζωή του και το φως του παίρνει και το χρώμα
και πλέον σκότιος κι άχρωμος στη γη του τριγυρίζει
και δεν χτυπά-και δεν ορμά-μονάχα κλαυθμηρίζει.
Κι η λέξη αυτή είναι Μήτρο μου το λαοβόρο «πρέπει»!
Πόσα δεν πήρε αυτό λεφτά από του λαού την τσέπη
κι άνομο πλούτο τα ’κανε για τους πολιτικούς!
Πόσα… μα ας μη και άλλα πω αφού δεν με ακούς…

ΜΉΤΡΟΣ
Με συγχωρείς Γιαννάκο μου, τη μύγα έβλεπα αυτή
που η κακομοίρα δεν μπορεί-κοίτα την-να πετάξει…

ΓΙΆΝΝΟΣ
Γι αυτό σου λέω Μήτρο μου, η μοίρα έχει γραφτεί
ενός λαού που δεν μπορεί μέσα του να κοιτάξει
και τα φτερά του να ιδεί τα σύρριζα κομμένα
κι όχι της μύγας… κι ύστερα… μου λες εσύ εμένα…

ΜΉΤΡΟΣ
Γιάννο μου μη μια μύγα εκεί το λόγο σου τελειώσει
που εγώ τον επερίμενα με αδημονία τόση…
Συνέχισε να μου μιλάς και να με δασκαλεύεις…

ΓΙΆΝΝΟΣ
Μήτρο δεν ξέρω τι από με να σου ειπώ γυρεύεις,
αλλ’ αν μια μύγα κέρδισε τόσο την προσοχή σου
πιότερο απ’ τη συζήτηση που κάνω εγώ μαζί σου
τότε να συνεχίσουμε διόλου δεν ωφελεί
…όχι κι ως τώρα τάχατες που ωφέλησε πολύ…
Γι αυτό και άλλο Μήτρο μου από μένα μη ζητάς
αφού εγώ λέω, κι άφτερη μια μύγα εσύ κοιτάς.
Και πήγαινε στο σπίτι σου και δες μες στον καθρέφτη
ένα λαό μες στου χαμού το βάραθρο να πέφτει.

ΜΉΤΡΟΣ
Γιάννο μου βλέπω θύμωσες. Γι αυτό άλλο δε μιλάω
παρά στο σπίτι μου όπως λες θα φύγω και θα πάω,
κι αν ξεθυμώσεις Γιάννο μου μου λες κι εγώ ξανάρχομαι
αντί στο σπίτι μόνος μου δίχως παρέα να κάθομαι.


ΓΙΆΝΝΟΣ
Μήτρο μου δεν εθύμωσα-και πώς να σου θυμώσω
αφού τόσο είμαι φίλος σου και σε πηγαίνω τόσο.
Μα να, κι εγώ κουράστηκα μόνο να τσαμπουνώ
και να μην παίρνω  τ’ όπλο μου να πάω στο βουνό…
Γιατί νοιώθω ένοχος να ζω σε μία κοινωνία
που ενώ τάχα πολεμώ με τόση μια μανία
μα στη ουσία τρέφεται αυτή από τα λόγια
του κάθε που παραμιλά χαζού και κουτομόγια.
Κατάλαβες Μητρούση μου;

ΜΉΤΡΟΣ
Κατάλαβα Γιαννάκο.
Ή τέλος πάντων γρήγορα λέω θα καταλάβω.

ΓΙΆΝΝΟΣ
Έτσι Μητρούση φίλε μου. Καλά τα λες και μπράβο
που ελπίζεις ότι κάποτε στο νόημα θα μπεις.

ΜΉΤΡΟΣ
Ευχαριστώ Γιαννάκο μου που έτσι μ’ επαινείς
σοφός εσύ, εμένανε, τον άμαθο κι αγροίκο.

ΓΙΆΝΝΟΣ
Μήτρο μου σουτ! Μην προχωρείς! Εν δήμω μη τα εν οίκω…

ΜΉΤΡΟΣ
Αυτό δεν ξέρω τι θα πει, μα κι ούτε θα ρωτήσω
γιατί απ’ αυτό η κουβέντα μας μπορεί ν’ αρχίσει πίσω
κι εσύ δεν θα το ήθελες. Γι αυτό γεια σου Γιαννιό μου.
κι αν με θελήσεις πάρε με-έχεις το νούμερό μου…

ΓΙΆΝΝΟΣ
Γεια σου ρε Μήτρο κι αν καμιά ερώτηση πάλι έχεις
μη πάλι απάντηση ζητάς κι εδώ τρεχάτος έρθεις…

ΜΉΤΡΟΣ
Και τι να κάνω Γιάννο μου; Στην απορία μου ποιος
απάντηση θα έδινε μεγάλος ή μικρός
αν όχι εσύ που, με όρεξη και λέξεις όχι λίγες
μου τα εξηγείς…

ΓΙΆΝΝΟΣ
                               …ενώ εσύ χαζολογάς με μύγες…

ΜΉΤΡΟΣ
Καλά είπα ’γω μου θύμωσες-βλέπεις, το ξαναλές!

ΓΙΆΝΝΟΣ
Μήτρο μου τράβα στο καλό. Και γράψε μου ότι θες.

ΜΉΤΡΟΣ
Δε θα σου γράψω-θα σου ’ρθώ- αλλιώς τι φίλος θα ’σουν;

ΓΙΆΝΝΟΣ
Καλά, μα λίγες άφησε ημέρες να περάσουν…

ΜΉΤΡΟΣ
Μήπως Γιαννάκο δε με θες; Μήπως…

ΓΙΆΝΝΟΣ
                                                     Ρε Μήτρο τράβα!
προτού αντί για τον καπνό το ηφαίστειο βγάλει λάβα.
Κουράστηκε το χέρι μου να γράφει τόσην ώρα…

ΜΉΤΡΟΣ
Γιατί δεν μου το έλεγες; Φεύγω αμέσως τώρα!

(Κι ευθύς ο Μήτρος έφυγε και ο Γιαννιός ευχόταν
να μη όπως κάνει πάντοτε γρήγορα ξαναρχόταν)