ΠΡΩΙ
Ξεκινώντας από την παγωμένη ομίχλη του κήπου
με το βήμα του παφλασμού της θάλασσας συντονισμένη
η μυρωδάτη ελπίδα του τριαντάφυλλου έρχεται.
Μέσα στην προαιώνια αθωότητα του πρωινού
ο ουρανός ακόμη μαραμένος.
Ακόμα κοιμισμένη η φωνή του αηδονιού.
Θολές ακόμα από μυστήριο οι ψυχές.
Μα να! το πρωινό έφτασε
πίσω του συντρίμμια αφήνοντας
το ειδύλλιο της νύχτας με τον θάνατο.
Από το παιδικά άδολο πρόσωπό του
μυριάδες πιθανότητες ευτυχίας εκπηδούν.
Το μέλλον χρωματίζει τις παρειές του.
Το χαμόγελό του
ανυστερόβουλο
σε όλα χαρίζεται.
Και στο χέρι του το κουβάρι κρατεί
του χαρταετού ήλιου
που κιόλας
χρωματιστός ξεπροβάλλει
πάνω από θάλασσες και όρη.