Παρασκευή 23 Απριλίου 2021

ΠΕΡΣΕΑΣ ΚΑΙ ΜΕΔΟΥΣΑ
(από τα «ΜΥΘΩΔΙΚΑ»)

Στο νησί πάνω που η Μέδουσα
σαν ερωμένη του να ήταν,  
ανέμελα τόσο αναπαύονταν,
σάμπως ο αέρας να ετρέμισε από κάτι άγνωστο
που ακόμα μακριά ’ταν,  
μα που εκείνη βαθιά της ένοιωσε ότι αυτό
σε κάτι
το τέλος αναπότρεπτα έφερνε.
 
Κοίταξε
και μια κουκίδα πέρα  
στο ήρεμο είδε πέλαγο
να πλησιάζει όλο, ώσπου τέλος
πάνοπλος νέος μπροστά της φανερώθη.

Ευθύς σηκώθηκε
το ξένο βλέμμα του άδικα γυρεύοντας.    

Πετώντας από πάνω της αυτός
με τα σαντάλια του τα  φτερωτά και την ασπίδα
που φοβισμένη μια γοργόνα εκαθρέφτιζε  
γρήγορα το κεφάλι της επήρε.  
Κι ένιωθε μια χαρά κρυφή που το κεφάλι αυτό
της Αθηνάς την κραταιά θα στόλιζε
την τρομερή  
τη θεϊκή ασπίδα.