Τετάρτη 28 Μαΐου 2025

 ΡΟΔΟ

Του θανάτου τη χλωμάδα
και τον τρόμο είχε σπείρει
σ’ ένα ρόδο, που ως εμάδα
κι εμαράθη, κι έχει γείρει,

τα ωχρά του φύλλα εγίναν
τετραδίου άσπρα φύλλα
που αχόρταγα επίναν
το φαρμάκι που ’ξεχείλα

από της ζήσης του τα βάθη.
Και ρουφήξαν τα φαρμάκια
και τους πόνους και τα πάθη
τα ποθάνοιχτα χειλάκια,

και ποιήματα τα φτιάξαν-
τι άλλο θα ’φτιαχναν τα ρόδα.
Κι έτσι όλα ως τα ταιριάσαν
τα καθένα τους ευώδα.

Κι η λεπτή αυτή ευωδία
μες στο κάθε τους θα μένει
ποίημα, σαν μια αιωνία
και πιστή αγαπημένη.

Και αυτό θα ευωδάει
και θα είναι τ’ άρωμά του
όχι λούλουδου του Μάη
μα του ρόδου του θανάτου.

Σε ποιημάτων ένα τόμο
τη ζωή του έχει απλώσει
κι απ’ τη φρίκη και τον τρόμο
σαν ο χάρος τον λυτρώσει,

μες στον τόμο αυτόν θα κείται
ολοζώντανα κλεισμένος
κι ας θαρρούν όλοι πως είναι
μες στη γη κι αυτός θαμμένος.


ΘΑ  ΜΑΣ  ΠΑΙΔΕΥΕ

Κι αν το  ’βλεπα που στην ουσία ήταν κλοπή
μα ν’ αντιδράσω δεν μπορούσα.

Στα τέτοια το Συμβούλιον ήτο ανένδοτον.

"Η μάνα μου η άρρωστη...
τα φάρμακα... οι γιατροί..."
όλο αυτά αράδιαζε.

Αυτά είναι υποθέσεις καθαρά ιδιωτικές.
Εμάς το ανεξόφλητο γραμμάτιο μας πονά.
Όσοι δεν έχουν να πληρώσουν τέτοια λένε.   
Κι αν τους ακούγαμε,
τώρα κι εμάς
κάποιο ανεξόφλητο γραμμάτιο θα μας παίδευε.