ΠΑΝΔΩΡΑ
Κάτι μέσα της-περιέργεια
δεν ήξερεν ακόμα να το πει-
την έσπρωχνε να νιώθει ότι έπρεπε
τι κλείνει μέσα το κουτί να ξέρει.
Και το κάλυμμα άνοιξε.
Οι ωραίοι μηροί της
δεν μπόρεσαν το θείο το σώμα να βαστάσουν
κι από το απότομο το τίναγμά της πίσω
στο χώμα έπεσε η Πανδώρα
όταν μορφές
που γύρω της και πάνω της ορμητικά χιμούσαν
τα πρόσωπά τους δείχναν τ’ αποτρόπαια
φρίκη σκορπώντας.
Με κόπο αυτή σηκώθηκε
ανάμεσά τους όρμησε
κι έκλεισε το κουτί με βιάση
ελπίζοντας
όλα από μέσα του να μην προλάβανε να βγούνε.