ΣΑΝ ΨΙΘΥΡΟΣ
Δε θέλω μέσα στη βοή να ζω του αθλίου κόσμου-`
στ' αυτιά μου κύμβαλα κενά ν' ακούω να χτυπάν.
Άλλος μου έχει οριστεί ο κόσμος ο δικός μου.
Άλλοι ουρανοί με παίρνουνε κι άλλοι καιροί με παν.
Σκιές δε θέλω δολερές να μου κρατούν το φως μου
στις λίμνες των ονείρων μου φαύλοι να κολυμπάν.
Τις υψηλές βουνοκορφές όπου φυλάω εντός μου
δε θέλω αλλοπρόσαλλα βέβηλοι να πατάν.
Θέλω να φτάνει ως σ' εμέ σαν ψίθυρος σβησμένος
σαν μακρινός αντίλαλος του κόσμου ο αχός
κι εγώ με όλα μακρινός κι απ' όλα ξεχασμένος,
σ' ένα καινούργιο θάνατο να δίνομαι καθώς
πάνω σε κίτρινα χαρτιά ολημερίς σκυμμένος
θα συνταιριάζω τους σβηστούς τους ήχους μοναχός.