Παρασκευή 28 Απριλίου 2023

Η ΚΑΡΔΙΑ
Δεν επερίμενα να βρω εδώ στην Καλιφόρνια
Στον τόπο που λιμαίνονται ρομπότ κι ερήμου όρνια
Παιδιά που την Ελλάδα μας να ’χουνε στην ψυχή τους
παιδιά που τους προγόνους τους να κουβαλούν μαζί τους.

Μα να το δω ήταν κι αυτό. Κι ενώ θαρρούσα μόνος
πως είμαι στο Λος Αντζελες Αρχαίων Ελλήνων γόνος
Ξάφνου να έχω βρέθηκα στο πλάι μου συντρόφους
Που της σκληρής μονάξας μου διαλύσανε τους ζόφους.

Παιδιά εσείς, γέρος εγώ, μα τι μετράει ετούτο
Μπροστά στον ανεξάντλητο που μας ενώνει πλούτο;
Ποιητής εγώ, μύστες εσείς άξιοι της επιστήμης
Αδιάφορο-είμαστέ κι οι δυό δέσμιοι της ίδιας Μνήμης.

Θαλήδες, Αναξίμανδροι, Αισχύλοι και Φειδίες
Με τις σεπτές ιδέες τους μας προίκισαν τις θείες
Κι οι Λεωνίδες μέσα μας κι οι Σαλαμινομάχοι
Ετοιμους πάντα μας κρατούν γι αγώνα και για μάχη.

Μάχη; Αγώνα; Πόλεμος λοιπόν μας περιμένει;
Ναι. Ένας πόλεμος σκληρός. Μια μάχη λυσσασμένη.
Πρέπει όλοι να παλέψουμε με νύχια και με δόντια-
Με του μυαλού τα δόρατα και της ψυχής τ' ακόντια,

Ενάντια στο βαθύτατο το σκότος που μας ζώνει.
Ενάντια στο που τύλιξε τη γη μας κρύο χιόνι.
Πάνω από το άχαρο, βαρύ του κόσμου μας το κάστρο
Πρέπει να υψώσουμε ζεστό και λαμπερό ένα άστρο.

Εμείς; Οι λίγοι; Οι μικροί; Οι αδύνατοι; Αρκούμε;
Παιδιά μου, ό,τι χρειάζεται μες στην ψυχή το κλειούμε:
Ειν’ ό,τι μας εμπόλιασε η Ελληνική μας φύτρα.
Ειν’ ό,τι της Ελλάδας μας εσάρκωσε η μήτρα.

Κάντε λοιπόν τραγούδι σας-κάντε λοιπόν σκοπό σας
Κάθε καθάρια σκέψη σας και πόθο ακριβό σας.
Με της Ελλάδας το γλυκό τραγούδι πλημμυρίστε
Όλα τριγύρω. Ψάλλετε. Διδάξετε. Φωτίστε.

Στον γίγα τον ατσάλινο που, άψυχος, μας λιώνει
Δώστε ψυχή. Δώστε ανθό στο ξεραμένο κλωνί.
Φτερώστε ό,τι σέρνεται ανίδεο στο χώμα.
Δώστε στο κρύο ζεστασιά. Δώστε στο γκρίζο χρώμα.

Τέτοιο γλυκό ας ξεχυθεί τριγύρω ένα τραγούδι
Από τα χείλη σας τ’ αγνά που σκέπει ακόμη χνούδι.
Και τέτοια ας είναι η χάρη του- κι ας είναι η ορμή του
Τέτοιο ας ειν’ το νόημα το απλό και το βαθύ του.

Κι αν κάποιο από τα ρομπότ, με το τραγούδι ξένο,
Υψώσει τις κεραίες του και, παραξενεμένο,
(Αυτό γυρεύουμε κι εμείς) στραφεί και σας ρωτήσει
«Τι ειν' η Ελλάδα;" "Είναι φως!" καθείς ας απαντήσει.

Κι αν κάποιο από τα ρομπότ, το τεχνητό του γέλιο,
Αυτό το ανήλεο, το φρικτό της Ανθρωπιάς φραγγέλιο
Μπορέσει έστω μια στιγμή απ' τα χείλη να το βγάλει
Και να ρωτήσει "Τι αυτή είναι η Ελλάδα πάλι;»  

Είναι η σπίθα πέστε του στου Σύμπαντος τη στάχτη.
Είναι της Δόξας η κλωστή στης Λεφτεριάς τ' αδράχτι.
Ειν' η κοιτίδα του Καλού. Είναι το μέρος όπου
Πύργος λαμπρός υψώνεται η ανθρωπιά του Ανθρώπου.

Κι αν κάποιο από τα ρομπότ το παγερό του βλέμμα,
Που κόβει κάθε ύπαρξης ανθρώπινης το αίμα,
Σε σας το στρέψει κι η σκληρή η γλώσσα του αρθρώσει
Τ’ ειν’ η Ελλάδα που σημαία την έχετε υψώσει;"

Πέστε    του    είναι το κρασί σ' αυτό μας το μεθύσι.
Πέστε    του    κάθε αγαθού η αστείρευτη είναι η βρύση,
Πέστε    του    ειν’ η Ομορφιά. Πέστε του ειν’ η Αλήθεια.
Πέστε    του    είναι η καρδιά στου κόσμου μας τα στήθια.