Γιωργία εν αρχή ην ποιος ξέρει τι.
Εν αρχή ην το λεγόμενο μπινγκ μπανγκ.
Εν αρχή ην η γη η πρωτοσχηματισμένη.
Εν αρχή ην τα φυτά.
Εν αρχή ην ο άνθρωπος και τα άλλα ζώα. Και ζούσαν ευτυχισμένα όλα τα ζώα επειδή όλα μεταξύ τους γίνονταν φυσικά και ωραία. Έτρωγαν το ένα το άλλο και το δυνατότερος ικανοποιούσε τις ερωτικές του ανάγκες αρπάζοντας τις γυναίκες του πιο αδύνατου.
Ώσπου… ώσπου ο άνθρωπος ανακάλυψε τον παραλογισμό. Αυτός τον έσπρωξε να επιδιώξει την ικανοποίηση της βούλησής του με τη βοήθεια παρά την φύση μέσων.
Έτσι έφτιαξε τα όπλα και τα χρήματα. Με τα όπλα σκότωνε τους εχθρούς του και με τα χρήματα τους εξαγόραζε. Και με τους εξαγορασμένους εχθρούς, αλλιώς με τους δούλους, έφτιαχνε εργαλεία με τα οποία σκότωνε και δούλωνε περισσότερους ανθρώπους.
Μα οι δούλοι από καιρό σε καιρό ξεσηκώνονταν θέλοντας να γίνουν αυτοί αφεντικά. Και άρχισαν οι πόλεμοι ομάδων ανθρώπων με άλλες ομάδες ανθρώπων. Και τότε άρχισαν να σκοτώνονται και αφεντικά.
Τα αφεντικά τότε σκέφτηκαν να προσεταιριστούν μία δύναμη μεγαλύτερη από τη δική τους ενάντια στους δούλους.
Και έφτιαξαν το Θεό. Έφτιαξαν ένα Θεό που να τα έχει καλά με τα αφεντικά, με τους κατοπινούς βασιλιάδες και με τους κάθε καιρό ισχυρούς.
Και έτσι είναι τα πράγματα ως τα σήμερα.
Με τη βοήθεια του Θεού οι δικοί του άνθρωποι κρατάνε υποταγμένους τους υπόλοιπους. Με τη βοήθεια του Θεού έφτιαξαν Δίκαιο και Νόμους και Δημοκρατία. Φτιάξανε σχολεία, εργοστάσια, πυραύλους. Φτιάξανε Ηθική, Ελευθερία, Ισότητα. Και με κλωστές όλα αυτά κινούν τους δούλους όπως ο θεατρώης τις κούκλες στο κουκλοθέατρο.
Όπως βλέπεις η γη ολόκληρη είναι μια σκηνή θεάτρου όπου πάνω της διαδραματίζεται ένα έργο. Σ’ αυτό μέσα όλοι έχουν από ένα ρόλο. Και τα αφεντικά και οι δούλοι.
Όταν οι άνθρωποι δεν είχαν ανακαλύψει τον παραλογισμό, όλα ήσαν ιδανικά, τέλεια, θεία πάνω στη γη. Οι άνθρωποι τότε δεν ήσαν δυστυχείς επειδή δεν ήξεραν τη λέξη δυστυχία.
Σήμερα όμως που έχουν για τις ανάγκες του θεάτρου πλάσει λέξεις, οι άνθρωποι ξέρουν πως είναι δυστυχείς.
Και έτσι όπως τα έχουν κάνει, ένα μόνο ελαφρυντικό έχουν να συνεχίσουν να δυστυχούν: ότι δεν ξέρουν να κάνουν τίποτε άλλο.
Έτσι κι εγώ, ένα δυστυχισμένο πλάσμα μέσα στα τόσα, αύριο παραδίνω τον εαυτό μου στους γιατρούς για μια θεραπευτική διαδικασία. Αν επιζήσω, αύριο ή μεθαύριο το πολύ θα έχεις νέα μου. Αν όχι αντίο.
Εν αρχή ην το λεγόμενο μπινγκ μπανγκ.
Εν αρχή ην η γη η πρωτοσχηματισμένη.
Εν αρχή ην τα φυτά.
Εν αρχή ην ο άνθρωπος και τα άλλα ζώα. Και ζούσαν ευτυχισμένα όλα τα ζώα επειδή όλα μεταξύ τους γίνονταν φυσικά και ωραία. Έτρωγαν το ένα το άλλο και το δυνατότερος ικανοποιούσε τις ερωτικές του ανάγκες αρπάζοντας τις γυναίκες του πιο αδύνατου.
Ώσπου… ώσπου ο άνθρωπος ανακάλυψε τον παραλογισμό. Αυτός τον έσπρωξε να επιδιώξει την ικανοποίηση της βούλησής του με τη βοήθεια παρά την φύση μέσων.
Έτσι έφτιαξε τα όπλα και τα χρήματα. Με τα όπλα σκότωνε τους εχθρούς του και με τα χρήματα τους εξαγόραζε. Και με τους εξαγορασμένους εχθρούς, αλλιώς με τους δούλους, έφτιαχνε εργαλεία με τα οποία σκότωνε και δούλωνε περισσότερους ανθρώπους.
Μα οι δούλοι από καιρό σε καιρό ξεσηκώνονταν θέλοντας να γίνουν αυτοί αφεντικά. Και άρχισαν οι πόλεμοι ομάδων ανθρώπων με άλλες ομάδες ανθρώπων. Και τότε άρχισαν να σκοτώνονται και αφεντικά.
Τα αφεντικά τότε σκέφτηκαν να προσεταιριστούν μία δύναμη μεγαλύτερη από τη δική τους ενάντια στους δούλους.
Και έφτιαξαν το Θεό. Έφτιαξαν ένα Θεό που να τα έχει καλά με τα αφεντικά, με τους κατοπινούς βασιλιάδες και με τους κάθε καιρό ισχυρούς.
Και έτσι είναι τα πράγματα ως τα σήμερα.
Με τη βοήθεια του Θεού οι δικοί του άνθρωποι κρατάνε υποταγμένους τους υπόλοιπους. Με τη βοήθεια του Θεού έφτιαξαν Δίκαιο και Νόμους και Δημοκρατία. Φτιάξανε σχολεία, εργοστάσια, πυραύλους. Φτιάξανε Ηθική, Ελευθερία, Ισότητα. Και με κλωστές όλα αυτά κινούν τους δούλους όπως ο θεατρώης τις κούκλες στο κουκλοθέατρο.
Όπως βλέπεις η γη ολόκληρη είναι μια σκηνή θεάτρου όπου πάνω της διαδραματίζεται ένα έργο. Σ’ αυτό μέσα όλοι έχουν από ένα ρόλο. Και τα αφεντικά και οι δούλοι.
Όταν οι άνθρωποι δεν είχαν ανακαλύψει τον παραλογισμό, όλα ήσαν ιδανικά, τέλεια, θεία πάνω στη γη. Οι άνθρωποι τότε δεν ήσαν δυστυχείς επειδή δεν ήξεραν τη λέξη δυστυχία.
Σήμερα όμως που έχουν για τις ανάγκες του θεάτρου πλάσει λέξεις, οι άνθρωποι ξέρουν πως είναι δυστυχείς.
Και έτσι όπως τα έχουν κάνει, ένα μόνο ελαφρυντικό έχουν να συνεχίσουν να δυστυχούν: ότι δεν ξέρουν να κάνουν τίποτε άλλο.
Έτσι κι εγώ, ένα δυστυχισμένο πλάσμα μέσα στα τόσα, αύριο παραδίνω τον εαυτό μου στους γιατρούς για μια θεραπευτική διαδικασία. Αν επιζήσω, αύριο ή μεθαύριο το πολύ θα έχεις νέα μου. Αν όχι αντίο.