ΜΙΑ ΒΟΛΤΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΑΡΗ ΣΤΗΝ ΚΑΛΙΦΟΡΝΙΑ
(Όταν, κάποια περίοδο, παλιά, θέλησα να καλοπιάσω την Αμερική)
ΠΡΟΣΩΠΑ: Θαρραλέος, Φοβιτσιαρης, Άρης, Κάποιος, Φτωχός, Κουμουνιστής.
(Είναι πρωί. Ο Θαρραλέος και ο Φοβιτσιάρης βαδίζουν σε ένα ερημικό τοπίο έξω από το Λος Άντελες, πηγαίοντας προς την πόλη.
ΘΑΡΡΑΛΕΟΣ (Θ)
Γιατί δεν προχωράς; Τί περιμένεις;
ΦΟΒΙΤΣΙΑΡΗΣ (Φ)
Ακουσα ένα θόρυβο εκεί πέρα.
Θ.
Προχώρα τώρα κι άσε τους θορύβους.
Οσο και αν καθυστερείς, το ξέρεις,
Το δικαστήριο δε θα το γλιτώσεις.
Πάμε λοιπόν γιατ' είμαι μαρτυράς σου
Και θέλω γρήγορα να ξεμπερδέψω.
Φ.
Γιατί δεν πήρες τ' αυτοκίνητό σου;
Θ.
Γιατί, με τί να τούβαζα βενζίνη.
Φ.
Αν ετσοντάραμε κι οι δυο μας κάτι
θάχαμε για όσο γκάζι χρειαζόταν
Για να μας πάει ως την πολιτεία.
…Ακου… Δεν άκουσες ούτε και τώρα;
Θ.
Μα την αλήθεια τώρα έχω ακούσει.
Σα βούΐσμα αυτοκινήτου που μαρσάρει.
Φ.
Μ' από πού ήρθε ο θόρυβος ετούτος;
Θ.
Νομίζω από κει πέρα… Δε βαριέσαι;..
Αν αυτοκίνητο ήτανε πούντο;
Της φαντασίας μας ήτανε γέννα.
Φ.
Ιδια η φαντασία και των δυό μας;
Θ.
Μου κόλλησες κι εμένα την ιδέα
ότι ακούς. Μα… Πάλι...
Φ.
Ω! Θεέ μου!
Τί να συμβαίνει… Μήπως εξωγήινοι…
Θ.
Τί εξωγήινοι και παραμύθια.
Γήινος πολύ ο θόρυβος μου μοιάζει.
Αν ήταν εξωγήινοι πού είναι;
Φ.
Ίσως για μας αόρατοι να είναι.
Θ.
Ουφ! Φαίνεται τα χάσαμε κι οι δυό μας.
Μας βάρεσε η φτώχεια στο κεφάλι,
Μας περιμένει και το δικαστήριο,
Κι ακούμε βουϊσματα που δεν υπάρχουν.
Μα ότι νάτανε τελείωσε-πάμε.
Φ.
Σε τέτιαν ερημιά και μοναχοί μας;
Αχ Θαρραλέε μου πολύ φοβάμαι.
Θ.
Από το θάρρος μου πάρε κουράγιο.
Και πούναι η ερημιά μωρέ ψοφίμι;
Δυό μίλια παραπέρα είναι η πόλη.
Ακου εξωγήινοι… Αλλά και νάταν
Εμάς οι εξωγήινοι θα διάλεγαν;
Ελα. Της φαντασιάς μας ήταν. Πάμε.
Φ.
Πάμε. Μα να θυμάσαι… νάτο πάλι…
Θ.
Θεέ μου! Αλήθεια! Κοίτα εκεί πέρα!
Κάτι να βγει πασκίζει από το χώμα.
Φ.
Θεούλη μου μεγάλο που θα είναι…
Θ.
Τώρα για τρέξιμο είναι η ώρα.
Μπρος Φοβιτσιάοη.Τρέχω. Ακολούθα.
Φ.
Δεν πάω πουθενά. Εδώ θα κάτσω
Να δω τι είναι η γη που θα μας δείξει.
Θ.
Βρε πάμε. Συ δεν ήσουν που φοβόσουν;
Φ.
Εγώ τους εξωγήινους φοβάμαι.
Τίποτα γήινο δε με τρομάζει.
Θ.
Και τί θα γίνει με το δικαστήριο;
Φ.
Δεν ξέρω. Μα προτού να δω τι τρέχει
Δε φεύγω από δω πέρα ούτε με βίντζι.
Να! Πάλι το μηχάνημα μουγκρίζει.
Να! Λίγο βγήκε πάνω από το χώμα.
Θ.
Ναι. Βγήκε. Και μηχάνημα ειν' αλήθεια.
Φ.
Τί άλλο θάταν νόμιζες! Θηρίο!
Κοίτα, σαν τανκ δε μοιάζει από κείνα
Που εξήντα χρόνια πριν ήταν της μόδας;
Παλαιικό κι αγκομαχώντας βγαίνει
Ποιός ξέρει από ποια της γης μας βάθη.
Θ.
Τί θέλει ένα τανκ στης γης τα βάθη;
Και κάποιος τ' οδηγεί; και τ' ακλουθάνε
Τανκς κι άλλα, ή στρατιώτες, ή τί άλλο;
Φ.
Στάσου καημένε μου που πήρες φόρα.
Ενα τανκάκι είναι όλο κι όλο.
Να, τώρα βγήκε από τη γη τελείως
Και προχωρεί αργά κι αγκομαχώντας.
Κι έβαλε πλώρη κατά μας-γιά δες το…
Θ. Νομίζω γρήγορα θα σταματήσει.
Φ.
Το είπες κ ι έγινε. Και από μέσα
Κοίταξε, κάποιος φαίνεται πως βγαίνει.
Θ.
Κάποιος ή κάτι; Είναι αυτό το πράγμα-
ένας σωρός σιδερικών και σκόνης-
Ανθρωπος; Κι όμως να! Βλέπω έχει πόδια…
Φ.
Και χέρια… και κεφάλι… μα τί στέκεις;
Τι στέκουμε; Ας τρέξουμε κοντά του
Να τον βοηθήσουμε τον κακομοίρη...
(πηγαίνουν προς τα τανκ)
ΑΡΗΣ
Να πάρει ο κόρακας και να σηκώσει
Τί τόθελα ετούτο το ταξίδι;..
Τί έτσι με βλέπετε;
Φ.
Πρώτη φορά μας
Βλέπουμε άνθρωπο απ' τη γη να βγαίνει.
Πάντοτε όλοι μπαίνουν εκεί μέσα.
Α.
Άνθρωποι μπαίνουνε. Θεοί όμως όχι.
Φ.
Είσαι θεός;
Α.
Δε φαίνεται αμέσως;
Φ.
Οχι θα έλεγα. Μα όλα τούτα
Που βλέπω πάνω σου, θεό μυρίζουν.
Κι αν όχι θεό, μα ήρωα κανένα
Που απ’ τους Ελληνικούς εβγήκε μύθους.
Α.
Καλά την ξέρεις βλέπω την Ελλάδα.
Θ.
Μα είμαστ' Ελληνες.
Α.
Ωχου ο έρμος,
πάλι εκεί εβγήκα; Στην Ελλάδα;
Θ.
Δε βγήκες στην Ελλάδα. Ετυχε όμως
Εμείς Ελληνες νάμαστε.
Α. Πού βγήκα;
Ποιο μέρος ειν' αυτό; Δεν είν' οι ΗΠΑ;
Θ.
Οι ΗΠΑ είναι. Εδώ ήθελες νάρθεις;
Α.
Ναι μα το Δία. Ηρθα εκεί που θέλω.
Αλλά τί θέλουν οι Ελληνες στις ΗΠΑ;
Θ.
Καθένας τους και μία ιστορία.
Α.
Γιατί παραξενεύομαι αλήθεια;
Απ’ τον καιρό του Οδυσσέα ακόμα
Πάντοτε οι Ελληνες φευγιό γύρευαν.
Ωσπου θεσμό οι Αθηναίοι το κάναν
Κι εξόριζαν πολίτες στην αράδα.
Θ.
Βλέπουμε πως την ξέρεις την Ελλάδα.
Κι αφού είσαι θεός, τότε θα είσαι
Απ' τους αρχαίους κάποιος τους θεούς μας.
Φ.
Μπράβο που το κατάλαβες εν τέλει.
Μα τί ζητάει στον εικοστόν αιώνα
Ενας θεός απ’ την αρχαία Ελλάδα;
(στον Άρη)
Και ποιος θεός απ’ όλους τάχα είσαι;
Α.
Δε βλέπεις πούχω περικεφαλαία;
Φ
Το βλέπω.
Α.
Το κοντάρι μου το βλέπεις;
Φ.
Το βλέπω.
Α.
Βλέπεις και την πανοπλία;
Φ
Κι αυτή τη βλέπω.
Α.
Ε, θεός ποιος τάχα
Αρχαίος έτσι θάταν οπλισμένος;
Φ.
Η Αθηνά ήταν έτσι οπλισμένη.
Ετσι απ’ του Δία βγήκε το κεφάλι.
Α.
Ε και λοιπόν; Σου μοιάζω για γυναίκα;
Ομως καιρό για χάσιμο δεν έχω.
Από το Δία έχω πάρει άδεια
Να μείνω πάνω δω μια μέρα μόνο.
θέλω σ’ αυτής της χώρας τους πολίτες
Οσο πιο γρήγορα μπρος να με φέρτε.
Θ.
Θεός και δε μπορείς να πας μονάχος
Μα κάποιος άλλος πρέπει, να σε πάει;
Φ. Και διαταγές να μη μας δώσεις πάλι.
Μ’ ευγένεια οι κάτοικοι εδώ μιλάνε.
Α.
Σ’ ό,τι είπατε κι οι δυό έχετε δίκιο.
Γι αυτό λοιπόν κι εγώ δε σας διατάζω
Μα σας παρακαλώ εκει να με πάτε.
Ως για να πήγαινα εκεί μονάχος
Ξεχνά το. Εχω τόσα από τον κόσμο
Χρόνια πολλά που άθελα μου λείπω,
Πούχω ξεχάσει πια τα μέρη όλα.
Θ.
Μ’ αν πράγματι θεός αρχαίος είσαι
Πες μας τι θέλεις κι ήρθες εδώ πέρα;
Και από πού; Και πού το τανκ εβρήκες;
Και ως εδώ με τρόπο ποιόνε ήρθες;
Α.
Αλήθεια μ’ Ελληνες είμαι μπλεγμένος.
Το δρόμο πριν να δείξετε σε κάποιον
Από ανάκριση τόνε περνάτε.
Ελληνες είστε.Τέτια περιέργεια
Μον’ η φυλή εκείνη έχει στον κόσμο.
Λοιπόν καλά παιδιά μου είμαι ο Αρης.
Ο τοομερότατος θεός του πολέμου.
Πενήντα χρόνια τώρα περιμένω
Να γίνει πόλεμος πάνω στη γη σας
Ωστε κι εγώ να ξεμουδιάσω λίγο.
Μα τίποτα.Ούτε φύλλο δεν κουνιέται.
Πήρα κι εγώ λοιπόν των ομματιών μου
Κι ήρθα να συναντήσω τους ανθρώπους
Να τους τα φάλλω έξω από τα δόντια
Ωστε τον πόλεμο ν’ αρχίσουν πάλι.
Κι αν όχι, να κοιτάξω με τι τρόπο
Γνώμη να τους αλλάξω θα μπορούσα.
Ξέρω τι όπλα έχετε φτιαγμένα.
Τα βλέπω και μου πέφτουνε τα σάλια
Οπως μικρό παιδί που στη βιτρίνα
Κοιτάζει μέσα ζαχαροπλαστείου
Γεμάτη με γλυκά και με καλούδια
Μα δε μπορεί ούτε ένα να βουτήξει.
Θ.
Και γιατί διάλεξες αυτή τη χώρα;
Α.
Γιατί αυτή 'ναι η πιό πλούσια απ’ όλες
Κι η δυνατότερη κι η πιο μεγάλη
Και ό,τι πει αυτή, αυτό θα γίνει:
Πόλεμος, πόλεμος. Ειρήνη, ειρήνη-
Που ξορκισμένο νάναι τ’ όνομα της.
Φ.
Καλά, πόλεμοι τόσοι έχουν γίνει
Απ' τον καιρό του Δεύτερου Παγκόσμιου.
Αυτοί δεν ήταν αρκετοί για σένα;
Μέση Ανατολή, Βιετνάμ, Κορέα…
Α.
Για μένα αυτά ήτανε παιχνιδάκια.
Ν’ ασχοληθώ με τετοια εγώ δεν πάει.
Εστειλα εκεί κάτω τα παιδιά μου-
Το Φόβο και τον Τρόμο-να μαθαίνουν.
Εγώ μιλώ για πόλεμο μεγάλο
Οπως τους δυό Παγκόσμιους ας πούμε.
Ω! τι μεγάλοι πόλεμοι αλήθεια!
Τους σκέφτομαι κι αγάλλεται η ψυχή μου,
Τι μεγάλεία! Τι καλές ημέρες!
Κι ανάμεσα στους δυο αυτούς πολέμους
Είκοσι χρόνια πέρασαν μονάχα.
Διάστημα λογικό. Μα όμως τώρα
έχουν από το Δεύτερο Παγκόσμιο
Πενήντα χρόνια ολόκληρα περάσει.
Ε, πια, αυτό δεν υποφέρεται άλλο.
Υπομονή… υπομονή… ως πότε!
Πήρα λοιπόν αυτή τη σακαράκα
Και κίνησα για δω. Με τί ναρχόμουν;
Πεζός; Με άλογο; Η' με κανα άρμα;
Αναχρονιστικά ειν’ όλα τούτα.
Στον Τρωϊκό βρισκόμαστε ακόμα;
Ενώ το τανκ… Αξίζει του πολέμου
Πάνω του ο θεός να ταξιδεύει.
Το πήρα από ’να Γερμανό σε μάχη.
Εξήντα χρόνων είναι το καημένο-
Παλι καλά και τόσο που με πήγε.
Θ.
Και από πού σε φέρνει; Σχώρεσέ μας
Τις τέτιες που σου κάνουμε ερωτήσεις
Μα πρώτη μας φορά θεό θωρούμε.
Α.
Ρωτήστε ότ ι θέλετε. Μονάχα
Γρήγορα κάντε πριν η διορία
Τελειώσει που μου έδωσε ο Δίας.
Από της γης τα βάθη έχω φτάσει
Με περιπέτειες που αν τις ιστορήσω
Πρέπει πενήντα χρόνια να μιλάω.
Ολοι οι θεοί εκεί μένουμε τώρα
Αφότου μας ξεχάσαν οι ανθρώποι.
Κι άπρακτον βλέποντας με τόσα χρόνια
Οι άλλοι οι θεοί με κοροϊδεύουν.
Μάλιστα ακούστηκε και μία γνώμη
Από θεό να με ξεγράψουν λέει,
Γιατί πιστούς δεν έχω πια στον κόσμο.
Εμένα, που με τρέμαν όλοι οι τόποι.
Που στ' άκουσμά μου φεύγαν οι ανθρώποι.
Εμένα-άκου λέει-να με ξεγράψουν…
Θ.
Αλλ' αφού βιάζεσαι και συ, ας πάμε
Κι ώσπου να φτάσουμε τα συζητάμε.
Γιατί κρατάς ακόμα όμως δόρυ
Κι αφού να είσαι θέλεις μες στη μόδα
Ας πούμε δεν κρατάς… ένα μυδράλλιο;
Α
Είχα, μα οι άλλοι οι θεοί φοβόνταν
Και μούπαν αν εκεί θέλω να μείνω
Στα χέρια μου να μη το ξαναπιάσω.
Γι αυτό κι εγώ το δόρυ ξαναπήρα.
Κοιτάξτε και την περικεφαλαία…
Την πανοπλία μου… σκούριασαν όλα.
Είμαι θεός εγώ; Που ενώ εβδομήντα
Ημουνα πήχες, τώρα έχω κοντύνει
Και στο ύψος το δικό σας έχω φτάσει;
Που ενώ έβγαζα φωνή στις μάχες
Σα μύριοι δυνατοί να σκούζουν άντρες,
Αν θα φωνάξω τώρα δε μ' ακούνε
Ούτε σε μέτρα εκατό πιο πέρα;
Γι αυτό και θέλω σε κεινούς να πάω
Που αυτή την πλούσια χώρα κατοικούνε
Για να τα πω σε κείνους κατευθείαν.
Ισως αυτοί τον πόνο μου να νιώσουν
Και κάποιο νέο πόλεμο ν’ ανοίξουν.
Ομως γιατί δεν έχετε αμάξι;
Θ.
Και πούχω είναι σα να μη το έχω.
Γιατί λεφτά δεν έχω για βενζίνη.
Γι αυτό περπάτησε και συ μαζί μας
Ωσπου να φτάσουμε στην πόλη μέσα.
Εκεί σ' αφήνουμε με τους ανθρώπους
Και πάμε πια κι εμείς για τη δουλειά μας.
Α
Και με καλό ποια είναι η δουλειά σας;
Θ.
Ο φίλος μου έχει ένα δικαστήριο.
Α.
Τη χάρη κάνετέ μου σαν τελειώστε
Περάστε από δω για να με πάρτε.
Φ
Στο υποσχόμαστε το δίχως άλλο.
Μα φτάσαμε. Σα στρίψεις τη γωνία
θα δεις της πολιτείας τους ανθρώπους.
(Ο Άρης φτάνει τους πολίτες και τους μιλάει)
Α.
Κυρίες μου και κύριοι Αμερικάνοι
Είμαι ο θεός-ο Αρης- του πολέμου.
Πενήντα χρόνια μ’ έφαγ' η ανεργία.
Εσείς που ξέρετε από εργασία
Εσείς που ξέρετε το τι σημαίνει
Εστω και χάσιμο δουλειάς μιας ώρας
Τον πόνο μου λιγάκι συμπονέστε.
Δέστε πως έχω ο έρμος καταντήσει.
Μ' έχει αδυνατίσει η στενοχώρια.
Όρεξη ούτε για να φάω δεν έχω.
Τις νύχτες ο φτωχός μάτι δεν κλείνω.
Δεν έχω κέφι ούτε και στα πάρτι
Που κάνουν οι άλλοι οι θεοί να πάω.
Κοιτάτε με αξύριστος πώς είμαι.
Κοιτάτε σκουριασμένη πανοπλία.
Τα πέδιλα μου δέστε πως σκιστήκαν
Οχι από μάχη ή πόλεμο κανένα
Μ' από τους δρόμους που μοναχός παίρνω
Τον πόνο προσπαθώντας να ξεχάσω.
Ικέτης έρχομαι παρακαλώντας.
Κάντ' ένα μέγα πόλεμο καλοί μου.
Δε γνιάζεστε δουλειά να βρω και πάλι;
Όμως ποτέ μου δε θα βρω αν ίσως
Και δεν ακούστε την παράκλησή μου.
Οι νικητές θα είσαστε ορισμένως
Σε όποιον πόλεμο θέλατε ανοίξει.
Κάνετε αυτό που σας ζητώ καλοί μου.
Μ' αυτή τη δυστυχία που με βρήκε
Περίγελως των θεών είμαι των άλλων.
Γιατί εκείνοι έχουν τις δουλειές τους.
Ο Ηφαιστος βροντοκοπάει συνέχεια.
Ο Ερμής εγίνη έμπορος μεγάλος,
Ο Απόλλων πήρε τη ΔΕΗ του κόσμου
Ο Ποσειδώνας με τη ναυτιλία…
Ολοι φτιαχτήκαν και καλοπερνάνε.
Κι αν πεις για τις γυναίκες τις θεές μας
Ζωή και κότα την περνάν και κείνες.
Η Αφροδίτη έχει ινστιτούτο
Ανοίξει καλλονής και θησαυρίζει.
Η Δήμητρα ρημάζει τους αγρότες,
Η Αθηνά έχει ανοίξει φροντιστήριο,
Σύμβουλος οικογενειακή η Εστία,
Κι η Αρτεμη αλυσίδα έχει φτιάξει
Καταστημάτων μ' είδη κυνηγίου.
Και η δουλειά της Ηρας όπως τότε
Να τρέχει ακόμα πίσω από το Δία
Γιατί κι ακόμα εκείνος ξενοβλέπει.
Μόνον εγώ χωρίς δουλειά έχω μείνει.
Νιώστε τη θέση μου καλοί μου φίλοι
Κι ανοίξτε πόλεμο έναν μεγάλο.
Περίμενα να γίνει με Ρωσσία.
Αλλά και κείνη τώρα έχει σβήσει.
Κάτι ο Χουσεΐν να κάνει πήγε
Αλλά το σταματήσατε το πράγμα
Προτού να ξαπλωθεί και παραπέρα.
Έλπισα κάτι από τη Σερβία
Αλλά κι εκεί ειρηνικά το πάτε.
Βέβαια θα μου πει από σας κανένας:
Εδώ ήρθες πόλεμο για να ζητήσεις
Που και τους δυο παγκόσμιους πολέμους
Εμείς τους κάναμε να σταματήσουν;
Και δίκιο θάχετε να μου το πείτε.
Ομως η χώρα αυτή είναι η μόνη
που θα μπορούσε πόλεμο ν' ανοίξει.
Γιατί και δυνατή 'ναι και μεγάλη
Κι ο λόγος της περνάει μες στον κόσμο.
Βλέπετε αλήθεια πόση ανάγκη έχω
Νάρχωμαι να ζητώ απ’ τους εχθρούς μου-
Εσάς, που υπηρετείτε την Ειρήνη-
Να λυπηθούν και με τον κακομοίρη.
Υπάρχει μεγαλύτερη κατάντια
Για το θεό του πόλεμου! τον Αρη!;
Γι αυτό ακούστε με καλοί μου ανθρώποι;
Δε σας συγκίνησαν τα όσα είπα;
Απρακτος απ' τη χώρα σας θα φύγω;
Ακαρδα έτσι θέτε να με διώχτε;
Εδώ δε λέτε είναι η πατρίδα
Που αληθινά τα όνειρα τα κάνει;
Πέστε πως ένα όνειρο για μένα
Ειν' ό,τι λέω κι από σας ζητάω.
Και το δικό μου τ' όνειρο αληθέψτε-
Κάντ' έναν πόλεμο καλοί μου ανθρώποι.
Κι αν δεν αξίζω εγώ αυτή τη χάρη,
Αν τη στραβή αυτήν έχετε γνώμη,
Κάντε το για τα δυό μου τα παιδάκια.
Μάλιστα. Δυό μικρά παιδάκια έχω-
Δε θα τα λυπηθείτε ουτ' εκείνα;
Κάθε φορά στο σπίτι που γυρίζω
Με λυπημένο βλέμμα με κοιτάνε
Και με φωνή απ' την πείνα ραγισμένη
"Βρήκες δουλειά μπαμπά;" μόνο ρωτάνε.
Μα πού να βρω… Και πού δεν έχω πάει...
Γύρισα και στις πέντε τις ηπείρους.
Ποδιές εφίλησα κατουρημένες
Και πόρτες χτύπησα που δεν ανοίξαν.
Επήγα στην Ευρώπη , στην Ασία,
Σε Αφρική και Αυστραλία επήγα.
Σ' όλες τις χώρες πήγα. Μέσα μπήκα
Στις πιό αγαπητές μου κυβερνήσεις
Που άλλοτε με λόγο μου ένα μόνο
Πολέμους ατελείωτους αρχίζαν.
Τώρα στα μούτρα όλοι μου πετάγαν
Ψυχρό ψυχρό κι ανάλγητο ένα «όχι»!
Κι όταν γιατί αυτό τους ερωτούσα
Ολοι εδώ, σε σας ναρθώ με στέλναν:
"Η Αμερική γι αυτό ειν' η αιτία
Που όλα με το καλό θέλει να γίνουν.
Αυτή ειρήνη έφερε στη γη μας
Κι ότι εκείνη πει, αυτό και κάνει.
Και όπου πόλεμος πάει ν' αρχίσει,
Τρέχει αμέσως και με συζητήσεις
Και την πειθώ, και την καλή την πίστη
Την κάθε εχθροπραξία σταματάει.
Σ' αυτή να πας παράπονα να κάνεις".
Γι αυτό ήρθα σε σας κι εγώ καλοί μου.
Κι όχι παράπονα-Δίας φυλάξοι-
Παράπονα δεν ήρθα για να κάνω-
Ποιός ειμ' εγώ για νάχω απαιτήσεις;
Μόνο να σας παρακαλέσω έχω έρθει.
Τα μέτρα σας για λίγο χαλαρώστε
Που την ειρήνη φέρνουνε στον κόσμο.
Στον τοίχο που γερόν έχετε χτίσει
Κι απέξω του εμένα έχετ' αφησει
Ανοίξτε μια μικρούτσικη τρυπούλα
Οχι για νάμπω εγώ ο ίδιος ίσως
Αλλά το χέρι μου και το σπαθί μου-
Κάτι θα κόψω… κάτι θα χαλάσω…
Πολλές ως τώρα ήταν οι δυνάμεις
Που κυβερνήσανε αυτό τον κόσμο.
Μα όλες τάχανε καλά μαζί μου.
Εγώ τις εβοηθούσα να τρανεύουν
Κι όλον να διαφεντεύουνε τον κόσμο.
Εσείς μοναχά ενάντια μου τραβάτε.
Γιατί; Της γης εγώ δεν είμαι γέννα;
Κι όμως, σε λίγο, έτσι αν συνεχίστε
θα γίνω χόουμλες κι εγώ. Και τούτο
Τι περιθώρια ξέρετε μ' αφήνει:
Γιατί όντας σπίτι μου η γη μας όλη
Τότε τη γη θ' αναγκαστώ ν' αφήσω
Και να γυρέψω στέγη σ' άλλα αστέρια.
Γιατί σε περιπέτειες θέτε τέτιες
Εμένα τον βαριόμοιρο να ρίξτε!
(οι πολίτες έχουν αρχίσει να φεύγουν λίγοι λίγοι)
..Μη φεύγετε καλοί μου Αμερικάνοι.
Τσάμπα λοιπόν μιλούσα τόσην ώρα;.
Αχάριστοι! Τραβάτε! Φύγετε όλοι!
Ετσι πληρώνετε λοιπόν εκείνους
Που σας ευεργετήσανε μια μέρα;
Φύγανε όλοι... Ομως όχι… κάποιοι
Τα τελευταία μου ακούοντας λόγια
Πίσω γυρίζουν. Ω! Ελπίζω ακόμα.
ΚΑΠΟΙΟΣ (Κ)
Που μας ευεργετήσανε; Τι λόγος…
Και πώς αυτό εγινη κύριε Αρη;
Α.
Με πόλεμο δε διώξατε τους Αγγλους
Και αποκτήσατε τη λεφτεριά σας;
Μη έτσι -άσπλαχνα λοιπόν φερθήτε
Σε με που σας βοήθησα μια μέρα.
Τουλάχιστο κοντά μου εδώ σταθήτε
Και πέστε μου ποιός τάχα είναι ο λόγος
Που ούτε να μ' ακούσετε δε θέτε.
Κ.
Ο λόγος είναι αγαπητέ μου Αρη
Πως ό,που θα μπλεχτείς κακό θα φέρεις.
Αίμα, καταστροφή και δυστυχία.
Α.
Ετσι θαρρείς; Αμερικάνε, άκου:
Δεν ήρθα εδώ να κλάψω σα ζητιάνος.
Ηρθα για να σας δείξω πως αξίζω
Και πως η γνώμη πούχετε για μένα
Είναι στραβή-και να σας την αλλάξω.
Κ.
Μα όλοι αυτό το ξέρουν-πως ο Αρης
Κι ο Πόλεμος που κουβαλεί μαζί του
Μόνο καταστροφές φέρνει ό,που πάει.
Α
Για πες μου εσύ-ποιά είναι η δουλειά σου;
Κ.
Είμαι μηχανικός.
Α.
Λοιπόν για πες μου
Η πρόοδος που έχει η ανθρωπότης
Στα τελευταία αυτά πενήντα χρόνια
θάτανε ίδια αν δεν είχε γίνει
Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμός σας;
Ποιός όλα σας τα γκρέμισε τριγύρω
Κι απ' την αρχή τα φτιάξατε ένα ένα;
Κι αυτό τί σήμαινε; Δουλειά δε βρήκε
Κι ο τελευταίος από τους ανθρώπους;
Κι απ' την αρχή όλα φτιάχνοντας τα
Στο νέο χτίσιμο δε βάλατε όλη
Την πείρα που αποχτήσατε ως τότε
Και όλα πιο όμορφα έχουνε γίνει;
Και όχι μόνο σεις, αλλά και κείνοι
Που βγήκαν απ' τον πόλεμο χαμένοι
Κι εκείνοι δε γίνηκαν πιο μεγάλοι
Απ' ό,τι ήσαν πριν; Τη Γερμανία
Ερείπια δεν την ειχα αφήσει όλη;
Και κυβερνάει τώρα την Ευρώπη.
Μα κι η Ιαπωνία στην Ασία
Δε βγήκε κερδισμένη απ' όλα τούτα;
Τώρα δεν τρώει κι αυτή με δυό μασέλες;
Κι η τεχνική αν έχει προοδεύσει
Εγώ είμαι τα μυαλά που ακονίζω
Και που τα σπρώχνω νέα να επιδιώκουν
Και να εφευρίσκουνε μέσα προόδου.
Δεν τα χρωστάτε όλα αυτά σε μένα;
Κ.
Η Ευρώπη έγινε πάλι μεγάλη
Γιατί εμείς της δώσαμε βοήθεια.
Ως για την πρόοδο που πάντα υπάρχει
Μετά 'πο αναστάτωσες μεγάλες,
Εχεις σ' αυτό βεβαίως κάποιο δίκιο.
Νου και ψυχές ο πόλεμος ξυπνάει.
Μα τίποτα δε θέλουμε από τούτα
Να το πληρώσουμε, αν είναι, μ' αίμα.
Εκατομμύρια άνθρωποι πέθαναν
Στον πόλεμο που συ γι αυτόν καυχιέσαι.
Εκατομμύρια σπιτικά διαλύσαν.
Εκατομμύρια ανάπηροι εμείναν
Και γέμισε ο τόπος όλος αίμα
Και ορφανά και χήρες και συντρίμμια.
Α.
Μα όσοι ζήσατε καλοπερνάτε.
Κ.
Απ' άλλων ζήση και χαρά φτιαγμένη,
Μια τέτοια καλοπέραση να λείπει.
Α.
Τα σύκα ας τα πούμε σύκα φίλε.
Την καλοπέραση είχανε στο νου τους
Οσοι τον πόλεμο αυτό αρχίσαν.
Κ.
Δεν τηνε θέλουμε τέτοια ευτυχία.
Α.
Αμπέλι ακλάδευτο βαρέλι άδειο.
Παραδεχτείτε τούτη την αλήθεια.
Για να καλοκαρπίσει κάθε δέντρο
Θέλει ένα κλάδεμα γενναίο πρώτα.
Κι εγώ από κλάδεμα αν δε γνωρίζω…
..Και τώρα θέλω κάτι να ρωτήσω
Αυτό τον κακομοίρη εκεί πέρα.
ΦΤΩΧΟΣ (Φ)
Εμένα;
Α.
Ναι. Εσένανε. Γιά πες μου
Είσαι φτωχός ή πλούσιος άνθρωπέ μου;
Φ.
Θεόφτωχος.
Α.
Και όσοι είναι πλούσιοι
Για πες μου, μήπως ξέρεις πώς πλουτίσαν;
Φ.
Απ' τη δουλειά τους πλούτισαν. Δουλέψαν.
Α.
Τα πλούτη τους τα κάμαν από μένα…
Μες στην αναμπουμπούλα του πολέμου
Καθένας άρπαζε ό,τι μπορούσε
Και όσοι περισσότερα μαζέψαν
Αυτοί οι σημερινοί είναι οι πλούσιοι.
Ποιός ξέρει αν σε πόλεμο ένα νέο
Δε θασαι συ ο αυριανός ο πλούσιος;
Φ.
Δε θέλω πλούτη έτσι κερδισμένα.
Α.
Και,νεαρέ μου εσύ για πες μου κάτι.
Σ' αρέσουνε παιδί μου οι γυναίκες;
ΝΕΑΡΟΣ (Ν)
Μ' αρέσουνε.
Α.
Και μέχρι τώρα πόσες
Εχεις γνωρίσει ερωτικά παιδί μου;
Φ.
Καμμία.
Α.
Ομως πόλεμος αν γίνει
Τότε γυναίκες θα χορτάσεις γιε μου.
Κάθε που νικητής θα μπαίνεις κάπου
Ολες δικές σου θάναι οι γυναίκες.
Κ.
Πατριώτες για πολύν καιρό ακόμα
θα κάτσουμε ν' ακούμε τέτια λόγια;
Τί τον φυλάμε αυτό τον θεομπαίχτη
Και δε τον στέλνουμε απ’ ό,που ήρθε;
Α.
Ελα εσύ που θέλεις να με διώξεις.
Από πού έχεις έρθει άνθρωπέ μου;
Κ.
Από την Ολλανδία.Τώρα όμως
Είμαι Αμερικανός κι εγώ πολίτης.
Α.
Είσαι γιατί δε σ' έδιωξε κανένας
Οταν τη γνώμη σου και συ μιλούσες.
Κ.
Λόγια εγώ ποτέ δεν είπα τέτια.
Μιλούσα όμορφα κι ειρηνεμένα.
Α.
Μα η Αμερική λοιπόν δεν είναι
Η χώρα που ανθεί η ελευθερία;
Κάτσε λοιπόν στην πάντα άνθρωπέ μου
Και άσε με τουλάχιστο να λέω
Αφού άλλο δεν μπορώ να κάνω κάτι.
Είναι κανείς κουμουνιστής δω πέρα;
ΚΟΥΜΟΥΝΙΣΤΗΣ (ΚΜ
Ναι. Ειμ' εγώ.
Α.
Ελα που σε γυρεύω.
Λες πως τον πόλεμο και συ δε θέλεις;
ΚΜ
Κουμουνιστής και πόλεμο να θέλει;
Α
Καλά λοιπόν. Μα πρόσεξε καημένε
Τι θα μπορούσε μια χαρά να γίνει:
Να γίνει ένας πόλεμος μεγάλος
Κι ύστερα πάλι η ίδια η Ρωσία
Η' κάποια άλλη χώρα,να μπορέσει
Και τον κουμουνισμό να φέρει πάλι
Σε όσα πιο πολλά μπορέσει κράτη-
Ο,τι έγινε στο Δεύτερο Παγκόσμιο…
Δε θα σου άρεσε τέτιο σενάριο;
ΚΜ.
Οχι, γιατί την ξέρω τη συνέχεια.
θα γίνει ό,τι εγίνη στη Ρωσία
Κι όλοι ελεύθεροι θα γίνουν πάλι.
Α. Μα τί κουμουνιστής τότε μου είσαι;
ΚΜ.
Από συνήθεια μοναχά το λέω.
Πάει ο κουμουνισμός. Καπνός εγίνη.
Κ.
Αρη, σε μια μεγάλη χώρα ήρθες
Που όλο το μεγαλείο της χρωστάει
σε σένα όχι παρά στην Ειρήνη.
Μη από μας δουλειά να βρεις γυρεύεις.
Ζούμε στη χώρα μας ευτυχισμένοι
Στους δίκαιούς μας υπακούοντας νόμους.
Και όντας δυνατοί, όταν κανένας
Βοήθεια μας ζήτησει, τον βοηθούμε.
Και ό,που δούμε πόλεμου σημάδι ,
ευθύς να τ' αφανίσουμε κοιτάμε.
Γιατί ο πόλεμος καταστροφή μας
θα είναι, και μαζί του κόσμου όλου.
Ή μη δεν ξέρεις πως τα όπλα τώρα
Τέλεια μπορώ να πω πως έχουν γίνει
Και ότι μέσα σε στιγμές μονάχα
Μπορούν τη ζωή από τη γη να σβήσουν;
Φύγε λοιπόν και άσε μας ησύχους.
Τράβα και πάλι εκεί απ’ ό,που ήρθες.
Α.
Ο δύστυχος! Και από δω με διώχνουν.
Αν μ' άδεια χέρια πάω στην Αφροδίτη
Αλλον θα βρει και μένα θα μ' αφήσει.
Κείνος ο Ερμής πολύ την τριγυρίζει.
Κι όλο της κουβαλάει δώρα ο άθλιος
Κλέβοντας από δώθε κι από κείθε.
Μα να που έρχονται οι δυο μου φίλοι.
Φίλοι πώς πήγε το δικαστήριο σας;
Θ.
Αρη τηνε κερδίσαμε τη δίκη.
Και συ τί έκανες; Τους έχεις πείσει;
Α.
Με διώξανε. Και να, τραβάω πίσω.
Θ.
Και λες θα πάρει πάλι μπρος το τανκ σου;
Α.
Θα πάρει.Λίγο λίγο τόχω μάθει.
Μα δε μου λέτε σεις καλά παιδιά μου
Μήπως μπορείτ' εσείς να με βοηθήστε;
Θ.
Εμείς; Και πώς;
Α.
Ο Πρώτος ο Παγκόσμιος
Με μια δολοφονία δεν είχε αρχίσει;
Δεν καθαρίσαν κάποιον αρχιδούκα;
Θ.
Ναι.
Α.
Ρε παιδιά,τι λέτε,θα γινόταν...
Θ.
Πες το.Τι θες;
Α.
Να ρε παιδιά… το Γέλτσιν
Επίσκεψη αν έρθει εδώ πέρα
Τί λέτε-γίνεται να τον σκοτώστε;
Θ.
Παραλογίζεσαι βεβαίως Αρη.
Κι αν τον κουμουνισμο πολύ μισούμε
Μα δε θα γίνουμε-όχι-δολοφόνοι.
Ομως μια συμβουλή εχω για σένα,
Τράβα από δω γραμμή για την Ελλάδα.
Εκεί μαλώνουνε με δίχως λόγο.
Λίγο κι εσύ αν πας να τους τσιγκλίσεις,
Δίπλα οι Τούρκοι, Βούλγαροι από πάνω,
Σκόπια… Δουλειά καλή μπορείς να κάνεις.
Κι έτσι κι εκεί αρχίσει κάτι τέτιο
Και πάρουνε φωτιά και τα Βαλκάνια
Εύκολα μέσα μπαίνει κι η Ευρώπη
Κι η Αμερκή θ' ακολουθήσει τότε.
Ναι.Στην Ελλάδα πήγαινε ν' αρχίσεις.
Α.
Θα πάω. Και να έχανα τί έχω;
Εξ άλλου ο λαός δικός μου είναι.
Καλά με ξέρουν όλοι εκεί κάτω.
Κι εγώ τους ξέρω βέβαια το ίδιο.
Μπορεί εκείνοι να με καταλάβουν.
ΤΕΛΟΣ