Η ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΙΆ
Τόπος: Κούτελη Καλαβρύτων. Κήπος με δέντρα, κληματαριά και τριανταφυλλιές. Τραπέζι με καρέκλες. Χαρτιά και ένας φάκελος πάνω του.
Χρόνος: 2012
Πρόσωπα:
ΦΟΣ: 77 ετών
ΦΗ: αδελφή του, 62 ετών
ΠΟΣ: Γιος του ΦΟΣ, 45 ετών
(Ανοίγοντας η αυλαία ο ΟΦΟΣ και η ΦΗ συζητούν σιγά και διστακτικά, με συχνές, μικρές και μεγάλες σιωπές)
ΦΗ
Λοιπόν να μας εδώ οι δυο μας…
ΦΟΣ
Να μας…
ΦΗ
(γυρίζοντας το κεφάλι)
…Δεν ακούω το αυτοκίνητο του δικηγόρου… τι κάνει;
ΦΟΣ (σηκώνεται και πάει να δει. Ακούγεται ο ήχος αυτοκινήτου που βάζει μπρος. Γυρίζει και κάθεται στην καρέκλα του)
Φεύγει.
(σιωπή. Σηκώνει ένα χαρτί που ο αέρας έριξε στο χώμα και το ακουμπάει απαλά στο τραπέζι)
Το πληρεξούσιο…
ΦΗ
Δεν ήθελε να έρθει ο ίδιος…
ΦΟΣ
Δεν ήθελε…
(παύση)
ΦΗ
Νομίζω τελειώσαμε.
ΦΟΣ
Ναι. Αφού μπήκαν οι υπογραφές και δόθηκαν τα λεφτά όλα είναι τελειωμένα.
(σιωπή)
ΦΗ
Έτσι έπρεπε να γίνει.
ΦΟΣ
Έτσι.
(σιωπή)
Δεν είχαμε άλλη επιλογή…
(σιωπή. Γυρνώντας το κεφάλι του προς την αδερφή του, ερωτηματικά)
Ε;..
ΦΗ
Ναι δεν είχαμε… αφού ούτε μας μιλούσε πια, πώς μπορούσε να ήταν εδώ μαζί μας…
ΦΟΣ
Ενώ εμείς είμαστε εδώ… μαζί… ενωμένοι σαν μια γροθιά…
ΦΗ
Σαν μια σφιχτή γροθιά…
ΦΟΣ
Και έτσι θα είμαστε πάντοτε…
ΦΗ
Πάντοτε… ενωμένοι… μαζί…
ΦΟΣ
Τα παιδιά μπορεί να σκορπίσουν από δω και από κει, όμως οι δυο μας εδώ… στο πατρικό σπίτι… ενωμένοι… για όλη μας τη ζωή… οι δυο μας…
(σιωπή)
ΦΗ
Έτσι ή αλλιώς τελειώσαμε με τα δικηγορικά. Πληρώνοντας βέβαια, όμως έτσι τα σπίτια είναι ολόκληρα δικά μας!
ΦΟΣ
Το καθυστέρησα όσο μπορούσα. Μα όταν ο δικηγόρος του μας έστειλε το εξώδικο, τι να έκανα; Το έγραφε ξεκάθαρα ότι αυτός θα πουλήσει το μερίδιό του… Ποιος ξέρει ποιον θα έβαζε στο κεφάλι μας…
ΦΗ
Είχε ανάγκη τα λεφτά φαίνεται.
ΦΟΣ
Μπα… αυτός ζει και με τον αέρα μόνο…
ΦΗ
Έτσι τώρα μείναμε δύο…
(σιωπή)
ΦΟΣ
Με ένα τέτοιον τρίτο, καλλίτερα δύο…
ΦΗ
Καλλίτερα…
(σιωπή)
Οι διπλανοί έρχονται τάχα τα καλοκαίρια;
ΦΟΣ
Ποιος ξέρει… θα δούμε… θα μάθουμε… όλα του χωριού θα τα μάθουμε από την αρχή…
ΦΗ
Ναι… οι δυο μας… μαζί… δε χρειαζόμαστε τρίτον…
ΦΟΣ
Όχι… δε χρειαζόμαστε…
(σιωπή)
Δικά μας τώρα και τα δύο σπίτια…
ΦΗ
Καταδικά μας.
(σιωπή)
ΦΟΣ
Καλά δεν κάναμε;
(Σιωπή. Γυρίζει μπρος το μέρος της. Ερωτηματικά)
Ε;..
ΦΗ
Ναι.
ΦΟΣ (απαιτητικά)
Τι «ναι»;
ΦΗ
Τι «τι ναι»;
ΦΟΣ (ενοχλημένος)
«Τι ναι»… Άκουσες τι σου είπα;..
ΦΗ
Ναι-αν κάναμε καλά.
ΦΟΣ
Και γιατί δεν απαντάς…
ΦΗ
Είπα «ναι».
ΦΟΣ
Γιατί δεν το λες όλο;..
ΦΗ
Έχεις δίκιο, ξεχάστηκα. Ναι, καλά κάναμε.
ΦΟΣ
Έτσι! …Να νοιώθω πως συμφωνείς… πως είσαι μαζί μου…
ΦΗ
Μα είναι αυτονόητο...
ΦΟΣ
Ας είναι… λέγε το εσύ… αιστάνομαι μια σιγουριά να το ακούω πως και κάποιος άλλος σκέπτεσαι όπως σκέπτομαι…
ΦΗ
Υπάρχει κάτι που σε φοβίζει;..
ΦΟΣ
(γρήγορα)
Όχι!.. Όχι!.. Εδώ… οι δυο μας… Όχι!... Όλα καλά τώρα…
(σιωπή)
ΦΗ
…Θεωρεί τον εαυτό του προδομένο…
ΦΟΣ
Όλο μεγάλα λόγια είναι… το ίδιο θα μπορούσαμε να πούμε κι εμείς γι αυτόν…
ΦΗ
Λέει πως ο πλούσιος δεν προδίνεται από τον φτωχό ούτε οι πολλοί από έναν… άραγε έτσι είναι;
ΦΟΣ
Ποιος μπορεί να πει… Σου απάντησα κιόλας-μεγάλα λόγια…
ΦΗ
Δίκιο έχεις. Επειδή δηλαδή του πήραμε…
ΦΟΣ
(απότομα, διακόπτοντάς την)
Τίποτα δεν του πήραμε!
ΦΗ
…επειδή δεν του δώσαμε…
ΦΟΣ
(στον ίδιο τόνο)
Του δώσαμε όλα όσα έπρεπε! Τέρμα!
ΦΗ
Όλα…
(μεγάλη σιωπή)
ΦΟΣ
(προσπαθώντας να φανεί ήρεμος)
Δε σου το έχω πει, όμως θα γράψω τα απομνημονεύματά μου τώρα που καταστάλαξαν τα πράγματα.
ΦΗ
Καλή ιδέα. Θα είναι καλό για τους απογόνους μας να βλέπουν το μεγαλείο της οικογένειας.
ΦΟΣ
Το μεγαλείο των δυο οικογενειών μας-εμένα και σένα.
ΦΗ
Για κείνον…
ΦΟΣ
Ε, τι;
ΦΗ
Για κείνον λέω, θα γράψεις τίποτα; Θα τον αναφέρεις;
ΦΟΣ
Τι να πω για κάποιον που ούτε ένα σπίτι δεν μπόρεσε να χτίσει… ούτε μια επιχείρηση να φτιάξει… που δεν έκανε τίποτα στη ζωή του…
ΦΗ
Αλήθεια τίποτα…
(σιωπή)
ΦΟΣ
Εσύ ποιο σπίτι θέλεις να πάρεις;
ΦΗ
Λέω να κρατήσω της Αθήνας.
ΦΟΣ
(ανήσυχος)
Δε θα έρχεσαι στο χωριό;
ΦΗ
Θα έρχομαι εδώ-στο δικό σου το σπίτι. Ή μήπως δε με θέλεις;..
ΦΟΣ
Μα τι λες τώρα; Τα παιδιά μόνο… δεν ξέρω…
ΦΗ
Αν δε με θέλουν θα χτίσω εδώ δίπλα σου ένα σπίτι δικό μου. Θα μου δώσεις ένα κομμάτι από το οικόπεδο για να χτίσω-έτσι δεν είναι;
ΦΟΣ
Από μένα παρ’ το όλο. Τα παιδιά όμως… Καλό είναι να συμφωνήσουν κι αυτά…
ΦΗ
Θα πληρώσω καλά.
ΦΟΣ
Τότε δε θα έχουν αντιρρήσεις… μόνο λέω να το συζητήσεις μαζί τους έτσι κι αλλιώς…
ΦΗ
Όπως και να ’χει θα βλεπόμαστε. Εδώ. Στον κήπο μας. Στον κήπο του σπιτιού μας. Του δικού μας σπιτιού… εμάς των δύο… Το αγεράκι θα μας δροσίζει, τα εγγόνια μας-όποτε θα έρχονται-θα μας φέρνουν τον καφέ… Ωραία θα είναι… Κι εμείς θα θυμόμαστε τα παλιά…
ΦΟΣ
Εγώ θα φυτεύω ντομάτες και μελιτζάνες στον κήπο μου.
ΦΗ
Κι εγώ στον δικό μου. Θα βάλω και φράουλες. Θυμάσαι που τις μάζευε κάθε πρωί η μανούλα μας και μας τις έφερνε πλυμένες στο πιάτο;
(Σιωπή)
Εκείνος… δεν του άρεσαν…
ΦΟΣ
Καημένη μανούλα…
(σιωπή)
Κι αν δεν έρχονται τα παιδιά και τα εγγόνια μας, θα ερχόμαστε εμείς…
ΦΗ
Ναι. Θα ερχόμαστε.
ΦΟΣ
Οι δυο μας.
ΦΗ
Οι δυο μας.
(μακριά σιωπή)
ΦΟΣ
(σιγά)
Τουλάχιστον να είχε πεθάνει…
ΦΗ
Ναι…
ΦΟΣ
Πάλι τα ίδια! Τι «ναι»;
ΦΗ
Με συγχωρείς! Ναι, τουλάχιστον να είχε πεθάνει…
ΦΟΣ
Έτσι! Μη μ’ αφήνεις μόνο μου! Βοήθησέ με…
ΦΗ
Ναι αδελφούλη… Ότι θέλεις… Πάντοτε μαζί. Και αγαπημένοι!
ΦΟΣ
Έτσι. Να μου το λες αυτό.
ΦΗ
Ναι. Πάντοτε. Αγαπημένοι.
ΦΟΣ
Έτσι!
ΦΗ
…Ούτε κι εγώ μπορώ μόνη μου…
ΦΟΣ (τη φιλάει στο μάγουλο)
…αγαπημένη μου αδελφούλα…
(μεγάλη σιωπή. Δείχνει την άκρη του κήπου)
Σε κείνη τη γωνιά ήθελε να θάψει τον πατέρα του.
ΦΗ
(έκπληκτη)
Πώς;..
ΦΟΣ
Για να είναι για πάντα στο χωριό που αγάπησε, έλεγε, και στο σπίτι που έχτισε.
(σιωπή)
ΦΗ
Τον αγαπούσε…
ΦΟΣ
Τον αγαπάει. Ακόμα.
ΦΗ
Και κείνος… αυτόν αγαπούσε… Και λέει…
ΦΟΣ
Ναι… τι λέει;..
ΦΗ
…Και λέει ότι γι αυτόν έχτισε αυτό το σπίτι…
ΦΟΣ
Λέει… λέει… όλο λέει… λέει και γράφει… Τίποτε άλλο… «Γι αυτόν έχτισε το σπίτι»… κουταμάρες…
ΦΗ
Ίσως και να είναι έτσι- γιατί τον αγαπούσε…
ΦΟΣ
Γιατί του έμοιαζε πες… γι αυτό! Κι εμείς αγαπούσαμε τη μητέρα… λοιπόν;
(μεγάλη σιωπή)
Ο Βασίλης με ρωτάει για τον «παππού το Γιώργο»...
(σιωπή)
ΦΗ
Τι ρωτάει;
ΦΟΣ
Πού είναι… πώς είναι… γιατί δεν έρχεται… γιατί δεν πάμε εμείς σ’ αυτόν…
ΦΗ
Και ο Αλέξης διαβάζει τα βιβλία του και του αρέσουν. Όμως προσέχει… δε ρωτάει.
ΦΟΣ
Παιδιά είναι, θα μεγαλώσουν… Θα καταλάβουν…
ΦΗ
Θα καταλάβουν τι;..
ΦΟΣ
Αυτά που καταλάβαμε κι εμείς.
ΦΗ
Εμείς… Τι καταλάβαμε εμείς; Τι θα πει καταλαβαίνω;..
ΦΟΣ
Θα πει με συμφέρει. Μου αξίζει. Να τι θα πει.
(μεγάλη σιωπή)
ΦΗ
Εκτός αν νιώσουν…
ΦΟΣ
Μη λες κάτι τέτοιο… Παιδιά δικά μας είναι… Πώς θα νιώσουν; Όχι, ας είμαστε ήσυχοι για κάτι τέτοιο…
ΦΗ
Δεν ξέρεις… καμιά φορά…
ΦΟΣ
Τότε χαθήκαμε. Γιατί αυτός, μόνο νιώθεται.
ΦΗ
Ναι. Μόνο νιώθεται…
(μεγάλη σιωπή)
Να μεγαλώσεις την κληματαριά για να έχουμε ίσκιο το καλοκαίρι. Να πίνουμε τον καφέ μας. Εδώ... Μαζί… Οι δυο μας… Αγαπημένοι.
ΦΟΣ
Το δίκιο είναι με το μέρος μας.
ΦΗ
Το δίκιο;
ΦΟΣ
Το δίκιο.
ΦΗ
Η δύναμη.
ΦΟΣ
Το δίκιο, όχι η δύναμη.
ΦΗ
Η δύναμη. Το ίδιο λέμε.
(σιωπή)
ΦΟΣ
Μπορεί να σου ζητήσουν πολλά λεφτά τα παιδιά…
ΦΗ
Εσύ δεν μπορείς να τους πεις…
ΦΟΣ
Εγώ… όχι… δε μ’ ακούνε… Εγώ ό,που μπορούσα, είπα…
(σιωπή)
…και τον έδιωξα…
(σιωπή)
…κι εσύ μαζί…
ΦΗ
Ναι. Και οι δυο μας.
(σιωπή)
ΦΟΣ
Και οι δυο μας…
(σιωπή. Δείχνει)
Κοίτα μια γάτα.
ΦΗ
Τη βλέπω. Κάτι είδε και το παρακολουθεί…
(σιωπή)
ΦΟΣ
Οι γάτες γνωρίζουν άραγε τ’ αδέρφια τους περνώντας τα χρόνια;
ΦΗ
Ποιος ξέρει…
(μεγάλη σιωπή)
ΦΟΣ
Ή αν δεν είχε γεννηθεί καν…
ΦΗ
Ναι… Μα και τώρα δεν είναι σαν να μη γεννήθηκε-τα σπίτια δεν είναι μόνο δικά μας;.. Και θα ’ρχόμαστε να καθόμαστε στη σκιά της κληματαριάς το καλοκαίρι… και θα πίνουμε τον καφέ μας… και θα περνάνε οι χωρικοί και θα μας χαιρετάνε… Και όταν είμαστε στην Αθήνα θα επισκεπτόμαστε το σπίτι ο ένας του άλλου…
(σιωπή)
ΦΟΣ
Ναι. Θα επισκεπτόμαστε…
(σιωπή)
Στέγνωσε το στόμα μου…
ΦΗ
Να σου φέρω ένα ποτήρι νερό…
(κάνει να σηκωθεί. Ο ΦΟΣ την εμποδίζει)
ΦΟΣ
Όχι, μη φύγεις…
(Κοιτάζει γύρω)
Να… έτσι θα καθόμαστε… Οι δυο μας… Εδώ… (γυρίζοντας προς αυτήν το κεφάλι του) … Μα δεν καταλαβαίνεις… Δεν μπορώ να μείνω μόνος μου…
ΦΗ
Για ένα λεπτό αδελφούλη, ίσα να σου φέρω λίγο νεράκι…
ΦΟΣ
Ούτε για μισό λεφτό. Όταν φεύγεις η σκια του έρχεται και στέκει από πάνω μου και μου σκεπάζει το φως! Και σκοτάδι τότε είναι όλα!
ΦΗ
(χαϊδευτικά)
Αδελφούλη μου…
(τον αγκαλιάζει)
ΦΟΣ
(στην αγκαλιά της, με φωνή που τρέμει)
Έχει στοιχειώσει το σπίτι από την αγάπη του γι αυτό. Πριν φύγει και όταν γύρισε από την Αμερική, εδώ ερχόταν κάθε καλοκαίρι… εδώ έμεινε δυο ολόκληρα χρόνια… Και οι ρίζες που είχε από μικρός ρίξει εδώ τράνεψαν και πέταξαν κλωνιά στον αέρα κι αυτά ψήλωσαν και θέριεψαν… Έβαλε δέντρα, είχε κότες, σκυλιά, γατιά, είχε τον κήπο του με όλα τα χορταρικά…
(με αναφυλλητά)
…εδώ είχε το σπιτικό του σου λέω!.. Όταν εμείς, όλα αυτά τα χρόνια δε θέλαμε ούτε να ακούμε για Κούτελη…
ΦΗ
Καλά αδελφούλη, όμως αυτό…
ΦΟΣ
(διακόπτοντάς την)
Έφερε όλα τα πράγματά του, έφερνε τους φίλους του, το κρεβάτι του ήτανε το ίδιο εκείνο κρεβάτι που πάνω του πέθανε ο πατέρας του… και το είχε βάλει στην ίδια θέση που είχε τότε… και στην ίδια καρέκλα καθόνταν…
ΦΗ
Καταλαβαίνω αδελφούλη, με πειράζουν κι εμένα αυτά αλλά δεν το βάζω και κάτω… θα το αντιμετωπίσουμε… μαζί… σώπα… εδώ είμαι εγώ…
ΦΟΣ
(προσπαθώντας να ξαναβρεί τον εαυτό του)
Ναι… γι αυτό σου λέω…
(φοράει πάλι το πρωτινό του πρόσωπο)
(σιωπή)
Να μεγαλώσεις την κληματαριά για να ρίχνει ίσκιο… Ξέρεις… Να αφήσεις πέντε έξη κλαδιά της ακλάδευτα…
ΦΟΣ
Αδελφούλα ξέρεις… νομίζω πως δε θα χαιρόμαστε πολύ καθόντας κάτω από την κληματαριά…
ΦΗ
Πώς; Τι είπες αδελφούλη;
ΦΟΣ
Να!.. λέω… δε σου το έχω πει, όμως…
ΦΗ
Τι αδελφούλη μου;..
ΦΟΣ
…Μα δεν μπορώ να το κρύψω από σένα… δε γίνεται…
ΦΗ
Τι συμβαίνει αδελφούλη μου;.. με τρομάζεις…
ΦΟΣ
…Να! Βλέπεις εκείνη την τριανταφυλλιά;
(δείχνει)
ΦΗ
Ναι. Με τα κόκκινα τριαντάφυλλα…
(δείχνει)
Αυτήν!
ΦΟΣ
Ναι…
ΦΗ
Ε… τι γίνεται μ’ αυτήν;..
ΦΟΣ
Δε σου το έχω πει, αλλά..
ΦΗ
Αλλά;..
ΦΟΣ
Εκείνος τη φύτεψε...
ΦΗ
Θα τη βγάλουμε!
ΦΟΣ
(θλιμμένα)
Αδελφούλα μου…
ΦΗ
Τι αδελφούλη μου;..
ΦΟΣ
Αδελφούλα μου…
ΦΗ
Τι;
ΦΟΣ
Θα σου πω κάτι που δύσκολα θα το πιστέψεις… Όλη αυτή την ώρα που μιλάμε προσπαθώ να το ξεχάσω μα…
ΦΗ
Πες το μου αδελφούλη… αφού θα μου το πεις εσύ, αμφιβάλλεις ότι θα το πιστέψω;..
ΦΟΣ
Πρόκειται για την ευτυχία που νοιώθουμε όντας και οι δύο μαζί…
ΦΗ
Ναι... τι;..
ΦΟΣ
Να!.. αδελφούλα, αλήθεια μείναμε οι δυο μας επιτέλους. Και είμαστε αγαπημένοι. Και δεμένοι σαν γροθιά. Ναι, έτσι είμαστε. Όλα αυτά είναι αλήθεια. Όμως υπάρχει κάτι που θα μπαίνει ανάμεσά μας και θα δηλητηριάζει τις χρυσές μας ώρες... που αυτή την ευτυχία θα μας τη νοθεύει…
ΦΗ
Τι; Πες το.. πες το μου… μίλα αδελφούλη…
ΦΟΣ
(αποφασιστικά)
Να!.. Είπες να κόψουμε την τριανταφυλλιά.
Αυτή ήτανε αλήθεια και η δική μου πρώτη σκέψη όταν έμαθα πως αυτός τη φύτεψε. Να την κόψω! Και μάλιστα να μην έλεγα τίποτα σε κανέναν. Ούτε σε σένα, για να μη σε ενοχλεί η σκέψη πως εδώ, στον κήπο που θα καθόμασταν οι δυο μας, μια γωνιά του θα σου τον θύμιζε-θα είχε φυτευτεί κάποτε σ’ αυτήν κάτι από τα ίδια του τα χέρια-κάτι που θα σε ενοχλούσε και μόνο να το σκέπτεσαι… Όμως αδελφούλα, είναι γραφτό να μη χαρούμε την ευχαρίστηση της απουσίας του. Γιατί η τριανταφυλλιά αυτή δεν κόβεται!
ΦΗ
Τι λες αδελφέ μου! «Δεν κόβεται!»-στο χέρι της είναι;
ΦΟΣ
Ναι. Στο χέρι της είναι. Σκέφτηκα…
ΦΗ
Μα…
ΦΟΣ
…Άσε με αδελφούλα να τελειώσω αυτό που άρχισα να σου λέω…
ΦΗ
Ναι αδελφούλη… λέγε…
ΦΟΣ
Σκέφτηκα λοιπόν να μην σου το έλεγα και σου χαλάσω έτσι την απόλαυση του κήπου μας όντας είτε μόνη είτε μαζί μου μέσα του. Μα είπα στον εαυτό μου, τι αξία έχει να κάθομαι κοντά της όταν τη χαρά της παρουσίας της δίπλα μου θα την δηλητηρίαζε η γνώση πως κάτι ωραίο που βλέπω οφείλεται σε κείνον… Και ακόμα τι αξία θα είχε αυτή η παρέα μας αν αναγκαζόμουν να σου κρύβω τη στενοχώρια μου, ή αν ξέρω πως εσύ γεύεσαι μια ψεύτικη χαρά… Γι αυτό πρέπει ή μαζί να βρούμε τρόπο να την αγνοήσουμε, ή μαζί να την πολεμήσουμε, ή και μαζί ίσως να την ανεχτούμε, αφού έτσι κι αλλιώς δεν μπορούσα μόνος μου να το κάνω και για τους δυο μας…
ΦΗ
Μα καλά, δεν μπορείς να κόψεις μια τριανταφυλλιά; Ή θέλεις να με τρομάξεις για να γελάσουμε μετά και οι δυο μας με την τρομάρα μου;
ΦΟΣ
Σοβαρά μιλάω αδελφούλα…
ΦΗ
Μ’ αφήνεις να πάω να φέρω ψαλίδα και σκεπάρνι τώρα και να την κόψω;
ΦΟΣ
Όχι! Όχι τώρα, μη μ’ αφήνεις μόνον με τις σκέψεις μου! Και πριν από οτιδήποτε άλλο, άσε με να σου διηγηθώ τι έγινε σχετικά με αυτό το φυτό…
ΦΗ
Πες μου…
ΦΟΣ
Ξέρεις ότι έχω πετάξει από το σπίτι όλα όσα τον θυμίζουν. Ρούχα, αντικείμενα, συσκευές ηλεκτρικές ή ηλεκτρονικές και βιβλία… βιβλία… βιβλία… τα πέταξα όλα!
Όταν έμαθα ότι αυτή η τριανταφυλλιά είναι δικό του έργο, έβαλα μπρος να την ξεριζώσω κι αυτήν.
Κάθε φορά που ερχόμουν εδώ το προσπαθούσα.
Την πρώτη φορά την έκοψα μέχρι το χώμα. Όμως την άλλη μέρα κιόλας αυτή είχε πετάξει κλωνιά.
Την έβγαλα με τις ρίζες της. Ξαναφούντωσε.
Έφερα τον Πέτρο και έσκαψε βαθιά βαθιά ώσπου βρήκε τα πιο μικρά της ακρόριζα. Τα αχρήστεψε όλα. Την άλλη μέρα κιόλας το πρωί όμως-απίστευτο μοιάζει ναι;- είχε πεταχτεί ένα ροζ κλωναράκι. Το άφησα να δω πώς θα εξελιχτεί. Σε δυο τρεις μέρες είχε γίνει όπως τη βλέπεις τώρα. Σαν κάποιος μέσα από το χώμα να ήτανε δουλειά του, με έναν μαγικό τρόπο, να την κάνει πάλι νέα και ολοζώντανη κάθε που κάποιος άλλος πάνω από το χώμα την ήθελε νεκρή. Δεν έλεγα τίποτε σε κανέναν γιατί δε θα με πίστευε. Πέρυσι, την τελευταία φορά που είχα έρθει, έφερα κάποιον με ένα μικρό εκσκαφέα και του είπα να σκάψει γιατί εκεί θα μεταφύτευα τάχα ένα πεύκο-ξέρεις, από κείνα που τα κουβαλάς μεγαλωμένα κιόλας και τα βάζεις όπου θέλεις. Όταν ο εκσκαφέας τελείωσε, έριξα μέσα ζιζανιοκτόνο με τα κιλά, ανακατεμένο με πετρέλαιο και με αλάτι. Έκλεισα το χάος εκείνο με πέτρες και από πάνω έριξα πετρόχωμα. Εκείνη τη νύχτα δεν κοιμήθηκα . Έκατσα δίπλα στην κλεισμένη τρύπα για να δω. Ο νους μου έπλαθε εξωπραγματικά σενάρια. Σκέφτηκα πως ίσως κάποιος πηγαίνει τη νύχτα και φυτεύει μια έτοιμη τριανταφυλλιά. Όλη τη νύχτα δεν έγινε τίποτα. Με τις πρώτες αχτίδες του ήλιου όμως, μια ροζ μυτούλα φάνηκε στη μέση της τρύπας και σε δέκα λεπτά βρισκότανε μπροστά στα μάτια μου μια νέα τριανταφυλλιά με το πρώτο της άλικο, μοσχομύριστο τριαντάφυλλο. Ύστερα απ’ αυτό σταμάτησα τις προσπάθειες.
ΦΗ
Θα έμεναν κλαδιά από τα πλάγια της τρύπας που είχες ανοίξει και αυτά ξαναγεννιούνταν…
(σιωπή)
Θα πάω να κόψω ένα τριαντάφυλλο.
ΦΟΣ
Δεν θα μπορέσεις. Θα τρυπηθείς. Κάθε τριαντάφυλλο παντού στο μίσχο του έχει αγκάθια. Περισσότερα από όσα έχει ένα αγριοτριαντάφυλλο. Ούτε το μικρό σου δαχτυλάκι δε μπορεί να βρει τόπο να ακουμπήσει πάνω του. Μα και να το ’φτανες, είναι τόσο σκληρό…
ΦΗ
…θα δοκιμάσω…
(πηγαίνει στην τριανταφυλλιά και παρά τις προσπάθειές της να κόψει ένα τριαντάφυλλο, γυρίζει στη θέση της με ματωμένα δάχτυλα. Σκουπίζει τα χέρια της. Σηκώνεται)
Έχεις δίκιο, δε γίνεται… θα φέρω την ψαλίδα από πάνω!
ΦΟΣ
Όχι τώρα… Κάνε το, όμως το έκανα εγώ και ξέρω τι θα γίνει. Ούτε ένα της τριαντάφυλλο δεν κόβεται λες και έχει ατσάλινο μίσχο… κάτσε, μη μ’ αφήνεις τώρα μόνο μαζί της…
ΦΗ
(κάθεται)
Θα έχει στομώσει η ψαλίδα… Καλά. Θα δοκιμάσω αργότερα. Θα την τροχίσω! Δεν μπορεί…
ΦΟΣ
…Άκου κι αυτό αδελφούλα… Μια μέρα εμφανίστηκε στο έμπα της εξώπόρτας ένας παράξενα ευγενικός άνθρωπος. Ήτανε ασυνήθιστα ψηλός και στα άσπρα ντυμένος με κάτι σαν κελεμπία. Στο δεξί του χέρι κρατούσε μια ανθοδέσμη από ωραία τριαντάφυλλα με διάφορα χρώματα και μεγέθη. Δείχνοντας την τριανταφυλλιά μου είπε: «Μου επιτρέπετε να κόψω ένα τριαντάφυλλο από εκείνη την τριανταφυλλιά;» και μου έδειξε αυτήν. Του είπα «Κόψτε αλλά φοβάμαι ότι δεν θα μπορέσετε. Και θα τρυπηθείτε κι από πάνω…» Χαμογέλασε. «Ξέρω απ’ αυτά», μου είπε, «έχω τον τρόπο μου». Τον παρακολουθούσα περίεργος. Πήγε, έκοψε με την πρώτη το ωραιότερο τριαντάφυλλό της και το πρόσθεσε χαμογελώντας στην ανθοδέσμη του. Πήγε προς την πόρτα. Βγαίνοντας με χαιρέτησε ευγενικά με ένα νεύμα του κεφαλιού. «Ποιος είστε;», τον ρώτησα αποσβολωμένος. «Είμαι ο Ανθοδίαιτος», μου είπε και χάθηκε όπως ξαφνικά είχε εμφανιστεί.
ΦΗ
Παράξενο συμβάν πραγματικά… Θες να πεις πως μόνον εμάς τρυπάει;..
ΦΟΣ
Απ’ ό,τι φαίνεται…
ΦΗ
Αυτός θα φορούσε γάντια… πρόσεξες αν φορούσε γάντια;..
ΦΟΣ
Δεν είδα τίποτα τέτοιο… θα τα είχα δει αφού στα χέρια του ήτανε η προσοχή μου περιμένοντάς τα ματωμένα…
ΦΗ
Κάποιον τρόπο θα έχει αφού είναι ειδικός… και τώρα, αν είναι όπως τα λες, τι λες να γίνει;
ΦΟΣ
Δεν ξέρω. Ή θα φύγουμε από δω ή αν όχι θα ζούμε δίπλα της…
ΦΗ
Να τη σκεπάσουμε με ένα βαρέλι από κείνα που υπάρχουν στο υπόγειο…
ΦΟΣ
Και πώς θα το δικαιολογήσουμε αυτό στους άλλους;
ΦΗ
Καλά λες… να χτίσουμε γύρω της ένα πέτρινο τοιχάκι τάχα πως θέλουμε να την προστατέψουμε από τα ζώα τέτοια ωραία λουλούδια που κάνει;.. και σιγά σιγά ανεβάζουμε τη μάντρα ώστε χωρίς ήλιο να μαραθεί…
ΦΟΣ
Δε θα συμφωνούσε κανείς να κρύψουμε τόσο ωραία λουλούδια- για οποιονδήποτε λόγο…
ΦΗ
Δε θα τα κρύψουμε τελείως. Αρκεί όταν θα καθόμαστε κάτω από την κληματαριά να μη φαίνονται. Αυτό αν δεν μπορέσω κι εγώ να την εξαφανίσω…
ΦΟΣ
Θα ήτανε μια λύση αν δεν το πολυέψαχναν οι άλλοι… Γιατί την αληθινή αιτία αυτής της ενέργειάς μας δεν μπορούμε να την πούμε σε κανέναν βέβαια…
ΦΗ
Σε κανέναν βέβαια.
ΦΟΣ
Αν εσύ είχες φυτέψει αυτή την τριανταφυλλιά, τότε αδελφούλα θα ήταν διπλή η χαρά μας όταν καθισμένοι εδώ θα την απολαμβάναμε…
ΦΗ
Δεν πιάνει το χέρι μου, το ξέρεις… Τώρα όμως… πώς θα μπορούμε να θαυμάζουμε κάτι δικό του;.. φρίκη νοιώθω μόνο που το σκέπτομαι…
ΦΟΣ
Ούτε εγώ τα μπορώ αυτά. Εκείνος μόνο τα πάει καλά με τα δέντρα, με το χώμα, με τα λουλούδια…
ΦΗ
Με ότι δε φέρνει λεφτά δηλαδή… ο αχαϊρευτος…
(σιωπή)
Ξέρεις τι σκέπτομαι αδελφούλη;
ΦΟΣ
Τι αδελφούλα μου;
ΦΗ
Να! Τώρα που τα σπίτια είναι δικά μας πρέπει να τα φτιάξουμε λίγο γιατί κοντεύουν να γκρεμιστούν από την αχρησία. Στο σπίτι αυτό-του χωριού- να αλλάξουμε τα παράθυρα, να βάλουμε μια καινούργια πόρτα, να το βάψουμε μέσα κι έξω, να βάλουμε καινούργιο φράχτη, το υπόγειο δεν ξέρω… λέω να το κάνουμε κι αυτό ένα ωραίο διαμερισματάκι…
ΦΟΣ
Αδελφούλα μου συμφωνώ. Πρέπει να τα φτιάξουμε αν θέλουμε να χρησιμοποιηθούν από τα παιδιά μας και τα εγγόνια μας. Μόνο, και σου ζητώ συγνώμη γι αυτό, σε ένα ήθελα να σε διορθώσω αδελφούλα. Είμαστε μοντέρνοι άνθρωποι πια. Πήγαμε στο φεγγάρι. Επεμβαίνουμε στα γονίδιά μας. Βρήκαμε το σωματίδιο του Θεού-παναπεί σχεδόν γίναμε κι εμείς θεοί. Από την άλλη έχουμε εκμηδενίσει τις αποστάσεις, επικοινωνούμε οποιαδήποτε στιγμή θέλουμε με οποιονδήποτε άνθρωπο πάνω στη γη, τα αυτοκίνητά μας οδηγούνται από ρομπότ. Μόνον ο χρόνος, μέσα στην αφθονία των τόσων αγαθών και υπηρεσιών, αυτός είναι ο μόνος που παραμένει λίγος και πολύτιμος. Ας μη τον σπαταλάμε λοιπόν με άσκοπες περιγραφές. Όλα όσα θέλουμε να πούμε, σήμερα τις περισσότερες φορές μπορούμε να τα πούμε με μια μόνο λέξη. Για παράδειγμα όσα είπες ότι πρέπει να κάνουμε για αυτό το σπίτι, θα μπορούσες να το πεις με μια λέξη: λίφτινγκ! Τόσο απλό, τόσο μοντέρνο, τόσο ιν! Τύφλα να ’χουν όλες οι μεταφορές και οι παρομοιώσεις οι ποιητικές μπροστά του. Δε θέλω να σε στενοχωρήσω που δεν το ήξερες αυτό, όμως επίτρεπέ μου να σε διδάσκω σαν μεγαλύτερος που είμαι. Λίφτινγκ! Τι κομψή λεξούλα! Το λάμδα δεν τη γλυκαίνει; Το φι δεν της δίνει μιαν αιθέρια υπόσταση; Και υπάρχει πιο σικ γράμμα από το γιώτα; Ως για το γκ, κλείνει σαν γκαραζόπορτα ώστε να μη κανένας μολύνει την ωραιότητα της μαγευτικής αυτής λέξης. Μέσα στη λέξη αυτή κλείνεται όλη η δύναμη των ανακαλύψεων του ανθρώπου στον τομέα της επιστήμης.
ΦΗ
(με θαυμασμό)
Αδελφούλη, με εκπλήσσεις. Μπράβο σου! Είσαι το αγλάϊσμα της ελληνικής πνευματικότητας! Είσαι ο ανθός της λογοτεχνικής έκφρασης του εικοστού πρώτου αιώνα! Είσαι ο εκφραστής της νεολαίας, ο πρωτοπόρος της διανόησης, ο πνευματικός άνθρωπος που δίνει άλλα όρια στις επιτεύξεις των θνητών ανθρώπων και άλλην αξία στην ικανότητα του ανθρώπου να μιλάει! Είσαι…
ΦΟΣ
(Χαρούμενος)
Και άκου και το άλλο πριν συνεχίσεις: Όταν πριν τρία χρόνια με πρωτοπήρε ο δικηγόρος του για να μου πει ή να πουλήσουμε όλοι ή να αγοράσουμε εμείς οι δυο τα σπίτια, του είπα: «Να περάσει πρώτα η λαίλαπα των εορτών και μετά συζητάμε!»-έρχονταν Χριστούγεννα. Πρόσεξες; «Λαίλαπα»! Ξέρω, θα ήθελες να ξαναρχίσεις με νέους ύμνους σου για μένα, όμως μη το κάνεις, πολλές τέτοιες ευκαιρίες θα σου δοθούν τώρα που θα μένουμε μαζί. Αλλά και το πρακτικό αποτέλεσμα των δύο μου αυτών λεκτικών κατορθωμάτων δεν είναι λιγότερο: Η «λαίλαπα» καθυστέρησε για τρία χρόνια την αγορά-πώληση των σπιτιών, και το «λίφτινγκ» μου καθυστέρησε για τρεις μήνες την υπόθεση, δείχνοντας έτσι τη γιγαντιαία αξία της λέξης που χρησιμοποίησα. Τι λες τώρα και γι αυτά;
ΦΗ
Εσύ μου είπες να μην αρχίσω πάλι τους ύμνους, γι αυτό κι εγώ δε θα το κάνω. Μόνο θα σου πω ότι είσαι Μεγάλος. Μόνο ένας Μεγάλος θα μπορούσε με δυο λεξούλες τόσες-δα να εκφράσει τόσο βαθιά και μεγάλα νοήματα και να επηρεάσει τόσο ενεργά καταστάσεις.
ΦΟΣ
Τώρα, χωρίς να το επιδιώξεις φυσικά, με προκαλείς να σου ανταποδώσω τα εύσημα. Γιατί τι είσαι κι εσύ χρυσή μου αδελφούλα αν όχι μία μεγάλη μουσουργός; Η μουσική σου δεν έχει αλλάξει τα κριτήρια της καλής μουσικής; Οι δάσκαλοι της μουσικής δεν χρησιμοποιούν τα τραγούδια σου για να διδάσκουν κλασσική μουσική; Και τι να πω για εκείνη τη ρήση σου: «Χωρίς τη μουσική ο κόσμος θα ήταν ένα λάθος»! Τέτοια ρήση ομολογώ δε θα την περίμενα από σένα-θα την περίμενα π.χ. από έναν… από μία… π.χ … από ένα Νίτσε μόνο να πούμε-τουλάχιστον!.. Πώς σου ήρθε αλήθεια αυτό λατρεμένη μου αδελφούλα- ποια στιγμή ευτυχισμένη το γέννησε;
ΦΗ
Έτσι αδελφούλη, όπως έρχεται κάθε τόσο και η έμπνευση για να γράφω τα υπέροχα τραγούδια μου…
ΦΟΣ
Είσαι μοναδική αδελφούλα!
ΦΗ
Αν και το ξέρω, όταν μου το λες εσύ αδελφούλη μου με κάνεις να κοκκινίζω… Μα έλα, ας ενώσουμε τις δυο μεγαλοφυίες μας μ’ ένα μεγάλο αδελφικό φιλί…
(Φιλιούνται. Ακούγεται θόρυβος αυτοκινήτου που πλησιάζει)
Κάποιος έρχεται… Μεγάλε!
ΦΟΣ
Τι νόημα που παίρνουν ως και οι χυδαίες λέξεις στο στοματάκι σου αδελφούλα!..
(Κοιτάζουν προς τον δρόμο ώσπου το αυτοκίνητο του Πέτρου σταματάει, βγαίνει από μέσα ο Πέτρος και προχωρεί προς τον ΦΟΣ και την ΦΗ. Ο ΦΟΣ και η ΦΗ σηκώνονται, το πρόσωπό τους φωτίζεται και τον υποδέχονται με εγκαρδιότητα. Ο ΠΟΣ είναι τύπος ανεύθυνος, νομίζει ότι λέει εξυπνάδες, δεν έχει αναστολές και μιλάει πολύ φωνάζοντας και χειρονομώντας)
ΠΟΣ
Είδα το αυτοκίνητο του δικηγόρου που έφευγε-τελείωσε η δουλειά;
ΦΟΣ
Τελείωσε.
ΠΟΣ
Α! ρε πατέρα! Δώσατε λεφτά τελικά σ’ αυτό τον παλιόγερο! Γιατί; Του τα χρώσταγες ρε πατέρα;
(στη ΦΗ)
Γεια σου ρε θεία!
ΦΗ
Γεια σου λεβέντη! Τι να κάναμε; Ο νόμος βλέπεις!
ΠΟΣ
Έπρεπε να αφήνατε σε μένα την υπόθεση. Φράγκο δε θα έπαιρνε!
(στον πατέρα του)
Εκείνο που δεν μπορώ να καταλάβω είναι πώς, εσύ που αυτό το σπίτι το είχες χεσμένο τόσα χρόνια, εσύ που δεν πάταγες το πόδι σου εδώ, που άκουγες Κούτελη και ξίνιζες τα μούτρα σου, έδωσες λεφτά όχι
μόνο για λίφτινγκ αλλά και για να αγοράσεις το μερίδιο του κολόγερου.
(αλλάζοντας τόνο, στη ΦΗ)
Α! Θεία, η μάνα μου έμαθε ότι τη λες βουλευτίνα και αν σε δει πουθενά θα σε σκοτώσει λέει.
(τρίβοντας τα χέρια του)
Καλά δεν κρυώνετε εσείς; Να σας ανάψω φωτιά;
ΦΗ
Όχι, δε χρειάζεται, κάτσε να σε δούμε.
ΠΟΣ
Γιατί; Δε με βλέπετε όταν είμαι όρθιος;
(γελάει)
ΦΟΣ
Η θεία σου θέλει να έρχεται να μένει μαζί μας τα καλοκαίρια. Τι λες;
ΠΟΣ
Ρε πατέρα, εσύ έδιωξες το γέρο και να σου χαλάει την ησυχία σου η γριά; Τότε γιατί πλήρωσες τόσα λεφτά;
(στη ΦΗ, γελώντας)
Αστειεύομαι ρε θεία!..
ΦΗ
Το ξέρω αγόρι μου.
ΠΟΣ
…ως για το να έρχεσαι τα καλοκαίρια, όταν έρθει η ώρα θα τα πούμε…
(στον ΦΟΣ)
Πατέρα θα γυρίσεις σήμερα ή θα μείνεις εδώ απόψε;
ΦΟΣ
Μάλλον θα φύγουμε-τι λες αδελφή;
ΦΗ
Κι εγώ έτσι λέω.
ΠΟΣ
Έτσι μπράβο! Θα φύγουμε όλοι λοιπόν. Κι εγώ πάω για Πάτρα. Τι ήθελα και πέρασα από δω; Μου κάνατε την καρδιά περιβόλι… Νερό έχουμε θεία;
ΦΗ
Ναι. Θα βρεις ένα μπουκάλι στη σκάλα. Θα πας να το πάρεις ή να σου το φέρω εγώ;
ΠΟΣ
Άσε, πάω.
(βγαίνει προς το σπίτι)
ΦΗ
(σιγά στον ΦΟΣ)
Τι λες αδελφούλη, του λέμε για την τριανταφυλλιά αν δέχεται να την περιτριγυρίσουμε με μια μαντρούλα;
ΦΟΣ
Καλή ιδέα-να έχουμε μια πρώτη αντίδραση.
ΦΗ
Εντάξει. Θα του πεις εσύ;
ΦΟΣ
Ναι, τώρα που θα κατέβει. Μα αυτός θα πει κάνετε ότι θέλετε (Μπαίνει ο ΠΟΣ)
ΦΟΣ
Πέτρο!
ΠΟΣ
Εδώ είμαι!
ΦΟΣ
(δείχνει)
Βλέπεις εκείνη την τριανταφυλλιά με τα κόκκινα τριαντάφυλλα;
ΦΗ
Ρε πατέρα ο τόπος είναι γεμάτος τριανταφυλλιές… Ποια απ’ όλες;
ΦΟΣ
(Δείχνει)
Εκείνη… Πήγαινε προς τα κει και θα σου πω…
(Ο Πέτρος προχωρεί προς τις τριανταφυλλιές και δείχνει μία με το πόδι του)
ΠΟΣ
Ποια; Αυτή;
ΦΗ
Όχι. Δεξιά από αυτή…
ΠΟΣ
(πηγαίνει δεξιότερα. Δείχνει με το πόδι του κλωτσώντας την επόμενη τριανταφυλλιά)
Αυτή;..
ΦΟΣ
Όχι, αυτή που βρίσκεται ανάμεσα στις δύο που έδειξες!
ΠΟΣ
Ρε πατέρα με δουλεύεις; Και συ ρε θεία;
ΦΟΣ
Βρε αγόρι μου ανάμεσά τους!..
ΠΟΣ
(δείχνει με το πόδι του)
Εδώ;
ΦΟΣ και ΦΗ
Ναι!
ΠΟΣ
(δείχνοντας στο μέρος που του λένε)
Καλά πλάκα μου κάνετε;
(πατάει με τα πόδια του το μέρος που του υποδείχνουν)
Εδώ! Εδώ δε λέτε;
ΦΟΣ και ΦΗ
Εκεί!
ΠΟΣ
(ποδοπατώντας το σημείο)
Ρε πατέρα τρελός είσαι ή για τρελούς ψάχνεις: Το χώμα μου δείχνεις και μου μιλάς για τριανταφυλλιά;
(εξακολουθώντας το πάτημα και γελώντας)
Έχετε πάει στον οφθαλμίατρο τελευταία; Καλά λένε πως όποιος γερνάει το χάνει…
ΦΗ
(σιγά, εμβρόντητη, κοιτάζοντας προς την τριανταφυλλιά, σαν να μιλάει στον εαυτό της)
Την πατάει και αυτή δεν παθαίνει τίποτα!
ΦΟΣ
Δεν τη βλέπει καν!...
ΠΟΣ
(πηγαίνει προς το μέρος τους. Ψεύτικα θυμωμένος)
Άντε, κάνατε την πλάκα σας, ας πηγαίνουμε τώρα… άντε!.. άντε!.. Πηγαίνετε γιατί θα νυχτώστε στο δρόμο. Πάμε, φεύγω κι εγώ… πάμε…
(στον ΦΟΣ)
Έχεις μαζί σου τα γυαλιά σου γέρο;
(στη ΦΗ)
Ρε θεία οδήγα εσύ. Είσαι λίγο νεότερη…
(Λέγοντας αυτά, ο ΠΟΣ έχει μαζέψει από το τραπέζι τα χαρτιά και τα έχει βάλει στον φάκελο του ΦΟΣ. Κρατώντας τον φάκελο στο ένα χέρι, παίρνει με το άλλο του χέρι την τσάντα της ΦΗ και στέκει εμπρός στους δυο τους, που στο μεταξύ έχουν σηκωθεί και άναυδοι και περιδεείς κοιτάζουν ακόμα προς την τριανταφυλλιά, τείνοντάς τους τα)
ΑΥΛΑΊΑ