Πέρασε και η επέτειος του δράματος των Τεμπών.
Αλλά ας δούμε:
Υπάρχει ένα υπουργείο με ευθύνη και αρμοδιότητα για τους συρμούς.
Κάποια στιγμή η αντιπολίτευση κατάγγειλε μέσα στη Βουλή ότι το σύστημα των σιδηροδρόμων δεν παρέχει ασφάλεια.
Ο υπουργός απάντησε-και μάλιστα ωρυόμενος, ότι αντίθετα, όλα είναι εντάξει.
Και η αντιπολίτευση ησυχάζει.
Και έχουμε και λέμε:
Τελειώνει εκεί το ζήτημα;
Η αντιπολίτευση μίλησε για ανασφάλεια γιατί ήξερε τι έλεγε ή για να κάνει εντύπωση πως τάχα ενδιαφέρεται;
Αν κατάγγειλε κάτι χωρίς στοιχεία και μόνον για να ακουστεί, τότε είναι μια σάπια αντιπολίτευση.
Αν ήξερε τι έλεγε, και σταμάτησε να ασχολείται με το θέμα ύστερα από την απάντηση του υπουργού, τότε είναι συνυπεύθυνη για τις συνέπειες-στην προκείμενη περίπτωση για το δυστύχημα.
Και στις δυο περιπτώσεις είναι μια άχρηστη αντιπολίτευση-και τότε γιατί να υπάρχει;
Θα μου πει κάποιος: και τι θα έπρεπε να κάνει ύστερα από την απάντηση του ωρυόμενου υπουργού;
Δεν ξέρω, δεν είμαι ο αρμόδιος να πω.
Εκείνο που ξέρω είναι ότι αν έκανε κάτι, δεν θα φτάναμε να θρηνήσουμε τόσες ζωές.
Σαν σκεπτόμενος άνθρωπος βέβαια, μπορώ να υποθέσω τι θα μπορούσε να κάνει.
Μήπως να επιστράτευε ειδικούς επί του θέματος, οι οποίοι θα παρουσίαζαν με ατράνταχτα στοιχεία τη θέση της στη Βουλή.
Μήπως να ξεσήκωνε τον λαό για το θέμα;
Βέβαια μόνον αυτή ξέρει τι έπρεπε να κάνει.
Δεν το έκανε όμως.
Και αυτό το φαινόμενο το βλέπουμε καθημερινά στη Βουλή για διάφορα θέματα: να καταγγέλλει η αντιπολίτευση, να απαντάει η κυβέρνηση, και ύστερα σιωπή και απραξία.
Βουβαμάρα.
Και το θέμα έληξε.
Και ύστερα από όλα τα παραπάνω έχω το δικαίωμα να κάνω μια μεγάλη ερώτηση: ΤΙ ΤΗ ΘΕΛΟΥΜΕ ΤΈΤΟΙΑ ΑΝΤΙΠΟΛΙΤΕΥΣΗ;
Αλλά υπάρχει και μια όχι μεγάλη, αλλά θεόρατη ερώτηση:
ΕΓΩ, ΤΙ ΚΑΝΩ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΑΥΤΗ;