Πέμπτη 28 Φεβρουαρίου 2019

(ΑΠΟ ΤΑ ΠΟΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΝ ΑΜΕΡΙΚΗ ΠΑΡΕΑΣ)
Οταν ο Μπούλης αγόρασε κόκκινη Μπε Εμ Βε

Γιατί ένα κατακόκκινο στο πρόσωπο της βέλο
Εβαλε η μυριόχαρη ολάνθιστη Covello; 
Γιατί του Χιούζ το κτίριο τα κόκκινα φοράει
Κάθε που ο νέος μάνατζερ για να δουλέψει πάει;

Μήπως της Δύσης τα χρυσά χρώματα που μεθάνε
Σ’ ακολουθούνε Μπούλη μου κι όπου πηγαίνεις πάνε;
Η της γιαγιάς το ακριβό 'χύθη κακκινονέρι
Και μέθυσαν κι ερύθραναν όλα τα γύρω μέρη;

Όχι. Ουτ' η Δύση άλλαξε ούτε κρασί εχύθη.
Όχι-η αιτία για ολ’ αυτά δεν είναι παραμύθι.
Μα ένα καρο αγόρασε κόκκινο η Μπουλάρα
Που από καιρό μ’ ανείπωτη το γύρευε λαχτάρα.

Κι αυτό είναι γύρω που σκορπά την τόση κοκκινίλα
Και κοκκινίζει των δέντρων του Valley τα φύλλα
Και κοκκινίζει των λευκών κατοίκων του το δέρμα
Που όλοι ερυθρόδερμοι εγίναμε εδώ πέρα.

Τι αυτοκίνητο ειν' αυτό! Τι ομορφιά! Τι χρώμα!
Ως και από το «Μάζντα» μου καλλίτερο ειν' ακόμα.
Τι σώμα! Τι τελειότητα! Τι γλύκα στις γραμμές του!
Αχ! Με ζαλίζουν-με πονούν οι χάρες οι πολλές του..

Κι όλα του τα εξαρτήματα λάμπουνε το καθένα
Ομορφα, στεριά, καθαρά και φρεσκογυαλισμένα. 
Κι όλα του ειν' αυτόματα κι από μακριά δουλεύουν
και σαν αγκίστρια μαγικά τις γκόμενες ψαρεύουν.

ΑΙ Μπε Εμ Βε μου κόκκινη, πόσες γυναίκες τάχα
θα κάτσουνε στις θέσεις σου σε μια βραδιά μονάχα
και ποσα αναστενάγματα μέσα σου θ’ ακουστούνε…
Πόσες γυναίκες τη χαρά σε σένανε θα βρούνε…
Βρε πώς επήγε κι έσμιξε το πιο ωραίο αμάξι 
Με τον πιο ωραίον οδηγό που έχει η Φύση φτιάξει…
Κι έτσι οι γυναίκες μπαίνοντας μέσα σε τέτιο κάρο
Δύο τρυγόνια θάχουνε μ’ ένα μοναχά σμπάρο.

Και μέχρι τώρα ξέραμε οι γκόμενες πως τρέχουν
ΣτοΝ Μπόυλη, και με δάκρυα το μαντηλάκι βρέχουν
Πρώτα γιατί τις τράβαγε η ομορφιά του η τόση
(Εστω κι αν είχε χρήματα πολλά γι αυτήνε δώσει). 

Κι ακόμη γιατί ακούγανε κάτι μικρά κλειδάκια
Οπου του Χιούζ ανοίγανε όλα τα ντουλαπάκια.
Τώρα όμως τί θα τίς τραβά; Ιδού η απορία:
Μανατζερλίκι, ομορφιά, κάρρο, ή και τα τρία;

Για ό,τι όμως κι αν έρχονται μην ψάχνεις-μόνο παίρνε
Κάθε βραδιά και άλληνε μες στο αμάξι φέρνε.
Μόνο το κάρρο σούλειπε-τόχεις και κείνο τώρα,
Εμπρός λοιπόν-τα θήλεα σε καρτερούν.Προχώρα.
Προχώρα-έτσι;-είπαμε. Δεν είπαμε να τρέξεις.
Κι αυτό το πράγμα σοβαρά πρέπει να το προσέξεις.
Αν ότι τρέχεις μου ειπούν ή απρόσεχτα πηγαίνεις
Ποίημα άλλο από με Μπούλη μην περιμένεις.

Και τούτο ακόμα να σου πω θέλω και τελειώνω-
Γιά να ειπώ και τα στραβά κι όχι τα ωραία μόνο.
Ωραίο το αμάξι σου, αλλά του λείπει κάτι:
Ενα μπαράκι, μια τιβί κι ένα διπλό κρεββάτι.