Απ’ το Πλατύ
Μια μαυρομάτα απ’ το Πλατύ
γεμάτη νάζι περπατεί.
Με το νου χαδολογιέται
και κουνιέται και λυγιέται.
Ας την έφερνε κοντά μου
ως εφύσα θε μου ο μπάτης
κι ας γινόνταν και δικά μου
τα γλυκοκουνήματά της.
Μια μαυρομάτα απ’ το Πλατύ
ρόδα σκορπά όπου πατεί.
Με το μύρο τους πλανιέται
κάποιος νιος κι αποκοιμιέται.
Μια μαυρομάτα απ’ το Πλατύ
γεμάτη νάζι περπατεί.
Με το νου χαδολογιέται
και κουνιέται και λυγιέται.
Ας την έφερνε κοντά μου
ως εφύσα θε μου ο μπάτης
κι ας γινόνταν και δικά μου
τα γλυκοκουνήματά της.
Μια μαυρομάτα απ’ το Πλατύ
ρόδα σκορπά όπου πατεί.
Με το μύρο τους πλανιέται
κάποιος νιος κι αποκοιμιέται.