ΣΑΝ ΝΑ ΗΤΑΝ
Σαν να ήταν τη στερνή Κοινωνία να πάρω
σαν να ήταν το αίμα του Αεί να πιω
και σαν πέρα από το Χρόνο να ’ταν
με του Νου τη βάρκα ν' ανοιχτώ
κι ως να μη του κόσμου αυτού
όλες οι συγνώμες
μου ήσαν αρεστές,
σαν αισχρές, σαν ένοχες πέρα τις σκορπώ
κι από σκιές ανάστατες κι άστατες
και πελαγοδρόμες,
για όσες αμαρτίες μου
έχω καμωμένα,
τη Συγνώμη τη Μεγάλη-
τη Μεγάλη Άφεση ζητώ.
Αλλά, Αμαρτιών Βουερό Κοπάδι,
τη Συχώρια ποιο,
τόσο Μεγαλόψυχο
θα βρεθεί ένα Πνέμα
που σε σας θα δώσει,
ω! Φαντασίες;