ΑΠΟ ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ
TO ΜΑΓΑΖΙ ΤΗΣ KYΡΊΑΣ ΒΙΒΉΣ
Μες στην ωραία μας τη γειτονιά
ένα κατάστημα-στολίδι ανθίζει
που δεν πουλάει λες παρά χαρίζει-
μία ολόφωτη ζεστή γωνιά:
Δήμητρος. Αριθμός; Δεν έχω δει.
Τι να τον κάνω; Ας ειπούμε τρία:
Ποιότητα, Ομορφιά, Ευαισθησία,
kι όλα μαζί του Ρέμπραντ μια σπουδή.
Ή αν το θέλετε ας ειπούμε δύο:
άριστη Ποιότητα και Ομορφάδα.
Ή θέλετ’ ένα; ιδού: μόνο Ομορφάδα,
στοιχείο του πίνακά μας σταθερό.
Ένα μεγάλο είναι μαγαζί
με μέσα του ολόλευκα δυο κρίνα
με ονόματα Βιβή και Κατερίνα.
Kι o τυχερός Aπόστολος μαζί.
Και πάν για ψώνια οι νοικοκυρές
και φεύγουν από κει χαρά γεμάτες
γιατί μαζί με τις φτηνές ντομάτες
και δυο κυρίες βρίσκουν ακριβές.
Και παίρνουν oι άντρες κάτι για να πιουν,
μα πριν να φύγουν έχουνε μεθύσει
με όσα δώρα εχάρισε η Φύση
στα δυο τα κρίνα που όλο ευωδούν.
Και να ψωνίσω κάτι πάω κι εγώ
και φεύγοντας, κρυφά τους έχω πάρει
την άφατή τους γλύκα και τη χάρη
που βλέποντας κι ακούγοντας τρυγώ.
Φορτώνω μελι από τη Βιβη
κουρσεύω άνθη από την Κατερίνα
και την ημέρα μου περνώ με κείνα
γεμάτη πια ομορφιά κι όχι θαμπή.
Κατάστημα ένα ωραίο, καθαρό,
που ό,τι ζητάς στα σίγουρα το έχει
και δε χρειάζεται κανείς να τρέχει
αλλού, μ' όποιον κι αν έκανε καιρό.
Και προθυμία και καλή καρδιά,
γρήγορη εξυπηρέτηση, ευγένεια,
και στους πελάτες όλη τους η ένια
ή είναι γυναίκες ή άντρες ή παιδιά.
Και πάντα μία λέξη ευγενική
έχει η Βιβή για κάθε της πελάτη'
κι απ’ τον Απόστολο, πίσω απ’ την πλάτη
ευχές ακούν οι άνθρωποι εκεί.
Ως για την Κατερίνα τη γλυκιά
τι να 'λεγα που αυτή τα λέει όλα
με μια σεμνή ματιά της φεγγοβόλα
που χίλια ζάχαρης φτιάχνουν σακιά.
Τι άλλο αλήθεια να ειπώ γι αυτό
της γειτονιάς μας τ’ όμορφο το στέκι
που όποιο κι αν κανείς έχει σεκλέτι
εκεί όταν μπει του φεύγει στο λεφτό,
ή γιατί βρίσκει εκείνο που ζητά,
ή απ’ της Βιβής το αβίαστο m γέλιο,
ή της γυναίκας νιώθοντας το τέλειο
την Κατερίνα μόνο σαν κοιτά;
Πηγαίνετε λοιπόν φίλοι καλοί
στο μαγαζί αυτό το ευλογημένο.
Μέσα εκεί θα έβρετε κρυμμένο
της ανθρωπιάς το σπάνιο το φιλί.
Τρυγήστε το. Θα ξαναβρείτε πού,
τέτοια να σας ζεσταίνει καλοσύνη,
που κάθε τι μέσα σ' αυτό ξεχύνει
ψυχή 'μερεύοντας, καρδιά και νου;
Μέσα στην έρημο τη σημερνή
όαση μια πού ολάνθιστη θα βρείτε;
Δροσό νεράκι πού αλλού θα πιείτε
στην Κόλασή μας την καθημερνή;
Κι αν δε σας ενδιαφέρει η ομορφιά
πηγαίνετε σ' αυτό για τις τιμές του
που είναι χαμηλές σα μανιφέστου
πιστά τηρούμενη γραμμή καμιά.
Κι ας λεν η φτήνεια τρώει τον παρά.
Ψέμματα! Τρίδιπλον μας τον γυρίζει
το μαγαζί αυτό, που ξεχωρίζει
μέσα στης Τρίπολης την αγορά,
Γεια σου κυρία Βιβή. Να ’σαι καλά,
να περιχείς με καλοσύνη πάντα
τα ψώνια που μας έβαλες στην τσάντα:
υποφερτά έτσι η ζωή κυλά.