ΣΥΓΥΡΙΣΜΑ
Τις νύχτες που ησυχάζουν τ' αυτοκίνητα
η μοναξιά βγαίνει στο πάλκο της ζωής
και συγυράει τη φύση.
Εδώ ο νιος, εδώ η νια
εδώ το πέλαγο το πεντατρύφερο.
εδώ ο γαμπρός με τα κλεμμένα λεμονάνθια.
Εκεί τα όρη με τα πεύκα και τις καστανιές
εκεί οι πηγούλες που δεν ξέρουν τι να κάνουν το νερό τους.
Πέρα τα λουλουδάκια. Απλησίαστα.
Κι οι κοιμισμένοι άνθρωποι
με ανάμεσα στα μυρωμένα τα μαλλιά τους
το χέρι διάφανο του θάνατου να πλέκει.
Ψηλά τ' αστέρια τα ήσυχα και κάτω
οί σκιές τους στον χωμάτινο καθρέφτη.
Τις νύχτες που ησυχάζουν τ' αυτοκίνητα
η μοναξιά βγαίνει στο πάλκο της ζωής
και συγυράει τη φύση.
Εδώ ο νιος, εδώ η νια
εδώ το πέλαγο το πεντατρύφερο.
εδώ ο γαμπρός με τα κλεμμένα λεμονάνθια.
Εκεί τα όρη με τα πεύκα και τις καστανιές
εκεί οι πηγούλες που δεν ξέρουν τι να κάνουν το νερό τους.
Πέρα τα λουλουδάκια. Απλησίαστα.
Κι οι κοιμισμένοι άνθρωποι
με ανάμεσα στα μυρωμένα τα μαλλιά τους
το χέρι διάφανο του θάνατου να πλέκει.
Ψηλά τ' αστέρια τα ήσυχα και κάτω
οί σκιές τους στον χωμάτινο καθρέφτη.