ΑΡΙΑΔΝΗ
Αυτή ακίνητη
σαν μαρμαρωμένη, έβλεπε.
Η ανέραστη θεά, με κινήσεις αργές, θεϊκές,
το τόξο της τέντωσε και στο στήθος
πληγή της άνοιξε. Το βέλος, στα νωπά,
που ακόμα Μινώταυρο μύριζαν,
χάδια, βούλιαξε πρώτα, ύστερα
τον θώρακα, σαν φύλλο δάφνης
διαπέρασε, και στο σιωπηλό
έριξε χάος την Ερωτευμένη.
Και η θεά στην ορθοφροσύνη της επήγε.
Η νεκρή, σε μάρμαρα διαχύθηκε
λευκά, που, σε λίγο κιόλας,
τη μορφή της θα απεικόνιζαν,
θαμπή, και παραδομένη σε ό,τι
γνώριμο είναι σε όλους, αλλά μόνο σε νεκρούς,
που τόσο τους αρμόζει,
χαρίζεται.