ΕΛΠΙΖΟΜΕΝΩΝ ΠΕΠΟΙΘΗΣΙΣ
Κάποια μέρα θα φύγει προδομένος
και η πόρτα ξοπίσω του θα κλείσει
κι ό,τι μέσα του επάσκιζε να ζήσει
θα μισέψει μαζί του ορισμένως.
Ίσως να 'ναι ο άγνωστος-ο ξένος
που 'χε μες στην ζωή του κατοικίσει
ίσως να 'ναι τ' ατέλειωτα τα μίση
ή ο που μόνο σ’ αυτόν ταίριαζε αίνος.
Αλλά ότι να σβήσει είναι μαζί του
δε μετράει-θ' αναζήσει και πάλι:
ίσως μέσα στης Πλάσης τη ζάλη
στη σκιά τόπου ενός καταφύτου-
μες σε κάποια γωνία κρυφή του-
η ψυχή του σαν βρύο να θάλλει.
Κάποια μέρα θα φύγει προδομένος
και η πόρτα ξοπίσω του θα κλείσει
κι ό,τι μέσα του επάσκιζε να ζήσει
θα μισέψει μαζί του ορισμένως.
Ίσως να 'ναι ο άγνωστος-ο ξένος
που 'χε μες στην ζωή του κατοικίσει
ίσως να 'ναι τ' ατέλειωτα τα μίση
ή ο που μόνο σ’ αυτόν ταίριαζε αίνος.
Αλλά ότι να σβήσει είναι μαζί του
δε μετράει-θ' αναζήσει και πάλι:
ίσως μέσα στης Πλάσης τη ζάλη
στη σκιά τόπου ενός καταφύτου-
μες σε κάποια γωνία κρυφή του-
η ψυχή του σαν βρύο να θάλλει.