Canoga Park 1988
Πηγαίνω σε ένα «διπλό» οδοντιατρείο όπου έχουν δύο διπλανά αλλά ξεχωριστά οδοντιατρεία ένα ο ιταλός D’ Edigio και ένα ο γερμανός Wolfson. Τυχαία πάω στον ιταλό. Μου λέει το δόντι σου θέλει σφράγισμα και αυτό κάνει τρακόσα δολάρια. Του λέω δεν έχω βγάλτο μου (είκοσι δολάρια). Είναι κρίμα μου λέει. Βγάλτο-είναι κρίμα, βγάλτο-είναι κρίμα, ακούει τη φασαρία ο γερμανός και επεμβαίνει. Θα τον πάρω εγώ, λέει του ιταλού. Με πάει δίπλα, μου σφραγίζει το δόντι και μου λέει θα με πληρώσεις με την ασφάλεια που θα έχεις όταν την πάρεις (είχα αρχίσει να εργάζομαι αλλά δεν είχα ασφάλεια ακόμα). Εννοείται πως όσα χρόνια έμενα στην Αμερική αυτόν είχα οδοντίατρο. Ένας γλυκύτατος και ευγενικότατος κύριος.
Τους θυμάμαι με αγάπη και τους δύο.
Για τον Γούλφσον όμως έχω αυτό μαζί μου:
WULFSON
Η Αμερική πανίσχυρη τη γη εξουσιάζει.
Τα χέρια της συντρίβουνε και η ματιά της σφάζει.
(κάτω απ' τα πόδια της, αργά, με το μικρό του στόμα
το χρονοσκούληκο μασά, κουφώνει, τρώει το χώμα).
Η Αμερική τη μοίρα μας στα χέρια της υφαίνει.
Έθνη καρφώνει στο σταυρό και άλλα τ' ανασταίνει.
ανήσυχο ακονίζουνε, διπλόκοπο μαχαίρι).
Καλότυχοι όσοι στων καιρών τη μανιασμένη δίνη
έξω μετράνε απ' αυτούς και πάνω από 'κείνη-
όσοι στο μάτι ανθρωπιά, φως στην ψυχή κρατάνε
και, άλλοι Σίμωνες, σταυρό σα δούν, πάντα βοηθάνε.
Καλότυχη μαζί μ' αυτούς κι η γη μας, που γεννάει
ανθρώπους τέτοιους-άσκοπα στα χάη δε γυρνάει:
κάποιοι ίσως κόσμοι άφωτοι στου σύμπαντος την άκρη
λίγη αγάπη καρτερούν κι ένα συμπόνιας δάκρυ.