ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ
Τώρα είμαστ’ εμείς.
Καλά.
Η πρώτη φύτρα στο καινούργιο χώμα.
Τώρα είμαστ’ εμείς
Κι έχουμε ακόμα μες στις ρίζες μας χυμούς
Απ’ τις παλιές συνήθειες κι απ’ τη γλώσσα..
Και που και που βρισκόμαστε
Και καμωνόμαστε
Πως είμαστε οι ίδιοι
(Σα να ’ναι αυτό ένα ταξίδι με επιστροφή
Σαν μιά παρέκβαση προσωρινή να ‘ναι’ η αιώνια εξορία)
Και λέμε λόγια της Πατρίδας
"Θυμάμαι τότε.."
"Εμείς στο χωριό μας.."
Τέλος, κάτι μετράει.
Μα τα παιδιά δε θέλουνε ν’ ακούσουν γιά Πατρίδα.
Άλλες συνήθειες, άλλους τρόπους αποκτήσαν.
Ξενικούς.
Γιά ποιά λοιπόν Πατρίδα σκοτωνόμαστε;
Για ποιά Πατρίδα συζητάμε;
(Λος Άντζελες 1989)