Κυριακή 31 Οκτωβρίου 2021

ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ

To μεγάλο μυστικό καλά το κρύβουν οι ανθρώποι.
Τα βραδινά χαρούμενες κάνουν βεγγέρες
τη μέρα εργάζονται, είναι πατέρες,
και μικροί σαν είναι παίζουν τόπι.
Κι ας τους το θυμίζουν όλοι γύρω τους οι τόποι'
εκείνοι απαιτούν,
επιβάλλονται με φοβέρες
παραφροσύνης περνάνε βέρες-
έτσι κρύβουν το μεγάλο μυστικό oι ανθρώποι.

(από τα μαθητικά-Γυμνάσιο)
 

ΕΙΣ ΣΕ

Εις σε που θλίβεσαι εις την θέαν των ανθρώπων
και βαθέως αισθάνεσαι την οδύνην των οπάρθενων πια κοριτσιών
εις σε και μόνον δικαιολογείται
η απόκρυψις της χαράς όταν έλθει.
Συ μόνο που κάθε βήμα σου είναι πόνος
την χαράν δια τον εαυτόν σου ας κρατείς
όταν με εν τυχαίον άλμα της  σε φθάνει.
Επειδή γνωρίζεις καλώς ότι ταχέως
θα διαλυθεί.
Και ακόμα
ότι ουδείς την πρέπουσαν αξίαν θα της έδιδε
αν του την προσέφερες.

(από τα μαθητικά-Γυμνάσιο)
 

από το περιοδικό «ΛΟΓΙΑ» του 1996


ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΗ ΜΟΝΙΚΑ ΛΟΥΙΝΣΚΥ

«Όταν η Μόνικα ήρθε στην Καλιφόρνια για να δει τον πατέρα της, τα «ΛΟΓΙΑ» δε χάσανε την ευκαιρία να της πάρουν μια συνέντευξη.
Και, όπως χαριτολογώντας μου είπε και η ίδια η Λουίνσκυ, αυτό ήτανε κάτι σπάνιο για κείνη, γιατί συνήθως αυτή ήταν που την έπαιρνε από τους άντρες (τη συνέντευξη) σαν δημοσιογράφος που ήταν, παρά οι άντρες απ' αυτήν.
Υποβλήθηκα τότε σε έξοδα και ταλαιπωρία, όμως για την ενημέρωση των αναγνωστών του ένα μεγάλο περιοδικό δεν τα λογαριάζει αυτά. Μιλάω για τη μετατροπή που έκανα στο σχήμα του γραφείου μου. Έβαλα εργάτες να του φάνε τις γωνίες και να το στενέψουν λιγάκι έτσι ώστε να μοιάζει με αυγό. Γιατί η Μόνικα μονό σε ωοειδές γραφείο θα έμπαινε όπως μου δήλωσε. Και αυτή ήτανε ευτυχώς η μόνη αν και ανυποχώρητη αξίωσή της.

Και να η συνέντευξη:

ΛΟΓΙΑ (Λ)
Δεσποινίς Λουίνσκυ καλημέρα σας.

ΔΕΣΠΟΙΝΙΣ  ΛΟΥΙΝΣΚΥ (ΔΛ)
Καλή σας  μέρα.
Λ
Πρώτα θέλω να σας    ευχαριστήσω που  δεχτήκατε  να μιλήσετε  στα «ΛΟΓΙΑ».
ΔΛ
Είναι  που  μου αρέσουνε  τα λόγια. Όπως  το φαγητό, το  βουρτσάκι  που καθαρίζω  τα δόντια μου, γενικά ότι  μου γεμίζει το στόμα.
Λ
Σας καταλαβαίνω.
 ΔΛ
Ευχαριστώ.
Λ
Μπορείτε να μου πείτε ποιες ακριβώς ήταν οι σχέσεις σας με τον Πρόεδρο Κλίντον;
 ΜΛ
Δεν είχαν τίποτα το επιλήψιμο.
Λ
Συγνώμη, σας είναι δυνατό να μιλάτε λίγο πιο καθαρά;
ΔΛ
(δυνατότερα) Είναι καλύτερα έτσι;
Λ
Ναι, ευχαριστώ. Μπορείτε να επαναλάβετε την τελευταία πρόταση σας παρακαλώ; Δεν την καλοάκουσα.
ΔΛ
(δυνατά)
Είπα, είναι καλύτερα έτσι;
Λ
Όχι αυτή, την προηγούμενη.
ΔΛ
(δυνατά)
Είπα πως η σχέση μου με τον Πρόεδρο δεν έχει τίποτα το επιλήψιμο.
Λ
Ω! Επιλήψιμο!
ΔΛ
Μάλιστα.
Λ
Δηλαδή άδικα σας κατηγορούν;
ΔΛ
Βεβαίως.
Λ.
Περί   τίνος  ακριβώς  πρόκειται ; Τι   είναι   που  παρεξήγησαν  οι  Αμερικανοί;
ΔΛ
Τι να σας πω... Κι εγώ καλά καλά δεν ξέρω… Εγώ είχα πιάσει δεκαοχτώ φίλους όταν πήγα στο Λευκό Οίκο… Όχι, συγνώμη, δεκαεφτά, ο ένας δε με είχε διαπεράσει. Ετσι το λέμε ευγενικά στην Αμερική… Δεκαεφτά. Ήτανε μικρός αριθμός και ο μεγάλος πόθος μου ήτανε να κάνω τον αριθμό αυτόν όσο μπορώ πιο μεγάλο. Γιατί καταλαβαίνετε, δεν ήθελα να με κοροϊδεύουν οι φιλενάδες μου. Τέλος πάντων, είχα αυτό το όνειρο κι εγώ όπως κάθε κοπέλα της ηλικίας μου. Και ζήταγα δουλειά, γιατί έτσι είναι ευκολότερο. Και ζητώντας ζητώντας, πήγα και βρήκα ένα φίλο ενός φίλου του κυρίου Προέδρου μας. Αυτός αφού με πέρασε, με σύστησε στο φίλο του Προέδρου Βέρνον Τζόρνταν.
Αυτός με πέρασε και με σύστησε στον Πρόεδρο. Με πέρασε κι αυτός…
Λ
Σας πέρασε ο Πρόεδρος Κλίντον;
ΔΛ
Και βέβαια. Πώς αλλιώς θα δούλευα στο Λευκό οίκο αν δε με είχε περάσει;
Λ
Μα εσείς είπατε προηγουμένως ότι αυτά που λέγονται για τις σχέσεις σας με τον Πρόεδρο Κλίντον είναι όλα ψέματα.
ΔΛ
Και βέβαια είναι ψέματα. Το ξαναλέω.
Λ
Μα τώρα μόλις είπατε ότι ο Πρόεδρος σας πέρασε.
ΔΛ
Ναι. Με πέρασε.  Μέσα στο γραφείο του. Και ο κύριος Τζόρνταν με πέρασε. Μέσα στο γραφείο του κι αυτός. Και ο φίλος του φίλου του κυρίου Προέδρου το ίδιο.
Λ
Δεν καταλαβαίνω.
ΔΛ
Τι δεν καταλαβαίνετε;
Λ
Πρώτα λέτε ότι δεν είχατε σχέσεις με τον Πρόεδρο και ύστερα λέτε ότι ο Πρόεδρος σας πέρασε.
ΔΛ
Ω! Τώρα κατάλαβα. Παρεξηγήσατε-είδατε πώς δημιουργούνται οι παρεξηγήσεις;  Ο κύριος Τζόρνταν με πέρασε στο γραφείο του και συζητήσαμε για να μου βρει δουλειά. Όπως και ο άλλος κύριος με πέρασε  στο γραφείο του. Πού θα συζητούσαμε, στο διάδρομο;
Λ
Τώρα κατάλαβα. Στο γραφείο τους σας πέρασαν για να συζητήσετε..  Και ο κύριος Πρόεδρος σας πέρασε στο γραφείο του!
ΔΛ
Όχι. Αυτός με πέρασε στα αρχεία του.
Λ
Σας παρακαλώ δεσποινίς Λουίνσκυ, είναι δυνατόν να μιλάτε λίγο πιο καθαρά και πιο αργά;
ΔΛ
Μάλιστα. Όπως θέλετε. Εγώ σε ότι μου ζητάνε δύσκολα λέω όχι, Είναι κάτι που δεν ακούσατε;
Λ
Ναι. Το πού σας πέρασε ο κύριος Πρόεδρος!
ΔΛ
Στα αρχεία του. Δηλαδή στα αρχεία του Λευκού Οίκου.
Λ
Ω!
ΔΛ
Καταλαβαίνετε, δημόσια υπηρεσία είναι, δεν μπορούσα να μπαίνω εκεί χωρίς να είναι όλα εν απολύτω τάξει. Ο κύριος Πρόεδρος τα προσέχει πολύ αυτά, δε θέλει να δημιουργούνται σχόλια…
Λ
Συνεχίστε παρακαλώ.
ΔΛ
Με πέρασε λοιπόν, καθίσαμε στις πολυθρόνες και αρχίσαμε να μιλάμε. Μου λέει τι δουλειά θέλεις; Του λέω γραμματέας, μου αρέσουν τα εισερχόμενα και τα εξερχόμενα. Μου λέει προτιμάς να δουλεύεις στα επάνω συρτάρια ή στα κάτω; Του λέω στα κάτω. Γιατί, καταλαβαίνετε, θέλω να βλέπω τα εισερχόμενα και τα εξερχόμενα καθώς εισέρχονται και εξέρχονται για να έχω πλήρη ενημέρωση. Αν δεν τα βλέπω πώς θα τα ενεργώ; Ενώ στα πάνω συρτάρια αυτό είναι δύσκολο. Σου κόβεται ο λαιμός.  Μου λέει λοιπόν ο κύριος Πρόεδρος, και μένα μου αρέσουνε τα κάτω συρτάρια. Παραξενεύτηκα. Του λέω, υπήρξατε κι εσείς γραμματέας; όχι μου λέει,  αλλά βλέποντας τόσες γραμματείς τόσα χρόνια, έχω κατασταλάξει σε μια γνώμη.  Ξαναπαραξενεύτηκα. Μετά μου λέει θα σε βολέψω, αλλά θέλω να είσαι κι εσύ καλή μαζί μου. Του λέω θα βάλω τα δυνατά μου. Και σηκώθηκα να φύγω. Και δε θα είχε δημιουργηθεί καμιά ιστορία, αλλά όταν έφτασα στην πόρτα, ο κύριος Πρόεδρος άρχισε να απαγγέλει από πίσω μου στίχους: «Το
στόμα ανάβει τη φωτιά, το στόμα τήνε σβήνει, κι αποκαΐδια ο λαιμός και στάχτες καταπίνει.»  Μόλις το άκουσα, έμεινα.
Λ
Τι εννοείτε;
ΔΛ
Έμεινα. Δεν έφυγα. Τόσο πολύ μου άρεσαν αυτοί οι στίχοι. Είναι οι πιο αγαπημένοι μου στίχοι από το πιο αγαπημένο μου ποίημα του πιο αγαπημένου μου ποιητή.
 Λ
Ποιου ποιητή;
ΔΛ
Του Λονγκ Φέλοου. Αγγλος.
Λ
Ω! Μα δεν προφέρεται Λονγκφέλοου-μία λέξη;
ΔΛ
Δεν βαριέστε… όπως του αρέσει καθενός… Πού είμαστε;.. Α! Ναι! ΄Εμεινα λοιπόν. Ανακαλύψαμε έτσι την πρώτη εκείνη ημέρα πως ο Πρόεδρος κι εγώ είχαμε κοινή την αγάπη μας για την ποίηση. Αυτό τα δημιούργησε όλα. Γιατί συζητώντας για ποίηση, καθόμασταν με τις ώρες στο γραφείο του.
Λ
Μάλιστα. Λοιπόν;
ΔΛ
Λοιπόν, μιας και καθόμασταν τόσες ώρες μαζί, πεινάγαμε. Κι αφού πεινάγαμε, τσιμπάγαμε κάτι κιόλας.
Λ
Πήρατε δηλαδή τη δουλειά.
ΔΛ
Την πήρα και τη δουλειά και όλα.
Λ
Με συγχωρείτε αν καμιά φορά σας διακόπτω, αλλά το κοινό του "ΛΟΓΙΑ" είναι ευαίσθητο σε ό,τι μπορεί να υποδηλώνει έστω και υπόνοια για ύπαρξη σεξουαλικών σχέσεων ανάμεσα σε σας και στον Πρόεδρο. Ύστερα είναι μια καλή ευκαιρία αυτή σας η συνέντευξη σε μας, ένα μεγάλο περιοδικό με παγκόσμια κυκλοφορία, να ξεκαθαρίσετε τη θέση σας και να βουλώσετε τα στόματα.
ΔΛ
(γέλιο)
Δηλαδή όπως μου βούλωνε εμένα το στόμα ο κύριος Πρόεδρος.
Λ
Τι εννοείτε δεσποινίς Λουίνσκυ;
ΔΛ
Τρώγαμε σας είπα. Ε, ο Τζίμης ξέρετε πόσο περιποιητικός είναι…
Λ
Ο Τζίμης!;
ΔΛ
Εννοώ ο κύριος Πρόεδρος. Ξέρετε, ποτέ δεν ήθελε να τον λέω κύριε Πρόεδρε. Μετά, είσαστε μορφωμένος άνθρωπος και …
Λ
Ευχαριστώ.
ΔΛ
Παρακαλώ. …και ξέρετε πως  το φαγητό φέρνει κοντά τους ανθρώπους. Τέλος πάντων, όλο περιποίηση ήτανε ο Τζίμης-ο κύριος Πρόεδρος.
Φάει και φάει το πήγαινε. Ε, κι εγώ, για να μη φανώ αγενής, έτρωγα. Γι αυτό είμαι και παχουλή. Πρέπει να χάσω λίγα κιλά. Λοιπόν τι λέγαμε… Α! που τρώγαμε. Του είχα υποσχεθεί βλέπετε κιόλας πως θα κάνω ότι μου ζητάει κι είχα κι αυτόν το λόγο να τρώω όταν μου το ζητούσε.
Λ
Αν σας είναι δυνατό μην επεκτείνεστε δεσποινίς Λουΐνσκυ αν δε σας ρωτάω, γιατί δε θα τελειώσουμε ποτέ. Και για μια πρόταση παραπάνω που λέτε εσείς, μου κόβονται τα χέρια εμένα στη γραφομηχανή.
ΔΛ
Ώστε λέω πολλά;
Λ
Όχι δεσποινίς Λουίνσκυ, το θέμα είναι που ζητάει να λέει κανείς πολλά...
ΔΛ
Το αγοράζω αυτό (γέλιο)… όπως λέμε και στην πατρίδα μου…
Λ
Τώρα πέστε μου δεσποινίς Λουίνσκυ, τι τρώγατε με τον κύριο Πρόεδρο;
ΔΛ
Ω, διάφορα. Πρόχειρα πράγματα. Κανένα σάντουιτς, καμιά σαλατούλα, κανένα χοτ-ντογκ, πατάτες τηγανητές… Εμένα μου άρεσε το χοτ ντογκ. Κι από το χοτ ντογκ το λουκάνικό του πιο πολύ. Πολλές φορές παραμέριζα τα δυο κομμάτια του ψωμιού που κρέμονται από κάτω κι έτρωγα μονό το λουκάνικο.
Λ
Δεν κρέμονται δεσποινίς Λουίνσκυ, περιβάλλουν το λουκάνικο.
ΔΛ
Αναλόγως. Τέλος πάντων, ας μη σας μπερδεύω με λεπτομέρειες και μου ζητάτε πάλι εξηγήσεις... (γέλιο) μου άρεσε το λουκάνικο.
Λ
Το ήξερε αυτό ο κύριος Πρόεδρος;
ΔΛ
Το ήξερε. Μάλιστα κάναμε και παιχνίδια μ’ αυτό.
Λ
Δηλαδή;
ΔΛ
Να, επειδή μ’ άρεσε το λουκάνικο. ξέρω όλες τις μάρκες που κυκλοφορούν στην αγορά. Και περηφανεύομαι γι αυτό,
και περηφανευόμουν και στον Πρόεδρο γι αυτό. Εκείνος δε με πίστευε. Του είπα λοιπόν -και είναι αλήθεια-πως μόνο με τη μυρωδιά και με τη γεύση, χωρίς να το δω, μπορώ να πω τι είδους λουκάνικο είναι το καθένα. Μου λέει την άλλη φορά θα φέρω ένα λουκάνικο  να το φας χωρίς να το δεις και να μου πεις τι μάρκα είναι. Παιχνίδι, καταλαβαίνετε…
 Λ
Και έφερε;
ΔΛ
Έφερε και έφερνε. Και μου ’λεγε όταν ερχόταν η ώρα του παιχνιδιού: Κλείσε τώρα τα μάτια και άνοιξε το στόμα. Ε, σε λίγο είχα βρει τι είδους ήτανε.
Λ
Το βρίσκατε πάντοτε;
ΔΛ
Ναι, δε με είχε βρει καμιά φορά αδιάβαστη ο Πρόεδρος.
(γέλιο).
Λ
Το  πιστεύω. Τι  άλλο  έχετε  να πείτε  σχετικά;
ΔΛ
Δεν ξέρω τι άλλο να πω. Αυτό ήταν όλο. Τώρα γιατί απ’ αυτή την απλή ιστορία ο κόσμος βγάζει ό,τι παραμύθια θέλει, αυτό δεν το καταλαβαίνω.
Λ
Ας ελπίσουμε πως η συνέντευξη αυτή θα βοηθήσει ώστε η αλήθεια να γίνει κτήμα όλων και να πάψουν οι κατηγορίες εναντίον σας.
ΔΛ
Ας ελπίσουμε, αν και δεν το πιστεύω. Ο κόσμος πιστεύει πάντοτε το κακό. Όμως επειδή σας συμπάθησα μ’ ενδιαφέρει εσείς να με πιστέψετε.
Λ
Εγώ σας πιστεύω απόλυτα. Αυτό μπορώ να σας το βεβαιώσω.
ΔΛ
Σίγουρα;
Α
Σιγουρότατα.
ΔΛ
Αν   θέλετε  μπορείτε  να  με  δοκιμάσετε  κι   εσείς  ώστε   να έχετε ιδίαν πείραν. Έχετε κανένα λουκάνικο;
Λ
Εγώ  έχω λουκάνικο. Εσείς  έχετε  τηλεφωνική   επικοινωνία με κάποια Λίντα;
ΔΛ
Ναι, τα λέμε καμιά φορά.
Λ
Ε, τότε, ας αφήσουμε τη δοκιμή. Ίσως αργότερα…
ΔΑ
Όπως θέλετε. Όταν αποφασίστε τηλεφωνήστε μου: 3333331 .
Λ
Θα το ’χω υπ’ όψη μου. Και   μιας και μιλάμε για τηλέφωνο, ο Πρόεδρος  σας τηλεφωνούσε;
ΔΛ
Ω, ναι. Όταν δεν μπορούσαμε να βρεθούμε και ήθελε να με δοκιμάσει, με έπαιρνε στο τηλέφωνο.
Λ
Σας  δοκίμαζε  τηλεφωνικά;
ΔΛ
Ναι. Μου  περιέγραφε   το  λουκάνικο κι  εγώ  μόνο  με  την  περιγραφή έπρεπε  να  τον   ικανοποιήσω.
Λ
Να ικανοποιήσετε τι ;
ΌΑ
Την περιέργεια του να δει αν θα το ’βρισκα. Η αν θέλετε το θαυμασμό του και τη χαρά του. Γιατί το ένοιωθα, τον ενθουσίαζε και τον γέμιζε χαρά το παιχνίδι μας. Κάθε φορά που το ’βρισκα, γινόταν άλλος άνθρωπος. Μπορώ να πω εκείνες τις στιγμές ήταν ευτυχισμένος.
Λ
Πρέπει να νιώθατε και σεις ευτυχισμένη που κάνατε ευτυχισμένο τον Πρόεδρο.   
ΔΛ
Αισθανόμουν κι εγώ αλήθεια πολύ ευτυχισμένη.
Λ
Και μια τελευταία ερώτηση δεσποινίς Λουίνσκυ.
ΔΛ
Παρακαλώ. Μου είστε τόσο συμπαθής, που θα μπορούσα να μιλάω για ώρες μαζί σας.
Λ
Ευχαριστώ. Μιλάτε πολύ καλά τα ελληνικά-πού τα μάθατε;
ΔΛ
Μου τα ’μαθε ο Στεφανόπουλος.
Λ
Σας ευχαριστώ πολύ δεσποινίς Λουίνσκυ για τον πολύτιμο χρόνο σας.
ΔΛ
Κι εγώ σας ευχαριστώ. Κρατήσατε το τηλέφωνό μου;
Λ
Το έγραψα.
ΔΛ
Δεν μου αρέσουν τα μελάνια.
Λ
Στο μυαλό μου δεσποινίς Λουϊνσκι, στο μυαλό μου…
ΔΛ
Ω!
(γέλιο)
Γεια σας!
Λ
Γεια σας δεσποινίς Λουίνσκυ.

                                           -----
 

Σάββατο 30 Οκτωβρίου 2021

ΧΤΕΣ ΔΥΟ

Χτες δυο χέρια γκρεμίσανε
της ψυχής μου τα όνειρα
κι οι ελπίδες που ζήσανε
στων ονείρων τα δώματα
σκεπαστήκαν με πέτρες
και μ' ακάθαρτα χώματα.

Τώρα πια δεν αντέχουνε
οι ψυχές γι άλλο χτίσιμο
κι οι ιδέες που τρέχουνε
μου ζητάν να πουλήσω
τις ελπίδες και όνειρα
πια ποτέ να μη χτίσω.

(από τα μαθητικά-Γυμνασίου)
 

ΧΡΥΣΕΣ ΟΙ

Χρυσές οι μέρες μας χρυσές οι νύχτες μας χρυσή κι η δύση
χρυσοί οι δρόμοι μας χρυσά τ' απόμερα μικρά στενά
χρυσός κι ο ήλιος μας που εκουράστηκε και πάει να δύσει
χρυσά τα όνειρα και τα πρωτύτερα και τα στερνά.
Χρυσός ο δρόμος μας, χρυσές οι πέτρες του χρυσό το χώμα
χρυσά τα κύματα στης χρυσοθαλασσας τον στεναγμό
χρυσά τα χείλη σου που μου χαρίσανε φιλί στο στομα
χρυσάφι έντυσες και της ψυχής μου το σπαραγμό.
Χρυσά τα χέρια σου που μ' αγκαλιάσανε-χρυσή η φωνή σου
χρυσά τα στήθια σου που μου χαρίσανε πόθο χρυσό
χρυσά τα μάτια σου χρυσά τα χέρια σου χρυσή η φωνή σου
χρυσή κι η μέρα που μόνον μ' άφησες και που μισώ.
Χρυσά τ' απόβραδα που επερνούσαμε αγκαλιασμένοι
;.................................. χρυσά του
πέλαγου τ' άσπρα πουλιά
;................................. που γράφαμε
αγαπημένη
;................................ ...η φύση που
'στρωνε για μας χαλιά.


Χρυσός ο έρωτας για μένα που 'νιωθες-χρυσές οι ώρες
που μου δινόσουνα και μου εχάριζες χρυσά φιλιά
Χρυσή η θύμηση που άφησες φεύγοντας από κοντά μου
;............................... στη χρυσαφένια
σου την αγκαλιά.

χρυσή η άνοιξη που συ εγέννησες μες στην καρδιά μου
;................................ χρυσή ηπιο
μαύρη μου σκληρή νυχτιά.
Αγαπημένη μου χρυσός ο δρόμος που θα τραβήξεις
χρυσό τ' αστέρι σου στο χρυσαφένιο τον ουρανό
χρυσή η ευχή μου να γίνει εκείνο που θα ζητήσεις
γιατί τ' αξίζεις-χρυσος ο πόνος μου-τι κι αν πονώ...

(από τα μαθητικά-Γυμνασίου)
 

 ΟΣΟ ΚΙ

Όσο κι αν είναι η νύχτα σκοτεινή κι είναι θολό to βράδυ
κι όσο κι αν μαύρες καταιγίδες τη χτυπούν και μαύρες μπόρες
κάποιες απρόσμενες στιγμές
μιαν αστραπή θα σχίσει το
σκοτάδι:
όσο κι αν είμαστε μικροί
υπάρχουν και για μας μεγάλες
ώρες.

(από τα μαθητικά)

 ΤΙ ΣΚΟΤΑΔΙ

Τι σκοτάδι είχε η νύχτα χτες
αγάπη μου!
Τι βροχή ήταν αυτή! Τι παγωνιά!
Και πώς σφύριζε ο αέρας όταν
έσπαζε
τα ξερά της λεμονιάς μας τα
κλαδιά!
Δε φαντάστηκα ποτέ πως τόσα
πράγματα
θα μπορούσα να τα δω σε μια
νυχτιά-
τ' αστεράκια μας να βλέπω τα
χαρούμενα
να σκεπάζονται με σύννεφα σταχτιά.
Είχα χάσει κάθε ελπίδα πως θα
σ' έβλεπα
και σκεφτόμουν πως κι απόψε-τι
κουτός-
της αγάπης σου το χάδι δε θα το
'παιρνα
πως και πάλι θα κοιμόμουν
νηστικός.
Kι όταν άκουσα χτυπήματα στην
πόρτα μου
τόση μ' έκαναν να νιώσω ταραχή
που εσκέφτηκα πως έπαιζε ο
άνεμος
με παιχνίδι τη δικιά μου την
ψυχή.
Μα πλησίασα στην πόρτα και την
άνοιξα.
Κι ω! χαρά! Μι αχτίδα έλαμψε
χρυσή
που εσκόρπισε της νύχτας τα
σκοτάδια μου
και με γέμισε με φως-ήσουν εσύ.
Κι όταν κλείσαμε την πόρτα και
σταθήκαμε
για ν' ακούσουμε της νύχτας τη
βοή
δεν ακούγονταν πια τίποτα-
παράξενο:
είχε πάψει κί ο αγέρας κι η
βροχή.

(από τα μαθητικά-Γυμνασίου)

 ΚΑΘΟΜΑΣΤΑΝ ΣΤΗΣ

Καθόμασταν στης θάλασσας
την αμμουδένιαν άκρη
εκεί που σμίγουν τα θεριά
τα κύματα κι οι βράχοι.
To κύμα έγλυφε απαλά
του ακρόβραχου τις ρίζες
κι εχαδολόγα πονηρά
τις πέτρες του τις γκρίζες.
Κοιτούσες μια τα κύματα
και μια το βράχο πάλι.
Δε μ' έβλεπες, μα ήξερα
τ' είχες στο νου σου βάλει.
Κι όταν ο πόθος φούντωσε
και ζύγωσα σιμά σου
ο βράχος έγινες κι εγώ
το κύμα στα ριζά σου.

(από τα μαθητικά-Γυμνασίου)

 ΠΑΡΙΣΤΑΤΟ ΤΟ

Παρίστατο το ζεύγος μόνον,
η παράνυμφος,
δυο άνδρες-πλην του ψάλτου
και, βεβαίως, ο ιερεύς.
Ήτο τόσον αβεβαία η ένωσις
ώστε το "ναι" μετά δυσκολίας
ελέχθη
υπ' αμφοτέρων.
Και η αβεβαιότης αύτη
όλον τον μετέπειτα βίον του
ζεύγους επηρέασεν.
Επειδή προ πάσης συνευρέσεώς
των
το "θέλω" ως το τότε "ναι"
ελέγετο-
τόσον αβεβαίως.
Και έφθασε μια νύκτα που "πρέπει"
εψέλλισαν τα χειλη.

(από τα μαθτικά-Γυμνασίου)

ΔΕΝ ΔΙΑΦΩΝΩ

Δεν διαφωνώ.
To σώμα αυτό πρώτη φορά το βλέπω.
Μα το 'χα φαντασθεί πολλές
φορές.
Πόσες φορές τα στήθη αυτά-ίδια
το μέγεθος, το σχήμα, το ρόδινον
χρώμα-
δεν εσυντρόφευσαν τις νύχτες
μου.
Πόσες φορές το πρόσωπον αυτό
το αισθησιακόν προς έκφυλο
δεν ήλθεν εμπροστά μου'
τα χείλη αυτά τα λάμποντα σαν
μάτια
τα μάτια ως τα χείλη υγρά
πόσες φορές δεν τα ονειρεύθηκα
Μόνον η όψις των δοντιών μου
διέφευγε
το σχήμα του έρκους των δεν ήξερα να καθορίσω.
Τώρα το ξέρω.
Έτσι έπρεπε να είναι-όπως αυτό
που έχω τώρα εδώ μπροστά μου.

(από τα μαθητικά-Γυμνασίου)
 

ΓΡΑΦΩ ΤΗ

Γράφω τη μοίρα μου.
Ακουμπισμένος πάνω στο
τραπέζι
με το κεφάλι γερτό
και μάτια θολά από δάκρυα
γράφω τη μοίρα μου.
Τα πόδια μου αποσταμένα
από την αναζήτηση της
ευτυχίας.
Τα χέρια μου
να γυρεύουν έλεος απ' το
θεό.
Η σκέψη μου να πλανιέται σε
κόσμους
που ποτέ δεν μπόρεσε να
γνωρίσει.
Τα όνειρά μου σκοτωμένα από το
χέρι της αγάπης.
Τα δακρυσμένα μάτια μου να
βλέπουν μακριά
πράγματα που δεν υπάρχουν.
Τα χείλη μου στεγνά σαν χείλη
πεθαμένου.
Πεθαμένος'
και γράφω τη μοίρα μου.

(από τα μαθητικά-Γυμνασίου)
 

ΓΡΑΨΑΜΕ ΕΝΑ

Γράψαμε ένα γράμμα στο θεό.
Δεν είμαστε τρελοί;
Μα είχαμε τόση χαρά σαν ήρθε η απάντηση!

(από τα μαθητικά)
 

 ΚΙ ΑΛΛΗ

Κι άλλη μια στάσις.
Πόσο τάχα θα κρατήσει;
Πόσο θα τριγυρίζω άσκοπα κι
επωδυνα
ανάμεσα σ' ενός σταθμού
που δεν είναι ο προορισμός μου
τους θορυβώδεις μικροπωλητάς;
Ως πότε άγνωστες κουβέντες
μ' άγνωστους ανθρώπους θ'
ανταλλάσσω;
Πότε ο σταθμάρχης μου
θα πει απ' το μεγάφωνο πως
φεύγουμε;
Πότε το τράνταγμα θα νιώσω
της εκκινήσεως;

(από τα μαθητικά-Γυμνασίου)

ΒΟΔΙΩΝ ΚΟΠΑΔΙ

Ελληνικέ λαέ, βοδιών κοπάδι
που πας καθώς τυφλοί πάνε στον Άδη
ελληνικέ λαέ ξεπουλημένε
λαέ στην ίδια σου τη χώρα ξένε!

Κοπάδι δουλικά υποταγμένο
που μες στη φτώχεια σ' έχουν βουτηγμένο
πότε τα δυο σου μάτια θα σηκώσεις
να δεις, να καταλάβεις και να νιώσεις;

Σα σε κεντρίζουνε με τη βουκέντρα
δακρύζουν λούλουδα, πουλιά και δέντρα.
όμως ηδονικά συ μουγκανίζεις
και τον αυχένα πιότερο λυγίζεις.

Τις γραβάτες τους βλέπεις; αν τις σφίξεις
με τη δύναμη που 'χεις θα τους πνίξεις.
Τις ζωστήρες τους βλέπεις: αν θελήσεις
δυο κομμάτια μπορείς να τους χωρίσεις.

Μ' αντίς δάχτυλα οπλές έχεις στο πόδι-
δεν είσ' άνθρωπος έλληνα, είσαι βόδι
κι αν την έγκυα κοιλιά σου τήνε σκίσουν
σαν και σένανε βοδάκια θ' αντικρίσουν.
 

ΕΚΛΟΓΕΣ

Ας μην ερχόνταν
ποτέ εκλογές
να μη ανοιγόνταν
πληγές κακές:

ποιον να ψηφίσεις
πολιτικό
ποιον να μαυρίσεις
με δαγκωτό;

Μα αυτή η Πλάση
το ’χει σκοπό
να ’ναι η κάλπη
διαρκές κακό.

Όπως και τώρα
που δυστυχώς
μέσα στη χώρα
λίαν ευπειθώς

κάθε πολίτης
νομοταγής
σώφρων ή αλήτης
πρέπει ευθύς

να βοηθήσει
να γκαστρωθεί
κάλπη που φύσει
ψήφο ποθεί.

Και διγνωμίζω
με «ίσως…» και «αν…»:
Άλεξ ψηφίζω
ή Αντουάν;

Αντουάν ψηφώντας
δένω δεσμό
έστω μη εκόντας
με φασισμό.

Αν σ’ Άλεξ πάλι
βάλω σταυρό
ευθύς με βγάλλει
απ’το ευρώ.

Απελπισμένος
αν ρίξω ΕΛΙΑ,
δε θα ’χω ο έρμος
ούτε μια ελιά.

Πάω για Κουβέλη;
Ποτέ ποτών-
αγνοεί τι θέλει
σαν άβουλο ον.

Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ;
όχι γιατί
η ορθογραφία
της μ’ απωθεί.

ΑΝΕΛ; μπα! Διόλου
δεν κάνει κλικ
αφου εντός τους
έχουν τον Κουίκ.

Κουκουέ; Μη σώσει…
το κόμμα αυτό
μου ’χει προδώσει
κάθε ιερό.

Να! Οικολόγοι!
Μα όμως... μπα!
Ηλίθιοι ειν’ όλοι
του κερατά.

Μη το ΠΟΤΑΜΙ;
Νέο πολύ.
Και πού θα δράμει;..
Και πού θα βγει;..

Λοβέρδο Αντρέα;
Α! Τον σαχλό!
με Παπαντρέα
και «μακελλειό»!..

Κι αφού διστάζω
μέρες πολλές
Κι αφού ’ξετάζω
ιδέες τρελές,

λοιπόν ακούτε:
Χρυσή Αυγή-
δεν κλέψαν ούτε
μία δραχμή!

 

 Τετάρτη, 30 Απριλίου 2014
«Τα όσια και τα ιερά μας είναι το χρήμα»
Στουρνάρας

Η Τράπεζα από δω κι εξής θα λέγεται Εκκλησία.
και θα ’ναι  Αγία Τράπεζα το Θησαυροφυλάκιο.
Οι παραδόπιστοι γραμμή θα μπαίνουν στον Παράδεισο,
στην Κόλαση οι φτωχοί, γιατί, το Θεό τους δε θα έχουνε.
Παπάδες θαν’ οι υπάλληλοι οι τραπεζιτικοί
ενώ θα είναι ο διευθυντής ο Αρχιεπίσκοπός τους.
«Χρήμα ημών...» το οικείο μας «Πάτερ ημών…» θα λέμε,
το «παραχρήμα» ασέβεια δε κατάπτυστος θα γίνει.
Το Δισκοπότηρο-εύκολο-θα γίνει Χρυσοπότηρο
Και στο εξής πλωτός ναός θα λέγεται το κότερο.
«Γ… τον πλούτο σου» θ’ ακούς από βλασφήμων χείλη,
«Κρυφό σχολειό» οι γιατροί θα λέν τώρα το φακελάκι,
θα είναι οι Ιεραποστολές Χρηματαποστολές,
Κι ως ο Θεός τον Υιό γέννησε, και το Χρήμα,
Χρήμα σαν πρώτα θα γεννά: εδώ αλλαγή δεν έχει.
Λεφτούγεννα στο Μπάκιγχαμ θα έχουμε ετησίως
μιας και παλάτι μόνο αυτό μας έχει μείνει αισίως,
η Εβδομάδα των Παθών θα ’ν’ Εβδομάς Πτωχεύσεων
κι η Ανάσταση Ανάκαμψη των απαισίων υφέσεων.
Κι αν έτσι αυτά να γίνουνε-αν δεν μου γίνει η χάρη-,
δέχομαι τότε φίλοι μου, η φτώχεια να με πάρει…

Παρασκευή 29 Οκτωβρίου 2021

ΚΑΛΑ

Καλά,
τα φώτα όμως;
Πώς κρύψατε τα χέρια σας μέσα
σε τόσα φώτα;
Η ώρα δεν σας μέτρησε και σας;
Δεν ήρθε κάποια φήμη
οργισμένη
που να μιλάει για χαμό
και για κλοπή πνευματικής
ιδιοκτησίας;
Και πως περάσατε μέσα στους
ανθρώπους;
Καμιά φωνή, κανένα ουρλιαχτό
δεν σας σταμάτησε;
Τα σύννεφα δεν έβρεξαν
σκοτάδι
στο αντίκρισμά σας;
Ο ουρανός-
η κατάρα του-δεν σας βαραίνει;
Και τα σκαλιά,
μιαροί,
δεν έλιωσαν
στην επαφή των χυδαίων πελμάτων σας;

(από τα μαθητικά-Γυμνασίου)
 

ΑΙ ΠΑΡΕΛΘΟΥΣΑΙ

Αι παρελθούσαι θλίψεις
ενίοτε ασφυκτικώς διογκούνται
και των πάντων υπερχειλίζουσιν.
Και είτε εις σκέψεις ευχαρίστους
αφημένος
είτε εις κάποιο σύγγραμμα
εντρυφών
είτε υπ' οργής κατέχομαι
είτε χαράν κατέχω
πρέπει τα πάντα να εγκαταλείψω
και να επιβλέψω την εκτόνωσιν.
Είτε παθήματα άλλων θα
διαβάσω
από σχετικά βιβλία
είτε στο ημερολόγιόν μου
σκυμμένον
θα μ' έβρει τo πρωί.
Κατόπιν
δια πολλάς ημέρας ζω.

(από τα μαθητικά-Γυμνάσιο)
 

ΛΕΥΚΟΤΑΤΟΝ ΤΟ

Λευκότατον το δέρμα της ήτο.
Και τόσον απαλόν
που ως το ήγγιζα
αν δεν το εγνώριζα
βελουδον θα 'λεγα πως ήτο.

Όμως τόσον δεν ήτο η αφή
όσον η όρασις
που υπολογίζονταν.
Μία απέραντος λευκότης. Πάνω
της
ότι ήθελα να γράψω ημπορούσα.
Και λες πως άλλαι λέξεις δεν
υπήρχον-
πόσον τώρα θλίβομαι δι αυτό-
έγραφα πάντα "ηδονή"
και αποχωρούσα.

(από τα μαθητικά-Γυμνάσιο)
 

 ΜΙΑ ΜΙΚΡΑ

Μία μικρά παρέκκλισις
από το σύνηθες δρομολογιον
αξίζει ό,τι και να ειπείς.
Όσοι δεν επεχείρησαν
αυτοί να καταλάβουν δεν μπορούν.
Κι αν κάποιος το καινούργιο που
θα δει
χαράν καλέσει,
θλίψιν αν άλλος
όμως αμφότεροι
τον ίδιον άθλον θα έχουν
επιτελέσει-
θα έχουν αμφότεροι
το άγνωστον υποψιασθεί.

(από τα μαθητικά-Γυμνάσιο)

ΘΕΕ ΓΙΑΤΙ

Θεέ γιατί να φτιάξεις τους
κακούς;
Γιατί στον κόσμο να τους
δώσεις;
Κι αφού τους έφτιαξες γιατί-
με δύναμη γιατί να τους
φορτώσεις;
Δεν μπόρεσα ποτέ να καταλάβω
κι απάντηση ως σήμερα δε μου
'δωσες καμία-
ή μήπως θέλεις την ερώτηση
αλλιώς-
γιατί να δώσεις στους καλούς
αδυναμία;

(από τα μαθητικά-Γυμνάσιο)
 

Ο ΕΡΩΣ

Ο έρως ο αγνός-τι ουτοπία!
Να πάρεις μιαν ιδέα του αν θες
στα παλιωμένα ψάξε τα βιβλία-
μην ψάξεις μες στο σήμερα-ψάξε στο χτες.

Ρωμαίοι πια δε ζούνε κι οι
Ιουλιέττες
μι ανάμνηση εγίνανε θολή
της φούστας τους κοιτάζουνε
τις πιέτες
απ' τη δική σου αγάπη πιο πολύ.


Περάσαν οι καιροί που κάποια
λέξη
επλήθαινε τους χτύπους της
καρδιάς
και δάκρυ έχει στα μάτια μας να
τρέξει
αφότου μας μαλώνανε-παιδιά.

Περάσαν οι αγάπες, Τώρα πόθοι.
Στους δρόμους, στα σοκάκια, στις
αυλές
αγνή αγάπη πια κανείς δε νιώθει
κι ο έρως έχει γίνει να τον κλαις.

Μοντέρνα εποχή. Έτσι τη λένε.
Κι αλήθεια, αφού το λεν τόσοι
πολλοί
κι αφού τη ζουν, τη βλέπουν και
δεν κλαίνε
να κλάψω μόνο εγώ δεν ωφελεί.

Μοντέρνα εποχή-ναι-η εποχή
τους
μοντέρνα κι η δικιά μου εποχή
μα αν έγινε μοντέρνα η ψυχή
τους
δεν έγινε η δική μου η ψυχή.

Απόδειξη πως έχω αγαπήσει
μ' αγάπη σαν και κείνη την παλιά
αγάπη που την έχουν
τραγουδήσει
τα πρώτα του παράδεισου
πουλιά.

Μια μέρα απ' την αγάπη θα
πεθάνω.
Εκείνη δε θα δώσει σημασία.
Μα γράψτε εις τον τάφο μου
επάνω:
"Ο έρως ο αγνός-τι ουτοπία!"

(από τα μαθητικά-Γυμνάσιο)
 

ΧΤΕΣ ΣΤΗ

Χτες στη νύχτα την όμορφη τη γαλήνη γεμάτη
εν' αστέρι ολόλαμπρο μου τραβούσε το μάτι.
Κάτι μέσα στη λάμψη του μου εθύμιζε εσένα
και τις μέρες που ζούσαμε πριν να φύγεις στα ξένα.
Και τις νύχτες μου θύμιζε που μαζί καθισμένοι
τ' αστεράκια μετρούσαμε με χαρά μεθυσμένοι.

(από τα μαθητικά-Γυμνάσιο)
 

ΓΕΜΑΤΟΣ ΜΕ

Γεμάτος με θλίψη
και άλλα πολλά
σου γράφω τραγούδια
και άλλα πολλά.
Μου έχεις σηκώσει
εσύ τα μυαλά
μου έχεις σηκώσει
και άλλα πολλά.
Σε έχασα κι όλα
τα βλέπω θολά-
τα τούβλα, τα βώδια
και άλλα πολλά.
Αν ήσουν κοντά μου
θα ήταν καλά'
θα κάναμε τρέλες
και άλλα πολλά.
Θα σου 'γραφα ακόμα
και άλλα πολλά
μα έχω μελέτη
και άλλα πολλά.

Και τώρα σ' αφήνω
με μάτια θολά,
γκαβά, δακρυσμένα
και άλλα πολλά.

(από τα μαθητικά-Γυμνάσιο)
 

ΦΩΤΙΑ ΚΑΙ

Φωτιά και ήλιος και βροχή
και σκόρπια μεγαλεία
όλα μαζεύτηκαν θαμπά
στην άδεια παραλία
και χαιρετούν τα όνειρα
που φεύγουνε στα ξένα
και κλαιν απαρηγόρητα
και κλαίνε λυπημένα.

Μα και να κλαιν δεν ωφελεί
εκείνα δεν ακούνε
σ' άλλες στεριές, σ' άλλα νησιά
σ' άλλες βροχές θα βγούνε.


(από τα μαθητικά-Γυμνάσιο)
 

ΦΩΝΕΣ ΚΟΥΡΑΣΜΕΝΕΣ

Φωνές κουρασμένες
μιλούν στο σκοτάδι
που έρχονται λες
απ' τα βάθη του Άδη.
Φαντάσματα μαύρα
με έχουν κυκλώσει
πουλιά έχουν μαύρες
φτερούγες απλώσει
κι η νύχτα τραβάει
σε μάκρος αιώνιο
τρελής φαντασίας
φρικτό πανδαιμόνιο.
Και όλο πυκνώνουν
τα μαύρα τα σκότη
της νύχτας η σκέψη
και σκέψη μου πρώτη.

To χέρι μου αγγίζει
κορμιά σαπισμένα
που ξέρω πως ήρθαν
μονάχα για μένα.
Ελπίδα να φύγω
καμιά δε μου μένει
Μαζί τους θα μείνω
στον κρύον αγέρα
η νύχτα ως να φύγει
και να 'ρθει η μέρα.

Μα μέρα δε βλέπω
τι τρόμος-τι φρίκη
τι σκότος βαθύ
και να 'χει η ελπίδα
για πάντα χαθεί...

(από τα μαθητικά-Γυμνάσιο)
 

Χιλιάδες μίλια μακριά Μήτρος και Γιάννος όντας
στα εν Ελλάδι θέματα μετέχουν συζητώντας.

ΜΠΡΟΣ ΣΤΟΥ ΑΝΤΡΈΑ ΤΙΣ ΔΗΛΏΣΕΙΣ  
ΤΎΦΛΑ ΝΆΧΟΥΝ ΟΙ ΔΙΑΓΝΏΣΕΙΣ

-Τάμαθες τα νέα βρε Μητρούση;      
-Οχι. Μήπως έγινε σεισμός
-Οχι.
               -Μήπως φτώχυναν οι πλούσιοι;
-Ούτε.
               -Μην ξανάρθε φασισμός;
-Βρε συ ο νους σου στο κακό κάθε φορά πηγαίνει.
Δε θα το βρεις. Η είδηση είναι για τον Αντρέα.
-Πέθανε;
                   -Φάε τη γλώσσα σου. Σου είπα πως τα νέα
Είναι καλά. Και ειν' αυτά: ο Αντρέας δεν πεθαίνει.
-Καλά. Κι η πνευμονία του; Και ο αναπνευστήρας;
Αυτός του Χάρου έκρουε μέχρι προχτές τας θύρας.     
-Τις εκρουσε-τις ξέκρουσε.Τελεία-δεν πεθαίνει.
-Ας το υποθέσουμε αληθές. Και τότε τι θα κάνει;
-Θα ζήσει.
                  -Ειν' απίστευτο.Το είπε ο Σκαλκέας;
-Οχι, παρά το δήλωσε ο ίδιος ο Αντρέας.
 -Πώς δηλαδή το δήλωσε; Λέγε μου μωρέ Γιάννο.
-Να, άνοιξε το στόμα του και είπε: θα πεθάνω.
-Ε και λοιπόν;
                        -Τί και λοιπόν; θέλεις και τίποτ' άλλο;
-Μα δε μπορώ μον’ απ’ αυτό συμπέρασμα να βγάλω.
Κι αφού χαζούλιακα με λες και βλάκα και κουτό
Πες μου εσύ πώς τάχατες φαντάζει δυνατό
Ενώ προλέγει φανερά κάποιος το θάνατό του
Αντίς γι αυτό να εννοείς εσύ το αντίθετο του…
-Βρε ο Αντρέας δεν είχε πει απ' την ΕΟΚ θα βγει;
-Ναι.
          -Βγήκε;
                         -Επουληθηκε μάλιστα για να μπει.
-Μήπως δεν είχε πάλι πει "θα διώξουμε τις βάσεις";
-Ναι. Αλλά δεν τις διώξαμε, αν θες εκεί να φτάσεις.
 -Μήπως αυτός δεν έλεγε «θα φύγουμε απ' το ΝΑΤΟ»;
-Το έλεγε.        
                  -Εφύγαμε;
                                      -Οχι. Λοιπόν; Πιο κάτω.
-Δεν είπε πως ταυτότητα στους Ελληνες θα βγάλει
Και πως μ’ αυτή θα διόρθωνε των πολιτών το χάλι;
-Το είπε.
                  -Ε, το έκανε;
                                           Όχι. Και τι με τούτο;
-Α μωρέ Μήτρακα κι εσύ. Μυστήριο είσαι φρούτο.
Μωρέ δε βλέπεις; Ο,τι πει, ποτέ του δεν το κάνει:
Είπε "θα φύγουμε" και δεν εφύγαμε.
Είπε "θα πάμε" και ποτέ δεν πήγαμε.
Είπε "θ' αλλάξουμε" και δεν αλλάξαμε.
"θα καζαντήσουμε", και ερημάξαμε.
Κι αφού "πεθαίνω" δήλωσε, άρα δε θα πεθάνει!
 

Πέμπτη 28 Οκτωβρίου 2021

ΜΕ ΛΥΓΙΣΕ

Με λύγισε το βάρος που
ετόλμησα
στ' αδύναμά μου χέρια να
σηκώσω.
Με λύγισε' κατάλαβα το λάθος
μου
μα είναι πια αργά να μετανιώσω.
Με λύγισε...μα σκέπτομαι πως
πρόσθεσα
στις τόσες μου τις γνώσεις άλλη
μία:
μην πιάνεσαι μ’ αυτά που θΈλουν
δύναμη
αν νιώθεις τόση δα αδυναμία.

(από τα μαθητικά-Γυμνασίου)
 

ΟΤΑΝ ΣΤΟ

Όταν στο θόλο τ' ουρανού
φανούν τα πρώτα νέφη
και της αγάπης μας χαθεί
τ’ ολόδροσο το κέφι
τότε καλλίτερα θαρρώ
πως θα 'ναι να χωρίσουμε
και ο καθένας χωριστά
νέα ζωή ν' αρχίσουμε.

(από τα μαθητικά-Γυμνασίου)
 

ΣΤΗ ΣΤΡΑΤΑ

Στη στράτα την απόμερη-στην άκρη του χωριού
το μνήμα δεκοχτάχρονου εστήθη αγοριού.
Δεν το ευλόγησε παπάς, δεν το 'κλαψε μητέρα
η νύχτα δεν το πόνεσε δε δάκρυσεν η μέρα.
To δεντρο πάνω στο βουνό δεν έχυσε ένα δάκρυ
και δε θολώσαν τα νερά στου πέλαγου τα μάκρη.
Δεν εκλαψε το σύννεφο-δεν έκλαψε το κύμα
δάκρυ δεν έχυσε άνθρωπος επάνω από το μνήμα.
Βοσκόπουλο που έβοσκε τ' αρνιά-ποιος το θυμάται
τι κι αν επέθανε-κι αν ζει τι τάχα κι αν κοιμάται.
To αφεντικό του πλήρωσε άλλον βοσκό' τ' αρνάκια
άλλον αφέντη έκαναν κι άλλον τα κατσικάκια.

Όμως επάνω στο ξερό της μαύρης γης το χώμα
στην τρύπα που δεν έκλεισε καλά καλά ακόμα
όποια κι αν τύχει να διαβείς μέρας ή νύχτας ώρα
θα δεις στον τάφο να θρηνεί μια κόρη μαυροφόρα.
Ω! Προσπεράστε! Τι θα πει... τ' ήταν για σας τ' αγόρι;
Τι κι αν επέθανε; Κι αν ζει; Τι τάχα κι αν κοιμάται;
Μια μαυροφόρα κοπελιά που κλαίει τον καλό της-
δικός της ήταν κι ο καλός κι ο θάνατος δικός της.

(από τα μαθητικά-Γυνασίου)

 ΧΤΕΣ ΜΙΑ

Χτες μια χτένα μες στα χέρια
μου κρατούσα'
τηνε χάϊδευα απαλά, τηνε
φιλούσα
και θαρρούσα ότι μες στην
αγκαλιά μου
όχι εκείνην μα εσέ είχα γλυκιά
μου.

Με εκύτταζε ένας φίλος κι
απορούσε'
Κι ας του το 'πα, να πιστέψει δεν
μπορούσε
ότι μ' έφερνε η χτένα σου κοντά
σου
γιατί χτένισε μια νύχτα τα
μαλλιά σου.

(από τα μαθητικά-Γυμνασίου)

Η ΜΕΡΑ

Η μέρα αργοκύλησε κι η νύχτα αρχινά
γεμάτη πόνο, μοναξιά, σαν πίσσα αναλιωμένη
με ουρανό που προμηνά ναυάγια και φουρτούνες.
Τα ζώα ετρομάξανε και τρέμουν τα κλαδιά
και μόνη μέσα στη νυχτιά καμμια ψυχή δε μένει'
κι ακούς πιο κει αριά αριά να κρώζουν οι κουρούνες.

Νύχτα που κάνει σαν τρελή να πάλλεται η καρδιά σου΄
νύχτα που κάνει στεναγμό τον πιο πικρό σου πόνο
και την ψυχή κάνει βαριά και το μυαλό θολώνει.

Όμως εμένα θα με δεις-
τι τρέλα αληθινά-
να περπατώ στην ερημιά
παντέρημο και μόνο
και να ζητώ στη σκοτεινιά
εν' ανθισμένον κλώνο…

(από τα μαθητικά-Γυμνασίου)
 

ΕΣΤΟΛΙΖΟΝ ΤΟΝ

Εστόλιζον τον τάφον του ρόδων
σκιαί
που εις πλησίον μνήμα
εφύτρωνον.

Αυτό πολύ του εκακοφαίνετο
διότι ήλπιζεν ο θάνατος πως εξισώνει
και πως αφότου σφραγισθούν τα
χείλη
ουκ ένι πλέον δούλος ουδ'
ελεύθερος,
άρσεν και θήλυ.

Κι αν άρσεν δε τον πείραζε να
παραμείνει
Όμως τον επηρέαζεν η διαφορά
εκείνη:
δε θα μπορούσε άραγε εις αυτού
τον τάφον να ανθούν τα ρόδα;

Μα δεν βαριέσαι
δεν άλλαξε εις ολόκληρον ζωήν-
στον θάνατον θα άλλαζεν η
μόδα;

(από τα μαθητικά-Γυνασίου)
 

«ΣΑΝ ΤΑ

"Σαν τα λούλουδα του κάμπου-δες με", μου 'λεγες, "δε μοιάζω;
Ποθητή ωσάν και κείνα και δροσάτη δεν φαντάζω;
Δε θυμίζουν τα δικά μου τα γλυκά τα χρώματά τους
και τη μέθη δε σου δίνω που σου φέρνει τ' άρωμά τους;
Μη στη χάρη με περνούνε; Σαν και κείνων δεν σε φέρνει
η θωριά τους σ' άλλους τόπους; To μυαλό δεν σου το παίρνει
του προσώπου μου η γλύκα; Η ψυχή σου, πες, δε χαίρει
αν κρατάς ίδια εκείνα ή εμένα από το χέρι;"

Και ν' ακούσεις εποθούσες τρελλοκόριτσο μικρό
με του κάμπου τα λουλούδια ότι μοιάζεις να σου πω.
Κι ας θαρρούσα ότι ήσουν όχι αυτό μα κάτι άλλο
κι απ' τα λούλουδα κι ακόμα κι απ' τον κάμπο πιο μεγάλο'
Όταν ναι σου απαντούσα ξέχναγες τη συφορά
που θα 'ρχόταν κάποια μέρα να μας κλέψει τη χαρά.

Γιατί έτσι κάποια μέρα αγαπούλα μου χρυσή
σαν τα λούλουδα του κάμπου εμαράθηκες κι εσύ.

(από τα μαθητικά-Γυμνασίου)
 

ΘΕΑΤΡΟ. ΑΝΟΙΓΕΙ

Θέατρο. Ανοίγει η αυλαία. Ησυχία.
To πλήθος μένει άφωνο. Βουβό.
Σωπαίνει.
Κι η πρώτη πράξη στη σκηνή
ανεβαίνει.
"Και τ' ήτανε παππού;" "Τι άλλο-
η γνωριμία,"

Η πρώτη πράξη τέλειωσε. Στο
πλήθος ηρεμία.
Μα να η αυλαία πάλι ανεβαίνει
κι η δεύτερη η πράξη τώρα
βγαίνει.
"Και τ' ήτανε παππού;" "Τι άλλο-
η ευτυχία"

Κλείνει τα μάτια ο παππούς κι
αποξεχνιέται
κι ας βλέπει ο εγγονός το δάκρυ
που από του γέρικου ματιού
κυλάει την άκρη-
είναι σκληρή η νιότη-δεν
κρατιέται.

Γιατί σταμάτησε ο παππούς να
διηγιέται;
Η σκέψη του σε ποια πλανιέται
μάκρη;
Με του ξυλένιου του σπαθιού
την άκρη
τονε τσιμπά κι ο γέροντας
πετιέται.

To 'να με τ' άλλο του 'χει δέσει
τα σκαρπίνια'
να περπατήσει ο γέρος δεν
μπορεί'
πέφτει' σκυφτός στην πόρτα
προχωρεί
να φύγει απ' του μικρού τη
γκρίνια.

Τι 'ταν κι αυτή που τονε βρήκε
γκίνια-
τώρα ένα ψέμα θα 'πρεπε να
βρει
γιατ' η αλήθεια για το νιο θα 'ταν
πικρή:
η τρίτη πράξη γράφτηκε κρυφά-
στα παρασκήνια.

(από τα μαθητικά-Γυμνασίου)
 

ΔΥΟ ΠΟΤΗΡΙΑ.

Δυο ποτήρια.
Τέσσερα.
Μια ελιά.
Όλα καλά.
Η κλήρωση.
To δώρο.
Παρέες.
Τραγούδι.
 Όλα καλά.
Η ώρα που περνά.
Τα σκιστά μάτια σου.
Ένα βλέμμα τους.
Όλα καλά..
"Να φύγουμε"
Ο λογαριασμός.
To παλτό σου,
Τα πουλόβερ των παιδιών.
Η ζακέτα σου.
Πράσινη.
Ηδονική.
Και τελευταίο οι κνήμες σου.
Πρώτο.
Τελευταίο.
Οι κνήμες σου.
To όνειρο.
To θαύμα.
 

Ο πόθος μου.
Η ηδονή του.

Όλα καλά.
Αντίο.


(από τα μαθητικά-Γυμνασίου)
 

ΧΩΡΙΣΑΜΕ ΑΘΟΡΥΒΑ

Χωρίσαμε αθόρυβα
χωρίς σκηνές και κλάματα
χτες που επέρασε η νυχτιά
και ήρθαν τα χαράματα.

Λυπήθηκες. Λυπήθηκα.
Μ' αρέσει να το λέω
πως είμαι άνθρωπος κι εγώ-
ότι μπορώ και κλαίω.

Εδώσαμε τα χέρια μας
σα να 'μαστε δυο φίλοι
που σ' άλλο μέρος η ζωή
βουλήθηκε να στείλει.

Εσκύψαμε κι οι δύο μας
στη μοίρα το κεφάλι'
ποιος θα μπορούσε άραγε
στο νου του να το βάλει-

όποιος μας έβλεπε πιο πριν,
να, χτες το βράδυ ακόμα
θα προτιμούσε να κλειστεί
για πάντα του το στόμα

παρά να έλεγε για μας
ότι μας λείπει κάτι'
τά 'χαμε όλα: τη χαρά
να λάμπει μες στο μάτι.

Γιατί χωρίσαμε λοιπόν;
Ποια ήταν η αιτία;
Μπορεί να ήτανε πολλές
μα ίσως και καμία.

Μα κι αν πονέσαμε πολύ
ή μόνο κι αν δακρύσαμε
κι αν μας αφήκεν η χαρά
κι αν τέλος εχωρίσαμε

Να 'σαι γι αυτό περήφανη
ωραία μου κυρία-
αν κι άνθρωποι, εγράψαμε
μι ανθρώπινη ιστορία.


(από τα μαθητικά(Γυμνασίου)
 

ΤΑ ΟΧΙ ΚΑΙ ΤΑ ΝΑΙ

Κάποτε είπαμε ένα «ΌΧΙ», που μεγάλο τάχα ήταν,
που μας είχε οδηγήσει στη μεγάλη μας την ήτταν
και απόδειξε σε όλους η φυλή η ελληνική
πόσο είναι χαζοβιόλα και καθόλου λογική.

Μα ως γνωστόν εκτός απ' τ' ΟΧΙ-
γνώσεις είν' αυταί κοιναί-
κάθε γλώσσας μοίρα το 'χει
να 'χει μέσα της και ΝΑΙ.

Και στων ΝΑΙ του άθλιου πλήθους
θα σας φέρω τη ζαλάδα,
φαινομένου πλέον συνήθους
για τη δόλια την Ελλάδα.

Γιατί ΝΑΙ για χρόνια τώρα
λέμε σ' όλα τα στραβά
και γι αυτό συνέχεια η χώρα
τον κατήφορο τραβά
.
Και πλατιά σφραγίδα βάζουν
στην καινούργια αυτή ορμή της
οι υπουργοί όπου ρημάζουν
τα λεφτά και την τιμή της.

ΝΑΙ λοιπόν το γκόβερνό μας
έβαλε βουλή να λέει
σ' ό,τι ενάντιο στα όνειρά μας
και στα πάτρια είναι κλέη.

ΝΑΙ στο όργιο των σκανδάλων,
ΝΑΙ στο σκύψιμο της μέσης,
ΝΑΙ στην ειρωνεία των Γάλλων,
ΝΑΙ σε ψεύτικες εκθέσεις.

ΝΑΙ στο δράμα της Παιδείας
ΝΑΙ σε Αγγλία και σ' ΕΟΚ
ΝΑΙ στο χάος της ανεργίας
ΝΑΙ στων εκδοτών τα μπλοκ.

ΝΑΙ στων δημοσίων πόρων
την αλόγιστη σπατάλη,
ΝΑΙ στων δημοσίων χώρων
την κατάντια και το χάλι.

ΝΑΙ στην έλλειψη σχολείων
ΝΑΙ στις βίλλες υπουργών
ΝΑΙ στους διορισμούς οικείων-
σ' απολύσεις ΝΑΙ απεργών.

ΝΑΙ στης άσφαλτου το αίμα
ΝΑΙ  στο ξάφρισμα, στη ζούλα,
ΝΑΙ στη διαφθορά, στο ψέμα
στην κλεψιά και στη ρεμούλα.

ΝΑΙ σε κάθε σαλτιμπάγκο,
ΝΑΙ σε κάθε μασκαρά
που του έλληνα τον πάγκο
τον 'ρημώνει από χαρά.

ΝΑΙ σε Tούρκων απαιτήσεις
ΝΑΙ στις τόσες τους φοβέρες-
στων σκαφών τους τις προκλήσεις,
στις Αιγαίες τους κρουαζιέρες.

ΝΑΙ σε κάθε τι που δείχνει
πως ανεύθυνοι μετράμε,
ΝΑΙ σε κάθε τι που δείχνει
μακριά πως δεν κοιτάμε…

Και μας πέφτουνε στην πλάτη
βουρδουλιές τα τόσα ΝΑΙ
βρίσκοντάς μας σε ραχάτι
μες σε κάποιον καφενέ.

Και σα βλάκες πια γελάμε
και κανένας δεν κοιτάει
πως οι έλληνες μετράμε
της Ευρώπης το προσφάϊ.

Τέτοιοι είμαστε. Ωραία. Δεν πειράζει. Τι να γίνει...
Αλλ' ας μη γινόμαστε όμως σαλτιμπάγκοι κι αρλεκίνοι  
να θαρρούμε ότι κάποια και για μας στη γη αυτή
θέση έχει στην πορεία της προόδου φυλαχτεί.

Κακομοίρηδες για πάντα θ' απομένουμε κι αχρείοι
κι ένα ΟΧΙ κάθε χρόνο θα ψελλίζουμε -οι γελοίοι!-
λες κι αυτό μας δίνει κλέος-μάλιστα έχοντας τη λόξα
ότι τάχα των ελλήνων μονοπώλιο είν' η δόξα...

Ω! Αστεία καραγκιοζάκια που ποζάρετε γι ανθρώποι!
Στου πολέμου την ανάγκη δόξα παίρνουν όλοι οι τόποι.
Δάφνες πρέπουν στους πολίτες της πατρίδας μόνο εκείνης
που τη δόξα την κερδίζουν στους αγώνες της ειρήνης.       
 

ΕΙΝΑΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΛΟΓΙΚΟ ΟΝ;

Είναι ένας λογικός κόσμος ο κόσμος μας;
Ας δούμε.
Όταν ένας άνθρωπος χάσει τον δρόμο του και χαθεί,  δημιουργούνται ομάδες για να ψάξουν να τον βρουν, κινητοποιούνται αεριοπλάνα και πλοία.
Όταν κάποιος προτίθεται να αυτοκτονήσει, κινητοποιούνται δεκάδες Υπηρεσιών και επιστρατεύονται ειδκοί επί ειδικών για να τον μεταπείσουν.
Και έρχεται ο κορονοϊός.  
Και εκατοσταριές χιλιάδες ανθρώπων πεθαίνουν.
Σε μεγάλες και σε μικρές χώρες.
Σε όλη τη γη.
Και οι υπεύθυνοι τους βλέπουν να πεθαίνουν χωρίς να επεμβαίνουν.
Και καταρρακώνονται οικονομίες, και κοινωνίες ασφυκτιούν κάτω από τις μάσκες, και η εικόνα του Homo Sapiens είναι εικόνα κατάθλιψης παγκόσμια.
Και ξέρουν οι υπεύθυνοι των θανάτων αυτών, ότι αν εμβολιάζονταν όλοι οι επί γης άνθρωποι, τότε οι θάνατοι θα σταματούσαν, και όλα για όλους θα ξαναγύριζαν στην πριν έστω χάλια κατάσταση, χωρίς όμως πια και τους από κορονοϊό θανάτους.
Και δεν το κάνουν.
Είναι λοιπόν ένας λογικός κόσμος ο κόσμος μας;     
Αφήνω τον καθένα να απαντήσει.
 

Τετάρτη 27 Οκτωβρίου 2021

ΚΑΠΟΤΕ ΘΑ


Κάποτε θα 'ρθει κι ας αργεί
του λυτρωμού η ώρα.
Ίσως και αύριο να 'ρθει'
ίσως να 'ρθεί και τώρα.

Μην ψάξεις ίσως να τη βρεις-
είναι καλά κρυμμένη'
και θα 'ρθει μόνη της-αρκεί
κανείς να περιμένει.


ίσως να 'ρθεί σα μιαν αυγή'
ίσως σαν άγρια μπόρα.
Ίσως σαν ήλιος' σα βροχή' σαν
αύρα μυροφόρα.


Μα όπως να 'ρθει-θα το δεις-θα
'ναι στο φως λουσμένη,
Θα 'ρθεί-θα 'ρθεί του λυτρωμού
η ώρα η βλογημένη.

 

(από τα μαθητικά-Γυμνασίου)

 

ΤΟ ΦΙΛΑΡΓΥΡΟΝ


To φιλάργυρον κοινόν ας
ξεφωνίζει
και τα χρήματά του ας αιτεί-
είναι πολύ ανίδεοι να λεν
πως δεν τους ήρεσε η κωμωδία
αυτή.


Στο κάτω κάτω αν δεν εγέλασαν
ο συγγραφεύς ουδόλως εις
τούτο πταίει'
όλας τα δυνάμεις του έβαλεν
αυτός
δια να δημιουργηθούν διάλογοι
νέοι.


To φιλάργυρον κοινόν ας
ξεφωνίζει
και τα χρήματά του ας αιτεί-
είναι πολύ ανίδεοι να λεν
πως δεν τους ήρεσε η κωμωδία
αυτή.

 

(από τα μαθητικά-Γυμνασίου)

 

ΑΠΟΜΟΝΩΜΕΝΟΣ ΕΚ


Απομονωμένος εκ των πάντων
και πάντοτε μετ' αισιοδοξίας
προσβλέπων
εις την μόνωσίν του
ως πιστός εις τον θεόν του,
αναμένει την λύτρωσιν
μακράν των ανθρώπων,
και ψέγει τους κοσμικούς
που διάγουν την ζωήν των
διασκεδάζοντες.

 

Ως πότε όμως;
Θα έρθει ημέρα
που την ζωήν θ' αποζητήσει
των κοσμικών.
Και πως εκείνοι θα τον δεχθούν
που τώρα ασυλλόγιστα
τους λοιδωρεί;

(από τα μαθητικά-Γυμνασίου)