θ.
Θα φύγω απ' αυτή τη γειτονιά.
Να ζω μαζί, κοντά σας-δεν μπορώ.
Δεν το αντέχω.
Μια γειτονιά τυφλών είναι αυτή.
Πώς μπορούν ασυντάραχτοι να σας θωρούνε;
Κάθε ημέρα να περνούνε δίπλα σας,
να σας κοιτάζουνε και να σας λένε μόνο μία καλημέρα
ή ένα γειά,
όπως για όλους τους ανθρώπους κάνουν;
Και μόνος απομένω εγώ να σας λατρέψω.
Και πάνω μου το βάρος όλο πέφτει -
όλη η ευθύνη
της γνώσης του ανεπανάληπτου σε σας.
Δεν το αντέχω.
Ήσυχοι οι άλλοι,
Πάνε στις δουλειές τους
Ψωνίζουνε
κι όταν σας συναντούν στο δρόμο
κάνουν όπως αν έβλεπαν κάποια γυναίκα-
οποιαδήποτε.
Όλο το βάρος έτσι της αντίληψης του θειου
πέφτει επάνω μου!
Δεν το αντέχω.
Αυτά τα μάτια δεν τους τυφλώνουν;
Αυτό το περίγραμμα του σώματος δεν τους αφυπνίζει;
Τo βλέπω αυτό κάθε ημέρα με τα μάτια μου.
Δε μιλάω.
Δεν καταλαβαίνουν, λέω, οι καημένοι...
Ναι, δεν καταλαβαίνουνε, μπορεί.
Μα αυτό δεν είναι λόγος για να αφήνεται
το βάρος όλης της λατρείας σας σε μένα.
Δεν το αντέχω!
Κι οι υπόλοιποι συμπολίτες μας το ίδιο.
Μια πολυκατοικία καλά,
μια γειτονιά καλά,
μα μία πόλη να μην έχει αίσθηση-πολύ πηγαίνει.
Τόσων πολλών να επωμιστώ τις υποχρεώσεις...
Εγώ να πρέπει να πω τα πάντα για σας.
Εγώ να πρέπει να σας περιγράψω.
Εγώ να πρέπει να καραδοκώ να σας ιδώ κρυφά.
Εγώ να υποφέρω που δε σας βλέπω.
Εγώ να υποφέρω αν σας δω.
Εγώ να προσεύχομαι να μη βρεθείτε μπρος μου ξαφνικά
και συντριφτώ από ένα βλέμμα σας.
Εγώ να σας υμνώ για λογαριασμό τόσων άθρησκων.
Εγώ… εγώ… εγώ…
Κάποτε ο άνθρωπος λυγίζει.
Δεν το αντέχω!
Και σεις ούτε μια κίνηση ανταπόδωσης-ούτ’ ένα
αντίδωρο.
Χωρίς εμένα τι θα ήσασταν;
Ό,τι ο θεός αν δεν υπήρχαν οι άνθρωποι να τον υμνούν.
Κι όλοι οι θεοί κάτι δωρίζουν στους πιστούς τους.
Εσείς σε μένα, τον μοναδικό πιστό σας
Τίποτα.
Νομίζετε πως παίρνετε κι από άλλους δώρα;
Δέστε καλλίτερα: όλα από μένα έρχονται.
Οι άλλοι σας παίρνουν.
Σεις
έτσι θα με αφήστε να φθαρώ;
Θα φύγω από την πόλη.
Αν προλάβω.
Να φύγουν τα πολλά τα κρύα να μπορώ να κινηθώ.
Μείνετε με όντα που δε σας αναγνωρίζουν.
Έτσι το θέλετε, ας γίνει έτσι.
Σκορπάτε για Κανένανε το φως σας.
Ο μόνος Κύκλος μείνετε στων Γωνιών το Κράτος.
Θα φύγω μακριά από την υπεροψία σας.
Κάποιος θα βρεθεί να σας χαιδεψει.
Σας αρκεί αυτό; πολύ καλά.
Ένας πιστός μονάχα για ένα θεό,
ο πιστός απόλλυται.
Εγώ ν' ανάψω στο ναό σας τα κεριά,
εγώ στην Άγια Τράπεζά σας να δεηθώ,
εγώ στις λειτουργίες όλες,
όλα εγώ τα Μυστήρια να τελέσω,
εγώ τις θυσίες,
εγώ τις τελετές, εγώ… εγώ… εγώ…
Εγώ σκυλί έξω απ' την πόρτα σας.
Εγώ κουβαλητής στο τραπέζι της αδιαφορίας σας.
Εγώ αρχισερβιτόρος και θαλαμηπόλος σας.
Εγώ δοσίματα και αφιερώματα και τάματα
και πλούτη στα πόδια σας μπροστά να καταθέτω.
Μου κόπηκε η μέση απ το κουβάλημα.
Τα πόδια μου πριστήκανε.
Ένα μυαλό και δύο χέρια δεν τα προλαβαίνουν όλα.
Μία καρδιά πόσα να δώσει πια.
Πλήρης μέσα στην αγιότητά σας, μόνο να δέχεστε μπορείτε.
Λοιπόν δημιουργήστε τις προϋποθέσεις να σας δίνουνε πολλοί.
Πώς τόσα που σας πρέπουν μόνο ένας να τα κουβαλεί; Τουλάχιστο ας μη δίνατε σε κανέναν την ικανότητα να ξεχωρίζει.
Να μη σας έβλεπα κι εγώ.
Γιατί σε μένα μόνο μάτια δώσατε που να σας βλέπουν;
Θα φύγω από την πόλη.
Έτσι δεν πράττει ένας λογικός θεός.
Ως κι ο θεός των χριστιανών προνόησε: "αυξάνεστε-
πληθύνεστε" τους είπε,
Εσείς αφήνετε στην Κόλασή σας μόνον τον Αδάμ.
Μια Εύα κι ένα φίδι έστω-ξεγελάστε με.
Αδύναμον με κάνατε.
Στηρίγματα ζητώ ή καταρρέω.
Θέλετε να χαλάσετε τον κόσμο;
Ωραία. Φεύγω.
Με το που έφυγα όλα πάνε όπου πάνε οι άνεμοι.
Μια κoινή θνητή θα γίνετε και πάλι.
Ένας κόσμος άψυχος θα σας περιβάλει.
Μπορείτε –αυτό! να το ανεχτείτε;
Ή μήπως λάθος έκανα και κάποιο ξόανο λατρεύω;
Έναν μόσχο χρυσό:
Μήπως σας έπλασε ο πόθος μου γι αγάπη;
Ή μήπως πλάσμα είσαστε της φαντασίας μου;
Μη δεν υπάρχετε κι έφτιαξα κάτι από ανάγκη να πιστεύω κάπου;
Μα σάμπως σας ακούμπησα καθόλου για να δω
αν σάρκα έχετε και σεις;
Θα φύγω από την πόλη.
Ή μήπως μ' αποφεύγετε ίσως σαν θεός αληθινός,
μη την ανυπαρξία σας ιδώ
και σας αγνοήσω;
Αν όμως έχετε υπόσταση
τότε ο κόσμος είστε σεις κι εγώ.
Χωρίς μας ο κόσμος, το σύμπαν, αφανίζονται!
Εμείς κρατάμε την ουσία που ονειρεύεται λοιπόν.
Χωρίς μας πάει τ' όνειρο.
Χωρίς εμένα δεν υπάρχετε,
χωρίς εσάς δεν υπάρχω.
Δικαιοσύνη.
Επιτέλους έτσι.
Αμφιβολία δε χωρεί γι αυτό.
κι απόδειξη είναι πως εγώ μόνο σας ξέρω.
Ας χαλάσουμε λοιπόν τον κόσμο.
Θα φύγω από την πόλη.
Θα σας αφήσω πίσω μου μιαν όπως όλες.
Θ' αφήσω ερείπια πίσω μου-χαλάσματα μαζί μου θα
κουβαλώ.
Κολλημένα πάνω μου.
Αν υπήρχε κάποιος να με δει
θα έβλεπε να περπατεί ένα κορμί
από χαλάσματα σε σχήμα ανθρώπου.
Και σεις μια σκιά θα μείνετε,
κάτι ανυπόστατο
που θα ζητιανεύει να υπάρξει πάλι.
Μια σκιούλα που θα γυρεύει ταυτότητα.
Και δε θα βρίσκει.
Επειδη τη μοναδική της ταυτότητα,
που εγώ της έδωσα όταν την έφερα στο φως
φεύγοντας την εχάλασα-
άλλωστε αυτό δε θα πει: φεύγω;
Κι εγώ θα περιφέρομαι χωρίς θεό στις πόλεις.
Άθεος.
'Οπως άπολις.
Και όπως άπατρις.
Ένας σωρός από "α-" στερητικά η ζωή μου. Συνηθισμένος είμαι.
Κι α' μου 'ρθουνε καλά τα πράματα
θα φτιάξω άλλονε θεό για να λατρέψω.
Σωρός οι θεοί μέσα στον κόσμο.
Κι όμως
καλά σε είχα φτιάξει,
Μυαλό, ψυχή σου έδωσα.
Ευαισθησία να ξεχωρίζεις τ' όμορφο.
ιδεατό κορμί πoυ ουρανικές να σέρνει πίσω του
ομορφιές…
Μάτια για να με βλέπεις μόνο δεν επρόβλεψα
κι αυτό ήταν η καταστροφή.
Κοιτάς εκεί που δεν είμαι.
Ένα είδος παραόρασης.
Σκέφτομαι αν πρέπει πριν να φύγω να σ’ αφήσω στη ζωή.
Σκάφος σε θάλασσα τελείως αδειανό και ακυβέρνητο.
Κυψέλη δίχως μέλισσες.
Κρανίο χωρίς μυαλό.
Μα να χαλάσω ένα μηδενικό γιατί;
Ναι, στην κενή σου στρογγυλότητα θα σε αφήσω.
Ζήσαμε όμως και στιγμές καλές οι δυο μας,
Ήτανε οι στιγμές όταν σου επρωτόδωσα ζωή.
Και ήτανε αυτές η έκπληξή σου.
Κάτι τότε όμορφο σου φάνηκε.
Με τις αισθήσεις σου τις άλλες το 'νιωσες.
Ένιωσες πως είσαι κάτι επιτέλους.
Κάτι έξω από την καθημερινότητα.
Μόνη εσύ απ’ όλες το έζησες αυτό.
Κι ενώ είχες πάρει δρόμο αυτοαναγνώρισης
ξάφνω μ' αφήνεις μες στα κρύα του λουτρού
ολόγυμνον.
Φεύγω από την πόλη.
Μα να ξέρεις:
Τ' αστέρια υπάρχουν μες στα μάτια σου.
To κρύο και το ζεστό είναι στα δάχτυλά σου.
Η μυρουδιά είναι στη μύτη σου
κι οι γεύσεις όλες
στη γλώσσα σου επάνω απλωμένες.
Να ξέρεις:
Των δέντρων οι ρίζες είναι η καρδιά σου.
Της χελώνας το περπάτημα είναι η ανυπομονησία σoυ.
Να ξέρεις:
Η γνώση είναι αντανάκλαση των πραγμάτων.
Η σκέψη είναι η λογική αιτία της φύσης.
Το τέλος είναι η αρχή.
Να ξέρεις:
Κάθε γέννηση φέρνει μια καταστροφή.
Ο κόσμος ολόκληρος είναι μια αιώνια τραγωδία.
Η Τέχνη είναι ελάχιστη μπροστά στην ανάγκη.
Δουλειά του ποιητή είναι να δημιουργεί στους άλλους
ποιητική διάθεση.
Ακόμα:
Ο δρόμος προς τον πλησίον είναι πολύ μακρύς.
Με κάθε μας αναπνοή θα 'μπαινε μέσα μας ο θάνατος,
όμως εκπνέοντας τον διώχνουμε.
Η χτεσινή μας μέρα δεν είναι παρά ένα κούφιο όνειρο
της φαντασίας μας.
Αυτός που έχει περισσότερο πνεύμα υποφέρει
περισσότερο.
Η τρέλα μας φτάνει να παίρνουμε για υπέρτατο σκοπό
των πράξεών μας τη γνώμη του άλλου.
Διανοούμενοι είναι αυτοί που διάβασαν τα βιβλία που
έγραψαν άνθρωποι. Ποιητές είναι αυτοί που διάβασαν το βιβλίο του σύμπαντος.
Και το σπουδαιότερο: δεν υπάρχεις.
Αν θέλεις να υπάρξεις πρέπει μόνη σου να αγωνιστείς.
Και τα τέσσερα σκαλιά της προσπάθειάς σου να είναι:
Σκαλί πρώτο: "είμαι γυναίκα".
Σκαλί δεύτερο: «είμαι άνθρωπος»,
Σκαλί τρίτο: "είμαι".
Και σκαλί τέταρτο: "δεν είμαι".
Τότε θα έχεις φτάσει.
Θα φύγω.