Νέα Ιωνία 2010
Πώς κερδίονται καμιά φορά τα φιλιά
Γιορταστική ατμόσφαιρα. Παραμονές Χριστουγέννων. Και ωραία μέρα σήμερα είκοσι δύο του Απρίλη. Βγαίνω στο δρόμο. Περπατώ στην αγορά.
Ένας εικοσάρης νεαρός και μια δεκαοχτάχρονη δροσερή κοπέλα πλάι του βαδίζουν μπροστά μου.
Περπατώντας αντίθετα στη δική τους κατεύθυνση να και μια άλλη όμορφη κοπέλα.
Όταν βλέπονται, τρέχουν το ζευγάρι προς την κοπέλα και εκείνη προς αυτούς, σταματάνε, ανοίγουν διάπλατα τα μάτια από ευχάριστη έκπληξη, και αμέσως μετά τα χέρια σε αγκάλιασμα.
Αγκάλιασμα που γίνεται αμέσως, ενώ την ίδια στιγμή, ανάμεσα σε κραυγές χαράς, επιφωνήματα και γέλια, τα χείλη των τριών ζευγαρώνουν του ενός με του άλλου.
Και ενώ είχαν όλοι αλληλοφιληθεί, βλέπω με δική μου τώρα έκπληξη, να συνεχίζονται τα φιλήματα ανάμεσά τους, σαν με τα περίσσια φιλιά να ήθελαν να εκμηδενίσουν κάποιον μακρύ χωρισμό που δεν είχε φέρει λησμονιά.
Στο μεταξύ είχα φτάσει στο ύψος τους, όχι περπατώντας λες, αλλά κολυμπώντας σε μια θάλασσα φιλιών και έχοντας μπει κι εγώ μέσα στο κλίμα αυτό της χαράς τόσο, που ένιωθα όχι συμμέτοχός της, δικαιούχος της όμως τόσο, που μου έμοιαζε απρόσμενο και άδικο να βρίσκομαι έξω από αυτό το χαρούμενο πανηγύρι.
Με αυτά τα συναισθήματα και όταν ήμουν ακριβώς στο μάτι του ευφρόσυνου κυκλώνα στάθηκα, γύρισα προς το μέρος της παρέας και κοιτάζοντας τα κορίτσια, τους είπα γελαστά και παραπονεμένα: «Εγώ;»
Μια έκπληξη στην αρχή, ώσπου να καταλάβουν πού πήγαινε αυτό το «εγώ;»
Το ύφος μου όμως φαίνεται πως είχε πιεί νερό από την ίδια βρύση που είχε ξεδιψάσει και την ψυχή μου και η έκπληξη δεν κράτησε πάνω από ένα ανοιγόκλεισμα ματιού. Οι δυο κοπέλες όρμησαν προς εμένα και αγκαλιάζοντάς με σφιχτά η μία μετά την άλλη, μου έδωσαν από ένα σκαστό και γεμάτο φιλί.
Αμέσως ύστερα γύρισαν στα δικά τους, εγώ συνέχισα το δρόμο μου και όλα από κει και ύστερα έγιναν με την κανονική τους σειρά.