Παρασκευή 15 Φεβρουαρίου 2019

ΜΙΑ ΑΠΟΥΣΙΑ

Να το κερί. Το βλέπει καθώς λιώνει
φωτίζοντας αχνά την κάμαρά του.
Κάποιο αόρατο για τη ματιά του
το κόβει αργά και σταθερά πριόνι.

Και όλο λιγοστεύοντας κει χάμου,
χαρτιά του δείχνει, ξύλα, ένα κασόνι...
να! τώρα του θερμού του γάμου
η σμίξη με τη φλόγα τελειώνει.

Δυο λαμπυρίσματα προτού να σβήσει
και τέλος. Σαν μια σκότους δίνη
στο δωμάτιό του ένας καπνός θα πλέει
ενώ από κείνον μοναχά θα μείνει
μια απουσία, πως έσβησε να λέει
χωρίς να έχεο τίποτα φωτίσει.