Ο ΒΡΑΧΟΣ
Να με μάθεις ασάλευτε βράχε
την ακινησία σου θέλω,
όταν πάνω σου το κύμα,
άσπρο και τρυφερό έρχεται-πώς, τότε,
ήλιος δεν γίνεσαι για να το κάψεις;
Στης επιφάνειάς σου τις μικρές φωτεινές σπηλιές
Πόσο ζηλευτά ταιριάζουν τα πουλιά!
Δέχεσαι πάνω σου τόσα ερωτικά αγκαλιάσματα,
τόσα λιγωτικά φτερακίσματα, που τόσο σε πονούν
επειδή ο πόνος δεν είναι έλλειψη
αλλά γνώση της αδυναμίας της επάρκειας.
Ο ουρανός,
μέσα στην μπλε κοιλιά του
ένα κενό αφήνει, για να σε κοιμίζει κάθε βράδυ
παντρεύοντας τις μικρές λάμψεις των άστρων του,
με το μέσα σου ασάλευτο σκοτάδι.