ΩΡΑΙΑ ΠΟΥΝ’ Η ΑΓΑΠΗ ΜΟΥ ΝΤΥΜΕΝΗ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ!
Ωραία πουν’ η αγάπη μου γεμάτη καλοκαίρι!
Δεμάτι το κορμάκι της και δρέπανο το χέρι
κι ο λίβας της ανάσας της δε στέλνει κατά μένα
τα ολόχρυσα μαλλάκια της, μα στάχυα μεστωμένα.
Τα ποδαράκια της γυμνά σαν κρίνα σε γλαστρούλες.
Τα μπράτσα ολαξεσκέπαστα να καίνε τις καρδούλες.
Κι ο κόρφος της-α! ο κόρφος της!-δυο φρέσκες θημωνίτσες
μ’ ακόμα εντός τους τις μικρές πρωινές δροσοσταλίτσες.
Το φουστανάκι μια κολλά στο σώμα και με λιώνει
μια πλαταγίζει και πετά, μια πέφτει και διπλώνει-
βρε αγεράκι πονηρό τι πρόφαση ήβρες πάλι
για να χαρείς της θερινής κοπέλας μου τα κάλλη…
Ωραία πουν' η αγάπη μου τώρα το καλοκαίρι!
Σαν σε μιαν έρμη εκκλησιά το μοναχό αγιοκέρι.
Σαν πεταλούδα, σαν ανθός, σαν νύφη στολισμένη.
Ωραία πουν’ η αγάπη μου στα θερινά ντυμένη!