ΓΑΛΗΝΗ
Να ήτανε, Γαλήνη, αφήνοντας τη θάλασσα
και σε μας, τους στεριανούς, να έρθεις!
Σε μας που κύματα άλλα,
μας τινάζουν
όχι σε άλλο κύμα πάνω,
αλλά σε άλλη θάλασσα κάθε φορά.
Και που δεν έχει, ανάμεσα
στο ’να και στ’ άλλο κύμα, ούτε φτερά,
ούτε πέπλο, ούτε δικαίωση.
Να έρθεις, κόρη του Αμίλητου και του Ησυχασμένου
και να σταθείς εμπρός μας ολόκληρη και δυνατή.
Στον ώμο σου ν’ ανέβουμε τον υψηλό
και συ ακίνητη να μας πηγαίνεις και να μας πηγαίνεις
πάνω στου νερού τ' αυλάκι
που το σώμα σου, με μυστικές,
που εσύ μόνο ξέρεις, προσταγές,
αθώρητο για μας, ανοίγει.
Γαλήνη!
Πολυδόξαστη Νηρηίδα! Αρκετά
τους τολμηρούς ναυτικούς εφίλησες.
Έλα και τους ταραγμένους,
Τους δειλούς εμάς,
να γαληνέψεις.