ΣΤΙΓΜΙΟΤΥΠΟ
Δεν φορούσε κανένα ρούχο.
Με πλησίασε κοιτάζοντάς με κατάματα.
Περπάτησε αργά γύρω μου, με τα μάτια της συνέχεια επάνω μου.
Με τα χέρια της χάιδεψε το παντελόνι μου και τρίφτηκε απαλά επάνω του.
Εγώ έμενα ακίνητος κοιτάζοντάς την.
Τέλος «τι θέλεις;» τη ρώτησα σιγά.
Δεν είπε τίποτα. Μόνο κάμπτοντας προς τα εμπρός τον λαιμό της και σκύβοντας το κεφάλι της όσο μπορούσε, έγλυψε με τη γλώσσα της το γυμνό της στήθος.
Ξάπλωσε.
Άνοιξε τα πόδια της και άπλωσε τα χέρια της σαν κάτι να ήθελε να αγκαλιάσει.
Εκείνη την ώρα εμφανίστηκε στο απέναντι πεζοδρόμιο μία γυναίκα, κρατώντας στο χέρι της έναν σάκο που έγραφε απέξω «ΓΑΤΟΤΡΟΦΕΣ» και κάνοντας ταυτόχρονα: πσσσ πσσσ πσσσ πσσς πσσσ….
Αυτή, αμέσως όταν άκουσε το πσσσ πσσσ πσσς, σηκώθηκε και έτρεξε προς την κυρία με το φαγητό.