Πέμπτη 28 Απριλίου 2022

Γεώργιος Αλεξία, τέκτονι νωδυνίας, χαίρειν.
 
 
"Αυτά θέλουν ζύγισμα... δεν πειράζει, πηγαίνω εγώ..."
 
ΩΝΗΤΗΣ
Φανέρωμα του Ωραίου πάνω από την άβυσσο.
 
ΠΩΛΗΜΑΤΑ
Χαίρε η ωραϊζουσα! Η πανίμερος χαίρε!
 
 ΕΠΙΜΕΛΗΤΡΙΑ
Θέλω να ζήσω τη δική μου ζωή.
 
ΩΝΗΤΗΣ
Βαθιές έννοιες με κάθε ματιά
πώς-με τι γνώσεις-να τις κατακτήσεις.
 
ΠΩΛΗΜΑΤΑ
Χαίρε η αξιαπόλαυστος!
Η πανίμερος χαίρε!
 
ΕΠΙΜΕΛΗΤΡΙΑ
Δεν ανήκω σ' αυτό τον Κόσμο.
Θέλω να διώξω από πάνω μου την ευθύνη της εδώ ζωής μου.
Ούτε καν τη διάλεξα.
Από άλλους μου ορίστηκε.
Θέλω να ζήσω τη δική μου ζωή.
 
ΩΝΗΤΗΣ
Όποιον τη δει, αγρύπνια τον παιδεύει.
Στην όψη της, τής θλίψης το άστρο λάμπει.
Ασπίς διάχυτου φωτός την περιβάλλει όλην.
Γυμνή και επώδυνος κείται εν αιθρία.
Σεπτή, αδιάβλητος. ευπροσήγορος, άμωμος υπάρχει.
Όπου σταθεί, το βαρύ αναιρείται.
Ελαφρότης και διάκοσμος είναι.
 
ΠΩΛΗΜΑΤΑ
Χαίρε η διαλαμπής!
Η πανίμερος χαίρε!
 
ΕΠΙΜΕΛΗΤΡΙΑ
Θέλω να κυλιστώ πάνω σε κατακόκκινες παπαρούνες.
Να μην ξεχωρίζει το αίμα τους από το αίμα μου
όταν το μαχαίρι θα χτυπήσει.
Θέλω πεθαίνοντας να ζήσω τη ζωή τους.
 
ΩΝΗΤΗΣ
Τα χαρτιά θέλουν μάζεμα.
Οι λογαριασμοί κλείσιμο.
 
"Είσαι και το βράδυ;"
"Ναι, δυστυχώς θα είμαστε πάλι μαζί..."
 
Τυχαίοι διάλογοι.
 
ΕΠΙΜΕΛΗΤΡΙΑ
Είμαι ωραία όπως η βροχή και το θυμίαμα.
 
ΩΝΗΤΗΣ
Με τα δάχτυλά της αγγίζω τις κεραίες των χαρούμενων λουλουδιών.
 Ευωχία ανεκψράστως συντηρούμενη και αναιτίως
Αλγούσα η ενθύμησις των πρώτων της ερώτων
όταν, μόνον, μηδέν ήταν.
Παιδί ελαφροντυμένο γεννούσε σφαδάζοντα σύμπαντα.
Μετρούσε από το δύο έως την έξαψη
και ενέσκηπτε το μέχρι τότε ανύπαρκτο.
Οι κόσμοι οφείλουν σ' αυτήν την απρόσκοπτη πανδαισία
τους
και κάθε γυμνός γαλαξίας αντλεί τη σπαργή του
από την αστείρευτη ανακαίνιση της.
 
ΠΩΛΗΜΑΤΑ
Χαίρε η αναξιδώρα!
Χαίρε η ανθοβόλος!
Χαίρε η δυσεξάντλητος!
Η πανίμερος χαίρε!
 
ΕΠΙΜΕΛΗΤΡΙΑ
Εδώ δεν έχω πατρίδα και ιερό.
Κανείς εδώ δεν με θέλει.
 
 ΩΝΗΤΗΣ
Τ' αυτιά παθιάζονται να νιώσουν την αναπνοή της.
 
Η ψυχή των ωνίων που το χέρι της αγγίζει
ριγεί από αγαλλίαση.
Τα εξυπνότερα καθυστερούν πάνω από το ηλεκτρονικό μάτι
για να μείνουν περισσότερο στην απαλάμη της μέσα.
 
Είναι ντροπαλή.
Μια ταραχή την έχει αντικρίζοντας την επιθυμία στα μάτια των αντρών.
Τα μάτια της, θωπείες οραμάτων, προτιμούν τότε να μετράν τις πάνω στα μικρά πακέτα αναγραφόμενες τιμές.
Τα χείλη της, τάματα της αγάπης, ψελλίζουν τότε αμήχανα αθροίσεις, υπόλοιπα και διαφορές.
 
ΕΠΙΜΕΛΗΤΡΙΑ
Θέλω η ωραιότητα μου να λάμψει μέχρι της ματαιοδοξίας το σύνορο.
Στη δουλειά υποχρεώσεις και συνεχής ένταση της προσοχής,
στους δρόμους ανέκφραστα και βιαστικά προσωπεία,
στις συγκεντρώσεις τυπικότητες, βαρετά αστεία...
Θέλω να ζήσω.
 
ΩΝΗΤΗΣ
Το λουλούδι μέσα στο άρωμά του.
Αυτή κλεισμένη μέσα στην γλυκύτητα της.
Τα χέρια της μελωδίες μελλοντικών κόσμων
που φέγγουν διάφανες πάνω από ψυχρές ταμειακές μηχανές.
Τα κλαδιά των δέντρων την απαλή φωνή της μιμούνται.
Η θλίψη της περιβάλλει όπως τρυφερός κισσός τον μίσχο της αμφιβολίας.
Μέσα στο κάθε της πρωινό είναι που τα όνειρα μου τραγουδούν.
 
ΠΩΛΗΜΑΤΑ
Χαίρε η αγγελοειδής!
Χαίρε η αλεξίμβροτος!
Χαίρε η αλλόθροος!
Η πανίμερος χαίρε!
 
ΕΠΙΜΕΛΗΤΡΙΑ
Ναι, υπάρχω η καλλίστη.
Για ποιον δεν ξέρω.
Για μένα ίσως.
Ή για κείνους που θα βρω εκεί που θα πάω-
στον δικό μου κόσμο, στη δική μου σειρά.
 
ΩΝΗΤΗΣ
Όλοι τη συναπάντησαν στους δρόμους μα στο δικό μου αίμα ρίζωσε.
Τα μάτια της ταξιδεύουν στις λεωφόρους της ψυχής μου.
Από τότε που εγώ την είδα, για τους άλλους δεν υπάρχει.
 
ΕΠΙΜΕΛΗΤΡΙΑ
Μόνο μέσα στη μοναξιά μου είμαι ολόκληρη.
Σαν ένα ανοιξιάτικο φεγγάρι,
σαν ένα πρόσωπο λουλουδιού μέσα στην ομίχλη,
σαν νύχτα που κάποιον περιμένει-έτσι μοιάζω
ατελείωτη.
 
Θέλω να είμαι οι τύψεις της θάλασσας για όλους της τους πνιγμένους.
Μακριά μου ακούω τους στεναγμούς του απείρου να θρηνεί για τη χαμένη μικρότητα του.
 
ΩΝΗΤΗΣ
Εκεί που πεθαίνει το φως κάθε μέρα πώς να την ξεχωρίσω;
Πώς από το μυτερό δόρυ της ερημίας της να την αποσπάσω;
Το χρώμα των ματιών της το ενδιαίτημα μου είναι.
Εξόριστος μακριά του είμαι.
 
ΠΩΛΗΜΑΤΑ
Χαίρε η ευαύχην!
Χαίρε η εύγληνος!
Χαίρε η ευθαλής!
Η πανίμερος χαίρε!
 
ΕΠΙΜΕΛΗΤΡΙΑ
Να βγω από το κορμί μου -ποιος μ' έκλεισε εδώ μέσα;
Τα σύνορα όλα συντρίμμια θα πέσουν τότε κάτω από τα φτερωτά πέλματα μου.
Μου πρέπουνε τ' άστρα που ακόμα κανείς δεν ξέρει.
Μου πρέπουνε τα χάδια ζέφυρων αγέννητων ακόμα.
Θέλω να πετάξω μακριά από την ακινησία των δέντρων,
μακριά από τα ψεύτικα σκιρτήματα του έρωτα,
μακριά από τις μικρές ευτυχίες.
 
ΩΝΗΤΗΣ
Αν ήτανε πουλί θα ήτανε κύκνος.
Αν ήταν πέτρα θα ήτανε διαμάντι.
Αν ήμουν ουρανός θα την έλεγα "η γη μου".
 
Σε εσπερινούς άλλων Κόσμων
δοξολογίες ακούγονται γι αυτήν.
 
Στη σκέψη της γίνομαι όλος μια καρδιά με πελώριο βάρος
και τα λόγια μου βγαίνουν από ένα τεράστιο στόμα.
 
ΕΠΙΜΕΛΗΤΡΙΑ
Σαν ψυχές μέσα από σώματα φεύγουν από μένα οι επιθυμίες.
Ατέλεστες.
Στα χέρια μου φωλιάζουν μυριάδες χάδια.
Τα στήθη μου γυρεύουν παραμυθένια αγγίγματα.
Γυρεύω να πετάξω έξω από τον αέρα-αυτό το ντροπερό δεκανίκι των πουλιών.
Ποιος μ' έκλεισε εδώ μέσα;
 
ΩΝΗΤΗΣ
Κάτι όμορφο που το 'κρυβε η κρύα γη
έλαμψε με το πρώτο της φανέρωμα.
Ανάρμοστη κίνησις δεν υπάρχει στο πλησίασμα της.
Αρμονικά όλα τα ιστία της δένουν.
Η θάλασσα την γαλήνη της εκφράζει κοπάζουσα.
Δεν είναι μόνον μία σχεδία στο πέλαγος, μα και το στήριγμα της.
 
ΠΩΛΗΜΑΤΑ
Χαίρε η πανίμερος!
Χαίρε η παναιγλήεσσα!
Χαίρε η παναίμυλος!
Η πανίμερος χαίρε!
 
ΕΠΙΜΕΛΗΤΡΙΑ
Ήτανε μέρα; Βράδυ; Δεν θυμάμαι.
Ήρθε ένας θρασύς αγγελιοφόρος από το Άλλο
και μου ανάγγειλε πως δεν έχει πέρασμα για κει.
Προσπάθησα να τον δωροδοκήσω,
του γλυκομίλησα-εξάλλου όμορφος ήταν
δεν μπορεί
θα ξέρεις κάποιο παραπόρτι του είπα,
κάτι Κρυφό που όλα τα μπορεί
εσύ πώς ήρθες;
Η πόρτα ανοίγει μόνο προς τα εδώ, μου λέει,
και για σένα έχω έρθει,
για να σου πω να μην αναλώνεσαι με επιθυμίες.
Αμέσως μετά τα λόγια του αυτά με βίασε.
Τον ξεγέλασα-τον άφησα να μου πάρει τον υποταγμένο μου εαυτό.
Θα λάμψω σε άλλους ουρανούς.
 
Θ' ανοίξω τις πόρτες με την ομορφιά μου.
Μόνο που θα τις δω
τα φύλλα τους όπως άνθινα πέταλα θα χωρίσουν.
 
ΩΝΗΤΗΣ
Με ποιο μολύβι να γράψω στον ουρανό τη σιωπή της;
Τι σκεφτόμουν άραγε προτού την συναντήσω;
Και πώς μπορεί κάποιος να τη βλέπει αδιάφορα;
 
ΕΠΙΜΕΛΗΤΡΙΑ
Στη γειτονιά μου γκρέμισαν ένα παλιό σπίτι.
Ή πόρτα του έμεινε όρθια μόνο, σαν χέρι που μένει έξω από τον τάφο.
Όλα φανερά πια.
Τη νύχτα φωνές:" κρυώνω... κλείστε την πόρτα!.."
Έριξαν και την πόρτα.
Ησυχία.
 
Δεν είμαι ένα κομμάτι του ουρανού-ο ουρανός είναι μια πρωινή μου βόλτα στην αγορά.
 
ΩΝΗΤΗΣ
Όταν στην απρόσμενη κάθοδο των πάμφωτων άστρων
τα ουράνια πλατύνονται ανοιγόμενα,
το άνοιγμα των χεριών της μιμούνται όταν το μέγεθος του αλιεύματος της ελαστική περιγράφει.
 Αυτή ρίχνει τα κάστανα όταν ωριμάσουν
και κείνα μας ξαφνιάζουν με τον θόρυβο που κάνουν πάνω στο τσιμέντο της πλατείας.
 
Αυτή φέρνει το βράδυ
παγιδεύοντάς το με το χαμόγελο της.
 
ΠΩΛΗΜΑΤΑ
Χαίρε η μελιτερπής!
Χίρε η μελίφυρτος!
Χαίρε η μελίγληνος!
Η πανίμερος χαίρε!
 
ΕΠΙΜΕΛΗΤΡΙΑ
Δεν μ' έχει η θάλασσα εμένα.
Εγώ είμαι που μέσα μου την κρατώ.
 
 ΩΝΗΤΗΣ
Ως στήλη υψώνεται έσωθεν φέγγουσα.
Αδιάθλαστες οι αείφωτες ακτίνες προς τα νεφελώματα
εκφεύγουν.
Επίπλαστος χρόνος την αιωνιότητα της σηματοδοτεί κλεψιτύπως.
Διατράνωσις γιγαντιαίων δημιουργημάτων οι αντίπερα ενοικούσες ρίζες της
Το χαμόγελο της ένα ρήγμα στο τείχος της απνοίας.
 
ΠΩΛΗΜΑΤΑ
Χαίρε η καλλιφανής!
Χαίρε η καλλίσφυρος!
Χαίρε η καλλιρρήμων!
Η πανίμερος χαίρε!
 
ΕΠΙΜΕΛΗΤΡΙΑ
Δεν το βάζω κάτω.
Θα φύγω μια μέρα και οι φίλοι δεν θα ξέρουνε πού είμαι.
Θα διασκεδάζω με την ιδέα τους πως κάποτε με είχαν κοντά τους.
Με πύρινες ζώνες θα περιβληθώ
και σε χρώμα ανύπαρκτο θα βυθιστώ
να βαφτώ ολάκερη.
Θα ζέψω τέσσερα άρματα
ένα για κάθε εποχή
και θα τους στέλνω από εκεί δικές μου Ανοιξες
και δικά μου φωτερά φθινόπωρα που να λάμψει ο τόπος.
Δεν θα ξεχάσω την γενέτειρά μου.
 
 ΩΝΗΤΗΣ
Αναλλοίωτη και τερπνή υπάρχει.
Τα άνθη του φωτός ακαταπαύστως δακρύοντα την ραίνουν.
Εξ ου η δρόσος της φωνής της
εξ ου τα μικρά ρυάκια ελέους που από τ' ακροδάχτυλα των κάτω άκρων της αναβλύζοντα ξεδιψούν την απελπισία μας.
 Καλά κάνει και δεν μιλάει πολύ-τα μάτια της τα λένε όλα.
 
ΠΩΛΗΜΑΤΑ
Χαίρε η γλυκυφραδής!
Χαίρε η μυρρόραντος!
Χαίρε η γλυκύδωρος!
Χαίρε ή γλυκύχυμος!
Χαίρε η η μυροβόστρυχος!
Χαίρε η μυροσταγής!
Χαίρε η λυσίνομοςί
Χαίρε η λυσιμέριμνος!
Χαίρε η λυσίκακος!
Η πανίμερος χαίρε!
 
ΕΠΙΜΕΛΗΤΡΙΑ
Φορές,
μηχανικά έτσι καθώς περνώ τα πράγματα από το ταμείο
μπερδεύω πράγματα και ανθρώπους.
Και λέω μπορεί έτσι και να είναι
άνθρωποι και πράγματα να είναι το ίδιο
και οι διαφορές που νιώθουμε πως έχουν  
να είναι που το μάτι μας τα βλέπει έτσι.
 
Καμιά φορά,
ίσως
πρέπει να συμβιβάζεται κανείς με ό,τι κάνουν όλοι
και πολύ να μη σκαλίζει
και υποθέσεις να μην κάνει.
Μπορεί και να 'χε δίκιο κείνος ο αγγελιαφόρος.
 
ΠΩΛΗΜΑΤΑ
Χαίρε η ερατόχροος!
Χαίρε η ερωτώπις!
Χαίρε η ερασιπλόκαμος!
Χαίρε η εναύλιος!
Χαίρε η ερίσπορος!
Χαίρε η περιφεγγής!
Χαίρε η άμικτος!
Χαίρε η αιθεροδρόμος!
Χαίρε η αιθερολαμπής!
Χαίρε η αγλαόκαρπος!
Χαίρε η αγλαοθηλής!
Χαίρε η αγλαόκολπος!
Η πανίμερος χαίρε!
 
ΩΝΗΤΗΣ
Κενά διευρυνόμενα αναμένουν την πλήρωση του
αίματος της.
Ρόδινο φέγγος δακτύλων ενσκήπτει σε κάθε ενατένιση της.
Δια μέσου του σεπτού της σώματος τα αντικείμενα απαστράπτουν.
Είναι τόσο πολύτιμη όσο ένας αγριόκρινος στο βουνήσιο μονοπάτι.
Τα σπουργίτια στα δέντρα της πλατείας κουτσομπολεύουν τους περαστικούς.
Τι να λένε όταν αυτή περνάει;
 
Πέφτω στο ρυάκι της σαν ανοιξιάτικη βροχή.
Άραγε με νιώθει;
 
ΕΠΙΜΕΛΗΤΡΙΑ
Πάλι μπορεί και να μη φύγω.
Να πάρω μόνο τη ζωή εκείνου που με κοιτάζει
να την ντυθώ καλά καλά-ποιος ξέρει τι καιροί μπορεί να μ’ έβρουν.
Και από πού να πιανόμουν για ν' ανέβω;
Μα πάλι ούτε να 'πεφτα θα ήθελα.
Μια ισορροπία έστω να πετύχω ανάμεσα φωτός και σκότους
σαν ακροβάτης πάνω από ποτάμι βουερό.
Κι έτσι κρεμάμενη
κι έτσι αθώα από τα αίματα όλα
και προπαντός έτσι κινδυνεύοντας κάθε στιγμή
τότε να δω ποιος δε θ' ακούσει το τραγούδι μου
που σαν ουράνια μελωδία θα 'ρχεται τη γη να ομορφήνει.
Μπορεί ακόμα εκεί πάνω
χαριτωμένες κινήσεις να κάνω, που βέβαια όλοι
θα τις βλέπουνε και θα θαυμάζουν.
 
Οπωσδήποτε κάπου ψηλά να είμαι.
 
ΩΝΗΤΗΣ
Μηροί και κνήμες κρυφίως διαπλεκόμενοι στον αριθμό τέσσερα όσα και τα συστατικά τους είναι: Φωτιά, Κύμα, Απελπισία, Έαρ.
Οδηγώντας προς τα νότια
κύματα ευωδιάς από πορτοκαλάνθια.
Ερχόντας για τα καθημερινά ψώνια
κύματα ιμέρων από τ' άνθος της.
 
Τα ίδια πράγματα κοντά της μοιάζουνε καινούργια.
 
Νιώθω να είναι ένα ραβδί που ετοιμάζεται να με χτυπήσει
ενώ εγώ είμαι θρονιασμένος πάνω του.
 
Κλείνω τα μάτια και τη βλέπω.
Τα 'χω ανοιχτά και γίνεται άφαντη.
Στον θάνατο θα είναι δική μου.
 
ΠΩΛΗΜΑΤΑ
 Χαίρε η πυριφλεγής!
Χαίρε η πυριτρόφος!
Χαίρε η πυρίπλοκος!
Χαίρε η παντόσεμνος!
Χαίρε η πανυπείροχος!
Χαίρε η παντοθαλής!
Χαίρε η λεπτοφυής!
Χαίρε η λεπτόχρως!
Χαίρε η λεπτοϋφής!
Η πανίμερος χαίρε!
 
ΕΠΙΜΕΛΗΤΡΙΑ
Να, έτσι λέω να φύγω και να φύγω,
έτσι λέω θέλω και θέλω,
και όλο μένω μέσα εδώ.
Είναι βαριά τα βήματα σε ξένους τόπους.
 
ΩΝΗΤΗΣ
Οι ώμοι εκχύνοντες χρυσίζον ρέον φως
Συνωθούνται μεταξύ των επικεντρωνόμενοι
και αποδίδοντες στον κορμό
την άμεμπτη θηλυκή του οξύτητα.
 
Όταν αυτή βγαίνει από τη σκέψη μου
η ζωή επιστρέφει στο σώμα μου.
 
Είμαι ερωτευμένος με τα φύλλα των ρόδων.
Έχουν το φέγγος των δαχτύλων της.
Ας ήτανε πάντοτε τόσο όμορφος ο κόσμος:
αυτή εκεί και ωνητής αέναος εγώ.
 
ΕΠΙΜΕΛΗΤΡΙΑ
Κάτι φωνές ακούω μακρινές να με καλούν.... μα όμως… όχι... καλλίτερα εδώ να μείνω.
Συνήθισα τους εδώ ανθρώπους.
Συνήθισα τα ληστρικά τους βλέμματα
να με ποθούν με τον βλακώδη τρόπο τους
ίσα κατάματα κοιτάζοντάς με
σαν άψυχη να βλέπουν μία κούκλα.
 
Συνήθισα να μην παίρνω πίσω ότι δίνω,
ίσως είναι κι ένας τρόπος αυτός
να λιγοστέψει μαζί με τ' άλλα
και η λαχτάρα για φυγή
που ώρες ώρες όπως πλοκάμι καβουριού το ψάρι με αδράχνει.
 
Εδώ μ' έχουν ανάγκη. Πιο δικό μου να κάνω πρέπει
τούτο το μέρος όπου βρέθηκα να ζω
από το πραγματικά δικό μου-εκεί πέρα... έξω...
 
Και... ποιος ξέρει... ίσως κι εγώ, εδώ μόνο ν' ανθίζω άφεση και ευλογία και εγκαρτέρηση.
 
Ναι. Καλά είναι κι εδώ.
Κι αν η ζωή δεν είναι όμορφη
γίνεται όμορφη αν όμορφη εσύ την κάμεις.
 
Είν' όμορφα τα στάχυα και τα κίτρα
και τ' αγριολούλουδα στους κάμπους.
Και οι συνάδελφοι όλοι ευγενικοί.
 
Τέλος καλή και η δουλειά μου.
Και πού και πού κάτι ευχάριστο-
μια καινούργια γνωριμία
μια αύξηση
μια ζεστή καλημέρα
ένας βιαστικός νεαρός με περήφανο βάδισμα.
 
Και τώρα τελευταία ένα βουητό σαν από σμήνος
ερωτικών λυγμών
που περνάνε ανείδωτοι γύρω από το σώμα μου όλο
κάνοντας το να νιώθει ένα αλαφρό ρίγος
στο κάθε κυματάκι αγέρα που ξεσηκώνουν.
 
Μ' αρέσει να είμαι η ποθητή και η ονειρεμένη των αντρών.
 
Καλά είναι κι εδώ.
Ναι. Εμείς φτιάχνουμε τη ζωή μας.
 
ΩΝΗΤΗΣ
Τα φθίνοντα χέρια της
σεμνής τελετής ιέρειες.
 
Πάντοτε στην καρδιά μου την έχω.
Πλήρης ανθών είναι.
Αν την άγγιζα θα 'πεφταν.
Όπως το όνειρο όταν ξυπνάς.
 
Σ' όποιον την πλησιάζει την ομορφιά μαθαίνει.
Όπως η ποίηση αν τη νιώσεις.
 
ΠΩΛΗΜΑΤΑ
Χαίρε η λαμπραυγέτις!
Χαίρε ή λαμπροπυρσόμορφος!
Χαίρε η λαμπάζουσα!
Χαίρε η αγλαόπηχυς!
Χαίρε η ευκέλαδος!
Χαίρε η ευκομόωσα!
Χαίρε η μελιτόβρυτος!
Χαίρε η μελισταγής!
Η πανίμερος χαίρε!
 
ΕΠΙΜΕΛΗΤΡΙΑ
…Ύστερα εδώ το πρωτοβρόχι έχει μια θλίψη αναμενόμενη.
Και το χειμώνα, το χιόνι
ας καμωνόμαστε πως μας κρυώνει
όμως μας δίνει τη συνέχεια
και μαζί τη σταθερότητα του κόσμου.
 
Κι αυτός ο νέος που με χαιρετάει κάθε φορά,
μπορεί και να το κάνει γιατί και κείνος βρίσκει τη ζωή καλή.
Ή κι ίσως να ζητάει καλή μ’ αυτό τον τρόπο να την κάνει.
 
Άνθρωποι κι άνθρωποι.
Ζωές και ζωές.
Και η ευγένεια
κατά πως λένε
κάνει τις βαρετές συναλλαγές υποφερτές.
 
ΩΝΗΤΗΣ
Μία αδιάφορη ματιά της και ο έρωτας διστάζει.
Αυτή εδώ πουθενά σκοτάδι.
Ευτυχία λέω, είναι
να κοιμηθεί κανείς μέσα στα μάτια της για πάντα.
 
ΠΩΛΗΜΑΤΑ
Χαίρε η αιδήμων!
Χαίρε η γλυκύπνοος!
Χαίρε η γλυκυμείλιχος!
Χαίρε η άδολος!
Η πανίμερος χαίρε!
 
"Έχετε κάρτα;"
 
                                     -----