Το παραμύθι της γιαγιάς
(του Γύζη)
Τι θαμασμό γεμάτα μάτια
που τα παιδιά έχουν ανοίξει!
Τάχατες τι κρυφά παλάτια
το παραμύθι έχει δείξει;
Θα σκοτωθεί ο δράκος ή όχι;
Και η πριγκίπισσα θα ζήσει;
Α! Σ’ άλλη τέτοια μiα κώχη
δεν έχει άνθρωπος πατήσει.
Καλή γιαγιά, τόσες ψυχούλες
που από το στόμα σου κρεμώνται-
τόσες ψυχές που μένουν δούλες
σ’ όσα απ’ τα χείλια σου ακουγώνται,
λυπήσου τες και χάρισέ τους
την ευτυχία που καρτερούνε-
το παραμύθι τέλειωσέ τους
όπως, οι αγνούλες μας, ποθούνε.
Μία ζωή έχουν μπροστά τους
για δυστυχία και για πόνο.
Από τα χείλια της γιαγιάς τους
την ευτυχία ας έχουν μόνο…
Μα όμως όχι! Καμιά λύση
Στην ιστορία σου δε θα δώσεις.
Και το μαγκάλι δε θα σβήσει.
Το γνέσιμο δε θα τελειώσεις.
Όλα αιώνια έτσι θα ’ναι
καθώς ο Γύζης τα ’χει πλάσει.
Λαχταριστά θα σε κοιτάνε
κάθε αγόρι και κοράσι.
Λαχταριστά κι εμείς ζητάμε
μέσα στον πίνακα να μπούμε,
λίγα απ’ τα μάγια που μεθάμε
κι αυτός κρατεί, εκεί να βρούμε.
Μα αδύνατο ειν’ αυτό να γίνει.
Κι ίσως αυτό της Τέχνης να ’ναι
Το μυστικό: όλα όσα κλείνει
Κρυφά για πάντα να μετράνε.