(εκλογές του '12)
ΚΡΙΣΗ-ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΛΟΓΕΣ
ΚΙ Η ΕΛΛΑΔΑ ΠΑΕΙ ΣΤΟ ΧΤΕΣ
Αφού είναι πια σίγουρο
πως πάμε όλοι για φούντο
και είναι κάτι άπιαστο
για μας το κοντραπούντο
ας αρκεστούμε σε αυτά
που ο Αλέξης δίνει-
αξιοπρέπεια δηλαδή-
και ότι θέλει ας γίνει.
Αφού λεφτά δεν έχουμε
να φάμε και να πιούμε
συνέπεια είναι αδήριτη
σούμπιτοι να χαθούμε.
Θα ξαναζήσουμε καθώς
πριν δεκαετίες ζούσαμε
τότε που να ’βρουμε ψωμί
ματαίως προσπαθούσαμε.
Τότε που τρώγαμε φαί
δυο μέρες τη βδομάδα
και που ήταν πολυτέλεια
γεύμα με φασουλάδα.
Χωράφια, σπίτια, βίλες μας
στο κράτος θα τα δώσουμε
και την ισχνή αρίδα μας
ωραία θα την απλώσουμε
σε μια καρέκλα παλαιά
όσο και ο καημός μας
με ενός ψητού κοτόπουλου
το όραμα στο μυαλό μας.
Τα βράδια θα διαβάζουμε
με λάμπα εφημερίδα,
για γάλα μας θα πίνουμε
το κάτουρο απ’ τη γίδα,
στο φούρνο κρέας θα βλέπουμε
μία φορά το χρόνο
και παγωτό όχι πύραυλο
ούτε κασάτο ή κώνο,
μα σε χωνάκι εύθραυστο
μία μικρή μπαλίτσα
που απ’ αυτό ούτε γλυψιά
δε θα ’χουν τα κορίτσα.
Για ζέστα κανα κάρβουνο
ή μια ξυλένια σόμπα
που οι γυναίκες σκύβοντας
θα καίνε καμιά ρόμπα.
Για κινητό ούτε λόγος πια.
Για σταθερό ποιος ξέρει…
και με καπνούς ινδιάνικους
θα στέλνουμε χαμπέρι.
Τηλεόραση; Καμιά ΥΕΝΕΔ
μα μόνο θα τη βλέπουνε
χώρο για να τη βάλουνε
και φράγκα όσοι διαθέτουνε.
Οι γκόμενες θα ρίχνονται
με λίγο πασατέμπο
και όχι όπως έπεσε
με ταμπακέρα η Βέμπο.
Θ ανοίξουν οι πολιτικοί
πάλι τα στόματά τους
το «θα» επαναφέροντας
τα προεκλογικά τους,
αφού θα υπάρχουν πράγματα
να γίνουνε και πάλι
μιας και η χώρα σε κακό
θα είναι πάλι χάλι.
Γιοτ θα ’χουν μόνον μερικοί
και πια οφσόρ κανένας
κι αθρόως θα μισεύουνε
οι έλληνες στα ξένας.
Αδέρφια από τ’ αδέρφια τους
θα κλέβουνε ακίνητα
χρήματα από την Τράπεζα,
έπιπλα, αυτοκίνητα,
και για εκδίκηση (για τι;)
και με εξάψεως βήματα
οι αδερφοί των αδερφών
θα καίνε τα ποιήματα,
ενώ πα’ στα Καλάβρυτα-
χωρίς εκεί να μένουνε
τις κλειδαριές θ’ αλλάζουνε
να μη εκείνοι μπαίνουνε.
(Πράγματα που τα κάνανε
ήδη οι πρωτοπόροι:
δασκάλοι, μουζικάντηδες,
έμποροι και ντοτόροι).
Ως για τους γιους, τα χρήματα
της σύνταξης θα κλέβουνε
του γέρου τους, ένα σκαλί
ακόμα για ν’ ανέβουνε,
στη σκάλα που ο γέρος τους
μ’ αίμα τους έχει φτιάξει
και που πατώντας πάνω του
εκεί έχουνε αράξει.
Θα ξαναβρούμε τη ζωή
εκείνη την παλιά μας
που ως τώρα τηνε ζούσαμε
μόνο στα όνειρά μας.
Θα ζούμε δίχως κινητά
και δημοσιογράφους
δίχως γελοίους ποιητές
κι ατάλαντους ζωγράφους.
Και τα γλυκά απογέματα
θα βρούμε του Ιούλη
και τα χρυσά θα έβρουμε
κονέματα το δείλι
και θα ’βρουμε τα όμορφα
βραδάκια στην ταβέρνα
που οι φίλοι ένας στον άλλονε
«κέρνα!», θα λένε, «κέρνα…»
Θα βρούμε τις αξέχαστες
πάλι νυχτιές του Ιούλη
που δίπλα από ’να ολάνθιστο
γιορτοντυμένο γιούλι
της Αφροδίτης θε ν’ ακώ
η γνοιαστική φωνίτσα
που θα μαλώνει τρυφερά
τα δυο της τα κορίτσια.
Ολυμπιακούς δε θα χουμε
και πάλι εθνοκτόνους,
και ούτε καθημερινά
εγκλήματα και φόνους
κι ακλείδωτα θ’ αφήνουμε
τα σπίτια μας τα βράδια
με φύλακα μονάχο τους
τα ειρηνικά σκοτάδια.
Εμπρός λοιπόν! Ήρθε η χαρά!
Ας μη μελαγχολήσουμε!
Και την που ήρθε νέα ζωή
ας την καλωσορίσουμε!