Κυριακή 24 Μαρτίου 2024

 ΜΗΤΡΟΣ ΚΑΙ ΓΙΑΝΝΟΣ ΕΝ ΕΛ ΕΪ
ΓΙΑ ΠΡΟΞΕΝΕΙΟΥ ΤΑ ΕΛΕΗ

(Δεκαετία κοντεύοντας να κλείσουνε στας ξένας
έχουνε φτώχια που εμιγκρές δεν έχει άλλος κανένας.
Κι αφού δεν έχουνε λεφτά να πιούνε και να φάνε,
Μήτρος και Γιάννος βρίσκονται και μοναχά μιλάνε.)

ΤΑΒΈΡΝΑ «ΠΡΟΞΕΝΕΙΟΝ»
ΚΑΙ Η ΕΛΛΆΔΑ ΜΕΊΟΝ.


-Σήμερα Μητρο χαίρομαι χαράν πολύ μεγάλην.

-Το έχω ήδη αντιληφθεί. Έτσι δε σ' είδα πάλιν.

-Ο μέγας μας και ο πολύς Πρόξενος του Ελ Ει
Το έριξε στις μπίζινες κι αυτός.

                                                     -Τί έκανε λέει;

-Μία ταβέρνα άνοιξε.

-                                   Ταβέρνα; Δηλαδή;

-Τί δηλαδή; Κέντρο άνοιξε. Αλλιώς πώς να στο πω.

-Μη με δουλεύεις Γιάννο μου. Δεν είμαι πια παιδί.
Και ξέρεις πως τον άνθρωπο αυτόν τον αγαπώ.
Ασε λοιπόν τ' αστεία σου και μίλησε μου τίμια.


-Ετσι λοιπόν αφού το θες, σου ορκίζομαι στα Ίμια.


-Τότε ειν' αλήθεια. Και καλά, το Προξενείο τ’ άφησε;


-Οχι. Αλλά παράλληλα, και την ταβέρνα άνοιξε.


-Κι αγόρασε, ή νοίκιασε, ή είχε κάποιο κτίριο;

-Τίποτ’ απ’ όλα. Μα μαζί, και τίποτα μυστήριο.
Το μαγαζί στο σπίτι του το ίδιο τόχει στήσει.

-Τεκές έχει του Πρόξενου το σπίτι καταντήσει;

-Οχι τεκές ανόητε. Αυτά τα είδη λείψαν-
Αλλου είδους του Προξένου μας το κέντρο σβήνει δίψαν.
Έλληνες θα πηγαίνουνε σ’ αυτό, που νοσταλγούνε
Και την Ελλάδα θέλουνε λίγο να ξαναδούνε.
Κι αφού κομμάτι Ελληνικό είναι το Προξενείο
Τότε και του Προξένου μας το σπίτι όσο νάναι
Κάτι θα έχει επάνω του στους Έλληνες οικείο.
Γι αυτό και αναμένεται πολλοί εκεί να πάνε
Και στην πατρίδα που αγαπούν να ξαναζήσουν πάλι.

-Θα τους βοηθήσει του κρασιού σ’ αυτό βεβαίας η ζάλη.

-Όχι μονάχα το κρασί ανόητε Μητρούση
Αλλά και ότι φανταστείς σ’ αυτό το σπίτι μέσα-
Ο,τι το μάτι ανθρώπου δει και το αυτί ακούσει-
θυμίζει Ελλάδα επαρκώς κι αναντιρρήτως. Μπέσα.

-Το έχει έτσι ο Πρόξενος ο ίδιος διαμορφώσει;

-Ναι. Κι έχει χρώμα Ελληνικό σε κάθε δώμα δώσει.
Ακόμα και τους κήπους του-τους gardens του τουτέστι,
Με αγάλματα και μαίανδρους και με λιγάκι ασβέστη
Τους έκανε γουστόζικα Ελληνικούς να μοιάζουν.

-Τους gardens του; Τ' ήταν αυτό το βέρο Αγγλικό;

-Ετσι τους λέει η πρόσκληση που οι μπράβοι του μοιράζουν.

-Μου φαίνεται έκανε κι αυτός κέντρο κανονικό.

-Οπως οι ταβερνιάρηδες οι άλλοι έχουν κάνει.
Κάτι Καρυάτιδες εδω, πιο κει ένας Απόλλων
 Γλαστρούλες με λουλουδικά, μιά λιλιπούτεια στάνη,
Μία βεράντα με σκεπή του ουρανού τον θόλον
Και τα λοιπά… Ξέρεις-ποτά, φαγιά Ελληνικά
Τραγούδια της πατρίδας μας και άλλα σχετικά.
Όμως τη μεγαλύτερη συγκίνηση τη δίνει
Μία σημαία Ελληνική που, Μητρο κυματίζει
Αδιάφορη για όλη αυτή την κερδοφόρα δίνη
Και ρίγη σώμα και ψυχή κάθε Ελληνα γεμίζει.

-Και δε μου λες, μες στ' άψυχα και μέσα στα πεσμένα
Μέσα στ’ αστεία και στα κενά και στα παραλυμένα
Πού μια σημαία βρέθηκε μέσα σ' αυτή τη γύμνια;

-Είναι αυτή που βγάλανε φεύγοντας απ’ τα Ιμια.

-Α! Είσαι ανυπόφορος.

                                           -Εγώ είμαι ή εκείνοι;

-Εσύ. Και η συνέχεια αδιάφορον μ’ αφήνει.

-Δε θα σου πω λοιπόν κι εγώ δολάρια το κεφάλι
Πόσα θα βγάλει ο Πρόξενος.

                                                  -Πάψε… Με πιάνει ζάλη.

-Και ούτε βέβαια θα σου πω διόλου για τις τιμές.

-Το τελευταίο ετούτο πες-αλήθεια είναι ψηλές;

-Δολάρια πρέπει τρεις φορές να δώσεις εικοσπέντε
Αυτή για νάδεις την τρανή πατριδοκαπηλεία.

-Και πού να βρω δολάρια εγώ Γιάννο εβδομηνταπέντε;

-Πώς έγινε και πιάσαμε οι δύο μας φιλία,
 Φορές όταν το σκέφτομαι εξήγηση δε βρίσκω.
Αλλά βρε Μήτρο αγαθέ, βρε Μήτρο φουκαρίσκο,
Νομίζεις ότι έγιναν για σένα όλα αυτά;
Μάθε το μία και καλή. Στο λέω ορθά κοφτά:
Κέντρα ακριβά καθώς αυτά είναι δια τους πλουσίους
Και όχι δια τους πένητας και δια τους ανεστίους.

-Γιάννο μου αφού εσύ το λες, το δέχομαι ασμένως.
Μα και γκαρσόν και μάγειρους θα έχει ορισμένως
Το κέντρο αυτό. Πες μου λοιπόν, κανένανε γνωρίζεις;

-Πρώτα μου λες αδιαφορείς, κι ύστερα με κεντρίζεις.
Ας είναι. Ναι. Γκαρσονι του θα είναι ο Αξιός.

-Ο ποταμός;

                               -Οχι μωρέ. Ενας κλεπταποδόχος.

-Και θάχει και γουέιτερ καμία ασφαλώς.

-Και βέβαια. Δίχως καπνό καπνίζει καπνοδόχος;

-Και ποια θα είναι το λοιπόν η κουβαλήτρα εκείνη;

-"Αθήνας και Λος Αντζελες", λέγεται, "Αδερφοσύνη".

-Εχω ακούσει σχετικά. Τώρα που μου το θύμισες
Πολύ βρε Γιάννο μου βαθιά αλήθεια με συγκίνησες.
Τιμή για το Λος Αντζελες νάχει αδερφή του ποιάν;
Μια πόλη εδώ και δυόμισυ χιλιετίες νεκράν.
Αλλ' όμως από το κοινό ας φύγουμε το αίμα
Και ας στραφούμε Γιάννο μου στο πρώτο μας το θέμα.
Τόσο ο Πρόξενος κουτός είναι ώστε ν’ ανοίγει
Κέντρο μεγάλο εξοχικό, κι όλες τις σοβαρές μας
Τις υποθέσεις στου κρασιού τη μέθη να τις πνίγει;

-Γιατί βεβαίως είναι αυτές το ίδιο και δικές μας..
Εγώ νομίζω έξυπνος πολύ πως είναι κιόλας
Αφού πωλών τοις μετρητοίς σουβλάκια και μπριτζόλας
Ας είναι και αντεθνικά φερόμενος, πλουτίζει.
Γιατί όπως σίγουρα καθείς στον κόσμο αυτό γνωρίζει
Έξυπνος είναι κείνος που τον κόσμο κοροϊδεύει
Και σαν στραγάλια νάτανε, τα χρήματα σωρεύει.

-Αυτό μόνο στη χώρα μας ίσχυει, την Ελλάδα.
Εδώ αλλιώς τα πράγματα σαν ήρθα Γιάννο τάδα.
Ο πλούτος ανεξέλεγκτος εδώ δεν είναι διόλου:
Γιά το καλό υφίσταται κι εκείνος του συνόλου.

-Ε, τότε, κι Αμερκανικά, Πρόξενο έξυπνο έχουμε.
Γιατί-και αν αντίρρηση έχεις σ' αυτό, το δέχομαι-
Γιατί για κάποιο σύνολο κι ο Πρόξενος φροντίζει:
Για των πλουσίων το σύνολο που ζουν στην παροικία.

-Η λογική σου Γιάννο μου λεφτά πολλά αξίζει.
Και όσο για αντίρρηση, δεν έχω-όχι-καμία.
Όμως και κάτι σοβαρό θα ήθελα να πω.
Και μη σου φύγει, πρόσεξε, γιατ’ είναι μυστικό:
Από υπάλληλο έμαθα έναν του Προξενείου
Οτι ο Πρόξενος μπορεί μορφή να έχει αγίου,
Μα κατά βάθος πονηρός είναι, και δη τα μάλιστα.

-Ν’ ακούσω ετοιμάζομαι-μυρίζομαι ευχάριστα.

-Εξω δεν έπεσες. Λοιπόν-έμαθα τα εξής:
Ο Πρόξενος μας έγινε σκοπίμως μπουφεξής.
Είν’ ο σκοπός του να μεθά έτσι τους Αμερκάνους        
Και να τους βάνει στης Τουρκιάς τα σχέδια να εναντιώνονται
Κι έτσι να μη μας πιάνουνε οι Τούρκοι πλέον χάνους.

-Τι νέοι αλήθεια Οδυσσείς που στην Ελλάδα αντρώνονται!

-Ναι… Και για πες μου Γιάννο μου, αυτό το ταβερνάκι
Θάχει κρασί πλακιώτικο; Θα έχει μαριδάκι;.

-Ψάρια μικρά μην καρτερείς να βρεις εκεί Μητρούση.
Ψάρια μεγάλα μοναχά εκεί μέσα ενοικούσι-
ψάρια μεγάλα στα θολά νερά εκείνα βρίσκονται
Που οι κοιλιές τους τα μικρά τρώγοντας ψάρια πρήσκονται.

-Μονάχα ψάρια τρων αυτοί; Δεν τρώνε μεζεδάκια;

-Τρώνε, ώστε έτσι η ψαρική να σπάει μονοτονία:
Τρώνε την Κύπρο γιαχνιστή, τρώνε μικρά νησάκια,
Τη Θράκη τρώνε καπνιστή και τη Μακεδονία,
Ενώ στη σούβλα μπαίνουνε η Λέσβος και η Χίος
Ώστε κι αυτές αφού ψηθούν, να φαγωθούν αισίως.

(Οταν και τούτο άκουσε
 Ο Μήτρος πια δεν άντεξε-
Λίγο πιο πέρα πάει
Κι αρχίζει να ξερνάει)