ΣΤΗΝ ΚΥΡΙΑ ΡΩΡΕΡΚΑΡ
ε.
Κυρία με τα χέρια σταυρωτά
θέλω και τα δικά μου να σταυρώστε.
Σχωρέστε αυτό το "θέλω" που σκιρτά
καθώς απ' της ψυχής βγαίνει τα μύχια-
της φρίκης μου που γδάρανε τα νύχια-
και τη φωνή την άπελπή μου νιώστε...
Κυρία, με τα μάτια τα γλυκά,
με τη ζεστή ψιθυριστή φωνή σας
και τα μελένια χείλη τα λεπτά-
κυρία, όταν, σύντομα, πεθάνω
στο άψυχο το σώμα μου επάνω
κύψτε για λίγο τη σεπτή ύπαρξή σας.
Kι έτσι καθώς η μαύρη μου ζωή
ζεστή ακόμα θα πλανιέται γύρω
κι η τελευταία μου αναπνοή
θα μένει εκεί κοντά μου σαστισμένη,
μ' αυτήν για λίγο σεις, αγαπημένη,
το αναπνιάς σας σμίξετε το μύρο.
Κι όταν αυτό που θέλω θα γενεί,
έτσι καθώς κοντά μου θα 'στε τόσο,
το λατρεμένο σας θ' ακούσει αυτί
ό,τι δεν είπα στη ζωή ποτέ μου,
τ' "όχι" χωρίς ν' ακούσω άγγελέ μου.