ΤΟ ΚΥΠΕΛΛΟ
Το κύπελλο πάνω στέκει
στο στρογγυλό τραπέζι.
Και καθόλου στη σκέψη του δεν έχει
πώς να κινηθεί ή πώς, ίσως, να σπάσει.
Και σε όνομα κανένα δεν ακούει-δοχείο
ή τάσι, ή τσάσκα, ή ποτήρι.
Κόσμοι μέσα του
βοούν και σφύζουν και το δονούν,
έτσι σφιχτά καθώς ο ποιητής του
πιεσμένους τους διαμόρφωσε
και συμμετρικούς.
Μα δε γνοιάζεται γι αυτούς.
Και μόνη του φροντίδα
έτσι που-αν και άθελά του-
καθορισμένο υπάρχει,
είναι το σχήμα του
σε ο,τι μέσα του χυθεί
απαραιτήτως να δώσει.
Δίνει και παίρνει έτσι
το μερίδιο της πραγματικότητας
που, προσωρινά βέβαια μόνον,
υπηρετεί κι εξουσιάζει.