Δευτέρα 13 Φεβρουαρίου 2023

ΟΔΗΓΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΓΙΟΡΤΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΒΑΛΕΝΤΙΝΟΥ
ΣΤΟΥΣ ΑΚΟΛΟΥΘΟΥΣ ΤΟΥ ΣΑΙΤ
ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΕΡΩΤΕΥΜΕΝΟΙ

α.
Αρχίζουμε με στίχους ειδικούς για περιόδους οικονομικών κρίσεων όπως η τωρινή.
Για μα μην αγοράσετε δώρο λοιπόν, και ίσως ακόμα για να πάρετε ένα, να τι θα πρέπει να χρησιμοποιήσετε:

ΝΑ ΜΟΥ ΧΑΡΙΣΕΙΣ

Κι αν μου στύψεις το κεφάλι
την ψυχή κι αν θα μου γδάρεις
ουτ' ευχή δε θα 'βρει πάλι
από μένανε να πάρεις.

Λες και πάντα ήταν για μένα
δεκατέσσερες Φλεβάρη
σου τα έχω όλα δοσμένα
και μου τα 'χεις όλα πάρει.

Έτσι αν θέλεις του εθίμου
τη σειρά να συνεχίσεις
πρέπει του άγιου Βαλεντίνου
κάτι εσύ να μου χαρίσεις.

β.
Σε κείνη που θέλετε να δείξετε ότι δεν σας ενδιαφέρει καθόλου πια-αν αυτό θέλει για να πέσει:
    ΤΙ  ΜΑΣ  ΛΕΣ

Κι αν περνώντας απ'  το πλάϊ
καλημέρα δε μας λες
τι μας λες
τι μας λες

κι αν ξεχνάς κάτι κουβέντες
που ελέγαμε τρελές
τι μας λες
τι μας λες

κι αν εσύ γελάς σαν κλαίω
κι αν γελάω εγώ σαν κλαις
τι μας λες
τι μας λες

αν εσύ με διώχνεις μία
με γυρεύουνε πολλές
τι μας λες
τι μας λες.

 
γ.
Αν θέλετε να σας λυπηθεί:

ΚΑΙ ΤΟΤΕ ΑΚΟΜΑ

Θα 'ρθει ο καιρός τα χέρια μου
να 'ναι άσαρκα και κρύα
αυτή θα είναι τότε μια
πολύ γριά κυρία

και με τη μνήμη οδηγό
γυρνώντας πάλι πίσω
θα λέει: "πώς έτσι έγινε
να μη τον αγαπήσω;"

Θα 'ρθει ο καιρός το στόμα μου
να 'ναι γεμάτο χώμα
αλλά για με δε θα πονά
ούτε και τότε ακόμα.
(κάνοντας το τρίτο πρόσωπο δεύτερο βέβαια)


δ.

Αν θέλετε να της δείξετε την αδυναμία σας να την ξεπεράσετε, τότε αυτό, αλλάζοντας το «για κείνην» με «για σένα»:

ΑΥΤΟ

Η πρώτη ύλη που 'φτιαξε τον άνθρωπο ο θεός
δεν πρέπει να 'ταν χώμα
πρέπει αυτός να ήτανε βαφέας κραταιός
και κείνη να 'ταν χώμα.

Και ούτε τον εφύσηξε όπως λένε τρεις φορές
ψυχή για να του δώσει
μα το λιπώδες του έκδοχο ή κι ίσως το υδαρές
απλά για να στεγνώσει.

Αυτή 'ναι η εξήγηση που μέσα σα βρεθώ
σε μαγαζί χρωμάτων
στη μυρωδιά τρελαίνομαι-στην αίσθηση μεθώ
των τόσων αρωμάτων.

Κι όταν περνώντας κτίρια που φρέσκα έχουν βαφτεί
το βήμα μου βραδύνω
σ' αυτό με σπρώχνει ασύνειδα η ιδέα μου αυτή-
το πάθος μου εκείνο.

Αθώο πάθος. Όμορφο. Αγνό. Σαν παιδικό.
Μπορώ να το κορέσω.
Μα το ανόσιο πάθος μου για κείνην, το βραχνό,
αυτό, πώς θα μπορέσω;

ε.

Αν έχει γρίπη, το παρακάτω είναι δοκιμασμένο με επιτυχία:

ΑΡΡΩΣΤΗ

Έχετε δει αηδονάκι βραχνιασμένο;
Άγγελο ίσως με πυρετό;
Φεγγάρι σε κουβέρτες διπλωμένο;
Ήλιο με τάση για εμετό;

Έχετε δει δυο μαύρα καρβουνάκια
ενώ γελάνε μαζί να κλαιν;
Δυο του γιαλού ροζ κοχυλάκια
κόκκινα να 'ναι και να καιν;

Α! Η αγάπη μου είναι κρυωμένη!
Ό,τι μου έδινε ρίγος ριγεί.
Και θα υποφέρει για πολύ η καημένη
γιατ' η ανάρρωση θα 'ν' αργή:

ένα μικρόβιο μέσα της εμπήκε
με το γνωστό του σφρίγος κι ορμή
και πώς θα φύγει τώρα που εβρήκε
τέτοια αγκαλίτσα-τέτοιο κορμί..


στ.
Αν το πρόβλημα που είχατε μέχρι τώρα με αυτήν, είναι ότι σας έλεγε πως εσείς είσαστε μεγάλος κι αυτή κοριτσάκι, τότε αυτό:

ΓΥΝΑΙΚΑ

Απ' τη στιγμή που βάθυνε η ανάρηχη ματιά σου
απ' τη στιγμή το παιδικό που έπαψε τραγούδι
απ' τη στιγμή που πλάτυνε-που θέριεψε η άγνοιά σου
απ' τη στιγμή που ξάνθινε το βελουδένιο χνούδι'

απ' τη στιγμή που αρώτητα δηλώνεις: "έχω φίλο!"
ενώ ουτ' ανάσασμα αντρικό δε σ' έχει ακόμ' αγγίξει
απ' τη στιγμή που τον Αδάμ ταυτίζεις με το μήλο
το φόβο με το σκίρτημα, τον πόθο με την πλήξη

απ' τη στιγμή που όταν κανείς τ' ωραίο σου κορμάκι
κοιτάξει μ' ένα νόημα ως τότε άγνωστό σου
εσύ μετέωρη στέκεσαι κι αμήχανη λιγάκι
πριν όλο ανίσχυρο θυμό κλειστείς στο δωμάτιό σου

απ' τη στιγμή που έξαφνα το σπίτι μεγαλώνει
κι η μάνα είναι βαρετή και ξένος ο πατέρας
απ' τη στιγμή που θα σκεφτείς το στήθος που αβγαταίνει
ότι δεν είναι κτήμα σου μα της αγάπης γέρας

απ' τη στιγμή που προσμετράς γυμνή τα θέλγητρά σου
κι ενώ είναι είκοσι εσύ τα βρίσκεις μόνο δέκα
αντίο τότε πες μικρή σ' όλα τα παιδικά σου
και σ' όλη την αξία σου-πια έγινες γυναίκα.

(αρκεί να διαγράψετε τις τρεις τελευταίες λέξεις)


ζ.

Αν θέλετε να της θυμίσετε την πρώτη (της και σας) φορά:
ΠΡΩΤΟΤΑΞΙΔΗ

Μέσα στα χέρια μου την πήρα
όπως τη ζήση παιρν' η Μοίρα'
στα σκότια μου και κρύα βύθη
ζέστα και φως τα δυο της στήθη.

Σαν τρομασμένο ένα πουλάκι
έτρεμε τ' άσπρο της κορμάκι
και, πρωτοτάξιδη βαρκούλα
από μια χάθηκε τρυπούλα.
(κάνοντας το τρίτο πρόσωπο πρώτο βέβαια-κάνετε και σεις κάτι, όχι όλα εγώ…)


η.

Καλό είναι κι αυτό επίσης:

ΣΕ ΛΙΓΟ

Μου 'ρθε στο νου να μη μετρώ
με μέρες τη ζωή σου
αλλά με όσα όνειρα
που βλέπω είμαι μαζί σου.

Μ' άλλαξα γνώμη στη στιγμή
μικρούλα μου γλυκούλα
γιατί έτσι θα γινόσουνα
σε λίγο μια γριούλα.


θ.

Όταν η γκόμενα είναι σίγουρα δική σας, και η μόνη σας απορία είναι τι θα πρωτοφιλήσετε…
ΤΟΣΑ ΧΑΔΙΑ

Το σώμα της γλιστράει στο φουστάνι;..
Το φουστανάκι της πάνω στο σώμα;..
Κι εκείνο έτσι ρόδινη την κάνει
ή αυτή το τέτοιο ροζ του δίνει χρώμα;

Κινείται κι ερωτεύεται μαζί της
ανάλαφρα το σώμα της χαϊδεύει
στήθη, κοιλίτσα της, γοφοί, μηροί της
παιδεύουν το κι εκείνο τα παιδεύει.

Και άλλοτε την καίει και τη φλογίζει
άλλοτε σαν νεράκι αργοκυλάει
και παλι η απορία με ζαλίζει
αυτή 'ναι ή εκείνο που μιλάει;

Α! ποια της το εκέντησε νεράϊδα
κι έτσι το σώμα της αιθέρια ντύνει
που μέσα του φτερώνουν τόσα χάδια
και τόσα εκεί φωλιάζουν πόθων σμήνη;

Α! Δυάδα μαγική! Φόρεμα! Σώμα!
Α! Που όταν μες στα χέρια μου σας κλείσω
όπως και τώρα δα και τότε ακόμα
τι πρώτο δε θα ξέρω να φιλήσω.

(Και πάλι, μην ξεχάστε να κάνετε το τρίτο πρόσωπο δεύτερο)

ι.

Αν είναι σκληρή, θα μαλακώσει με αυτό:
ΤΗ ΣΚΛΗΡΟΤΗ

Μέσα κι ανάμεσα σε δυο φωτολουσμένους λόφους
και κείνη μέσα στ' άφωτα-και κείνη μες στους ζόφους
μέσα κι ανάμεσα η καρδιά στα δυο της τα στηθάκια
κι ούτε το πάθος πήρε τους ούτε και τα μεράκια.

Καίγονται αυτά, λιγώνονται, παίζουν, γλυκά γελούνε
στους χτύπους της πασίχαρα-τρελά χοροπηδούνε
αλλά εκείνη αν και κοντά-και δίπλα τους βαλμένη
πάντοτε μένει αδειανή και πάντα παγωμένη.

Νιώθουν εκείνα. φλέγονται και τα δονούν οι πόθοι
κι εκείνη μέσα-δίπλα τους και τίποτα δε νιώθει.
Α! Στα στηθάκια της τα δυο-στην καυτερή τους μέση
μία καρδιά ολόκρυα η φύση έχει δέσει.

Δεκάξι χρόνων συντροφιά καθόλου δε μετράει.
Ό,τι εκείνα είχαν κρατούν κι ό,τ' είχε αυτή κρατάει
μόνο-και μη γνωρίζοντας ποιο την κατείχε πρώτη
το ένα δώρο έκανε στο άλλο τη σκληρότη.
(μόνο την ηλικία ταιριάξτε)


ια.
Λέγοντάς της τι αλλαγές θα γίνουν αν δεν σας αγαπήσει, μπορεί να θελήσει να τις αποτρέψει.

ΑΦΟΥ ΔΕ Μ' ΑΓΑΠΗΣΕ

Αφού δε μ' αγάπησε δεν κρύβουν τα σύθαμπα
σκιές ούτε μίσους.  
Αφού δε μ' αγάπησε δεν είχαν τα Σύμπαντα
ποτέ παραδείσους.
Αφού δε μ' αγάπησε τα πάντα είναι ψέματα-
και πώς ναν' αλήθεια
αφού τα δικά μου ταιριάζαν χαϊδέματα
στα δυο της τα στήθια…

Αφού δε σφιχτόκλεισαν οι πάλλευκοι κύκλοι της
τους μαύρους μου κύκλους…
αφού αποστερήθηκαν τα δύο τα χείλη της
του μόνου μου χείλους…
αφού δεν αγκάλιασαν οι δυο τεθλασμένες της
τις δυο μου ευθείες…
αφού με το στήθος μου οι λαιμοκαδένες της
δεν κάναν φιλίες…

αφού δε μ' αγάπησε ειν' όνειρο η ζήση μου
σβησμένου ονείρου.
Ποτέ δεν ανέτειλα και είναι η δύση μου
ογκάνισμα χοίρου.

Δεν ζω-δεν αισθάνομαι-στης πλάσης της άπλαστης
τα πλάτη δεν κείμαι.
Στης ζωής τον παλμό-στο φως-στη λαχτάρα της
δεν έχω μερίδιο-δεν είμαι.

(πάλι προσοχή στο τρίτο πρόσωπο-να γίνει δεύτερο, να μην τα λέμε κάθε φορά)



Ιβ.
Κι άλλο κλαψιάρικο-κι αυτό έχει επιτυχία:

ΚΑΙ ΔΙΚΗ ΜΟΥ

Στου καναπέ την απλωσιά-στο μαλακό του χνούδι
των πρωινών της παιχνιδιών τ' ανυποψίαστο γέρας
σαν πεταλούδα, σαν ανθός, σα φως, σαν αγγελούδι
η αγάπη μου κοιμήθηκε μες στην καρδιά της μέρας.

Πόθοι μου τις φτερούγες σας τώρα κλειστές κρατάτε'
Χρόνε μου κύλα αθόρυβα' πάτα λαφριά σιγή μου
και καρδιοχτύπια μου τρελά μη μου τηνε ξυπνάτε-
έτσι ως δεν είναι κανενός, λίγο είναι και δική μου.

(Αντί «η αγάπη μου» βάλτε το όνομά της αν ταιριάζει)

ιγ.
Αυτό, ακαταμάχητο:
ΕΣΥ..

Μου' παν πως ήρθες τι μ' αυτό;.. για με είσαι πάντα εδώ.
Ανάγκη με τα μάτια μου δεν έχω να σε δω
με το καθένα κύτταρο σε νιώθω του κορμιού
με κάθε σκέψη του σ' εσέ δοσμένου μου του νου.

Στα δυο σου χέρια με κρατείς και πάνω τους πατώ
σε κόσμο έναν από σε γεμάτον περπατώ
έχω από σένα ποτιστεί τόσο βαθιά πολύ
που ζω σαν να 'μαι πάντοτε μαζί σου σε φιλί.

Με μια υπερκόσμια με κρατάς αιχμάλωτον ισχύ
όλη μου μια νικήτρα σου η ζήση ειν' ιαχή
σαν κάποιο άρωμα βαρύ έχεις εντός μου μπει
με καταυγάζεις σα διαρκής φωτός αναλαμπή.

Εσύ ' σαι η μόνη αιτία μου κι ο μόνος μου σκοπός
στη δημοσιά σου οδηγεί κάθε μου ατραπός
είσ' η πνοή που δίχως της η ζωή μου σταματά
για μένα είσαι συ το πριν, το τώρα, το μετά.

Σαν μια ιδέα με δονείς-σαν πυρκαγιά με καις
το όραμά μου η όψη σου είναι το διαρκές
εσύ με χάνεις και με ζεις, με κλαις και με γελάς
συ κόσμους χτίζεις μέσα μου, εσύ και τους χαλάς.

Εσύ κυλάς στις φλέβες μου σαν δυνατό κρασί'
εσύ οδηγείς τη σκέψη μου-τη θέλησή μου εσύ!
συ μέσα μου παθιάζεσαι όταν εγώ ριγώ-
εσύ-εσύ-εσύ-εσύ-εσύ είμαι εγώ!..

Μου' παν πως ήρθες κι έχασα που έλειπα από κει.
Απ' τους εαυτούς τους κρίνοντας νομίζουν μερικοί
με του κορμιού τα μάτια μου πως πρέπει να σε δω-
πού να 'ξεραν πως πάντοτε για μένα εισαι εδώ…


ιδ.
(Όταν το μόνο πρόβλημα είναι ότι βιάζεται να φύγει)

ΣΤΗΣ ΑΜΜΟΥ

Τάχα του Χρόνου την κλεψύδρα ποιος κρατεί
και να 'ρθεις γρήγορα κοντά μου δε σ' αφήνει-
ποιος τάχα τον ισθμό της τονε κλείνει
κι ο χρόνος δεν πετά μα περπατεί…

Κι ήθελα να 'ξερα ποιος σπάζει το γυαλί
της αμμοδόχου όταν βρίσκεσαι κοντά μου
κι οι κόκκοι δραπετεύουνε της άμμου
κι εγώ δε σου χορταίνω το φιλί…


ιε.
Με αυτό χτυπάτε τώρα για να πέσει αργότερα.

Η ΠΕΤΡΑ ΣΟΥ

Αν μια καινούργια Εξέταση σαν κείνην Ιερά
το κολασμένο σώμα σου έριχνε στην πυρά
οι εργάτες που θα πήγαιναν αύριο να σκουπίσουν
θα 'βλεπαν ένα θέαμα δύσκολο να εξηγήσουν.

Πάνω στο χώμα το τεφρό το ακόμα πυρωμένο
που ολονυχτίς το σώμα σου κράταε το μαγεμένο-
πάνω στο χώμα, απ' της φωτιάς την κάπνα μαυρισμένη
κι εν τούτοις κρύα μια πέτρα εκεί θα βρίσκανε πεσμένη.

Παράξενα θα κοίταζαν και φοβισμένοι θα 'ταν
και ιστορίες αλλόκοτες πολλές αφού θα πλάθαν
"Κι αυτό", θα καταλήγανε, "παιχνίδι είναι δικό της
το τελευταίο ήτανε το έργο το μαγικό της".

Μόνο εγώ απ' όληνε ξέρω την ανθρωπότη
και πλήρωσα το μάθημα με τη ζωή μου, ότι
το σώμα σου κι αν καίγονταν το τέλειο απ' τη φωτιά
θα 'μενε άκαυτη η σκληρή-η πέτρα σου καρδιά.



ιστ.
(και αυτό αν σκαμπάζει από ποίηση)
ΑΥΤΑ ΠΟΥ ΓΡΑΦΩ ΤΟΥΤΟ ΤΟΝ ΚΑΙΡΟ

Αυτά που γράφω τούτο τον καιρό
τα γράφω για τη ΧΧΧΧΧ (όπου αυτό το όνομά της)
του Πόθου, των Φιλιών, των Αστεριών.

Αυτά που γράφω τούτο τον καιρό
τα γράφω για τη ΧΧΧΧΧ
της Αφοσίωσης, της Πλήξης, της Σιωπής,
των Χαρωπών Χειλιών.

Αυτά που γράφω τούτο τον καιρό
τα γράφω για τη ΧΧΧΧΧ
των Διηγήσεων, των Ιμέρων, των Πεισμάτων,
των Παιχνιδιάρικων Μαλλιών-
τη ΧΧΧΧΧ των Απύθμενων Ματιών
τη ΧΧΧΧΧ των τελείων καμπυλών
των ανυπέρβλητων κνημών και των Λευκών Βραχιόνων.
Τη ΧΧΧΧΧ της Ανάμνησης, της Γνώσης, της Σοφίας.
Της Ευπιστίας, της Πονηριάς και της Ευαισθησίας.
Της Χάρης, της Ευγένειας και της Υποκρισίας.

Αυτά που γράφω τούτο τον καιρό
τα γράφω για τη ΧΧΧΧΧ
των Δισταγμών, του Φόβου, της Δειλίας
του Φωτεινού Προσώπου, του Χαμού, της Απορίας
τη ΧΧΧΧΧ της Εξάρτησης και της Αδυναμίας
των Πεθαμένων Σπουργιτιών, των Προτρεχόντων Λόγων.
Τη ΧΧΧΧΧ την Απρόθυμη, την Πονηρή, την Ψεύτρα.
Τη ΧΧΧΧΧ της Ευπρέπειας, της Γλύκας, της Σαγήνης.
Τη ΧΧΧΧΧ της Απόγνωσης, της Πίκρας, της Αγνοίας.

Αυτά που γράφω τούτο τον καιρό
τα γράφω για τη ΧΧΧΧΧ
των Ευκαλύπτων, των Αητών και των Ψηλών Ελάτων.
Των Πελαργών, των Υαινών και των Ιπποποτάμων.
Των Ρόδων, των Ποδήλατων και των Ερπυστριών.

Αυτά που γράφω τούτο τον καιρό
τα γράφω για τη ΧΧΧΧΧ
της Σκέψης της Αφτέρωτης, του Νου του Πετρωμένου.
Των Οιμωγών, της Οίησης και της Ανυπαρξίας.
Τη ΧΧΧΧΧ την Ανέμελη και της Μελαγχολίας.
Τη ΧΧΧΧΧ της Απώλειας και της Αλαζονείας.

Αυτά που γράφω τούτο τον καιρό
τα γράφω για τη ΧΧΧΧΧ
των Ιεροσύλων Πράξεων και Λόγων
τη ΧΧΧΧΧ των Ελπίδων της, των Τύψεων και των Κρυφών της Πόνων.

Αυτά που γράφω τούτο τον καιρό
τα γράφω για τη ΧΧΧΧΧ-
τη ΧΧΧΧΧ της Απόγνωσης
τη ΧΧΧΧΧ της Ανώνυμης Οδού
της Απωλείας.

Αυτά που γράφω τούτο τον καιρό
τα γράφω για τη ΧΧΧΧΧ
των (βάρος της σε κιλά)
τη ΧΧΧΧΧ του (χρονιά που τη γνωρίσατε)
τη ΧΧΧΧΧ του (πόλη που τη γνωρίσατε)
τη ΧΧΧΧΧ της (οδός που μένει).