ΕΚΕΙΝΗ
Στον κρύο βοριά που παγώνει τα χνώτα
το τραίνο ακώ που αργά πλησιάζει`
θεριό αγριεμένο στη νύχτα φαντάζει
-αστράφτοντα μάτια τα δυο του τα φώτα.
Σταμάτησε' πάνω του μία κοκότα
με μάτια μεγάλα σκληρά με κοιτάζει
με κάποιαν που γνώρισα κάποτε μοιάζει
που πήρε από μένα τα χάδια τα πρώτα.
Το τραίνο ξεκίνησε' μα ξύπνια μ' αφήνει
μια μνήμη που έμοιαζε για πάντα νεκρή`
και νιώθω στο στόμα μια γεύση πικρή
καθώς σαν σε όνειρο βλέπω εκείνη
μ' αδιάντροπο ύφος να μου μιλά
το μάτι να κλείνει-να μου γελά.
Στον κρύο βοριά που παγώνει τα χνώτα
το τραίνο ακώ που αργά πλησιάζει`
θεριό αγριεμένο στη νύχτα φαντάζει
-αστράφτοντα μάτια τα δυο του τα φώτα.
Σταμάτησε' πάνω του μία κοκότα
με μάτια μεγάλα σκληρά με κοιτάζει
με κάποιαν που γνώρισα κάποτε μοιάζει
που πήρε από μένα τα χάδια τα πρώτα.
Το τραίνο ξεκίνησε' μα ξύπνια μ' αφήνει
μια μνήμη που έμοιαζε για πάντα νεκρή`
και νιώθω στο στόμα μια γεύση πικρή
καθώς σαν σε όνειρο βλέπω εκείνη
μ' αδιάντροπο ύφος να μου μιλά
το μάτι να κλείνει-να μου γελά.