FORTH OF JULY
Όταν τα πολυδώρητα βλαστάρια
Αμερική, βυζαίνοντας, της γης σου
αντρώθης, κι είδες γύρω σου καθάρια,
Ελευτεριά επόθησε η ψυχή σου.
Σου ’παν πως στην Ελλάδα εγεννήθη
κι εκεί αβάσταγη κοίταξες πρώτα.
Μ' αντίς γι αυτήνε βρήκες δούλων πλήθη
στον ίδιο τους πνιγμένα τον ιδρώτα.
Άκουσες να μιλάνε για τη Ρώμη.
Όμως κι αυτή εδείχτηκε ένα ψέμα-
όλες της οι πλατείες ήταν κι οι δρόμοι
πνιγμένοι στων αδύναμων το αίμα.
Μετά μπροστά σου ανοίγει της Γαλλίας
η επανάσταση κι η γκιλοτίνα.
Κεφάλια πέφτουν-μα τα παίρνουν λίγοι
και χτίζουνε τον πλούτο τους με κείνα.
Και παύεις τώρα γύρω σου να ψάχνεις.
Και πια το βλέμμα στρέφεις στον εαυτό σου.
Και μία Λευτεριά δική σου φτιάχνεις.
Κι όλο το μεγαλείο της δικό σου.
Κι η Λευτεριά σου δούλους δε χωράει.
Κι ουτ’ αίμα. Κι όλοι χαίρονται τον πλούτο.
Κι η Αδερφοσύνη εντός της τραγουδάει
με τη Χαρά να παίζει το λαγούτο.
Εύγε σού πρέπει Αμερική μεγάλη
που κόσμο έπλασες από τα χάη.
Κόσμο που εντός του Ελευθερία θάλλει
όψη χωρίς σπαθιού να τη μετράει.