Τετάρτη 6 Ιουνίου 2018

ΤΟ ΑΓΡΙΟΧΟΡΤΟ

Για αγέρηδες σφοδρούς που πνέουν στις
ερήμους
για ήρεμα μελτέμια
για σκληρούς βοριάδες κρύους και τσουχτερούς
για τις αύρες που η θάλασσα ξερνά
για λίβες καφτερούς έχω ακούσει.

Μα εμέ σε τούτονε τον άχρωμο τον κάμπο
ο που με φυσάει μόνος αέρας
είν’ ο αέρας που μου στέλνει αυτό το τραίνο
πελώριο και γοργό καθώς περνά.

Εν’ αγριόχορτο είμαι
χωρίς αξία καμιά.
Μα ενόμιζα πως όποιος άνεμος
τύχαινε να με δέρνει
δε θα ’ταν άνεμος συμμετρικός
μεταλλικός και ξένος
σαν τεχνητός.
Τώρα ένα χέρι σπλαχνικό ας με ξεριζώσει
αφού ο θάνατος αυτός ο προγραμματισμένος
που τέσσερες φορές τη μέρα Με τραντάζει
αλλιώς δεν πρόκειται να σταματήσει-και το ξέρω.