Σάββατο 16 Μαΐου 2020








ΠΟΡΝΗ
ή
Η ΚΑΤΑ ΧΟΛΙΑΣΤΟΝ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ

ΤΟΠΟΣ: Όλες οι πράξεις του έργου διαδραματίζονται στον Παράδεισο.
ΧΡΟΝΟΣ: Ο χρόνος είναι ο της εμφάνισης του ανθρώπου.




ΠΡΑΞΗ ΠΡΩΤΗ
ΣΚΗΝΗ ΠΡΩΤΗ

Τόπος: Ενδιαίτημα του Θεού.
Πρόσωπα: Θεός, Αδάμ, Γαβριήλ, Εωσφόρος.

ΘΕΟΣ

Να ’μαι μονάχος πάλι να βαδίζω.
Να ’μαι μονάχος πάλι να κοιμάμαι.
Μόνος στον Κήπο μου να περπατάω
Και να μετράω αργά τα βήματά μου.
Και οι στρατιές πιο πέρα των αγγέλων
να ψάλλουν... και να ψάλλουν... και να ψάλλουν...
(δυνατά)
ΣΙΩΠΗ!
(Οι ψαλμωδίες σταματούν)
Βαρέθηκα τις ψαλμωδίες.
Κι η ησυχία όμως με βουρλίζει.
Είμαι αθάνατος. Και είμαι αιώνιος.
Είμαι ο άναρχος Θεός. Ο Μέγας.
Ο Ένας και ο πάντοτε υπάρχων.
Και στους αιώνες μένω των αιώνων
Μόνος στο ουράνιο μου το σπίτι μέσα.
Μες στην ουράνια μόνος μοναξιά μου.
Η Μοναξιά! Το ανήμερο θηρίο
Που ό,τι θάλλει εκείνη το μαραίνει.
Μα ποιος από τους άλλους τη γνωρίζει;
Κι αν κάποιος τήνε γνώρισε, ποιος είναι
που όπως εμέ τόνε κατέχει αιώνια;
A! Της ψηλότερης κορφής μονάξα!
Και τι δε θα ’δινα να μη σε νιώθω!
Ειν’ η μονάξα του θεού η παρέα!
Μα να ’τανε αυτή μονάχα! Oι έγνοιες
Που μου παιδεύουν το σοφό το νου μου
Είναι περσότερες από τους κόκκους
Που ’βαλα μες στα βύθη της θαλάσσης.
Γιατί από μένα όλα περιμένουν.
Αμ! οι ανάγκες που ’χω και οι χρείες;
Και να σκεφτείς ότι θα πουν για μένα
πως τάχα είμαι ένα Όν χωρίς ανάγκες.
Πόσο πολύ να μη με ξέρουν πρέπει
Για να μπορέσουνε κι αυτό να πούνε.
Να ’σαι Θεός μεγάλη δυστυχία...
Και ολ' αυτά μ’ έχουν πολύ κουράσει.
Τι να την κάνω εγώ την αιωνιότη
Αφού βαριεστημάρα μ’ έχει αδράξει
Και τόσο είμαι απογοητευμένος;
Νομίζω να γερνάω έχω αρχίσει.
Φορές μου φαίνεται πως με την πρώτη
Αναποδιά που θα βρεθεί μπροστά μου
Θα καταρρεύσω. Τόσο χάλια νιώθω.
Ενώ ο Εωσφόρος... σαν παιδάκι...
Τι κάνει ο άτιμος και δε γερνάει-
Πουλάει την ψυχή του στον εαυτό του;..
Μα βέβαια! Τι έγνοιες να ’χει εκείνος...
Τo μόνο βάσανό του είναι το πότε
θα διώξει εμένα για να κυριαρχήσει.
Τουλάχιστον αυτός σκοπό έχει κάποιον.
Όμως εμέ ποιος είναι ο σκοπός μου;
Το Τίποτα η Ουσία μου γεμίζει
Και νόημα παίρνουν από μένα όλα.
Εγώ όμως από ποιόνε νόημα παίρνω;
Ο προορισμός ποιός είναι ο δικός μου;
A! Μα το ξέρω: είναι να υπάρχω
Και όλα μέσα μου να συντελούνται.
Όμως γιατί-γιατί να συντελούνται;
Γιατί όλη ετούτη η ιστορία;
Ούτε όταν Πνεύμα ήμουν και γυρνούσα
Κι η Χάρη όλη κι όλη μου η Δόξα
Σε με και από με πηγαινοερχόταν,
Ούτε σα θέλησα μορφή ν’ αλλάξω
Και νέα μια υπόσταση να πάρω-
Και πριν και τώρα τίποτα δεν ήρθε
στην ύπαρξή μου δίκιωση να φέρει.
Και πώς να ’ρθεί αφού δεν το ’χω φτιάξει.
Ναι. Φαίνεται πως όλα όσα έχω
Στο γύρω χώρο μου εγώ φτιαγμένα,
δεν ήτανε αυτά που μου ταιριάζουν.
Αλλά εγώ το δίχως άλλο φταίω
Που ζήτησα τη γνώμη των αγγέλων.
Όταν τους γνώρισα την πρόθεσή μου
Λες τίποτ’ άλλο δεν επεριμέναν
Και: «φτιάξ’ τον ουρανό», «φτιάξε τ' αστέρια»
«Φτιάξε τον Κήπο», «φτιάξε το φεγγάρι»
Όλο παραγγελιές τέτοιες μου δίναν
Σαν όλα έτοιμα από πριν να τα ’χαν.
Κι εγώ τους άκουγα, γιατί παιχνίδι
ωραίο ήτανε να πλατσουρίζω
μες στα νερά και λάσπες να ζυμώνω.
Και ούτε όχι να τους λέω δε θέλω.
Ακόμα κι όταν μου ’φερναν τα σχέδια
Για κάθε τι, κάτι μικροδιορθώσεις
Μονάχα έκανα, και τίποτ’ άλλο.
«Στον Κήπο τώρα  φτιάξε και κοιλάδες.
Και ποταμούς. Και θάλασσες. Και όρη».
Και τα ’φτιαξα κι εγώ-τ’ είχα να χάσω.
Κι αφού ολ’ αυτά τα είχα τελειωμένα
Ήρθε μια μέρα ο Γαβριήλ και μού ’πε
πως είναι κρίμα όλ’ αυτά οι αγγέλοι
Να τα χαιρόμαστε κι εγώ μονάχα:
«Φτιάξε στον Κήπο μας ζωή », μου είπε.
«Κάνε να χαίρονται κι άλλων τα μάτια
Το θάμα αυτό εκτός απ’ τα δικά μας».
Και του ’κανα τη χάρη κι ησυχάσαν
Κι ο Γαβριήλ κι οι πάλλευκες στρατιές μου.
Και πάλι τίποτα δε μου ζητήσαν.
Φυτά και ζώα πολύ τους διασκεδάζαν
Και παίζανε μαζί τους και γελούσαν.
Εγώ αφού τα χάζεψα λιγάκι
πάλι εκλείστηκα στη μοναξιά μου-
Κτήνη που τίποτα δεν ενογούσαν.
Τότε κι εγώ έπλασα τον Αδάμη.
Ήθελα κάποιον να μιλώ μαζί του
Κι όχι πρωί και βράδυ να με ψέλνει.
Κι ήθελα κάποιονε που να μου μοιάζει.
Καλή κουβέντα! Να τ’ ήθελα να ’χω!
Και συντροφιά για να περνά η ώρα
Της ατελείωτης της μοναξιάς μου
Μέσα στο τέλμα της αθανασίας.
Αυτό ενόμιζα μόνο πως θέλω.
Χωρίς λοιπόν κανέναν να ρωτήσω
έπλασα τον Αδάμ. Χαμένος κόπος.
Έξυπνος είναι και καλός, δε λέω.
Και κουβεντιάζει όμορφα κι ωραία-
κι αλλιώς βέβαια να ’ταν δεν μπορούσε
Αφού είν’ εικόνα μου κι ομοίωσή μου.
Μα πάλι ικανοποίηση δε βρήκα.
Κάτι μου λείπει που κι εγώ ακόμα
Θεός κι ας είμαι, τ’ είναι δεν το ξέρω.
Αλλά σε ποιον να πω και τι συμβαίνει:
Ότι Θεός εγώ και όμως πλήττω;
Όμως και τον Αδάμ δεν τόνε βλέπω
Να ’ναι χαρούμενος όσο το αξίζει
ο κόσμος που τριγύρω του απλώνει.
Έρχεται, κουβεντιάζουμε σα φίλοι,
Μα η κουβέντα ούτε αυτόν γεμίζει.
Και φεύγει από κοντά μου λυπημένος.
Μα να ’τον που έρχεται πάλι να μ' έβρει.
(στον Αδάμ που πλησιάζει)
Καλώς τον τόν Αδάμ.
ΑΔΑΜ
Καλώς σε βρήκα.
ΘΕΟΣ
Πώς πέρασες τη μέρα σου; Ωραία;
ΑΔΑΜ
Τη μέρα τη δική σου πες. Εσύ ’σαι
Τη μέρα και τη νύχτα που ’χεις φτιάξει,
Καθώς και μένα κι όληνε την πλάση.
ΘΕΟΣ
Ωραία. Τη δική μου την ημέρα.
Πώς την επέρασες;
ΑΔΑΜ
Όπως συνήθως.
Στα δέντρα ανάμεσα έχω βαδίσει,
Εκοίταξα τον ήλιο ν’ ανατέλλει,
Συντρόφεψα τα ζώα μες στο δάσος,
Έφαγα λίγα απ’ τα πολλά τα φρούτα,
Κοιμήθηκα τ’ απόγεμα λιγάκι,
Και να, επέρασε και τούτη η μέρα.
ΘΕΟΣ
Και σήμερα όμως άκεφο σε βλέπω
καθώς συνήθως τώρα τελευταία.
ΑΔΑΜ
Και βέβαια. Πώς ήθελες να είμαι;
Όλο τα ίδια βλέπω και ακούω.
Τον Κήπο μας τον ξέρω πλέον απέξω.
Είναι καλός, δε λέω. Η πρασινάδα,
Τα δέντρα τα ψηλά και τα μεγάλα,
Οι θάμνοι, τα ρυάκια, τα λουλούδια,
Τα ζώα που όλο παίζουνε μαζί μου…
Μα τα βαρέθηκα ολ' αυτά και θέλω,
έτσι όπως μ’ έκαμες να με χαλάσεις.
ΘΕΟΣ
Ωραία όλα τα ’χεις κανονίσει.
Μα δε ρωτάς και τη δική μου γνώμη.
Ο,τι έφτιαξα καλά είναι καμωμένο
Κι είναι καλό αφού σε μένα αρέσει.
Δε βλέπω το γιατί να σε χαλάσω.
ΑΔΑΜ
Γιατί δεν έχω τίποτα να κάνω.
Γιατί τα γνώρισα όλα. Γιατί έχω
και σένα και τον όμορφό σου Κήπο
τελείως βαρεθεί. Και γιατί θέλω
η ιστορία αυτή να τελειώσει.
ΘΕΟΣ
Καταλαβαίνω την κατάστασή σου.
Γιατί κι εγώ Αδάμ-το λέω σε σένα
Που είσαι φίλος μου-το ίδιο νιώθω.
Αθάνατος, αιώνιος και μονάχος.
Για σκέψου. Μοναχός μου μες στον κόσμο,
Χωρίς κανένανε να του μιλήσω.
Μα συ μπροστά στα χρόνια τα δικά μου
Είσαι ένα νήπιο. Κι εβαρέθης κιόλας;
Να σε χαλάσω λες! Ο εγωϊσμός σου
Να μ’ αγνοείς ολότελα σε σπρώχνει.
Δε σκέφτεσαι και πάλι πως θα μείνω
Mονάχος μου στα χάη των Συμπάντων.
Αδάμ βαδίζουμε τον ίδιο δρόμο.
Kι αν και πολύ δε με βοηθάς, ωστόσο
Καλλίτερα κανείς να ’χει παρέα,
Παρά μονάχος, έρημος να υπάρχει.
Όλα σού τα ’χω δώσει. Κι ούτε πόνους
ούτε ποτέ αρρώστιες δε θα νιώσεις,
Ούτε του θάνατου το κρύο λεπίδι.
Απόλαυσε αυτά σου τα προνόμια
Και χαίρου τη ζωή που σου ’χω δώσει.
ΑΔΑΜ
Τι λέξεις ειν’ αυτές που είπες τώρα;
Αρρώστια, θάνατος, λεπίδι, πόνος,
Καμία τους δεν έχω ξανακούσει.
ΘΕΟΣ
Κι ούτε ποτέ θα τις ακούσεις πάλι.
Για πες μου κάτι όμως Αδάμ και συ.
Οι άγγελοι δε σου κάνουνε παρέα;
ΑΔΑΜ
Μου κάνουνε. Μα όληνε την ώρα
θέλουν να τραγουδούν ύμνους σε σένα.
Και θέλουνε κι εγώ να κάνω το ίδιο.
Μ’ αρέσει αυτό και μένα, πέρα όμως
Από ’να όριο, βαρετό μού μοιάζει.
Έτσι και των αγγέλων η παρέα
Στο τέλος καταντάει βαρεμάρα.
ΘΕΟΣ
Δίκιο σου δίνω στα παράπονά σου.
Τo να σε πλάσω έλεγα πως θα ’ναι
Καλό και για τους δυο μας. Αλλά όχι.
Δεν είχε για κανέναν μας ωφέλεια.
ΠΟΙΗΤΗΣ
Κάθε τι που ’γινε, τις ρίζες του έχει
Σε μια στιγμή του περασμένου χρόνου
Kαι σε μιαν άλληνε στιγμή τελειώνει.
Μα όταν ένας πιάνει να δηγάται
Των δυο στιγμών ανάμεσα το μήκος,
Όσα γνωστά να παραλείπει πρέπει
Kι όσα δεν ενδιαφέρουν να ξεχνάει.
Έτσι κι εγώ δε θα σας πω τα λόγια
Που στον Αδάμ είπε ο Θεός να δείξει
Πόσα καλά στη ζήση του ’χει δώσει,
Ούτε τα λόγια του Αδάμ θα γράψω
Που ευχαριστώντας είπε στο θεό του,
Αλλά θα πω πού έφτασε η κουβέντα
Αφού ό,τ’ είπαν είπαν ένας κι άλλος.
ΘΕΟΣ
Γι αυτό Αδάμ πέρασε απ’ το μυαλό μου
Να φτιάξω έναν Κήπο πιο μεγάλο
για σένα, και σε κείνον να σε βάλω.
Περσότερα τα ζώα και τα φυτά του,
Πιο πλούσια τ’ άνθη του και τα νερά του.
Και σκέφτομαι τη μέρα να μικρύνω
Που πιο πολύ τη νύχτα να κοιμάσαι
Kι εύκολα ομορφιά να μη χορταίνεις.
ΑΔΑΜ
Περσότερες ημέρες θα βαστάξει
κι η περιέργεια κι η περιήγηση μου,
μα πάλι θε’ μου η ανία θα ’ρθει.
Σε ικετεύω θε’ μου-χάλασέ με.
ΘΕΟΣ
Θέλεις να φτιάξω –τα νερά σ’ αρέσουν;-
ένα ποτάμι ατέλειωτα μεγάλο
Και να σου δώσω μια μικρή βαρκούλα
Να μπαίνεις μέσα της όποτε θέλεις;
Θες ένα ζώο μεγάλο να σου φτιάξω
Στην πλάτη του γοργά να σε πηγαίνει
για όμορφα ταξίδια μες στον Κήπο;
Θέλεις φωνή να δώσω στα πουλάκια
Και να μιλάς μαζί τους αν δε θέλεις
Με μένα να μιλάς;
ΑΔΑΜ
Όχι Θεέ μου.
Έχω ποτάμια και πουλιά και ζώα.
Και στο ποτάμι μέσα ένα ξύλο
έριξα και βαρκούλα το ’χω κάνει.
Και τα πουλιά μού κελαηδούν. Και ζώα
Πολλά καβαλικεύω και με πάνε.
Ανώφελα όλα. Θε’ μου χάλασέ με.
ΘΕΟΣ
Ο Θεός μονάχα φτιάχνει. Δε χαλάει.
Κι αφού να βρούμε δεν μπορούμε λύση
θα πω να ’ρθούν μπροστά μας οι αγγέλοι
Που ξέρουν και καλά με συμβουλεύουν
Να δω τι θα μου πουν. Μπορεί εκείνοι
Καινούργια μιαν ιδέα να μας δώσουν
Που απ’ το αδιέξοδό μας να μας βγάλει.
(δυνατά)
ΓΑΒΡΙΗΛ!
ΓΑΒΡΙΗΛ
(φωνή του απέξω)
Εδώ Θεέ!
ΘΕΟΣ
Σε θέλω. Έλα μέσα!
(Μπαίνει ο Γαβριήλ)
Γαβριήλ, ο κόσμος μου ο στηριγμένος
Απάνω στα σχεδιά σας, δε μ’ αρέσει.
Δε σε κατηγορώ. Εγώ είμαι κείνος
Που τα ’κανα ολ’ αυτά γιατί εβρήκα
Σωστά τα σχέδια που μου είχες φέρει.
Μα o Αδάμ σ’ αυτό τον κόσμο πλήττει.
ΓΑΒΡΙΗΛ
Με συμπαθάς αλλά δική σου σκέψη
Κι έργο δικό σου ο Αδάμ Θεέ μου.
ΘΕΟΣ
Σου ’πα πως δε σου ρίχνω κατηγόρια.
Μα τώρα δα ζητώ τη συμβουλή σου.
Κάτι για τον Αδάμ πρέπει να κάνω
Γιατί ευχαρίστηση δε βρίσκει λέει
Στον Κήπο πια. Λέει πως πλέον έχει
όλες του βαρεθεί τις ομορφάδες.
ΓΑΒΡΙΗΛ
Καλά τον βλέπω τώρα τελευταία
Να κάθεται μονάχος σε μιαν άκρη
Και σα να συλλογιέται. Και μια μέρα
Να κλαίει τον είδα λάθος αν δεν κάνω.
Παραξενεύτηκα γιατί θαρρούσα
Μου είχες πει πως είναι κατ’ εικόνα
Και καθ’ ομοίωσή σου ποιημένος.
ΘΕΟΣ
Είναι. Δεν έκλαιγε. Καλά δεν είδες.
ΓΑΒΡΙΗΛ
Λοιπόν... δεν είμαι ο μόνος που τον είδα.
Μαζί μου ήτανε κι o Εωσφόρος.
Και μου ’πε πως κι αυτός έχει προσέξει
Πως, λέει, ο Αδάμ στενοχωριέται.
Αν είναι δυνατόν... Στον Κήπο μέσα...
ΘΕΟΣ
Να ξέρεις δεν μπορείς-εσύ ’σαι πνεύμα-
πώς σκέπτεται ο Αδάμ ο χωματένιος.
Και μην ξεχνάς ότι Θεός δεν είσαι.
Κράτα λοιπόν τα συμπεράσματά σου
και τις εκπλήξεις για τον εαυτό σου.
Θέλεις-μάλλον μπορείς- να με βοηθήσεις;
Τί άρχισες τις ιστορίες πάλι;
Περιορίσου σ’ ό,τι σου ζητάω.
ΓΑΒΡΙΗΛ
Αυτό κάνω Θεέ. Κι αν τον Εωσφόρο
Στην ομιλία μου έχω αναφέρει
Είναι γιατί μου είπε πως γνωρίζει
Τι λείπει απ’ τον Αδάμ και πως εκείνος
Μπορεί να βρει στο πρόβλημά του λύση.
Μα σημασία δεν του είχα δώσει.
Ούτε τον ρώτησα τι εννοούσε.
Όμως με κάλεσες εσύ και βλέπω
Πως θεία είναι βούληση δικιά σου
Να διώξεις του Αδάμ τη στενοχώρια.
Γι αυτό το θάρρος παίρνω και στο λέω.
ΘΕΟΣ
Τράβα λοιπόν να μου τόνε φωνάξεις.
ΓΑΒΡΙΗΛ
Πηγαίνω.
(βγαίνει)
ΘΕΟΣ
(μιλώντας στον εαυτό του)
Αν και δεν του ’χω διόλου εμπιστοσύνη
Μα το μυαλό του κατεβάζει ιδέες.
Αλήθεια, αυτός μπορεί να με βοηθήσει.
Μα όμως πρέπει και να τον προσέχω-
Όποτε δυσκολίες είχα κάπου
Αυτός για όλα ήταν η αιτία.
Και ύστερα μου ζήταγε συγγνώμη.
Κι εγώ τι- να ’κανα... τον συγχωρούσα.
Και τώρα ακόμα που ’πλαθα τον κόσμο
Συνέχεια ερχότανε και μου γινόταν
Στο πλάσιμό του για να με βοηθήσει.
Δεν του το επέτρεψα γιατί εφοβόμουν
πως κάποια ζαβολιά θα μου σκαρώσει.
Και τον κυνήγησα. Όμως δε θέλω
Και από σύμβουλό μου να τον χάσω.
Μα να ’τον που ’ρχεται! Γεια σου Εωσφόρε!
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Θεέ μου χαιρετώ. Στις διαταγές σου.
ΘΕΟΣ
Έχεις προσέξει ο Αδάμ πως πλήττει.
Μου το ’πε ο Γαβριήλ. Και μου ’πε ακόμα
Πως κάποιο σχέδιο έχεις στο μυαλό σου
Που την ανία του θα θεραπεύσει.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Είναι πολύ απλό.
(στον Αδάμ)
                              Έχεις προσέξει
Αδάμ, ότι φορές φορές τα ζώα
Το ’να με τ’ άλλο σμίγουν και κολλάνε,
Και λίγο μένουν έτσι πριν χωρίσουν;
Και μετά λίγες ώρες ή και μέρες
πάλι συσμίγουνε-πάλι κολλάνε;
ΑΔΑΜ
Ναι. Το ’χω δει. Λοιπόν και τι με τούτο;
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Αυτή ’ναι όλη τους η ευτυχία.
ΑΔΑΜ
Δεν είν’ αλήθεια αυτό που λες. Γιατί έχω
Πολλές φορές κι εγώ επάνω ανέβει
Σε ζώα ένα σωρό, και άλλα τόσα
παίρνω στην αγκαλιά μου και χαδεύω.
Τα σφίγγω και με σφίγγουνε, μα όμως
Καμία ευτυχία έτσι δε νοιώθω.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Αδάμ Αδάμ δουλεύει το μυαλό σου
Μα όχι όπως πρέπει. Είδες ποτέ σου
Αγκαλιασμένο λύκο με λιοντάρι;
Είδες ελέφαντα πάνω σ’ αρκούδα;
Αδάμ τα ζώα ίδια πρέπει να ’ναι
Να νιώσουνε αν θέλουν ευτυχία
Με το σφιχτό εκείνο αγκάλιασμά τους.
ΑΔΑΜ
Πρέπει λοιπόν το θεό μας ν’ αγκαλιάσω;
Μόνος αυτός μου μοιάζει απ’ όλα γύρω
Τα ζωντανά τα πλάσματα που βλέπω.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Όχι Αδάμ. Δεν είναι ο Θεός μας
Εκείνος που θα πρέπει ν' αγκαλιάσεις.
Πρέπει να είναι κάποιος σαν και σένα.
Δηλαδή όχι ακριβώς. Ας πούμε
περίπου σαν και σένα. Κι εξηγούμαι:
Αυτό το χωματένιο το κομμάτι
Που κουβαλάς ανάμεσα στα σκέλια
Πολλές φορές δε μεγαλώνει τόσο
Που σ’ εμποδίζει και να περπατήσεις
Και που δεν ξέρεις πώς να το βολέψεις; 
ΑΔΑΜ
Αλήθεια ναι. Μεγάλο δίκιο έχεις.
Και κάπου θέλω να το βάλω μέσα.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Νάτο λοιπόν. Για τούτο και τα ζώα
Κολλούν το ’να με τ’ άλλo-γιατί θέλουν
Μέσα το ένα στ’ άλλο έτσι να βάλει
Τo πράμα που όπως συ έχουν καθένα.
Μα πρόσεξε! Το ζώο που θα βάλεις
Μέσα του το κομμάτι το δικό σου
Μορφή και όψη σαν και σένα θα ’χει,
Μα εκεί που συ αυτό το πράμα έχεις,
Εκείνο μία τρύπα θα ’χει αντίς του,
για να μπορείς συ μέσα της να βάζεις
Τo πράμα αυτό σου όταν μεγαλώνει.
Κι αυτή θα ’ν' όλη σου η ευτυχία.
Έτσι θα πάψεις να στενοχωριέσαι
Κι η Φύση ωραία τότε θα σου μοιάζει
Και πάντα αχόρταγα θα την κοιτάζεις.
ΘΕΟΣ
Λες πως γυναίκα ο Αδάμ γυρεύει…
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Τι άλλο θε’ μου; Φανερό το πράγμα.
ΑΔΑΜ
Αλήθεια αυτό το πράγμα εδώ πέρα
Σα μεγαλώνει μ’ ενοχλεί Θεέ μου.
Καλά τα λέει ο Εωσφόρος. Κόψ ’το.
Έτσι κι εγώ την ησυχία μου θα ’βρω
Χωρίς κι εσύ σε βάσανα να μπαίνεις
Να κάθεσαι και ταίρι να μου φτιάχνεις.
ΘΕΟΣ
Όχι Αδάμ. Αυτή δεν είναι λύση.
Αν κάτι μοναχά έχω να κάνω
είναι αυτό που είπε ο Εωσφόρος.
Αφήστε με! Φευγάτε! Θα δουλέψω!
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Μπορώ να σε βοηθήσω...
ΘΕΟΣ
Φύγε είπα!
(Όλοι εκτός από το Θεό βγαίνουν βγαίνουν.)
Αυτό που θα ’κανα μου ’πε να κάνω.
Αυτό που έλεγα πως θ’ αποφύγω…
Δαιμόνιος. Μα του κόβει το ξερό του.


(τέλος της πρώτης σκηνής της πρώτης πράξης)



ΠΡΑΞΗ ΠΡΩΤΗ
ΣΚΗΝΗ ΔΕΥΤΕΡΗ

Τόπος: Τοποθεσία στον Παράδεισο.
Προσωπα: Εωσφόρος, Γαβριήλ.

ΕΩΣΦΟΡΟΣ
(μόνος)
Όταν ακόμα δεν υπήρχε ο κόσμος,
Όταν ακόμα όλα χαμένα ήταν
Μες στην ανυπαρξία και στο κενό τους,
Προτού ακόμα ούτε το σκοτάδι
Ούτε η ευφροσύνη του να είναι,
Σαν μες στο Τίποτα δυο Εικασίες
Ακόμα ατέλεστες αναπαυόνταν
Oι σπόροι του Άπειρου και του Αιώνιου:
Η σκέψη του θεού και η δική μου.
Ώσπου η μια τραβώντας προς την άλλη
Αγγίσανε. Και τότε αρχίσαν όλα.
Οι δυο οι Βούλησές μας ορθωθήκαν
Kι άρχισε καθεμιά τους να προβλέπει
και να σχεδιάζει την τροχιά του Χρόνου
Μες στους βαθιούς τους Κύκλους του Απείρου.
Αλλ’ απ’ τα πρώτα κιόλας βήματά μας
Κι οι πρώτες μας φανήκαν διαφωνίες.
Όλα εκείνος τα ’θελε με τάξη-
Άψογη ευθεία την τροχιά του Χρόνου,
Τους κύκλους ένα κέντρο μόνο να ’χουν
κι όλα κάποια τροχιά ν' ακολουθάνε.
Και σ' ό,τι εκαταπιάστηκε από τότε
Αρμονικό και σύμμετρο το θέλει.
Εγώ την αταξία θέλω σ' όλα.
Τo ανακάτωμα και την αμάχη.
Δεν ήθελα ο Χρόνος μιαν ευθεία
Ράθυμα και ανούσια να χαράζει
Και τα κομμάτια του ν’ ακολουθάνε
Τo ένα τ’ άλλο σαν σε λιτανεία.
Τον ήθελα να στρέφει και να σπάζει,
Ν’ ανακατώνεται και να λυγίζει
Kι άσκοπα μπρος και πίσω να πηγαίνει
Χωρίς συνέπεια και χωρίς συνέχεια.
Το Άπειρο εγώ το ’θελα να ’ναι
Πολλές μικρές γωνιές και καθεμιά τους
Στην άλλη να χτυπά. Κι ό,τι στη μία
Θα γίνεται, τ’ αντίθετο στην άλλη.
Κι η αρμονία που με αηδιάζει
θέση στους Κόσμους μου καμιά δε θα ’χε.
Μα υπερίσχυσε η δύναμή του
Κι όπως αυτός τα θέλει τα ’χει κάνει.
Εμένα απόμερα με είχε βάλει
Κι αμέτοχον σε όλα με κρατούσε.
Kι όταν τις λεγεώνες των αγγέλων
Έφτιαξε, του είπα και για με να πλάσει
Άγγελους μερικούς που να μου μοιάζουν.
Γιατί το ήξερε πως δεν μπορούσε
Σ’ ένα μεγάλο θέμα όπως εκείνο
Και τη δική μου ν’ αγνοεί τη γνώμη.
Κι έβαλα τους Αγγέλους μου και του ’παν
Κι έφτιαξε ύλη και μ’ αυτή τον κόσμο.
Αλλά κι εδώ έκανε τα δικά του.
Τα σχέδια τ’ άλλαξε που του ’χαν πάει
Kι όλα και πάλι άνοστα γινήκαν.
Μα κάτι πρέπει να ’χω και δικό μου-
Κάπου το στρατηγείο μου θα πρέπει
Κι εγώ να στήσω. Θέλω να ορίζω
Κι εγώ μία γωνιά σ’ αυτό τον κόσμο.
Αυτός ο Κήπος είναι ότι πρέπει
Κι αυτόνε στο μυαλό μου έχω βάλει
για βασίλειό μου και για ορμητήριο
για τις επόμενές μου τις κινήσεις.
Ποτέ δεν πρόκειται να ησυχάσω
Τη δύναμη απ’ τα χέρια του αν δεν πάρω
Και μες στον κόσμο αν δεν αφεντέψω.
Νομίζω αρκετά τον έχω αφήσει
Να κάνει το δικό του. Η σειρά μου.
Και δε βαδίζω στα τυφλά. Έχω κάνει
με το μυαλό το εωσφορικό μου
αλάνθαστο ένα-ένα τέλειο σχέδιο:
Την ώρα που θα φτιάχνει τη γυναίκα
Δίπλα του εγώ θα φτιάχνω τη δική μου
Χωρίς εκείνος βέβαια να το ξέρει.
Εβαλα κι έκανε ο Σαφανίας-
Ο πιο έμπιστος απ’ όλους Άγγελός μου-
Στου θεΐκού σπιτιού τον δώθε τοίχο
Μία τρυπούλα, που απ’ αυτήν θα βλέπω
Πώς ο Θεός θα πλάθει τη γυναίκα
Και τη στιγμή την ίδια θα σκαρώσω
Και τη δική μου-τη σωστή γυναίκα.
Κι αυτήν αυτί της άλλης θα προσφέρω
Για φάρμακο στου Αδάμ τη δυστυχία.
Με όχημα εκείνην θα μπορέσω
του θεού την εξουσία να γκρεμίσω.
Μα να! O Γαβριήλ βλέπω να φτάνει.
Και σκεπτικό τον βλέπω να βαδίζει.
ΓΑΒΡΙΗΛ
Τι ήτανε πάλι, αυτή σου η ιδέα
για σύντροφο του Αδάμ- τι έχεις στο νου σου;
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Γαβριήλ πολύ παράξενα με βλέπεις.
Εσύ πες τι έχεις βάλει στο μυαλό σου.
ΓΑΒΡΙΗΛ
Ξέρεις καλά. Νομίζω ετοιμάζεις
Κάτι κακό μ' αυτή την πρότασή σου.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Αλλά, Γαβριήλ, φιλύποπτος μην είσαι.
Τόσοι καιροί περάσαν από τότε
Που πάψαν με το θεό οι διαφορές μου.
Και από τότε ζούμε αγαπημένα
Εγώ κι αυτός, και σεις από κοντά μας.
Νικήθηκα. Κι απόφαση το πήρα
Πως ένας Άγγελος κι εγώ θα είμαι.
ΓΑΒΡΙΗΛ
Στην τάξη δεύτερος μετά ’πο μένα.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Μα σ όλα τα υπόλοιπα ο πρώτος.
Και πρώτα στο μυαλό. Έχω ιδέες
Που στη δική σου θέση θα βρισκόμουν
Αν ο πανάγαθος δεν με φοβόταν.

ΓΑΒΡΙΗΛ
Θεός και να φοβάται; Πώς και σου ’ρθε;
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Τότε γιατί τις εξουσίες όλες
Μου πήρε από τα χέρια μου αφού ξέρει
Καλλίτερος απ’ όλους σας πως είμαι;
ΓΑΒΡΙΗΛ
Κι αν συμφωνήσω προς στιγμήν μαζί σου
Πως είσαι πράγματι καλλίτερός μας,
Αυτό δε δείχνει φόβο, μα φροντίδα.
Κανέναν δε θ’ αφήσει να χαλάσει
Ό,τι με τόση αγάπη έχει φτιάξει.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Και ποιός θα του το χάλαγε; Ποιος είναι
Που θα ’θελε μαζί του να τα βάλει;
ΓΑΒΡΙΗΛ
Όποιος τη δύναμη θαρρεί πως έχει.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Οι περισσότεροι Άγγελοι δικοί του.
Κι αυτοί έχουν τις καλλίτερες ρομφαίες.
Σε μας τις άχρηστες έχει δοσμένες.
Μπορεί αυτός λοιπόν να κινδυνέψει;
ΓΑΒΡΙΗΛ
Φτάνει που θα ’μπει μόνο στον αγώνα.
Θα ’ναι και τούτο μια ταλαιπωρία
Και μία έγνοια μες στις τόσες άλλες.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Όχι Γαβριήλ. Αυτά περάσαν πλέον.
Η δύναμή μου όλη υποταγμένη
Στη θεία δύναμη. Κι αυτό το ξέρεις.
Τη γνώμη μου όμως όταν μου ζητάει
δεν πρέπει να τη δίνω από φόβο
Μη κάποιος σαν και σένα δυσφορήσει;
Γαβριήλ έχω μυαλό ανώτερό σου
Κι ανώτερο απ’ όλων των αγγέλων-
Έχω μυαλό ισάξιο του θεού μας.
Kι απόδειξη για τούτο είναι ότι
Πολλές μου συμβουλές πράξη τις κάνει.
Τι το κακό μπορείς να βρεις σε τούτο;
ΓΑΒΡΙΗΛ
Τίποτα αλήθεια όπως τα λες. Και ούτε
Η παντοδυναμία του θεού μας
Μπορεί να κινδυνέψει από σένα.
Όμως εμέ που μέσα στις δουλειές μου
Είναι και το να ξέρω τι σκαρώνεις,
Και που από πείρα ξέρω πώς δουλεύει
Και πόσο βρώμικος είναι ο νους σου,
Πάντα με υποψίες με γεμίζει
Κάθε καινούργια σου πρωτοβουλία.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Α! Γαβριήλ! Έναν πιστό ας είχα
κι εγώ καθώς εσένα έχει εκείνος...
ΓΑΒΡΙΗΛ
Λέω πως δε σου λείπουν οι πιστοί σου.
Μόνο που βέβαια δεν το φανερώνουν.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Τη γνώμη δεν μπορώ να στην αλλάξω-
Δε σου την άλλαξα αιώνες τώρα.
Να σε ρωτήσω μόνο θέλω τούτο:
Είναι καλή η ιδέα μου-δε βρίσκεις
Να ’χει ένα σύντροφο ο Αδάμ στον κόσμο;
ΓΑΒΡΙΗΛ
Καλό το βρίσκω μα απαραίτητο όχι.

ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Πώς όχι; Δεν τον είδες πόσο πλήττει;
ΓΑΒΡΙΗΛ
Και μ' άλλες ασχολίες θα μπορούσε
Τις άδειες του τις ώρες να γεμίζει.
Τόσα μπορούσανε άλλα να γίνουν.
Μ’ αφού απόφαση ο Θεός το πήρε
παύει εμένα να μου πέφτει λόγος.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Τώρα μιλάς σωστά. Τώρα στη θέση
Στέκεις αληθινά που σου αξίζει:
Εμείς διατάζουμε, σεις υπακούτε.
ΓΑΒΡΙΗΛ
Φεύγω γιατί θα τσακωθούμε αν μείνω.
Πάντοτε οι καλοί θα υποχωρούνε.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Τότε ειμ' ο Άγγελος της καλοσύνης.
ΓΑΒΡΙΗΛ
Μάλλον ο υπηρέτης της ανάγκης.

(τέλος της δεύτερης σκηνής της πρώτης πράξης)




ΠΡΑΞΗ ΠΡΩΤΗ
ΣΚΗΝΗ ΤΡΙΤΗ

Τόπος: Εργαστήρι στον Παράδεισο.
Πρόσωπα: Θεός, Εωσφόρος, Εύα, Πόρνη.

(Η σκηνή χωρισμένη σε δύο. Το αριστερό προς τους θεατές είναι το εργαστήρι του θεού. Το άλλο του Εωσφόρου. Στον χώρο του θεού και του Εωσφόρου από ένας πάγκος με υλικά κατασκευής ανθρώπων. )

ΘΕΟΣ
Εμπρός λοιπόν. Ας πλάσω τη γυναίκα.
Χωρίς αυτήν ο Αδάμ δύστυχος θα ’ναι.
Χωρίς αυτήν ο Αδάμ χαμένος θα ’ναι.
Ας φτιάξω μια γυναίκα να τ’ αρέσει.
Ας φτιάξω μια γυναίκα να μ’ αρέσει.
Ας φτιάξω τη γυναίκα όπως πάντα
Στους λογισμούς μου μέσα την κρατούσα.
Ας φτιάξω τη γυναίκα που η μορφή της
Από παλιά τα φρένα μου δονούσε.
Ας φτιάξω τη γυναίκα που μια νέα
Στον κόσμο ολόκληρο πνοή θα δώσει.
Πνοή γεμάτη καλοσύνη θεία.
Πνοή γεμάτη θεία ευλογία.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Εμπρός λοιπόν. Ας φτιάξω τη γυναίκα
Που στον Αδάμ τη δυστυχιά θα φέρει.
Που ο Αδάμ μ’ αυτήν χαμένος θα ’ναι.
Ας φτιάξω τη γυναίκα όπως πάντα
Στους λογισμούς μου μέσα την κρατούσα.
Ας φτιάξω τη γυναίκα που θα φέρει
To θάνατο σ’ ότι ζωή κατέχει.
Ας φτιάξω μια γυναίκα να τ’ αρέσει.
Ας φτιάξω μια γυναίκα να μ’ αρέσει.
ΘΕΟΣ
(φτιάχνει τα πόδια)
Τα πόδια να τη φέρνουν προς τον άντρα
Kι ωραία πάνω τους για να κρατούνε
Τα κάλλη και τα δώρα του κορμιού της.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
(φτιάχνει τα πόδια)
Τα πόδια για να φεύγει από τον άντρα
Και κείνος από πίσω της να τρέχει.
Και πάνω τους αυτά να κουβαλούνε
Την προστυχιά και τη βρωμιά του κόσμου.
ΘΕΟΣ
(Φτιάχνει το αιδοίο)
To άνθος που τον άντρα να ευφραίνει
και δύναμη καινούργια να του δίνει.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
(Φτιάχνει το αιδοίο)
Τ’ αγκάθι που τον άντρα θα πονάει
Και πίσω του σαν δούλο θα τον σέρνει.
ΘΕΟΣ
(φτιάχνει την κοιλιά)
Και τώρα την κοιλιά. Που θα γεννάει
Άσβηστους πόθους κι ηδονή στον άντρα.
Και πάνω της το τρέμουλο σταλάζω
Της σκοτεινής κι ατέλειωτης λαγνείας.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
(φτιάχνει την κοιλιά)
Και τώρα την κοιλιά. Κοίτη απάτης
στης ηδονής το άπατο το ρέμα.
Kαι πάνω στ’ άσπρο δέρμα της ορίζω
Προσποίηση, σκοπιμότητα και ψέμα.
ΘΕΟΣ
(φτιάχνει τα στήθη)
Τα στήθη! Στρογγυλά σαν τα oυράνια
κι άσπρα σαν τ’ άνθη πικραμυγδαλίτσας.
Κρουστά σαν τους κρυφούς τους λoγισμoύς μου.
Xρυσάφι στα ορφανά τα χέρια του άντρα.
Η πιο γλυκιά στα χείλη του οπώρα.
Kαι όλη την ουσία εντός τους βάζω
Της θείας μου της ύπαρξης. Και δίνω
Μέσα στο γάλα το μεθυστικό τους
Τη λάμψη και την πύρα χίλιων ήλιων.
Kαι του πουλιού το πέταγμα φτερώνω
Στο σείσιμό τους όταν περπατάει.
Kαι στις μικρές τους τις θηλές ριζώνω
Του πόθου το γλυκύτερο λουλούδι.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
(φτιάχνει τα στήθη)
Τα στήθη! Στρογγυλά σαν τα oυράνια
κι άσπρα σαν τ’ άνθη πικραμυγδαλίτσας.
Κρουστά σαν τον ιστό της δυστυχίας
Που θα γεμίζει η ιδέα τους τον άντρα.
Βάρος ασήκωτο στ’ αντρίκια χέρια.
Στο στόμα του φαρμακωμένο μήλο.
Και όλη την ουσία μέσα τους βάζω
της άθλιας ύπαρξής μου. Και ξεχύνω
Μέσα στο γάλα το μεθυστικό τους
Τον πόνο και την πίκρα και τη λύπη.
Και την απελπισιά μέσα πετρώνω
Σε κάθε ελπιδαπέλπιδο άγγιγμά τους.
Και στις μικρές τους τις θηλές ριζώνω
Την άρνηση και την αχαριστία.
ΘΕΟΣ
(φτιάχνει τα χέρια)
Τα χέρια. Για ν' αγγίζουνε τον άντρα
Και στα ουράνια να τόνε σηκώνουν.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
(φτιάχνει τα χέρια)
Τα χέρια. Για ν’ αρπάζουνε τον άντρα
Κι ασήκωτα να τον κρατάνε χάμου.
ΘΕΟΣ
Τα μάτια. Να κοιτάζουνε τον άντρα
Μ’ υποταγή, μ’ αιδώ και με λατρεία.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Τα μάτια. Να κοιτάζουνε τον άντρα
Και μ’ ένα βλέμμα τους να τον συντρίβουν.
ΘΕΟΣ
To στόμα. Η μιλιά του να χαϊδεύει
Με λόγια βάλσαμο τ’ αυτιά του άντρα.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
To στόμα. Αρπαχτικό σαν του κοράκου.
Και κάθε λόγος του πηχτό φαρμάκι.
ΘΕΟΣ
Και νου στ’ ωραίο βάζω κεφαλάκι
Που να οδηγάει άσφαλτα τον άντρα
όταν εκείνος δίβουλος θα στέκει.
Κι υπακοή και πίστη το προικίζω.
Και σύνεση. Και περισσή τη γνώση.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Κι άχερα στο κεφάλι της στοιβάζω.
Και στο χαμό να οδηγάει τον άντρα
Όταν εκείνος άβουλος θα στέκει.
Και το μυαλό της τ’ αχεροπλασμένο
Με παραλογισμό κι ανευθυνότη
Και με την προδοσία το προικίζω.
ΘΕΟΣ
Και την ψυχή της δώρα τη γεμίζω.
Δροσιά και χάρη και γλυκιά μια αγάπη.
Ντροπή, φιλοτιμία κι ευγνωμοσύνη.
Τόλμη κι αγάπη για το κάθε ωραίο.
Κι ευδιαθεσία. Κι υψηλοφροσύνη.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Και την ψυχή της δώρα τη γεμίζω.
Κακότητα κουφότητα και φθόνο.
Εγωισμό τυφλό κι αγνωμοσύνη.
Τάση κάθε καλό να καταστρέφει.
Και αναξιότητα για την αγάπη.
Και ματαιοδοξία. Και φιλαρέσκεια.
ΘΕΟΣ
Και, προσταγή μου, τούτο το κορμάκι
Να καίγεται ολόκληρο απ’ τον πόθο.
που θα τον σβει στου άντρα την αγκάλη.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Και στο κορμί που έτσι έχω φκιάοει
Αναισθησία δίνω και ψυχρότη.
Κι όταν ο άντρας αγκαλιά ζητάει
να μη τη δίνει μα να την πουλάει.
Και το φκιασίδωμα και το στολίδι
να ’ναι η μόνη ακριβή χαρά του.
ΘΕΟΣ
( ακουμπάει το χέρι του στο κεφάλι της Εύας)
Και ονομάζω τη γυναίκα Εύα.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
( ακουμπάει το χέρι του στο κεφάλι της Πόρνης)
Και ονομάζω τη γυναίκα Πόρνη.
ΘΕΟΣ
(στην Εύα)
Πάρε ζωή-ο Αδάμ σε περιμένει.
(Η Εύα ζωντανεύει)
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
(στην Πόρνη)
Πάρε ζωή-ο Αδάμ σε περιμένει.
Πάρε ζωή-σε περιμένει η Πλάση.
 (Η Πόρνη ζωντανεύει)
ΘΕΟΣ
Πήγαινε στον Αδάμ καλή μου Εύα.
(Η Εύα βγαίνει μπροστά και βλέπει τον Εωσφόρο που βγήκε πριν από αυτήν)
ΕΥΑ
(στον Εωσφόρο)
Μ’ έστειλε ο Θεός Αδάμ να σ’ έβρω.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Καλώς τηνε. Σε περιμένω. Έλα.
(ανοίγει μια μυστική πόρτα που το άνοιγμά της
ξεχύνει σκοτάδι)
Μπες μέσα εκεί και πρόσμενε ώσπου να ’ρθω.
 ( Η Εύα μπαίνει, πέφτοντας έτσι στα σκοτεινά χάη. Ακούγεται η φωνή της όπως πέφτοντας σε βάραθρο. Ο Εωσφόρος κλείνει την πόρτα πίσω της και πηγαίνει πάλι στην Πόρνη)
ΠΟΡΝΗ
Ω! Τι φτεράκια τρισχαριτωμένα!
Πώς θα ’θελα εγώ να τα φοράω!
Δώστα μου κι ό,τι θέλεις από μένα...
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Όπως σε ήθελα μού έχεις γίνει.
Αλλά δε σ’ έπλασα για τον εαυτό μου.
ΠΟΡΝΗ
Ω! Δεν πειράζει. Έλα! Φίλησέ με!
Έλα και το κορμί μου περιμένει
Χάδια ερωτικά και τα φτερά σου.

ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Άκουσ’ εδώ ζωντόβολο μια κι έξω.
Τα ψέματά σου δεν περνούν σε μένα.
Είμαι ο πλάστης σου. Αν δε μ' ακούσεις
θα σε χαλάσω όπως σ’ έχω φκιάσει.
Άκου λοιπόν χωρίς να με διακόψεις.
Τη λίγη προσοχή που σου ’χω δώσει
θέλω στα λόγια μου όλη να τη δώσεις.
Kι αν δε σου μείνει άλλη δεν πειράζει.
Δε θα τη χρειαζόσουν. Λοιπόν άκου.
Κάποτε ο Θεός μαζί με μένα
Τo άπειρο το σύμπαν κυβερνούσε.
Αλλά με πονηριές και μ’ ατιμίες
Κατάφερε από μένανε να πάρει
Όλες τις εξουσίες. Και μονάχος
Τους κόσμους από τότε κυβερνάει.
Ότι τ’ ανέχομαι όλα προσποιούμουν,
Γιατί δεν είχα τι να κάνω άλλο.
Αλλά κρυφά δουλεύω ώστε να πάρω
Από τα χέρια του την εξουσία.
Κι έχω ένα σχέδιο μέσα στο μυαλό μου
Που το περσότερο έχει γίνει πράξη.
Ο ρόλος ο δικός σου μένει ακόμα
Με τέχνη να παιχτεί για να μου δώσει
Τη δίκαια τη νίκη που μου πρέπει.
Μ’ αν συ ξεστράτιζες απ’ το σκοπό σου
Χαμένα θα ’ταν όλα. Κι όχι μόνο.
Αλλά και συ μαζί τους θα χανόσουν.
Κοίτα λοιπόν τριγύρω-κι αν σ’ αρέσει
Να υπάρχεις, τότε βαλ’ τα δυνατά σου
Κι ό,τι σου πω βρες τρόπο να το κάνεις.

ΠΟΡΝΗ
Μ’ αρέσει-ναι, που μ’ έπλασες-μ’ αρέσει.
Kαι αγαπώ και τη ζωή και σένα.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Πρέπει να μ’ αγαπάς. ’Τι σ’ έχω πλάσει…
Και να με λίγα λόγια το σχέδιό μου:
Μες στο μυαλό έχω βάλει των αγγέλων
κι είπανε του θεού Κήπο να φτιάξει.
Kαι στον Αδάμ μια συντροφιά δώσει.
Κι έπλασε ο Θεός την Εύα. Όμως
την ίδια ώρα εγώ έπλαθα εσένα.
Kαι τη μορφή εκείνης σου ’χω δώσει.
Θεός κι Αδάμ δική τους σε θαρρούνε.
Αυτό το πιο μεγάλο σου είναι όπλο.
Τέλεια σου τα ’χω ετοιμασμένα όλα.
ΠΟΡΝΗ
Κι η Εύα;
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Πάει αυτή. Στα σκότη εχάθη.
Δεν άκουσες πριν λίγο τη φωνή της;
ΠΟΡΝΗ
Την άκουσα και μια χαρά είχα νιώσει
Γιατ’ ήτανε φωνή φρίκης και τρόμου.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Έτσι λοιπόν αντίζηλο δε θα ’χεις.
Μα χρόνο ας μη χάνουμε με τούτα.
Πρέπει ο Θεός τις τόσες αδικίες
Που μου ’κανε, γοργά να τις πληρώσει.
ΠΟΡΝΗ
Αλλά εγώ ακόμα ούτε τον είδα.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Γρήγορα θα τον δεις. Σήμερα κιόλας.
Θα τον γνωρίσεις απ' την ασκημιά του
Kι από το σκήπτρο που κρατεί στο χέρι.
Όσο για «πώς», σου ’χω τα όπλα δώσει
που δέκα θεούς μπορούνε να νικήσουν.
Στο χέρι σου καλά να τα δουλέψεις.
Λοιπόν, όταν χωρίσουμε σε λίγο,
δύσκολα ευκαιρία θα βρούμε άλλη
για να μιλήσουμε κρυφά οι δυο μας.
Ο τόπος έχει σπιούνους του γεμίσει.
Απ’ όλους τους Αγγέλους τους δικούς μου
θα εμπιστεύεσαι μονάχα έναν-
Το Σαφανία, τον υπαρχηγό μου.
Kαι να το πρώτο ποιό είναι μάθημά σου.
Θα είσαι o πιστός μου υπηρέτης.
Και θα ξεχάσεις έρωτες μαζί μου.
Για τώρα αλλιώς θα με υπηρετήσεις.
Κι άκου το δεύτερο το μάθημά σου:
Ενώ είσαι κι όνομα και πράμα Πόρνη
Για το θεό και τον Αδάμ εισ’ η Εύα.
Και τρίτο μάθημα: Είν’ ο σκοπός σου
δυστυχισμένο τον Αδάμ να κάνεις
και το θεό να ρίξεις απ’ το θρόνο.
Τ’ άκουσες;
ΠΟΡΝΗ
Τ' άκουσα καλά κύριέ μου.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Και από τώρα θα με λες Εωσφόρο.
Τράβα. Και μην ξεχάσεις ό,τι σου ’πα.
ΠΟΡΝΗ
(Πηγαίνοντας προς την πόρτα σεινάμενη και κουνάμενη)
Αδάμ δυστυχής-Θεός δίχως θρόνο…
Αδάμ δυστυχής-Θεός δίχως θρόνο...
Αδάμ δυστυχής-Θεός δίχως θρόνο...
(Βγαίνει)
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Τέτοια φωτιά νερό ποιο θα τη σβήσει…
Φωτιά και κείνο θα γενεί μαζί της.
Είμαι ανεπανάληπτος. Και τώρα
Να πάω. Οι Άγγελοι με περιμένουν.
Δόξα στον παντοδύναμο Εωσφόρο!

(τέλος της τρίτης σκηνής της πρώτης πράξης και της πρώτης πράξης)



ΠΡΑΞΗ  ΔΕΎΤΕΡΗ
ΣΚΗΝΗ ΠΡΩΤΗ

Τόπος: Περιοχή όπου συχνάζει ο Αδάμ στον Παράδεισο.
Προσωπα: Πόρνη, Αδάμ.

ΠΟΡΝΗ   
Αδάμ με στέλνει ο Θεός.
ΑΔΑΜ                            
Καλώς την.
Δεν άργησε καθόλου να το κάνει.
ΠΟΡΝΗ   
Τ’ είναι το που δεν άργησε να κάνει;
ΑΔΑΜ   
Μα… να σε πλάσει. Πώς θα σε φωνάζω;
ΠΟΡΝΗ   
Εύα.
ΑΔΑΜ      
Ωραίο είναι τ’ όνομά σου.
ΠΟΡΝΗ
Τ’ όνομα βρήκες να μου πεις ωραίο;
Τόσα ωραία μου άλλα δεν τα βλέπεις;
ΑΔΑΜ
Τα βλέπω και μ’ αρέσουνε. Μα έλα,
 Θέλω ετούτο κάπου να το βάλω.
 Κι απ’ ότι μου ’χει πει ο Εωσφόρος
 Γι αυτό το λόγο συ έχεις μια τρύπα.
 Ναι… Να’ τη! Ακριβώς όπως μου τα ’πε.
 Για μένα ο Θεός σ’ έπλασε αλήθεια.
ΠΟΡΝΗ
Πήγαινε να μου φέρεις ένα μήλο.
ΑΔΑΜ
Να ’τα! Εκεί ’ναι. Και σε περιμένουν.
Απ’ όλα έχει ο καλός μας Κήπος.
 Όμως αργότερα. Τώρα σε θέλω.
ΠΟΡΝΗ
Τώρα πεινάω. Τώρα θέλω μήλο.
ΑΔΑΜ 
Πήγαινε να το πάρεις κι έλα πάλι.
ΠΟΡΝΗ 
Εσύ θέλω να πας να μου το φέρεις.

ΑΔΑΜ 
Αλλά γιατί; Ο Θεός σου ’δωσε πόδια.
ΠΟΡΝΗ
Ανάμεσα στα πόδια μου φυλάω
Την τρύπα που για σένα έχει φτιάξει
 Κι αν περπατώ πολύ μπορεί να πέσει.
ΑΔΑΜ
Αν είναι για την τρύπα πάω αμέσως.
(βγαίνει τρέχοντας)
ΠΟΡΝΗ
(στον εαυτό της)
Αν ήξερες τι έχεις να τραβήξεις
     Ποτέ σου δε θα ζήταγες γυναίκα.
     Μ αυτή την τρύπα που ο Εωσφόρος
     Ανάμεσα στα σκέλια μου έχει βάλει
     Δούλο μου θα σε κάνω κακομοίρη.
     Για να σ’ αφήνω να μου τη γεμίζεις
     Πρώτα θα μου γεμίζεις το σακούλι
     Της όποιας πεθυμιάς μου κάθε τόσο.
     Όποια κι αν ειν’ αυτή κι όσο μεγάλη.
     Ωραία η ζωή για τη γυναίκα.
     Σ’ ευχαριστώ καλέ μου Εωσφόρε.
     Κάτι θα κάνω αλήθεια και για σένα.
     (μπαίνει ο Αδάμ με το μήλο)
     Τί έρχεσαι κοντά μου; Δος το μήλο.
     Τι-δε θα φάω πρώτα το φαΐ μου;
     Ωραία που μυρίζει! Πώς μ’ αρέσει!
     Υπάρχουν κι άλλα τέτοια ωραία φρούτα;

ΑΔΑΜ
Πολλά και νόστιμα. Όρεξη να ’χεις.
      Γεμάτος ο παράδεισος με φρούτα.
     Θα σου τα δείξω να τα μάθεις όλα.
     Θα κάνουμε μαζί καλή παρέα.
ΠΟΡΝΗ
Θέλω να πιω νερό. Τράβα να φέρεις.
      Αυτό εκεί ποτάμι δεν το λένε;
      Τράβα λοιπόν και γέμισε τις φούχτες
      Και δώσε μου να πιω.
ΑΔΑΜ                      
 Ναι… ξέρω… ξέρω-
    Μην πεσ' η τρύπα σου…
  (βγαίνει)
ΠΟΡΝΗ                
 Τον κακομοίρη…
       Μοιάζει να το ’μαθε το μάθημά του.
       Ωραία η ζωή για τη γυναίκα!
       …Τι άλλο να τον βάλω να μου κάνει…
     Αλλά για σήμερα όχι. Τίποτ’ άλλο.
      Καλή   'ταν η  αρχή. Τώρα ας καθίσω
      Να κάνει κείνο  που ζητάει  μαζί μου.
 (δυνατά)
      Έλα λοιπόν Αδάμ. Τώρα σ'  αφήνω
      Να βάλεις μέσα μου αυτό το πράγμα…
      …Αλήθεια πώς το λες;

ΑΔΑΜ                     
  Δεν ξέρω ακόμα.
ΠΟΡΝΗ
Μα όχι εδώ κάτω από τέτοιον ήλιο.
     Πάμε στον ίσκιο εκείνου κει του δέντρου.
ΑΔΑΜ
Πάμε !
 (ο Αδάμ προχωρεί, η Εύα στέκεται)
ΠΟΡΝΗ         
Να περπατήσω  θα μ’ αφήσεις;
ΑΔΑΜ
Και γιατί όχι;
ΠΟΡΝΗ            
 ...Μα θα πέσει η τρύπα.
ΑΔΑΜ
Αλήθεια; Τότε να μην περπατήσεις.
(μονολογώντας)
     Πολύ ευαίσθητη αυτή η τρύπα…
(στην Πόρνη)
     Μα τί  να γίνει  πρέπει Εύα τότε;
ΠΟΡΝΗ
Στην αγκαλιά σου να με κουβαλήσεις.
ΑΔΑΜ
Δεν έχω δει κανένα από τα ζώα
          να  κουβαλάει έτσι κάποιο άλλο.
ΠΟΡΝΗ 
Λοιπόν θα είσαι ο πρώτος να το κάνεις.
      Εμείς είμαστε άνθρωποι-όχι ζώα.
      Μας έπλασε ο Θεός σαν τον εαυτό του.
      Κι αυτός-πού ξέρεις-ίσως έτσι κάνει.
ΑΔΑΜ
Αλλά δεν έχει ο Θεός γυναίκα.
ΠΟΡΝΗ
Δεν είχε πριν με πλάσει. Τώρα έχει.
     Άντε λοιπόν! θα πάμε ναι ή όχι;
ΑΔΑΜ
Ναι. Πάμε.
(παίρνει την Πόρνη στα χέρια του)
                 Μα βαριά είσαι. Το ξέρεις;
ΠΟΡΝΗ
Αν δε σ' αρέσω άφησε με κάτω.
ΑΔΑΜ
Όχι!..  Μ’ αρέσεις Εύα μου, μ’ αρέσεις…
ΠΟΡΝΗ
Και όχι "Εύα μου". Μονάχα Εύα.
 (Πηγαίνουν πίσω από το δέντρο. Ακούγονται αντρικά μουγκρητά. Ξαναβγαίνουν)
      Εύκολο ήτανε. Αυτό ήταν όλο;
ΑΔΑΜ
Αυτό ήταν. Μα δε σ' άρεσε κι εσένα;
ΠΟΡΝΗ
 Όχι. Αλλά το μήλο ήταν ωραίο.
ΑΔΑΜ
Αλλά και σένα πρέπει να σ’ αρέσει.
 Αλλιώς να πω του θεού να φτιάξει άλλη.
 Γιατί και σένα θέλω να σ’ αρέσει.
ΠΟΡΝΗ
(φοβισμένη)   
      Μ' άρεσε. Πως... μου άρεσε… δε λέω…
ΑΔΑΜ   
Δεν το ’δειξες.
ΠΟΡΝΗ                
Τί έπρεπε να κάνω;
ΑΔΑΜ 
Θα ’πρεπε να βογκάς και να φωνάζεις.
ΠΟΡΝΗ 
Όμως Αδάμ, μια πέτρα μ' ενοχλούσε
       Που κάτω από την πλάτη μου βρισκόταν.
ΑΔΑΜ
Γιατί δεν το ’πες; Πάω να την πετάξω.
(βγαίνει)
ΠΟΡΝΗ
Τι να μ' αρέσει… άλλο πάλι τούτο…
     Άκου θα πρέπει λέει να φωνάζω..
     Καλά λοιπόν. Αφού τ’ αρέσει έτσι…
     Λίγες στριγκλιές δε θα με βλάψουν διόλου…
ΑΔΑΜ
(η φωνή του πίσω από τα δέντρα)
     Εύα τις πέταξα τις πέτρες! Έλα!
ΠΟΡΝΗ 
Πάλι Αδάμ;
ΑΔΑΜ    
Τι είπες; Δεν ακούω.

ΠΟΡΝΗ
Τίποτα! Έρχομαι!
(στον εαυτό της)
Τι αγγαρεία…
(Πηγαίνει πίσω από το δέντρο και σε λίγο ακούγονται οι φωνές της).


Τέλος της πρώτης σκηνής της δεύτερης πράξης)




ΠΡΑΞΗ ΔΕΥΤΕΡΗ
ΣΚΗΝΗ ΔΕΥΤΕΡΗ

Τόπος: Περιοχή όπου συχνάζει ο Αδάμ στον Παράδεισο.
Πρόσωπα: Θεός, Αδάμ.

 (Ο Θεός μόνος. Μπαίνει ο Αδάμ)
ΘEΟΣ
Αδάμ πάλι μονάχο σου σε βλέπω.
Γιατί αφού σου έστειλα την Εύα;
ΑΔΑΜ
Κάθεται και χτενίζει τα μαλλιά της!
ΘΕΟΣ
Λοιπόν σου άρεσε ο σύντροφός σου;
ΑΔΑΜ  
Ναι. Μ’ άρεσε. Σ’ ευχαριστώ Θεέ μου.
ΘΕΟΣ
Κι αυτή η αρχή Αδάμ είναι μονάχα.
Η Εύα είναι η αρχή για κάτι
Που σίγουρα πολύ θα σου αρέσει.
ΑΔΑΜ
 Δε θέλω τίποτ’ άλλο τώρα Θε μου.
ΘΕΟΣ
Τώρα δε θέλεις. Αλλ’ αργότερα ίσως-
Αδάμ, πολλούς συντρόφους θ’ αποκτήσεις.
ΑΔΑΜ
Η Εύα είναι αρκετή Θεέ μου-
Εύες περσότερες τι να τις κάνω;
ΘΕΟΣ
Θάχεις κι Αδάμ. Οχι μονάχα Εύες.
ΑΔΑΜ
Κι άλλους Αδάμ!..
ΘΕΟΣ   
Για σένα δεν τους φτιάχνω.
Τους φτιάχνω και για μένα.
ΑΔΑΜ   
Συ Θεέ μου
Έχεις εμένα. Τί τους θέλεις άλλους;
ΘΕΟΣ
Καλά τα λες Αδάμ. Ομως δεν έχεις
Την πείρα πούχω εγώ και τη σοφία.
Χτες μόλις σ’ έπλασα. Κι εγώ ειμ’ αιώνιος.
Ακου λοιπόν ποια η απάντησή μου.
Σ’ έφτιαξα όπως ξέρεις από χώμα.
Το μαύρο, το σκληρό, το κρύο χώμα.
Σα σ’ είδα ζωντανό να τρέχεις γύρω
Απ’ αναγάλλια γέμισε η ψυχή μου.
Γιατί ανέκαθεν έχει ορίσει
Η θεϊκή κι αλάθευτή μου κρίση
Πως το ζεστό, το μαλακό και τ’ άσπρο
Καλό είναι. Κι άσχημα τ’ αντίθετά τους.
Του Κήπου είναι καλό λοιπόν το χώμα
Αδάμηδες να γίνει όλο κι Εύες.
Ετσι ομορφότερη θα γίνει η Πλάση, 
Εσύ περσότερα θάχεις συντρόφια,
Κι εγώ περσότερους θα έχω φίλους.
 Κι αφού ζωή σ’ όλο το χώμα δώσω
Αλλα έχω σχέδια στο σοφό μυαλό μου.
Με λεπτομέρειες τότε και σε σένα
θα εξηγήσω όλα αυτά που τώρα
Δε θα μπορούσες να τα καταλάβεις.
Τί λες Αδάμ; Σ’ αρέσουν όσα σου είπα;
ΑΔΑΜ
Έτσι ας γίνει αφού το θέλεις θε μου.
Πρόσεξε όμως να μην κάνεις Εύες
Απ’ τους Αδάμ λιγότερες γιατί έτσι
Κάποιοι Αδάμ θα μείνουν μοναχοί τους.
ΘΕΟΣ
Σωστά μιλάς Αδάμ κι έτσι θα γίνει.
Και θα γεμίσει ο Κήπος απ’ ανθρώπους
Που θα σκορπίσουν ζέστα κι ευτυχία
Στον κόσμο που άχαρος φαντάζει τώρα.
Κι όταν για βόλτα θάρχομαι στον Κήπο ,
Μυριάδες γύρω μου όντα θα βλέπω
Ευτυχισμένα. Και κοντά τους θάναι
Διπλά ευτυχισμένη κι η ύπαρξη μου.
ΑΔΑΜ
Και πώς αυτό Θεέ θα το πετύχεις;   
ΘΕΟΣ
Εσύ θα με βοηθήσεις και η Εύα.
Κάθε στην αγκαλιά σου που την παίρνεις
Και βάζεις μέσα της αυτό το πράγμα
Κι άνθρωπος ένας άλλος θα γεννιέται.
ΑΔΑΜ
Δυο ανθρώπους γέννησα πριν λίγο.
Πού είναι ’τοι;
ΘΕΟΣ   
Θέλει καιρό λιγάκι
Ωσπου κι αυτοί τα μάτια τους ν’ ανοίξουν
Στο μέγα τούτο θάμα πούχω πλάσει.
Κι αυτούς θ’ ακολουθήσουν κι άλλοι… κι άλλοι...
Και ζώα κι Άγγελοι, Θεός κι ανθρώποι
Χαρά στεφανωμένοι κι ευτυχία
Το δρόμο θα τραβούνε της ζωής τους.
ΑΔΑΜ
Θεέ, καθώς η Εύα είχε ξαπλώσει
Μούπε πως την ενόχλησε μια πέτρα.
Κι απόρησα θεέ, γιατί εμένα
Ποτέ αυτό δε μούχει τύχει ως τώρα.
ΘΕΟΣ
Παράξενο μου φαίνεται κι εμένα.
Άνθρωπος να ενοχλείται από μια πέτρα…
Πόνος δεν έχει θέση μες στον Κήπο
Που έφτιαξα εγώ. Ούτε το δάκρυ
Ο άνθρωπος τι είναι θα γνωρίσει.
Κι όπως εσύ Αδάμ, και όλοι οι άλλοι
Οι άνθρωποι που συ θα πλάσεις κι η Εύα,
Πόνος και δυστυχία και οδύνη
Ποτέ δε θα γνωρίστε τι σημαίνουν.
Γιατί αυτό η θεϊκή μου κρίση
Όρισε για καλό για τους ανθρώπους.
ΑΔΑΜ
Είπες Θεέ μου το καλό πως πάντα
Κι εγώ κι οι άλλοι ανθρώποι θα γνωρίζουν.
Τ' είναι καλό;
ΘΕΟΣ
Καλό εκείνο είναι
Αυτό που έχω εγώ αποφασίσει
Τη γνώμη ακολουθώντας τη δική μου
Που είναι αλάθητη κι όλα τα ξέρω.
ΑΔΑΜ
Υπάρχει άλλη γνώμη απ' τη δική σου;
ΘΕΟΣ
Τώρα πια όχι. Κάποτε υπήρχε.
Του Εωσφόρου ήτανε η γνώμη
Και μερικών που τον ακολουθούσαν.
Μα νίκησε η μεγάλη δύναμή μου
Κι εκείνοι ολοένα λιγοστεύουν-
Και γι ανταρσίες πού όρεξη να βρούνε…
Γιατί πως θ' αποτύχαιναν γνωρίζουν.
Τώρα οι Άγγελοι όχι μονάχα
Με υπακούν και με υπολογίζουν,
Μα και βοηθοί μου στέκουν κάθε τόσο
Σε κάθε που θα πω ή που θα κάνω.
Κι όχι μονάχα παρά τους αφήνω  
Και συμβουλές ακόμα να μου δίνουν.
Ετσι κι αυτοί την περηφάνια έχουν
Οτι μπορούνε και με συμβουλεύουν,
Αλλά κι εγώ λιγάκι ξεκουράζω
Το παντοδύναμο σοφό μυαλό μου
Από τις σκέψεις τις βαθιές του πούχει.
Ομως το μάτι μου πάντα αγρυπνάει. 
Κι έχω πολλούς Αγγέλους έμπιστούς μου
Που αν χρειαζόταν θα με προφυλάσσαν
Από επιβουλές κι αλαζονίες.
Κι η Πλάση αυτή Αδάμ ιδέα ήταν
Κάποιων αγγέλων μου που μ' αγαπούνε
Και της ανίας μου τις ώρες θέλαν
Να μου γεμίσουνε με κάτι νέο.
Και μ' έβαλαν τον Κήπο αυτό να πλάσω
Και σένα μέσα του μετά να βάλω.
Και σ' έπλασα. Μα όμως μη νομίσεις
Πως κείνο έκανα που αυτοί μου είπαν-
Στη σκέφη μου γεννιέται όποια ιδέα
Εγώ να γεννηθεί επιτρέπω μόνο. 
Αλλά δεν τους το λέω γιατί θέλω 
Να χαίρονται θαρρώντας πως βοηθάνε.
ΑΔΑΜ
Θεέ μου πώς μπορείς και φτιάχνεις κόσμους!
Τι δύναμη αλήθεια πρέπει νάχεις!
Πόσο σοφό θα είναι το μυαλό σου!
Αλλά κι εγώ αφού εικόνα σου είμαι
Κι ομοίωση, κι εγώ μήπως κατέχω 
Τη δύναμη όπως συ να φτιάχνω κόσμους;
ΘΕΟΣ
Θ' αποφασίσω αργότερα για τούτο.
ΑΔΑΜ
Θεέ μου όπως λες εσύ ας γίνει.
Μα ώσπου την απόφαση να πάρεις
Φτιάχνε μου εκείνο που θα σου ζητάω
Αν κρίνεις πως καλό είναι-όπως είπες.
Οπως Θεέ μου μούφτιαξες την Εύα
Δείχνοντας την αγάπη σου για μένα-
Θεέ πολύ γλυκιά την έχεις κάνει.
ΘΕΟΣ
Ολα γλυκά ο Θεός μαθές τα κάνει.
Και τι γλυκό απ’ το χέρι μου δε βγήκε.
Το σύκο που το τρως κι αναγαλλιάζεις;
Το ερυθρωπό της δύσης φωτοκόπι;
Το λάλημα του σπίνου πα στα δέντρα;..
Πήγαινε Αδάμ και πάλι να την εύρεις.
Πολλά  'χεις να τη μάθεις που δεν ξέρει-
Καινούργια είναι δα στον κόσμο μέσα.
Πήγαινε. Και χαρά μεγάλη θα ’χω
Οταν σε ξαναδώ μαζί της νάσαι
Να κουβεντιάσουμε οι τρεις παρέα.

(τέλος της δεύτερης σκηνής της δεύτερης πράξης)







ΠΡΑΞΗ ΔΕΥΤΕΡΗ
ΣΚΗΝΗ ΤΡΙΤΗ
 ΄
Τόπος: Διαμονής Αγγέλων
Πρίσωπα: Άγγελοι, Θεός, Γαβριήλ, Εωσφόρος, Σαφανίας, Πόρνη, Έρωτας.

ΟΛΟΙ ΟΙ ΑΓΓΕΛΟΙ
Είμαστε οι Άγγελοι. Του θεού οι δούλοι.
Και οι βοηθοί του σ' όλες του τις πράξεις.
Και οι βοηθοί του σ' όλες του τις σκέψεις.
Είμαστε οι σκέψεις του θεού και οι πράξεις.
Εμείς τους μύλους του σοφού μυαλού του
Γυρνάμε, και βαθιά σκέφτεται εκείνο.
Εμείς οι κόσμοι πούχει Εκείνος πλάσει
Φροντίζουμε με τάξη να γυρνάνε.
Α΄ ΟΜΑΔΑ ΑΓΓΕΛΩΝ
Εμείς τις φλόγες είμαστε ταγμένοι
Να τις κρατούμε στη σωστή τους θέση
Απ’ τη βουλή Εκείνου ορισμένη.
 Β΄ ΟΜΑΔΑ ΑΓΓΕΛΩΝ
Εμείς τους κύκλους της μεγάλης Νύχτας
τους συγκρατούμε στον προορισμό τους
Και δε χυμούν αυτοί το φως να πνίξουν.
Γ' ΟΜΑΔΑ ΑΓΓΕΛΩΝ
Εμείς τα Είδη και τους Λόγους όλους
Μετρώντας με του Πάνσοφου τα μέτρα
Ολα σωστά κρατούμε τα Μεγέθη
Των όντων που εποίησε ο Θεός μας.
Δ'  ΟΜΑΔΑ ΑΓΓΕΛΩΝ
Εμείς μοιράζουμε σωστά το πνεύμα
Σε όσα έχει αυτός δημιουργήσει
Για να μπορούν εκείνα να υπάρχουν.
Ε' ΟΜΑΔΑ ΑΓΓΕΛΩΝ
Κι εμείς, ό,τι στον Κήπο υπάρχει μέσα
Κι ό,τι στον ουρανό του στέκει πάνω
Να λειτουργούμε είμαστε ταγμένοι.
ΟΛΟΙ ΟΙ ΑΓΓΕΛΟΙ
Μέγα Θεέ, η δόξα Σου αιώνια.
Οι στρατιές μας με ταπεινοσύνη
τη Θεία μεγαλοσύνη Σου υμνούμε.
Καλά στον κόσμο τάχεις όλα κάνει
Κι όλα με τάξη τάχεις ξεχωρίσει.
Και ο Αδάμ, το ύστατό Σου πλάσμα
Με βήματα από Σενα οδηγημένα
Στον Κήπο μέσα ευτυχία γνωρίζει.
Κυλιέται με τα ζώα στο χορτάρι
κι απ' τη σεπτή μεθάει ευωδιά του.
Ακούει τα πουλιά να κελαδούνε
Και η ψυχή του πέτεται μαζί τους.
Βλέπει τον ήλιο, βλέπει τα λουλούδια,
Τις μυρωδιές τους χαίρεται τις πλήθιες,
Και με τα χέρια του και το κορμί του
Όλα τ' αγγίζει κι όλα τον αγγίζουν.
Κι έτσι που γίνεται μαζί τους ένα
Ίδια και κείνα ευτυχισμένα μοιάζουν.
ΘΕΟΣ
Ε! Φτάνει πια! Αρκούν οι ψαλμωδίες.
Για σήμερα τουλάχιστον καλοί μου.
Ομως αλήθεια, είπατε ένα ψέμα
Στον ύμνο που μου ψάλατε πριν λίγο.
Δεν είναι ο Αδάμ το τελευταίο
Το πλάσμα πούπλασα. Είναι η Εύα.
Αλλά το ψέμα ειπώθηκε άθελά σας.
Τη γνώμη σας δε ζήτησα για τούτο.
Όχι γιατί σας αγνοώ βεβαίως.
Μα γιατί αληθινά δε χρειαζόταν.
Απόφαση για τούτο είχα πάρει
Πριν κάποια ο Αδάμ ανάγκη νιώσει
Και πριν με συμβουλέψει ο Εωσφόρος.
Επρεπε αυτό που είχα δημιουργήσει
Νάρθει η γυναίκα να το συμπληρώσει.
Ενα αξιαγάπητο, αιθέριο πλάσμα.
Προσωποποίηση της καλωσύνης,
Της τιμιότητας και της ευγένειας.
Φοβάμαι ότι μόνο η θωριά σας
Η αγγελική, μπροστά της θα χλωμιάσει.
Αλλά κι οι πλήθιες της ψυχής σας χάρες
Θάχουν σκληρά να συναγωνιστούνε
Αν θέλουνε να βγουν καλλίτερές της.
Σεμνότητα, ευγένεια κι εξυπνάδα
Όχι μονάχα τον Αδάμ θα ευφραίνουν,
Αλλά και σας και μένανε θα τέρπουν
Στις άγιες της ανάπαψής μας ώρες.
Τώρα που έπλασα την Εύα-τώρα-
Τώρα μπορώ κι εγώ να ησυχάσω.
Και μες στα θεία μου μιλώντας φρένα
Η αδιάφευτη μου λέει η αίσθησή μου
Πως κι αν ακόμα αφήναμε τον Κήπο
Χωρίς επίβλεφη κι επιστασία,
Όλα καλά θα πήγαιναν με κείνην
Γεμάτη αγάπη ως είναι και φροντίδα.
Ετσι άξια και καλή την έχω πλάσει.
ΓΑΒΡΙΗΛ
 Μεγάλη η δόξα Σου Θεέ και Κύριε
και άξια να υμνείται στους αιώνες.
Κι άξιο το πλάσμα πούχεις κάνει θα ’ναι
Αφού απ' τα σοφά Σου εβγήκε χέρια.
ΘΕΟΣ
(στον Εωσφόρο)
Γιατί δεν είπες σ’ όλους Εωσφόρε
Πως αποφάσισα να τηνε πλάσω;
Ο ίδιος μου το είχες συ προτείνει.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Θεέ μου κι αν το είπες δε σημαίνει
Πως τόσο γρήγορα θα τηνε πλάσεις.
Ύστερα σκέφτηκα πως η βουλή σου
Μπορούσε άλλο δρόμο να τραβήξει
Και ν’ αποφάσιζες αλλιώς. Κι ακόμα
Τέτοιο ένα νέο ήθελα ν' αφήσω
Εσύ να τους το πεις.
ΘΕΟΣ   
Ναι Εωσφόρε.
Καλά το σκέφτηκες. Μα ήρθε η ώρα
Και συ και όλοι σας να τηνε δείτε.
Πήγαινε φέρτηνε. Κι εγώ ας πηγαίνω.
Την ξέρω δα-εγώ την έχω πλάσει.
(βγαίνει)
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Τρέχω να φέρω του θεού το πλάσμα
Το σ’ όλα υπέροχο και σ' όλα τέλειο.
(βγαίνει)
ΓΑΒΡΙΗΛ
Ότι τα χέρια του θεού μας πλάσουν
Καλό και θαυμαστό κι ωραίο είναι.
ΣΑΦΑΝΙΑΣ
Καλός και θαυμαστός κι ωραίος κι ο ίδιος
Γι αυτό καλά κι ωραία τα κάνει όλα.
Α’ ΑΓΓΕΛΟΣ
 Ποιος λόγος ήτανε να γινει η Εύα;
Β’ ΑΓΓΕΛΟΣ
Η Βούληση δε φτάνει του θεού μας;
Α' ΑΓΓΕΛΟΣ 
Αν είναι να πληθαίνουν σαν τα ζώα
και οι ανθρώποι, τότε κάποια μέρα
ίσως η θέση μας να κινδυνέψει.
Πολύ ο Θεός τον άνθρωπο αγαπάει.
Β’ ΑΓΓΕΛΟΣ 
Είναι εικόνα του κι ομοίωση του.
Α΄ ΑΓΓΕΛΟΣ 
Αυτό ακριβώς. Γ ι αυτό κι εγώ φοβάμαι.
Πολλοί μικροί θεοί… Για σκέψου λίγο…
Α’ ΑΓΓΕΛΟΣ 
Ασε τις σκέψεις. Του θεού η σκέψη
Αρκεί για όλες τις δικές μας. Όμως
Νομίζω έρχεται ο Εωσφόρος.
Α' ΑΓΤ 
Ναι. Και μαζί του φέρνει και την Εύα.
(μπαίνουν ο Εωσφόρος με την Πόρνη)

ΠΟΡΝΗ
Ω! ποιοι ειστ' εσείς;
ΑΓΓΕΛΟΙ   
Οι Άγγελοι.
ΠΟΡΝΗ
Θεέ μου
Τι πλάσματα ωραία πούχεις κάνει:
Πρώτα ο Αδάμ, μετά εγώ… και τούτοι…
ΓΑΒΡΙΗΛ
Λάθος καλή μου κάνεις. Εμείς πρώτοι,
Μετά ο Αδάμ, κι εσύ ’σαι η τελευταία.
ΠΟΡΝΗ
Στη χάρη και στη γλύκα όμως πρώτη.
ΓΑΒΡΙΗΛ
Τι γλύκα μπορεί νάχει μια γυναίκα;
ΠΟΡΝΗ
Πώς να το πω δεν ξέρω-αλλά ξέρω
Πως της χαράς μπορώ το θείο δώρο
Μόνο εγώ στον κόσμο να χαρίζω.
ΓΑΒΡΙΗΛ
Χαρά! Σου μοιάζουμε για λυπημένοι;
ΠΟΡΝΗ
Ούτε χαρούμενοι ούτε λυπημένοι.
Γιατί χαρά δεν ξέρετε τι είναι.
Ούτε και λύπη. Υπάρχετε μονάχα.
ΓΑΒΡΙΗΛ
Πλάσμα κι αυτό: Και τι υπεροψία!
Και τι μπορείς λοιπόν να μας προσφέρεις;
ΠΟΡΝΗ
Φιλί και χάδι. Δίχως τους η πλάση
Αγέλαστη και άχρωμη. Σαν άδεια.
ΓΑΒΡΙΗΛ
Το έργο του θεού άχρωμο κι άδειο;
Τί λόγια ειν' αυτά που λες γυναίκα;
Σκέψου καλλίτερα κι ύστερα μίλα.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Καλό ειν’ ότι αλάθητο έχει πλάσει
Το χέρι του θεού μας. Και μη θέλεις
Γαβριήλ ν' αντισταθείς στη βούληση Του.
Ασε να μας μιλήσει η γυναίκα.
Τα λόγια από το στόμα της που βγαίνουν
Λόγια είναι θεία. Τίποτα στον κόσμο
Δε γίνεται χωρίς Αυτός να θέλει.
ΓΑΒΡΙΗΛ
Σωστά μιλάς.
(στην Πόρνη)
Λέγε λοιπόν. Σ’ ακούμε.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Λέγε γυναίκα. Λέγε… λέγε… λέγε…
ΠΟΡΝΗ
Για μένα Λόγος είναι το φιλί μου.
Κι από 'να σ’ όλους σας θέλω να δώσω
Να δείτε όλοι σας πως ειν' αλήθεια
‘Ότι ειμ' εδώ χαρά για να σας φέρω.

Α' ΑΓΓΕΛΟΣ
Νάμαι λοιπόν. Εδώ μπροστά σου στέκω
Πρώτος εγώ. Και δόσμου το φιλί σου.
(Η Πόρνη τον φιλάει)
Τι ζάλη που ειν’ αυτή! Χάνομαι… σβήνω...
Πρώτη φορά μου αλήθεια έτσι νιώθω…
Κάτι εντός μου εράγισε. Θεέ μου
Όλα τα έργα Σου σοφά και τέλεια,
Μα τούτο τ' άλλα όλα ξεπερνάει!
(Η Πόρνη φιλεί και χαΐδολογάει συνέχεια τους Αγγέλους)
Β΄ ΑΓΓΕΛΟΣ
Αν ζούσα μέχρι τώρα σε μια λίμνη
Σ’ ωκεανούς με πήγε το φιλί της!
Γ' ΑΓΓΕΛΟΣ
Τι μας στερούσες θε μου μέχρι τώρα!
ΠΟΡΝΗ
(στον Γαβριήλ)
Λοιπόν θες να γνωρίσεις το φιλί μου;
ΓΑΒΡΙΗΛ
Αφού σε στέλνει ο Θεός το θέλω.
(Η Πόρνη τον φιλεί)
ΓΑΒΡΙΗΛ
(ταραγμένος)
Φύγε γυναίκα. Πήγαινε στον Κήπο.
Πήγαινε στον Αδάμ. Γι αυτόν επλάστης.
Α' ΑΓΓΕΛΟΣ 
Αστην για λίγο Γαβριήλ κοντά μας.
Β' ΑΓΓΕΛΟΣ 
Ενα φιλί σου δος μου ακόμα Εύα.
Γ' ΑΓΓΕΛΟΣ 
Κι εμένα…
ΟΛΟΙ ΟΙ ΑΓΓΕΛΟΙ
Έλα πάλι Εύα κοντά μας
Και χάϊδεψε-και φίλησέ μας πάλι.
ΠΟΡΝΗ
Ο Γαβριήλ με διώχνει και θα φύγω.
Αμέτρητα φιλιά και χάδια όμως
Κρατώ για σας στα χείλια και στα χέρια.
Ποιος είναι από σας ο Σαφανίας;
ΣΑΦΑΝΙΑΣ
Εγώ. Ο πρώτος μέσα στους Αγγέλους.
ΠΟΡΝΗ
Τι δυνατός που είσαι Σαφανία!
Ελπίζω κι έξυπνος το ίδιο νάσαι.
ΣΑΦΑΝΙΑΣ
Και δυνατός, και έξυπνος, κι απ’ όλα.
Σε μένα όλα τα καλά θα τάβρεις.
ΠΟΡΝΗ
Σε φίλησα και σένα; Δε θυμάμαι.
ΣΑΦΑΝΙΑΣ
Οχι. Σπουδαίο κάτι έχω χάσει;
ΠΟΡΝΗ
Ελα μαζί μου. Μόνος σου θα κρίνεις.
(Βγαίνουν)

Α' ΑΓΓΕΛΟΣ 
Γιατί μας έδιωξες Γαβριήλ την Εύα;
Β' ΑΓΓΕΛΟΣ 
Γιατί Γαβριήλ; Μ’ αρέσει το φιλί της.
Γ' ΑΓΓΕΛΟΣ 
Γιατί Γαβριήλ; Ο Θεός την έχει στείλει.
ΕΝΑΣ ΑΓΓΕΛΟΣ 
Εγώ θα πάω στον Κήπο να την έβρω.
Την άγγιξα μονάχα κι όλος τρέμω.
Ευδαιμονία θα ’ναι το φιλί της.
ΓΑΒΡΙΗΛ
Σωπάτε και τραβάτε στις δουλειές σας.
(μιλώντας στον εαυτό του)
Με το θεό θα πάω να μιλήσω
Και θα του πω ό,τι άκουσα και είδα.
Και θα του πω τι ένιωσα. Κι αν κρίνει
Οτι σωστά ειν' όσα τώρα γίναν
Τότε ξανά εγώ δε θα μιλήσω.
(Βγαίνει)
ΕΩΣΦΟΡΟΣ   
Καλό το νέο πλάσμα του θεού μας    
Και κρίμα ο Αδάμ να το ’χει μόνο.   
Α΄ ΑΓΓΕΛΟΣ   
Αλλά ο Κήπος είναι και δικός μας.   
Β' ΑΓΓΕΛΟΣ   
Και τα φιλιά ατελείωτα της Εύας.   
Γ' ΑΓΓΕΛΟΣ   
Και του θεού απέραντη ειν’ η χάρη.
Α' ΑΓΓΕΛΟΣ   
Καλό μες στα καλά είναι η Εύα.   
ΟΙ ΜΙΣΟΙ ΑΓΓΕΛΟΙ
Καλό μες στα καλά.
ΟΙ ΑΛΛΟΙ ΜΙΣΟΙ
Καλό κι ωραίο.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Και ο Θεός ποτέ δεν παίρνει πίσω
Ο,τι καλό στον κόσμο έχει δώσει.
Ας πάμε όλοι τώρα στη δουλειά μας.
Θα βρούμε πάλι αύριο την Εύα.
(βγαίνουν όλοι εκτός από τον Ερωτα)
ΕΡΩΤΑΣ 
Εωσφόρε ήθελα να σου μιλήσω.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Αν όντας στρατηγός κανείς ζητάει
Κάτι να πει στον αρχιστράτηγό του
Πρέπει να τον ακούει εκείνος πάντα.
Και πιο πολύ όταν τυχαίνει νάναι
Από τους στρατηγούς που εκτιμάει.
Αν κι έχω σήμερα στο πρόγραμμα μου
Ολους τους στρατηγούς μου να καλέσω
Αργά το βράδυ και να τους μιλήσω,
Ομως εσένα αμέσως θα σ' ακούσω.
Λέγε μου Ερωτα λοιπόν-τί θέλεις;
ΕΡΩΤΑΣ
Σ’ ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια.
Να σου μιλήσω θέλω για την Εύα.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
(απορημένος)
Θέλεις να μου μιλήσεις για την Εύα;..
ΕΡΩΤΑΣ
Ναι. Για το νέο του Θεού το πλάσμα
Που πιο χυδαίο να γίνει δεν μπορούσε.
Τόσο που αν κανένας με ρωτούσε
Θάλεγα πως δικό σου έργο είναι.
Και να τι έχω να σου πω για κείνην:
Βλέπω τους Άγγελους ξετρελαμένους
Ολους μαζί της νάναι. Και νομίζω       
Οτι αυτό κακό κάτι θα φέρει.
Αν τόσο επηρεάζει τους Αγγέλους
Ανίκητο αυτό ειν' ένα όπλο
Στα χέρια του θεού, αφού εκείνος
Ζωή σ’ αυτό το πλάσμα έχει δώσει
Κι αυτό τυφλά σε κείνον υπακούει:
Μ' αυτήν έχει δικούς του τους Αγγέλους!
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Καλέ μου Ερωτα! Πιστέ μου φίλε
Και αφοσιωμένε στρατηγέ μου!
Κάτι θα μάθεις από μένα τώρα
Που αυτή τη σκέψη που σε τυραννάει
Σκέψη χαρά που δίνει θα στην κάνει.
Τα ψέματα τελειώσαν Ερωτά μου.
Εφτασε πια και η δική μας ώρα.
ΕΡΩΤΑΣ
Αυτά τ' ακούω χιλιάδες χρόνια τώρα.
Όμως κρατεί καλά ο Θεός τα γκέμια
Και όπου θέλει οδηγεί την πλάση.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Ας μη ψηλά στοχεύουμε ακόμα.
Κι ο κόσμος κάποτε δικός μας θάναι.
Αλλά τι θάλεγες αγαπητέ μου,
Ασχημο θάταν νάχουμε τον Κήπο;
ΕΡΩΤΑΣ
Ο Κήπος και δικός μας; Πώς θα γίνει;
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Καλά τ' αυτιά σου άνοιξε και άκου-
Ερωτα, εγώ την έφτιαξα την Πόρνη.
ΕΡΩΤΑΣ
Ποια ειν' η Πόρνη;
ΕΩΣΦΟΡΟΣ   
Είναι η γυναίκα.
ΕΡΩΤΑΣ
Δεν ειν’ η Εύα αυτή;
ΕΩΣΦΟΡΟΣ   
Όχι. Δεν είναι.
Είναι η Πόρνη. Κι από με πλασμένη.
ΕΡΩΤΑΣ 
Πόρνη τη λεν κι εσύ την έχεις πλάσει;
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Εγώ.
ΕΡΩΤΑΣ   
Και τέτοια δύναμη πού βρήκες;
Τόση δε σούχει ο Θεός αφήσει.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Τον κρυφοκοίταξα, είδα τι κάνει
Και κάνοντας κι εγώ μ' αυτόν τα ίδια
Εφτιαξα τη δική μου τη γυναίκα
Και του θεού αφάνισα το πλάσμα.
ΕΡΩΤΑΣ
Μα αν εισ' εσύ που έπλασες την Πόρνη
Τότε όλα βλέπω νάχουν άλλη όψη. 
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Και βέβαια όλα παίρνουν άλλη όψη.
Γι αυτό σου είπα πριν πως ό,τι μάθεις
Χαρά πολύ μεγάλη θα σου δώσει.
ΕΡΩΤΑΣ
Ωστε εισ' εσύ που έπλασες την Πόρνη…
Καλά-όμως γιατί δε μας το είπες;
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Δεν ήθελα στραβό αν γινόταν κάτι
Να κακοπάθετε κι εσείς μαζί μου.
Μα τώρα ηρθ' η ώρα μας. Και μένα
Και σένα κι όλων μας. Ετοιμαστήτε.
Και όταν με της Πόρνης τη βοήθεια
Οστά και σάρκα πάρει το σχέδιό μου
Μιαν απ' τις πρώτες θάχεις τότε θέση
Στο που θα χτίσουμε νέο βασίλειο.
Γιατί βεβαίως τώρα οι αγγέλοι
Ολοι θαρθούν με το δικό μας μέρος
Αφού την Πόρνη εγώ εξουσιάζω.
Και τί χωρίς αυτούς ο Θεός θα κάνει;
Κι αφού εγώ την έφτιαξα την Πόρνη
Δικό μου κέρδος θάναι ο,τι κερδίσει.
Περίμενε ακόμα λίγες μέρες
Και ο Θεός θα γυμνωθεί απ' Αγγέλους. 
(σιωπή)
Τί δε μιλάς; Βουβός γιατί απομένεις;
Μη και θαρρείς μια τετοια ευκαιρία
Πως θα μπορέσουμε να ξαναβρούμε;  
Ο κόσμος Ερωτα είναι δικός μας:     
Πισω απ' την Πόρνη τρέχοντας οι αγγέλοι
Θα κάνουν ό.τι εκείνη τους ζητήσει.
Κι εκείνη βεβαία θα τους ζητήσει
Ο,τι εγώ-ό,τι εμείς της πούμε.
Ομως γιατί σαν λυπημένος στέκεις;
Γιατί αυτή σου η σιωπή; Τί τρέχει;
Γιατί Ερωτα δε δείχνεις τη χαρά σου;
ΕΡΩΤΑΣ
Αυτό που μ' έκανε να σου μιλήσω
Γυρεύοντας βοήθεια να σου δώσω
Στραφηκε τώρα ενάντια και στους δυό μας.
Το πράγμα είναι όπως το λες. Αλήθεια,
Κεφάλαιο μεγάλο ειν' η Πόρνη
Για να πετύχουν τα κρυφά σχέδιά μας.
Όμως Εωσφόρε, κατι δε μ' αρέσει
Σ’ αυτή την ιστορία με την Πόρνη.
Οταν την είδα, είπα ειν' αλήθεια,
Πως μ’ ένα τέτοιο πλάσμα θα μπορούσα,
Ολη την τέχνη πούχω να ταιριάζω,
Σε πράξη να τη βάλω επιτέλους.
Και δοκιμή καλλίτερη ποια θάταν
Αλλη, παρά στον ίδιο τον εαυτό μου
Να εδοκίμαζα το νέο πλάσμα;
Λοιπόν, όταν με φίλησε η Πόρνη
Δεν ένιωσα άλλο τίποτα κοντά της
Παρά μιάν ανυπόφορη αηδία,
Που "φύγε", μου έσκουζε, "από κοντά της".
Και τώρα ακόμα που δικό σου πλάσμα
Μου λες πως είναι, όμως δεν μικραίνει
Με τούτο η αηδία που μου φέρνει.
Βέβαια θα μπορούσα να κρατήσω
Κρυφή ετούτη την αποστροφή μου
Και να άρχιζα την Πόρνη να παινεύω-
Κι αυτήν κι εσένα που την έχεις φτιάξει.
Ομως αυτά-το ξέρεις-δεν μ' αρέσουν.
Κι ακόμα πιό πολύ, δεν θα μπορούσα
Το φίλο να σου κάνω, κι από πίσω
Να πολεμώ ενάντια σου. Δεν έχω
Τέτοιον εγώ Εωσφόρε χαρακτήρα.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Όταν ακόμα έφτιαχνα την Πόρνη
Δε σου το κρύβω, έκανα τη σκέψη
Ότι αυτή σε σένα δε θ’ αρέσει.
Αλλά, γενναίος κι ας είσαι στρατηγός μου,
Έκρινα πως καθήκον μου ήταν πρώτο
Την εξουσία απ’ του θεού τα χέρια
Στα χέρια τα δικά μου να τη φέρω.
Ξέρω, θα ήθελες να είναι η Πόρνη 
Όλη δική σου και δική σου μόνο.
Μα σκέψου  Έρωτα αγαπητέ μου ,
Δε θα ζηλεύαν τότε οι αγγέλοι;
Και θα ’θελες μυαλό να είχε κιόλας
Εκτός από τα κάλλη. Έρωτα όμως,
Μυαλό αν είχε πώς θα εγινόταν
Στις διάτες τις δικές μου να υπακούει;
Κι ούτε γινόταν όσοι Άγγελοι είναι
Και τόσες Πόρνες ίσως να είχα  φτιάξει.
Πώς στο θεό να δικαιολογούσα
Την πράξη μου αυτή; Έρωτα ξέρω
Πως τίμιος κι ευθύς πάντοτε είσαι.
Μα, Ερωτα, κανείς δεν είναι τέλειος.
Κι εσύ νέρωσε λίγο το κρασί σου.
Αν δε σ' αρέσει η Πόρνη απόφευγέ την.
Η νίκη όμως μ' αυτήν είναι δίκη μας.
Κι όταν δικός μας και ο Κήπος θα ’ναι
Δε θα μετράνε τότε οι συμπάθειες
Κι οι αντιπάθειες της στιγμής.
ΕΡΩΤΑΣ   
Εωσφόρε
Νιώθω βαθιά μια απέχθεια για την Πόρνη
Κι ούτε για μια δεν το μπορώ στιγμούλα
Να φανταστώ κάποιο καλό πως θάρθει
που να  χρωστώ σ' αυτήν. Πολύ λυπάμαι
Που ήρθαμε οι δυό σ’ αυτή τη θέση-
Εμένα κάτι πούχεις συ φτιαγμένο
Να μ’ αηδιάζει, κι απ' την άλλη εσένα
Να σε στενοχωρώ μ' ό,τι σου λέω
Και μ' ό,τι δεν μπορώ παρά να κάνω.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Οι τελευταίες σου κουβέντες δείχνουν
Πως έχεις πάρει κιόλας αποφάσεις.
Γιατί εσύ με κάτι αν δεν ταιριάζεις
Τελείωσε και πάει-δεν ταιριάζεις
Και υποχώρηση καμιά δεν κάνεις.
ΕΡΩΤΑΣ
Καλά πολύ με ξέρεις Εωσφόρε.
Γι αυτό μη με μετράς πια στους δικούς σου.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Δεν το περίμενα πως θα μπορούσα
Και μιαν απώλεια νάχω με την Πόρνη.
Κι απώλεια μάλιστα σαν τη δική σου.
Και μάθε, είσαι ο πρώτος που σου λέω
Ποια είναι η αλήθεια για την Πόρνη…
Πες το εμπιστευτικά στον Σαφανία
Και στον Αμιναδάβ, για να γνωρίζουν
Κι έτοιμοι να ’ναι, αν χρειαστεί, για κάτι.
ΕΡΩΤΑΣ
Φίλοι πάντα ήμασταν. Λοιπόν να ξέρεις
Πως όσο να τελειώσουν όλα τούτα
Ενέργεια δεν θα κάνω ούτε μία
Που νάναι είτε υπέρ είτε κατά σου.
Και συ κατάλαβε με Εωσφόρε
Και μη νομίζεις πως αυτό που κάνω
Δε με στενοχωρεί και με το ίδιο.
Αλλ’ αναντικατάστατος κανένας.
Επάξια κάποιος θα με αναπληρώσει.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Τέτοια ορμή και τέτοιο ένα πάθος
Σ' άλλον δε θάβρισκα όσο και να ψάξω.
Ομως ας μην αργώ. Πρέπει να πάω
Και να φροντίσω έτσι ώστε όλων
Συντονισμένες οι ενέργειες να ’ναι.
Καλή σου τύχη φίλε μου που πάντα
Τόσο πιστός στην αρχηγία μου ήσουν.
ΕΡΩΤΑΣ
Καλή σου τύχη αρχηγέ και σένα.
(Τέλος της τρίτης σκηνής της δεύτερης πράξης)



ΠΡΑΞΗ ΔΕΥΤΕΡΗ
ΣΚΗΝΗ ΤΕΤΑΡΤΗ
Τόπος: Ενδιαίτημα του Θεού.
Πρόσωπα: Θεός, Γαβριήλ, Πόρνη.

(Ο Θεός μόνος. Μπαίνει ο Γαβριήλ)
ΓΑΒΡΙΗΛ
Θεέ σήμερα γνώρισα την Εύα.
ΘΕΟΣ
Λοιπόν; Δεν είναι άλλο μου ένα θαύμα;
Ενα καλό στον Κήπο πλάσμα ακόμα.
Και πια ο Αδάμ μονάχος του δε θάναι.
Κι Εύες κι Αδάμ ο Κήπος θα γεμίσει
Και η χαρά στον κόσμο θα πληθαίνει.
ΓΑΒΡΙΗΛ
Τη γνώρισαν οι Άγγελοι την Εύα
Κι όλοι ενθουσιάστηκαν μαζί της.
Φιλιά και χάδια τους εγέμισε όλους.
ΘΕΟΣ
Μέσα της ξεχειλίζει η καλοσύνη.
Καλό είναι να παίζετε μαζί της.
 Ο Κήπος ανοιχτός για όλους είναι.
Ολα καλά Γαβριήλ τώρα στον Κήπο.
Τα δέντρα με καρπούς ξεχειλισμένα,
Τα ζώα μες στην άγια τους γαλήνη,
Κι όλα το Πνεύμα μου να τα στηρίζει-
Τις πέτρες, το νεράκι και τα δέντρα,
Τ’ αστέρια που ομορφαίνουνε τη νύχτα,
Τον ήλιο-τι λαμπρός και πόση δόξα
Τον στεφάνωνει, όταν ανατέλει! 
Ξέρεις τι θα  ’θελα Γαβριήλ να είμαι
Αν Θεός δεν ήμουν; Ενα λουλουδάκι.
ΓΑΒΡΙΗΛ
Θα μαραινόσουν κάποτε Θεέ μου.
ΘΕΟΣ
Και τι αφού θα είχα πρώτα ζήσει.
Α! Η ζωή Γαβριήλ πολύ μου αρέσει!
Το Πνεύμα του θεού να γίνεται ύλη!
Τί λες και συ; Καλλίτερα δεν είναι
Παρά όπως μέχρι τώρα να γυρνάμε
Αστεγοι στ’ άφωτα τα χάη μέσα;
Γι αυτό ας χαρούμε ό,τι έχω πλάσει
Ωσπου ν' αφήσω τη μορφή μου ετούτη
Και να δοθώ ολόκληρος και πάλι
Σ’ ό,τι χωρίστηκα εδώ για νάρθω.
Και ξέρεις τι στο θείο νου μου βάζω;
Λέω εδώ σα φύγω να σ' αφήσω,
Διαφεντευτή και φύλακα του Κήπου.
Αν βέβαια κι εσύ αυτό το θέλεις.
ΓΑΒΡΙΗΛ
Θεέ μου λίγο πριν είδα την Εύα.
Ολα καλά της είναι και ωραία.
Αλλά, Θεέ, νομίζω παραείναι.
Δεν το περίμενα ποτέ να πλάσεις
Τόσο γλυκό κι ωραίο ένα πλάσμα.
ΘΕΟΣ
Κάτι σ’ αυτή νομίζω δε σ' αρέσει.
Πες μου τι είναι.
ΓΑΒΡΙΗΛ   
Θε μου, τέτοια γλύκα
Οταν φιλεί, στα χείλη μας ξεχύνει
Που όλο το σώμα το αγγελικό μας
Ως μέσα αυτή βαθιά μας το ποτίζει.
Κι αποξεχνιόμαστε. Και ο καθείς μας
Το φίλημα της μόνο έχει στο νου του.
Και, θε μου, τις δουλειές μας θα ξεχνάμε
Κι η Πλάση σου δε θάναι όπως πρώτα.
ΘΕΟΣ
Νομίζω Γαβριήλ πως υπερβάλλεις.
Ειν' ένα πλάσμα ‘όπως κι όλα τ’ άλλα.
Οπως και τον Αδάμ την έχω πλάσει.
Μόνο που θηλυκιά την έχω κάνει.
Μα ίδια καλωσύνη ανθεί εντός της
Οπως και στον Αδάμ. Κι όπως σε μένα.
Μόνο έβαλα τη δύναμη εντός της
Τον πόθο του άντρα να κατασιγάζει
Ωστε τη φλόγα του Αδάμ να σβήνει 
Όταν αυτή να τόνε κάψει θέλει.
Το ίδιο έκανα σ’ όλα τα ζώα.
Μα δεν παραπονέθηκες για κείνα.
Μονάχα βρίσκεις το φιλί της Εύας
Πως κάτι άσχημο μέσα του κλείνει.
Μήπως Γαβριήλ θα ήθελες να φκιάσω
Κάποιαν αγγέλισσα για συντροφιά σου;
Σαν τον Αδάμ κι εσύ μήπως και πλήττεις;
Αν Άγγελος Γαβριήλ-στο λέω-δεν ήσουν
Θάλεγα πως αρχίζεις να ζηλεύεις.
ΓΑΒΡΙΗΛ
Αν δεν εγνώριζα πως εισαι η μόνη
Δύναμη μες στου κόσμου μας τα χάη
Θάλεγα πως η Εύα κάποιαν άλλη
Μέσα της έχει δύναμη και δόξα.
Αλλά, Θεέ, δεν ξέρω τι έχω πάθει.
Από τη μια θέλω κι εγώ την Εύα,
Μ’ από την άλλη πάλι δεν τη θέλω,
Γιατί… γιατί νομίζω πως δεν πρέπει…
ΘΕΟΣ
Α! Γαβριήλ! Εγώ ξέρω τι έχεις.
Εμείναμε πολύ σ’ αυτά τα μέρη.
Δεν πρέπει συ να βρίσκεσαι κλεισμένος
Ανάμεσα στ' αστέρια και στον Κήπο.
Μαζί μου θέλεις σ' όλα να σκορπίσεις.
Υπομονή. Θα φύγουμε αφού πρώτα
Ολα τα δούμε να ’ναι ευτυχισμένα.
Μα έλα τώρα. Πήγαινε και στείλε
Το δημιούργημα μου-τη γυναίκα.
Θέλω να την θαυμάσω. Και σε κείνην
Το αγαθό μου Πνεύμα ν’ αντικρίσω
Που αίνος είναι μόνη η ύπαρξη του
Για του θεού την άναρχη τη δόξα.
ΓΑΒΡΙΗΛ
Πηγαίνω θε μου. Κι αν λαθέψει έχω
Ο λόγος θάναι αυτός πριν λίγο που είπες.
(Βγαίνει)
ΘΕΟΣ
Ω! Γαβριήλ! Πιστότερε Άγγελέ μου!
Το πάθος σου άμετρο για την αγάπη.
Ολόκληρος μ’ αυτήν δεμένος είσαι.
Καμιά φορά τη βλέπεις και τρομάζεις.
Οχι... Μη γνοιάζεσαι. Είσαι ως σε θέλω:
Να ξεχειλίζει μέσα σου η αγάπη
Και να ζητάει τα σύνορα να σπάσει
Που τηνε κλειούν και ν' απλωθεί ολούθε.
Ξέρω-βαθιά τα σωθικά σου καίει.
Ξέρω-πολύ πονάει η αγάπη.
Αλλ’ αν την άφηνα να σου ξεφύγει-
Απ' τα ταγμένα της αν έβγαινε όρια
(Τρέμω να πω τη λέξη) μίσος θάταν.
Μια φλούδα όμως άσπαστη χωρίζει
Τα δυό θεριά μακριά τόνα από τ' αλλο.
Κι είναι μες στους σκοπούς μου αυτή τη φλούδα
Να την κρατώ αράγιστη και στέρια.
Θέλει η αγάπη κόπους. Γιατί βλέπεις
Εχω τον Εωσφόρο στο πλευρό μου
Που είναι στο μίσος μόνο το μυαλό του.
Αλλά υποταγμένο τον κρατάω
Στη δύναμη μου και στη βούληση μου.
Καλέ μου Γαβριήλ κι ας μην το ξέρεις
Υπηρετείς ετούτα τα σχέδια μου
Υπάρχοντας μονάχα και πονώντας
Απ’ την μεγάλη εντός σου την αγάπη.
Ας είσαι ευλογημένος στους αιώνες.   
(μπαίνει η Πόρνη)
ΠΟΡΝΗ
Πλάστη μου και Θεέ κοντά σου ήρθα  
Οπως η χάρη σου έχει παραγγείλει.
ΘΕΟΣ
Καλώς τηνε. Σ’ αρέσει ο κόσμος Εύα; 
ΠΟΡΝΗ
Καλός Θεέ, αφού συ τον έχεις φτιάξει.

ΘΕΟΣ
(στον εαυτό του)
Λόγια σωστά. Καμιά αμφιβολία
Πως ο Γαβριήλ σωστά δεν έχει κρίνει.
(στην Πόρνη)
Τί έκανες εχτές; Για πες μου Εύα.
ΠΟΡΝΗ
Χτες πήγα στο ποτάμι. Μπήκα μέσα
Και μ’ άρεσε πολύ εκεί να μένω.
Μετά ο Αδάμ μου έδειξε τον Κήπο.
ΘΕΟΣ
Με τον Αδάμ δεν έσμιξες καλή μου;
Εγώ γι αυτό το λόγο σ’ έχω πλάσει.
ΠΟΡΝΗ
Ναι. Δυό φορές. Δε θα σου τόλεγα όμως
Αν δε ρωτούσες.
ΘΕΟΣ   
Και γιατί δα όχι;
ΠΟΡΝΗ
Γιατί δε μ' άρεσε ο Αδάμ Θεέ μου.
Γι αυτό-δεν ήθελα να σε λυπήσω.     ,
ΘΕΟΣ
Να με λυπήσεις; Εύα ποιος σου είπε
Πως ο Θεός λυπάται; Αλλά ας είναι..
Γιατί δε σ' άρεσε ο Αδάμ, για πες μου.
ΠΟΡΝΗ
Γιατί εσένα ήθελα Θεέ μου.
Κι ας μη σε είχα θε μου γνωρισμένον
Μόνο που άκουγα να λεν για σένα-
Για την που έχεις δύναμη κι ωραιότη,
Για τη σοφία και την καλοσύνη-
Κι ακούγοντας να σε υμνούνε όλο,
Δίχως να σ’ έχω δει σ’ είχα αγαπήσει.
Και τώρα που σε βλέπω πιο μ’ αρέσεις.
ΘΕΟΣ
Ολα τα πλάσματα μου μ' αγαπάνε.
Δε θα έκανες εξαίρεση συ Εύα.   
Κι όλους κι εγώ σας αγαπώ. Και σένα.
Κάθε στιγμή σου πρέπει να με θέλεις.
Ετσι πλασμένη από μένα είσαι.
Αυτός δεν είναι λόγος όμως Εύα
Για τον Αδάμ να λες πως δε σ' αρέσει.
ΠΟΡΝΗ
Θέλω εσύ Θεέ να μ' αγκαλιάσεις.
Με σένανε να σμίγω μόνο θέλω.
ΘΕΟΣ
Να σμίξεις και μαζί μου. Γιατί όχι;
Σμίγε αν θέλεις και με τους Αγγέλους.
Η αγκαλιά είναι αγάπης πράξη.
Μα να σ' αρέσει κι ο Αδάμ θα πρέπει.
ΠΟΡΝΗ
Ουτ' ο Αδάμ μ' αρέσει ουτ' οι αγγέλοι.
ΘΕΟΣ
Μούπε ο Γαβριήλ πως τους Αγγέλους 
Όλους, τους γέμισες φιλιά και χάδια.
ΠΟΡΝΗ
Παιχνίδι ήταν αυτό. Εσένα θέλω.
(Τρίβεται πάνω του) 
Ελα Θεέ να σμίξουμε οι δυό μας.
ΘΕΟΣ
Να σμίξουμε καλή μου. Η αγάπη
Πράγματα, Θεούς, ανθρώπους-όλα ενώνει.
Ελα λοιπόν και συ στην αγκαλιά μου.
(Η Πόρνη αγκαλιάζει και φιλεί τον θεό. Ο Θεός μένει αποσβολωμένος)
ΠΟΡΝΗ
(στον θεό χαϊδεύοντάς τον)
Τι όμορφο που ήταν το φιλί σου!
Είδες που σ' άρεσε και σένα θε μου;
Το βλέπω από το ύφος που έχεις πάρει.
Ιδια ζαλίζονταν και οι αγγέλοι.
Και του καημένου Αδάμ τι να του κάνω…
Ας είχε τα γλυκά σου τα ματάκια
Ας είχε τη στητή κορμοστασιά σου
Και τα γενάκια σου τ' ασπρουδερούλια…
Αλλ' αν το θέλεις, τότε και με κείνον
θα σμίγω άθελα μου πότε πότε.
Κι ύστερα πάλι θα ’ρχομαι κοντά σου
Να σ' αγκαλιάζω και να μ' αγκαλιάζεις…
Μα δε μιλάς θεέ μου. Μίλησέ μου.
Ολο εμένα αφήνεις να μιλάω.
Θέλω και τη φωνίτσα σου ν' ακούω.
Μη με κοιτάζεις σαν να μη με ξέρεις.
Είμαι η Εύα σου. Δεν με γνωρίζεις;
Συ μ' έφτιαξες. Για τον Αδάμ. Εγώ όμως
Δεν τόνε θέλω. Οχι. Δεν τον θέλω!
Εσένα μόνο, εσένα αγαπάω!
ΘΕΟΣ  
(Την απωθεί απαλά και ήρεμα χωρίς να την κοιτάζει)
Πήγαινε Εύα... Πήγαινε σου λέω.
ΠΟΡΝΗ
Αφού θεούλη μου το θέλεις πάω.
(γελώντας)
Πάω, μα γρήγορα θα σου ξανάρθω.
(Βγαίνει)

(τέλος της τέταρτης σκηνής της δεύτερης πράξης και της δεύτερης πράξης)




ΠΡΑΞΗ ΤΡΙΤΗ
ΣΚΗΝΗ ΠΡΩΤΗ
Τόπος:  Αίθουσα συνάντησης αγγέλων.
Πρόσωπα: Γαβριήλ, Εωσφόρος, Αμιναδάβ.

ΓΑΒΡΙΗΛ
Τρεις μέρες είναι που ο Θεός δε 'φάνη
Είναι από τότε που τον είδε η Εύα.

ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Πήγαινε να τον δεις. Εκείνος μόνος
Να κάθεται δεν τ’ άρεσε ως τώρα.
ΓΑΒΡΙΗΛ
Κάποια μεγάλη απόφαση ίσως πάρει;
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Κάποιο ίσως έχει πρόβλημα να λύσει;
ΓΑΒΡΙΗΛ 
(σκεπτικός)
Ίσως… Που έχει σχέση με την Εύα…
Από την ώρα που αυτή τον είδε
Είναι που δεν τον είδε πια κανένας
Και ούτε τη φωνή του έχει ακούσει.
Η Εύα λέει πως καλά τον βρήκε
Και πως καλλίτερα τον είχε αφήσει.
Λέει πως εφιλήθηκε μαζί του
Κι άρεσε στα θεό μας το φιλί της.
Ιδια με με να είχε νιώσει τάχα;
Μήπως αυτό το πρόβλημα του είναι;
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Άλλο ο Θεός και άλλο οι αγγέλοι.
Ενα φιλί αυτόν δεν τον λιγώνει
Οπως εσένα και καμπόσους άλλους.
Μέγας εκείνος, δυνατός και πλήρης.
Τίποτα δεν του λείπει. Κι από κείνον
Ολα πηγάζουν τα φιλιά της πλάσης.
Με μια του σκέψη χίλιες Εύες πλάθει. 

ΓΑΒΡΙΗΛ
Όπως τα λες εσύ εύχομαι να ’ναι.
Όμως πολύ εκράτησε η σιωπή του.
Και τίποτα κανένας δεν ακούει
Εξω απ’ το δώμα του όταν περνάει.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Κάτι μπορεί κρυφό να ετοιμάζει 
Κι ίσως τη βοήθειά σου νάχει ανάγκη.
Πήγαινε μάθε αν κάτι του συμβαίνει.
Κι εγώ θα καρτερώ να μάθω νέα.
Πες του πως όλοι μας ανησυχούμε.
Πως δίχως του αδύνατοι μετράμε.
Πήγαινε.Του Θεού μας του αρέσει
Να δείχνουμε για κείνον ενδιαφέρον.
ΓΑΒΡΙΗΛ
Θα πάω-καλά μου λες-να του μιλήσω.
Εσύ να βρεις τους άλλους τους Αγγέλους
Κι έτοιμους να τους έχεις κάτι μήπως
Η χάρη του η μεγάλη θα προστάξει.
(Βγαίνει) 
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Χαρά μεγάλη όλον με κατέχει
Για ό,τι η Πόρνη έχει καταφέρει.
Όμως κι ανησυχώ μην αποφάσεις
Πάρει άσχημες ο Θεός και μην θελήσει
Την Πόρνη να χαλάσει, ή μήπως βάλει
να ψάξουνε να βρούνε τη δική του.
(Με ένα χαμόγελο ικανοποίησης)
Να που λοιπόν κι εγώ δεν πάω πίσω
Και κάτι έφτιαξα μεγάλο τόσο
Που να παλεύει το Θεό τον ίδιο.
Μη τόλμημα μεγάλο έχω τολμήσει;
Ας ήταν νάβγει ετούτο σε καλό μου
Κι όχι ενάντια μου σαν όλα τ’ άλλα
Τολμήματα που έκανα ως τώρα.
Ας δούμε. Η Πόρνη ξέρει το τι κάνει.
Λόγια ο Θεός να πάρει απ' αυτήνε
Δεν το μπορεί. Κι ούτε θα το θελήσει-
Τις πονηριές εκείνος δεν τις ξέρει.
Αλλ’ αν το μάθει πως εγώ έχω πλάσει
Το πλάσμα αυτό που τόσα έχει πετύχει
Ισως θελήσει να με τιμωρήσει
Τελείως διώχνοντας με από την πλάση.
Και πού να πήγαινα έρμος και μόνος…
Γι αυτό θα δασκαλέψω τους δικούς μου
Το νου τους νάχουνε. Κι αν χρειαζόταν
Τον πόλεμο ν’ αρχίσουν με τους άλλους.
Και τότε ή θα δουλωθώ τελείως,
Η' και μπορεί… πού ξέρεις, να κερδίσω.
Λοιπόν τον έμπιστό μου Σαφανία
Με τη φωνή της σκέψης μου ας φωνάξω,
Τις όποιες οδηγίες να του δώσω
Που ο μεγάλος γέννησε ο νους μου.
Βέβαια κουτούλης είναι ο Σαφανίας
Γι αυτό κι υπαρχηγό τον έχω κάνει
Για να τον βλέπει ο Θεός και να ησυχάζει
Ότι αγαθός κι αυτός Άγγελος είναι
Και απ’ αυτόνε φόβο να μην έχει.
Μα ήσυχος κι εγώ μ’ αυτόνε είμαι
Αφού μυαλό αρχηγικό δεν έχει
Παρά μονάχα ό,τι του λέω κάνει
(Μπαίνει ο Αμιναδάβ)
Αμιναδάβ, πού είναι ο Σαφανίας;
Εκείνον φώναξα. Γιατί δεν ήρθε;
ΑΜΙΝΑΔΑΒ
Σε χαιρετώ Δημιουργέ μεγάλε.
Ο Σαφανίας είναι με την Πόρνη.
Κυκλοφορούν ανάμεσα στους άλλους
Χαϊδεύοντας η Πόρνη τους Αγγέλους
Κι ο Σαφανίας μαζί τους συζητώντας.
Εστειλε εμένα να σε υπηρετήσω.
\ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Καλά Αμιναδάβ. Αλλά μιας κι ήρθες
Πες μου κι εσύ, η γνώμη σου ποια είναι;
Λες πως καλά δουλεύει το σχέδιο μου;
Στων στρατηγών πρόσεξα το Συμβούλιο
Πως ενθουσιάστηκες από το σχέδιο.
Και σοβαρά υπόψη μου την πήρα
Τη γνώμη σου πως πρέπει να βιαστούμε
Και να ετοιμαζόμαστε γι αγώνα.
ΑΜΙΝΑΔΑΒ
Απ’ το φιλί που μούδωσε η Πόρνη
Έκρινα πως το τέλειο έχεις πλάσει
Το όπλο, και το θεό πως θα νικήσεις.
Μα του Θεού η στάση δε μ’ αφήνει-
Έτσι κλεισμένος να ναι τόσες μέρες-
Μάτι να κλείσω. Μήπως ετοιμάζει
Κάτι που εναντίον μας θα το στρέψει;
Γι αυτό αφέντη λέω πως η ώρα
Να πάρουμε αποφάσεις ήρθε τώρα.
Δεν ξέρουμε πού του θεού η σκέψη
Τόσες ημέρες τώρα θα τον πάει.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Σαν άξιος συμβουλάτοράς μου που ’σαι
Σωστά τα πράγματα σαν πάντα είδες
Και πάλι το σωστό με συμβουλεύεις.
Μα μάθε πως στις ίδιες αποφάσεις
Κατάληξα κι εγώ. Λοιπόν η ώρα
Ηρθε και πάλι για να μετρηθούμε
Με το θεό-τ' ανήμερο θηρίο.
Γιατί να καταλάβει δε θ' αργήσει
(Ισως και τώρα κιόλας να το ξέρει)
Το άσκημο που τούπαιξα παιχνίδι.
Πες τώρα πια σε όλους τους δικούς μας
Ποια είναι η αλήθεια για την Πόρνη.
Και για το κάθε τι έτοιμοι νάναι.
Για λίγο τις δουλειές τους ας αφήσουν
Και για τη μάχη ας ετοιμαστούνε.
Νάχουν μαζί τους πάντα τις ρομφαίες
Και μακριά πολύ να μη σκορπίσουν
Ωστε να μαζευτούν μ' ένα μου λόγο.
Ισως αν πάρουμε πολλούς μαζί μας
Αγώνα ο Θεός δε θα τολμήσει.
Αλλά κανένας δε μπορεί να ξέρει.
Γι αυτό να συμβουλέψεις τους δικούς μας
Το πνεύμα να κοιμίζουνε των άλλων
Περίσσια το θεό τώρα υμνώντας
Ωστε αυτοί ανύποπτοι να μένουν.
Και δυσκολία δε θάχουνε σε τούτο
Ετσι αφελείς κι αγνοί πούναι οι άλλοι.
Αυτά να κάνεις, γιατί αλήθεια ετούτη
Η θεϊκή σιωπή καλή δεν είναι.
Ο γέρος ελαχτάριζε τον Κήπο
Και κάθε μέρα εντός του σεργιανούσε.
Για να μην πάει τώρα κάτι τρέχει.
Κι αυτό το κάτι άσχετο δεν είναι
Καθώς και συ το είπες, με την Πόρνη.
Τράβα λοιπόν κι όπως σου είπα κάνε.


(Τέλος της πρώτης σκηνής της τρίτης πράξης)









ΠΡΑΞΗ ΤΡΙΤΗ
ΣΚΗΝΗ ΔΕΥΤΕΡΗ
Τόπος: Ενδιαίτημα του Θεού.
Πρόσωπα: Θεός, Γαβριήλ.
ΘΕΟΣ
Νου μου Δημιουργέ πώς πας να φύγεις…
Νεύρα μου θεία πώς να σπάστε θέτε.
Και πώς τη θέληση μου όλη βάζω
Να σας κρατώ ακόμα σε μια τάξη!
Υπομονή μου πώς με συντροφεύεις
Και τρεις ημέρες τώρα δε μ’ αφήνεις
Σε πράξεις όχι θείες να ξεσπάσω.
Αλλά ως πότε; Η Εύα γκρεμισμένη
Κι η θέση της παρμένη από την Πόρνη.
Τα νύχια του να δείχνει ο Εωσφόρος
Κι ο κόσμος πούχω φτιάξει από τα χάη
Από τα χέρια μου να πάει να φύγει
Και να χαθεί στου θάνατου τα δίχτυα.
Κι εγώ ο αθάνατος, κι εγώ ο αιώνιος,
Πώς θα αισθάνομαι στην Πλάση μέσα
Τα ίδια μου τα χέρια πούχουν φτιάξει
Ο θάνατος αφέντης να γυρνάει;
Μα ευτυχώς μου μένουν οι αγγέλοι
Πιστοί σε μένα οι περσότεροί τους
Και στον αντάρτη αυτόν, τον Εωσφόρο,
Ακλόνητοι ενάντια θα σταθούνε.
Και τί θα κάνει μόνος μες σε τόσους;
Αλλά την Πόρνη πρέπει να τον πείσω
Να καταστρέψει, κάτι που εκείνος
Μόνο να κάνει τόσο ωραία ξέρει.
Εκεί κατάληξε η σοφή μου σκέψη.
Πρέπει αυτή η γυναίκα να εκλείψει
Προτού στην Πλάση μου μέσα σκορπίσει
Το Θάνατο που εντός της κουβαλάει.
Και μόνο εγώ, ο πάνσοφος και μέγας   
Μπορώ να φυλαχτώ απ’ του θανάτου
Τα. βέλη που αυτή σκορπά τριγύρω,
Κι εγώ ακόμα εξαντλώντας έτσι
Τη θεία μου καλοσύνη και προσπάθεια.
Αλλά και τους αγνούς μου τους Αγγέλους
Που νιώσανε κι αυτοί το κρύο λεπίδι
Να τους αγγίζει του ψυχρού Θανάτου
(Πόσο κι ο Γαβριήλ είχε τρομάξει!)
Να τους τραβήξω τάχα θα μπορέσω    ,
Προτού να ειν' αργά από το χαμό τους;
Α! Κόσμε μου! Στολίδι μες στο χάος!
Α! Φώτα μου! Λαμπρή του σκότους γέννα!
Ζωάκια μου:! Της ύλης η ελπίδα!
Αδάμ εσύ! Του Λόγου πρωτοπόρε!
Και Κήπε μου! Με πόση σ' έχω αγάπη
Και καλοσύνη πλάσει και φυλάξει
Και πώς του Εωσφόρου η κακία
Ζητάει να σε πάρει από μένα…
Μα δε θα επιτρέψω αυτό να γίνει.
Αμέσως τώρα εντολή θα δώσω
Στον Γαβριήλ να κάνει ό,τι πρέπει
Ωστε να λείψει η Πόρνη και μαζί της
Ο,τι απειλεί την ομορφιά του κόσμου.
Κι εγώ το σύμπαν όλο θα γεμίσω
Με ίδιους κόσμους που με καλοσύνη
Κι αγάπη όλα μέσα τους να ζούνε.
Πιστέ μου Γαβριήλ τ' άσπρα φτερά σου
Που σ’ οδηγούν κοντά μου άνοιξέ τα.
Ενα κακό του Εωσφόρου ακόμα
Πρέπει να νικηθεί. Τρέξε καλέ μου.
(μπαίνει ο Γαβριήλ)
ΓΑΒΡΙΗΛ
Ετρεξα νιώθοντας τη θεία σου σκέψη-
Αλλά και τη δική μου ακολουθώντας-
Να με καλεί Πανάγαθε κοντά σου.

ΘΕΟΣ
Ο κόσμος Γαβριήλ πούχουμε χτίσει
Μες στο κακό πηγαίνει να βουλιάξει.
Τα λόγια σου σωστά ήταν για την Εύα.
Το Θάνατο μαζί της κουβαλάει
Και σ' όλους μας να τόνε δώσει θέλει.
Ας της χαλάσουμε Γαβριήλ τα σχέδια.
Δεν ειν' αυτή η γυναίκα πούχω πλάσει.
Κάποιον θα βρήκε τρόπο ο Εωσφόρος
Λίγο την προσοχή σου να ξεφύγει
Κι άλλη γυναίκα έπλασε.
ΓΑΒΡΙΗΛ   
Θεέ μου
Δεν εχαλάρωσα τη φύλαξή μου.
ΘΕΟΣ
Αυτή δεν είναι τώρα η μέριμνά μας.
Γι άλλα θα πρέπει να ενδιαφερθούμε.
Το ον πού έφτιαξα το είχα μ’ όλες
Τις θείες καλοσύνες στολισμένο.
Κι αντίς γι αυτήν γεμάτη με κακίες
Εφτιαξε μια γυναίκα ο Εωσφόρος.
Να κάνουμε αυτό το πλάσμα πρέπει
Ανίκανο τον κόσμο μας να βλάψει.
Πρέπει να πείσουμε τον Εωσφόρο
Την που έφτιαξε γυναίκα να χαλάσει. 
Και μόνο αυτός μπορεί να την χαλάσει
Που και την έφτιαξε καθώς γνωρίζεις.
Δεν ειν’ η Εύα αυτή. Ο ίδιος είναι
Ο θάνατος, και συ βέβαια ξέρεις 
Κοντά μας πως αυτός δεν έχει θέση.
Πόθος ο θάνατος που δεν πληρώθη.
Πόθος για την αγκάλη της γυναίκας.
Πόθος για κατοχή κάθε δικού της.
Πόθος για γνώρισμα κάθε της σκέψης.
Πόθος για έλεγχο κάθε της πράξης.
Και ειν’ ο θάνατος ζήλεια για κάθε
Χαμόγελο που γι άλλονε χαράζει
Στο λατρεμένο της και λάγνο στόμα.
Για κάθε της ματιά που σ’ άλλον ρίχνει.
Για κάθε που το χέρι της απλώνει
Γυρεύοντας ν' αγγίσει κάτι άλλο.
Και ειν’ο θάνατος πληγή μεγάλη
Και πόνος μέγας μες στα στήθια του άντρα.
Και η πληγή πονάει ως την ψυχή του.
Και βασανίζει άπαφτα το νου του.
Και του αρρωστά ολόκληρο το σώμα.
Και παύει εκείνος να ’ναι ευτυχισμένος
Γιατί όλα τα καλά που τούχω δώσει
Κατω απ’ του θάνατου λιώνουν το πέλμα.
ΓΑΒΡΙΗΛ
Αλλ’ αν η Εύα… αν αυτή η γυναίκα
Όσα κρατεί στον άντρα θα τα δώσει,
Ο,τι ποθεί θα τόχει εκείνος τότε
Κι ευτυχισμένος κι άπονος θα είναι.
ΘΕΟΣ
Ποτέ γυναίκα δε θα δώσει σ' άντρα
Την ευτυχία που ο Εωσφόρος
Εκλεψε από κείνον φτιάχνοντας την.
Τον πόθο μόνο αυτή θα του ανάβει
Και δε θα του τον σβήνει. Θα τον βλέπει
Κάτω να κείτεται ξεψυχισμένος
Και κει θα σκύβει να τον τυραννάει.
Γιατί ο θάνατος αυτό προστάζει
Που εντός της ο Εωσφόρος έχει βάλει.
Και η ψυχή η άφταιχτη του άντρα
Που πρώτη μου φορά έχω τολμήσει
Σε ον έξω από μένα να φυσήσω-
Και η ψυχή του-ο Θεός ο ίδιος,
Το αίμα και η σάρκα η δική μου,
Παίγνιο θα γίνει μέσα στων ματιών της
Τις ανελέητες τις τρικυμίες
Ελπίζοντας εκεί να βρει γαλήνη.
Μα η τρικυμία θα τηνε ξεβράζει
Αφού κάθε φορά τη βασανίζει,
Και θα την ξαναδέχεται μονάχα
Μες σ' άλλους τρόμους για να την βυθίσει.
ΓΑΒΡΙΗΛ
Γιατί ολ’ αυτά Θεέ, αφού κι εκείνη
Ιδια ο πόθος γι άντρα θα την καίει;
Επρεπε νάβλεπες πώς μας φιλούσε…
ΘΕΟΣ
Α! Γαβριήλ! Αδύναμε κι αθώε!
Αψυχο Γαβριήλ πλάσμα η γυναίκα.
Για την καταστροφή μονάχα επλάστη.
Αυτός είναι σκοπός και προορισμός της.
Ολα όσα έκανε όταν κοντά σας
Ηρθε και λιγωμένα σας φιλούσε
Ολα εντολές του Εωσφόρου ήταν.
Υποκρισία γεμάτη η γυναίκα.
Πόθος κανείς αυτή δεν την κατέχει.
Εκτός κι αν θέλεις πόθο να ονομάσεις
Το πάθος της να καταστρέφει. Κι όλα
του πάθους της τη λύσσα θα γνωρίσουν.
Ο κόσμος Γαβριήλ θα δυστυχήσει
Αν δε θα δράσουμε αμέσως τώρα
Ενάντια στη βουλή του Εωσφόρου.

ΓΑΒΡΙΗΛ
Πρόσταξε θε μου κι ό, τι πεις θα γίνει.
ΘΕΟΣ
Πρέπει ν' αναγκαστεί ο Εωσφόρος
Να καταστρέψει το φριχτό του πλάσμα.
Αυτό θα γίνει μόνο αν τον πιάστε
Κι αδύναμο μπροστά μου τόνε φέρτε.
Εμπρός λοιπόν πιστέ αρχάγγελέ μου.
Αφού ενάντια στου θεού την τάξη
Θέλησε ο Εωσφόρος να βαδίσει
Ας θυμηθούμε τούς παλιούς αγώνες.
Ξεθηκαρώστε πάλι τις ρομφαίες,
Κι αγώνα. Λένε πως δικούς του έχει
Κάποιους Αγγέλους μέσα στις στρατιές μας
Αντίσταση αυτοί δε θα μπορέσουν
Στα υπόλοιπά μας πλήθη ν’ αντιτάξουν.
Εκείνο που μπορούν να κάνουν είναι
Ν' αυτομολήσουν προς τον Εωσφόρο.
Άστους να πάνε. Τόσο λίγους έχει
Που και μ' αυτούς λίγοι και πάλι θάναι.
Φόβος υπάρχει μόνο μη κι η Πόρνη
Προλάβει και με τα’ άτιμά της χάδια
Κι άλλους αγγέλους από μας αρπάξει
Και πια ενάντια μας αυτοί στραφούνε.
Γιατί αργή αυτή διόλου δε στέκει
Κι ό,τι της πει ο Εωσφόρος κάνει.
Τράβα. Και όλα γρήγορα να γίνουν,
Προτού ο Εωσφόρος καταλάβει.
Μα στάσου Γαβριήλ… Εχω ακόμα
Και τούτο να σου πω. Ξανά ποτέ σου
Μη τη γυναίκα πάλι πλησιάσεις.
Κίνδυνος για την άσπιλη ψυχή σου.
Και, Γαβριήλ, μακριά μου κράτησε την.
Μη την αφήσεις ούτε μια στιγμούλα
Κοντά μου νάρθει. Δύναμη μεγάλη
Κλείνει η θωριά, η ματιά, το βάδισμά της.
Και το φιλί της θεοκαταλύτης.
Κι όταν τον Εωσφόρο αλυσοδέστε,
Πάλι δική μας θάναι η εξουσία.
Και θα μας πει που βρίσκεται η Εύα
Κι αυτήν ο Αδάμ θα έχει σύντροφό του
Κι όλα ωραία για όλους τότε θάναι.
Μονάχα να προλάβουμε Γαβριήλ μου.
Όσο πιο γρήγορα μπορέσεις πέτα
Κι όσα σου είπα έχε στο μυαλό σου.
ΓΑΒΡΙΗΛ
Τρέχω Θεέ.
(Βγαίνει)
(Τέλος της δεύτερης σκηνής της τρίτης πράξης)







ΠΡΑΞΗ ΤΡΙΤΗ
ΣΚΗΝΗ ΤΡΙΤΗ
Τόπος: Στρατηγείο Εωσφόρου.
Πρόσωπα: Εωσφόρος, Αμιναδάβ.

(Ο Εωσφόρος μόνος. Μπαίνει ο Αμιναδάβ)
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Αμιναδάβ, γενναίε στρατηγέ μου,
Ξέρεις που βρίσκεται ο Σαφανίας;
ΑΜΙΝΑΔΑΒ
Ξέρω κύριε μου. Είναι με την Πόρνη
Και φανατίζει στρατηγούς κι Αγγέλους.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Φαίνεται πως θα βρήκε δυσκολίες
Κι έκρινε πως εκεί να μείνει πρέπει
Ωσπου τα πράγματα να τα βολέψει.
(στον εαυτό του)
Υστερ' από τη νίκη μου αμέσως 
Θ’ ασχοληθώ μαζί του δίχως άλλο.
(στον Αμιναδάβ)
Μα αφού και συ μαζί του πάντα είσαι
Και από πρώτο χέρι τη γνωρίζεις,
Πες μου η κατάσταση έξω πώς είναι;
Εκτός απ’ τους δικούς μας, που το ξέρω
Οτι πιστοί για πάντα θα μας μένουν,
Πες μου ποιοι άλλοι γίνανε δικοί μας
Από κείνους που ως χτες ήταν εχθροί μας;

ΑΜΙΝΑΔΑΒ
Κύριέ μου δούλεψε καλά η Πόρνη-
Το θαυμαστό το δημιούργημα σου.
Αλλά και όλοι εμείς οι στρατηγοί σου
Όλοι εβάλαμε τα δυνατά μας
Και το καλύτερο έχουμε πετύχει.
Οι πιο καλοί κι οι πιο γενναίοι κι άξιοι
Από τους στρατηγούς και βαθμοφόρους   
Που μέχρι χτες όλοι τους ορκιζόνταν
Πως στο θεό αιώνια θάχουν πίστη,
Τώρα μετράνε στο στρατόπεδό μας.      
Ο Αρες κι ο Βηρώθ κι ο Ωδουΐας,
Απ’ τους πιστούς σωματοφυλακές του,
Εχτές κι οι τρεις γλεντούσαν με την Πόρνη
Και της ορκίστηκαν ότι θα κάνουν
Ο,τι αυτή στο μέλλον τους προστάξει
Αρκεί την τρύπα της σα θέλουν νάχουν.
Το ίδιο κι ο Φαάθ που η τρομάρα
Ήτανε των αγγέλων μας ως τώρα.
Κι αυτός δικός μας. Και ο Βαναΐας
Που ψαλμουδιές πενήντα κάθε μέρα
Ετραγουδούσε στον βρωμοθεό του
Κι αυτός στην τρύπα ορκίζεται της Πόρνης.
Ο Ματθανίας πήρε πέντε αστέρια
Εβγαλε απ’ τη ρομφαία του μια αχτίδα
Τα τρύπησε μ’ αυτήνε, κι έφτιαξε έτσι
Ενα στολίδι πράγματι ωραίο
Και στο λαιμό το κρέμασε της Πόρνης.
Κι εκείνη καμαρώνει όσο δεν παίρνει.
Κι ο Ματθανίας όλη την ημέρα
Δική του χτες σχεδόν είχε την Πόρνη.
Σαν είδαν έτσι οι άλλοι, ο καθένας
Αρχισε δώρα να της κουβαλάει.
Πούπουλα κάποιος από τα φτερά του,
Αλλος χρυσό απ’ το φωτοστέφανό του,
Απ’ το ηλιοβασίλεμα άλλος πέπλα,
Κίτρινο απ’ την καρδιά του ήλιου άλλος…
Μα οι πιό πολλοί της κουβαλούν αστέρια.
Αδειασε ο ουρανός. Κι είναι η Πόρνη
Μέσα στα δώρα τώρα βουτηγμένη.
Ο Γαβριήλ οργίλα φοβερίζει
Πως αν αυτό το πράγμα συνεχίσει
Σκληρά θα τιμωρήσει τους ενόχους.
Μα σημασία κανένας δεν του δίνει.
Αφού να φανταστείς πως κι ο Ουρίας,
Του Γαβριήλ το πρώτο παλληκάρι,
Εκοψε ένα κομμάτι απ’ το φεγγάρι
Και στα μαλλιά τ’ απίθωσε της Πόρνης.
Κι ο Γαβριήλ πιό μόνος όλο μένει.
Να μη σου λέω τι έκανε ο καθένας.
Μα τ’ αποτέλεσμα είναι πως η Πόρνη
Τους έφερε όλους στο στρατόπεδό μας.
Ο ι στρατηγοί Ζακχού και Μαασίας,
Μωάβ, Αιλάμ, Αρμώθ και Σαμαΐας,
Χερουβ, Ηδάν, Εμμήρ, Εδυέ, Ελίας,
Ασγάδ, Ηλάμ, Ωνώ, Θαλί, Ελιέζερ,
Κωλίας, Σεμεών και Μοοδίας,
Ολοι σε σένα ορκίζονται αφέντη.
Και ο καθένας κουβαλεί μαζί του
Τις λεγεώνες τις αγγελικές του.
Μα όχι στρατηγοί του φύγαν μόνο
Αλλά και πλήθος αξιωματικών του
Που άλλους τους μετάπεισε η Πόρνη
Κι άλλους τους έπεισαν οι στρατηγοί τους
Με την υπόσχεση πως κάποια μέρα
Την τρύπα θα γευτούν κι αυτοί της Πόρνης.
Κι άκου ονόματα απο τα γνωστά σου
Που η γνώμη τους μετράει στους Αγγέλους,
Και ξέρεις πόση δύναμη μας δίνουν
Και πόση στο θεό αδυναμία
Φέρνουν αυτές τους οι αποστασίες.
Ελεάζαρ, Βαναΐας, Ασαβίας,
Ιαριμώθ, Αβδίας, Εληωνάϊ,
Μαζούχ και Μοσσολάχ και Αζαθούας,
Ηλίας, Αβδεδόμ, Μοσελλεμίας,
Τωβίας, Χαλκίας. Ιενουήλ, Ιθάμαρ,
Ζαβάδ και Αμαρίας, κι άλλοι... κι άλλοι…
Κι ο ένας τους τον άλλο παρασέρνει
Κι έχουν πληθύνει τόσο οι στρατιές μας
Που δε μπορούν να νικηθούνε πλέον.
Και θα μας έρθουν κι άλλοι. Περιμένουν.
Συμβούλιο ο Γαβριήλ να συγκαλέσει
Και να το πουν εκεί σ’ αυτόν οι ίδιοι-
Ξέρεις, αυτή η χαζή τους ευθιξία
Να μη τους πει πως ύπουλα  φερθήκαν…
Κι οι λίγοι στο θεό που θ’ απομείνουν,
Δε θα μπορέσουν τίποτα να κάνουν.
Ούτε πιστεύω μάχη να τολμήσουν
Μετά 'πο τέτιο κάζο πούχουν πάθει.
Και αν μου επιτρέπεις αρχηγέ μου,
Εμείς πρέπει να δράσουμε αμέσως
Τώρα που όλοι γύρω είναι δικοί μας
Ωστε δική μας και η νίκη να ’ναι.
Αλλά σε βλέπω αμίλητον να στέκεις.
Δε χαίρεσαι με όλα όσα σούπα;
Κι αν ναι γιατί δε δείχνεις τη χαρά σου;
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Αμιναδάβ καλές οι ειδήσεις σου είναι.
Έχεις δουλειά καλή αλήθεια κάνει
Και είσαι τέλεια ενημερωμένος.
Μα δε σου κρύβω πως υπάρχει κάτι
Που απ' όσα μούπες μπήκε στο μυαλό μου
Και δε μπορεί να βγει από κει μέσα.
ΑΜΙΝΑΔΑΒ
Και τί μπορεί να μπήκε στο μυαλό σου
Εξω από χαρά κι από 'φροσύνη
Για όλα τούτα τα ωραία νέα;
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Δεν ξέρω. Μα έχει σχέση με την Πόρνη.
Πολύν αέρα βλέπω έχει πάρει
Δε λέω βέβαια.Τούτο μας συμφέρει.
Αλλά πολύ εξαρτώμαστε από κείνην.
ΑΜΙΝΑΔΑΒ
Αφέντη μου εσύ την έχεις πλάσει.
Το πλάσμα ενάντια θα στραφεί του Πλάστη;
Οση και δύναμη κι αν αποχτήσει
Ξέρει ότι σε σένα τη χρωστάει
Γιατί εσύ την έχεις έτσι πλάσει.
Αλλ’ αν και κάτι σ’ ενοχλεί σε κείνη,
Ασε να γίνει πρώτα η δουλειά μας
Κι ύστερα αν δεις αλήθεια ότι πρέπει,
Την τιμωρείς καθώς θα της αξίζει.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ 
Όποια ποινή Αμιναδάβ στην Πόρνη
Με τέτοια αγάπη που της έχουν όλοι
Σε με τον ίδιο ενάντια θα στρεφόταν.
Μα για την ώρα κάτι μας ενώνει
Κοινό και για τους δύο: ο εχθρός μας.
Τώρα δουλειά! Τους στρατηγούς μας όλους
Συγκέντρωσε, και πες τους πως η νίκη
Είναι δική μας σίγουρα. Και δος τους
Ο,ποιαν υπόσχεση ζητάει καθένας
Μιλώντας από μέρους μου. Και όλοι
Να είναι έτοιμοι. Μη τα φτερά τους
Τα βγάζουν όταν παν να κοιμηθούνε.
Κι αξιόμαχες να έχουν τις ρομφαίες.
Εγώ θα πάω να κάνω μία βόλτα
Προς του θεού τα μέρη, μιας κι ακόμα
Επίσημα δεν έχουμε οι δυο μας
Έρθει σε τσακωμό ή σε διαφωνία.
Πάω λοιπόν να δω τι σχέδια έχουν.
Και τώρα πώς θα τους φερθώ το ξέρω:
Θεός εγώ σα να ήμουνα ο ίδιος,
Αφού σε λίγο αυτό αλήθεια θα ’ναι.
Αμιναδάβ γενναίε μου, για φαντάσου!
Πριν λίγες μέρες μόνον όλα ήταν
Ανάποδα για μας. Ο,τι εκείνος
Ηθελε, σ' όλη έκανε την Πλάση.
Για κοίτα όμως πώς αλλάξαν όλα.
Κι όταν θαρθεί της δόξας μου η ώρα
Τότε θα δεις πως δε θα την ξεχάσω
Την τόση πίστη που κρατείς για μένα.
Θα σ' ανταμείψω έτσι, που τα οφφίτσια
Που ’χει ο Γαβριήλ απ' το θεό του
Να ’ναι. μπροστά σε κείνα συ που θάχεις
Σα σπίθα μπρος σε πυρκαγιά μεγάλη.
Και να ετοιμαστούν οι σαλπιγγτές μας.
Σε λίγο νέον Κύριο θα υμνήσουν.
Και τα τραγούδια που κρυμμένα τα ’χουν
Από το φόβο του θεού οι πιστοί μου,
Ας τα τονίσουν σε παιάνες νίκης
Γιατί πολύ γοργά θα τους χρειαστούνε.

(Τέλος της τρίτης σκηνής της τρίτης πράξης και της τρίτης πράξης)







ΠΡΑΞΗ ΤΕΤΑΡΤΗ
ΣΚΗΝΗ ΠΡΩΤΗ
Τόπος: Στρατηγείο Γαβριήλ.
Πρόσωπα: Γαβριήλ, Βαράδ, Ιωδάβ, Πόθος, Εωσφόρος, Αγγελοι.

ΓΑΒΡΙΗΛ
Σας κάλεσα εδώ καλοί μου φίλοι
Στο έκτακτο αυτό μας το Συμβούλιο
Προστάζοντας να έρθετε αμέσως
Αφήνοντας καθένας τη δουλειά του, 
Γιατί ανταρσία μια έχει κινήσει
Ενάντια στο θεό μας ο Εωσφόρος.
Και πρέπει να την πνίξουμε αμέσως
Προτού προλάβει και απλώσει ρίζες.
Όλα σε λίγες έγιναν ημέρες.
Ξέρετε όλοι ότι ο Θεός μας
Για σύντροφο του Αδάμ που ήταν μόνος
Μία γυναίκα έπλασε για κείνον.
Αυτή την έκρυψε ο Εωσφόρος
Και στον Αδάμ άλλη γυναίκα στέλνει, 
Την Πόρνη, που η κακία πούχει εντός της
Τη θεΐκή μας απειλεί την τάξη.
Το πράγμα είναι σοβαρό. Για τούτο
Με δίχως άργητα θα μπει σ’ ενέργεια
Το σχέδιο για τις έκτακτες ανάγκες .
Που ο καθένας μας καλά γνωρίζει.
Σκοπός να πιάσουμε τον Εωσφόρο
Και δέσμιο να τον πάμε στον θεό μας.
Και κείνος ξέρει να τον αναγκάσει
Το πλάσμα του αυτό να καταστρέψει
Και ν' αποδώσει στον Αδάμ την Εύα.
Καθένας σας ας πάει στους Αγγέλους
Που με τη θεία βούληση ορίζει,
Και τις ευθύκες του ας αναλάβει.
Και νάχετε επαφή όλοι μαζί μου
Ωστε να είμαστε έτοιμοι για όλα.
Αυτό είναι για σήμερα το θέμα.
Ακούω αν κάποιος θέλει διευκρινίσεις
Ή αν ερώτηση έχει καμία.
ΒΑΡΑΔ 
Διευκρίνιση δεν θέλω εγώ καμία
Ούτε κι ερώτηση Γαβριήλ να κάνω.
Ψέμα ποτέ ούτε θα πω ούτε είπα.
Κι ούτε το φίλο Γαβριήλ θα κάνω
Σε κάποιον αν αντίθετός του νιώθω.
Γι αυτό και θα σου πω αμέσως τώρα
Πως το φιλί δοκίμασα της Πόρνης
Κι είμαι δικός της σκλάβος από τότε.
Και για να νιώσω πάλι το φιλί της
Χίλιες θα πρόδινα εξουσίες θείες
Και θα τα χάλαγα με χίλιους φίλους.
ΓΑΒΡΙΗΛ (στους άλλους Αγγέλους)
Εμπρός λοιπόν. Επάνω του ορμήστε
Και αφοπλίστε τον-τί καρτεράτε;
ΒΑΡΑΔ
Γαβριήλ καλά τη δύναμη μου ξέρεις
Και πως την τέχνη της ρομφαίας κατέχω
Καλλίτερα από κάθε Άγγελο άλλον.
Οποιος με με τα βάλει θα ζημιώσει.
Γι αυτό κι οι φίλοι μας δε θα τολμήσουν
Με τη ρομφαία μου να μετρηθούνε.
Εξ άλλου ούτε θα τόθελαν νομίζω.
(Βγαίνει)
ΓΑΒΡΙΗΛ Τέτοιο ένα φέρσιμο δεν καρτερούσα
Απ' τον Βαράδ, τον πρώτο μέσα σ’ όλες
Τις μάχες μας ενάντια στον Εωσφόρο
Τότε που κρίνονταν η εξουσία.
Μα κι οι υπόλοιποι εμείς αρκούμε.
Η' μήπως από σας και κάποιον άλλο
Με το φιλί της κέρδισε η Πόρνη;
ΙΩΔΑΒ
Γαβριήλ με φίλησε και μένα η Πόρνη.
Κι ολόγλυκο-κι ωραίο το φιλί της.
Γιατί ο Θεός να θέλει να στερήσει
Τέτοια μια γλύκα από Αδάμ κι Αγγέλους;
Καλός ο Θεός. Μα πιό καλή η Πόρνη.
Γλυκός αυτός, μα πιό γλυκεία εκείνη.
Πρώτος εγώ, πιστός κι αφοσιωμένος
Στην τάξη που ο Θεός έχει ορίσει,
Και που όλα τα καλά μας προμηθεύει.
Μα να ένα καλό μες σ’ όλα πρώτο:
Της Πόρνης το φιλί! Γιατί δε θέλει
Να στέρξει ο Θεός να το χαρούμε;
ΓΑΒΡΙΗΛ
Μα δεν κατάλαβε λοιπόν κανένας;
Σε φίλησε για ένα λόγο μόνο.
Για να σε κάνει σκλάβο της για πάντα.
Όμως εσύ αν πάλι θα θελήσεις
Να σε φιλήσει, δε θα θέλει εκείνη.
Η' άλλους θα φιλά, ή θα κοιτάζει
Στολίδια να γεμίζει το κορμί της. 
Αναίσθητη στην πεθυμιά σου η Πόρνη.
Και το φιλί της είναι η παγίδα
Σ’ αιώνια μια σκλαβιά για να σε ρίξει-
Σκλαβιά που η πεθυμιά της θα σου ανάβει.
ΙΩΔΑΒ
Λοιπόν ο Θεός ας φκιάσει μια γυναίκα
Που πάντοτε τη γλύκα να μας δίνει.
Που όχι να μη λέει σε κανέναν.
Όλα μπορεί ο Θεός μας να τα κάνει.
Εγώ ως τότε φίλος της θα μένω
Κι ενάντια στο θεό θα πολεμήσω.
Κι άλλοι εδώ τα ίδια θα σου πούνε.
Γαβριήλ, αντίς εμάς να θες να πείσεις
Καλλίτερα στο θεό να πάμε όλοι
Και να του πούμε ή να δεχτεί την Πόρνη
Που τόσο ωραία ξέρει να φιλάει,
Ή μια καινούργια να μας φτιάξει Πόρνη.
ΓΑΒΡΙΗΛ
Εκπληκτος μένω από το φέρσιμό σας.
Κι εμέ όπως σας με φίλησε η Πόρνη.
Μα είδα αμέσως μέσα στο φιλί της
Τον κίνδυνο, και το είπα στο θεό μας.
Κι αυτός μου είπε τούτα που σας λέω.
Δύστυχους το φιλί κάνει της Πόρνης.
Κι αν ίσως δε μπορέσω να σας πείσω
Μόνος μου θα ηγηθώ των λεγεώνων
Που ακέφαλες χωρίς εσάς θα μείνουν.
Κι όταν θα νικηθεί ο Εωσφόρος
Θα είστε κι εσείς μαζί του νικημένοι.
Και τότε του πανάγαθου η κρίση
Θ’ αποφασίσει ποια θα είναι η τύχη
Όλων σας. Και θα δούμε αν συγγνώμη
Σε τέτοια μια ανυπακοή θα δώσει.
 (Μπαίνει ο Πόθος)
ΠΟΘΟΣ
Αρχάγγελε Γαβριήλ σε χαιρετάω.
ΓΑΒΡΙΗΛ
Άργησες αλλά ήρθες. Όμως Πόθε
Τι έγινε κι έτσι είσαι αλαφιασμένος;
Ποιός σ' έβλαψε; Ποιός μες στη βασιλεία
Του θείου μας Πατέρα έχει τολμήσει
Τετοιο να βλάψει ένα στήριγμα του;
Μήπως σε πλάνεψε και σένα η Πόρνη;
ΠΟΘΟΣ
Αρχάγγελε δε μ' έβλαψε κανένας.
Να βλάψει ποιος ποτέ μπορεί τον Πόθο;
Με φίλησε και μένα-ναι-η Πόρνη-
Και ποιόν αφίλητον έχει αφήσει…
Αλλά εγώ αρχάγγελε είμαι ο Πόθος.
Αμέσως την ψευτιά της έχω νιώσει.
Απ’ όλους μόνο εγώ μπορώ να ξέρω
Το πόσο ψεύτικο ειν' ό,τι κάνει
Και ό,τι η Πόρνη λέει. Ομως τώρα
Δεν ήρθα να σου πω κάτι για μένα
Ηρθα για να σου πω πως όλοι οι άλλοι
Εχουνε μαγευτεί από το φιλί της.
Ετούτη τη στιγμή, κάτω στον Κήπο
Οι λεγεώνες είναι συναγμένες
Κι η Πόρνη ανάμεσα τους τριγυρνάει
Φιλιά χαρίζοντας ζωγραφισμένα
Και πλήθος ψεύτικα σκορπώντας χάδια.
Και όλοι μένουν ενθουσιασμένοι
Οι Άγγελοι απ' το φέρσιμο της Πόρνης
Δέχοντας ό,τι εκείνη τους χαρίζει
Αληθινά νομίζοντας πως είναι.
Αρχάγγελε, δεν έχεις πια Αγγέλους.
Και βγάλ’ τον πόλεμο απ’ το μυαλό σου.
Οι Άγγελοι αφέντη τώρα  έχουν
Όχι εσένα ούτε το θεό μας.
Αφέντη τώρα έχουνε την Πόρνη.
Κι αφού την έπλασε ο Εωσφόρος
Δικό του όπλο θα ’ναι στον αγώνα
Ενάντια του που σκέφτεσαι να κάνεις.
Γαβριήλ, έχουμε χάσει τον αγώνα
Χωρις να δώσουμε ούτε μια μάχη.
ΓΑΒΡΙΗΛ
Ολα δε γίνεται νάναι χαμένα.
Οσα ο Πόθος τώρα δα μας είπε
Πως τάχα η Πόρνη όλους τους Αγγέλους
Με το φιλί της έχει κερδισμένα,
Αλήθεια όλα βέβαια δεν είναι.
Όχι ότι ο Πόθος είναι ψεύτης
Μα είναι γνωστό πως πάντοτε υπερβάλλει.
 (Μπαίνει ο Εωσφόρος)
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Οχι και τώρα. Οπως τα είπε είναι.
ΓΑΒΡΙΗΛ
Εσύ! Στο στρατηγείο μου πώς μπαίνεις;
Ποιος σ’ άφησε να μπεις και τι γυρεύεις
Εσύ, ένας εχθρός ανάμεσά μας;
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Φαίνεται ήρθε κι η δική μου ώρα.
Και, Γαβριήλ, επέρασε η δική σου.
Τουλάχιστο του Κήπου η εξουσία
Περνάει πια στα χέρια τα δικά μου.
ΓΑΒΡΙΗΛ 
(Βγάζει τη ρομφαία του)
Κι αν ο πιστός ο μόνος του θεού μας
Εγώ στην πλάση απομείνω μέσα
θα τον υπερασπίζομαι όμως πάντα.
Κι αυτόνε και τη θεία του εξουσία.
Εμπρός λοιπόν. Ετούτη η Ρομφαία
Χίλιες φορές καλλίτερη απ' τα λόγια
Και δέκα πιο καλή από τη δική σου.
Κι αν τη ρομφαία σου της αντιτάξεις
Χωρίς ν’ αργεί θα σου την αχρηστέψει
Και τότε ανίσχυρον και δέσμιό μου
Μπρος στο θεό τον ίδιο θα σε πάω
Και κει στον ίδιο θα λογοδοτήσεις.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Γαβριήλ ευέξαπτος τόσο μην είσαι.
Και βάλε τη ρομφαία σου στη θήκη.
Κι αν δυνατότερος είμαι από σένα
Μα είναι πιθανό και να νικήσεις. 
Σκέφτηκες όμως τι θ’ ακολουθούσε;
Οι Άγγελοί, και όσοι είναι δικοί μου
Αλλά κι οι που ως τα χτες ήταν δικοί σου
Κι οι στρατηγοί ακόμα αυτοί εδώ μέσα,
Με σταυρωμένα χέρια δε θα μείνουν.
Τώρα που γνώρισαν την ευτυχία
Ανίκητα γι αυτήνε θα παλέψουν.
Γιατί αφότου υπάρχουν δε γνωρίσαν
Κάτι γλυκύτερο από την Πόρνη.
Και ξέρουν πως εγώ την έχω πλάσει
Παρά τη θέληση του αρχηγού σου
Που όλους ήθελε να μας κρατάει
Μιας λαθεμένης γνώμης του δεσμώτες.
Γιατί να είναι απαγορευμένο
Οι Άγγελοι οι ίδιοι να γνωρίσουν
Ο,τι πιο όμορφο μπορεί να υπάρξει;
Γιατί να τους στερείτε τη γυναίκα;
ΟΛΟΙ ΟΙ ΣΤΡΑΤΗΓΟΙ
Γιατί αρχάγγελε; Γιατί αλήθεια;
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Μα τώρα δε σας έχουνε ανάγκη
Ούτε κι εσένα ούτε το θεό σου.
Γι αυτό Γαβριήλ κι αν ίσως με νικούσες
Ενάντια σου όλους τους Αγγέλους θα ’χες,
Με αρχηγό την Πόρνη αντίς για μένα.
Και δε χρειάζεται μπροστά να τρέχει
Απ' τις στρατιές, ή να κρατεί ρομφαία.
Μόνο η θύμηση από το φιλί της
Κι η επιθυμία να το ξανανιώσουν
Ανίκητους θα κάνει τους Αγγέλους.
Ηρθε Γαβριήλ και η δική μου ώρα.
(Ο Γαβριήλ γυρίζει και βλέπει τους στρατηγούς.)
Τι λέτε στρατηγοί και σεις; Δεν ήρθε;
(Οι στρατηγοί πηγαίνουν ένας ένας και στέκουν διπλα στον Εωσφόρο. Ο Γαβριήλ βάζει τη ρομφαία στη θήκη της και πηγαίνει προς την πόρτα με βήμα θυμωμένο και αγέροχος)
Μη φεύγεις σαν ο νικητής να ήσουν.
Είσαι ο νικημένος. Κι αν να φύγεις
Σ’ αφήνω από δω, και δεν προστάζω
Να σε συλλάβουνε οι στρατηγοί σου,
Είναι που μου χρειάζεσαι σε κάτι:
Να πας να πεις τα νέα στό θεό σου.

(Τέλος της πρώτης σκηνής της τέταρτης πράξης)












ΠΡΑΞΗ ΤΕΤΑΡΤΗ
ΣΚΗΝΗ ΔΕΥΤΕΡΗ
Τόπος: Ενδιαίτημα Σαφανία.
Πρόσωπα: Πόρνη, Σαφανίας.

ΠΟΡΝΗ
(συνεχίζοντας συζήτηση με τον Σαφανία)
…Κι όλοι θα σε φωνάζουνε "Θεέ μου"
Και μέγας συ θα κυβερνάς τον κόσμο
Και δίπλα σου εγώ θα καμαρώνω:
 Η πιο αγαπημένη συντροφιά σου.
Ωραία δε θάναι τότε Σαφανία;

ΣΑΦΑΝΙΑΣ
Θα ’ναι. Μα τάχεις όλα κανονίσει;
Δε θα σκοντάψει πουθενά το σχέδιο;
ΠΟΡΝΗ
Δε θα σκοντάψει. Όχι. Εγώ το λέω.
Οσο οι Άγγελοι μ' αποζητούνε
Κι όσο η τρύπα μου τους διασκεδάζει
Σχέδιο δικό μου-όχι-δε σκοντάφτει.
ΣΑΦΑΝΙΑΣ
Μη μου θυμίζεις πως οι Άγγελοι όλοι
Σε θέλουνε καθένας για δικιά του.
Αυτό δε θέλω ούτε να τ’ ακούω.
Θέλω να είσαι πάντοτε δική μου.
Καταδική μου-μόνο εγώ να σ' έχω.
Οταν σε βλέπω μ' άλλους να πηγαίνεις
Δεν ξέρω, μα νομίζω-άκου τώρα…
Πως άγγελος εγώ, μα, ναι, υποφέρω.
Α! Πόρνη! Τι γλυκιά πούσαι φτιαγμένη!
Και τι υπέροχο είναι τ’ όνομα σου!
Πόρνη! σα θεία Ηχεί μια μελωδία!
ΠΟΡΝΗ
Εμένα Σαφανία δε μ' αρέσει.
ΣΑΦΑΝΙΑΣ
Μη χολοσκάς αγάπη μου για τέτοια
Ας βρούμε αμέσως ένα όνομα άλλο
Κι ας πούμε σ' όλους έτσι να σε λένε.
Τι θάλεγες ας πούμε για… Πουτάνα;
ΠΟΡΝΗ
Οχι. Πολύ το στόμα το γεμίζει.
ΣΑΦΑΝΙΑΣ
Εταίρα; Ιερόδουλη; Κυρία;..
ΠΟΡΝΗ
Κυρία πιο καλά μ’ αρέσει απ' όλα.
ΣΑΦΑΝΙΑΣ
Ομως αγαπημένη μου για στάσου.
Αν όνομα εγώ σου δώσω άλλο
Δε θα θυμώσει τότε ο Εωσφόρος;
Γιατί δικό του είναι τόνομά σου.
ΠΟΡΝΗ
(θυμωμένη)
Ακουσ' εδώ, εγώ είμαι η Πόρνη.
Το ικανότερο στον κόσμο πλάσμα.
Το πλάσμα που ξεπέρασε τον πλάστη.
Ξέρεις καλά-γι αμέτρητους αιώνες
Αδικα ο Εωσφόρος προσπαθούσε
Την εξουσία απ’ το θεό ν' αρπάξει.
Κι εγώ σε λίγες μέρες τόχω κάνει.
Και δίπλα μου δε θέλω νάχω Αγγέλους
Που τον Εωσφόρο έτσι να φοβούνται.
Καλά, λέγε με Πόρνη ως την ώρα
Που θα τον διώξουμε τον Εωσφόρο.
 Αλλ’ από κει και ύστερα «Κυρία»
Και συ και όλοι οι άλλοι θα με λέτε.
Μα Σαφανία μου τον Εωσφόρο
Αν έτσι σα λαγός τόνε φοβάσαι
Πώς περιμένεις να τόνε νικήσεις;
Αν είναι αυτός ακόμα ο κύριός μας
Είναι γιατί δεν ένιωσες ακόμα
Ότι αυτός μπροστά σε μας τους δύο
Είναι ο πιο αδύναμος. Ποιος είναι
Που ’κανε οι Άγγελοι κι αλλάξαν πίστη;
Που το θεό μ' ένα φιλί εκθρονίζει;
Που ορκίζονται Άγγελοι σ' αυτόν μυριάδες
Και που όλοι τόνε θέλουνε δικό τους;
ΣΑΦΑΝΙΑΣ
Εσύ. Εσύ  'σαι όλα αυτά καλή μου.
Εσένα όλοι θέλουν οι Άγγελοι.
ΠΟΡΝΗ
Αυτοί με θέλουνε, το δίχως άλλο.
Εγώ όμως άρχισα να μη τους θέλω.
Και ξέρεις το γιατί;
ΣΑΦΑΝΙΑΣ   
Πώς να το ξέρω;
ΠΟΡΝΗ
(γαλίφικα)
Είναι γιατί εσένα έχω γνωρίσει.
Που μου αρέσεις πιο πολύ απ’ τους άλλους.
Ξέρεις καλά το πόσο σ' αγαπάω
Και πόσο θάθελα μόνον εσένα.
Μα κι αν τους άλλους όλους παρατήσω
Θαρρείς αλήθεια ότι θα μπορέσω
Μακριά μου να κρατώ τον Εωσφόρο;
Γι αυτό να τον ξεφορτωθούμε πρέπει.
Αυτός μονάχα να διατάζει ξέρει.
Κι αν πάω να του πω καμι κουβέντα
"Είμαι ο Πλάστης σου" μου λέει "Πόρνη,
Υπάκουε τυφλά λοιπόν σε μένα".
Θέλεις προτού κοντά σου Σαφανία
Κάθε φορά την τρύπα μου να έχεις  
Την άδεια να ζητάς του Εωσφόρου;
Θέλεις κοντά σου νάχεις μια γυναίκα
Που ό,τι θέλουν οι άλλοι να την κάνουν;
Αλλά κι αυτό αν πούμε πως το στέργεις,
Μα πες μου αγαπημένε Σαφανία
Μπορείς να με μοιράζεσαι με κείνον;
ΣΑΦΑΝΙΑΣ
Οχι. Ποτέ... Μα όμως… πώς θα γίνει;..
ΠΟΡΝΗ
Αν ο Εωσφόρος ικανός εστάθη
Να ρίξει ένα θεό, ένας Σαφανίας
Τον Εωσφόρο δεν μπορεί να ρίξει;
ΣΑΦΑΝΙΑΣ
Αγάπη μου γλυκιά, θα κινδυνέψω…
ΠΟΡΝΗ
Ετσι δικιά σου όμως θα είμαι πάντα.
Εξάλλου αν κάτι τέτοιο αποφασίσεις
Θαχεις βοηθό σου ικανόν εμένα.
Ποιός τάχει καταφέρει όλα ως τώρα;
ΣΑΦΑΝΙΑΣ 
Σωστά μιλάς. Γιατί ο Εωσφόρος
Κι όχι αντί γι αυτόν ο Σαφανίας;
Μα πώς τους άλλους όλους θα τους πείσεις
Οτι την τρύπα σου για μένα μόνο
Και για κανέναν άλλο θα την έχεις;
Γιατί γι αυτήν θα κάνω ό,τι θα κάνω…
ΠΟΡΝΗ
Ορθά κοφτά αν έτσι θα τους πούμε
Οι Άγγελοι θα επαναστατήσουν.
Κάτι να βρούμε πρέπει Σαφανία.
Και μάλιστα χωρίς ν' αργούμε. Σκέψου.
ΣΑΦΑΝΙΑΣ 
...Να σ’ έχω μες στο δώμα μου κρυμμένη
Και μόνο εγώ πού βρίσκεσαι να ξέρω;..
ΠΟΡΝΗ
Οχι. Θα είμαι σαν φυλακισμένη.
ΣΑΦΑΝΙΑΣ 
…Να πεις πως έπαψες να έχεις τρύπα;..
ΠΟΡΝΗ
Θα με ξεσκίσουν να βεβαιωθούνε.
Μικρά τα ψέματά σου Σαφανία.
Εδώ ένα ψέμα θέλουμε μεγάλο.
ΣΑΦΑΝΙΑΣ
Πάλι ας προσπαθήσουμε..
ΠΟΡΝΗ
Το βρήκα!
ΣΑΦΑΝΙΑΣ
Πες το λοιπόν…
ΠΟΡΝΗ   
Το βρήκα Σαφανία!
Γάμος! Το πράγμα έτσι θα το πούμε
Που από τη δύσκολη πούρθαμε θέση
Αυτό βοηθός μας θάρθει να μας βγάλει.
Θα πούμε ανίερο κάτι πως είναι,
Κι ότι αν μ’ αυτό οι δυο μας ενωθούμε
Τότε στον ένανε θ’ ανήκει ο άλλος
Και πιά εγώ δική σου μόνο θάμαι.
Κι άλλος δε θα με χαίρεται κανένας.
Κι άξια θα κυβερνάς τότε τον κόσμο
Εσύ, ο νέος Θεός, ο Σαφανίας.
ΣΑΦΑΝΙΑΣ
Κι αυτό γιατί να το πιστέψουν οι άλλοι;
ΠΟΡΝΗ
Έκανα μία σκέψη Σαφανία.
Όλοι εκεί θα είναι καλεσμένοι.
Ντυμένοι όλοι γιορτινά θα είναι,
Δώρα θα πούμε ότι ο καθένας
Θα πρέπει να μας φέρει όταν έρθει,
Τέλος θα κάνουμε και ό,τι άλλο
Σκεφτούμε ως τότε που καινούργιο να ’ναι
Πέρα από τα γνωστά καθημερνά μας…
Κι έτσι που θα ’χουμε τη μέρα εκείνη
Με τόσα νέα κι ωραία στολισμένη,
Δεν θα μπορεί κανείς να την ξεχάσει
Κι έτσι δε θα ξεχνάει και τον σκοπό της
Που ’ναι απολειστικά εσύ να μ’ έχεις.
Αυτό μου ήρθε. Σκέψου και συ κάτι.
ΣΑΦΑΝΙΑΣ
Τι να σκεφτώ εγώ γλυκιά μου Πόρνη…
Συ έχεις πάντα τις καλές ιδέες.
Κι αυτή ήταν μία από τις πιο καλές σου.
 Λες να νικήσουμε τον Εωσφόρο;

ΠΟΡΝΗ
Με μένανε κοντά σου μη φοβάσαι.
Πες ότι κιόλας εισ’ ο Θεός ο νέος.
ΣΑΦΑΝΙΑΣ
Κόβει πολύ κι ιδέες κατεβάζει
Αστραφτερές το έξυπνο μυαλό σου.
ΠΟΡΝΗ
Του Εωσφόρου ομοίωση δεν είμαι;
Ολα δεν έχω τα χαρίσματα του;
Κι έχω επιπλέον όπλο ένα μέγα
Περσότερο από κείνονε: την τρύπα.
ΣΑΦΑΝΙΑΣ
Σ' αυτό περσότερο υπολογίζω.
Μα μόνο ως να τον βάλουμε στο χέρι.
Γιατί μετά η τρύπα σου δική μου-
Καταδική μου μοναχά θα είναι.
ΠΟΡΝΗ
Ησύχασε καλέ μου. Ολη δική σου
θα μ’ έχεις και την τρύπα μου κι εμένα.
Φτάνει να διώξουμε τον Εωσφόρο.
Γιατί ο Θεός πες έχει κιόλας φύγει
Ετσι που δυνατούς τόσο μας ξέρει.
Μένει λοιπόν μοναχά ο Εωσφόρος.
ΣΑΦΑΝΙΑΣ 
Λοιπόν σου δίνω την υπόσχεση μου 
Οτι τον Εωσφόρο θα τον διώξω.
Τί λες γι αυτό ωραία μου Κυρία;
ΠΟΡΝΗ
Λέγε με ακόμη Πόρνη Σαφανία.
Ωσπου να τόνε διώξουμε και κείνον.
Μα ή Πόρνη όμως με πεις είτε Κυρία,
Γρήγορα όλα πρέπει να γινούνε.
ΣΑΦΑΝΙΑΣ
Ισως δικοί του κάποιοι αντιδράσουν.
Μα ξέρω τα τρωτά σημεία όλων
Και λέγοντας δυο λόγια στον καθένα
Εύκολα λέω θα τους ησυχάσω.
ΠΟΡΝΗ
Δε θάχεις δυσκολία να τους πείσεις.
Μ’ αν ναι, τότε σε μένα να τους στείλεις.
Ξέρω εγώ τον τρόπο να τους πείσω.
ΣΑΦΑΝΙΑΣ
Μα Πόρνη μου, κι ο Γάμος τι θα γίνει 
Αν να τους πείθεις πάλι ξαναρχίσεις;
ΠΟΡΝΗ
Κουτέ! Μονάχα ως να στεριωθούμε.
Μετά όπως είπαμε-μόνο δική σου.
Πήγαινε τώρα σαν καλό αγγελάκι
Για να διαλέξεις κείνους που θα βάλεις
Να δέσουν χέρια πόδια τον Εωσφόρο
Και να μαδήσουν τα μακριά φτερά του.
Και σε κανένανε μιλιά. Εντάξει;
ΣΑΦΑΝΙΑΣ
Εντάξει Πόρνη μου αγαπημένη.
(βγαίνει)

(τέλος της δεύτερης σκηνής της τέταρτης πράξης)






ΠΡΑΞΗ ΤΕΤΑΡΤΗ
ΣΚΗΝΗ ΤΡΙΤΗ

Πρόσωπα: Εωσφόρος, Γαβριήλ. Θεός.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ

Λοιπόν Γαβριήλ που είναι ο κύριος σου;
Ή να του πεις δεν τόλμησες τα νέα;
Μήπως τα μάζεψε και τόχει σκάσει;
ΓΑΒΡΙΗΛ 
Ο πρώτος Άγγελος του θεού μας είμαι.
Με μένα σου αρμόζει να μιλήσεις.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Να πας να πεις του θεού να ’ρθει. Πού είναι;
ΓΑΒ
Αφού εδώ εμένα να είμαι βλέπεις
Κάπου κοντά θα είναι κι ο κύριός μου.
Ό,που αυτός πηγαίνει, εκεί θα μ' έβρεις,
Δεν ειμ' εγώ προδότης όπως κάποιος
Που ιερό μην έχοντας και όσιο
Πισώπλατα καρφώνει το Θεό του.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Ω! Γαβριήλ! Τα λόγια σου σαν μέλι
Γλυκαίνουν ως τα βάθη την φυχή μου.
Γιατί για μένα είναι η προδοσία
Ο,τι ακριβώς για σένα είναι η πίστη.
ΓΑΒΡΙΗΛ
Ναι. Ξέχασα πως οι αναποδιές σου
Που έκρυβες καλά μέχρι τα τώρα
Ηρθαν ξανά μανά στην επιφάνεια
Ξεθαρρεμένες από ένα πλάσμα
Που όντας από σένανε φτιαγμένο
Ολη σου την κακία τούχεις δώσει.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Και ο Θεός τα ίδια έχει κάνει.
Γιατί λοιπόν με μένανε τα βάζεις;
Κι εκείνος ένα πλάσμα έχει φτιάξει
Και της Ουσίας του τόκανε να μοιάζει.
Εγώ έκανα το ίδιο με την Πόρνη.
ΓΑΒΡΙΗΛ
Ο Αδάμ είναι γεμάτος καλωσύνη.
Κι όχι κακία όπως ειν' η Πόρνη.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Γαβριήλ όλο τα ίδια και τα ίδια.
Με σένα δεν μπορώ να συζητήσω
Γιατί στενόμυαλος είσαι πλασμένος.
Τράβα και φέρε το Θεό μπροστά μου.
Εκείνος μυαλωμένος καθώς είναι
Κι ως βλέπει πως εγώ τη δύναμη έχω
Τον πόλεμο ίσως θα τον αποφύγει
Τράβα Γαβριήλ και φέρε το Θεό σου.
Με κείνονε σαν ίσος θα μιλήσω
Και σαν καλλίτερος του θα κερδίσω.
ΓΑΒΡΙΗΛ
Λοιπόν και διαταγές μου δίνεις τώρα;
Ποιος σου έδωσε γι αυτό την εξουσία;
Α, μα εσύ πια τόχεις παρακάνει.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Εμπρός Γαβριήλ, πες του θεού σου να ’ρθει.
ΓΑΒΡΙΗΛ
Οχι αν δεν πάρεις πίσω κείνο που είπες.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Τί απ’ όλα; Γιατί έχω πει καμπόσα.
ΓΑΒΡΙΗΛ
Οτι στενόμυαλος εγώ είμαι τάχα.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Γιατί να πάρω πίσω μιαν αλήθεια;
Ολοι αυτό το βλέπουν και το λένε.
ΓΑΒΡΙΗΛ
Αυτό το λόγο αν δεν πάρει,ς πίσω
θα φύγεις από δω σε λίγη ώρα
Με την ουρά σου κατω από τα σκέλια.

ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Και τάχα ποιός γι αυτό θα μ' αναγκάσει;
ΓΑΒΡΙΗΛ
Εγώ. Μ’ αυτή που βλέπεις τη ρομφαία.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Βλέπω γυρεύεις ρομφαιομαχία.
Από τα χτες γυρεύοντας πηγαίνεις.
ΓΑΒΡΙΗΛ
Με νικημένο εσένα που θα λήξει.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Γαβριήλ, την τόση πίστη και αγάπη
Που έχεις στον κύριό σου, τη θαυμάζω
Κι εύχομαι τέτοια πίστη  να κρατάει
Κι ο Σαφανίας για μένα-τον κύριό του.
Δεν ήρθε η ώρα όμως της ρομφαίας.
Αυτό θα το αποφασίσει ο κύριός σου.
Θα μάχομουν ενάντια σου, μα νοιώθω
Πως άδικα θ’ αγωνιστούμε οι δυο μας,
Αφού τη νίκη του κακού τη βλέπω
Ενάντια στο καλό γοργά να φτάνει
Και δίχως πόλεμο θα επικρατήσω.
Μα αν επιμένεις να αναμετρηθούμε
Έτοιμος τέλεια είμαι. Και αλήθεια
Τη νίκη τη μεγάλη που αφέντη
Στου κόσμου μας τα  πλάτια θα με κάνει
Ταιριάζει στον Εωσφόρο να την πάρει
Οχι χωρίς και μια πληγή να δώσει
Σ' ενός εχθρού φτερό, κεφάλι, πόδι.
Ετοιμος το λοιπόν όταν θελήσεις.
ΓΑΒΡΙΗΛ
Αμέσως Τώρα. Κι αν ντροπή θα πάρω
Φεύγοντας από σένα νικημένος
Θα έχω χάσει όμως τιμημένα
Γιατί τιμώντας τον κύριό μου χάνω.
(βγάζει τη ρομφαία του)
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
(βγάζει τη ρομφαία του)
Εμπρός λοιπόν. Η ψεύτικη φιλία
Τόσων νερόβραστων χιλιετηρίδων
Ας τρέξει σα ζωάκι ταραγμένο
Από το βρόντο που η μια ρομφαία
θα κάνει απά' στην άλληνε χτυπώντας.
 (Μπαίνει ο Θεός)
ΘΕΟΣ
Γαβριήλ βάλε στη θήκη τη ρομφαία.
(ο Γαβριήλ υπακούει)
Οσο για σένα μιαρέ Εωσφόρε
Μνήμες ας μην ξυπνάμε περασμένες
Κι ας δούμε τι θα γίνει με τα τώρα.
Είπες να μου μιλήσεις ότι θέλεις.
(Ο Εωσφόρος βάζει στη θήκη τη ρομφαία)
Καλά έχεις δουλέψει με την Πόρνη
Και τους Αγγέλους μου έχεις ξεσηκώσει.
Δύσκολη  η θέση μου είναι αλήθεια.
Το σκέφτηκα το πράγμα όλη τη νύχτα
Κι ήρθα μια πρόταση για να σου κάνω.
Το πλάσμα πούχεις πλάσει να χαλάσεις.
Χάλασ’ το και χωρίζουμε στα δύο
Τον κόσμο, κι ο μισός είναι δικός σου.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Κουτός θα ήμουνα. Όλος σε λίγο
Κι όχι ο μισός μονάχα θα μου ανήκει.
ΘΕΟΣ
Χάλασ’ το και δικός σου ο κόσμος όλος.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Χωρίς την Πόρνη συ κερδίζεις πάλι.
Λοιπόν την Πόρνη μου δεν τη χαλάω.
Αυτή μαζί με μένα σε λιγάκι
Αφέντρα θάναι σ’ όλονε τον κόσμο.
ΘΕΟΣ
Θα είναι αφέντρα μα με σένα όχι..
Θα είναι αφέντρα με τον Σαφανία.
Γιατί, πάλαι ποτέ καλέ μου φίλε
Και τωρινέ μου αντίπαλε Εωσφόρε,
Η Πόρνη ανήκει πια στον Σαφανία
Και θα σε διώξουνε μαζί με μένα.
Άδικα κόπιασες να τήνε φτιάξεις.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Ο Σαφανίας το μυαλό δεν έχει
Ώστε να ηγηθεί στις λεγεώνες
Που μέχρι χτες ορκίζονταν σε μένα.
ΘΕΟΣ
Λιγόμυαλος αλήθεια ο Σαφανίας.
Όμως η τρύπα που έδωσες στην Πόρνη
Κυβερνημένη απ’ το μυαλό το ίδιο
Το σα δικό σου που της έχεις δώσει,
Αυτή έκανε το θαύμα που εκείνο
Κάνει τους δυό μας τώρα να μιλάμε.

ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Αν και ποτέ ψέμα εσύ δεν είπες
Ισως εδώ να κάνεις κάποιο λάθος.
Μα κι έτσι όπως λες το πράγμα να ’ναι
Αυτό αφορά τον Σαφανία και μένα.
Εγώ ακόμα ο αρχηγός τους είμαι
Γι αυτό με μένανε θα κουβεντιάσεις.
Και σου προτείνω να μην μπεις σε αγώνα
Γιατί θα χάσεις είτε εγώ αρχηγεύω
Είτε η Πόρνη με τον Σαφανία.
ΘΕΟΣ
Η Πόρνη-αφέντρα του Κακού στον κόσμο…
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Ο άνθρωπος θα πονά.
ΘΕΟ   
Καλό ειν' ο πόνος;
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Απ’ τη χαρά καλλίτερος.
ΘΕΟΣ   
Πώς έτσι;
Απ’ τη χαρά καλλίτερος ο πόνος;
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Και βέβαια καλλίτερος. Με κείνον
Θάχει ο άνθρωπος κάτι να κάνει.
Για να τον πολεμήσει θα κινείται.
Θα προσπαθεί, θ’ αναζητάει, θα πράττει.
Τα είδες τα κατάντια της χαράς σου.
Ο Αδάμ βαρέθη κιόλας τη ζωή του.
Ετσι τα πλάσματα σου θέλεις νάναι;
Το θάνατο να θέλουνε να βρούνε;
ΘΕΟΣ
Μα συ το θάνατο τους ετοιμάζεις
Χωρίς καθόλου να σου τον ζητήσουν.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Θα τον ζητάν αφού θα ’χουνε ζήσει
Κι απ' τη ζωή τους κουρασμένοι θάναι.
ΘΕΟΣ
Οσο για κούραση βέβαια θα ’χουν
Αφού μαζί τους θα ’χουνε την Πόρνη.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Η Πόρνη! Ναι. Ο σύντροφος του άντρα.
ΘΕΟΣ
Κακία, υποκρισία, δόλος, ψέμα,
Κακοβουλία, φθόνος, απιστία,
Βρωμιά ψυχής και νου θάχει το πλάσμα
Που στον Αδάμ μου δίπλα συ θα βάλεις.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Ναι. Κι απονιά κι επιδειξιομανία,
Και παραλογισμό, και πονηρία,
Κι ό, τι κακό κατέχω εγώ κι ωραίο
Ολα η Πόρνη μέσα της θα τάχει.
ΘΕΟΣ
Πέφτω στα πόδια σου και σε ικετεύω.
Κατάστρεψε το πλάσμα πούχεις φτιάξει.
Σου παραδίνω αν αυτό θα κάνεις
Οχι μονάχα τα ηνία του κόσμου
Αλλά και κάθε που έχω εξουσία.
Θάμαι κι εγώ απ’ τους Αγγέλους σου ένας.
Και ολ' αυτά δικά σου δίχως μάχες
Που τέλος ποιο έχουνε κανείς δεν ξέρει.
.ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Το πλάσμα που έφτιαξα δεν το χαλάω
Αφού αυτό τη νίκη μου έχει φέρει.
Και μάχες δε θα υπάρξουν. Πίστεψε με.
Γιατί κι οι δύο ξέρουμε ποιo θα ’ταν
Το αποτέλεσμα τέτοιου πολέμου.
Με το γλυκό η Πόρνη το φιλί της
Χωρίς αγώνα καν θα σε νικήσει.
ΘΕΟΣ
Αν πιάναν οι κατάρες μου σε σένα
Την πιο βαριά μου θα σου είχα δώσει.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Φύλα τες για τα δόλια πλάσματά σου
Αν κάνεις κάποτε κι άλλο κανένα.
Οσο για με, πλάσμα δε θέλω άλλο.
Η Πόρνη κι ο Αδάμ θα μου χαρίσουν
Πλάσματα τόσα… Κι όλα για Θεό τους
Εμέ μονάχα-εμένα θα δοξάζουν.

ΘΕΟΣ
Με νίκησες πριν πόλεμο να κάνω.
ΓΑΒΡΙΗΛ
Θεέ παρακαλείς τον Εωσφόρο;
Τ' είναι αυτό τα μάτια μου που βλέπουν;
Και τώρα παραδίνεσαι σ’ αυτόνε;
ΘΕΟΣ
Γαβριήλ, όλος αλώθηκε ο στρατός μας.
Ας μη καλέ μου τρέφουμε αυταπάτες.
(Στον Εωσφόρο)
Λοιπόν αυτό που θέλεις τόχεις κάνει.
Δικός σου είναι ο κόσμος που ’χω πλάσει.
Ενίκησες. Θα φύγω από τον κόσμο
Με τους πιστούς που μου ’χουν απομείνει.
Μια χάρη θέλω μόνον από σένα.
Άσε να πάρω τον Αδάμ μαζί μου.
Εγώ τον έπλασα. Δίχως του αν φύγω
Ενα κομμάτι μου εδώ αφήνω.
Πλασμένονε τον έχω σαν και μένα
Και μένοντας μαζί σου θα υποφέρει
Και από σένα και από την Πόρνη
Που έχεις πλάσει κοροϊδεύοντας με.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Αλλά, Θεέ, με κάνεις και γελάω.
Για τον Αδάμ έχουνε γίνει όλα.
Αν έπλασες ετούτονε τον κόσμο
Τόκανες γιατί μέσα του να βάλεις
Ηθελες τον Αδάμ-το πλάσμα εκείνο
Που από σένα θάτανε φτιαγμένο.
Και βέβαια τον προόριζες να γίνει
Μόνος του Κήπου αφέντης πάνω σ' όλα.
Μον' απ' αυτό μπορώ να καταλάβω
Πως κάποια ο Αδάμ έχει αξία.
Λοιπόν δεν πρόκειται να σου επιτρέψω
Μαζί σου φεύγοντας κι αυτόν να πάρεις.
Βγαλτο τελείως αυτό από το νου σου.
Κι όπως σου έχω πει: αύριο πριν φέξει
Να έχεις αδειασμένη τη γωνιά μου.
ΘΕΟΣ
Φεύγω λοιπόν. Αλλά καλά να ξέρεις
Πως δύσκολο θα σου είναι τον Αδάμ μου
Να τόνε κάνεις όργανο δικό σου-
Τη θεΐκή εντός του έχει φλόγα.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Κακόμοιρε Θεέ. Στα λόγια ψάχνεις
Να βρεις παρηγοριά. Δεν ξέρεις τάχα
Πως μ’ ένα φύσημα δύναται η Πόρνη
Και τον Αδάμ και σένανε να σβήσει;

(τέλος της τρίτης σκηνής της τέταρτης πράξης, και της τέταρτης πράξης)













ΠΡΑΞΗ ΠΕΜΠΤΗ
ΣΚΗΝΗ ΠΡΩΤΗ

Χώρος: Υπαίθριος-πλάτωμα με γύρω παχύσκια δέντρα.
Πρόσωπα: Πόρνη, Ποιητής, Θεός, Εωσφόρος, Σαφανίας.

ΠΟΡΝΗ
(μόνη)
Τι εύκολο να κυβερνάει κανένας!
Αρκεί μονάχα νάχει μία τρύπα
Κι ό,τι θελήσει γίνεται αμέσως.
Ούτε βδομάδες τρεις δεν επεράσαν
Αφότου μ’ έπλασε ο Εωσφόρος
Και όλα τα κατάφερα ωραία.
Θεός διωγμένος απ' την εξουσία,
Αδάμ... άστον αυτόν τον κακομοίρη…
Οι Άγγελοι όλοι εμένα να υμνούνε
Κι ο Εωσφόρος έτοιμος κι εκείνος
Να πάει να χαθεί, κι όλη να μείνει
Η εξουσία στου Σαφανία τα χέρια
Πάει να πει στα χέρια τα δικά μου.
Γιατί απ’ τη στιγμή που έχει βάλει
Στην τρύπα μου το πράγμα του κι εκείνος,
Από κουτός που ήτανε ατός του
Κουτότερο αυτό τον έχει κάνει.
Εγινε αμέσως υποτακτικός μου.
Τί βρίσκουν όλοι αλήθεια εκει μέσα;
Ποιός ξέρει. Αλλά όμως τι με νοιάζει;
Κείνο που θέλω τόχω καταφέρει.
Χρειάστηκε να πω του Σαφανία
Οτι η τρύπα μου δική του θάναι,
Κι ύστερα ό,τι θέλω μου το κάνει.
Λες πως αλήθεια τούλεγα... Μα όμως
Κι αν υποθέσουμε ότι στ’ αλήθεια
Θάθελα μοναχά σ’ αυτόν να ανήκω
Δε θα μ' αφήνανε οι άλλοι αγγέλοι.
Γιατί καθένας τους όλο και κάποιο
Ωραίο πραγματάκι θα μου φέρει
Ζητώντας μου γι αντάλλαγμα την τρύπα.
Πώς ν' αρνηθείς όταν μπροστά σου βλέπεις
Χρυσά να λαμπυρίζουν τόσα ωραία
Που να μπορείς με κείνα να στολίσεις
Μύτη κι αυτιά και χείλια και ποδάρια,
Μαλλιά και στήθη και κοιλιά και χεριά;
Τόσα πολλά έχω μαζέψει τέτοια
Που φτάνουν χίλιες Πόρνες να σκεπάσουν.
Και όμως θέλω κι άλλα… κι άλλα… κι άλλα…
Μα τι ιδιότροπος κι ο Σαφανίας
Να θέλει άλλονε να μην αφήνω
Στην τρύπα μου το πράγμα του να βάζει...
Τι τον πειράζει αφού όταν θελήσει
Μπορεί κι εκείνος να μου την γεμίζει;
Ας είναι. Σε λιγάκι όλη δικιά μου
Η θεϊκή θα είναι η εξουσία,
Δίχως κανείς αντίρρηση να φέρει.
Γιατί αν φέρει, τότε αυτός ποτέ του
Μέσα στην τρύπα μου πάλι δε θάμπει.
Ας στολιστώ μ' άλλα στολίδια τώρα,
Να δω πώς μου πηγαίνουνε κι εκείνα…
(Αρχίει να δοκιμάζει τα στολίδια. Μπαίνει ο Ποιητής)
ΠΟΙΗΤΗΣ
Γεια σου κορμί χαμένο. Γεια σου Πόρνη.
ΠΟΡΝΗ
Γεια σου και σένα. Μα εσύ ποιος είσαι;
ΠΟΙΗΤΗΣ
Είμαι ο Ποιητής αυτού του έργου
ΠΟΡΝΗ
Του έργου;.. Ο Ποιητής;.. Καλά, ποιου έργου;
ΠΟΙΗΤΗΣ
Του έργου που μιλάει για όλα τούτα.
Για το Θεό και για τον Εωσφόρο,
Για τους Αγγέλους και για το τι όλοι
Πάθαν αφότου συ στη μέση εμπήκες.

ΠΟΡΝΗ
Θέλεις να πεις πραγματική δεν είμαι
Αλλά το πρόσωπο ενός είμαι έργου;
ΠΟΙΗΤΗΣ
Πραγματική δεν είπα πως δεν είσαι.
Είπα ο δημιουργός σου εγώ πως είμαι.
Και σένα κι όλων που κι εσύ γνωρίζεις.
ΠΟΡΝΗ
Και συ τι θέλεις μες σ' αυτό το έργο;
ΠΟΙΗΤΗΣ
Ηρθα με το θεό να πω δυο λόγια.
Ομως προτού, εσκέφτηκα για λίγο
Να μείνω και κοντά σου, να γνωρίσω
Κι από κοντά πόσο χυδαία είσαι
Και πόσο άμυαλη. Και πώς πουλιέσαι
Ολόκληρη για ένα στολίδι μόνο.
ΠΟΡΝΗ
Με γνώρισες λοιπόν; Πήγαινε τώρα.
ΠΟΙΗΤΗΣ
Κι εν' άλλο ακόμα. Ηρθα να σου φέρω
Κάτι που λείπει από τη ζωή σου.
Και που δε σκέφτηκε Άγγελος κανένας
Να σου το δώσει. Κάτι που χωρίς του
Τέλεια γυναίκα δεν μπορείς να είσαι.
ΠΟΡΝΗ
Μου κέντρισες μ' αυτά το ενδιαφέρον.
Τ' είναι λοιπόν εκείνο που μου λείπει;
(Ο Ποιητής βγάζει μπουκαλάκια και κουτάκια από την τσέπη του,)
ΠΟΙΗΤΗΣ
Αυτά-να βάφεσαι ον σιχαμένο.
Κι αυτά. Ν’ αρωματίζεσαι βρωμιάρα.
(Η Πόρνη ανοίγει τα κουτακια και αρχίζει να βάφεται και να αρωματίζεται)
ΠΟΡΝΗ
Πρέπει Ποιητή να ξέρεις τις γυναίκες.
Το δώρο σου καλλίτερο απ' όλα
Οσα μέχρι τα τώρα έχω πάρει.
Πες μου λοιπόν τι θέλεις από μένα.
Μήπως την τρύπα μου; Δική σου είναι.
Θες να σκοτώσω το θεό; Το κάνω.
Το Σαφανία θες να κοροϊδέψω;
Το κάνω. Θέλεις του θεού το μέρος 
Να πάρω ενεντίον του Εωσφόρου
Κι όλη να στρέψω την πορεία του κόσμου
Προς το θεό αντί προς τον Εωσφόρο;
Μια λέξη σου μονάχα και θα γίνει.
ΠΟΙΗΤΗΣ 
(Στον εαυτό του)
Για δες ο κόσμος-όλο του το μέλλον
Να κρέμεται από λιγο κοκκινάδι.
(Στην Πόρνη)
Δε θέλω τίποτ' από τούτα Πόρνη.
Μόνο να πας το θεό να μου φωνάξεις.
Πες του ναρθεί εδώ. Τον περιμένω.
ΠΟΡΝΗ
Ξέρεις τί τώρα μου ζητάς Ποιητή μου;
Να πάω στο θεό και να μιλήσω.
Μα σαν από μακριά με δει ακόμα
Θα τρέξει να χαθεί από μπροστά μου.
Τώρα δε θέλει ούτε να με βλέπει
Κι όχι να πάω και να του μιλήσω.
ΠΟΙΗΤΗΣ
Ξέρεις ότι μπορώ να σε χαλάσω
Ετσι απλά με μια μου μόνο λέξη;
Ακου ας πούμε τι μπορώ να γράψω:
Μιλάει ο Θεός "Αλλο δε μένει
Παρά την Πόρνη να εξαφανίσω.
Πήγαινε Γαβριήλ και χάλασε την".
Τι λες γι αυτό;
ΠΟΡΝΗ   
Και που τ’ ακούω τρέμω.
Οχι Ποιητή μου. Οχι, μην το κάνεις.
ΠΟΙΗΤΗΣ
Λοιπόν και δεν μπορώ να σου ζητήσω
Να πας και το θεό να μου φωνάξεις;
Τράβα λοιπόν.Το αχρείο σου κεφάλι
Πρώτο στο ψέμα και στην κοροϊδία.
Κάτι θα βρει ώστε κι αυτό να κάνεις.
Και γρήγορα, γιατί κρατώ μολύβι.
ΠΟΡΝΗ 
(Βγαίνοντας τρεχάτη)
Τρέχω αφέντη μου. Να ζήσω θέλω.
ΠΟΙΗΤΗΣ 
Ζωντόβόλο! Και πώς να τη χαλάσω
Που τότε ουτ’ εγώ δε θα υπήρχα
Ούτε κι ο κόσμος βέβαια ετούτος.
Και τότε… τότε πώς για ένα κόσμο
Ανύπαρκτο να γράψω θα μπορούσα;
Τί είπα τώρα; Τι βλακεία μεγάλη!
Και τότε πώς θα έγραφα αφού έτσι
Ούτε κι εγώ δε θα υπήρχα τότε;
Ουφ! Αρκετά ζαλίστηκα με τούτα.
Δεν ειμ' εγώ Θεός. Φτιάχνω μονάχα
Θεούς κι Άγγελους αλλά κι Εωσφόρους.
Τ' άλλα φροντίδα κι έργο ειναι εκείνων.
Είναι φρικτό το πράγμα όπως εγίνει.
Ομως αυτοί το κάνανε. Δε φταίω.
Εγώ απλά το περιγράφω μόνον.
Αδάμ και Πόρνη άμοιαστοι να είναι,
Τι τρομερό κακό για τους ανθρώπους.
Μα το Θεό να έρχεται ακούω-
Τόσο βαριά ποιος άλλος θα πατούσε.
Ισως αυτός απάντηση να δώσει
Στις απορίες πούφερα μαζί μου.
(μπαίνει ο Θεός)
ΘΕΟΣ
Γεια σου Ποιητή. Τί θέλεις από μένα;,
ΠΟΙΗΤΗΣ
Ξέρω πως ετοιμάζεσαι να φύγεις.

ΘΕΟΣ
Λοιπόν, τί το αξιόμεμπτο σε τούτο;
ΠΟΙΗΤΗΣ
Επλασες τον Αδάμ και τον αφήνεις
Στα χέρια του Εωσφόρου και της Πόρνης-
Ετσι φροντίζεις για τα πλάσματά σου;
ΘΕΟΣ
Προσπάθησα. Με νίκησ' ο Εωσφόρος.
ΠΟΙΗΤΗΣ
Ετσι λοιπόν απλά τα βλέπεις όλα!
"Προσπάθησα" και τέλειωσε και πάει;
Εκατομμύρια εκατομμυρίων
Το ξέρεις όντα πως θα δυστυχήσουν
Αν τον Εωσφόρο αφήσεις και την Πόρνη
Να διαφεντέψουνε τον κόσμο αυτόνε;
Επλασες τον Αδάμ. Προστάτεψέ τον.
Η' δόστου όπλα να νικήσει εκείνος
Αφού εσύ δειλιάζεις και το σκάζεις-
Δε φανταζόμουν ένα θεό ανάξιο.
ΘΕΟΣ
Οταν τον έπλασα δεν είχε ανάγκη
Από πολέμους κι από νίκες κι όπλα.
Ευτυχισμένος ζούσε μες στη φύση.
Δεν ήξερα τι θάκανε ο Εωσφόρος.
ΠΟΙΗΤΗΣ
Μα τι Θεός αν δε γνωρίζεις είσαι;
ΘΕΟΣ
Εχω πολλά στο νου μου και ξεχνάω.
Κι ακόμα ακόμα γέρασα-με βλέπεις.
ΠΟΙΗΤΗΣ
Μου φαίνεται ότι σωστά σε διώχνουν
Ετσι ξεκούτης πούχεις καταντήσει-
Αν κάποτε σωστά είχες τα μυαλά σου.
ΘΕΟΣ
Τα ’χα και τα παρά ’χα. Πώς φτιαχτήκαν
Ολα τα θαυμαστά μέσα στην πλάση;
Εγώ, στα νιάτα μου τα είχα φτιάξει.
Α! Τι ωραίες και κείνες οι ημέρες!
ΠΟΙΗΤΗΣ
 Ωστε ο Αδάμ λοιπόν είναι χαμένος
Κι όλοι του οι απόγονοι μαζί του;
ΘΕΟΣ
Τι θες να κάμω; Κι αν εδώ καθίσω
Πάλι ανίκανος θάμαι για κάτι
Αφού την εξουσία θάχει όλη
Ο Σαφανίας, του Εωσφόρου ο πρώτος,
Ή κι ίσως-ο μη γένοιτο- η Πόρνη.
Γι αυτό θα φύγω. Έγνιες και φροντίδες
Εξω απ' αυτό τον κόσμο έχω κι άλλες.
ΠΟΙΗΤΗΣ
Τουλάχιστο Αδάμ μη φτιάξεις κι άλλους
Στο Σύμπαν μέσα. Γιατί έτσι αν κάνεις
Κι αλλού τη δυστυχία θα σκορπίσεις.
ΘΕΟΣ
Πείρα έχω αποκτήσει με όλα τούτα
Και δε θα ξανακάνω το ίδιο λάθος.
ΠΟΙΗΤΗΣ
Πες μου όμως τον Αδάμ γιατί έχεις πλάσει;
Τί σ’ έσπρωξε σε πράξη τόσο απαίσια;
Τί τάχα μες στου άπειρου τα χάη
Σ’ έκανε ώστε ον να πλάσεις ένα
Που δύστυχο θα μένει στον αιώνα;
ΘΕΟΣ
Τέτοια λοιπόν ο Αδάμ έχει κατάντια;
Εκεί έφτασε το δημιούργημά μου;
ΠΟΙΗΤΗΣ
Πιό χάλια απ’ ό,τι θα μηχανευόταν
Και η δική σου ακόμα η φαντασία.
Πες μου γιατί τον άνθρωπο να πλάσεις;
ΘΕΟΣ
Παρέα ήθελα στη μοναξιά μου.
ΠΟΙΗΤΗΣ
Δε θέλω κι άλλη μια φορά ν’ ακούσω
Αυτά εγώ που σούβαλα στο στόμα.
Ασε λοιπόν τη μοναξιά στην πάντα
Και τούτη τη φορά πες την αλήθεια.
ΘΕΟΣ
Γιατί να σούλεγα όποιαν αλήθεια;
Αραγε θα μπορέσεις να τη νιώσεις;
ΠΟΙΗΤΗΣ
Αν τα κατάφερα ως εδώ να φτάσω
Δεν το νομίζεις ικανός πως είμαι
Ο, τι θα μούλεγες να καταλάβω;

ΘΕΟΣ
Είναι πικρή η αλήθεια που θ' ακούσεις.
Μα θα στην πω σ' αυτό αν επιμένεις.
ΠΟΙΗΤΗΣ
Πικρότερη απ' την πίκρα του ανθρώπου; 
Ναι. Επιμένω. Πες μου-γιά ποιο λόγο;
ΘΕΟΣ
Πολλά τα βάρη στου θεού τις πλάτες
Κι ήθελα κάποιονε να με βοηθήσει.
Γι αυτό τον άνθρωπο έκανα. Για νάχω
Κάποιον να μ’ αλαφρώνει το φορτίο.
Δεν έπαψα μ' αυτό Θεός να είμαι.
Λίγο κι εγώ ζητούσα ν' ανασάνω.
ΠΟΙΗΤΗΣ
 Τόσο οι άνθρωποι πολύ υποφέρουν
Που δεν πιστεύω βάρος νάχει μείνει
Τη θεία σου ύπαρξη να βασανίζει.
Κακόμοιρε άνθρωπε! Μια θεία ανάσα
Οχι ζωή μα θάνατο σου δίνει.
ΘΕΟΣ
Δίκιο έχεις. Δυστυχία στους ανθρώπους
Πολλήν η θέλησή μου έχει δώσει.
ΠΟΙΗΤΗΣ
Ετσι λοιπόν. Ωραία μα την αλήθεια
Κι όμορφα όλα τάχεις κανονίσει.
Οπως ο άνθρωπος το γαΐδουράκι
Φορτώνει με τα βάρη που εκείνος
Θα κουραζότανε να κουβαλήσει,
Ετσι και συ τα βάρη στους ανθρώπους
Φόρτωσες, που θα σου ’κοβαν την πλάτη.
Και περήφανεια βέβαια θα νιώθεις
Τέτοιος δημιουργός που είσαι μεγάλος
Να βασανίζεις το δημιούργημά σου.
Μα τι Θεός εσύ αλήθεια είσαι
Να ρίχνεις σ’ άλλονε βάρη δικά σου;
ΘΕΟΣ
Κουράστηκα κι εγώ. Λίγο ακόμα
Κι από τους πόνους θα λιγοθυμούσα.
ΠΟΙΗΤΗΣ
Θεός και να λιποθυμάει… Μα όμως
Μαζί τέτοια κουβέντα έχουμε στήσει
Και δε σε ρώτησα τούτο ακόμα
Κι ας ήτανε αυτό που πριν απ' όλα
Να μάθω ήθελα εδώ ερχόντας:
Τ’ ειν' ο Θεός; Τί είσαι τέλος πάντων;
ΘΕΟΣ
Οσα εσείς γνωρίζετε για μένα,
Τόσα κι εγώ για τον εαυτό μου ξέρω.
Ειμ' ο Θεός σας. Αλλά τον δικό μου
Τον θεό, ούτε κι εγώ τόνε γνωρίζω.
Ξέρω μονάχα ότι μ' έχει πλάσει.
ΠΟΙΗΤΗΣ
Κι εσύ δεν είσαι παρά ένα πλάσμα;
Δεν είσαι ο παντοδύναμος Θεός μας;
Ο παντεπόπτης; Ο άναρχος; Ο αιώνιος;
Κάποιος λοιπόν κι εσένα σ' έχει πλάσει;
ΘΕΟΣ
Οχι ακριβώς. Ποιητή έλα μαζί μου.
Βλέπεις την πόρτα αυτή καλά κλεισμένη;
Εξω απ' αυτήν αρχίζει ένας χώρος
(Ετσι δεν τόνε λέτε σεις οι ανθρώποι;)
Που συ ποτέ σου δε θα τον γνωρίσεις.
Είναι ο χώρος που εγώ μονάχα
Μπορώ να πάω σα θα το θελήσω.
Ο,τ ι απ' αυτή την πόρτα δώθε υπάρχει
Είναι ο κόσμος που εγώ έχω πλάσει
Και μέσα του βρισκόμαστε όλοι τώρα.
Στην άλληνε υπάρχει άλλος κόσμος
Που πνεύματα εντός του τριγυρνούνε.
Αλλά στην άκρη και του κόσμου εκείνου
Υπάρχει καλοσφράγιστη άλλη πόρτα
Που μητ' εγώ μπορώ να την περάσω,
Και που ποτέ ουτ’ εγώ δε θα γνωρίσω
Τι, πίσω της, κρυφό είναι κι από μένα.
Κατάλαβες Ποιητή; Αυτό ειν' όλο
Που από του Σύμπαντος ξέρω τα πλάτια.
Κάποιος λοιπόν κι εμένα μ' έχει πλάσει
Η' κάπως εχωρίστηκα από κείνον
Και τώρα μόνος βρίσκομαι εδώ πέρα.
Μόνο που εγώ δεν πλάθω με το νου μου
Ψεύτικες θεωρίες κι υποθέσεις
Για το θεό μου. Κι ούτε που ζητάω
Πέρα από δω που ορίστηκα να πάω.
Και τούτο δείγμα της σοφίας μου είναι
(Ετσι δεν τηνε λέτε σεις οι ανθρώποι;)
Τί άλλο θέλεις Ποιητή να μάθεις;
ΠΟΙΗΤΗΣ
Οχι πολλά ωστόσο. Μ' ό,τι ως τώρα
Εχω από κείνα που μου είπες μάθει
Σιγάσαν οι πολλές μου απορίες-
Σχεδόν στο ίδιο σκότος μένω πάλι
Μόνο πιό πάνω λίγο ανεβασμένος.
Ξέρω πως δεν μπορώ ποτέ να μάθω
Αφού ακόμα ουτ' ο Θεός γνωρίζει.
Μα γιατί όλη αυτή η ιστορία
Με τον Εωσφόρο και με τους Αγγέλους;
ΘΕΟΣ
Θεός κι αυτός. Δεν ειν' ο Εωσφόρος
Παρά η άλλη-η κακή μορφή μου.
Κι ο κόσμος μας δεν είναι παρά ό,τι
Από τη σύγκρουση και την κλαγγή τους
Γύρω απ’ τα δυό κι ανάμεσα γεννιέται.
ΠΟΙΗΤΗΣ
Πόσο αλήθεια θε μου μ’ έχεις κάνει
Οπως παιδί πατέρα να σου μοιάζω.
ΘΕΟΣ
Βλέπεις λοιπόν πώς όλα εξηγούνται;
Μα λέγε-ρώτα με-τι άλλο θέλεις;
Γιατί απ' ό,τι βλέπω με χαρά μου
Ο, τι σου λέω το καταλαβαίνεις.
Αριστος δάσκαλος ο πόνος είναι.

ΠΟΙΗΤΗΣ
Να ξέρεις, άθελα μου μαθητεύω.
ΘΕΟΣ
Δε δυσκολεύομαι να το πιστέψω.
Μονάχα που εγώ δεν είχα ορίσει
Τον πόνο για συντρόφι του ανθρώπου.
Αυτό το έχει ο Εωσφόρος κάνει
Κρυφά από μένα πλάθοντας την Πόρνη.
Μα μιας και, Ποιητή, ήρθες κοντά μου
Εχω κι εγώ ερωτήσεις να σου κάνω, 
Και συ αν βέβαια συμφωνείς σε τούτο.
Καιρός πολύς  έχει για σας περάσει
Αφότου τον προπάππο σου έχω πλάσει
Εκείνο τον ταλαίπωρο Αδάμη
Κι αφότου μ' έδιωξε ο Εωσφόρος,
Και τίποτα για τον Αδάμ δεν ξέρω.
Τί έκανε; Στη ζωή πώς επορεύτη;
Τί έχασε; Τί κέρδισε; Τί έχει
Πάνω στη γη παλεύοντας πετύχει-
Του τόπου όπου τον έστειλε να ζήσει 
Τον Κήπο αφότου πήρε, ο Εωσφόρος;
Ποιους δρόμους πέρασε; Ποια μάκρη εδιάβη;
Και πού να έχει φτάσει τάχα τώρα;
ΠΟΙΗΤΗΣ 
Ποτέ μου δεν επέρασε απ’ το νου μου
Πως κάποτε ο Θεός θα μου ζητούσε
Κάτι να του ειπώ που δεν το ξέρει.
Μα όσο ζει κανείς πολλά και βλέπει
Κι ακούει κι αιστάνεται όπου ποτέ του
Δεν επερίμενε να δει ή ν’ ακούσει.
Στην τελευταία την ερώτησή σου
Μπορώ μ’ ένα μου λόγο ν' απαντήσω.
Ανθρωπος πια ο άνθρωπος δεν είναι.
ΘΕΟΣ
Α! Δυστυχία! Πάει ο άνθρωπός μου;
ΦΩΝΗ ΕΩΣΦΟΡΟΥ
Ω! Τι ανείπωτη χαρά που νιώθω!
Οπως σχεδίασα γινήκαν όλα.
ΠΟΙΗΤΗΣ
Σαν τη φωνή μου μοιάζει του Εωσφόρου.
ΘΕΟΣ
Ναι. Αυτός ήτανε. Μας κρυφακούει.
Μα πες μου αυτό πώς τάχα έχει γίνει;
Πώς απ' τον κόσμο ο άνθρωπος εχάθη;
ΠΟΙΗΤΗΣ
Και δε σε νιάζει που ο Εωσφόρος
Ακούει ό,τι λέμε;
ΘΕΟΣ   
Δεν πειράζει.
Ετσι κι αλλιώς ο νέος αφέντης είναι-
θέλω δε θέλω θα τα μάθει όλα.
Πες μου λοιπόν την ιστορία τ' ανθρώπου.
Αφού κι εγώ άνθρωπο βρήκα έναν
Απόγονο του Αδάμ που έχω πλάσει
Ειν' ευκαιρία όλα να τα μάθω
Αυτά που τρέξανε αφότου η Πόρνη
Της Εύας πούπλασα πήρε τη θέση
Κι ο Εωσφόρος -ή ο Σαφανίας,
Συ ξέρεις ποιος-επήρε τη δική μου.
Κι αν μ’ όσα πεις ματώσεις την καρδιά μου
Φαίνεται ήρθε ο καιρός και πάλι
Να φορτωθώ τον πόνο και του ανθρώπου.
Πες μου τα Ποιητή. Ευτυχισμένος
Είναι μονάχα κείνος που δεν ξέρει.
ΠΟΙΗΤΗΣ
Ακου λοιπόν. Σαν έχασες το θρόνο
Η Πόρνη κι ο Αδάμ παιδιά γεννήσαν.
Αυτά γέννησαν άλλα, κι άλλα εκείνα,
Και γρήγορα η γη γέμισε ανθρώπους.
Και οι γυναίκες ήταν ίδιες Πόρνες
Κι οι άντρες του Αδάμ όλοι εμοιάζαν.
Κι όσοι εκτός απ’του Αδάμ το σώμα
Και στην ψυχή τους στον Αδάμ ταιριάζαν,
Κρατούσαν μες στη μνήμη τους ακόμα
Της θεϊκής  μορφής σου τα σημάδια
Και στην ψυχή τους κλείνανε τα δώρα
Που τον Αδάμ είχες μ' αυτά προικίσει.
Κι η μάχη που σταμάτησε εδώ πάνω
Ανάμεσα σε σε και τον Εωσφόρο
Και που με τη δική σου έληξε ήττα,
Συνεχιζόνταν άσβηστη εκεί πέρα.
Γιατί κι αν θέλαν οι καλοί να φύγουν
Και να σωθούν καθώς εσύ είχες κάνει
Αλλά δεν είχανε αλλού να πάνε-
Η γη το μόνο μέρος που γνωρίζαν.
ΘΕΟΣ
Κακόμοιρε Αδάμ!Αλλά για πες μου.
Και σας σας ενικήσανε οι Πόρνες;
Νίκησε το κακό στη γη επάνω;
ΠΟΙΗΤΗΣ
Και πότε το καλό έχει νικήσει;
ΘΕΟΣ
Ο,τι μου πεις το δίκιο είναι δικό σου.
Μα τι να έκανα μιας κι οι αγγέλοι…
ΠΟΙΗΤΗΣ
Τα ξέρω θε μου. Μην αρχίζεις πάλι-
Του Εωσφόρου η συνωμοσία,
Η Πόρνη που μαυλίζει τους Αγγέλους,
Οι άγγελοί σου που αποστατούνε.
Η πτώση σου... καλά. Γνωστά ειν' όλα.
Μα μιαν ερώτηση μου έχεις κάνει.
Θέλεις αληθινά να σ' απαντήσω;
ΘΕΟΣ
Και βέβαια θέλω. Αν για τα παιδιά μου
Δεν εγνιαστώ, για τι άλλο τότε τάχα;
ΠΟΙΗΤΗΣ
Λοιπόν άκου τι έγινε πιο πέρα.
ΘΕΟΣ
Λέγε Ποιητή. Όλος αυτιά σ’ ακούω.
ΠΟΙΗΤΗΣ
Ετσι λοιπόν, με το κακό ν' απλώνει
Τα δυνατά του τα πλοκάμια ολούθε
Ολο λιγότεροι οι καλοί εμέναν.
Γιατί οι κακοί και τους σκοτώναν όλο,
Αλλά γιατί και βλέποντας συνέχεια
Κι ακούγοντας όλο κακά τριγύρω
Χωρίς να θέλουνε κι αυτοί ακλουθούσαν
Το δρόμο του κακού. Γιατί δε θέλαν
Δείχνοντας καλοσύνη να πεθάνουν.
Οι τελευταίοι απ’ όσους σε θυμόνταν
Λες και γνωρίζανε ότι και κείνοι
Γρήγορα θα χαθούνε μες στο πλήθος
Όσων σε είχανε αποξεχασμένον,
Η φλόγα έγιναν που κατακαίει
Ο,ποιο δεντρί μες στου κακού το δάσος.
Μέσα σ' αυτούς ανθούσε ο Αδάμ σου-
Εσύ ο ίδιος μέσα τους βρισκόσουν.
Κι αρχίσανε, μικροί θεοί εκείνοι,
Με το δικό σου στόμα να μιλάνε.
Μα οι στρατιές που η Πόρνη οδηγούσε
Τηνε κερδίσανε κι αυτή τη μάχη.
Κι έσβησε από τη γη κι η τελευταία
Η λάμψη της ουσίας σου της θείας.
Από κει κι ύστερα ράκη μονάχα
Από τη μορφή σου εμείναν κι από σένα.
Κι όλο και πιο μακριά σου ετραβούσε
Το άρμα της η σκέψη του ανθρώπου, 
Ωστε σε λίγο και αυτά τα ράκη
Πάψαν για τους ανθρώπους να υπάρχουν.
ΘΕΟΣ
Ετσι λοιπόν ολότελα εχάθη
Κάθε για μένα θύμηση στον κόσμο;
ΠΟΙΗΤΗΣ
Οχι ολότελα. Γιατί ήρθε η ώρα
Μετά  'πο τους μικρούς θεούς εκείνους
Κάποια μαγιά που εκείνοι είχαν αφήσει
Ζωή στη θεία να δώσει θύμησή σου. 
Οι άνθρωποι που έτσι σε γνωρίζαν
Παλιά μαζί με σένα κατοικούσαν
Κι είχαν με σένανε μαζί μιλήσει
Και φέρναν την καυτή μαζί τους λάβα
Του λόγου σου που οι άμοιροι οι ανθρώποι
Μετά τόσα χρόνια είχαν ξεχάσει.
Και λέγαν... και μιλούσαν στους ανθρώπους…
Και τους προετοιμάζαν την ψυχή τους
Να ενωθεί όπως παλιά με σένα
Θυμώντας τους ότι παιδιά δικά σου-
Πως δημιουργήματα δικά σου είναι.
Ανάκουστοι κι αυτοί όμως εχαθήκαν.
Οι άνθρωποι προχωρούσαν μαγεμένοι
Από της Πόρνης τα γλυκά τα νάζια
Κι απ’ τις Εωσφορικές της τις σειρήνες. 
Μετά, τα θλιβερά εκείνα όντα
Ήρθαν, οι Ποιητές, που είναι στη μέση
Του δρόμου που οδηγεί από το θείο
Ισα προς του χαμού μας τις αβύσσους.
Από τη μια η άβυσσος τους έλκει,
Από την άλλη συ τους μαγνητίζεις.
Οι Ποιητές μαζί σου δεν μιλήσαν.
Δεν έχουν εντολές πάρει από σένα.
Νιώθουν ελεύθεροι απέναντί σου.
Κι έτσι, από την σκέπη σου διωγμένοι
Μπορούνε όπως κρίνουνε να ζήσουν.
Κι αυτό και κάνουν. Ετσι ώρες ώρες
Κρύβονται κι από σένανε τον ίδιο
Και τριγυρίζουνε στον κόσμο μέσα
Ντυμένοι τα πολλά του τα στολίδια.
Κι άλλοτε πάλι εσένανε θυμώντας
Και κόσμο παρατάνε και στολίδια
Και χάνονται σε μιαν ανυπαρξία
Που μοιάζει να ’ναι η ίδια η δική σου.
Κι αφού στις κορυφές με σε δε ζούνε
Κι αφού τους λείπεις κι έχουνε δικούς τους
Τους πρόποδες του ηφαιστείου σου μόνο,
Στην ξεραμένη του τη λάβα επάνω
Καλλιεργούν τους όμορφους καρπούς τους.
Και ξέρεις πως η λάβα όταν κρυώσει
Αφράτο κι εύφορο γίνεται χώμα
Κι ό,τι φυτέψεις θα το μεγαλώσει.
Κι ο Ποιητής φυτεύει και φυτεύει.
Κι από το φως το εκτυφλωτικό σου
Που ανθρώπου μάτι να ’δει δεν τ’ αντέχει,
Παίρνει αυτός μια ανάκλασή του μόνο
Και με ’κεινής το απαλό το φέγγος
Οντα και πράγματα γλυκά φωτίζει.
Κι όντας το φως του έτσι τόσο ήπιο
Είναι καλόδεχτο από τις αιστήσεις
Ετσι όπως απαλό και χλιασμένο,
Και σαν ηδονικά ωραία τις ψαύει.
Οι Ποιητές, το Ιερό, που μόνοι
Αυτοί θυμούνται από τους ανθρώπους,
Μες στ’ αργαστήρι τους δουλεύοντάς το
Αλλη μορφή του δίνουν κι άλλο σχήμα
Και σαν Ωραίο στον κόσμο το προσφέρουν.
Και μέσα στα  ωραία ποιήματα τους
Το τρομερό ας βρίσκεται και τ' Αγιο-
Και κάτω από το φως το ποιητικό τους
Ας βρίσκεται το αβάσταχτο το φως σου
Οι άνθρωποι αυτό δεν το ξεκρίνουν
Και δέχονται ανύποπτοι την ποίηση
Που μέσα της του θεού το Λόγο έχει.
Κι αυτή 'ναι η αξία όλη κι όλη
Οι Ποιητές που έχουν και η δόξα:
Την έλλειψή σου που τους τυραννάει
Σε παρουσία σου να την αλλάζουν.
Την έλλειψη σου που τους τυραννάει
Σε υψηλό να μετουσιώνουν λόγο
(Απ’ τον ταλαίπωρο άνθρωπο ό,τι λείπει,
Κέντρισμα είναι για δημιουργία).
Μη τον Αδάμ και συ δεν έχεις πλάσει
Γιατί σου έλειπε και σένα κάτι;
ΘΕΟΣ
Οχι γι αυτό. Σου είπα ποια η αλήθεια.

ΠΟΙΗΤΗΣ
Το ίδιο είναι. Σου έλειπε ένας σκλάβος
Τη δυστυχία σου να κουβαλήσει.
Οι Ποιητές λοιπόν. Μα παν κι εκείνοι.
Τους διώξαν οι φιλόσοφοι που ήρθαν
Τελείως ξεκομμένοι από σένα
Ούτε σαν γείτονα μη ξέροντας σε.
Στον κόσμο τους θαμπό πέφτει το φως σου.
Αυτοί να ψάχνουν δεν ζητούνε όπως
Οι Ποιητές την ωραιότητα σου.
Τη λογική σου ψάχνουνε να βρούνε.
Ετσι δεν ξέρουν ούτε τι ζητάνε.
Προσωπική δεν έχουν γνωριμιά σου
Και μες στη μνήμη τους έχουν κρατήσει
Από τα τόσα τα γνωρίσματα σου
Λίγα. Κι αυτά εξωτερικά μονάχα.
Πως είσαι Ολον, ότι ένα σχέδιο
Ελλογο έχεις που σε κατευθύνει
Και ότι μιαν αόριστη συγγένεια
Πρέπει να έχουνε αυτοί με σένα.
Κι εύκολα σε κλειδώνουν μες σε μία
Κάθε φορά καινούργια θεωρία.
ΘΕΟΣ
Μακριά πολύ αυτοί από μένα είναι.
Και πώς τους δέχτηκε κι αυτούς ο κόσμος;
ΠΟΙΗΤΗΣ
Οπως τους άξιζε. Χωρίς να θέλει.
Γιατί ουτ' αυτούς τους ένιωσε καθόλου.
Μα κι αν τους καταλάβαινε, το ίδιο-
θάνιωθε για τα λόγια τους αηδία.
Σκέψου Θεέ χαζός πως βγήκε κάποιος
Από κείνους που λέω, τους φιλοσόφους,
Και "πάντων μέτρον άνθρωπος" τους είπε.
ΘΕΟΣ
Μόνο χαζός; Και ασεβής παιδί μου.
ΠΟΙΗΤΗΣ
Ε! Από τότε οι φιλόσοφοι όλοι
Βαλθήκανε τον άνθρωπο να ψάχνουν
Λες ότι ο Θεός ήταν εκείνος.
Αυτός απ' όλους πιότερο τον κόσμο
Τον έβλαψε, μαζί με κάποιον άλλο
Που εσκαρφιστηκε και είπε "ζώον
Κοινωνικόν" ο άνθρωπος πως είναι.
Και από τότε οι ανθρώποι όλοι
Να σ’ έβρουνε στην κοινωνία ζητούσαν
Κι όχι όπως έπρεπε μες στην ψυχή τους.
Κι όλη τη δυστυχία που τους φέρνει
Η ζωή κοντά του ένός τους με τον άλλο,
Τη δέχονται αγόγγυστα αφού είναι
Απ’ τη φιλοσοφία ευλογημένη!
Αυτά και οι φιλόσοφοι Θεέ μου-
Μ’ αυτό τον τρόπο βλάψαν τους ανθρώπους,
Να εξηγήσουν θέλοντας, και όχι
Να κάνουνε καλλίτερο τον κόσμο.
Και τώρα η ώρα έφτασε ν' ακούσεις
Το φοβερότερο απ' όσα ως τώρα
Σου έχω αράδιάσει, και που στο είπα
Αρχή αρχή με δύο μόνο λόγια-
Το πώς το πράγμα έγινε κι οι ανθρώποι,
Πάψανε πλέον άνθρωποι να είναι.
Πώς, λίγο λίγο έχοντας πλατύνει
Το δρόμο που τους πήγαινε μακριά σου
Ξάφνω το μέγα πήδημα εκάναν
Κι ολότελα χαθήκαν από σένα
Και στα βαθιά βυθίσανε τα σκότη.
(Μπαίνει ο Εωσφόρος)
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Για όλα τα κακά της Πλάσης τούτης
Δε θα ’θελα τη διήγηση να χάσω
Των όσων σώρεψα κακών στον κόσμο
Καθώς με τέχνη θα την ξεδιπλώνει
Ένα απ' τα δύστυχα τα θύματά μου.
ΠΟΙΗΤΗΣ
(γυρίζει και κοιτάζει προσεκτικά τον Εωσφόρο)
Είσαι ακριβώς καθώς σε φανταζόμουν.
ΘΕΟΣ
Και πώς το ξέρεις αν σου επιτρέπει
Ο Ποιητής να μείνεις και ν' ακούσεις;
ΠΟΙΗΤΗΣ
(στον Εωσφόρο)
Μείνε. Κρυφό δεν είναι. Ούτε ώρα
Πίσω απ' το δάχτυλό μας να κρυφτούμε.
Ο,τι έγινε πια πίσω δε γυρνάει.

ΘΕΟΣ
(στον Εωσφόρο)
Μόνο που ήσυχα να κάτσεις πρέπει
Για λίγη μόνον ώρα στη ζωή σου-
Μη τον διακόψεις όσο θα μιλάει.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Ξέρω τη θέση μου. Δε θα μιλήσω
Αυτό αν θέλει και ο Ποιητής μας.
ΠΟΙΗΤΗΣ
Ναι. Και γι αυτό μη συ παρακοπιάζεις.
ΘΕΟΣ
Λέγε λοιπόν και σπάραξ' την Ψυχή μου
Πες για τη δυστυχία των ανθρώπων.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Λέγε λοιπόν και δώσε στην ψυχή μου
Εκείνο που χαρά θα τη γεμίσει.
Πες. Με λαχτάρα περιμένω. Πες μας.
ΠΟΙΗΤΗΣ
Μετά λοιπόν απ' τους μικρούς θεούς μας
Και τους παλιούς πιστούς και τους Ποιητές μας
Κι απ' τους φιλόσοφους, σειρά τους ήταν
Ναρθούν οι επιστήμονες. Και ήρθαν.
Και ξαναπλάσαν τον δικό σου κόσμο
Στ' ανθρώπινα τα μέτρα-τα δικά τους.
Οι άθρωποι αυτοί μυαλό δεν έχουν
Ούτε για τ' Αγιο ούτε για τ' Ωραίο
Και ούτε για τ' Ορθό των φιλοσόφων. 
Το Χρήσιμο λατρεύουνε μονάχα.
Και ούτε το θεό, τ' Ολο ή το Ενα
Ψάχνουν. Αυτά ειν’ αδιάφορα για κείνους:
Του Μερικού η γνώση ο σκοπός τους.
Κι αυτό με όπλα δυό το καταφέραν.
Το ένα Παρατήρηση το λένε
Και τ’ άλλο Πείραμα. Μ' αυτά τα δύο
Τον υλικό τιθάσσεψαν τον κόσμο.
Μον' απ' αυτό μπορείς να καταλάβεις
Πως έργο τους ειν' η χειρωναξία.
Με άλλα λόγια ένας εργοδότης
Που κάθε τόσο άλλη δουλειά προστάζει
Χωρίς ανταμοιβή καμιά να δίνει.
Αντίθετα. Κι απίστευτο ας σου είναι,
Οσο το βίο πιο πολύ ευκολύνει,
Τόσο κοπιαστικός γίνεται εκείνος.
Και μες σ’ αυτή την εποχή που ζούμε
Επιστημονική που τηνε λένε,
Σ’ αυτήν οι άνθρωποι "δεν έχουν χρόνο".
Τόσο πολλά έχουν όλοι τους να κάνουν.
Τόσο πολλά και τόσο ασήμαντα όμως-
ασήμαντα τελείως για την ψυχή τους.
Ομως ψυχή πλέον αυτοί δεν έχουν.
Γι αυτό είναι που σου είπα πρώτα πρώτα
Πως πάψαν οι άνθρωποι άνθρωποι νάναι.
Μια δραστηριότητα φρενιτιώδης
Κι ένα κενό ακύμαντο εντός του,
Να τι τον γνωστικό χαρακτηρίζει
(Ναι, γνωστικό τον άνθρωπο τον λένε
Της εποχής μας, γιατί έχει λέει
Σκοπό και μόνη εγνοια του τη γνώση).
Οσο μακραίνουμε από σε Θεέ μου
Τόσο και πιο κινούμαστε και δρούμε.
Θεό δεν έχει ο γνωστικός γνωρίσει.
Σ’ αυτόν μνήμη καμία δεν του μιλάει
Για το θεό… για τη δημιουργία…
Γι αυτόν ο κόσμος είναι ό,τι υπάρχει
Εξω απ’ αυτόν. Κι αυτό γιατί εντός του
Νιώθει κενός σαν σπίτι ερημωμένο.
Γι αυτόν λοιπόν ο γύρω του ο κόσμος
Δικό σου δημιούργημα δεν είναι.
Είναι μια φυσική ενέργεια και ύλη
Χωρίς κάπου ν' αρχίζει ή να τελειώνει
Και δίχως νόημα να ’χει κανένα.
Αντίθετα ειν' αυτός που νόημα δίνει
Σ' όλα τριγύρω του (κι αυτό μονάχα
Για τις ανάγκες τις καθημερνές του).
Και, Θε, δεν έπλασες εσύ τον κόσμο, ΄
Εκείνος είναι εσέ που έχει πλάσει.
Η γη μας κάποτε αν ήταν φλόγα
Κι αν πάγος γίνει κάποτε στο μέλλον,
Κι ο άνθρωπος ζει "στο μεταξύ", στη μέση, 
Κι αν οι μικροί θεοί που πριν αιώνες
Από τη θύμησή σου  εδονούνταν
Βρίσκονταν στου φωτός τους μέσα κύκλους
Και μέσα κει γινόνταν κι οι ίδιοι φλόγα,
Τότε οι γνωστικοί, του πάγου εγγίζουν
Τους κύκλους Θε μου.
ΘΕΟΣ 
Ω! Αδάμ παιδί μου!
Με τι αγάπη που σε είχα πλάσει!
ΠΟΙΗΤΗΣ
Θε μου! Ο Γαβριήλ αν αγρυπνούσε
Να μη την Πόρνη φτιάξει ο Εωσφόρος!
Κι η Εύα κι ο Αδάμ νάταν οι δυό τους
Εκείνοι που ανθρώπους θα γεννούσαν
Και θα πλημμύριζαν τη γη με κείνους, 
Τότε η γνώση άγνωστη θα ήταν
Κι απλά και όμορφα όλα θα κυλούσαν.
Για τους ανθρώπους τι ευτυχία τότε…
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Τότε δε θα ’πληττε ο Αδάμ μονάχα
Παρά ο Αδάμ κι η ανθρωπότητα όλη.
ΘΕΟΣ
Οχι. Αλλά κι αυτό αν θα γινόταν
Κάτι θα εσκεφτόμουν τότε άλλο
Έτσι που ευχάριστα ν’ απασχολούνται.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Αν θα προλάβαινες. Γιατί και τότε
Αργός εγώ νομίζεις θα καθόμουν;
Μπορεί ας πούμε φίδι να γινόμουν
Και να ξεγέλαγα πάλι την Εύα
Τη γνώση έτσι καλά προσφέροντας της
Με τη μορφή όμορφου ας πούμε μήλου
Που ν’ αρνηθεί αυτή να μην μπορούσε.
ΘΕΟΣ
Ω! Υποθέσεις. Μα να υποθέσω
Μπορώ κι εγώ πως θα σε είχα πιάσει
Και θα σε είχα πα' στο χώμα λιώσει.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Εσύ δε μ' έπιασες όταν την Εύα
Είχα κατ’ απ' τα μάτια σου αφανίσει
Θα μ’ ανακάλυπτες όταν σαν φίδι
Στον Κήπο θάμουνα-τόσο μακριά σου;
ΘΕΟΣ 
Μπορεί ο Γαβριήλ ή κάποιος άλλος
Απ' τους δικούς μου να σε σταματούσε.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
 Ο Γαβριήλ; Αυτός κοιμάται όρθιος.
Ως για τους άλλους πού καιρό να βρούνε
Αφού όλο ύμνους ψάλλουνε σε σένα;
ΠΟΙΗΤΗΣ
Παρακαλώ. Ο,τι έγινε έχει γίνει.
Τ’ άλλα είναι λόγια δίχως σημασία.
Και να με συγχωρείτε που επεμβαίνω
Μα τίποτα τα λόγια δεν αλλάζουν.
ΘΕΟΣ
Δίκιο έχεις ποιητή. Θα σταματήσω
Να διαπληκτίζομαι με τον Εωσφόρο
Γιατί ν’ ακούσω θέλω κι ότι άλλο
Έχεις να πεις για σας-για τους ανθρώπους.
Μου αξίζει να πληγώνομαι ακούοντας
Των απογόνων του Αδάμ τη μοίρα.
ΠΟΙΗΤΗΣ
Έλεγα για της επιστήμης τα έργα
Όπου μεσουρανεί τώρα στον κόσμο.
Στη γνωστική λοιπόν την εποχή μας
Όλο που καταφέρνουν οι ανθρώποι
(Κι ας μη τους πρέπει να τους λέω έτσι)
Είναι με το έργο τους να φτιάχνουν όγκο.
Κι άριστα αλήθεια αυτό το καταφέρνουν.
Οι πόλεις τους συνέχεια μεγαλώνουν.
Οι μηχανές τους όλο και πληθαίνουν.
Κι αυξάνονται τα υλικά αγαθά τους,
Και το εθνικό εισόδημα ανεβαίνει.
Κι ειν’ όλες οι αξίες της εποχής μας
Αξίες της μάζας κι όχι του ανθρώπου.
Το μόνο που θα φέρει η εποχή μας-
Το μόνο που οπωσδήποτε θα φέρει
Είναι η αύξηση που οι διαστάσεις
Των υλικών της μεγεθών θα πάρουν
Καθώς ο άδειος χρόνος θα περνάει.
Μα στην ουσία η εποχή ετούτη
Τον άνθρωπο στ’ αλήθεια τον εμπαίζει.
Και κείνος αρρωστά, γερνάει, πεθαίνει
Ενώ τριγύρω του οι όγκοι οργούνε.
Ετσι κι η δύναμη της εποχής μας
Δαιμονική μια δύναμη έχει γίνει.
Καλό κακό σήμερα δεν υπάρχουν.
Η πάλη έχει των δυό τους στον καιρό μας
Σε Βλαβερό κι Ωφέλιμο ξεπέσει.
Και κείνη η υψηλή μυσταγωγία
Του Ωραίου και του Ασχημου έχει γίνει
Χρήσιμο κι Άχρηστο στην εποχή μας.
Ολα χαθήκαν μες στην επιστήμη.
Άσαρκα κόκαλα οι μικροί θεοί σου.
Κι η Ποίηση, που ανθεί σ' εδάφη μόνο
Από τη βαρβαρότητα παρθένα
Για να σωθεί εβρήκε καταφύγιο
Στου υποσυνείδητου τους μαύρους χώρους.
Αυτή  ’ναι η κατάντια των ανθρώπων.
Στης Πόρνης και του Σαφανία τα χέρια.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Στης Πόρνης είπες και στου Σαφανία;
Πώς τους συσχέτισες αυτούς τους δύο;
Μήπως ανακαλύψανε το γάμο
Και παντρευτήκανε μήπως οι δυό τους;
Μήπως αλήθεια θα με κάνουν πέρα;
Δεν απαντάς. Λοιπόν κάτι έχει γίνει.
ΠΟΙΗΤΗΣ
Ναι. Τον ανακαλύψαν Εωσφόρε.
Αλλά δεν παντρευτήκανε ακόμα.
Εγώ, σ' αυτή την πράξη τους παντρεύω.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Κάποια καλά πληρώνω που έχω κάνει
Καλλίτερη από μένα φτιάχνοντας την.
Αλλιώς δεν εξηγείται που η Πόρνη
Μπορεί και κάνει σκέψεις σαν και τούτη
Που τόσο εγώ κρατώ καλά κρυμμένες.
Και ποιός το ξέρει που θα φτάσει ακόμα…
Να σε αφήσω Ποιητή. Να φύγω-
Ισως τα σχέδια τους τα ματαιώσω.
ΠΟΙΗΤΗΣ
Μόλις πριν λίγο σου είπα Εωσφόρε
-δεν άκουσες;- ότι θα τους παντρέψω.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Θα μείνω αφού έτσι έχει το πράγμα.
Αφού γραμμένο είναι, πάει,θα γίνει
Μ' απ’ όπου κι αν με τάξεις δε θα πάψω
Πόρνη να μάχομαι και Σαφανία
Και να ζητώ και πάλι ν’ αρχηγέψω
Στα μέρη απ' ό,που τώρα αυτοί με διώχνουν.
Αν και, δω που τα λέμε ποιητή μου
Τίποτε οριστικό δεν είναι ακόμα.
Όλα ν’ αλλάξουνε μπορούν αν θέλεις
Εσύ που γράφεις τούτους δω τους στίχους-
Τα Πράγματα αν αλλάξεις κι εμποδίσεις
Πόρνη και Σαφανία να πατρευτούνε
Και εμένα για διαφεντευτή Του Κήπου
Αφήσεις όταν ο θεος θα φύγει.
(στον εαυτό του)
Ο Σαφανίας!  Ποιός να το σκεφτόταν…
Αυτό το πάπαλο να μ’ εξορίζει…
Αλλά δεν ειν’ αυτός-είναι η Πόρνη.
Εκείνη κρύβεται πίσω απ’ αυτόνε.
Η Πόρνη! Η δόξα μου και η τιμή μου.
Αλλά κι η ήττα μου. Οχι- δεν πρέπει…
Αδικο είναι… θα τους πολεμήσω!
...Όμως πώς μία Πόρνη πολεμιέται;.   
ΠΟΙΗΤΗΣ
 Δεν πολεμιέται η Πόρνη Εωσφόρε.
Η Πόρνη είναι ο Πόλεμος ο ίδιος.
ΘΕΟΣ
Πλάσμα χειρότερο απ' τον Εωσφόρο
Πώς γίνεται στον κόσμο νάχει υπάρξει;..
Κι αν ναι για πού τραβάει ο κόσμος τότε;
ΠΟΙΗΤΗΣ
Εκεί που τράβηξε ως τώρα θε μου.
Γιατί άλλη για τον άνθρωπο κατάντια
Χειρότερη από τούτη δεν υπάρχει.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Εσείς τον άνθρωπο πάντα πιασμένον
Απ' του θεού τον θέλατε το χέρι;
Ως πότε; Τα παιδιά κάποτε όλα
Ζητάνε μόνα τους να προχωρήσουν
Μακριά 'π' την προστασία του πατέρα-
Να δούνε τι μονάχα θα πετύχουν.
ΠΟΙΗΤΗΣ
Ότι και να πετύχουν Εωσφόρε
Μακριά από το θεό σα θα βρεθούνε
Ξέρε το, το Μηδέν θα βρούνε μόνο.
Και του ανθρώπου, όσο κι αν μεγάλα
Είναι τα όσα έχει επιτύχει
Μηδέν είναι κι αυτά, μιας και στο τέλος
Λάφυρα της φθοράς θα γίνουν όλα.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Καλά Ποιητή. Η γνώμη σου δική σου.
Ομως πολύ θα ήθελα να μάθω
Τις λεπτομέρειες τούτης της κατάντιας
Οπως την πρόοδο λέτε τ' ανθρώπου.
Πες μου και μένα αν δε σου κάνει κόπο
Λίγα καθημερνά από τη ζωή του.
Θέλω χαρά βαθιά βαθιά να νιώσω.
ΠΟΙΗΤΗΣ
Αν Εωσφόρε να ρωτάς αρχίσεις
Πολύ θα πάρει μάκρος η ιστορία.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Ομως του θεού του έκανες τη χάρη.
Πες μου. Δυο τρία πραγματάκια μόνο.
ΠΟΙΗΤΗΣ
Καλά λοιπόν. Τι θες να μάθεις; Ρώτα.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Πες μου για τη φιλία τους δυο λόγια.
ΠΟΙΗΤΗΣ
Για τη φιλία-αίσθημα ένα τέτοιο
Στον τωρινό μας κόσμο δεν υπάρχει.
Αν σ' ένα όρος ανεβεί κανένας
Που κάποτε στη θάλασσα κρυβόταν,
Κάτι κελύφη θα ’βρει από ζώα
Που τότε στα νερά ζούσαν εκείνα.
Κελύφη που ’ναι άψυχα, και μόνο
Θυμίζουν ότι κάποτε εκεί πέρα
Ο τόπος ήτανε ζωή γεμάτος.
Ετσι έχει κι η φιλία καταντήσει.
Μια λέξη δίχως νόημα πια κανένα.
Σήμερα φίλοι λέγονται οι ανθρώποι
Αν όταν θα πρωτοσυναντηθούνε
Δεν αλληλοσκοτώνοται-τ' αφήνουν
Για τη συνάντηση την επομένη.
Αυτό σε χαροποίησε Εωσφόρε;
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Πολύ ειν’ αλήθεια και δεν θα το κρύψω.
ΘΕΟΣ
Καταπικράθηκα με όσα είπες
Και στα γεροντικά μου μέσα στήθια
Εκανες να πονέσει την καρδιά μου.
Ω! Εύα! Πού να είσαι τάχα τώρα...
Πού Εικόνα μου εσύ κι Ομοίωση μου!
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
(στον ποιητή)
Με όσα είπες ευτυχή με κάνεις!
Και πνίγεται η ψυχή μου. Πνίγεται όλη
Μέσα σε μία θάλασσα από μέλι.
ΠΟΙΗΤΗΣ
Αν και κανένανε συ δε λυπάσαι
Μα σε λυπάμαι εγώ, κι άλλο δε λέω. 
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Να κολυμπήσω αντέχω λίγο ακόμα.
Μια τελευταία ερώτηση μονάχα.
Πες μου-να χαίρεσαι την Ποίηση σου-
Γιά το χαμόγελό τους των ανθρώπων.
Πες μου αυτό πώς έχει καταντήσει
Στα χείλια των δικών μου των πλασμάτων.
ΠΟΙΗΤΗΣ
Δε σ’ έφτασαν τα όσα έχεις ακούσει
Που μάλιστα χαρά σου δώσαν τόση;
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Πες μου ποιητή γιατί εγώ ποτέ μου
Δε χώνεψα να βλέπω να γελάνε
Οι Άγγελοι που το θεό λατρεύαν
Αντί κακία ν’ ανθεί στα πρόσωπά τους.
Θέλω να δω το γέλιο τι έχει γίνει.
ΘΕΟΣ
Ω! Εωσφόρε! Του Κακού υπηρέτη!
Αλήθεια. Ούτε μια φορά δεν είδα
Ν’ ανοιούν τα χείλια σου σε χαμογέλιο!
Μα τον ποιητή μας άσε πια να φύγει.
Πολλά ωραία έχει πει για σένα.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Ποιητή παρακαλώ-πες για το γέλιο
Κι αν κάτι θα ζητήσεις από μένα
Λόγο σου δίνω πως θα σου το κάνω.
ΘΕΟΣ
Έχεις και συ λόγο λοιπόν Εωσφόρε;
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Τώρα θεέ με τον ποιητή μιλάω.
ΠΟΙΗΤΗΣ
Ό,τι ζητήσω;

ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Ναι. Όρκο σου κάνω
Στο άνθος του Κακού που εντός μου θάλλει.
ΠΟΙΗΤΗΣ
Πώς όρκο δίνεις αφού δε σου είπα
Τ’ είναι αυτό που θέλω να μου κάμεις;
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Τόσο πολύ να μάθω λαχταράω
Την πληρωμή των τόσων μου των κόπων, 
Που στο υπόσχομαι ό,τι και να ’ναι.
Πες μου λοιπόν. Τι θέλεις; Σε ακούω.
ΠΟΙΗΤΗΣ
Καλά λοιπόν. Ας κλείσει η συμφωνία.
(σκύβει στ' αυτί του Εωσφόρου και του ψιθυρίζει)
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Εντάξει. Πες πως έγινε Ποιητή μου.
(Μικρή σιωπή)
ΠΟΙΗΤΗΣ
Στον κόσμο μας πολύ δε συνηθιέται
Το θύμα να διηγιέται στο φονιά του
Στις τελευταίες του στιγμές πώς νιώθει.
Μα στην παράξενη ετούτη θέση
Που ’χω βρεθεί αυτό εδώ κι ώρα κάνω.
Λοιπόν ας συνεχίσω. Κι ας σου δώσω
Ακόμα μια χαρά τώρα Εωσφόρε.
Ο άνθρωπος έγινε άνθρωπος αφότου
Είχε αρχίσει να χαμογελάει.

ΘΕΟΣ
Θα πει από τότε που τον έχω πλάσει.
ΠΟΙΗΤΗΣ
Γι αυτό ήμουνα βέβαιος Θεέ μου.
Γιατί τ' αγνό χαμόγελο είναι κάτι
Πολύ υψηλότερο κι από το γέλιο,
Και κλει' πνευματικότητα κι αβρότη.
Δώρο κι επίτευγμα μέγα του ανθρώπου.
Του ανθρώπου που την αίσθηση έχει εντός του
Φωτός πνευματικού μίας πλημμύρας,
Φωτός που βγαίνει από την αρμονία
Του εαυτού του και της γύρω φύσης.
Φωτός που βγαίνει από μιας καλοσύνης
Συνείδηση. Που βγαίνει από μια γεύση
Ευγενικής και τίμιας ευφυΐας.
Είναι καρπός μίας φίλιας εντός του
Και μίας προσφοράς στον γύρω κόσμο
Αγάπης και πραότητας και κάλλους.
Σα μισανοίγουνε τα δυο σου χείλη
Οταν διαστέλλεται το πρόσωπο σου
Τότε, χωρίς ακόμα να το νιώσεις
Τα ματιά σου αλλάζουν. Αποχτούνε
Το νόημα όλο και τη σημασία
Του χαμογέλιου που σου ανθεί στο στόμα.
Αυτό ήταν το χαμόγελο ως τα τώρα.
Αλλά ο κόσμος ο σημερινός μας-
Γι αυτόν που επαίρεται ο Εωσφόρος-
Και το χαμόγελο έχει σκοτώσει.
Το χαμογέλιο σήμερα μας δείχνει
Πρόσωπο πεθαμένου-μία όψη
Που φέρνει κάποτε ανατριχίλα.
Χαμόγελο γεμάτο με προπέτεια,
Ψυχρότητα, αναισθησία, ασέβεια.
Ενα άνοστο, ζωώδες χαμογέλιο
Που την καρδιά σου κόβει. Αλλ' ακόμα-
Κι ακούστε το και τούτο- οι ανθρώποι
Μέσα διαθέτουνε στ' οπλοστάσιο τους
Κι εν’ άλλο χαμογέλιο: ειν' εκείνο
Τ’ άθλιο χαμόγελο της ετικέτας,
Που στη δουλειά το χρησιμοποιούνε
Οπως μηχανικοί το κατσαβίδι.
Όμως αυτό χαμόγελο δεν είναι.
Ειν’ ένα διαφανές σκληρό χαρτάκι
Που κάτω του μπορείς να ξεχωρίσεις
Πικρό ένα πρόσωπο, δυστυχισμένο,
Μονάχη μια μορφή, σακατεμένη
Απ’ την απόγνωση και την ανία,
Που ένα χαμόγελο τέτοιο φοράει
Για να κρυφτεί απ' τους γύρω και να ζήσει
Τη φοβερή τη θλίψη μοναχή της.
Ως για το γέλιο, θα σου πω μονάχα
Τα στήθη πως τραντάζει των ανθρώπων
Μόνο σα δουν συνάνθρωπό τους κάποιον
Από ένα πάθος του να υποφέρει.
ΘΕΟΣ
Ας μη καλλίτερα γελούσαν διόλου.

 ΠΟΙΗΤΗΣ
Αλήθεια προτιμότερο θα ήταν.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Αυτό θα ήταν εύκολο για μένα.
Το δύσκολο ήταν τούτο να πετύχω.
Γι αυτό αξία έχει ό,τι κάνω.
ΘΕΟΣ
Δύστυχε Αδάμ! Ψυχούλα της φυχής μου!
 Η πιο μεγάλη συφορά σε βρήκε. 
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Ποιητή μια τελευταία διακοπή μου.
Οχι, δεν έχω άλλες ερωτήσεις.
Μια έκφραση μονάχα ευγνωμοσύνης
Προτού η παρέα μας αυτή διαλύσει.
ΠΟΙΗΤΗΣ
Σε ποιόν; Εωσφόρος και ευγνωμοσύνη;
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Ενα ευχαριστώ χρωστώ μεγάλο
Να πω στον πιο μεγάλο απ' τους εχθρούς μου.
Ναι Ποιητή, σ’ αυτόνε-στο θεό σας.
Σ’ ευχαριστώ Θεέ που στον Αδάμ σου
Τον Λόγο έδωσες. Ετοιμο έτσι
Βρήκα ένα όπλο από τα πιο μεγάλα
Ωστε στον κόσμο να επικρατήσω
Μακριά απ’ αυτόνε τέλος διώχνοντάς σε.
Γιατί το Λόγο χρησιμοποιώντας
Οι άνθρωποι τους νόμους έχουν φτιάξει
Που τον δικό σου εκτόπισαν το Νόμο.
Ω! τα γελοία … τα μικρά ανθρωπάκια!
Που επειδή αρθρώσανε δυο λέξεις
Νομίζουνε θεοί πως έχουν γίνει…
Όμως να φεύγω ποιητή. Εξάλλου
Έχω να ετοιμαστώ για τη γιορτή μας
Την αυριανή, όποιο κι αν έχει τέλος,
Είτε καλό είτε κακό για μένα.
Γεια σου.
ΠΟΙΗΤΗΣ
 Γεια σου και σένα Εωσφόρε.
(βγαίνει ο Εωσφόρος)
Γιορτή κι αυτή… 
ΘΕΟΣ
Κάλλιο κηδεία πες την…
(Πιασμένοι χέρι χέρι μπαίνουν Σαφανίας και Πόρνη)
…Πάνω στο λόγο να κι οι νεκροθάφτες…
ΣΑΦΑΝΙΑΣ
Σε  χαιρετώ μεγάλε Ποιητή μας.
Η Πόρνη όλα για σένα μου τα είπε.
Κυρ-Ποιητή, θέλαμε πριν να φύγεις
Κάτι να σου ζητήσουμε οι δυό μας.
ΠΟΙΗΤΗΣ
Τί θέλετε;
ΣΑΦΑΝΙΑΣ   
Εγώ Ποιητή κι η Πόρνη
Να παντρευτούμε θέλουμε. Και λέμε
Να είσαι ο μάρτυρας σ' αυτόν το γάμο.
Κι αφού και ο Θεός είναι μαζί σου
Να έχετε σε όλους να το λέτε
Πως παντρευτήκαμε εγώ κι η Πόρνη
Ωστε κανένας πια να μη ζητάει
Στην τρύπα της το πράγμα του να βάζει
Κι αυτή να τόχει μοναχά για μένα.
ΠΟΙΗΤΗΣ
Εμπρός λοιπόν. Κοντά μου πλησιάστε.
(Πόρνη και Σαφανίας πλησιάζουν)
Ο δούλος του Εωσφόρου Σαφανίας
Και το παιδί του Εωσφόρου Πόρνη
Με τα δεσμά ενώνονται του γάμου.
Σας πάντρεψα. Πηγαίνετε. Αυτό ήταν.
(βγαίνουν Πόρνη και Σαφανίας)
ΘΕΟΣ
Κι εγώ να πάω τώρα Ποιητή μου
Κούραση αισθάνομαι να ’χω μεγάλη.
Θέλω να κοιμηθώ. Εχω γεράσει.
Δεν το αντέχω πια να ξενυχτάω.
Θέλω να κοιμηθώ. Να ήσυχάσω.
Εγέρασα. Γυρεύω ησυχία.
Θέλω να κοιμηθώ καλέ Ποιητή μου
Να κοιμηθώ. Να φύγω. Να ησυχάσω.
ΠΟΙΗΤΗΣ
Αλλά Θεέ μου θάθελα πριν φύγω
Να δω και τον Αδάμ.
ΘΕΟΣ
Εκείνος όμως
Κοιμάται πάντοτε νωρίς τα βράδια.
Να στείλω κάποιονε να τον ξυπνήσει;
ΠΟΙΗΤΗΣ
Οχι. Δε θέλω να τον ενοχλήσω.
ΘΕΟΣ
Αύριο στη γιορτή που θα σκαρώσουν
Για να με διώξουνε από τον κόσμο,
Ολοι οι μεγάλοι θα ’ναι μαζεμένοι.
Θάναι κι ο Αδάμ. Το διάταξε η Πόρνη.
Ελα να τόνε δεις.
ΠΟΙΗΤΗΣ   
Ας γίνει έτσι.
Θα περιμένω μέχρι αύριο τότε.
ΘΕΟΣ
Γεια σου Ποιητή. Να έχεις την ευχή μου.
ΠΟΙΗΤΗΣ
Γεια σου Θεέ. Τη χρειάζομαι αλήθεια.
(Βγαίνουν ο Θεός δεξιά και ο Ποιητής αριστερά)

 (τέλος της πρώτης σκηνής της πέμπτης πράξης)










ΠΡΑΞΗ ΠΕΜΠΤΗ
ΣΚΗΝΗ ΔΕΥΤΕΡΗ
Τόπος: Αίθουσα Διασκέψεων στον Κήπο, με θρόνο.
Πρόσωπα: Πόρνη, Εωσφόρος, Σωματοφύλακες, Θεός, Σαφανίας, Αδάμ, Ποιητής, Στρατηγοί, πλήθος Αγγέλων.

ΠΟΡΝΗ
(μόνη)
Είμαι η Πόρνη.Του Κακού το άνθος
Μέσα στου κόσμου τ' όμορφο περβόλι.
Είμαι η Πόρνη.Το κενό δοχείο
Που πλάστηκα για να γεμίζω μόνο
Με τις χαρές που κλέβω από τον άντρα.
Η άρνηση είμαι των αντικειμένων
Η δυστροπία είμαι των πραγμάτων
Να υποταχτούν στη δύναμη του άντρα.
Η πίκρα είμαι της γλυκιάς αγάπης.
Είμαι ο τυφώνας που την ηρεμία
Και τη χαρά που αποζητάει ο άντρας
Μέσα στους κύκλους μου πάντα τις σέρνω
Κι αυτός ποτέ-ποτέ δε θα τις έβρει.
Είμαι η Πόρνη που με μια ματιά μου
Ψυχές αγύριστα στέλνω στον Αδη,
Είμαι η Πόρνη που μ' ένα άγγιγμα μου
Πύργων ολόζωων γκρεμίζω ελπίδες.
Είμαι η Μοίρα σας. Μ' ένα μου "θέλω"
Κάνω τον κόσμο σας πορεία ν' αλλάξει.
Είμαι η Πόρνη. Μέσα μου πλαντούνε
Καταστροφή, ερείπια, δυστυχία.
Κι αφείδωλα και πλούσια τα σκορπάω.
Στο βάρος μέσα βρίσκομαι της πέτρας
Οταν ο άντρας πάει να την σηκώσει.
Τις μαύρες μέσα του ώρες ξεχύνω
Που αδιάβατες τις νύχτες του παιδεύουν.
Και δίχως να το έχω εγώ ζητήσει
Μούχει δοθεί απ’ όποιον μ’ έχει πλάσει
Να με λατρεύουνε τα θύματά μου.
Να βλέπουνε το χέρι μου υψωμένο
Προτού να πέσει και να τους τσακίσει
Κι εκείνοι ακόμα τότε, σαν χαμένοι
Να το φιλούνε και να το χαϊδεύουν.
Το πόδι μου να βλέπουν σηκωμένο
Και λίγο πριν αλύπητα τους λιώσει
Να τ' αγκαλιάζουν και να μου το γλύφουν.
Δεν ξέρω ποιος τον κόσμο έχει χτίσει
Ούτε και ποιος τον χτίστη του έχει πλάσει.
Δεν ξέρω τι θα πει κανείς να χτίζει
Να δημιουργεί, να πλάθει, ν’ αβγαταίνει.
Ενα μονάχα ξέρω: να γκρεμίζω.
Να ρίχνω ό,τι βλέπω ορθωμένο.
Ο,τι καθάριο βλέπω να βρωμίζω.
Ν' αποστραβώνω αυτό που στέκεται ίσιο.
Χάρος ο κόρφος μου στον κόρφο του άντρα.
Μες  στο κορμί του φίδι το κορμί μου.
Τα χείλια μου στα χείλια του φαρμάκι.
Κι είμαι το χέρι που άσφαλτα οδηγάει
Προς το Χαμό της ύπαρξης του το άρμα
Είτε αυτό το λεν επιτυχία,
Είτε ζωή κι είτε χαρά ειτ’ αγάπη.
Είμαι η Πόρνη. Κι αν τον κόσμο τούτο
Μες στα δυό μου χέρια έχω ρημάξει,
Μπορώ ακόμα χίλιους τέτοιους κόσμους
Στάχτη κι εκείνους κρύα να τους κάνω-
Πούνε-τοι; Δείξετέ τους μου μονάχα.
Είμαι η Πόρνη. Που τη μέρα τούτη
Στην εξουσία μου τον κόσμο παίρνω.
Είμαι η Πόρνη. Που τη μέρα τούτη
Στη δυστυχία εγώ ρίχνω τον άντρα.
Μεγάλη μέρα η σημερνή αλήθεια.
Η μεγαλύτερη απ' όσες έχω
Στη σύντομη τη ζήση μου γνωρίσει.
Σήμερα διώχνω θεό και Εωσφόρο
Κι εγώ στο Θρόνο του θεού καθίζω.
Ο Σαφανίας δηλαδή στην πράξη,
Μα στην ουσία εγώ. Εγώ! Η Πόρνη!
Σαν όνειρο μου μοιάζουν όλα τούτα
Που άρχισαν σα μ' έπλασ’ ο Εωσφόρος.
Και πόσο γρήγορα γινήκαν όλα!
Λες κάποιος από πριν τάχε ετοιμάσει
Για να ταιριάξουν όμορφα για μένα.
Και ναι. Σε λίγο εδώ θα μαζευτούνε
Ολοι: Θεός, Εωσφόρος, Σαφανίας.
Κι ο Γαβριήλ. Και στρατηγοί μεγάλοι.
Θα μαζευτούνε όλοι για να δούνε
Την αλλαγή φρουράς: το θεό να φεύγει
Και Θεός να γίνεται ο Εωσφόρος.
Και τούτο βέβαια το ξέρουν όλοι.
Εκείνο που δεν ξέρουν όμως όλοι
Παρ' έμπιστοί μου λιγοστοί μονάχα
Είναι ότι θα φύγει κι ο Εωσφόρος
Κι ο Σαφανίας τη θέση του θα πάρει.
Οπως η θέληση η δικιά μου είναι.
Ούτε κι ο Εωσφόρος αυτό το ξέρει.
Όλα εγίνανε με ησυχία
Και σα να μην εγίνονταν καθόλου.
Και σαν ότι εγινόντανε να ήταν
Για το καλό του ίδιου του Εωσφόρου,
Χαιρότανε κι αυτός για ό,τι γινόταν.
Η εξυπνάδα η πολλή στο τέλος
Ρεζίλεμα να γίνει καταντάει.
Τώρα κορμί έμεινε χωρίς κεφάλι.
Τα πόδια μόνο του ’χουν απομείνει
Για να τον πάνε στον κακό χαμό του.
Κι έτσι τα πράγματα μπαίνουν σε τάξη.
Καθένας πάει στον προορισμό του:
Ο Θεός κι ο Εωσφόρος κάπου έξω
Κι η Πόρνη μέσω Σαφανία στο Θρόνο.
Ειπα και τον Αδάμ εδώ να φέρουν –
Και με τα ίδια του να δει τα μάτια
Οσα να γίνουν πρόκειται δω μέσα
Ωστε και πάλι μούτρα να μην έχει
Να θέλει κάτου να με ξαναρίξει
Κι αυτός να πέσει πάνω μου-και άκου!
Να θέλει να φωνάζω κι από πάνου
Γιατί-παραξενιές άκου Αδαμίσιες!
Δείχνω πως έτσι λέει, μου αρέσει.
Ομως Αδάμ, τώρα τελειώσαν όλα.
Οι ασχολίες μου άλλες τώρα θάναι.
Και θάναι μπόλικες. Και πιο μεγάλες.
Κι απ' όλες τους η πιο σπουδαία θάναι
Να είμαι σύμβουλος του Σαφανία.
Ω! Συμβουλές που έχω να του δώσω!
Διόλου παράπονο γι αυτό δε θάχει.
Μα να που καταφτάνει κι ο Θεός μας.
Καλλίτερα ο πριν να πω Θεός μας.
(Μπαίνει ο Θεός)
Εσύ ο κάποτε τρανός και μέγας
Τώρα στην πάντα κάθεσαι σα νάσαι
Τιμωρημένο στο σχολειό παιδάκι;
Κι αμίλητος; Και στενοχωρημένος;
Ω! Το καλό, γλυκό μου γεροντάκι!
Με τα γενάκια του τα ξεραμένα,
Με τα χειλάκια του τα μαραμένα.
Πες μου, με πίστεψες κείνη τη μέρα
Οτι αλήθεια τάλεγα όλα κείνα;
Αλήθεια τώρα πού θα πας; Για πες μου.
Δε μου μιλάς. Μήπως θα πας να έβρεις
Αυτήν που  έφτιαξες εσύ-την Εύα;
Αλήθεια πώς θα ήταν τάχα εκείνη;
Ούτε μπορώ να φανταστώ πως θάταν.
Αλλά σε σένα θάμοιαζε κι εκείνη.
Κακηώρα όπως ο Αδάμ σου μοιάζει.
Θάταν εικόνα σου κι ομοίωση σου.
Ετσι δεν είναι; Ετσι δεν το λέτε;
Γι αυτό καλλίτερα εκεί που είναι.
Μούχλα θα γέμιζε όλο τον κόσμο.
Ω! Τι απαίσιο και σα σκέψη ακόμα!
(Ακούγεται δαιμονισμένος ήχος σαλπίγγων)
Τ’ αφεντικό μου. (Μπαίνει ο Εωσφόρος με δυο σωματοφύλακες. Η Πόρνη υποκλίνεται)
Χαιρετώ αφέντη.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Σε χαιρετώ και σένα. Πού ειν' οι άλλοι;
ΠΟΡΝΗ
Ο,που και νάναι φτάνουνε αφέντη.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
(στον θεό)
Εχουν γυρίσματα οι καιροί. Ως τώρα
Υπάκουα στις διαταγές σου όλες.
Ηρθε ο καιρός και συ να υπακούσεις-
Όχι πολλές, μια μόνο διαταγή μου
Πολύ απλή κι ευκολοειπωμένη:
Αμέσως τη γωνιά να μου αδειάσεις
Αφού το απαιτεί όμως η τάξη,
θα σου το πω μόνο σα μαζευτούνε
Οι πιο μεγάλοι κι άξιοι στρατηγοί μου.
Εμένα λίγοι από τους τόσους πούχω
Και σένα αυτός που μόνο σούχει μείνει-
Ο αρχάγγελος και μόνος σύμβουλός σου.
Πήγαινε στα παλιά σου τα λημέρια.
Εμένα μου αρκεί αυτός ο κόσμος
Ζωή γεμάτος, που θα με δοξάζει.
ΘΕΟΣ
Θα φύγω Εωσφόρε. Καιρός ήταν.
Μα είσαι σίγουρος ότι δικός σου
Θα είναι ο κόσμος από δω και πέρα
Κι όχι ας πούμε κάποιου στρατηγού σου;
ΕΩΣΦΟΡΟΣ 
Λόγια ποιητικά και τα πιστεύεις;
Από άλλον τίποτα έχεις ακούσει;
Ούτε κι εγώ. Αλλά και τώρα ακόμα
Στη θέση του αρχηγού ενώ βλέπεις να ’μαι,
Μου αμφισβητείς την παντοδυναμία;
ΘΕΟΣ
Κι εγώ ως τα χτες στη θέση μου βρισκόμουν.
 (Μπαίνουν Σαφανίας, στρατηγοί, Αδάμ και Γαβριήλ και Άγγελοι)
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Πούναι ο Αμιναδάβ; Γιατί δεν ήρθε;
ΣΑΦΑΝΙΑΣ
Είναι με τους Αγγέλους αρχηγέ μου.
Για επιθεώρηση τους ετοιμάζει.

ΕΩΣΦΟΡΟΣ 
(Δείχνοντας τον Αδάμ)
Τί θέλει αυτός και βρίσκεται μαζί μας;
ΘΕΟΣ   
Θέλει να τόνε δει ο Ποιητής μας.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ   
Ακόμα εδώ εκείνος τριγυρνάει;
ΘΕΟΣ   
Θα φύγει τον Αδάμ σα συναντήσει.
ΑΔΑΜ
Ποιός θέλει να με δει Θεέ μου είπεις;
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Κλείσ’ το Αδάμ. Πολλά έχεις πει ως τώρα.
(στο θεό)
Γιατί δεν του τον έδειχνες χτες βράδυ;
ΘΕΟΣ
Γιατί νωρίς είχε ο Αδάμ πλαγιάσει
Κι είπε δε θέλει να τον ενοχλήσει.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Καλός κι αυτός. Αλλά τόχω ξεχάσει-
Εικόνα σου κι αυτός κι ομοίωση σου.
Οπως αυτός, ο πρώτος σου, ο Αδάμης.
Πόσες φορές τόχω αυτό ακούσει!
Ακου εικόνα σου κι ομοίωση σου!..
Τόσο μεγάλο ουτ' εγώ ένα ψέμα
θυμάμαι να είπα όσο ζω και υπάρχω.
Μα τάχα επειδή δε σου μιλάω
Μήπως θαρρείς πως το πιστεύω κιόλας;
Ακου εικόνα σου κι ομοίωση σου.
Μα τώρα θα τα πω για να ξεσκάσω.
Και για να μάθουν όλοι εδώ μέσα
Πως να τους κοροϊδεύεις θέλεις όλους.
Ποια εικόνα σου! Εμπρός, απάντησε μου.
Ομως καλά. Σε τούτο-στην εικόνα-
Πολλά να πω δεν έχω. Σας κοιτάω
Κι αλήθεια μοιάζετε ο ένας τ’ άλλου.
Ιδια κι οι δύο άσχημοι μου είστε.
Κι, ας πάω στο άλλο-στην ομοιωσή σας.
Μωρέ ομοίωση να σου πετύχει!
Είσαι Θεός. Θεό τον έχεις κάνει;
Οχι. Η ομοίωση τότε που είναι;
Μπορεί μ' όσες αισθήσεις τούχεις δώσει
Ο άνθρωπος τον κόσμο να γνωρίσει;
Οχι και βέβαια. Με τί αισθήσεις!
Πέντε του έχεις δώσει όλες κι όλες
Κι εσύ διαθέτεις εκατό ακέριες.
Πού είναι οι άλλες ενενηνταπέντε
Πούχεις εσύ κι εγώ; Λοιπόν πού είναι
Η ομοιότητα η περίφημη σας;
Γιατί ενενηνταπέντε απ' τις αισθήσεις
Δεν του τις έδωσες; Μα τι ρωτάω;
Γιατί φοβήθηκες Θεός μη γίνει
Και τότε αντίο θείο μονοπώλιο..
Αλλά μήπως κι αυτές που τούχεις δώσει
Σωστές κι ακέριες του τις έχεις δώσει;
Κι αυτές τις έχεις άγρια κουτσουρέψει.
Τούδωσες μάτια τάχα για να βλέπει.
Κι όραση λες πως τάχα τούχεις δώσει.
Αλλά το ίδιο πράγμα αν θα το δείξεις
Σε δέκα ανθρώπους, τότε ο καθένας
Αλλιώτικο το πράγμα αυτό θα τόδει.
Αλλος μικρότερο. Αλλος μεγάλο.
Αλλος τετράγωνο. Τρίγωνο άλλος.
Αλλος ότι απέχει χίλια μέτρα
Κι άλλος ότι μονάχα δέκα μέτρα.
Να μην ειπώ τις γνώμες για το χρώμα
Η' για το πώς το ίδιο αυτό το πράγμα
Το βλέπει ένας νέος ή ένας γέρος,
Η' κάποιος που μια βλάβη έχει στα μάτια.
Και τα λοιπά και τα λοιπά. Μα όμως
Δεν είναι που καλά δε βλέπουν κάτι.
Είναι και τ' άλλο:πως δε βλέπουν διόλου
Τα πιό πολλά απ’ τα πράγματα του κόσμου.
Πες μου Αδάμ, βλέπεις την Αδικία
Πούχω στο στέμμα μου κορώνα βάλει;
Το Μίσος που γεμίζει το δωμάτιο;
Βλέπεις το αστέρι που το φως του ακόμα
Στον κόσμο τούτονε δεν έχει φτάσει;
Τι ν' απαντήσεις που ιδέα δεν έχεις
Ούτε για τι καλά καλά ρωτάω..
Αμέ η ακοή, αίσθηση είναι;
(Στον Αδάμ)
Ακούς τον ήχο που το κάθε πράγμα
Σκορπά τριγύρω  και τη μελωδία
Που τρεμοσβηώντας λέει κάθε αστέρι;
Η' τις κατάρες που ξερνάει η νύχτα
Οταν το φως ορμάει και την ξεσχίζει;
Και πάλι η απάντηση είναι όχι.
Και για τις άλλες τρεις του τις αισθήσεις
Παρόμοια θάλεγα αν θα προχωρούσα.
Λοιπόν πού είναι η ομοίωση σας;
Επίεσα πολύ τον εαυτό μου
Μα την αλήθεια μίλησα-ή όχι;
Μπορείς να κοροϊδεύεις ό,ποιον άλλο,
Εμένα όμως δε με κοροϊδεύεις.
Κι αν και κανείς δε θα σ’ ακούει πλέον,
Ομως σταμάτα ο Αδάμ πως είναι
Να λες εικόνα σου κι ομοίωση σου.
Στην ίδια πλέατε θάλασσα κι οι δυό σας.
Μα όντας συ σ' ένα καράβι μέσα
Που κύμα και αέρα δε φοβάται,
Ενώ -στον άνθρωπο έχεις πετάξει
Ενα σανίδι σκοροφαγωμένο..
ΘΕΟΣ
Φτάνουνε πια οι τόσες κατηγόριες.
Ο,που και νάναι ο Ποιητής θα φτάσει.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Φοβάσαι μην ακούσει ό,τι λέω;
Αν ντρέπεσαι για ό,τι έχεις κάνει
Καλλίτερα μην τόκανες καθόλου.
Μα πούναι τος κι αυτός;

ΠΟΙΗΤΗΣ   
Εδώ Εωσφόρε.
(Μπαίνει ο Ποιητής. Κοιτάζει γύρω και το βλέμμα του σταματάει στον Αδάμ. Γονατίζει μπροστά του και του φιλεί το χέρι)
ΑΔΑ 
(Στο θεό)
Ποιος ειν' αυτός; Πρώτη φορά τον βλέπω.
Κι ίδιος με μένα και με σένα είναι.
Μήπως εγώ τον έκανα όπως είπες;
ΘΕΟΣ
Εσύ τον έχεις κάνει-ναι παιδί μου.
ΑΔΑΜ
Και γιατί θε μου μου φιλεί το χέρι;
ΘΕΟΣ
Το συνηθάνε γιε μου όσοι σέβας
Νιώθουν για κάποιονε κι ευγνωμοσύνη.
(Ο Ποιητής στρέφει το πρόσωπο και βλέπει τον Αδάμ)
ΑΔΑΜ
Γιατί νερό του τρέχουνε τα μάτια;
ΘΕΟΣ
Το συνηθάνε γιε μου όσοι κάποιον
Βλέπουνε που πολυ-πολύ υποφέρει.
ΑΔΑΜ
Αλλά εγώ δεν υποφέρω θε μου.
 (Ο Ποιητής πηγαίνει στη γωνία και κάθεται στο πάτωμα κρύβοντας το πρόσωπό του στις παλάμες του)
Και δε μου μίλησε. Γιατί Θεέ μου;
ΘΕΟΣ
Οι Ποιητές το συνηθάνε γιε μου
Οταν δεν έχουν τίποτα να πούνε.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Ανθρώπινα και θεϊκά τερτίπια.
Λοιπόν στα σοβαρά περνάμε τώρα.
(προς τους Στρατηγούς και τους Αγγέλους)
Καθώς οι νόμοι και η τάξη ορίζουν
Να μαζευόμαστε κάθε που κάτι
Σημαντικό στον κόσμο μας συμβαίνει, 
Ετσι και σήμερα. Κι αυτό το κάτι
Οχι σημαντικό είναι μονάχα
Αλλά κι ευχάριστο. Και να ποιο είναι.
Φεύγει ο Θεός κι αγύριστα πηγαίνει
Απ’ τις στρατιές μας όντας νικημένος.
(στο θεό)
Έλα λοιπόν και στάσου εδώ μπροστά μου
Και πριν να φύγεις από δω για πάντα
Καθώς συνήθεια είναι, μίλησέ μας.
ΘΕΟΣ
Τον κόσμο που μ' αγάπη έχω φτιάξει
Χωρίς να θέλω τώρα τον αφήνω
Ερμαιο στις διαθέσεις του Εωσφόρου.
Κι αυτά που λέω τώρα τα τελευταία
Τα λόγια μου ας είναι μες στον κόσμο.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Με κόπους άμετρους έχω κερδίσει
Τη σημερνή τη νίκη. Πάρτε τόνε
Κι από τα μέρη μας να τον πετάξτε.
(Οι δυο σωματοφύλακες του Εωσφόρου βγάζουν έξω το θεό. Πίσω του και κρατώντας την άκρη του ρούχου του θεού, βγαίνει ο Αδάμ. Οι σωματοφύλακες επιστρέφουν)
Νάρθουν οι διοικητές των Συνταγμάτων!
(ο ένας σωματοφύλακας βγαίνει. Ακούγεται θόρυβος από φωνές και χτυπήματα ρομφαιών. Μπαίνουν πέντε Άγγελοι και συλλαμβάνουν τον Εωσφόρο. Ο Σαφανίας κάθεται στον θρόνο)
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
(ήρεμα, σαν να περίμενε κάτι τέτοιο)
Ώστε λοιπόν με διώχνετε κι εμένα…
ΣΑΦΑΝΙΑΣ
Χωρίς την Πόρνη τίποτα δεν είσαι.
Κι η Πόρνη τώρα είναι δική μου μόνο.
Και με τη γνώμη σύμφωνη κι εκείνης
Από τον κόσμο τούτο σ’ εξορίζω.
ΠΟΡΝΗ
Κι οι δυο να μέναμε στον ίδιο τόπο
Δε θα μονιάζαμε ποτέ. Οι δυό μας
Είμαστε του Κακού οι πρωτοπόροι.
Ομως εγώ σε λίγες μέρες μέσα
Εκανα ό,τι αιώνες δεν μπορούσες.
Δικαιωματικά μου ανήκει ο θρήνος.
Πάρτε τον και πετάξτε τον κι αυτόνε.
ΕΩΣΦΟΡΟΣ
Γι αυτό που κάνεις τώρα, κάποια μέρα
Πικρά θα μετανιώσεις. Να το ξέρεις.
Εγώ δε θα χαθώ γιατ' είμαι Πνεύμα.
Θα πάω το θεό και θάβρω πάλι
Στα ίδια τα παλιά μας τα λημέρια.
ΠΟΡΝΗ
Τράβα όπου θες. Μα φύγε από δω πέρα.
(Παίρνουν τον Εωσφόρο. Οι δύο σωματοφύλακες του Εωσφόρου τώρα στέκουν δίπλα στον Σαφανία)
ΣΑΦΑΝΙΑΣ
(στους στρατηγούς)
Να διώξτε τον Αδάμ από τον Κήπο.
Κι Οταν η Πόρνη τα παιδιά γεννήσει
Που έκανε μαζί του, να τα δώστε
Να τάχει ο Αδάμ για συντροφιά του.
Και παύουν από τώρα οι ψαλμωδίες.
Τελείως. Ούτε μιά να μην ακούσω.
ΠΟΡΝΗ
Οχι τελείως. Ας υμνούν καλέ μου
Την τρύπα μου μονάχα. Ί'ίποτ' άλλο.
ΣΑΦΑΝΙΑΣ
Ναι. Καλά λες. Τ’ ακούσατε όλοι
(στους στρατηγούς)
Την τρύπα της μονάχα να υμνείτε.
Και από σήμερα θάναι η Πόρνη
Δική μου μοναχά μέρα και  νύχτα.
(Αποδοκιμασίες από Στρατηγούς και Αγγέλους)
Επαντρευτήκαμε. Κι ο Ποιητής μας
Ηταν μπροστά στο γάμο μας και ξέρει.
Κι αυτός είναι που ευλόγησε το γάμο.
Και άπρεπο αν αυτός το είχε κρίνει
Δεν το ’χε τίποτα να μην το κάνει.
(δείχνει τον Ποιητή)
Να ’τος. Μπορεί να σας το πει κι ο ίδιος.
 (Αποδοκιμασίες)
Και σήμερα… ακούστε με… ακούστε
Μία γιορτή θα κάνουμε μεγάλη
Για να γιορτάσουμε αυτόν το γάμο.
Έτσι όλοι θα θυμούνται αυτή τη μέρα
Και ό,τι συμβολίζει: Πως η Πόρνη
Μονάχα στον γαμπρό-σ’ εμένα- ανήκει.
(Αποδοκιμασίες. Ακούγεται ένας κρότος απέξω)
ΠΟΡΝΗ
Καλέ μου κάποιο θόρυβο ακούω.
Δεν πας να δεις τι νάναι; Μην εκείνος
Φεύγοντας-ο Θεός- κάπως μας βλάψει;
ΣΑΦΑΝΙΑΣ
Μα, πόρνη μου, ας πάει κάποιος άλλος.
ΠΟΡΝΗ
Σ' εσένα έχω μόνο εμπιστοσύνη
Για κάτι τόσο σοβαρό.
ΣΑΦΑΝΙΑΣ   
Πηγαίνω!  (βγαίνει)
ΠΟΡΝΗ
(Λέγοντας η Πόρνη αυτά στους στρατηγούς και στους  Αγγέλους, ο Ποιητής σηκώνεται και βγαίνει αργά και σκεπτικός)
Ακούστε εδώ: Τίποτα δε θ' αλλάξει.
Τι λέει ο Σαφανίας μην ακούτε.
Μιλάω για την τρύπα μου. Ακούστε:
Θα ’ναι όπως μέχρι τώρα και δική σας.
(συνεχείς επιδοκιμασίες)
Μόνο που τώρα θα ’ρχομαι μαζί σας
Κρυφά απ’ τον άντρα μου-το Σαφανία.
Θάναι ο μόνος που δε θα το ξέρει. 
Αυτά ήθελα να πω. Πάνω στην ώρα…
(Μπαίνει ο Σαφανίας και κάθεται στο θρόνο)
ΣΑΦΑΝΙΑΣ 
(στην Πόρνη)
Δεν ήταν τίποτα. Ο Εωσφόρος
Τρέχοντας το θεό για να προλάβει
Του έπεσε ενα από τα σύνεργά του.
Λοιπόν τι λέγαμε; Ναι. Συνεχίζω.
(δυνατά, στους στρατηγούς και στους Αγγέλους)
Και η φροντίδα μας θα ’ναι απο τώρα
Οχι το Απειρο, όχι τα χάη,
Μα τούτος δω ο κόσμος. Ο δικός μας!
Στρωθείτε στη δουλειά να τόνε φτιάχτε
Οχι καθώς τον ήθελε ο γέρος
Αλλά καθώς η φύση η δική μας
Τον ονειρεύτηκε και τόνε θέλει.
Δώστε στα δέντρα νύχια να ξεσκίζουν…
ΠΟΡΝΗ
Καλλίτερα καλέ μου όχι στα δέντρα
Μα να τα δώσουν λέω στα θηρία.
Σ’ εκείνα πιότερο θα χρειαστούνε.
ΣΑΦΑΝΙΑΣ
Ναι. Στα θηρία. Καλά το λέει η Πόρνη.
Και κάντε το μικρότερο το ζώο
Να τρώει το μεγάλο.
ΠΟΡΝΗ   
Οχι καλέ μου,
Καλλίτερα τ’ αντίθετο να γίνει.
Να τρώγεται το πιο μικρό ταιριάζει.
ΣΑΦΑΝΙΑΣ
Καλά το λέει. Το πιο μικρό ταιριάζει.  
Και δώστε…
(Στρέφει ερωτηματικά στην Πόρνη. Εκείνη του ψιθυρίζει στ’ αυτί για λίγο. Κατόπιν ο Σαφανίας στους στρατηγούς)
Δώστε αγκάθια στα λουλούδια.
Και στον Αδάμ και στους απόγονούς του 
Την πείνα φέρτε και τη δυστυχία.
Σκορπίστε θύελλες και καταιγίδες.
Αγρια ζούγκλα κάνετε τον Κήπο.
Μα πριν απ’ όλα-παν’ απ' όλα τ’ άλλα
στη δυστυχία τους άντρες να βυθίστε.
(Χειροκροτήματα, ζητωκραυγές)
Και να τι έχω ακόμα να διατάξω:
(Στρέφει, πάλι προς την Πόρνη, που του ψιθυρίζει πάλι στ’ αυτί ώσπου πέφτει η)

Α Υ Λ Α Ι Α






























ΕΡΓΑ ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΗ ΧΟΛΙΑΣΤΟΥ


1.    http://agrafivths.blogspot.com
Ο αυτόχειρας (μονόπρακτο)

2.    http://kthnvdia.blogspot.com
Η Βιβλιοθήκη-γιατί δεν άνοιξε
(σατιρικό μονόπρακτο)

3.    http://pneymatoktonoi.blogspot.com
α. ΛΩΘΑ (έμμετρο μονόπρακτο).
β. Απολιθώματα του παλαιοζωικού αιώνα(στίχοι)

4.    http://giortomeres.blogspot.com
α. Μέρες αφιερωμένες (στίχοι)
β. Πατρίδα (στίχοι)

5.    http://epeteiakos.blogspot.com
α. ΜΑΡΙΆΝΝΑ (θεατρικό)
β. God, Jerusalem, Jews (στίχοι στ’ Αγγλικά)

6.    http://dosilogismos.blogspot.com
α.  Γράμμα στην Ακαδημία
και στο Υπουργείο Παιδείας (σάτιρα)
β. ΑΡΗΣ ΒΕΛΟΥΧΙΩΤΗΣ (θεατρικό)

7.    http://pvrvmenoi.blogspot.com 
1.    Συνέντευξη με Φλωρίδη (σάτιρα)
2.    συζήτηση με Τατούλη (σάτιρα)
3.    Η συνεδρίαση (σάτιρα)

 8.  http:// syneytyxhs.blogspot.com
α. Τριτογένεια (στίχοι)
β. ΠΕΡΣΕΣ
γ. ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ

9. http://euarmostos.blogspot.com
α. Πολυδέγμων (στίχοι)
β. ΚΑΡΑΪΣΚΑΚΗΣ

10. http://lipokteanos.blogspot.com
Χαμένο (στίχοι)

11. http://tajifyllos.blogspot.com 
α. Το τρίτο βιβλίο (στίχοι)
β. ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ ΔΕΣΜΩΤΗΣ
γ. ΕΠΤΑ ΕΠΙ ΘΗΒΑΣ
δ. ΙΚΕΤΙΔΕΣ

12. http://lypisilogos.blogspot.com
Το εργοστάσιο (μονόπρακτο)

13.  http://koykoyloforoi.blogspot.com
Ύμνος κουκουλοφόρων (στίχοι)

14. http://dusolisthos.blogspot.com
 Η σφαίρα (μονόπρακτο)


15. http://pantogonos.blogspot.com
Αμβολογήρα (στίχοι)

16. http://pantarkhs.blogspot.com
Μαρία (μονόπρακτο)

17. http://diatranos.blogspot.com
 1. Χώρος (μονόπρακτο)
2. Εξομολογήσεις (εύθυμο μονόπρακτο)

18. http://argyreuths.blogspot.com
Το όνειρο (έμμετρο μονόπρακτο)

19. http://anarktos.blogspot.com 
Εριλή (έμμετρο μονόπρακτο)
Ο βιασμός (μονόπρακτο)

20. http://spartiatikoy.blogspot.com
Καραϊσκάκης (δύο μικρά αποσπάσματα
από το οχτακοσίων ογδόντα σελίδων έργο-
έμμετρο, έντεκα-και δεκαπεντασύλλαβο)

21. http://ajestanurvpoi.blogspot.com
 Όταν πέφτουνε οι μάσκες-πεζό

22. http://polypistos.blogspot.com
Ο θρήνος (μονόπρακτο)

23. http://akataseistos.blogspot.com
Το ξύλο (μονόπρακτο)

24. http://kartellin.blogspot.com
Πολύφημος (έμμετρο θεατρικό)

25. http://mellouanatos.blogspot.com
Οι καταραμένοι (μονόπρακτο)

26. http://jexasmenos.blogspot.com 
Ο εθνάρχης (θεατρικό)

27. http://katarrevn.blogspot.com
Αμερικάνικα (στίχοι)

28. http://laurobios.blogspot.com
Μετά μία επίσκεψη στο ελληνικό Προξενείο
του Λος Άντζελες ή Στην Εξορία (στίχοι)

29. http://ycipnoia.blogspot.com
Οι πραγματικές ελληνίδες κουμουνίστριες (στίχοι)

30. http://askraios.blogspot.com 
2. Έργα και Ημέρες (δεκαπεντασύλλαβη μετάφραση
του ομώνυμου έργου του Ησίοδου)

31. http://periklakos.blogspot.com 
1. ΔΊΝΑ ή ΔΕΊΝΑ (θεατρικό)
2. Ο επιτάφιος του επιτάφιου του Περικλή (πεζό)

32. http://dystyhellhn.blogspot.com
Ένα ματσάκι αγριολούλουδα
από αυτά που φυτρώνουν πλούσια
στην πατρίδα μας (στίχοι)

33. http://fagaideniko.blogspot.com 
Έλκος θανατηφόρο (μονόπρακτο)

34. http://hliuiothta.blogspot.com
α. Ανίσα (μονόπρακτο)
β. Περιβαλλοντικά ή οι ηλίθιοι (πεζό)

35. http://empauhtikost.blogspot.com
 Τα άριμα ή Μπαλαρίνες (στίχοι)

36. http://diaskedastika.blogspot.com
Θάλεια (εύθυμοι στίχοι)

37. http://alejenas.blogspot.com
Αλέξανδρος Α΄ο Φιλέλλην
(έμμετρο θεατρικό σε δεκαπέντε ανοίγματα)

38. http://realistikos.blogspot.com 
Η κοινωνία που έρχεται (διάλογος, πεζό)

39. http://asansoyori.blogspot.com 
Το ασανσέρ ή Η Κορίννα (μονόπρακτο)

40. http://prvtogonismos.blogspot.com 
Νικολίτσα (στίχοι)

41. http://polysyllektikadyo.blogspot.com
Ελλάδα, ο κατά φαντασίαν υγιής (η αλήθεια ωμή-πεζό)

42. http://trisanarithmos.blogspot.com 
α. Πόρνη ή η κατά Χολιαστόν Δημιουργία
(έμμετρο θεατρικό, απόσπασμα)
β. Συμβούλιο Θεών (διάλογος, πεζό)
   
43. http://vraiopaghs.blogspot.com
Παλαίθετα Γ΄ (στίχοι)

44. http://mariakiouri.blogspot.com
Διάφορα Α΄
1. Ζωοφιλία (διάλογος)
2. Ο Καρυωτάκης και οι γυναίκες (πεζό)
3. Σύγχρονη αγάπη (έμμετρη σάτιρα)
4. Χριστός (πεζοποίημα)

45. http:// ntiferentsia.blogspot.com
Διάφορα Β΄
1. Ήλιος με χιόνι (διάλογος)
2. Πτίτσα  (ανάλυση μιας λέξης)
3. Ο μετεωρίτης (διάλογος)
4. Αναγνωστοπούλου Χριστίνα (πεζοποίημα)
5. Φλώρα ή Στο καλύβι (μονόλογος)

46. http://prvtoleios.blogspot.com 
Παλαίθετα Α΄ (στίχοι)

47. http://axerousios.blogspot.com 
Τα σονέτα της κυρίας Ρωρερκάρ (σονέτα)

48. http://palaiotata.blogspot.com
Παλαίθετα Β΄ (στίχοι)

49. http://prvikarpost.blogspot.com 
Σύμμικτα Γ΄ (στίχοι)

50. http://ceysistyj.blogspot.com 
Σύμμικτα Β΄ (στίχοι)

51. http://katabainvn.blogspot.com 
Ποιήματα της κυρίας Ρωρερκάρ

52. http://diaforetika.blogspot.com 
Διηγήματα
1. Τα χρέη
2. Έγκλημα στην επαρχία
3. Η μόνη (μέχρι τώρα) της ζωής μου περιπέτεια
4. Ο πολιτισμός αρχίζει από το λεωφορείο
5. Τζελσομίνα ή Το δικαίωμα στην αγάπη.

53. http://perivlepvn.blogspot.com 
Λούσυ (έμμετρο θεατρικό –σκηνή πρώτη)

54. http://palaioliuikos.blogspot.com 
Α.  Ο ΙΠΠΟΛΥΤΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΙΠΙΔΗ (μετάφραση)
Β. Από τα παλιά (τετράδιο πρώτο και δεύτερο-στίχοι)

55. http://eleyueros.blogspot.com
Ποιήματα

56. http://kryptoperigraptos.blogspot.com
(ιδέες και σχόλια-έμμετρα και πεζά)

57. http://sygkrathmenos.blogspot.com
Υποθήκες στα ελληνόπουλα (έμμετρο)

58. http://synidiokthths.blogspot.com 
Γκλέναρβον (στίχοι)

59. http://kioutahhs.blogspot.com
1. Η ζητιάνα (έμμετρο μονόπρακτο)
2. Ντόρα (στίχοι, αποσπάσματα)

60. http://xatzhmpravos.blogspot.com
1. Γενεση (μετάφραση)
2. Ιερεμίας (μετάφραση)

61. http://rvmanikos.blogspot.com
1. Αγάπες και έρωτες (μονόπρακτο)
2. Ύμνοι Μεγάλης Παρασκευής
(έμμετρη μετάφραση, αποσπάσματα)

62. http://prvikarpos.blogspot.com 
Σύμμικτα Α΄ (στίχοι)

63. http://leptognwmwn.blogspot.com 
Μαστρόπιον Ελλάς (πολιτική σάτιρα)

64. http://filogaios.blogspot.com 
 (έντορνα και στους φρανκ ευγενιο κορντερ
και φρανσισκο  μαρτιν ντουραν)

65. http://pornofyllada.blogspot.com
Κύρια άρθρα «Καθημερινής»-κριτική

66. http://amfibioeidhs.blogspot.com 
Εξορίας Α΄ (στίχοι)
67. http://jegrammenos.blogspot.com
Εξορίας Β΄ (στίχοι)
68. http://polysyllektikaena.blogspot.com 
Υπολοιπόμενα πρώτο (στίχοι)
69. http://enuymhma.blogspot.com
Μορφές (στίχοι)
70. http://polysyllektikotria.blogspot.com 
1. Γένεση δεκαπεντασύλλαβη
(έμμετρη μετάφραση, η πρώτη σελίδα)
2. Ιερεμίας δεκαπεντεσύλλαβος
(έμμετρη μετάφραση, η πρώτη σελίδα)
3. Ένα παραμύθι
4. πρόεδρος δημοκρατίας
5. κάλαντα 2010 (σάτιρα)
6. Κάτι για πυρκαγιές και τα πορνοκανάλια
71. http://proeklogikos.blogspot.com
Παλιά προεκλογικά
72. http://plhuvrikos.blogspot.com
SCHERRY (στίχοι)
73. http://gerekakhs.blogspot.com
Αν-αδελφικά (στίχοι)
Ένας παράξενος άνθρωπος (μονόπρακτο)
Η τριανταφυλλιά (μονόπρακτο)
74. http://prvtothroos.blogspot.com
2000 χιλιάδες χρόνια χριστιανισμού
Αγαπητοί ισπανοί
ΒΙΚΥ
75. http://idanikes.blogspot.com
Πολιτική σάτιρα.
76. http://xatzhmpravos.blogspot.com
α. ΓΕΝΕΣΗ
β. ΙΕΡΕΜΙΑΣ