ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΙ
Παιδιά του «ΕΛΕΥΣΙΣ»,
τον Δημήτρη τον παρακάλεσα να σας πει ότι λόγοι προσωπικοί με κάνουν να μην έρχομαι πια στο «ΕΛΕΥΣΙΣ».
Και προφανώς ο Δημήτρης σας το είπε.
Παρόλαυτά τις προάλλες ο Δημήτρης μού είπε πως του παραγγείλατε να μου μεταβιβάσει τη «δυσαρέσκειά» σας επειδή δεν έρχομαι να σας δω.
(Μιας και το θέσατε το θέμα, εσείς, γιατί δεν ήρθατε να με δείτε;)
Η αλαζονεία των νέων.
Όπως η μωρία των μικρών παιδιών,που τους δυσαρεστεί ο ενήλικας που τους δίνει το πικρό φάρμακο.
Ραντεβού στο χείλος του γκρεμού. Να βλέπει ο ένας τον άλλο καθώς ένας ένας και μία μία θα πέφτουμε στον γκρεμό.
Έτσι κι αλλιώς όμως ένιωσα χαρά μεγάλη για τη γνωριμία σας,γιατί κάνετε καλή χρήση της ζωής που σας δόθηκε.
Γεια σε όλους.
Γ. Χ.
Λήδα γεια σου
Ο Δημήτρης μού είπε ότι στενοχωρήθηκες που δεν έρχομαι στην «ΕΛΕΥΣΗ».
Όμως ο λόγος γι αυτό είναι-κι ας μη με ρώτησες ευθέως-,ότι απόρησες όταν σου είπα ότι δε θα ξαναπάω στο σπίτι του κυρ-Γιάννη. Όταν λοιπόν εσύ,ένα πρόσωπο άμεσα εμπλεκόμενο στην όλη υπόθεση,δεν συμφωνείς με την απόφασή μου αυτή,αυτό είναι «μείζον» ζήτημα.
Σκέψου τον εαυτό σου να πηγαίνει σε ένα φιλικό σπίτι,αλλά με τον περιορισμό να πηγαίνει σ΄αυτό μόνο Δευτέρα Τετάρτη και Παρασκευή. Θα πήγαινες;
Σκέψου τον εαυτό σου να είσαι στο φιλικό αυτό σπίτι μια από τις ημέρες «σου»,και ξάφνω να μπει μέσα ο άνθρωπος εξαιτίας του οποίου υπάρχει ο παραπάνω περιορισμός.
Και φαντάσου εμένα να έρχωμαι στην «ΕΛΕΥΣΗ» και να είσαι απέναντί μου και να σκέφτεσαι μέσα σου: «τι παράξενος άνθρωπος!Τι στραβόξυλο! Να μην πηγαίνει σ΄ένα σπίτι γιατί πηγαίνει και κάποιος άλλος εκεί!»,ή κάτι τέτιο,πράγμα που φάνηκε από την αντίδρασή σου την ημέρα που είχε έρθει εκεί η κυρα-Θοδώρα.
Περίμενα από σένα να καταλάβεις τη θέση μου και να με δικαιώσεις στην απόφασή μου. Αντί γι αυτό εσύ δεν συμφώνησες με αυτήν
Όμως το θέμα δεν έχει πια ουσιαστικήν αξία,επειδή φεύγω από την Τρίπολη.
Αυτά για το θέμα.
Και κάτι άλλο,μια συμβουλή ας την πούμε,από έναν μεγάλον σε ηλικία άνθρωπο,αν υποτεθεί ότι μπορεί μέσα στην οικουμένη αυτή να συμβουλέψει κάποιος κάποιον.
Πρώτα να μου προσέχεις το Μάκη,γιατί είναι ένα κεφάλαιο του πραγματικού κοινωνικοπνευματικού ιδεώδους που αξίζει πολλά, έστω και αν δεν τα διεκδικεί,ούτε ίσως θα τα διεκδικήσει ποτέ.
Ακόμα και αυτό,που αφορά σε σένα: είσαι μια γυναίκα έξυπνη,με βάθος σκέψης,με πλούσιον συναισθηματικό κόσμο,με ήθος, με πνευματικά και ψυχικά γνωρίσματα.
Άφησέ τα όλα αυτά να κυριαρχήσουν στη ζωή σου.
Τα μικρά γεγονότα,τις μικρές ανάγκες,τις μικρές ενοχλήσεις από τις επιοταγές της καθημερινότητας,τα «ψιλά» της ζωής,παράτα τα κάτω καθώς εσύ θα στέκεις πολύ ψηλότερα από αυτά. Άστα να τριγυρίζουν στα πόδια σου,άστα να φτάνουν μέχρι τον αστράγαλο ή μέχρι τις κνήμες σου,και μη τους δίνεις σημασία. Περπατώντας να τα πατάς. Αυτό τους αξίζει από γυναίκες σαν εσένα,και όχι να τριγυρίζουν στην καρδιά,στο στήθος,στο κεφάλι,στη σκέψη σου.
Είσαι φτιαγμένη για μια θέση στον κόσμο των Αξιών,στον κόσμο που ειναι το μεταίχμιο ανάμεσα στο Ψεύτικο και στο Αληθινό,ανάμεσα στον κόσμο τον γνωστόν και στον κόσμο τον άγνωστον-που από την ίδια τη φύση του δεν γίνεται να γνωσθεί.
Κατάκτησέ την με την τέτια στάση σου.
Και όλα αυτά όχι για να καθέξεις κάποιον στέφανο,μιαν αναγνώριση ίσως,ούτε καν για να κερδισεις μια «θέση»,αλλά για να αντέξεις
Πριν κλείσω,να σου πω ότι θεωρώ μεγάλη τύχη που γνώρισα το Μάκη και σένα. Και σαν ζευγάρι αλλά και ένας μία χωριστά, είστε όπως αν ήταν έτσι όλοι οι άνθρωποι,τότε ο κόσμος μας θα ήτανε πράγματι ανθρώπινος.
Από την Τρίπολη κρατώ τη γνωριμία της Γωγώς σαν ποιήτριας, και σας των δύο σαν ανθρώπων αντάξιων της ανθρώπινης ιδιότητάς τους.
Για τους λόγους αυτούς εύχομαι και στους δυο σας κάθε καλό.
Αληθινά θαυμάσια η συγκυρία και η «ΕΛΕΥΣΗ» και το σπίτι μου, και το σπίτι της κυρα-Θοδώρας να είναι τόσο κοντά το ένα στα άλλα-δίπλα δίπλα πες).
Με μεγάλη εκτίμηση και για τους δυο σας
Γιώργος
Κύριε Μπακομιχάλη,
αφήνοντας την Τρίπολη αιστάνομαι την ανάγκη να σας πω πόσο χάρηκα που γνώρισα στο πρόσωπό σας έναν πνευματικόν, δηλαδή έναν πρωτίστως ευρύνου άνθρωπο, και να σας ευχαριστήσω για όλα τα λόγια που ανταλλάξαμε. Λυπάμαι που δεν έγινε δυνατό,όπως είναι σήμερα οι κοινωνικές συνθήκες,να μιλήσουμε πιο πολύ και πιο συχνά οι δυο μας.
Δώστε σας παρακαλώ τους χαιρετισμούς μου στον κύριο Βλάση.
Αν αυτός ο άνθρωπος δεν ήτανε ενταγμένος μέχρις υποταγής στο Σύστημα,το λιγότερο που θα γινότανε θα ήτανε να είχαμε ένα τρίτο μέλος αντάξιο της παρέας μας-μια φωνή που και πάλι θα χάνονταν μέσα στων πολλών,μα που θα έμενε όταν αυτές θα έχουνε πάψει,για να γίνει μαζί με τις λίγες άλλες το πρότυπο του νέου Ωραίου και Αληθινού κόσμου,όποτε αυτός κι αν έρθει.
Θα σας θυμάμαι πάντοτε με αγάπη.
Χαιρετίσματα στην παλιά μου συμμαθήτρια.
Με εκτίμηση
Γιώργης Χολιαστός
Ντία γεια σου.
Φεύγοντας από την Τρίπολη θέλω να σου πω πόσο χάρηκα την παρέα μας,όποτε μας δόθηκε να συναντηθούμε. Γιατί λίγες ήτανε αυτές οι φορές.
Η ζωή πολλά δεν κάνει από εκείνα που θα έπρεπε να γίνωνται,όπως το να τα λέμε πιο συχνά.
Αλλά κάνει και πολλά που δε θα έπρεπε να γίνωνται.
Στη θέση σου ας πούμε,της κοπέλλας που εξυπηρετεί τις καθημερινότητες του ΦΟΤ,θα έπρεπε να είναι (αν και πάλι θα ήσαν ανεπαρκείς) κάποιος από τους περισσότερους από κείνους που κάθονται στις καρέκλες των μελών του στημένου ποιητικού τους συλλόγου. Και σένα θα σου άξιζε να είσαι (επάξια) από τους πρώτους στις θέσεις που κάθε Τετάρτη καταλαμβάνουν πομπώδικα και άπρεπα εκείνοι.
Αυτό για να ετηρούνταν το τυπικό του πράγματος. Γιατί η αξία που έχει κάθε άνθρωπος δε ζυγίζεται με κοινωνικές ή επαγγελματικές ζυγαριές,αντίθετα μάλιστα είναι αντιστρόφως ανάλογη του βάρους που ο τέτιος ζυγός δείχνει.
Ντία δώσε χαιρετίσματα στα παιδιά σου, στον αγαπητό συμμαθητή μου, το Γιώργο τον Μάγκλαρη, επίσης στην κυρία Ευγενία.
Τη Γωγώ θα τη χαιρετίσω με ένα παρόμοιο σημείωμα. Οι δια ζώσης αποχαιρετισμοί πάντοτε μού ήσαν δυσάρεστοι.
Σου στέλνω κι ένα βιβλίο όπου μέσα του θα δεις τους αποχαιρετιστήριους στίχους για τη γυναίκα που την χρησιμοποίησα (με όλη την καλή έννοια που μπορεί να έχει η έκφραση) σαν «μούσα» μου,για να γράψω και δυο τρία ερωτικά (ή αν θέλεις αγάπη( ,καλά ποιήματα.
Με εκτίμηση
Γιώργος
Γωγώ γεια σου.
Φεύγοντας από την Τρίπολη θέλω να σου πω πόσο χάρηκα που γνώρισα στο πρόσωπό σου μια ποιήτρια.
Δε θα σου γράψω πολλά γιατί τα έχουμε πει πολλές φορές.
Εμάς η αναγνώρισή μας δεν είναι του κόσμου τούτου. Είναι εκείνου στον οποίο ανήκουμε,και που το μόνο που δεν ξέρουμε γι αυτόν,είναι το πώς βρεθήκαμε μακριά του-τι,ποιος,γιατί μας έριξε εδώ. Για μας,όπως το λέει ορθά κοφτά ο Ρίλκε : «Το ζήτημα δεν είναι να νικήσεις,αλλά ν΄αντέξεις».
Όλα πήγανε καλά και στην Τρίπολη. Όλα έγιναν όπως έπρεπε. Να έλεγε κανείς το αντίθετο θα δήλωνε άγνοια του Υπέρτατου Νόμου.
Ελπίζω να έλαβες τα βιβλία που σου έστειλα στη διεύθυνση της κόρης σου.
Αν τα έστελνα σε οποιονδήποτε από τους «ποιητές» της πόλης,αυτός θα τα πέταγε-καλλίτερα να πω για σιγουριά θα τα πάταγε-επειδή αυτό το έχω δει με τα ίδια μου τα μάτια να γίνεται. Εσύ όμως δε θα το κάνεις,και επειδή είσαι ποιήτρια χωρίς εισαγωγικά,αλλά και επειδή ξέρεις ότι η μοναξιά, όποιας κορυφής,είναι δυσβάσταχτη.
Γωγώ σου εύχομαι κάθε καλό.
Γιώργος
Αγαπητή Χαρούλα
Είναι τα τελευταία βιβλία που σου δίνω,γιατί αφήνω την Τρίπολη.
Κράτησε τα βιβλία που σου έχω δώσει. Κάποτε,όταν η Τρίπολη αποκτήσει πολλούς σαν και σένα,θα τα αναζητήσει. Τότε θα είσαι από τους ελάχιστους που θα έχεις τόσα.
Χάρηκα που σε γνώρισα,και που σου αρέσουν,και σε σένα και στην οικογένειά σου,τα βιβλία μου.
Σε χαιρετώ και σου εύχομαι όλα τα καλά στη ζωή σου.
Γεια σου
Γιώργος Χολιαστός
Αγαπητή Φανή γεια σου.
Ήρθε η ώρα και φεύγω από την Τρίπολη.
Κάποτε η Τρίπολη θα αναζητήσει τα βιβλία μου. Έτσι γίνεται πάντα. Πρέπει να περάσει πολύς καιρός ώσπου οι πολλοί να εκτιμήσουν εκείνο το γραφτό,που μερικοί το εκτιμούν αμέσως μόλις το διαβάσουν. Όταν θα έρθει αυτός ο καιρός,εσύ,όπως και η Χαρούλα,θα έχεις στα χέρια σου έναν μικρό μικρό λογοτεχνικό θησαυρό.
Θέλω να σου πω ένα ευχαριστώ για τη χαμογελαστή σου συμπεριφορά απέναντί μου. Πάντοτε όταν ερχόμουν και ήσουν στο κατάστημα,έβγαινα από αυτό με την καρδιά μου χαρούμενη και έτοιμος να αντιμετωπίσω όποια δυσκολία της ζωής. Τόσο μεγάλη σημασία έχει για μερικούς ανθρώπους, να βλέπουν να ανοίγεται μπροστά τους μια ψυχή γεμάτη πηγαία καλωσύνη και ανυπόκριτην αθωότητα.
Γεια σου
Κυρία Ρωρερκάρ,
ή Λιβιθώ, ή κυρία της οδού Διοτίμας, ή Ηδιξώ, ή Διοτίμας, ή Κευγώ, ας αποχαιρετιστούμε.
Παίξαμε καλά τους ρόλους μας και οι δύο. Εγώ «ερωτευμένος», κι εσύ «σεμνή, έκπληκτη και αμήχανη».
Το θέατρο τελείωσε, κάθε κατεργάρης στο καμαρίνι του.
Αυτό είναι το πρώτο-και συγχαρητήριά μας.
Και το δεύτερο:
Μια φορά ήτανε τρεις νέοι,ο Α,ο Β και ο Γ,που μια καλοκαιρινή νύχτα κοιμήθηκαν κάτω από την Ακρόπολη.
Κάποια παρέα νεαρών που πέρασε από κει τη νύχτα,για να διασκεδάσει έβαψε τα πρόσωπα και των τριών τους μαύρα,ενώ αυτοί κοιμόνταν.
Το πρωί που ξύπνησαν,άρχισαν να γελάνε και οι τρεις,καθένας με τα χάλια των προσώπων των άλλων δυο,νομίζοντας ότι ο καθένας από αυτούς ήτανε άσπρος.
Ώσπου ξάφνω,κάποιος από τους τρεις,σταμάτησε να γελάει,επειδή κατάλαβε ότι και αυτός ήτανε μαύρος.
Αυτό είναι ένα αίνιγμα. Και η ερώτηση είναι: πώς σκέφτηκε αυτός που σταμάτησε να γελάει,ώστε να φτάσει στο συμπέρασμα ότι και αυτός ήτανε μαύρος;
Δε θα σου πω εδώ τη λύση-δε θέλω να είμαι εγώ ο πιονέρος που θα βάλω σε σκέψεις αυτό το όμορφο κεφαλάκι.
Το θέμα είναι ότι ο ένας από τους τρεις κατάλαβε ότι είναι κι αυτός μαύρος,και σταμάτησε να γελάει.
Και αυτό έχει σημασία για εδώ.
Όπως λοιπόν αυτός σταμάτησε να γελάει, έτσι κι εγώ σταματάω να γράφω για σένα
Κατάλαβα.
Τελείωσε ο ύπνος,τελείωσαν τα γέλια,ήρθε η σκέψη,ήρθε η γνώση,
Δεν υπάρχει ούτε θέμα, ούτε ακροατήριο.
Κι αν το λέω αυτό εδώ σε σένα,είναι γιατί και συ έβαλες το χέρι σου για να καταλάβω όλα αυτά.-
Γεια σου
Γιώργο γεια σου.
Φεύγω από την Τρίπολη για Αθήνα μιας και βρήκα το κατάλληλο σπίτι.
Δεν είναι ανάγκη για αποχαιρετισμούς.
Η διαφορά μου με σένα Γιώργο, όπως και με άλλους παλιά συμμαθητές, είναι πως εγώ είμαι ακόμα δεκαοχτώ χρονών, ενώ εσείς-πώς μπορέσατε να το κάνατε αυτό;- μεγαλώσατε.
Γεια σου
Γιώργος