ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ
Τα στόματα κουράστηκαν.
Τα μάτια μάταιες γέμισαν εικόνες.
Τα πόδια
σαν μέσα σε χιονοθύελλες να περπατούν
τα τελευταία βήματα βαριά σέρνουν.
Είναι η ώρα των ψυχών.
Μέχρι τώρα εκείνες σώπαιναν
μέσα στους κρινένιους τους κήπους.
Τώρα δοκιμάζουν τα φτερά τους
όπως πουλιά φυλακισμένα.
Για να θυμηθούν.
Τα σώματα νιώθουν τον σάλαγό τους
ακούγοντας το τραγούδι της δροσοπηγής
ή ένα μεθυσμένο από φως πρωινό θωρώντας.
Κι όταν αυτές πετάξουν
εκείνα μένουν άδεια
σαν παιδιά όταν το παραμύθι τελειώνει.