Πέμπτη 4 Ιανουαρίου 2024

 Το 1990, όντας στην Αμερική, άρχισα να γράφω το έργο «ΕΙΡΗΝΗ Η ΑΘΗΝΑΙΑ» .
Μια πρώτη γραφή.
Σε κόλλες αναφοράς, με στυλό.
 Το άφησα μισοτελειωμένο το ίδιο έτος.
Το 1994 απόκτησα μία σαραβαλιασμένη γραφομηχανή και ξανάγραψα μ’ αυτήν ό,τι είχα γράψει με το στυλό.
Έμειναν αυτά για είκοσι χρόνια σε κάποιαν αποθήκη.
Όταν απόκτησα κομπιούτερ σκάναρα τα της γραφομηχανής στον κομπιούτερ-όπως γινόταν,  γιατί τα γραφομηχανημένα χαρτιά είχαν αλλοιωθεί.
Και ας σημειώσω εδώ ότι ποτέ δεν ήμουν καλός γνώστης των λειτουργιών του κομπιούτερ.

Ποτέ δεν έφυγε από τη σκέψη μου η ιδέα να μπορέσω να ολοκληρώσω αυτό το έργο.
Θα ήταν όλο σε δεκαπεντασύλλαβο στίχο.

Άλλες όμως ασχολίες και άλλα γραφτά συντελέσανε ώστε το έργο αυτό να μην τελειώσει.
Πάντα το είχα στο μυαλό μου και πάντα ήθελα να το ολοκληρώσω, μα αυτό δεν έγινε δυνατό.    
Να το πετάξω δεν θέλω, να το τελειώσω δεν έχω τον χρόνο.
Αφήνω λοιπόν εδώ ό,τι είναι σωσμένο.
Σε τρία μέρη, τυχαία δημιουργημένα, με μόνο μέλημα να περιλάβω όσο το δυνατό περισσότερη από την ύλη του έργου. Γι αυτό, πλην των άλλων «παρεκκλίσεων», μερικά κομμάτια τους μπορεί να είναι κοινά μετά από όλην αυτή την ταλαιπωρία και του έργου, αλλά και την δική μου σχετικά με αυτό.
Ας μείνει όμως αυτό το  υλικό κάπου έστω και κατακομματιασμένο και ατελείωτο.


ΕΝΑ ΜΕΡΟΣ




57

ΚΩΝ
Ναι ϋέτρε.Κι δταν πολεμώ στους Αραβες ενάντια Εσύ θα είσαι αντί γιά με το μάτι στο παλατι.
ΐίΕΤ
Ειν’ οι στρατιώτες άπειροι ακόμα Κωνσταντίνε.
ΚΩΝ
Γιά αρχηγό τους όταν δουν^Πέτρε,τον Κωνσταντίνο Αλλο δε θέλουν.Και γι αυτό πηγαίνω εγώ ο ίδιος. Αλλωστε αμέσως άλλαξα τους αξιωματικούς μα^
Κι έφερα πάλι τους παλιούς,παλαίμαχους εκείνους Που και σε μένα είναι πιστοί,και πείρα έχουν μεγάλη.
ilET
11 ιστοί και ά^ιοι στρατηγοί δε λείπουν Κωνσταντίνε.
Ας γίνει αυτός ο πόλεμος αφού επιμένεις τόσο.
Μα βάλε κάποιο στρατηγό μπροστάρη στο στρατό σου. και κάτσε σύ στην ιιόλη.Αυτή πιότερο σέχει ανάγκη.
ΚΩΝ
Πέτρε η δόξα με καλεί .Ιΐρέπε ι να συνεχίσω Το έργο που αρχίσανε ο πατέρας κι ο παππούς μου.
Και θάναι μιά καλή α,ρχή γιά μένα τουτ’ η νίκη.
11ΕΤ
Εύχομαι νάναι Κωνσταντίνε νίκη-μα φοβάμαι..
ΚΩΝ
Να μη φοβάσαι.ϋλα καλά-το λέω εγώ-θα γίνουν.
11ΡΑΞΗ ΤΡΙΤΗ ΣΚΗΝΗ ΕΚΤΗ
r (Η Ειρήνη,μόνη στο δωμάτιό της,διαβάζει.Το δωμάτ ςεται μονο^απο ενα κερί.Από το παράθυρο φαίνονται οτο φεγγαρόφωτο τα ήρεμα νερά του Βοσπόρου.Μπαίνει σταντινος με ήσυχα βήματα)








57

ΚΩΝ
Ναι ϋέτρε.Κι δταν πολεμώ στους Αραβες ενάντια Εσύ θα είσαι αντί γιά με το μάτι στο παλατι.
ΐίΕΤ
Ειν’ οι στρατιώτες άπειροι ακόμα Κωνσταντίνε.
ΚΩΝ
Γιά αρχηγό τους όταν δουν^Πέτρε,τον Κωνσταντίνο Αλλο δε θέλουν.Και γι αυτό πηγαίνω εγώ ο ίδιος. Αλλωστε αμέσως άλλαξα τους αξιωματικούς μα^
Κι έφερα πάλι τους παλιούς,παλαίμαχους εκείνους Που και σε μένα είναι πιστοί,και πείρα έχουν μεγάλη.
ilET
11 ιστοί και ά^ιοι στρατηγοί δε λείπουν Κωνσταντίνε.
Ας γίνει αυτός ο πόλεμος αφού επιμένεις τόσο.
Μα βάλε κάποιο στρατηγό μπροστάρη στο στρατό σου. και κάτσε σύ στην ιιόλη.Αυτή πιότερο σέχει ανάγκη.
ΚΩΝ
Πέτρε η δόξα με καλεί .Ιΐρέπε ι να συνεχίσω Το έργο που αρχίσανε ο πατέρας κι ο παππούς μου.
Και θάναι μιά καλή α,ρχή γιά μένα τουτ’ η νίκη.
11ΕΤ
Εύχομαι νάναι Κωνσταντίνε νίκη-μα φοβάμαι..
ΚΩΝ
Να μη φοβάσαι.ϋλα καλά-το λέω εγώ-θα γίνουν.
11ΡΑΞΗ ΤΡΙΤΗ ΣΚΗΝΗ ΕΚΤΗ
r (Η Ειρήνη,μόνη στο δωμάτιό της,διαβάζει.Το δωμάτ ςεται μονο^απο ενα κερί.Από το παράθυρο φαίνονται οτο φεγγαρόφωτο τα ήρεμα νερά του Βοσπόρου.Μπαίνει σταντινος με ήσυχα βήματα)
57

ΚΩΝ
Ναι ϋέτρε.Κι δταν πολεμώ στους Αραβες ενάντια Εσύ θα είσαι αντί γιά με το μάτι στο παλατι.
ΐίΕΤ
Ειν’ οι στρατιώτες άπειροι ακόμα Κωνσταντίνε.
ΚΩΝ
Γιά αρχηγό τους όταν δουν^Πέτρε,τον Κωνσταντίνο Αλλο δε θέλουν.Και γι αυτό πηγαίνω εγώ ο ίδιος. Αλλωστε αμέσως άλλαξα τους αξιωματικούς μα^
Κι έφερα πάλι τους παλιούς,παλαίμαχους εκείνους Που και σε μένα είναι πιστοί,και πείρα έχουν μεγάλη.
ilET
11 ιστοί και ά^ιοι στρατηγοί δε λείπουν Κωνσταντίνε.
Ας γίνει αυτός ο πόλεμος αφού επιμένεις τόσο.
Μα βάλε κάποιο στρατηγό μπροστάρη στο στρατό σου. και κάτσε σύ στην ιιόλη.Αυτή πιότερο σέχει ανάγκη.
ΚΩΝ
Πέτρε η δόξα με καλεί .Ιΐρέπε ι να συνεχίσω Το έργο που αρχίσανε ο πατέρας κι ο παππούς μου.
Και θάναι μιά καλή α,ρχή γιά μένα τουτ’ η νίκη.
11ΕΤ
Εύχομαι νάναι Κωνσταντίνε νίκη-μα φοβάμαι..
ΚΩΝ
Να μη φοβάσαι.ϋλα καλά-το λέω εγώ-θα γίνουν.
11ΡΑΞΗ ΤΡΙΤΗ ΣΚΗΝΗ ΕΚΤΗ
r (Η Ειρήνη,μόνη στο δωμάτιό της,διαβάζει.Το δωμάτ ςεται μονο^απο ενα κερί.Από το παράθυρο φαίνονται οτο φεγγαρόφωτο τα ήρεμα νερά του Βοσπόρου.Μπαίνει σταντινος με ήσυχα βήματα)      














ΚΩΝ
Ναι ϋέτρε.Κι δταν πολεμώ στους Αραβες ενάντια Εσύ θα είσαι αντί γιά με το μάτι στο παλατι.
ΐίΕΤ
Ειν’ οι στρατιώτες άπειροι ακόμα Κωνσταντίνε.
ΚΩΝ
Γιά αρχηγό τους όταν δουν^Πέτρε,τον Κωνσταντίνο Αλλο δε θέλουν.Και γι αυτό πηγαίνω εγώ ο ίδιος. Αλλωστε αμέσως άλλαξα τους αξιωματικούς μα^
Κι έφερα πάλι τους παλιούς,παλαίμαχους εκείνους Που και σε μένα είναι πιστοί,και πείρα έχουν μεγάλη.
ilET
11 ιστοί και ά^ιοι στρατηγοί δε λείπουν Κωνσταντίνε.
Ας γίνει αυτός ο πόλεμος αφού επιμένεις τόσο.
Μα βάλε κάποιο στρατηγό μπροστάρη στο στρατό σου. και κάτσε σύ στην ιιόλη.Αυτή πιότερο σέχει ανάγκη.
ΚΩΝ
Πέτρε η δόξα με καλεί .Ιΐρέπε ι να συνεχίσω Το έργο που αρχίσανε ο πατέρας κι ο παππούς μου.
Και θάναι μιά καλή α,ρχή γιά μένα τουτ’ η νίκη.
11ΕΤ
Εύχομαι νάναι Κωνσταντίνε νίκη-μα φοβάμαι..
ΚΩΝ
Να μη φοβάσαι.ϋλα καλά-το λέω εγώ-θα γίνουν.
11ΡΑΞΗ ΤΡΙΤΗ ΣΚΗΝΗ ΕΚΤΗ
r (Η Ειρήνη,μόνη στο δωμάτιό της,διαβάζει.Το δωμάτ ςεται μονο^απο ενα κερί.Από το παράθυρο φαίνονται οτο φεγγαρόφωτο τα ήρεμα νερά του Βοσπόρου.Μπαίνει σταντινος με ήσυχα βήματα)
57

ΚΩΝ
Ναι ϋέτρε.Κι δταν πολεμώ στους Αραβες ενάντια Εσύ θα είσαι αντί γιά με το μάτι στο παλατι.
ΐίΕΤ
Ειν’ οι στρατιώτες άπειροι ακόμα Κωνσταντίνε.
ΚΩΝ
Γιά αρχηγό τους όταν δουν^Πέτρε,τον Κωνσταντίνο Αλλο δε θέλουν.Και γι αυτό πηγαίνω εγώ ο ίδιος. Αλλωστε αμέσως άλλαξα τους αξιωματικούς μα^
Κι έφερα πάλι τους παλιούς,παλαίμαχους εκείνους Που και σε μένα είναι πιστοί,και πείρα έχουν μεγάλη.
ilET
11 ιστοί και ά^ιοι στρατηγοί δε λείπουν Κωνσταντίνε.
Ας γίνει αυτός ο πόλεμος αφού επιμένεις τόσο.
Μα βάλε κάποιο στρατηγό μπροστάρη στο στρατό σου. και κάτσε σύ στην ιιόλη.Αυτή πιότερο σέχει ανάγκη.
ΚΩΝ
Πέτρε η δόξα με καλεί .Ιΐρέπε ι να συνεχίσω Το έργο που αρχίσανε ο πατέρας κι ο παππούς μου.
Και θάναι μιά καλή α,ρχή γιά μένα τουτ’ η νίκη.
11ΕΤ
Εύχομαι νάναι Κωνσταντίνε νίκη-μα φοβάμαι..
ΚΩΝ
Να μη φοβάσαι.ϋλα καλά-το λέω εγώ-θα γίνουν.
11ΡΑΞΗ ΤΡΙΤΗ ΣΚΗΝΗ ΕΚΤΗ
r (Η Ειρήνη,μόνη στο δωμάτιό της,διαβάζει.Το δωμάτ ςεται μονο^απο ενα κερί.Από το παράθυρο φαίνονται οτο φεγγαρόφωτο τα ήρεμα νερά του Βοσπόρου.Μπαίνει σταντινος με ήσυχα βήματα)      



58



ΚΩΝ
Γειά σου..Διαβάζεις*












58






ΚΩΝ
Γειά σου..Διαβάζεις*

 
Ναι.Του ΐίλάτωυα την ΐίολιτεία.
ΚΩΝ
Είναι ταγαπημένο σου..
ΕΙΡ
0 Πλάτωνας διαλέγει
Τους άντρες και τα θηλυκά που ερωτικά θα σμίξουν Γιά ναχ’ η υολιτεία του γερά κι ωραία μέλη.
ΚΩΝ
Γιά παραμύθι είναι καλό..Τι λέει γιά τις γυναίκες^
ΕΙΡ
Τις θέλει ελεύθερες.Σχεδόν σαν ίσες με τους άντρες κΩΝ
Του Πλάτωνα ξεπέρασες εσύ την ιιολιτεία.
Δύναμη έχεις πιο πολλή κι απδ άντρα βασιλέα.
ΕΙΡ
Κι εσύ ’σαι ωραίος και γερός.Θα ήσουνα ο πρώτος που ο πλάτωνας θα διάλεγε.
ΚΩΝ    ^    Και έξυπνος αν ήμουν.
Αλλά δεν είμαι έξυπνος.Εχω παιχνίδι γίνει Στα χέρια σου.Σε έδιωξα,μα κι από ’δω ακόμα υ,τι σύ θέλεις γίνεται.
πώς τούτο* Τι έχει γίνει*
ΚΩΝ
Μη δεν τα ξέρεις τάχατες^ Μα πάλι άκουσέ τα: Γυρνώντας απ’ τον πόλεμο στους Αραβες ενάντια Εβρήκα την πρωτεύουσα γιά σε ξεσηκωμένη.
ΕΙΡ
Δεν τόξερα.Κι ήρθες εδώ γιά να με φέρεις πίσω^
ΚΩΝ
Ηρθα γιατί δεν ήξερα τι απόφαση να πάρω.
Να υποκύ(|>ω στΐ£ φωνές του όχλου ή στο αίμα Κάθε φωνή,σε μενανε ενάντια,να πνίξωj Γιά τούτο μέσα στη σπηλιά έχω έρθει του θηρίου. Θέλω να τόδω ζωντανό να στέκει απέναντι μου.
Να δω πόσο είναι δυνατό,να δω πόσο ζυγίζει,
Να δω^τα δόντια του,να δω τα σουβλερά του νύχια* Να νιώσω την ανάσα του,τη δίψα του να νιώσω Για Κράτος και γιά Δύναμη προτού αποφασίσω.
ΕΙΡ
Ωστε λοιπον η μερ’ αυτή,αυτή ’επίσκεψή σου Θα κρίνει και το μέλλον σου και το δικό μου μέλλον
 
Ναι.Του ΐίλάτωυα την ΐίολιτεία.
ΚΩΝ
Είναι ταγαπημένο σου..
ΕΙΡ
0 Πλάτωνας διαλέγει
Τους άντρες και τα θηλυκά που ερωτικά θα σμίξουν Γιά ναχ’ η υολιτεία του γερά κι ωραία μέλη.
ΚΩΝ
Γιά παραμύθι είναι καλό..Τι λέει γιά τις γυναίκες^
ΕΙΡ
Τις θέλει ελεύθερες.Σχεδόν σαν ίσες με τους άντρες κΩΝ
Του Πλάτωνα ξεπέρασες εσύ την ιιολιτεία.
Δύναμη έχεις πιο πολλή κι απδ άντρα βασιλέα.
ΕΙΡ
Κι εσύ ’σαι ωραίος και γερός.Θα ήσουνα ο πρώτος που ο πλάτωνας θα διάλεγε.
ΚΩΝ    ^    Και έξυπνος αν ήμουν.
Αλλά δεν είμαι έξυπνος.Εχω παιχνίδι γίνει Στα χέρια σου.Σε έδιωξα,μα κι από ’δω ακόμα υ,τι σύ θέλεις γίνεται.
πώς τούτο* Τι έχει γίνει*
ΚΩΝ
Μη δεν τα ξέρεις τάχατες^ Μα πάλι άκουσέ τα: Γυρνώντας απ’ τον πόλεμο στους Αραβες ενάντια Εβρήκα την πρωτεύουσα γιά σε ξεσηκωμένη.
ΕΙΡ
Δεν τόξερα.Κι ήρθες εδώ γιά να με φέρεις πίσω^
ΚΩΝ
Ηρθα γιατί δεν ήξερα τι απόφαση να πάρω.
Να υποκύ(|>ω στΐ£ φωνές του όχλου ή στο αίμα Κάθε φωνή,σε μενανε ενάντια,να πνίξωj Γιά τούτο μέσα στη σπηλιά έχω έρθει του θηρίου. Θέλω να τόδω ζωντανό να στέκει απέναντι μου.
Να δω πόσο είναι δυνατό,να δω πόσο ζυγίζει,
Να δω^τα δόντια του,να δω τα σουβλερά του νύχια* Να νιώσω την ανάσα του,τη δίψα του να νιώσω Για Κράτος και γιά Δύναμη προτού αποφασίσω.
ΕΙΡ
Ωστε λοιπον η μερ’ αυτή,αυτή ’επίσκεψή σου Θα κρίνει και το μέλλον σου και το δικό μου μέλλον










ΚΩΝ
Γειά σου..Διαβάζεις*

 
Ναι.Του ΐίλάτωυα την ΐίολιτεία.
ΚΩΝ
Είναι ταγαπημένο σου..
ΕΙΡ
0 Πλάτωνας διαλέγει
Τους άντρες και τα θηλυκά που ερωτικά θα σμίξουν Γιά ναχ’ η υολιτεία του γερά κι ωραία μέλη.
ΚΩΝ
Γιά παραμύθι είναι καλό..Τι λέει γιά τις γυναίκες^
ΕΙΡ
Τις θέλει ελεύθερες.Σχεδόν σαν ίσες με τους άντρες κΩΝ
Του Πλάτωνα ξεπέρασες εσύ την ιιολιτεία.
Δύναμη έχεις πιο πολλή κι απδ άντρα βασιλέα.
ΕΙΡ
Κι εσύ ’σαι ωραίος και γερός.Θα ήσουνα ο πρώτος που ο πλάτωνας θα διάλεγε.
ΚΩΝ    ^    Και έξυπνος αν ήμουν.
Αλλά δεν είμαι έξυπνος.Εχω παιχνίδι γίνει Στα χέρια σου.Σε έδιωξα,μα κι από ’δω ακόμα υ,τι σύ θέλεις γίνεται.
πώς τούτο* Τι έχει γίνει*
ΚΩΝ
Μη δεν τα ξέρεις τάχατες^ Μα πάλι άκουσέ τα: Γυρνώντας απ’ τον πόλεμο στους Αραβες ενάντια Εβρήκα την πρωτεύουσα γιά σε ξεσηκωμένη.
ΕΙΡ
Δεν τόξερα.Κι ήρθες εδώ γιά να με φέρεις πίσω^
ΚΩΝ
Ηρθα γιατί δεν ήξερα τι απόφαση να πάρω.
Να υποκύ(|>ω στΐ£ φωνές του όχλου ή στο αίμα Κάθε φωνή,σε μενανε ενάντια,να πνίξωj Γιά τούτο μέσα στη σπηλιά έχω έρθει του θηρίου. Θέλω να τόδω ζωντανό να στέκει απέναντι μου.
Να δω πόσο είναι δυνατό,να δω πόσο ζυγίζει,
Να δω^τα δόντια του,να δω τα σουβλερά του νύχια* Να νιώσω την ανάσα του,τη δίψα του να νιώσω Για Κράτος και γιά Δύναμη προτού αποφασίσω.
ΕΙΡ
Ωστε λοιπον η μερ’ αυτή,αυτή ’επίσκεψή σου Θα κρίνει και το μέλλον σου και το δικό μου μέλλον














59

ΚΩΝ
ϋες κιόλας πως το έκρινε.Γιατί εντός μου κάτι Μου λέει πως ανήλεη θα είσαι αν γυρίσεις- υτι αν ήσουν μιά φορά τότε κακή και αθλια,
Δέκα θα ήσουνα φορές αν έρθεις^παλι πίσω. ^
Γι αυτό λοιπόν και θα σαφήσω μόνη σου εδώ πέρα Μακριά από το έργο μου που θέλεις να χαλάσεις.
Μι εγώ με βία και μορμή τα νιάτα που μου δίνουν Εστω γι αυτό κι αν χρειαστεί κάτι άλλο να χαλασω Την ισχυρή κι ελεύθερη θα χτίσω Ρωμανία.
Τους νόμους που της χώρας μας θαλλάξουνε την οψη Δε θάχεις πιά τη δύναμη ανίσχυρους να κάνεις Κι ο πόθος γιά καταστροφή που μέσα σου ριζώνει Δε θα μπορέσει πιά νανθισει και καρπούς να δώσει.
Κάτσε εδώ κι αγνάντευε της θάλασσας τα πλάτη.
Σαφήνω γειά.Ισως ποτέ να μη σε δω και πάλι.
(Λέγοντας αυτά πηγαίνει προς την πόρτα.Την ανοίγει κι ετοιμάζεται να βγεί)
Ξ1Ρ
Στάσου.
(υ Κωνσταντίνος στέκεται κρατώντας ανοιχτή την πόρτα) Δε μίλησα.Εσύ μιλάς αφότου μπήκες.
Στάσου.Και πριν γιά πάντοτε χαθείς απ’ τη ζωή μου Ακου τι έχω να σου πω.
(0 Κωνσταντίνος προσπαθώντας ναγνοήσει την παρά¬κλησή της,ανοίγει την πόρτα τελείως και κάνει ένα βήμα προς τα έξω.Σπαραχτικά και ικετευτικά,φωνάζοντας)
Θεέ μου.' Κωνσταντίνεi«
Ακου με..Σε παρακαλώ..Γιά λίγο μόνο..Στάσου.
(υ Κωνσταντίνος κλείνει την πόρτα και περιμένει νακούσει.Η Ειρήνη κάθεται με αργές κινήσεις.Χωρίς να τον κυττάζει)
Μέρες και νύχτες τώρα,εδώ που κάθομαι μονάχη, θυμάμαι την πρωτύτερη £ωή μου κι από μέσα Από τα σπλάχνα της,μοναχα πίκρες αναβλύζουν Ντυμένες έστω με χρυσά και μασημένια ρούχα.
Μία μοναχα όμορφη ανάμνηση υπάρχει.
Κι αυτή ’σαι^σύ.Ειν’ η αντρίκια και γλυκειά μορφή σου. Και ειν’ αυτή ο μόνος λόγος γιά να ζω ακόμα*
Αλλιώς^θα εί^α τώρα δώσει τέλος στη ζωή μου iιατί άλλο τίποτα δεν έχω να την ομορφαίνει.
Το ξέ^ω-δεν^εστάθηκα γιά σέ καλή μητέρα.
Μακρια σου^έμενα^πολύ,και σα να σαγνοούσα Ιίολλές φορές φερόμουνα.Μα μέσα μου πονούσα. πάντοτε ήθελα κοντά μου,δίπλα μου να σέχω.
Να σου μιλώ,να σαγαπώ,να σαπαλοχαιδεύω
Και να σου δείχνω τη στοργή και τη λατρεία τιου σούχα.
ΚΩΝ
Την είδα την αγάπη σου και τη λατρεία που μούχες Θταν στο θρονο θέλησα να κάτσω που μανήκει.
Ε1Ρ υ,τι μου πεις θα τα δεχτώ.Γιατί και δίκιο θάχεις. Κα,Κωνσταντίνε,τώρα πιά,δεν είμαι όπως ήμουν'.









ΚΩΝ
ϋες κιόλας πως το έκρινε.Γιατί εντός μου κάτι Μου λέει πως ανήλεη θα είσαι αν γυρίσεις- υτι αν ήσουν μιά φορά τότε κακή και αθλια,
Δέκα θα ήσουνα φορές αν έρθεις^παλι πίσω. ^
Γι αυτό λοιπόν και θα σαφήσω μόνη σου εδώ πέρα Μακριά από το έργο μου που θέλεις να χαλάσεις.
Μι εγώ με βία και μορμή τα νιάτα που μου δίνουν Εστω γι αυτό κι αν χρειαστεί κάτι άλλο να χαλασω Την ισχυρή κι ελεύθερη θα χτίσω Ρωμανία.
Τους νόμους που της χώρας μας θαλλάξουνε την οψη Δε θάχεις πιά τη δύναμη ανίσχυρους να κάνεις Κι ο πόθος γιά καταστροφή που μέσα σου ριζώνει Δε θα μπορέσει πιά νανθισει και καρπούς να δώσει.
Κάτσε εδώ κι αγνάντευε της θάλασσας τα πλάτη.
Σαφήνω γειά.Ισως ποτέ να μη σε δω και πάλι.
(Λέγοντας αυτά πηγαίνει προς την πόρτα.Την ανοίγει κι ετοιμάζεται να βγεί)
Ξ1Ρ
Στάσου.
(υ Κωνσταντίνος στέκεται κρατώντας ανοιχτή την πόρτα) Δε μίλησα.Εσύ μιλάς αφότου μπήκες.
Στάσου.Και πριν γιά πάντοτε χαθείς απ’ τη ζωή μου Ακου τι έχω να σου πω.
(0 Κωνσταντίνος προσπαθώντας ναγνοήσει την παρά¬κλησή της,ανοίγει την πόρτα τελείως και κάνει ένα βήμα προς τα έξω.Σπαραχτικά και ικετευτικά,φωνάζοντας)
Θεέ μου.' Κωνσταντίνεi«
Ακου με..Σε παρακαλώ..Γιά λίγο μόνο..Στάσου.
(υ Κωνσταντίνος κλείνει την πόρτα και περιμένει νακούσει.Η Ειρήνη κάθεται με αργές κινήσεις.Χωρίς να τον κυττάζει)
Μέρες και νύχτες τώρα,εδώ που κάθομαι μονάχη, θυμάμαι την πρωτύτερη £ωή μου κι από μέσα Από τα σπλάχνα της,μοναχα πίκρες αναβλύζουν Ντυμένες έστω με χρυσά και μασημένια ρούχα.
Μία μοναχα όμορφη ανάμνηση υπάρχει.
Κι αυτή ’σαι^σύ.Ειν’ η αντρίκια και γλυκειά μορφή σου. Και ειν’ αυτή ο μόνος λόγος γιά να ζω ακόμα*
Αλλιώς^θα εί^α τώρα δώσει τέλος στη ζωή μου iιατί άλλο τίποτα δεν έχω να την ομορφαίνει.
Το ξέ^ω-δεν^εστάθηκα γιά σέ καλή μητέρα.
Μακρια σου^έμενα^πολύ,και σα να σαγνοούσα Ιίολλές φορές φερόμουνα.Μα μέσα μου πονούσα. πάντοτε ήθελα κοντά μου,δίπλα μου να σέχω.
Να σου μιλώ,να σαγαπώ,να σαπαλοχαιδεύω
Και να σου δείχνω τη στοργή και τη λατρεία τιου σούχα.
ΚΩΝ
Την είδα την αγάπη σου και τη λατρεία που μούχες Θταν στο θρονο θέλησα να κάτσω που μανήκει.
Ε1Ρ υ,τι μου πεις θα τα δεχτώ.Γιατί και δίκιο θάχεις. Κα,Κωνσταντίνε,τώρα πιά,δεν είμαι όπως ήμουν'.









60
Κατάλαβα πόσο φριχτό ήταν το φέρσιμό μου.
Σε σέ ανήκουν κι εξουσία και θρονος^Κωνσταντινε.
Μα να,ενώ σήξερα παιδί,ξάφνου μιά μέρα μπρος μου Αντρας εφανερώθηκες.Δεν ήθελα όμως άντρα f Να σε δεχτώ.Μες στο μυαλό και^μέσα στην ψυχή μου Ιίαιδί ακόμα σήθελα.παιδί μικρό κι αθώο ^    ^
που εντός του ακόμα οι χαρές της νιότης μόνο παίζουν κι όχι του άντρα οι πεθυμιές και του κορμιού τα πάθη. Αδικος κόπος ολ’ αυτά.Μιά μέρα μπρος μου σταθης Και μοΰπες "άντρας έγινα και θανεβώ στο^θρόνο". κοντά δυό χρόνια ήσουνα βέβαια παντιοεμμένος Και οι γυναίκες πάντοτε πολλές κοντά σου^ήταν*
Μα έκανα πως δεν τόβλεπα-έπειθα τον εαυτό μου Τίποτα να μη οκέπτεται απόσα η αντροσύνη Αβάσταγη φουντώνοντας μέσα σου εμηνούσε.
κΩΝ
Δεν ξέρω τιν’ αυτά που λες.Κιούτε καταλαβαίνω Πού θέλει η μυστήρια σου σκέψη να καταλήξει.
ΕΙΡ (Σα να μην τον ακούσε)
Στο αίτημά σου αντέδρασα άσχημα’κι ο καθένας Μπορεί ό,ποια εξήγηση να δώσει σ’ ό,τι εγίνει.
Μα μόνο εγώ μπορώ να πω γιατί σου φέρθηκα έτσι.
Εγώ,που κείμη την ημέρα η κλειστή καρδιά μου Ανοιξε όχι από χαράς ή ευτυχίας χάδι Αλλ1 από μία μαχαιριά τόσο πικρή που μόνο Χαμένη αγάπη το μπορεί να δώσει,μα και πάλι Τόσο γλυκέιά που η αγάπη μοναχά χαρίζει,
Οταν μεγάλη και λαμπρής έξαινα στέκει μπρος μας.
Και απαυτήν τη μαχαιριά ακόμα αίμα τρέχει.
Κι είμαι φτιαγμένη έτσι που,δεν το μπορώ να κλείσω Τη φοβερή μου την πληγή κι αυτή θα με πονάει Qc; νάρθ’ η ώρα να κοπεί το νήμα της ζωής μου.
Πόσες προσπάθειες έκανα να βγάλω από τη σκέψη Τη φλόγα που την τυραννά-πόσο πασκίσει έχω Ναρχόμουνα στα συγκαλά μου πάλι-μα του κάκ©υ.
Κι είναι το μόνο^που μπορώ να κάνω τούτο μόνο,
Να πω σε σένα γιά τον πόνο που βαθιά μου νιώθω,
Σε σένανε να φανερώσω ό,ποια δυστυχία Σύ,άθελά σου μέκανες να νιώσω Κωνσταντίνε.
ΚΩΝ
Μα τι νοήματα ειν’ αυτά! Τι λόγια μπερδεμένα..
Τι θες να^πεις με^ολαυτα^ Τι κρύβεις σ’ όσα είπες* Ηες^καθαρά.Τα αινίγματα-το ξέρεις-δε μαρέσουν.
Ποια δυστυχία έδωσα εγώ-εγώΐ-σε σένα^
ΕΙΡ
Αδικα ήρθες οπλισμένος μόλα σου τα όπλα
Για να χτυπήσεις ό,τι νόμιζες εδώ πως θάβρεις.
Γιατί μπροστά σου δε θα δεις νύχια,φωτιές και δόντια Ούτε θεριο^δεν ειμ’ εγώ.Κι είναι το δωμάτιό μου ετουτο^κι οχι μια σπηλιά κάποιου απαίσιου όράκου- Μπροστα σου στεκει Κωνσταντίνε μόνο μιά γυναίκα.
Κατάλαβα πόσο φριχτό ήταν το φέρσιμό μου.
Σε σέ ανήκουν κι εξουσία και θρονος^Κωνσταντινε.
Μα να,ενώ σήξερα παιδί,ξάφνου μιά μέρα μπρος μου Αντρας εφανερώθηκες.Δεν ήθελα όμως άντρα f Να σε δεχτώ.Μες στο μυαλό και^μέσα στην ψυχή μου Ιίαιδί ακόμα σήθελα.παιδί μικρό κι αθώο ^    ^
που εντός του ακόμα οι χαρές της νιότης μόνο παίζουν κι όχι του άντρα οι πεθυμιές και του κορμιού τα πάθη. Αδικος κόπος ολ’ αυτά.Μιά μέρα μπρος μου σταθης Και μοΰπες "άντρας έγινα και θανεβώ στο^θρόνο". κοντά δυό χρόνια ήσουνα βέβαια παντιοεμμένος Και οι γυναίκες πάντοτε πολλές κοντά σου^ήταν*
Μα έκανα πως δεν τόβλεπα-έπειθα τον εαυτό μου Τίποτα να μη οκέπτεται απόσα η αντροσύνη Αβάσταγη φουντώνοντας μέσα σου εμηνούσε.
κΩΝ
Δεν ξέρω τιν’ αυτά που λες.Κιούτε καταλαβαίνω Πού θέλει η μυστήρια σου σκέψη να καταλήξει.
ΕΙΡ (Σα να μην τον ακούσε)
Στο αίτημά σου αντέδρασα άσχημα’κι ο καθένας Μπορεί ό,ποια εξήγηση να δώσει σ’ ό,τι εγίνει.
Μα μόνο εγώ μπορώ να πω γιατί σου φέρθηκα έτσι.
Εγώ,που κείμη την ημέρα η κλειστή καρδιά μου Ανοιξε όχι από χαράς ή ευτυχίας χάδι Αλλ1 από μία μαχαιριά τόσο πικρή που μόνο Χαμένη αγάπη το μπορεί να δώσει,μα και πάλι Τόσο γλυκέιά που η αγάπη μοναχά χαρίζει,
Οταν μεγάλη και λαμπρής έξαινα στέκει μπρος μας.
Και απαυτήν τη μαχαιριά ακόμα αίμα τρέχει.
Κι είμαι φτιαγμένη έτσι που,δεν το μπορώ να κλείσω Τη φοβερή μου την πληγή κι αυτή θα με πονάει Qc; νάρθ’ η ώρα να κοπεί το νήμα της ζωής μου.
Πόσες προσπάθειες έκανα να βγάλω από τη σκέψη Τη φλόγα που την τυραννά-πόσο πασκίσει έχω Ναρχόμουνα στα συγκαλά μου πάλι-μα του κάκ©υ.
Κι είναι το μόνο^που μπορώ να κάνω τούτο μόνο,
Να πω σε σένα γιά τον πόνο που βαθιά μου νιώθω,
Σε σένανε να φανερώσω ό,ποια δυστυχία Σύ,άθελά σου μέκανες να νιώσω Κωνσταντίνε.
ΚΩΝ
Μα τι νοήματα ειν’ αυτά! Τι λόγια μπερδεμένα..
Τι θες να^πεις με^ολαυτα^ Τι κρύβεις σ’ όσα είπες* Ηες^καθαρά.Τα αινίγματα-το ξέρεις-δε μαρέσουν.
Ποια δυστυχία έδωσα εγώ-εγώΐ-σε σένα^
ΕΙΡ
Αδικα ήρθες οπλισμένος μόλα σου τα όπλα
Για να χτυπήσεις ό,τι νόμιζες εδώ πως θάβρεις.
Γιατί μπροστά σου δε θα δεις νύχια,φωτιές και δόντια Ούτε θεριο^δεν ειμ’ εγώ.Κι είναι το δωμάτιό μου ετουτο^κι οχι μια σπηλιά κάποιου απαίσιου όράκου- Μπροστα σου στεκει Κωνσταντίνε μόνο μιά γυναίκα.




Κατάλαβα πόσο φριχτό ήταν το φέρσιμό μου.
Σε σέ ανήκουν κι εξουσία και θρονος^Κωνσταντινε.
Μα να,ενώ σήξερα παιδί,ξάφνου μιά μέρα μπρος μου Αντρας εφανερώθηκες.Δεν ήθελα όμως άντρα f Να σε δεχτώ.Μες στο μυαλό και^μέσα στην ψυχή μου Ιίαιδί ακόμα σήθελα.παιδί μικρό κι αθώο ^    ^
που εντός του ακόμα οι χαρές της νιότης μόνο παίζουν κι όχι του άντρα οι πεθυμιές και του κορμιού τα πάθη. Αδικος κόπος ολ’ αυτά.Μιά μέρα μπρος μου σταθης Και μοΰπες "άντρας έγινα και θανεβώ στο^θρόνο". κοντά δυό χρόνια ήσουνα βέβαια παντιοεμμένος Και οι γυναίκες πάντοτε πολλές κοντά σου^ήταν*
Μα έκανα πως δεν τόβλεπα-έπειθα τον εαυτό μου Τίποτα να μη οκέπτεται απόσα η αντροσύνη Αβάσταγη φουντώνοντας μέσα σου εμηνούσε.
κΩΝ
Δεν ξέρω τιν’ αυτά που λες.Κιούτε καταλαβαίνω Πού θέλει η μυστήρια σου σκέψη να καταλήξει.
ΕΙΡ (Σα να μην τον ακούσε)
Στο αίτημά σου αντέδρασα άσχημα’κι ο καθένας Μπορεί ό,ποια εξήγηση να δώσει σ’ ό,τι εγίνει.
Μα μόνο εγώ μπορώ να πω γιατί σου φέρθηκα έτσι.
Εγώ,που κείμη την ημέρα η κλειστή καρδιά μου Ανοιξε όχι από χαράς ή ευτυχίας χάδι Αλλ1 από μία μαχαιριά τόσο πικρή που μόνο Χαμένη αγάπη το μπορεί να δώσει,μα και πάλι Τόσο γλυκέιά που η αγάπη μοναχά χαρίζει,
Οταν μεγάλη και λαμπρής έξαινα στέκει μπρος μας.
Και απαυτήν τη μαχαιριά ακόμα αίμα τρέχει.
Κι είμαι φτιαγμένη έτσι που,δεν το μπορώ να κλείσω Τη φοβερή μου την πληγή κι αυτή θα με πονάει Qc; νάρθ’ η ώρα να κοπεί το νήμα της ζωής μου.
Πόσες προσπάθειες έκανα να βγάλω από τη σκέψη Τη φλόγα που την τυραννά-πόσο πασκίσει έχω Ναρχόμουνα στα συγκαλά μου πάλι-μα του κάκ©υ.
Κι είναι το μόνο^που μπορώ να κάνω τούτο μόνο,
Να πω σε σένα γιά τον πόνο που βαθιά μου νιώθω,
Σε σένανε να φανερώσω ό,ποια δυστυχία Σύ,άθελά σου μέκανες να νιώσω Κωνσταντίνε.
ΚΩΝ
Μα τι νοήματα ειν’ αυτά! Τι λόγια μπερδεμένα..
Τι θες να^πεις με^ολαυτα^ Τι κρύβεις σ’ όσα είπες* Ηες^καθαρά.Τα αινίγματα-το ξέρεις-δε μαρέσουν.
Ποια δυστυχία έδωσα εγώ-εγώΐ-σε σένα^
ΕΙΡ
Αδικα ήρθες οπλισμένος μόλα σου τα όπλα
Για να χτυπήσεις ό,τι νόμιζες εδώ πως θάβρεις.
Γιατί μπροστά σου δε θα δεις νύχια,φωτιές και δόντια Ούτε θεριο^δεν ειμ’ εγώ.Κι είναι το δωμάτιό μου ετουτο^κι οχι μια σπηλιά κάποιου απαίσιου όράκου- Μπροστα σου στεκει Κωνσταντίνε μόνο μιά γυναίκα.



61
ΚΩΝ
Ναΐ.Μιά σκληρή,σατανική,αδίστακτη γυναίκα.
ΕΙΡ , , ,
Τίποτα-όχι-απδλ’ αυτά.Μοναχα^μια γυναίκα ^
Που τον αγαπημένο της μπροστά της βλέπει αντρα.
ΚΩΝ (Συλλαβίζοντας τις λέξεις)    ,
11ου τον αγαπημένο της..βλέπει μπροστά της ..αντρα.. (οπισθοχωρεί)
ΕΙΡ (Τον κυττάζει γιά μιά στιγμή.Συνεχί£ει δπως πρ Μέσα σαυτή τη μοναξιά κλεισμένη Κωνσταντίνε Μαζί με τάλλα μούλειψε και ταντρικδ το χάδι.
Κι η φαντασιά μου μουφερνε δλους μπροστά τους άντρες Και κείνους που μαγκάλιασαν,κι αυτούς πούχω γνωρίσει Χωρίς ποτέ το χέρι τους το χέρι μου ναγγίξει. κι απδλους έναν μέσπρωχνε μονάχα να διαλέξω Και να τον κάνω ταίρι μου στις άφωτές μου νύχτες Και να τον κάμω του κορμιού μου αφέντη και δραγάτη* Και να του δωσ’ δ,τι -γλυκό κρατούσα και ωραίο*
Κι η φαντασία μου,κι ο νους,κι η γυναικεία ψυχή μου, Με σπρώχνανε,και,Κωνσταντίνε,διάλεγα εσένα.
ΚΩΝ
Ai Βρωμερδ υποκείμενοί AI Φοβερή γυναίκαί
ΕΙΡ
Γυναίκαί Ναι! Γυναίκαί Ναιί Γυναίκαί Ξαναπέστο. Βλέπεις πώς μαίνεται φρικτδ. ιιώς τρομερδ φαντάζει. Μπορείς λοιιιον να φανταστείς κι εγώ πώς είχα νιώσει Τη μέρα που κατάλαβα δτι αυτδ συμβαίνει.
Κι ήταν η μέρα πέρφανα που ορθώθηκες μπροστά μου Γυρεύοντας το θρδνο σου.U,τι μέχρι τα τδτε ϋάσκιζα απ’ τον ίδιονε να κρύψω τον εαυτό μου Γυμνό μπροστά μου έλαμψε και με κυρίεψε όλη.
Και απδ τδτε αφέθηκα στην άλυπή του δίνη.
Αθυρμα μέσα στη θολή ορμή του έχω γίνει.
Επα<|>α νανατιστέκωμαι-τι νόημα πιά θάχε- Δικη του δλη ήμουνα-δική σου-ναι..δική σου.
Νύχτα και μέρα μπρος μου στέκεις όμορφος σαν Ερως*
Με (3ασανίζει^η δψη σου-με λυώνει η μορφή σου*
Κι έρχονται ώρες που σε νιώθ’ ολδτελα δικδν μου υταν η φαντασία μου τον πδνο μου λυπάται Και^μέσα στην αγκάλη μου γιά λίγο σαποθέτει.
Αλλα μαυτδ,τον^πδνο μου μονάχα μεγαλώνει υταν ξυπνώ απτδνειρο και βρίσκεσαι μακριά μου.
ΚΩΝ
Ω• Τι απαίσια πραγματα που μούμελε νακούσω.
ΕΙΡ (Γελώντας πικρά)
Αίυταν σεβλεπα γυναίκες άλλες να κυττάζεις Ενιωθα κάτι μέσα μου πούλεγα ζήλεια οτ» είναι- Αλλ’ ο)£ΐ ζήλεια ερωτική,μα του γονιού εκείνη ;ί°υ μλεπει απ τα χέρια του να ςοεύγει το παιδί του Ωστε να ζησει τη ζωη κι εκείνο τη δική του



ΚΩΝ
Ναΐ.Μιά σκληρή,σατανική,αδίστακτη γυναίκα.
ΕΙΡ , , ,
Τίποτα-όχι-απδλ’ αυτά.Μοναχα^μια γυναίκα ^
Που τον αγαπημένο της μπροστά της βλέπει αντρα.
ΚΩΝ (Συλλαβίζοντας τις λέξεις)    ,
11ου τον αγαπημένο της..βλέπει μπροστά της ..αντρα.. (οπισθοχωρεί)
ΕΙΡ (Τον κυττάζει γιά μιά στιγμή.Συνεχί£ει δπως πρ Μέσα σαυτή τη μοναξιά κλεισμένη Κωνσταντίνε Μαζί με τάλλα μούλειψε και ταντρικδ το χάδι.
Κι η φαντασιά μου μουφερνε δλους μπροστά τους άντρες Και κείνους που μαγκάλιασαν,κι αυτούς πούχω γνωρίσει Χωρίς ποτέ το χέρι τους το χέρι μου ναγγίξει. κι απδλους έναν μέσπρωχνε μονάχα να διαλέξω Και να τον κάνω ταίρι μου στις άφωτές μου νύχτες Και να τον κάμω του κορμιού μου αφέντη και δραγάτη* Και να του δωσ’ δ,τι -γλυκό κρατούσα και ωραίο*
Κι η φαντασία μου,κι ο νους,κι η γυναικεία ψυχή μου, Με σπρώχνανε,και,Κωνσταντίνε,διάλεγα εσένα.
ΚΩΝ
Ai Βρωμερδ υποκείμενοί AI Φοβερή γυναίκαί
ΕΙΡ
Γυναίκαί Ναι! Γυναίκαί Ναιί Γυναίκαί Ξαναπέστο. Βλέπεις πώς μαίνεται φρικτδ. ιιώς τρομερδ φαντάζει. Μπορείς λοιιιον να φανταστείς κι εγώ πώς είχα νιώσει Τη μέρα που κατάλαβα δτι αυτδ συμβαίνει.
Κι ήταν η μέρα πέρφανα που ορθώθηκες μπροστά μου Γυρεύοντας το θρδνο σου.U,τι μέχρι τα τδτε ϋάσκιζα απ’ τον ίδιονε να κρύψω τον εαυτό μου Γυμνό μπροστά μου έλαμψε και με κυρίεψε όλη.
Και απδ τδτε αφέθηκα στην άλυπή του δίνη.
Αθυρμα μέσα στη θολή ορμή του έχω γίνει.
Επα<|>α νανατιστέκωμαι-τι νόημα πιά θάχε- Δικη του δλη ήμουνα-δική σου-ναι..δική σου.
Νύχτα και μέρα μπρος μου στέκεις όμορφος σαν Ερως*
Με (3ασανίζει^η δψη σου-με λυώνει η μορφή σου*
Κι έρχονται ώρες που σε νιώθ’ ολδτελα δικδν μου υταν η φαντασία μου τον πδνο μου λυπάται Και^μέσα στην αγκάλη μου γιά λίγο σαποθέτει.
Αλλα μαυτδ,τον^πδνο μου μονάχα μεγαλώνει υταν ξυπνώ απτδνειρο και βρίσκεσαι μακριά μου.
ΚΩΝ
Ω• Τι απαίσια πραγματα που μούμελε νακούσω.
ΕΙΡ (Γελώντας πικρά)
Αίυταν σεβλεπα γυναίκες άλλες να κυττάζεις Ενιωθα κάτι μέσα μου πούλεγα ζήλεια οτ» είναι- Αλλ’ ο)£ΐ ζήλεια ερωτική,μα του γονιού εκείνη ;ί°υ μλεπει απ τα χέρια του να ςοεύγει το παιδί του Ωστε να ζησει τη ζωη κι εκείνο τη δική του


62

Μα τώρα ξέρω.Ζήλευα και τότε σα γυναίκα.
Κι όταν σε πάντρεψα εγώ η ίδια με τη Μαρία Τόκανα περισσότερο γιατ’ ήθελα να σβύσει Και να χαθεί από μέσα μου η αίσθηση εκεινη- Γιά να το πάρω απόφαση πως σάλληνε^ανήκεις.
Α,πόσο ήμουν άμυαλη,που εθαρρούσα ότι ^
Μπορεί αυτό να γίνονταν..Το πόσο έπεφτα εξω Τώρα μονάχα να το δω μπορώ.At Κωνσταντίνε* υταν σε χτύπησε αυτό το άθλιο μου το ^.έρι Αυτή ’ελπίδα τόσπρωχνε.Αΐ Νάξερες μονάχα Ξάγρυπνη πόσες κλαίγοντας γι αυτό έμεινα νύχτες..
Κι αν προσπαθούσα να σε δω μονάχα σαν^παιδί μου Μα-ειρωνία-θύμησες με καίγαν τέτιες τότε:
Γυμνούλι το κορμάκι σου κι εγώ να το χαϊδεύω.
Η να φιλώ το τρυφερό μικρό σου στοματάκι.
ΧΧι ακόμα,ξέχωρ’ από με,ετούτο ’δω το στήθος Αναθυμόταν τις γλύκες ημέρες που,μικράκι Με τα μικρά χειλάκια σου και τάδοντά σου ούλα Το δάγκωνες,ταπομυζούσες κι έπαιζες μαζί του Και καίγονταν στη θύμηση,κι απέλπιδα ζητούσε Το ίδιο εκείνο το γλυκό να αιστανθεί το ρίγος.
Ωί Τι γλύκες! Τι όμορφες στιγμές ήταν εκείνες.. (Μικρή σιωπή)
Και τώρα φύγε .ΐίήγαινε .Αυτά ήταν Κωνσταντίνε υ,τ’ ήθελα να σου ειπώ.Μικρότερη θα είναι Η δυστυχία μου αφού τα ειπ’ αυτά σε σένα.
Φύγε.Μονάχη μου εδώ θα κλαίω νύχτα μέρα.
Μα μία χάρη σου ζητώ.Κανένας να μη μάθει υσα σου είπα τώρα δα.Ντροπή καθένας τόχει Τα πάθη του στου ηλιού το φως μέσα να ξεδιπλώνει, Θέαμα καταγέλαστο σε κάθε τρίτου μάτια.
(Γυρίζει προς το παράθυρο περιμένοντας να φύγει ο Κωνσταντίνος)
ΚΩΝ
Είναι κανείς να σε λυπάται-να σε πω μητέρα^- Μ’ από την άλλη τη μεριά όλα ανθρώπινα είναι Και δε μπορεί να πει κανείς η μοίρα τι του φέρνει.
Δε φανταζόμουνα ποτέ,μικρός εγώ σαν ήμουν Ιίως θα μπορούσαν ολαυτά να γίνουνε σε μένα Τα είκοσι^τα χρόνια μου ακόμα πριν να κλείσω- ϋολεμοι τόσοι,τόσες στάσεις,τόσα γεγονότα,
Τόσες χαρές και τόσες λύπες,λύπες,λύπες.. u γάμος μου,της μάννας μου η δεσποτική η στάση’ Και^τωρ’ αυτό.ΐίου δεν περίμενα ποτέ νακούσω.
Κι όμως εγίνανε.Και ποσ’ ακόμα θα γινούνε..
ΕΙΡ (Σηκώνεται)
Σ,όσα γίνουνε από δω και πέρα Κωνσταντίνε Βοηθο θα μεχεις.Από δω που βρίσκομαι κλεισμένη U,τι μπορώ για σενάνε να κάνω,θα το κάνω, ευτυχισμένη θαμαι μονο αν εισ’ ευτυχισμένος.
Κι ούτε ποτέ,και αν μαζί σου μέπαιρνες ακόμα
Λ1ν9^ουνα εΥ“ στθ δόξα σου εμπόδιο Αλλα^βοηθός σου θαμουνα σε όλα τα σχέδιά σου.
Αν μεπαιρνες.Αλλα αλλιώς έχεις αποφασίσει.


Μα τώρα ξέρω.Ζήλευα και τότε σα γυναίκα.
Κι όταν σε πάντρεψα εγώ η ίδια με τη Μαρία Τόκανα περισσότερο γιατ’ ήθελα να σβύσει Και να χαθεί από μέσα μου η αίσθηση εκεινη- Γιά να το πάρω απόφαση πως σάλληνε^ανήκεις.
Α,πόσο ήμουν άμυαλη,που εθαρρούσα ότι ^
Μπορεί αυτό να γίνονταν..Το πόσο έπεφτα εξω Τώρα μονάχα να το δω μπορώ.At Κωνσταντίνε* υταν σε χτύπησε αυτό το άθλιο μου το ^.έρι Αυτή ’ελπίδα τόσπρωχνε.Αΐ Νάξερες μονάχα Ξάγρυπνη πόσες κλαίγοντας γι αυτό έμεινα νύχτες..
Κι αν προσπαθούσα να σε δω μονάχα σαν^παιδί μου Μα-ειρωνία-θύμησες με καίγαν τέτιες τότε:
Γυμνούλι το κορμάκι σου κι εγώ να το χαϊδεύω.
Η να φιλώ το τρυφερό μικρό σου στοματάκι.
ΧΧι ακόμα,ξέχωρ’ από με,ετούτο ’δω το στήθος Αναθυμόταν τις γλύκες ημέρες που,μικράκι Με τα μικρά χειλάκια σου και τάδοντά σου ούλα Το δάγκωνες,ταπομυζούσες κι έπαιζες μαζί του Και καίγονταν στη θύμηση,κι απέλπιδα ζητούσε Το ίδιο εκείνο το γλυκό να αιστανθεί το ρίγος.
Ωί Τι γλύκες! Τι όμορφες στιγμές ήταν εκείνες.. (Μικρή σιωπή)
Και τώρα φύγε .ΐίήγαινε .Αυτά ήταν Κωνσταντίνε υ,τ’ ήθελα να σου ειπώ.Μικρότερη θα είναι Η δυστυχία μου αφού τα ειπ’ αυτά σε σένα.
Φύγε.Μονάχη μου εδώ θα κλαίω νύχτα μέρα.
Μα μία χάρη σου ζητώ.Κανένας να μη μάθει υσα σου είπα τώρα δα.Ντροπή καθένας τόχει Τα πάθη του στου ηλιού το φως μέσα να ξεδιπλώνει, Θέαμα καταγέλαστο σε κάθε τρίτου μάτια.
(Γυρίζει προς το παράθυρο περιμένοντας να φύγει ο Κωνσταντίνος)
ΚΩΝ
Είναι κανείς να σε λυπάται-να σε πω μητέρα^- Μ’ από την άλλη τη μεριά όλα ανθρώπινα είναι Και δε μπορεί να πει κανείς η μοίρα τι του φέρνει.
Δε φανταζόμουνα ποτέ,μικρός εγώ σαν ήμουν Ιίως θα μπορούσαν ολαυτά να γίνουνε σε μένα Τα είκοσι^τα χρόνια μου ακόμα πριν να κλείσω- ϋολεμοι τόσοι,τόσες στάσεις,τόσα γεγονότα,
Τόσες χαρές και τόσες λύπες,λύπες,λύπες.. u γάμος μου,της μάννας μου η δεσποτική η στάση’ Και^τωρ’ αυτό.ΐίου δεν περίμενα ποτέ νακούσω.
Κι όμως εγίνανε.Και ποσ’ ακόμα θα γινούνε..
ΕΙΡ (Σηκώνεται)
Σ,όσα γίνουνε από δω και πέρα Κωνσταντίνε Βοηθο θα μεχεις.Από δω που βρίσκομαι κλεισμένη U,τι μπορώ για σενάνε να κάνω,θα το κάνω, ευτυχισμένη θαμαι μονο αν εισ’ ευτυχισμένος.
Κι ούτε ποτέ,και αν μαζί σου μέπαιρνες ακόμα
Λ1ν9^ουνα εΥ“ στθ δόξα σου εμπόδιο Αλλα^βοηθός σου θαμουνα σε όλα τα σχέδιά σου.
Αν μεπαιρνες.Αλλα αλλιώς έχεις αποφασίσει.


63

ΚΩΝ
Αυτά που άκουσ’ άςοωνο κι αμήχανου μαφηυουν.
Δεν ξέρω ούτε τι να πω ούτε και τι να κάνω.
Νιώθω σα μία ζυγαριά πούχει ισορροπήσει ^ και δεν προσμένει παρά μιά λαφριά πνοή αγέρα Ωστε βαριά βαριά να γείρει στονα της το μέρος.
ΕΙΡ
lipΐν μίλησες γιά βάσανα και πόνους στη ζωη σου.
Ιίολλά αλήθεια πέρασες ,πολλά και θα περάσεις.
Εγώ γιά τούτο φταίω-εγώ,που σέ^ερα στον κόσμο.
Μέσα μου έλα ξαναμπές.Ελα σε μένα πάλι.
Μακριά θα φύγουν από σένα τότε ολ’ οι πόνοι.
υλα θα είναι όμορφα.Κι όσο πονάει κάποιος
Ιίοτέ που δε γεννήθηκε,τόσο θα νιώθεις πόνο
και σύ,σα μέσα μου θα μπεις.Τι πιό ωραίο γιά σένα
Απόλες σου τις συφορές γιά πάντα να γλιτώσεις
Και τι καλό γιά μένανε παιδούλα νάμαι πάλι
και ό.τι έχασα κι εγώ,δικό μου να ξανάχω..
(Λέγοντας τα παρακάτω πλησιάζει τον Κωνσταντίνο, βηματίζει γύρω του και τέλος στέκεται μπροστά του)
Ξέρω πως δεν τα πας καλά με τη Μαρία.Γιά μένα Δεν ειν’ αυτό παράξενο..Ετσι συμβαίνει πάντα- Απ’ το κορμίμου κόπηκες-πώς θα ταιριάζεις μάλλο*
Και ποιά γυναίκα θάτανε εκείνη Κωνσταντίνε ιιου θα της ταίριαζε να πει καλλίτερ’ από μένα "Είσαι δικός μου"^ noιά*Καμμιά.Απόλες τις γυναίκες Μόνο εγώ μπορώ να πω για σε "είσαι δικός μου".
Κι όσο εσύ είσαι δικός μου,είμαι κι εγώ δική σου. Κατάλαβέ το έτσι κι εσύ και έλα Κωνσταντίνε Και το κορμί αγκάλιασε ετούτο το ωραίο*
Και ας χαθούμε μες σαυτό ταγκάλιασμα οι δυό μας,
Εσύ αγέννητος κι εγώ μικρή κι αθώ’ ακόμα,
Μακριά από βασίλεια,από επαναστάσεις,
Από πολέμους και σφαγές..Ωί Ελα Κωνσταντίνε..
(Λέγοντας τα τελευταία λόγια,το πρόσωπό της βρίσκεται μπροστά στο πρόσωπό του,και με τα χέρια της πιάνει τους^βραχίονές του.Εκείνος μένει άβουλος.υμως η απέχθεια^έχει παραχωρήσει τη θέση της στον δισταγμό. Η Ειρήνη πέφτει μπροστά στα πόδια του κλαίγοντας ήρεμα και πικραμένα.Εκείνος κυττάζει δεξιά.Κυττάζει αριστεράΚυττάζει πάνω σα να προσεύχεται ή σα να ζητάει βοήθεια.Υστερα σκύβει,σήκωνει την Ειρήνη,της σκουπίΓει τα δακρυα)
ΚΩΝ
Μην κλαις.Μην κλαις.Ησύχασε.. Μην κλαις..Μητέρα..Ειρήνη (Τη φιλάει στο στόμα.Αυτή τον αγκαλιάζει)


ΚΩΝ
Αυτά που άκουσ’ άςοωνο κι αμήχανου μαφηυουν.
Δεν ξέρω ούτε τι να πω ούτε και τι να κάνω.
Νιώθω σα μία ζυγαριά πούχει ισορροπήσει ^ και δεν προσμένει παρά μιά λαφριά πνοή αγέρα Ωστε βαριά βαριά να γείρει στονα της το μέρος.
ΕΙΡ
lipΐν μίλησες γιά βάσανα και πόνους στη ζωη σου.
Ιίολλά αλήθεια πέρασες ,πολλά και θα περάσεις.
Εγώ γιά τούτο φταίω-εγώ,που σέ^ερα στον κόσμο.
Μέσα μου έλα ξαναμπές.Ελα σε μένα πάλι.
Μακριά θα φύγουν από σένα τότε ολ’ οι πόνοι.
υλα θα είναι όμορφα.Κι όσο πονάει κάποιος
Ιίοτέ που δε γεννήθηκε,τόσο θα νιώθεις πόνο
και σύ,σα μέσα μου θα μπεις.Τι πιό ωραίο γιά σένα
Απόλες σου τις συφορές γιά πάντα να γλιτώσεις
Και τι καλό γιά μένανε παιδούλα νάμαι πάλι
και ό.τι έχασα κι εγώ,δικό μου να ξανάχω..
(Λέγοντας τα παρακάτω πλησιάζει τον Κωνσταντίνο, βηματίζει γύρω του και τέλος στέκεται μπροστά του)
Ξέρω πως δεν τα πας καλά με τη Μαρία.Γιά μένα Δεν ειν’ αυτό παράξενο..Ετσι συμβαίνει πάντα- Απ’ το κορμίμου κόπηκες-πώς θα ταιριάζεις μάλλο*
Και ποιά γυναίκα θάτανε εκείνη Κωνσταντίνε ιιου θα της ταίριαζε να πει καλλίτερ’ από μένα "Είσαι δικός μου"^ noιά*Καμμιά.Απόλες τις γυναίκες Μόνο εγώ μπορώ να πω για σε "είσαι δικός μου".
Κι όσο εσύ είσαι δικός μου,είμαι κι εγώ δική σου. Κατάλαβέ το έτσι κι εσύ και έλα Κωνσταντίνε Και το κορμί αγκάλιασε ετούτο το ωραίο*
Και ας χαθούμε μες σαυτό ταγκάλιασμα οι δυό μας,
Εσύ αγέννητος κι εγώ μικρή κι αθώ’ ακόμα,
Μακριά από βασίλεια,από επαναστάσεις,
Από πολέμους και σφαγές..Ωί Ελα Κωνσταντίνε..
(Λέγοντας τα τελευταία λόγια,το πρόσωπό της βρίσκεται μπροστά στο πρόσωπό του,και με τα χέρια της πιάνει τους^βραχίονές του.Εκείνος μένει άβουλος.υμως η απέχθεια^έχει παραχωρήσει τη θέση της στον δισταγμό. Η Ειρήνη πέφτει μπροστά στα πόδια του κλαίγοντας ήρεμα και πικραμένα.Εκείνος κυττάζει δεξιά.Κυττάζει αριστεράΚυττάζει πάνω σα να προσεύχεται ή σα να ζητάει βοήθεια.Υστερα σκύβει,σήκωνει την Ειρήνη,της σκουπίΓει τα δακρυα)
ΚΩΝ
Μην κλαις.Μην κλαις.Ησύχασε.. Μην κλαις..Μητέρα..Ειρήνη (Τη φιλάει στο στόμα.Αυτή τον αγκαλιάζει)
Κι ούτε ποτέ,και αν μαζί σου μ’ έπαιρνες ακόμα
Δεν θα γινόμουνα εγώ στη δόξα σου εμπόδιο Αλλά βοηθός σου θάμουνα σε όλα τα σχέδιά σου.
Αν μεπαιρνες. Όμως αλλιώς έχεις αποφασίσει.




63

ΚΩΝ
Αυτά που άκουσα άφωνο κι αμήχανον μ’ αφήνουν.
Δεν ξέρω ούτε τι να πω ούτε και τι να κάνω.
Νιώθω σαν μία ζυγαριά που έχει ισορροπήσει  
και δεν προσμένει παρά μιά λαφριά πνοή αγέρα
Ωστε στο ένα της βαριά το μέρος ν’ απογείρει.
ΕΙΡ
Πριν μίλησες για βάσανα και πόνους στη ζωή σου.
Πολλά αλήθεια πέρασες, πολλά και θα περάσεις.
Εγώ γιά τούτο φταίω-εγώ, που σ’ έφερα στον κόσμο.
Μέσα μου έλα ξαναμπές. Ελα σε μένα πάλι.
Μακριά θα φύγουν από σε όλοι σου οι πόνοι τότε.
Όλα θα είναι όμορφα. Κι όσο πονάει κάποιος
Ποτέ που δεν γεννήθηκε, τόσον θα νιώθεις πόνο
και σύ, σα μέσα μου θα μπεις. Τι πιό ωραίο γιά σένα
Απ’ όλες σου τις συφορές για πάντα να γλιτώσεις
Και τι καλό γιά μένανε παιδούλα νάμαι πάλι
και ό.τι έχασα κι εγώ, δικό μου να ξανάχω…
(Λέγοντας τα παρακάτω πλησιάζει τον Κωνσταντίνο, βηματίζει γύρω του και τέλος στέκεται μπροστά του)
Ξέρω πως δεν τα πας καλά με τη Μαρία. Γιά μένα
Δεν ειν’ αυτό παράξενο… Ετσι συμβαίνει πάντα-
Απ’ το κορμί μου κόπηκες-πώς θα ταιριάζεις μ’ άλλο;
Και ποιά θα ήταν η γυναίκα εκείνη Κωνσταντίνε
Που θα της ταίριαζε να πει καλλίτερα από μένα
"Είσαι δικός μου" Πoιά; Καμιά. Απ’ όλες τις γυναίκες
Μόνον εγώ μπορώ να πω για σε "είσαι δικός μου".
Κι όσο δικός μου είσαι εσύ, κι εγώ δική σου είμαι.
Κατάλαβέ το έτσι κι εσύ και έλα Κωνσταντίνε
Και το κορμί αγκάλιασε ετούτο το ωραίο.
Και ας χαθούμε μες σ αυτό τ’αγκάλιασμα οι δυό μας,
Εσύ αγέννητος κι εγώ μικρή κι αθώα ακόμα,
Από βασίλεια μακριά κι από επαναστάσεις,
Από πολέμους και σφαγές... Ω! Ελα Κωνσταντίνε..
(Λέγοντας τα τελευταία λόγια, το πρόσωπό της βρίσκεται μπροστά στο πρόσωπό του, και με τα χέρια της πιάνει τους βραχίονές του. Εκείνος μένει άβουλος. Όμως η απέχθεια έχει παραχωρήσει τη θέση της στον δισταγμό. Η Ειρήνη πέφτει μπροστά στα πόδια του κλαίγοντας ήρεμα και πικραμένα. Εκείνος κοιτάζει δεξιά. Κοιτάζει αριστερά. Κοιτάζει πάνω σαν να προσεύχεται ή σαν να ζητάει βοήθεια. Υστερα σκύβει, σήκωνει την Ειρήνη, της σκουπίζει τα δακρυα)
ΚΩΝ
Μην κλαις. Μην κλαις. Ησύχασε… Μην κλαις… Μητέρα… Ειρήνη…
(Τη φιλάει στο στόμα. Αυτή τον αγκαλιάζει)




64
ΠΡΑΞΗ ΤΡΙΤΗ ΣΚΗΝΗ ΕΒΔΟΜΗ
Χρόνος 792.
Παλάτι.
ΠΡΟΣΩΠΑ:ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ,ΑΛΕΞΙΟΣ,ΕΙΡΗΝΗ,
ΦΩΚΑΣ,ΣΤΑΥΡΑΚΙΟΣ

ΚΩΝ
Τι νέα από τους Βούλγαρους μας έφερες Αλέξιε;
ΑΔΕΞΙΟΣ    
Κάψαν τη Φιλιππούπολη και την Αγχίαλο πήραν.
Κι όπου περνάν τον πανικό σκορπίζουν και το φόβο.
Κι απ’ όλους τους στρατιώτες μας μόνο οι Παυλιανίτες Και τους ενίκησαν και πάλι πίσω τους εστείλαν.
ΚΩΝ
Οι Παυλιανίτες! Οι καλοί άγγελοι της Πατρίδας.
Πιστοί και φιλοπρόοδοι. Στήριγμα του στρατού μας.
Και υποδείγματα καλά γιά κάθε αλλαγή μας.
Ε!Ρ
Μα, Κωνσταντίνε, μην ξεχνάς πως ούτε στις εικόνες
Και στων αγίων τα λείψανα εκείνοι δεν πιστεύουν
Και ούτε και τον Αγιο Σταυρό τον προσκυνάνε.
ΚΩΝ
Δεν παύουν νάναι Χριστιανοί κι αν ολ’ αυτά δεν κάνουν. Αλλά, Αλέξιε, ο καιρός νομίζω έχει έρθει
Να σταματήσουμε αυτούς τους άπιστους Βουλγάρους.
ΑΛΕ
Αν βασιλιά ενάντια τους θέλεις να εκστρατεύσεις
Απ’ την Ασία πάρε στρατό κι όχι από την Ευρώπη. Στρατιώτες σκληροτράχηλους θα βρεις στην Αρμενία Στην Παμφιλία, στη Λυδία και στην Παφλαγονία.
Κι αν ο ίδιος συ δεν θες να πας, σε μένα τότε δώσε
Τον διαλεχτό αυτόν στρατό κι υπόσχεση σου δίνω
Δική σου νάναι σένα μήνα μέσα η Βουλγαρία.
ΚΩΝ
Αλέξιε φίλε μου καλέ, σ’ ευχαριστώ για τώρα.  
Γρηγορα τις βασιλικές θ’ ακούσεις αποφάσεις.
(Βγαίνει ο Αλέξιος)
Γενναίος κι άξιος και πιστός. Αν είχα δέκα τέτοιους..,
ΕΙΡ
Α! Βασιλια μου! Πώς μπορεί να μάς θαμπώνει η δόξα
Και να μη βλέπουμε σωστά τα πράγματα όπως είναι.
ΚΩΝ
Γιατι το λες; Τ’ είναι που εγώ δεν βλέπω όπως είναι;
ΕΙΡ
Καλέ μου μην πειράζεσαι. Ως χτες κι εγώ ακόμη





65

Με όλων των χρόνων μου αυτή την πείρα την μεγάλη,
θα ορκιζόμουν πως πιστός σού είναι ο Αλέξιος.
ΚΩΝ
Άπιστος ο Αλέξιος; Που τόση έχει δείξει
Σε μένανε αφοσίωση;
ΕΙΡ
Θυμάσαι Κωνσταντίνε
Που πριν δυό χρόνια στράφηκε ενάντια σε μένα
Και πρωτοστάτησε εσέ στο θρόνο να σε βάλει;
Βέβαια επέρασαν αυτά. Μα έρχεται η ώρα
Που τα παλιά ταιριάζοντας κανείς με τα καινούργια
Τότε συμπέρασμα σωστό μόνο μπορεί να βγάλει.
Γιά τον εαυτό του φρόντιζε. Και σχέδιο στο μυαλό του Εχει, να ρίξει εσένανε κι αυτός να βασιλέψει.
Τ’ Αρμενιακά τα σώματα και τ’ Ασιανά και τ’ άλλα
Όλα πιστεύουνε σ’ αυτόν και σαν Θεό τον βλέπουν.
Τον είδες πόσο όμορφα βρήκε την ευκαιρία
Να σου ζητήσει ν’ αναλάβει αυτός την αρχηγία;
Κι οι Αρμένιοι δεν το κρύβουνε πως γι αρχηγό τους θέλουν
Να έχουν τον Αλέξιο. Τι όλα αυτά σου λένε;
Και παραδέξου, όταν και συ τον έφερες κοντά σου
Δεν τόκανες γιατ’ ήθελες κοντά σου να τον έχεις
Μα να τον πάρεις απ’ αυτούς.
ΚΩΝ
Σαυτό-ναι-δίκιο έχεις. Μα έχοντάς τόνε κοντά εδώ και δύο χρόνια
Είδα πως ανυπόστατες ήταν οι υποψίες
Που μου παιδεύαν το μυαλό. Γι αυτό και δεν πιστεύω Πως κάποια βάση έχουνε αυτές οι υποθέσεις
Που κάνεις. Εξω έπεσες στην κρίση σου ετούτη.
Είναι πιστός ο Αλέξιος.
ΕΙΡ
Θεέ μου! Κωνσταντίνε!
Δε  με πιστεύεις. Μα εγώ στην άκρη εδώ θα κάτσω
Και κάποιος άλλος θάρξθει εδώ πού χει να σου μιλήσει
Και να σου πει πως ότι λέω, δεν είναι υποψίες
Αλλά πραγματικότητα. Και τότε αποφασίζεις.
Αν πρέπει τις ιδέες σου πούχεις για τον Αλέξιο
Να τις αλλάξεις, ή, αν θες πάλι, να τις κρατήσεις. Σταυράκιε φερε το Φωκά.
(Ο Σταυράκιος βγαίνει)
ΚΩΝ
Ποιόν; Τον υπασπιστή μου;
ΕΙΡ
Ναι. Ο Αλέξιος του ’χει πει να μπει κι εκείνος μέσα
Στη σκευωρία που έχει αυτός ενάντιά σου στήσει.
Και να τους πείσει πως κι αυτός ίδια φρονεί μ’ εκείνους.
(Μπαίνουν ο Σταυράκιος και ο Φωκάς)
ΚΩΝ
Λέγε Φωκά.
Κι ούτε ποτέ,και αν μαζί σου μ’ έπαιρνες ακόμα
Δεν θα γινόμουνα εγώ στη δόξα σου εμπόδιο Αλλά βοηθός σου θάμουνα σε όλα τα σχέδιά σου.
Αν μεπαιρνες. Όμως αλλιώς έχεις αποφασίσει.




63

ΚΩΝ
Αυτά που άκουσα άφωνο κι αμήχανον μ’ αφήνουν.
Δεν ξέρω ούτε τι να πω ούτε και τι να κάνω.
Νιώθω σαν μία ζυγαριά που έχει ισορροπήσει  
και δεν προσμένει παρά μιά λαφριά πνοή αγέρα
Ωστε στο ένα της βαριά το μέρος ν’ απογείρει.
ΕΙΡ
Πριν μίλησες για βάσανα και πόνους στη ζωή σου.
Πολλά αλήθεια πέρασες, πολλά και θα περάσεις.
Εγώ γιά τούτο φταίω-εγώ, που σ’ έφερα στον κόσμο.
Μέσα μου έλα ξαναμπές. Ελα σε μένα πάλι.
Μακριά θα φύγουν από σε όλοι σου οι πόνοι τότε.
Όλα θα είναι όμορφα. Κι όσο πονάει κάποιος
Ποτέ που δεν γεννήθηκε, τόσον θα νιώθεις πόνο
και σύ, σα μέσα μου θα μπεις. Τι πιό ωραίο γιά σένα
Απ’ όλες σου τις συφορές για πάντα να γλιτώσεις
Και τι καλό γιά μένανε παιδούλα νάμαι πάλι
και ό.τι έχασα κι εγώ, δικό μου να ξανάχω…
(Λέγοντας τα παρακάτω πλησιάζει τον Κωνσταντίνο, βηματίζει γύρω του και τέλος στέκεται μπροστά του)
Ξέρω πως δεν τα πας καλά με τη Μαρία. Γιά μένα
Δεν ειν’ αυτό παράξενο… Ετσι συμβαίνει πάντα-
Απ’ το κορμί μου κόπηκες-πώς θα ταιριάζεις μ’ άλλο;
Και ποιά θα ήταν η γυναίκα εκείνη Κωνσταντίνε
Που θα της ταίριαζε να πει καλλίτερα από μένα
"Είσαι δικός μου" Πoιά; Καμιά. Απ’ όλες τις γυναίκες
Μόνον εγώ μπορώ να πω για σε "είσαι δικός μου".
Κι όσο δικός μου είσαι εσύ, κι εγώ δική σου είμαι.
Κατάλαβέ το έτσι κι εσύ και έλα Κωνσταντίνε
Και το κορμί αγκάλιασε ετούτο το ωραίο.
Και ας χαθούμε μες σ αυτό τ’αγκάλιασμα οι δυό μας,
Εσύ αγέννητος κι εγώ μικρή κι αθώα ακόμα,
Από βασίλεια μακριά κι από επαναστάσεις,
Από πολέμους και σφαγές... Ω! Ελα Κωνσταντίνε..
(Λέγοντας τα τελευταία λόγια, το πρόσωπό της βρίσκεται μπροστά στο πρόσωπό του, και με τα χέρια της πιάνει τους βραχίονές του. Εκείνος μένει άβουλος. Όμως η απέχθεια έχει παραχωρήσει τη θέση της στον δισταγμό. Η Ειρήνη πέφτει μπροστά στα πόδια του κλαίγοντας ήρεμα και πικραμένα. Εκείνος κοιτάζει δεξιά. Κοιτάζει αριστερά. Κοιτάζει πάνω σαν να προσεύχεται ή σαν να ζητάει βοήθεια. Υστερα σκύβει, σήκωνει την Ειρήνη, της σκουπίζει τα δακρυα)
ΚΩΝ
Μην κλαις. Μην κλαις. Ησύχασε… Μην κλαις… Μητέρα… Ειρήνη…
(Τη φιλάει στο στόμα. Αυτή τον αγκαλιάζει)




64
ΠΡΑΞΗ ΤΡΙΤΗ ΣΚΗΝΗ ΕΒΔΟΜΗ
Χρόνος 792.
Παλάτι.
ΠΡΟΣΩΠΑ:ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ,ΑΛΕΞΙΟΣ,ΕΙΡΗΝΗ,
ΦΩΚΑΣ,ΣΤΑΥΡΑΚΙΟΣ

ΚΩΝ
Τι νέα από τους Βούλγαρους μας έφερες Αλέξιε;
ΑΔΕΞΙΟΣ    
Κάψαν τη Φιλιππούπολη και την Αγχίαλο πήραν.
Κι όπου περνάν τον πανικό σκορπίζουν και το φόβο.
Κι απ’ όλους τους στρατιώτες μας μόνο οι Παυλιανίτες Και τους ενίκησαν και πάλι πίσω τους εστείλαν.
ΚΩΝ
Οι Παυλιανίτες! Οι καλοί άγγελοι της Πατρίδας.
Πιστοί και φιλοπρόοδοι. Στήριγμα του στρατού μας.
Και υποδείγματα καλά γιά κάθε αλλαγή μας.
Ε!Ρ
Μα, Κωνσταντίνε, μην ξεχνάς πως ούτε στις εικόνες
Και στων αγίων τα λείψανα εκείνοι δεν πιστεύουν
Και ούτε και τον Αγιο Σταυρό τον προσκυνάνε.
ΚΩΝ
Δεν παύουν νάναι Χριστιανοί κι αν ολ’ αυτά δεν κάνουν. Αλλά, Αλέξιε, ο καιρός νομίζω έχει έρθει
Να σταματήσουμε αυτούς τους άπιστους Βουλγάρους.
ΑΛΕ
Αν βασιλιά ενάντια τους θέλεις να εκστρατεύσεις
Απ’ την Ασία πάρε στρατό κι όχι από την Ευρώπη. Στρατιώτες σκληροτράχηλους θα βρεις στην Αρμενία Στην Παμφιλία, στη Λυδία και στην Παφλαγονία.
Κι αν ο ίδιος συ δεν θες να πας, σε μένα τότε δώσε
Τον διαλεχτό αυτόν στρατό κι υπόσχεση σου δίνω
Δική σου νάναι σένα μήνα μέσα η Βουλγαρία.
ΚΩΝ
Αλέξιε φίλε μου καλέ, σ’ ευχαριστώ για τώρα.  
Γρηγορα τις βασιλικές θ’ ακούσεις αποφάσεις.
(Βγαίνει ο Αλέξιος)
Γενναίος κι άξιος και πιστός. Αν είχα δέκα τέτοιους..,
ΕΙΡ
Α! Βασιλια μου! Πώς μπορεί να μάς θαμπώνει η δόξα
Και να μη βλέπουμε σωστά τα πράγματα όπως είναι.
ΚΩΝ
Γιατι το λες; Τ’ είναι που εγώ δεν βλέπω όπως είναι;
ΕΙΡ
Καλέ μου μην πειράζεσαι. Ως χτες κι εγώ ακόμη





65

Με όλων των χρόνων μου αυτή την πείρα την μεγάλη,
θα ορκιζόμουν πως πιστός σού είναι ο Αλέξιος.
ΚΩΝ
Άπιστος ο Αλέξιος; Που τόση έχει δείξει
Σε μένανε αφοσίωση;
ΕΙΡ
Θυμάσαι Κωνσταντίνε
Που πριν δυό χρόνια στράφηκε ενάντια σε μένα
Και πρωτοστάτησε εσέ στο θρόνο να σε βάλει;
Βέβαια επέρασαν αυτά. Μα έρχεται η ώρα
Που τα παλιά ταιριάζοντας κανείς με τα καινούργια
Τότε συμπέρασμα σωστό μόνο μπορεί να βγάλει.
Γιά τον εαυτό του φρόντιζε. Και σχέδιο στο μυαλό του Εχει, να ρίξει εσένανε κι αυτός να βασιλέψει.
Τ’ Αρμενιακά τα σώματα και τ’ Ασιανά και τ’ άλλα
Όλα πιστεύουνε σ’ αυτόν και σαν Θεό τον βλέπουν.
Τον είδες πόσο όμορφα βρήκε την ευκαιρία
Να σου ζητήσει ν’ αναλάβει αυτός την αρχηγία;
Κι οι Αρμένιοι δεν το κρύβουνε πως γι αρχηγό τους θέλουν
Να έχουν τον Αλέξιο. Τι όλα αυτά σου λένε;
Και παραδέξου, όταν και συ τον έφερες κοντά σου
Δεν τόκανες γιατ’ ήθελες κοντά σου να τον έχεις
Μα να τον πάρεις απ’ αυτούς.
ΚΩΝ
Σαυτό-ναι-δίκιο έχεις. Μα έχοντάς τόνε κοντά εδώ και δύο χρόνια
Είδα πως ανυπόστατες ήταν οι υποψίες
Που μου παιδεύαν το μυαλό. Γι αυτό και δεν πιστεύω Πως κάποια βάση έχουνε αυτές οι υποθέσεις
Που κάνεις. Εξω έπεσες στην κρίση σου ετούτη.
Είναι πιστός ο Αλέξιος.
ΕΙΡ
Θεέ μου! Κωνσταντίνε!
Δε  με πιστεύεις. Μα εγώ στην άκρη εδώ θα κάτσω
Και κάποιος άλλος θάρξθει εδώ πού χει να σου μιλήσει
Και να σου πει πως ότι λέω, δεν είναι υποψίες
Αλλά πραγματικότητα. Και τότε αποφασίζεις.
Αν πρέπει τις ιδέες σου πούχεις για τον Αλέξιο
Να τις αλλάξεις, ή, αν θες πάλι, να τις κρατήσεις. Σταυράκιε φερε το Φωκά.
(Ο Σταυράκιος βγαίνει)
ΚΩΝ
Ποιόν; Τον υπασπιστή μου;
ΕΙΡ
Ναι. Ο Αλέξιος του ’χει πει να μπει κι εκείνος μέσα
Στη σκευωρία που έχει αυτός ενάντιά σου στήσει.
Και να τους πείσει πως κι αυτός ίδια φρονεί μ’ εκείνους.
(Μπαίνουν ο Σταυράκιος και ο Φωκάς)
ΚΩΝ
Λέγε Φωκά.
Κι ούτε ποτέ,και αν μαζί σου μ’ έπαιρνες ακόμα
Δεν θα γινόμουνα εγώ στη δόξα σου εμπόδιο Αλλά βοηθός σου θάμουνα σε όλα τα σχέδιά σου.
Αν μεπαιρνες. Όμως αλλιώς έχεις αποφασίσει.




63

ΚΩΝ
Αυτά που άκουσα άφωνο κι αμήχανον μ’ αφήνουν.
Δεν ξέρω ούτε τι να πω ούτε και τι να κάνω.
Νιώθω σαν μία ζυγαριά που έχει ισορροπήσει  
και δεν προσμένει παρά μιά λαφριά πνοή αγέρα
Ωστε στο ένα της βαριά το μέρος ν’ απογείρει.
ΕΙΡ
Πριν μίλησες για βάσανα και πόνους στη ζωή σου.
Πολλά αλήθεια πέρασες, πολλά και θα περάσεις.
Εγώ γιά τούτο φταίω-εγώ, που σ’ έφερα στον κόσμο.
Μέσα μου έλα ξαναμπές. Ελα σε μένα πάλι.
Μακριά θα φύγουν από σε όλοι σου οι πόνοι τότε.
Όλα θα είναι όμορφα. Κι όσο πονάει κάποιος
Ποτέ που δεν γεννήθηκε, τόσον θα νιώθεις πόνο
και σύ, σα μέσα μου θα μπεις. Τι πιό ωραίο γιά σένα
Απ’ όλες σου τις συφορές για πάντα να γλιτώσεις
Και τι καλό γιά μένανε παιδούλα νάμαι πάλι
και ό.τι έχασα κι εγώ, δικό μου να ξανάχω…
(Λέγοντας τα παρακάτω πλησιάζει τον Κωνσταντίνο, βηματίζει γύρω του και τέλος στέκεται μπροστά του)
Ξέρω πως δεν τα πας καλά με τη Μαρία. Γιά μένα
Δεν ειν’ αυτό παράξενο… Ετσι συμβαίνει πάντα-
Απ’ το κορμί μου κόπηκες-πώς θα ταιριάζεις μ’ άλλο;
Και ποιά θα ήταν η γυναίκα εκείνη Κωνσταντίνε
Που θα της ταίριαζε να πει καλλίτερα από μένα
"Είσαι δικός μου" Πoιά; Καμιά. Απ’ όλες τις γυναίκες
Μόνον εγώ μπορώ να πω για σε "είσαι δικός μου".
Κι όσο δικός μου είσαι εσύ, κι εγώ δική σου είμαι.
Κατάλαβέ το έτσι κι εσύ και έλα Κωνσταντίνε
Και το κορμί αγκάλιασε ετούτο το ωραίο.
Και ας χαθούμε μες σ αυτό τ’αγκάλιασμα οι δυό μας,
Εσύ αγέννητος κι εγώ μικρή κι αθώα ακόμα,
Από βασίλεια μακριά κι από επαναστάσεις,
Από πολέμους και σφαγές... Ω! Ελα Κωνσταντίνε..
(Λέγοντας τα τελευταία λόγια, το πρόσωπό της βρίσκεται μπροστά στο πρόσωπό του, και με τα χέρια της πιάνει τους βραχίονές του. Εκείνος μένει άβουλος. Όμως η απέχθεια έχει παραχωρήσει τη θέση της στον δισταγμό. Η Ειρήνη πέφτει μπροστά στα πόδια του κλαίγοντας ήρεμα και πικραμένα. Εκείνος κοιτάζει δεξιά. Κοιτάζει αριστερά. Κοιτάζει πάνω σαν να προσεύχεται ή σαν να ζητάει βοήθεια. Υστερα σκύβει, σήκωνει την Ειρήνη, της σκουπίζει τα δακρυα)
ΚΩΝ
Μην κλαις. Μην κλαις. Ησύχασε… Μην κλαις… Μητέρα… Ειρήνη…
(Τη φιλάει στο στόμα. Αυτή τον αγκαλιάζει)




64
ΠΡΑΞΗ ΤΡΙΤΗ ΣΚΗΝΗ ΕΒΔΟΜΗ
Χρόνος 792.
Παλάτι.
ΠΡΟΣΩΠΑ:ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ,ΑΛΕΞΙΟΣ,ΕΙΡΗΝΗ,
ΦΩΚΑΣ,ΣΤΑΥΡΑΚΙΟΣ

ΚΩΝ
Τι νέα από τους Βούλγαρους μας έφερες Αλέξιε;
ΑΔΕΞΙΟΣ    
Κάψαν τη Φιλιππούπολη και την Αγχίαλο πήραν.
Κι όπου περνάν τον πανικό σκορπίζουν και το φόβο.
Κι απ’ όλους τους στρατιώτες μας μόνο οι Παυλιανίτες Και τους ενίκησαν και πάλι πίσω τους εστείλαν.
ΚΩΝ
Οι Παυλιανίτες! Οι καλοί άγγελοι της Πατρίδας.
Πιστοί και φιλοπρόοδοι. Στήριγμα του στρατού μας.
Και υποδείγματα καλά γιά κάθε αλλαγή μας.
Ε!Ρ
Μα, Κωνσταντίνε, μην ξεχνάς πως ούτε στις εικόνες
Και στων αγίων τα λείψανα εκείνοι δεν πιστεύουν
Και ούτε και τον Αγιο Σταυρό τον προσκυνάνε.
ΚΩΝ
Δεν παύουν νάναι Χριστιανοί κι αν ολ’ αυτά δεν κάνουν. Αλλά, Αλέξιε, ο καιρός νομίζω έχει έρθει
Να σταματήσουμε αυτούς τους άπιστους Βουλγάρους.
ΑΛΕ
Αν βασιλιά ενάντια τους θέλεις να εκστρατεύσεις
Απ’ την Ασία πάρε στρατό κι όχι από την Ευρώπη. Στρατιώτες σκληροτράχηλους θα βρεις στην Αρμενία Στην Παμφιλία, στη Λυδία και στην Παφλαγονία.
Κι αν ο ίδιος συ δεν θες να πας, σε μένα τότε δώσε
Τον διαλεχτό αυτόν στρατό κι υπόσχεση σου δίνω
Δική σου νάναι σένα μήνα μέσα η Βουλγαρία.
ΚΩΝ
Αλέξιε φίλε μου καλέ, σ’ ευχαριστώ για τώρα.  
Γρηγορα τις βασιλικές θ’ ακούσεις αποφάσεις.
(Βγαίνει ο Αλέξιος)
Γενναίος κι άξιος και πιστός. Αν είχα δέκα τέτοιους..,
ΕΙΡ
Α! Βασιλια μου! Πώς μπορεί να μάς θαμπώνει η δόξα
Και να μη βλέπουμε σωστά τα πράγματα όπως είναι.
ΚΩΝ
Γιατι το λες; Τ’ είναι που εγώ δεν βλέπω όπως είναι;
ΕΙΡ
Καλέ μου μην πειράζεσαι. Ως χτες κι εγώ ακόμη





65

Με όλων των χρόνων μου αυτή την πείρα την μεγάλη,
θα ορκιζόμουν πως πιστός σού είναι ο Αλέξιος.
ΚΩΝ
Άπιστος ο Αλέξιος; Που τόση έχει δείξει
Σε μένανε αφοσίωση;
ΕΙΡ
Θυμάσαι Κωνσταντίνε
Που πριν δυό χρόνια στράφηκε ενάντια σε μένα
Και πρωτοστάτησε εσέ στο θρόνο να σε βάλει;
Βέβαια επέρασαν αυτά. Μα έρχεται η ώρα
Που τα παλιά ταιριάζοντας κανείς με τα καινούργια
Τότε συμπέρασμα σωστό μόνο μπορεί να βγάλει.
Γιά τον εαυτό του φρόντιζε. Και σχέδιο στο μυαλό του Εχει, να ρίξει εσένανε κι αυτός να βασιλέψει.
Τ’ Αρμενιακά τα σώματα και τ’ Ασιανά και τ’ άλλα
Όλα πιστεύουνε σ’ αυτόν και σαν Θεό τον βλέπουν.
Τον είδες πόσο όμορφα βρήκε την ευκαιρία
Να σου ζητήσει ν’ αναλάβει αυτός την αρχηγία;
Κι οι Αρμένιοι δεν το κρύβουνε πως γι αρχηγό τους θέλουν
Να έχουν τον Αλέξιο. Τι όλα αυτά σου λένε;
Και παραδέξου, όταν και συ τον έφερες κοντά σου
Δεν τόκανες γιατ’ ήθελες κοντά σου να τον έχεις
Μα να τον πάρεις απ’ αυτούς.
ΚΩΝ
Σαυτό-ναι-δίκιο έχεις. Μα έχοντάς τόνε κοντά εδώ και δύο χρόνια
Είδα πως ανυπόστατες ήταν οι υποψίες
Που μου παιδεύαν το μυαλό. Γι αυτό και δεν πιστεύω Πως κάποια βάση έχουνε αυτές οι υποθέσεις
Που κάνεις. Εξω έπεσες στην κρίση σου ετούτη.
Είναι πιστός ο Αλέξιος.
ΕΙΡ
Θεέ μου! Κωνσταντίνε!
Δε  με πιστεύεις. Μα εγώ στην άκρη εδώ θα κάτσω
Και κάποιος άλλος θάρξθει εδώ πού χει να σου μιλήσει
Και να σου πει πως ότι λέω, δεν είναι υποψίες
Αλλά πραγματικότητα. Και τότε αποφασίζεις.
Αν πρέπει τις ιδέες σου πούχεις για τον Αλέξιο
Να τις αλλάξεις, ή, αν θες πάλι, να τις κρατήσεις. Σταυράκιε φερε το Φωκά.
(Ο Σταυράκιος βγαίνει)
ΚΩΝ
Ποιόν; Τον υπασπιστή μου;
ΕΙΡ
Ναι. Ο Αλέξιος του ’χει πει να μπει κι εκείνος μέσα
Στη σκευωρία που έχει αυτός ενάντιά σου στήσει.
Και να τους πείσει πως κι αυτός ίδια φρονεί μ’ εκείνους.
(Μπαίνουν ο Σταυράκιος και ο Φωκάς)
ΚΩΝ
Λέγε Φωκά.




































Μα τώρα ξέρω. Ζήλευα και τότε σαν γυναίκα.
Κι όταν σε πάντρεψα εγώ η ίδια με τη Μαρία
Τόκανα περισσότερο γιατ’ ήθελα να σβήσει
Και να χαθεί από μέσα μου η αίσθηση εκείνη-
Γιά να το πάρω απόφαση πως σ’ άλληνε ανήκεις.
Α! Πόσο ήμουν άμυαλη, που εθαρρούσα ότι ^
Μπορεί αυτό να γίνονταν… Το πόσο έπεφτα έξω Τώρα μονάχα να το δω μπορώ. A! Κωνσταντίνε! Όταν σε χτύπησε αυτό το άθλιο μου το χέρι
Αυτή η ελπίδα τοσπρωχνε. Α! Νάξερες μονάχα Ξάγρυπνη πόσες κλαίγοντας γι αυτό έμεινα νύχτες…
Κι αν προσπαθούσα να σε δω μονάχα σαν^παιδί μου Μα-ειρωνία-θύμησες με καίγαν τέτοιες τότε:
Γυμνούλι το κορμάκι σου κι εγώ να το χαϊδεύω.
Η να φιλώ το τρυφερό μικρό σου στοματάκι.
Κι ακόμα, ξέχωρα από με, ετούτο ’δω το στήθος Αναθυμόταν τις γλυκές ημέρες που, μικράκι
Με τα μικρά χειλάκια σου και τ’ άδοντά σου τα ούλα Το δάγκωνες, το απομυζούσες κι έπαιζες μαζί του. Και καίγονταν στη θύμηση, κι απέλπιδα ζητούσε
Το ίδιο εκείνο το γλυκό να αιστανθεί το ρίγος.
Ω! Τι γλύκες! Τι όμορφες στιγμές ήταν εκείνες.. (Μικρή σιωπή)
Και τώρα φύγε .Πήγαινε. Αυτά ήταν Κωνσταντίνε
’Ότι ήθελα να σου ειπώ. Μικρότερη θα είναι
Η δυστυχία μου αφού τα είπα αυτά σε σένα.
Φύγε. Μονάχη μου εδώ θα κλαίω νύχτα μέρα.
Μα μία χάρη σου ζητώ. Κανένας να μη μάθει
Όσα σου είπα τώρα δα. Ντροπή καθένας τόχει
Τα πάθη του στου ηλιού το φως μέσα να ξεδιπλώνει, Θέαμα καταγέλαστο σε κάθε τρίτου μάτια.
(Γυρίζει προς το παράθυρο περιμένοντας να φύγει ο Κωνσταντίνος)

ΚΩΝ
Είναι κανείς να σε λυπάται-να σε πω μητέρα-
Μ’ από την άλλη τη μεριά ανθρώπινα όλα είναι
Και δε μπορεί να πει κανείς η μοίρα τι του φέρνει.
Δε φανταζόμουνα ποτέ, μικρός εγώ σαν ήμουν
Πως θα μπορούσαν όλα αυτά να γίνουνε σε μένα
Τα είκοσι τα χρόνια μου ακόμα πριν να κλείσω-
Τόσοι μεγάλλοι πόλεμοι… τόσες επαναστάσεις…,..
Τόσες περάσανε χαρές και τόσες λύπες, λύπες,..
Ο γάμος μου, της μάνας μου η δεσποτική η στάση… Και τώρα αυτό που καν δεν έφερνα στη σκέψη…
Κι όμως εγίνανε. Και ποσα ακόμα θα γινούνε…

ΕΙΡ
(Σηκώνεται)
Σε όσα γίνουνε από δω και πέρα Κωνσταντίνε
Βοηθό θα μ’ έχεις. Από δω που βρίσκομαι κλεισμένη Ό,τι μπορώ για σένανε να κάνω, θα το κάνω.
Ευτυχισμένη θαμαι εγώ, αν συ εισ’ ευτυχισμένος.
Κι ούτε ποτέ, και αν μαζί σου μ’ έπαιρνες ακόμα
Δεν θα γινόμουνα εγώ στη σκέψη σου εμπόδιο.
Αλλα βοηθός σου θα ’μουνα σε όλα τα σχέδιά σου.
Αν μ’ επαιρνες. Όμως αλλιώς έχεις αποφασίσει.



64
ΠΡΑΞΗ ΤΡΙΤΗ ΣΚΗΝΗ ΕΒΔΟΜΗ
792.
παλάτι.
ΠΡΟΣΩΠΑ:ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ,ΑΛΕΞΙΟΣ,ΕΙΡΗΝΗ,ΦΩΚΑΣ,ΣΤΑΥΡΑΚΙΟΣ
ΚΩΝ
ποιές είναι, οι ειδήσεις απ’
ΑΔΕΞΙΟΣ    f
Κάψαν τη Φιλιππούπολη και την ^γχίαλο πήραν.
Κι δ,που περνάν τον πανικό σκορπίζουν και το φόβο.
Κι απδλους τους στρατιώτες μας μόνο οι ιιαυλιανίτες Και τους ενίκησαν και πάλι πίσω τους εστείλαν.
ΚΩΝ
νι Ιίαυλιανίτεςioι καλοί άγγελοι της Πατρίδας.
Πιστοί και φιλοπρόοδοι.Στήριγμα του στρατού μας.
Και υποδείγματα καλά γιά κάθε αλλαγή μας.
Ε!Ρ
Μα,Κωνσταντίνε,μην ξεχνάς πως όχι στις εικόνες Και στο^ν αγίων τα λείψανα εκείνοι δεν τιιστεύουν Μα ούτε και τον Αγιο Σταυρό τον προσκυνάνε.
ΚΩΝ
Δεν παύουν νάναι Χριστιανοί κι αν ολ’ αυτά δεν κάνουν. Αλλά,Αλέξιε,ο καιρός νομίζω έχει έρθει Να σταματήσουμε αυτούς τους άπιστους Βουλγάρους.
ΑΛΕ
Αν βασιλιά να εκστρατεύσεις θέλεις ενάντιά τους Πάρε στρατό απ’ την Ασία κι όχι απ’ την Ευρώπη. Στρατιώτες σκληροτράχηλους θα βρεις στην Αρμενία Στην παμφιλία,στη Λυδία,στην Ηαφλαγονία.
Κι αν συ δε θέλεις να στρατεύσεις,δώσε μου εμένα Αυτό το διαλεχτό στρατό κι υπόσχεση σου δίνω Δική σου νάναι σένα μήνα μέσα η Βουλγαρία.
ΚΩΝ
Αλέξιε φίλε μου καλέ,σευχαριστώ γιά τώρα. Γρηγορα^τις βασιλικές θακούσεις αποφάσεις.
(Βγαίνει ο Αλέξιος)
Γενναίος,κι άξιος και πιστός.Αν είχα δέκα τέτιους..
ΕΙΡ
Α: Βασιλια μου! πώς μπορεί να μάς θαμπώνει η δόξα Και να μη βλέπουμε σωστά τα πράγματα όπως είναι.
ΚΩΝ
Iιατι το λες^ Τίναι που εγώ δε βλέπω όπως είναι* ΕΙΡ^
Καλέ μου μην πειράζεσαι.Ως χτες κι εγώ ακόμη



ΠΡΑΞΗ ΤΡΙΤΗ ΣΚΗΝΗ ΕΒΔΟΜΗ
792.
παλάτι.
ΠΡΟΣΩΠΑ:ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ,ΑΛΕΞΙΟΣ,ΕΙΡΗΝΗ,ΦΩΚΑΣ,ΣΤΑΥΡΑΚΙΟΣ
ΚΩΝ
ποιές είναι, οι ειδήσεις απ’
ΑΔΕΞΙΟΣ    f
Κάψαν τη Φιλιππούπολη και την ^γχίαλο πήραν.
Κι δ,που περνάν τον πανικό σκορπίζουν και το φόβο.
Κι απδλους τους στρατιώτες μας μόνο οι ιιαυλιανίτες Και τους ενίκησαν και πάλι πίσω τους εστείλαν.
ΚΩΝ
νι Ιίαυλιανίτεςioι καλοί άγγελοι της Πατρίδας.
Πιστοί και φιλοπρόοδοι.Στήριγμα του στρατού μας.
Και υποδείγματα καλά γιά κάθε αλλαγή μας.
Ε!Ρ
Μα,Κωνσταντίνε,μην ξεχνάς πως όχι στις εικόνες Και στο^ν αγίων τα λείψανα εκείνοι δεν τιιστεύουν Μα ούτε και τον Αγιο Σταυρό τον προσκυνάνε.
ΚΩΝ
Δεν παύουν νάναι Χριστιανοί κι αν ολ’ αυτά δεν κάνουν. Αλλά,Αλέξιε,ο καιρός νομίζω έχει έρθει Να σταματήσουμε αυτούς τους άπιστους Βουλγάρους.
ΑΛΕ
Αν βασιλιά να εκστρατεύσεις θέλεις ενάντιά τους Πάρε στρατό απ’ την Ασία κι όχι απ’ την Ευρώπη. Στρατιώτες σκληροτράχηλους θα βρεις στην Αρμενία Στην παμφιλία,στη Λυδία,στην Ηαφλαγονία.
Κι αν συ δε θέλεις να στρατεύσεις,δώσε μου εμένα Αυτό το διαλεχτό στρατό κι υπόσχεση σου δίνω Δική σου νάναι σένα μήνα μέσα η Βουλγαρία.
ΚΩΝ
Αλέξιε φίλε μου καλέ,σευχαριστώ γιά τώρα. Γρηγορα^τις βασιλικές θακούσεις αποφάσεις.
(Βγαίνει ο Αλέξιος)
Γενναίος,κι άξιος και πιστός.Αν είχα δέκα τέτιους..
ΕΙΡ
Α: Βασιλια μου! πώς μπορεί να μάς θαμπώνει η δόξα Και να μη βλέπουμε σωστά τα πράγματα όπως είναι.
ΚΩΝ
Iιατι το λες^ Τίναι που εγώ δε βλέπω όπως είναι* ΕΙΡ^
Καλέ μου μην πειράζεσαι.Ως χτες κι εγώ ακόμη



65

Μόλων των χρόνων μου αυτήνε .τη μεγάλη πείρα θα ορκιζόμουν πως πιστός σου είναι ο Αλέξιος.
ΚΩΝ
Απιστος ο Αλέξιος* 11ου τόση έχει δείξει Σε μένα αφοσίωση^
ΕΙΡ
Θυμάσαι Κωνσταντίνε
ηου πριν δυό χρόνια στράφηκε ενάντια σε μένα Και πρωτοστάτησε εσέ στο θρόνο γιά να βάλει^
Βέβαια πέρασαν αυτά.Μα έρχεται η ώρα
Που τα παληά ταιριάζοντας κανείς με τα καινούργια
Τότε συμπέρασμα σωστό μόνο μπορεί να βγάλει.
Γιά τον εαυτό του φρόντιζε.Και σχέδιο στο μυαλό του Εχει,να ρίξει εσένάνε κι αυτός να βασιλέψει.
Τ’ Αρμενιακά τα σώματα και τ’ Ασιανά τα άλλα υλα πιστεύουνε σαυτόν και σα Θεό τον βλέπουν.
Τον είδες πόσο όμορφα βρήκε την ευκαιρία Να σου ζητήσει ναναλάβει αυτός την αρχηγία^ και οι Αρμένιοι δεν το κρύβουν ότι θέλουν νάχουν Γιά αρχηγό τους τον Αλέξιο.Ολ’ αυτά τι λένε*
Και παραδέξου,οταν και συ τον έφερες κοντά σου Δεν τόκανες γιατ’ ήθελες κοντά σου να τον έχεις Μα να τον πάρεις απ’ αυτούς.
ΚΩΝ
Σαυτδ-ναι-δίκιο έχεις. Μα έχοντάς τόνε κοντά εδώ και δύο χρόνια Είδα πως ανυπόστατες ήταν οι υποψίες Που μου παιδεύαν το μυαλό.Γι αυτό και δεν πιστεύω 11ως κάποια βάση έχουνε αυτές οι υποθέσεις ιιου κάνεις.Εξω έπεσες στην κρίση σου ετούτη.
Είναι πιστός ο Αλέξιος.
ΕΙΡ
Θεέ μου] Κωνσταντίνε!
Δε με^πιστεύεις.Μα εγώ στην άκρη εδώ θα κάτσω Και κάποιος άλλος θάρθει εδώ πούχει να σου μιλήσει Και^να σου πει πως ό,τι λέω,δεν είναι, υποψίες Αλλά πραγματικότηταΚαι τότε αποφασίζεις Αν πρέπει^τις ιδέες σου πούχεις'γιά τον Αλέξιο Να τΐ£ αλλά^εις,ή,αν θες πάλι να τις κρατήσεις. Σταυρακιε φερε το Φωκά.
(Ο Σταυράκιος βγαίνει)
ΚΩΝ
Ποιόν* Τον υπασπιστή μου*
ΕΙΡ
Ναι Κωνσταντίνε.Ο Σταυράκιος τούπε νάμπει μέσα
Στη σκευωρία που ο Αλέξιος στήνει ενάντιά σου
Και να τους πείσει πως κι αυτός ίδια φρονεί μεκείνους
(Μπαίνουν ο Σταυράκιος και ο Φωκάς)
ΚΩΝ
Λέγε Φωκά.



Μόλων των χρόνων μου αυτήνε .τη μεγάλη πείρα θα ορκιζόμουν πως πιστός σου είναι ο Αλέξιος.
ΚΩΝ
Απιστος ο Αλέξιος* 11ου τόση έχει δείξει Σε μένα αφοσίωση^
ΕΙΡ
Θυμάσαι Κωνσταντίνε
ηου πριν δυό χρόνια στράφηκε ενάντια σε μένα Και πρωτοστάτησε εσέ στο θρόνο γιά να βάλει^
Βέβαια πέρασαν αυτά.Μα έρχεται η ώρα
Που τα παληά ταιριάζοντας κανείς με τα καινούργια
Τότε συμπέρασμα σωστό μόνο μπορεί να βγάλει.
Γιά τον εαυτό του φρόντιζε.Και σχέδιο στο μυαλό του Εχει,να ρίξει εσένάνε κι αυτός να βασιλέψει.
Τ’ Αρμενιακά τα σώματα και τ’ Ασιανά τα άλλα υλα πιστεύουνε σαυτόν και σα Θεό τον βλέπουν.
Τον είδες πόσο όμορφα βρήκε την ευκαιρία Να σου ζητήσει ναναλάβει αυτός την αρχηγία^ και οι Αρμένιοι δεν το κρύβουν ότι θέλουν νάχουν Γιά αρχηγό τους τον Αλέξιο.Ολ’ αυτά τι λένε*
Και παραδέξου,οταν και συ τον έφερες κοντά σου Δεν τόκανες γιατ’ ήθελες κοντά σου να τον έχεις Μα να τον πάρεις απ’ αυτούς.
ΚΩΝ
Σαυτδ-ναι-δίκιο έχεις. Μα έχοντάς τόνε κοντά εδώ και δύο χρόνια Είδα πως ανυπόστατες ήταν οι υποψίες Που μου παιδεύαν το μυαλό.Γι αυτό και δεν πιστεύω 11ως κάποια βάση έχουνε αυτές οι υποθέσεις ιιου κάνεις.Εξω έπεσες στην κρίση σου ετούτη.
Είναι πιστός ο Αλέξιος.
ΕΙΡ
Θεέ μου] Κωνσταντίνε!
Δε με^πιστεύεις.Μα εγώ στην άκρη εδώ θα κάτσω Και κάποιος άλλος θάρθει εδώ πούχει να σου μιλήσει Και^να σου πει πως ό,τι λέω,δεν είναι, υποψίες Αλλά πραγματικότηταΚαι τότε αποφασίζεις Αν πρέπει^τις ιδέες σου πούχεις'γιά τον Αλέξιο Να τΐ£ αλλά^εις,ή,αν θες πάλι να τις κρατήσεις. Σταυρακιε φερε το Φωκά.
(Ο Σταυράκιος βγαίνει)
ΚΩΝ
Ποιόν* Τον υπασπιστή μου*
ΕΙΡ
Ναι Κωνσταντίνε.Ο Σταυράκιος τούπε νάμπει μέσα
Στη σκευωρία που ο Αλέξιος στήνει ενάντιά σου
Και να τους πείσει πως κι αυτός ίδια φρονεί μεκείνους
(Μπαίνουν ο Σταυράκιος και ο Φωκάς)
ΚΩΝ
Λέγε Φωκά.













75

Ξ1Ρ
Στρατό μπορούμε Αέτιε να στείλουμ’ ενάντιά τους;
ΑΕΤ
Οχι βασίλισσα αρκετόν γιά να τους σταματήσει.
ΕΙΡ
Τότε να στείλτε μιά πρεσβεία που να ζητά ειρήνη.
Αέτιε μιάν αποστολή έχω να σου αναθέσω.
Θέλω να κάνω θρίαμβον, εγώ έναν, δικό μου.
Τέσσερα άσπρα άλογα θέλω να ετοιμάσεις
Και το αμάξι το χρυσό. Τα ηνία των αλόγων
Θα τα κρατούνε τέσσερες Πατρίκιοι-οι πρώτοι.
Και μες στ’ αμάξι χρήματα να βάλεις δυό τσουβάλια.
Απ’ της Κωνσταντινούπολης τους δρόμους θα περάσω και θα σκορπίζω χρήματα. Μούλειψε ο λαός μου.
Έχω καιρό να περπατήσω ανάμεσα στα πλήθη.
Θέλω να νιώσω στο λαό κοντά, όπου γι αυτόνε
Τόσους αγώνες έκανα και πάθη έχω περάσει.
ΑΕΤ
Ολα έτοιμα βασίλισσα θα τάχω καθώς είπες.
Βασίλισσα επίτρεψέ μου να σου πω και κάτι.
Που ίσως σου χρειάζεται τα μέτρα σου να λάβεις.
Υποπτα τον Σταυράκιο τον βλέπω να κινείται.
Και στης βασιλικής φρουράς τους άντρες δώρα δίνει.
ΕΙΡ
Αλλά και συ πίσω δεν πας Αέτιε. Τον Πατρίκιο
Νικήτα, πού είναι της φρουράς ο αρχηγός ο ίδιος
Στενό τον έχεις φίλο σου. Το βλέπεις που το ξέρω;
Και ξέρεις πού το έμαθα; Μου τόπε ο Σταυράκιος.
(Γελάει)
Καλά Αέτιε. Πήγαινε. Και ξέρε και στους δυό σας Εμπιστοσύνη απόλυτη έχω. Θα λάβω υπόψη \
Αυτό που μούπες κι όταν μάθεις πάλι κάτι νέο
Πες το μου. Ας μη δείχνομαι, όμως το υπολογίζω.
(Βγαίνει ο Αέτιος)
ΕΙΡ
(μόνη)
Σαν κόκορες μαλώνουνε. Και έρχονται σε μένα
Σαν τα παιδιά που θέλουνε το πιο μεγάλο δώρο.
Τόσο μεγάλη είμαι λοιπόν και τόση δύναμη έχω
Που όλοι επιδιώκουνε να έχουν την εύνοιά μου;
Τάχα πώς δεν στασίασε κανένας τους ακόμα…
Χωρίς τις στάσεις έγινε μονότονη η ζωή μου…
Μα έχω τις εικόνες μου-έχω την ευτυχία.
Βλέπω τριγύρω μου ν’ ανθούν ξανά τα μοναστήρια,
Ξανά τα Θεία του Χριστού τα Πάθη να θρηνούνται.
Και πάλι ναν’οι εκκλησιές γεμάτες. Ω! Θεέ μου!
Κι άξιος κάνεις δε φαίνεται όλα τούτα να χαλάσει.
Η πιο μεγάλη της ζωη μου ημέρα θαν’ εκείνη
Που θα περάσω με άμαξα από τους δρόμους μέσα
Της πόλης που όταν ήμουνα μικρή ούτε τολμούσα
Να φανταστώ πως θα τη δω μονάχα στη ζωή μου
Κι όχι πως θα γινόμουνα κιόλας βασιλισσά της..
Α! πόσο τώρα μακρινή η Αθήνα μου φαντάζει!
Κι οι Αραβες… κι οι Βούλγαροι… κι οι Μωαμεθανοί τους.
Μου φαίνεται πως κάποιανε άλλη απειλούνε χώρα.
Δεν εχει κίνδυνο από αυτούς η χώρα η δικιά μου -






76

Η χώρα μου είναι οι εκκλησιές και οι πιστοί ο λαός μου. Όσο κι αν λεηλατήσουνε οι βάρβαροι, την πίστη Από τα στήθια του λαού να βγάλουν δεν μπορούνε.
(πιάνει το κεφάλι της)
Μα τι ζαλάδες ειν’ αυτές που έχω τελευταία…
Φαίνεται αρχίζω να γερνώ-αλλιώς δεν εξηγείται.
Αν ήμουνα νεότερη έγκυος θάλεγα είμαι.
Και πώς ταυτιά μου ξαφνικά κάτι φορές βουίζουν..
Ας είναι. Μα μπορώ να κυβερνάω ακόμα.
Θεέ μου! Μες στην άμαξα τι ωραία που θα είναι!
Κι αν κάποιοι από το λαό θέλουν να μου μιλήσουν Ξέχασα του Αέτιου να πω μη τους αφήσει.
Κείνη την ώρα θα μιλώ μόνο με τον εαυτό μου.
Πάνω θα στέκω από μιλιές κι από ανθρώπους πάνω.
Ο,τι ο Θεός στον ουρανό είναι γιά τους αγγέλους
Αυτό κι εγώ εδώ στη γη για το λαό μου θάμαι.

ΠΡΑΞΗ ΤΕΤΑΡΤΗ ΣΚΗΝΗ ΔΕΥΤΕΡΗ
Μάρτιος 800.
Κωνσταντινούπολη.Σιλέντιον.
ΠΡΌΣΩΠΑ:
ΠΑΤΡΙΚΙΟΙ
ΣΥΓΚΛΗΤΙΚΟΙ
ΑΡΧΟΝΤΕΣ
ΕΙΡΗΝΗ
ΣΤΑΥΡΑΚΙΟΣ

ΕΙΡ
Κατηγορώ γιά εσχάτη προδοσία το Σταυράκιο.
ΠΡΑΞΗ ΤΕΤΑΡΤΗ ΣΚΗΝΗ ΤΡΙΤΗ
2^ ΔΕκεμβρίου 800.
Ρώμη.Μεγάλη εκκλησία.
ΠΡΟΣΩΠΑ:ΠΑΤΡΙΚΙΟΙ,ΣΥΓΚΛΗΤΙΚΟΙ ΑΡΧΙΕΡΕΙΣ,ΚΑΡΟΛΟΣ
“t στ$“Ζεφ&λϊ ίου^λου)5 ^ ΑγΙ“ Τρ“πεζα και ™ τοποθε. Σε στέ(ί>ω Αυτοχρ&τορα,Κάρολε,των Ρωμαίων.






77

ΠΡΑΞΗ ΤΕΤΑΡΤΗ ΣΚΗΝΗ ΤΕΤΑΡΤΗ
8UU.
Κωνσταντινούπολη.Δημδοιος χώρος.
ΠΡϋΣΩϋΑ:Α'ΠΟΛΙΤΗΣ,Β'ΠΟΛΙΤΗΣ(Δυδ φίλοι)
Α'ΠΟΛΙ ΤΗΣ
Δυδ χρόνια λείπω απδδω φίλε μου και τα νεα Τα ξέρω βέβαια,αλλά,μου^λείπουν λεπτομέρειες.
Θέλω λοιπδν κουτσομπολιό.Εμπρός.Ακούω.Λέγε.
Κι αρχίνα απ’ το Θρίαμβο.Θάχε μεγάλο γούστο.
B'llU ΛΙΤΗΣ
Επρεπε να την έβλεπες πόσο καμάρι είχε.
Το πιό αστείο θέαμα έχασες της ζωής σου.
Με το κουβούκλιο ταμαχιού ανοιχτό στις τρεις του πάντες
Εβλεπες μέσα να της κάνει αέ^α ένας αράπης
Κι αυτή,κρατώντας δυό σταυρούς,έναν σε κάθε χέρι
Με το κεφάλι της ψηλά και με κλειστά τα μάτια
Μες στο λευκό της φόρεμα έμοιαζε πεθαμένη
Ετσι χλωμή κι ακίνητη.Με θώρακες που λάμπαν,
πίσω της καβαλλάρηδες μιά κατοστή ερχόνταν
Και δεξιά κι αριστερά του αμαξιού βαδίζαν
Εξη σωματοφύλακες σαν αστακοί οπλισμένοι.
A'llUA
Ακόυσα ότι μοίραζε λεφτά.
Β'ΐΐυΛ
Ναι.Κάπου κάπου
Τα μάτια άνοιγε,άπλωνε τα χέρια στο τσουβάλι Και πέταγε νομίσματα δεξά κι αριστερά της.
A'llUA
Λένε πως γιά να την ιδεί κόσμος πολύς επήγε.
B'llU A
Λεφτά αν μοίραζα κι εγώ,θάρχονταν και γιά μένα.
A'nuA
Και γιατί έκανε αυτό το Θρίαμβο η Ειρήνη}
B'llU Λ
Εδώ σε θέλω.Αγνωστο.Κι αυτό είναι ταστείο.
Τι γιά τη ^ώρα έκανε καλό ώστε ναξίζει Να κάνει τετιο Θρίαμβο} Οπου κι αν έχει βάλει Το χέρι της,μόνο ζημιά στο Κράτος έχει κάνει.
A'llUA (Ειρωνικά)
Μα μην ξεχνάς πως εφερε και πάλι τις εικόνες.
B'llU Λ
Α,υτο είναι το χειρότερο απόλα τα κακά της..
A'llUA
Ρώτα τι λένε όμως γι αυτό και οι εικονολάτρες.






78

Β ΙίυΛ
..Κι έφερε το Θεόδωρο από την_ εξορία, Κι έβγαλε απ’ τη φυλακή του Ιΐλατωυα.
Το ξέρω.
Β'ιίΟΛ
Κι έβαλε τον Ταράσιο-αυτό δε θα το ^ερεις- Κι αφόρισε τον Ιωσήφ,αυτόνε πούχε κάνει Το δεύτερο του Κωνσταντίνου γάμο.
Α'ιιυΛ
Ακόμα τόνε κηνυγά.Αφότου ο Σταυ^άκιος^ Επέθανε,μου φαίνεται χειρότερη έχει γίνει
Β'ΐίΟΛ
Χειρότερη δε θα μπορούσε φίλε μου να γίνει.
A'iiUA
Μα ο Σταυράκιος πέθανε ή πήγε από κείνη*
B'iiuA
Οχι.Αυτός την πρόλαβε.Επέθανε μονάχος.
Α'ΙΙΟΛ
Γιά πες μου τσακωθήκανε τώρα στα τελευταία\ Β'πυΛ
Λοιπόν ακόμα πριν να φύγεις-βέβαια το ξέρεις- Αλλον ευνούχο είχε κάνει φίλο-τον Αέτιο.
Αυτός έχει έναν αδερφό που θέλει να τον δώσει Γιά αντρα στη βασίλισσα.Αλλά αυτή δε θέλει.
Τώρα γιά το Σταυράκιο..Λοιπόν βλέποντας κείνος
υτι παραμερίζεται τώρα απ’ τον Αέτιο
Ε&ανε πραξικόπημα.Μα ο νεαρός Αέτιος
και το Σταυράκιο έπιασε,και τσάκισε τη στάση.
Εξαλλη η βασίλισσα συγκάλεσε Σιλέντιο
Με το Σταυράκιο ένοχο εσχάτης προδοσίας.
Μα φίλους έχοντας πολλούς εκείνος στο Σιλέντιο Τη γλίτωσε.Τι τόφελος; Σε λίγους μέσα μήνες Αρρώστησε και πέθανε-απ’ την καρδιά του λένε.
A'HUA
UI επιδρομές σταμάτησαν των βάρβαρων ή ακόμα; Β'ιίΟΛ
Και ποιος θα τις σταμάταγείΗ Ειρήνη;Ας γελάσω, και Αραβες,και Βούλγαροι,αλλά και οι καινούργιοι Αυτοί,οι Μωαμεθανοί,τη χώρα μας ρημάζουν.
Τη χωρά μαςί.ποα χωρά μας; Εμείς,απότι βλέπω Σίγουρο κράτος έχουμε μόνο αυτή την Πόλη.
Α'ιιυΛ
καλά το λες.Οι βάρβαροι,λίγο πολύ τους όλοι Εχουνε φτάσει μέχρι-να-απόξω από τα τείχη..






79

B'iiUA
Μην το γελάς.Αυτό από μας καλλίτερα το ζερει Η ίδια η βαθύλύσσα.Και έβαλε τους δύο, ιιλάτωνα και Θεόδωρο,όχι στην παλαια τους Μονή,που λίγα βήματα εξω απ’ τα τείχη είναι Αλλά τους έδωσε γι ασφαλεία τη μονή Στουδίου Χίου είναι μεσ’ απδ τα τείχη νάχουν προστασία. Αλλά και μεσ’ απδ τα τείχη,ε§6 που τα μιλάμε Τάχα δεν έχουμε εχθρούς; Αυτοί μάς κυβερνάνε, και χιρώτη η βασίλισσα.Διάλυσε το στρατό μας,
Μάς έβαλε τα είδωλα πάλι να προσκυνάμε,
Κάθε ικανδ τον έβγαλε μες απδ το Δημόσιο^ υποιον τολμάει να ειπεί κάτι καλδ τον διώχνει, Την Ιταλία δληνε την έδωσε στον Πάπα,
Του Λέοντα ετύφλωσε ταδέρφια-και τα πέντε-^
Γιά να μην έχει απδ κανέναν φδβο γιά το θρδνο, Και τώρα βγαίνει και λεφτά πετάει απ’ ταμάξι. Κηδεία κι οχι Θρίαμβο θα έπρεπε να κάνει.
A'ilUA
Ετύφλωσε του Λέοντα ταδέρφια;ΐίδτε τούτο;
B'iiUA
Ηταν η πρώτη πράξη της ύστερ’ από τη στέψη.
Γιατί ενώ τους είχε στείλει όλους στην Αθήνα Τάχα να τους επιτηρούνε άνθρωποι δικοί της Αυτοί ξεσηκωθήκανε πάλι.Και τον Αέτιο Εστειλ’ εκείνη στην Αθήνα κι εντολή του δίνει Να τους τυφλώσει και τους πέντε.Ετσι έχει γίνει.
A'ilUA
Τι άμοιροι κι οι πέντε τους.Τδσες προσπάθειες κάναν Και όλες αποτύχανε.Κι ούτε το βάζαν κάτω.
B'iiUA
Τα τραγικά είναι πρδσωπα όλης της ιστορίας.
Είναι οι μόνοι που άξιζαν.Οι μδνοι που μετρούσαν. Κι είναι αυτοί που άπρακτοι μέχρι το τέλος μείναν.
A'ilUA
Κι αυτό γιατί το^θέλησε μιά πδρνη.Η Ειρήνη, υμως στη Ρώμη πούμουνα μιά είδηση έχει φτάσει ϋου με χαράκτην άκουσαν κι οι κάτοικοι της Ρώμης. Λεει^πως ναύλα δεν πληρώνει πιά όποιο καράβι Βερναει απ’ το λιμάνι μας.Κι ακδμα η Ειρήνη υτι τους φόρους μέτριασε κατά πολύ,και ότι Τα πράγματα φτηνήνανε στην αγορά.Ειν’ έτσι;
Β'ϋΟΛ
Αχ• Κακομοίρη μου.Ως πότε δίπλα σου θα μέχεις Για να^σου δείχνω το σωστό και να σε συμβουλεύω;
/Λ.ι αυτή τηε; η αποψαση νέα συφορά θα φέρει.
Ειμαστ’ εδω^κι εσυ^κι εγώ και να μου το θυμάσαι. Ηδη ο στρατός μας άρχισε να στραβομουτσουνιάζει . ιι,υπευθυνοι ανώτεροι υπάλληλοι ρωτάνε Ηου θαβρουνε τα χρήματα τις πληρωμές να κάνουν.
U Νικηφόρος,ο υπουργός των Οικονομικών μας, λε λίγους μήνες θα τραβάει ο δόλιος τα μαλλιά του.






80

A'no Λ
Του Κωνσταντίνο,δε μου λες,πήγαινει-τονε
Δεν ξέρω.Ομως σίγουρα εκείνος δεν τη βλέπει..
Α'ΐίΟΛ
πώς μπόρεσε η μιαρή τέτιο έγκλημα^να κάνει,
Αυτή εμπόρεσε..Εμείς,πως το μπορούμε τώρα Να συζητάμε σαν κι αυτό κάτι σαν όλα ταλλα 11ου έκανε να ήτανε,που έπρεπε ως τώρα    ,
Νάχει πεθάνει τρεις φορές γι αυτήνε της την πράξη;
Β'ΐίΟΛ
Τι κι αν το λέμε αφού αυτό δεν κάνουμε που λεμε;
Αν πιάσεις έναν ένανε όλους τους Βυζαντίνους Ολοι τα ίδια θα σου πουν μα ουτ’ ένας δεν κινείται. Λες όλους μάς επότισε ετούτη η γυναίκα Με κάποιο φίλτρο μαγικό και κάνει ό,τι θέλει.
Α'ΐΙΟΛ
Αλήθεια πως τη ζήτησε ο Κάρολος σε γάμο;
Β'ΐΙΟΑ
Αλλά εσύ που απ’ τη Ρώμη μόλις έχεις έρθει πρέπει να ξέρεις από πρώτο χέρι γιά το θέμα.
A'iiUA
Στη Ρώμη τίποτα δε λεν.Και τούτο γιατί πρώτα Θέλουν να είναι σίγουροι πως θα δεχτεί η Ειρήνη.
Β'πυΛ
Δεν ξέρω.Ε,στην ώρα της γιά γάμο ειν’ η καυμένη, Ας παντρευτεί.Μα δεν πιστεύω ως κι αυτό να κάνει. Γιατί βεβαίως ο Κάρολος δε θέλει την Ειρήνη Μα ξέρει,αν την παντρευτεί,δική του ότι θάχει Μαζί μαυττιν και όλη μας την Αυτοκρατορία.
Και ότι πάλι θα ενωθούν Ανατολή και Δύση Με βασιλιά βέβαια τότε όχι την Ειρήνη..
Α'ΠΟΛ
Αυττι η σκέψη σου σωστή πέρα γιά πέρα είναι.
Ελπίζω νάχουνε μυαλό αν όχι η Ειρήνη Τουλάχιστον οι άρχοντες,και να την εμποδίσουν Απο μια^τετια παντρειά που θα μάς έσερνε όλους Πίσω από το Φράγκικο το άρμα του Καρόλου.
Β'ΠΟΛ'
Λες νάπαιρνε εμένανε αν της ζητούσα γάμο;
Α'πυΛ (Κυττάζοντάς τον καλά)
Για μία νύχτα να σου πω,καλά θα της ερχόταν..
Β'ΠΟΛ
Αν είναι μόνο γιά μιά νύχτα τοτ’ εγώ δε θέλω. Α'ΠΟΛ
Εδω θα τα χαλάσουμε.Εγώ,γιά μία νύχτα Τρεχάτος θα επηγαινα.Γρηα,αλλά κρατιέται.






81

Β lluA    ,    ,    /
Μπράβο στα γούστα σου.Λοιπδν..Θα πρεπει να πηγαίνω
Αύριο στον Ιππόδρομο .Θαρθεί ς ..έτσι δεν είναι,
Τρέχοντας γρηγορώτερα κι απο τα αλόγα του. Β'ΙΙΟΛ
Λοιπόν σαφήνω*Εχε γεια.
Γειά σου και σε ως αύριο.
ΓΙΡΑΞΗ ΤΕΤΑΡΤΗ ΣΚΗΝΗ llEMilTH
Αύγουστος 802. ϋαλάτι.
ΙΙΡΟΣΩΠΑ: ΑΕΤΙυΣ,ΕΙΡΗΝΗ
ΑΕΤΙυΣ
Βασίλισσα απάντηση ο Κάρολος προσμένει.
ΕΙΡ
Θα τη δεχτώ την πρόταση που μούκανε Αέτιε.
U Κάρολος'£ιν’ ισχυρός στη Δύση και μεγάλος. Νομίζω γιά τη χώρα μας καλός πως θάναι ο γάμος.
ΑΕΤ
Γάμος σου με τον Κάρολο βασίλισσα σημαίνει Ιίαράδοση του Βυζαντίου σαυτόνε δίχως όρους.
ΕΙΡ
Ξέρω γιατί τα λες αυτά.Εχεις τον αδερφό σου. Θέλεις αυτόν να παντρευτώ.Καλή ιδέα θαταν Γιατί και μυαλωμένος είναι κι αντρειωσύνη έχει.
*ι όποιος βεβαίως με παντρευτεί θα γίνει βασιλέας Αλλα το απο^ασισα.Τον Κάρολο Αέτιε Θα παντρευτώ.Κι^ας λες ζημιά ότι αυτό θα φέρει Στην Αυτοκρατορία μας.Σαυτό δεν έχεις δίκιο.






82

ΠΡΑΞΗ ΤΕΤΑΡΤΗ ΣΚΗΝΗ ΕΚΤΗ
1 Νοεμβρίου 802.
Παλάτι Ελευθερίου.
ΙΐΡυΣΩΐΐΑ: ΕΙΡΗΝΗ, ΣΤΡΑΤΙΩΤΕΣ, ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ
(Η Ειρήνη στο δωμάτιό της.ιιηγαίνει νανοίξει την πόρτα του δωματίου της αλλά δυό στρατιώτες της απαγορεύουν να βγε
ΞΙΡ
Ποιός σάς εκάλεσε^ Γιατί στην πόρτα μου φρουρείτε;
ΣΤΡΑΤΙΩΤΗΣ
Βασίλισσα έχουμ’ εντολή να μείνεις εδώ μέσα.
ΕΙΡ
Και ποιος αυτή την εντολή σάς έδωσε^ Ο Αετιος*
ΣΤΡ
0 Νικηφόρος.0 υπουργός των Οικονομικών σου.
ΕΙΡ^
Αυτός λοιπόν 1 Δε νόμιζα αυτός πως θα το κάνει.
(Ακούγονται βήματα.Εμφανίζεται ο Νικηφόρος.Μπαίνει στο δωμάτιο της Ειρήνης)
ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ
Ειρήνη,είμαι από χτες ο νέος αυτοκράτωρ.
Απόφαση άλλων ήτανε.Μη θέλοντας με στέψαν.
Θα έχεις την περποίηση που αξίζει μιά Αυγούστα.
ΕΙΡ
Είμαι πολύ αμαρτωλή.Γι αυτό μου παίρνει τώρα Καυτό τον τρόπο ο Θεός τον θρόνο.Ηρθ’ η ώρα Γιά όλα όσα έκανα ως τώρα να πληρώσω.
(Υποκλίνεται στον Νικηφόρο)
Αφού είσαι αυτοκράτορας σε προσκυνώ.Μα χάοη Μιά να ζητήσω από σέ Θέλω-Να με αοοήσεις Να ζήσω στο ανάκτορο αυτό-στα Ελευθέρια.
ΝΙΚ^
Θα έχεις ό,τι ζήτησες.






83

ΠΡΑΞΗ ΤΕΤΑΡΤΗ ΣΚΗΝΗ ΕΒΔΟΜΗ
9 Αυγούστου 803•
Λέσβος.
ΠΡΟΣΩΠΑ:ΕΙΡΗΝΗ,ΘΕΟΦΑΝΩ,ΘΑΝΑΤΟΣ
(Δωμάτιο μικρό και φτωχικό.Ωράδυ.Τρία αναμμένα κεριά μέσα σένα κηροπήγιο φωτίζουν το χώρο.Η Ειρήνη ετοιμοθάνατη στο κρεββάτι.Σε μιά καρέκλα δεξιά της^ κάθεται η θεοφανώ&Στο άνοιγμα της πόρτας,ακουμπίσ^έ- - νος στο πρεβάζι της στέκει ο Θάνατος.Τον αντιλαμβά¬νεται μόνο η Ειρήνη)
ΕΙΡ
Αναψε φως Θεοφανώ.Νύχτωσε.
ΕΙΡ
Κι αυτός ο άνθρωπος που είναι στέκει στάνοιγιαα της πόρτας Και κείνος της αρρώστιας μου Θεοφανώ είναι γέννα*
ΘΕθ#
Κυρά μου ναι.Τόπε ο γιατρός.
ΕΙΡ
Καλά Θεοφανώ μου.
καλά μου λες.Κι εγώ το ίδιο θάλεγα αν ήμουν Ακόμα μες στον κόσμο σας.
ΘΕΟ (Ετοιμη να την μαλώσει)
Κυρά.•
ΕΙΡ    Μη,μη καλή μου.
Ασε με να παραμιλώ όσο μπορώ ακόμα Γιατί σε λίγο θαν’ αργά.Θεοφανώ πεθαίνω.
ΘΕυ
Κυρά μου τιν* αυτά που λες..Αλλά δε σε μαλώνω. Του^πυρετου καμώματα αυτά σου είναι τα λόγια.
Αλλά θα γιάνεις κι όλα θάναι πάλι όπως πρώτα, υι φίλοι μας θα διώξουνε κυρά το Νικηφόρο Και πάλι ου βασίλισσα θα γίνεις.Ναι κυρά μου.
Και πάλι δόξες και τιμές και πλούτη σε προσμέμουν.
ΕΙΡ
Δόξα..και πλούτη..και τιμές..
(Μικρή σιωπή)
Αναψε φως Θεοφανώ.Νύχτωσε.






84

ΘΕυ
Τδχω κυρά.
ΕΙΡ    ,    .
Τότε γιατί καλή μου δεν το βλέπω,
ΘΞυ
Καλέ κυρά..τα μάτια σου.,ειν’ απδ την αρρώστια., προσπάθησε να κοιμηθείς λιγάκι..να ησυχάσεις..
(ϋ Θάνατος μπαίνει στο δωμάτιο και στέκεται στο αριστερδ μέρος του κρεββατιού της Ειρήνης, απέναντι από την Ειρήνη)
ΘΑΝΑΤΟΣ
Ειρήνη έλα.Εφτασε η ώρα να σε πάρω.
ΕΙΡ
Ετσ’ ειν’ οι άγγελοι λοιπδν* Αλλιώς τους εθαρρούσα
ΘΕυ
11οιοί άγγελοι καλέ κυρά; ΐΐοΰ βλέπεις τους αγγέλους ΘΑΝ^
Καλά μιλά η Θεοφανώ.Γιατί άγγελος δεν είμαι.
ΕΙΡ
Δεν είσαι άγγελος; Μην είσαι ο Θεδς ο ίδιος;
ΘΑΝ
Αν θέλεις λέγε με Θεό.Μα Θάνατο με λένε.
ΘΕυ
Σε ποιον μιλάς καλέ κυρά;
(Βάζει το χέρι της στο μέτωπο της Ειρήνηο.Στον εαυτδ της)
Ο πυρετδς την ψήνει.
ΕΙΡ
Και εισ’ εσύ που στο Θεδ κοντά θα μοδηγήσεις;
ΘΕυ
Οχι κυρά.Δεν ήρθε ο καιρδς γι αυτό ακδμα.
ΘΑΝ
ϋύτε θα φτάσει ο καιρδς ποτέ γιά κάτι τέτιο.
Εγώ Ειρήνη ειμ’ ο θεδς.
Ζωή Αυτδς χαρίζει.
ΘΕΟ
Ναι.Κι άλλη τδσηνε σε σέ κυρά μου θα χαρίσει.
ΘΑΝ
Κοντά σ’ εμέ αιώνια ζωή θάχεις Ειρήνη.






85

Εγώ μονάχα ειμ’ η Ζωή.Ελα■Ειρήνη,πάμε.
ΕΙΡ , , , ,
Και οι εικόνες..κι οι αγώνες πούκανα για κείνες..
ΘΞυ
Κυρά μου ναι.Εσύ τις άγιες εφερες εικόνες.
ΘΑΝ
Ανύπαρκτα ήταν ολ’ αυτά.Σαν ένα όνειρό οου.
ΕΙΡ    ,
Ακου τι λε’ η Θεοφανώ'κι αυτή όνειρο είναι;
ΘΕΟ
Κυρά δεν είμαι όνειρο.Πιάσε με.Ζω.Υπάρχω.
ΘΑΝ
Κι αυτή.και το Βυζάντιο,κι η Λέσβος,και ο κόσμος, υλα Ειρηνη ψέμματα.Εγώ ειμ’ η Αλήθεια.
Ολα ήταν ένα όνειρο χαμένο μες στο Χρόνο.
Τίποτ’ απ’ ό,τι έζησες αληθινό δεν ήταν.
Ητανε δημιούργημα μιάς φαντασίας όλα.
Αλλά^Ειρήνη?εν’ ακόμα βήμα^όταν κάνεις Κρυφό σου τίποτα δε θάναι-δλα θα τα ξέρεις.
ΕΙΡ
Λοιπόν χαμένοι τόσοι κόποι..τόσα καρδιοχτύπια..
ΘΕΟ
lioιός τόπε πως χαμένα παν..Κυρά μου ολ’ η χώρα Μαγάπη και με σεβασμό προφέρει τόνομά σου.
ΘΑΝ
Οχι,δε χάθηκαν,γιατί,ποτέ τους δεν υπήρξαν. Κοντά μου Ειρήνη θα γνωρίσεις μόν ό,τι υπάρχει.
ΕΙΡ
Θέλω να βγω απ’ τόνειρο.Θέλω μαζί σου νάρθω.
ΘΑΝ
Δική μου θάσαι μόνο σαν θα κοιμηθείς Ειρήνη.
ΘΕυ^
ποιο όνειρο^καλέ κυρά; Ξύπνια είσαι.Δεν κοιμάσαι.
Στο λέω αλλά δε μακούς.Κάνε μου αυτή τη χάρη Και κλείσε τα ματάκια σου γιά λίγο.Ξεκουράσου.
ΕΙΡ^
Καλά μου λες.Κουράστηκα.Θα κοιμηθώ λιγάκι, λα πρώτα θέλω Θεοφανώ να σου ζητήσω κάτι.
Θέλω να πεις στου κόσμου του δικού σου τους ανθρώπους Ιίως η Ειρηνη τους ζητά να τήνε συγχωρήσουν Γιατί γεννήθηκε.Αν^μπορούν.Θεοφανώ αντίο.
(Σταυρώνει τα χέρια στο στήθος και κλείνει τα μάτια)






86

ΘΕυ (Τη σκεπάζε ι.Σιγά)
Υπνο καλό νάχεις κυρά και όνειρα γλυκά σου.
Ιίεριμένει λίγο και όταν σιγουρεύεται ότι η Ειρήνη κοιμήθηκε,σηκώνεται και αρχίζει να τακτοποιεί αθό- τυβα τα μικροπράγματα του δωματίου.Στο μεταξύ αυτό ο Θάνατος πλησιάζει την Ειρήνη και την πιάνει από το χέρι.Αυτή ανοίγει τα μάτια της.Την ίδια στιγμή στο χώρο έξω από το δωμάτιο ξεχύνεται και τον γε¬μίζει ένα λαμπρό φως.Η Ειρήνη σηκώνεται από το κρεββάτι ζωηρή και ακμαία,και πιασμένη χέρι χέρι με το Θάνατο,προχωρεί προς την πόρτα και βγαίνει μαζί του έξω.Η Θεοφανώ τελειώνει το συγυρισμα.ΐίριν βγει από το δωμάτιο πλησιάζει την Ειρήνη γιά να δει αν κοιμάται ήσυχα.Δεν έχει αντιληφθεί τίποτα απότι έγινε αν και έγινε μπροστά στα μάτια της, και γι αυτήν η Ειρήνη είναι στο κρεββάτι.Πλησιά¬ζοντας βλέπει κάτι ασυνήθιστο στο πρόσωπο της Ει¬ρήνης ,πιθανώς μιάν έντονη ωχρότητα.Αποθέτει τη δε¬ξιά παλάμη της στο κεφάλι της Ειρήνης.Σιγά) ϋώς είσαι κρύα έτσι κυρά*
(Καταλαβαίνει.Δυνατά και σπαραχτικά)
Κυρά. .Κυρά;..
(Γονατίζει.Ξέπνοα)
Κυρά μου..
(Πιάνει το χέρι της Ειρήνης στα δυό τηε χέρια και γέρνει το κεφάλι της πάνω του,πάνω στο κρεβ- βατι,κλαίγοντας σιγανά και πικραμένα).
ΑΥΛΑΙΑ







ΑΛΛΟ ΜΕΡΟΣ





57

ΚΩΝ
Ναι ϋέτρε.Κι δταν πολεμώ στους Αραβες ενάντια Εσύ θα είσαι αντί γιά με το μάτι στο παλατι.
ΐίΕΤ
Ειν’ οι στρατιώτες άπειροι ακόμα Κωνσταντίνε.
ΚΩΝ
Γιά αρχηγό τους όταν δουν^Πέτρε,τον Κωνσταντίνο Αλλο δε θέλουν.Και γι αυτό πηγαίνω εγώ ο ίδιος. Αλλωστε αμέσως άλλαξα τους αξιωματικούς μα^
Κι έφερα πάλι τους παλιούς,παλαίμαχους εκείνους Που και σε μένα είναι πιστοί,και πείρα έχουν μεγάλη.
ilET
11 ιστοί και ά^ιοι στρατηγοί δε λείπουν Κωνσταντίνε.
Ας γίνει αυτός ο πόλεμος αφού επιμένεις τόσο.
Μα βάλε κάποιο στρατηγό μπροστάρη στο στρατό σου. και κάτσε σύ στην ιιόλη.Αυτή πιότερο σέχει ανάγκη.
ΚΩΝ
Πέτρε η δόξα με καλεί .Ιΐρέπε ι να συνεχίσω Το έργο που αρχίσανε ο πατέρας κι ο παππούς μου.
Και θάναι μιά καλή α,ρχή γιά μένα τουτ’ η νίκη.
11ΕΤ
Εύχομαι νάναι Κωνσταντίνε νίκη-μα φοβάμαι..
ΚΩΝ
Να μη φοβάσαι.ϋλα καλά-το λέω εγώ-θα γίνουν.
11ΡΑΞΗ ΤΡΙΤΗ ΣΚΗΝΗ ΕΚΤΗ
r (Η Ειρήνη,μόνη στο δωμάτιό της,διαβάζει.Το δωμάτ ςεται μονο^απο ενα κερί.Από το παράθυρο φαίνονται οτο φεγγαρόφωτο τα ήρεμα νερά του Βοσπόρου.Μπαίνει σταντινος με ήσυχα βήματα)








57

ΚΩΝ
Ναι ϋέτρε.Κι δταν πολεμώ στους Αραβες ενάντια Εσύ θα είσαι αντί γιά με το μάτι στο παλατι.
ΐίΕΤ
Ειν’ οι στρατιώτες άπειροι ακόμα Κωνσταντίνε.
ΚΩΝ
Γιά αρχηγό τους όταν δουν^Πέτρε,τον Κωνσταντίνο Αλλο δε θέλουν.Και γι αυτό πηγαίνω εγώ ο ίδιος. Αλλωστε αμέσως άλλαξα τους αξιωματικούς μα^
Κι έφερα πάλι τους παλιούς,παλαίμαχους εκείνους Που και σε μένα είναι πιστοί,και πείρα έχουν μεγάλη.
ilET
11 ιστοί και ά^ιοι στρατηγοί δε λείπουν Κωνσταντίνε.
Ας γίνει αυτός ο πόλεμος αφού επιμένεις τόσο.
Μα βάλε κάποιο στρατηγό μπροστάρη στο στρατό σου. και κάτσε σύ στην ιιόλη.Αυτή πιότερο σέχει ανάγκη.
ΚΩΝ
Πέτρε η δόξα με καλεί .Ιΐρέπε ι να συνεχίσω Το έργο που αρχίσανε ο πατέρας κι ο παππούς μου.
Και θάναι μιά καλή α,ρχή γιά μένα τουτ’ η νίκη.
11ΕΤ
Εύχομαι νάναι Κωνσταντίνε νίκη-μα φοβάμαι..
ΚΩΝ
Να μη φοβάσαι.ϋλα καλά-το λέω εγώ-θα γίνουν.
11ΡΑΞΗ ΤΡΙΤΗ ΣΚΗΝΗ ΕΚΤΗ
r (Η Ειρήνη,μόνη στο δωμάτιό της,διαβάζει.Το δωμάτ ςεται μονο^απο ενα κερί.Από το παράθυρο φαίνονται οτο φεγγαρόφωτο τα ήρεμα νερά του Βοσπόρου.Μπαίνει σταντινος με ήσυχα βήματα)
57

ΚΩΝ
Ναι ϋέτρε.Κι δταν πολεμώ στους Αραβες ενάντια Εσύ θα είσαι αντί γιά με το μάτι στο παλατι.
ΐίΕΤ
Ειν’ οι στρατιώτες άπειροι ακόμα Κωνσταντίνε.
ΚΩΝ
Γιά αρχηγό τους όταν δουν^Πέτρε,τον Κωνσταντίνο Αλλο δε θέλουν.Και γι αυτό πηγαίνω εγώ ο ίδιος. Αλλωστε αμέσως άλλαξα τους αξιωματικούς μα^
Κι έφερα πάλι τους παλιούς,παλαίμαχους εκείνους Που και σε μένα είναι πιστοί,και πείρα έχουν μεγάλη.
ilET
11 ιστοί και ά^ιοι στρατηγοί δε λείπουν Κωνσταντίνε.
Ας γίνει αυτός ο πόλεμος αφού επιμένεις τόσο.
Μα βάλε κάποιο στρατηγό μπροστάρη στο στρατό σου. και κάτσε σύ στην ιιόλη.Αυτή πιότερο σέχει ανάγκη.
ΚΩΝ
Πέτρε η δόξα με καλεί .Ιΐρέπε ι να συνεχίσω Το έργο που αρχίσανε ο πατέρας κι ο παππούς μου.
Και θάναι μιά καλή α,ρχή γιά μένα τουτ’ η νίκη.
11ΕΤ
Εύχομαι νάναι Κωνσταντίνε νίκη-μα φοβάμαι..
ΚΩΝ
Να μη φοβάσαι.ϋλα καλά-το λέω εγώ-θα γίνουν.
11ΡΑΞΗ ΤΡΙΤΗ ΣΚΗΝΗ ΕΚΤΗ
r (Η Ειρήνη,μόνη στο δωμάτιό της,διαβάζει.Το δωμάτ ςεται μονο^απο ενα κερί.Από το παράθυρο φαίνονται οτο φεγγαρόφωτο τα ήρεμα νερά του Βοσπόρου.Μπαίνει σταντινος με ήσυχα βήματα)      














ΚΩΝ
Ναι ϋέτρε.Κι δταν πολεμώ στους Αραβες ενάντια Εσύ θα είσαι αντί γιά με το μάτι στο παλατι.
ΐίΕΤ
Ειν’ οι στρατιώτες άπειροι ακόμα Κωνσταντίνε.
ΚΩΝ
Γιά αρχηγό τους όταν δουν^Πέτρε,τον Κωνσταντίνο Αλλο δε θέλουν.Και γι αυτό πηγαίνω εγώ ο ίδιος. Αλλωστε αμέσως άλλαξα τους αξιωματικούς μα^
Κι έφερα πάλι τους παλιούς,παλαίμαχους εκείνους Που και σε μένα είναι πιστοί,και πείρα έχουν μεγάλη.
ilET
11 ιστοί και ά^ιοι στρατηγοί δε λείπουν Κωνσταντίνε.
Ας γίνει αυτός ο πόλεμος αφού επιμένεις τόσο.
Μα βάλε κάποιο στρατηγό μπροστάρη στο στρατό σου. και κάτσε σύ στην ιιόλη.Αυτή πιότερο σέχει ανάγκη.
ΚΩΝ
Πέτρε η δόξα με καλεί .Ιΐρέπε ι να συνεχίσω Το έργο που αρχίσανε ο πατέρας κι ο παππούς μου.
Και θάναι μιά καλή α,ρχή γιά μένα τουτ’ η νίκη.
11ΕΤ
Εύχομαι νάναι Κωνσταντίνε νίκη-μα φοβάμαι..
ΚΩΝ
Να μη φοβάσαι.ϋλα καλά-το λέω εγώ-θα γίνουν.
11ΡΑΞΗ ΤΡΙΤΗ ΣΚΗΝΗ ΕΚΤΗ
r (Η Ειρήνη,μόνη στο δωμάτιό της,διαβάζει.Το δωμάτ ςεται μονο^απο ενα κερί.Από το παράθυρο φαίνονται οτο φεγγαρόφωτο τα ήρεμα νερά του Βοσπόρου.Μπαίνει σταντινος με ήσυχα βήματα)
57

ΚΩΝ
Ναι ϋέτρε.Κι δταν πολεμώ στους Αραβες ενάντια Εσύ θα είσαι αντί γιά με το μάτι στο παλατι.
ΐίΕΤ
Ειν’ οι στρατιώτες άπειροι ακόμα Κωνσταντίνε.
ΚΩΝ
Γιά αρχηγό τους όταν δουν^Πέτρε,τον Κωνσταντίνο Αλλο δε θέλουν.Και γι αυτό πηγαίνω εγώ ο ίδιος. Αλλωστε αμέσως άλλαξα τους αξιωματικούς μα^
Κι έφερα πάλι τους παλιούς,παλαίμαχους εκείνους Που και σε μένα είναι πιστοί,και πείρα έχουν μεγάλη.
ilET
11 ιστοί και ά^ιοι στρατηγοί δε λείπουν Κωνσταντίνε.
Ας γίνει αυτός ο πόλεμος αφού επιμένεις τόσο.
Μα βάλε κάποιο στρατηγό μπροστάρη στο στρατό σου. και κάτσε σύ στην ιιόλη.Αυτή πιότερο σέχει ανάγκη.
ΚΩΝ
Πέτρε η δόξα με καλεί .Ιΐρέπε ι να συνεχίσω Το έργο που αρχίσανε ο πατέρας κι ο παππούς μου.
Και θάναι μιά καλή α,ρχή γιά μένα τουτ’ η νίκη.
11ΕΤ
Εύχομαι νάναι Κωνσταντίνε νίκη-μα φοβάμαι..
ΚΩΝ
Να μη φοβάσαι.ϋλα καλά-το λέω εγώ-θα γίνουν.
11ΡΑΞΗ ΤΡΙΤΗ ΣΚΗΝΗ ΕΚΤΗ
r (Η Ειρήνη,μόνη στο δωμάτιό της,διαβάζει.Το δωμάτ ςεται μονο^απο ενα κερί.Από το παράθυρο φαίνονται οτο φεγγαρόφωτο τα ήρεμα νερά του Βοσπόρου.Μπαίνει σταντινος με ήσυχα βήματα)      



58



ΚΩΝ
Γειά σου..Διαβάζεις*












58






ΚΩΝ
Γειά σου..Διαβάζεις*

 
Ναι.Του ΐίλάτωυα την ΐίολιτεία.
ΚΩΝ
Είναι ταγαπημένο σου..
ΕΙΡ
0 Πλάτωνας διαλέγει
Τους άντρες και τα θηλυκά που ερωτικά θα σμίξουν Γιά ναχ’ η υολιτεία του γερά κι ωραία μέλη.
ΚΩΝ
Γιά παραμύθι είναι καλό..Τι λέει γιά τις γυναίκες^
ΕΙΡ
Τις θέλει ελεύθερες.Σχεδόν σαν ίσες με τους άντρες κΩΝ
Του Πλάτωνα ξεπέρασες εσύ την ιιολιτεία.
Δύναμη έχεις πιο πολλή κι απδ άντρα βασιλέα.
ΕΙΡ
Κι εσύ ’σαι ωραίος και γερός.Θα ήσουνα ο πρώτος που ο πλάτωνας θα διάλεγε.
ΚΩΝ    ^    Και έξυπνος αν ήμουν.
Αλλά δεν είμαι έξυπνος.Εχω παιχνίδι γίνει Στα χέρια σου.Σε έδιωξα,μα κι από ’δω ακόμα υ,τι σύ θέλεις γίνεται.
πώς τούτο* Τι έχει γίνει*
ΚΩΝ
Μη δεν τα ξέρεις τάχατες^ Μα πάλι άκουσέ τα: Γυρνώντας απ’ τον πόλεμο στους Αραβες ενάντια Εβρήκα την πρωτεύουσα γιά σε ξεσηκωμένη.
ΕΙΡ
Δεν τόξερα.Κι ήρθες εδώ γιά να με φέρεις πίσω^
ΚΩΝ
Ηρθα γιατί δεν ήξερα τι απόφαση να πάρω.
Να υποκύ(|>ω στΐ£ φωνές του όχλου ή στο αίμα Κάθε φωνή,σε μενανε ενάντια,να πνίξωj Γιά τούτο μέσα στη σπηλιά έχω έρθει του θηρίου. Θέλω να τόδω ζωντανό να στέκει απέναντι μου.
Να δω πόσο είναι δυνατό,να δω πόσο ζυγίζει,
Να δω^τα δόντια του,να δω τα σουβλερά του νύχια* Να νιώσω την ανάσα του,τη δίψα του να νιώσω Για Κράτος και γιά Δύναμη προτού αποφασίσω.
ΕΙΡ
Ωστε λοιπον η μερ’ αυτή,αυτή ’επίσκεψή σου Θα κρίνει και το μέλλον σου και το δικό μου μέλλον
 
Ναι.Του ΐίλάτωυα την ΐίολιτεία.
ΚΩΝ
Είναι ταγαπημένο σου..
ΕΙΡ
0 Πλάτωνας διαλέγει
Τους άντρες και τα θηλυκά που ερωτικά θα σμίξουν Γιά ναχ’ η υολιτεία του γερά κι ωραία μέλη.
ΚΩΝ
Γιά παραμύθι είναι καλό..Τι λέει γιά τις γυναίκες^
ΕΙΡ
Τις θέλει ελεύθερες.Σχεδόν σαν ίσες με τους άντρες κΩΝ
Του Πλάτωνα ξεπέρασες εσύ την ιιολιτεία.
Δύναμη έχεις πιο πολλή κι απδ άντρα βασιλέα.
ΕΙΡ
Κι εσύ ’σαι ωραίος και γερός.Θα ήσουνα ο πρώτος που ο πλάτωνας θα διάλεγε.
ΚΩΝ    ^    Και έξυπνος αν ήμουν.
Αλλά δεν είμαι έξυπνος.Εχω παιχνίδι γίνει Στα χέρια σου.Σε έδιωξα,μα κι από ’δω ακόμα υ,τι σύ θέλεις γίνεται.
πώς τούτο* Τι έχει γίνει*
ΚΩΝ
Μη δεν τα ξέρεις τάχατες^ Μα πάλι άκουσέ τα: Γυρνώντας απ’ τον πόλεμο στους Αραβες ενάντια Εβρήκα την πρωτεύουσα γιά σε ξεσηκωμένη.
ΕΙΡ
Δεν τόξερα.Κι ήρθες εδώ γιά να με φέρεις πίσω^
ΚΩΝ
Ηρθα γιατί δεν ήξερα τι απόφαση να πάρω.
Να υποκύ(|>ω στΐ£ φωνές του όχλου ή στο αίμα Κάθε φωνή,σε μενανε ενάντια,να πνίξωj Γιά τούτο μέσα στη σπηλιά έχω έρθει του θηρίου. Θέλω να τόδω ζωντανό να στέκει απέναντι μου.
Να δω πόσο είναι δυνατό,να δω πόσο ζυγίζει,
Να δω^τα δόντια του,να δω τα σουβλερά του νύχια* Να νιώσω την ανάσα του,τη δίψα του να νιώσω Για Κράτος και γιά Δύναμη προτού αποφασίσω.
ΕΙΡ
Ωστε λοιπον η μερ’ αυτή,αυτή ’επίσκεψή σου Θα κρίνει και το μέλλον σου και το δικό μου μέλλον










ΚΩΝ
Γειά σου..Διαβάζεις*

 
Ναι.Του ΐίλάτωυα την ΐίολιτεία.
ΚΩΝ
Είναι ταγαπημένο σου..
ΕΙΡ
0 Πλάτωνας διαλέγει
Τους άντρες και τα θηλυκά που ερωτικά θα σμίξουν Γιά ναχ’ η υολιτεία του γερά κι ωραία μέλη.
ΚΩΝ
Γιά παραμύθι είναι καλό..Τι λέει γιά τις γυναίκες^
ΕΙΡ
Τις θέλει ελεύθερες.Σχεδόν σαν ίσες με τους άντρες κΩΝ
Του Πλάτωνα ξεπέρασες εσύ την ιιολιτεία.
Δύναμη έχεις πιο πολλή κι απδ άντρα βασιλέα.
ΕΙΡ
Κι εσύ ’σαι ωραίος και γερός.Θα ήσουνα ο πρώτος που ο πλάτωνας θα διάλεγε.
ΚΩΝ    ^    Και έξυπνος αν ήμουν.
Αλλά δεν είμαι έξυπνος.Εχω παιχνίδι γίνει Στα χέρια σου.Σε έδιωξα,μα κι από ’δω ακόμα υ,τι σύ θέλεις γίνεται.
πώς τούτο* Τι έχει γίνει*
ΚΩΝ
Μη δεν τα ξέρεις τάχατες^ Μα πάλι άκουσέ τα: Γυρνώντας απ’ τον πόλεμο στους Αραβες ενάντια Εβρήκα την πρωτεύουσα γιά σε ξεσηκωμένη.
ΕΙΡ
Δεν τόξερα.Κι ήρθες εδώ γιά να με φέρεις πίσω^
ΚΩΝ
Ηρθα γιατί δεν ήξερα τι απόφαση να πάρω.
Να υποκύ(|>ω στΐ£ φωνές του όχλου ή στο αίμα Κάθε φωνή,σε μενανε ενάντια,να πνίξωj Γιά τούτο μέσα στη σπηλιά έχω έρθει του θηρίου. Θέλω να τόδω ζωντανό να στέκει απέναντι μου.
Να δω πόσο είναι δυνατό,να δω πόσο ζυγίζει,
Να δω^τα δόντια του,να δω τα σουβλερά του νύχια* Να νιώσω την ανάσα του,τη δίψα του να νιώσω Για Κράτος και γιά Δύναμη προτού αποφασίσω.
ΕΙΡ
Ωστε λοιπον η μερ’ αυτή,αυτή ’επίσκεψή σου Θα κρίνει και το μέλλον σου και το δικό μου μέλλον














59

ΚΩΝ
ϋες κιόλας πως το έκρινε.Γιατί εντός μου κάτι Μου λέει πως ανήλεη θα είσαι αν γυρίσεις- υτι αν ήσουν μιά φορά τότε κακή και αθλια,
Δέκα θα ήσουνα φορές αν έρθεις^παλι πίσω. ^
Γι αυτό λοιπόν και θα σαφήσω μόνη σου εδώ πέρα Μακριά από το έργο μου που θέλεις να χαλάσεις.
Μι εγώ με βία και μορμή τα νιάτα που μου δίνουν Εστω γι αυτό κι αν χρειαστεί κάτι άλλο να χαλασω Την ισχυρή κι ελεύθερη θα χτίσω Ρωμανία.
Τους νόμους που της χώρας μας θαλλάξουνε την οψη Δε θάχεις πιά τη δύναμη ανίσχυρους να κάνεις Κι ο πόθος γιά καταστροφή που μέσα σου ριζώνει Δε θα μπορέσει πιά νανθισει και καρπούς να δώσει.
Κάτσε εδώ κι αγνάντευε της θάλασσας τα πλάτη.
Σαφήνω γειά.Ισως ποτέ να μη σε δω και πάλι.
(Λέγοντας αυτά πηγαίνει προς την πόρτα.Την ανοίγει κι ετοιμάζεται να βγεί)
Ξ1Ρ
Στάσου.
(υ Κωνσταντίνος στέκεται κρατώντας ανοιχτή την πόρτα) Δε μίλησα.Εσύ μιλάς αφότου μπήκες.
Στάσου.Και πριν γιά πάντοτε χαθείς απ’ τη ζωή μου Ακου τι έχω να σου πω.
(0 Κωνσταντίνος προσπαθώντας ναγνοήσει την παρά¬κλησή της,ανοίγει την πόρτα τελείως και κάνει ένα βήμα προς τα έξω.Σπαραχτικά και ικετευτικά,φωνάζοντας)
Θεέ μου.' Κωνσταντίνεi«
Ακου με..Σε παρακαλώ..Γιά λίγο μόνο..Στάσου.
(υ Κωνσταντίνος κλείνει την πόρτα και περιμένει νακούσει.Η Ειρήνη κάθεται με αργές κινήσεις.Χωρίς να τον κυττάζει)
Μέρες και νύχτες τώρα,εδώ που κάθομαι μονάχη, θυμάμαι την πρωτύτερη £ωή μου κι από μέσα Από τα σπλάχνα της,μοναχα πίκρες αναβλύζουν Ντυμένες έστω με χρυσά και μασημένια ρούχα.
Μία μοναχα όμορφη ανάμνηση υπάρχει.
Κι αυτή ’σαι^σύ.Ειν’ η αντρίκια και γλυκειά μορφή σου. Και ειν’ αυτή ο μόνος λόγος γιά να ζω ακόμα*
Αλλιώς^θα εί^α τώρα δώσει τέλος στη ζωή μου iιατί άλλο τίποτα δεν έχω να την ομορφαίνει.
Το ξέ^ω-δεν^εστάθηκα γιά σέ καλή μητέρα.
Μακρια σου^έμενα^πολύ,και σα να σαγνοούσα Ιίολλές φορές φερόμουνα.Μα μέσα μου πονούσα. πάντοτε ήθελα κοντά μου,δίπλα μου να σέχω.
Να σου μιλώ,να σαγαπώ,να σαπαλοχαιδεύω
Και να σου δείχνω τη στοργή και τη λατρεία τιου σούχα.
ΚΩΝ
Την είδα την αγάπη σου και τη λατρεία που μούχες Θταν στο θρονο θέλησα να κάτσω που μανήκει.
Ε1Ρ υ,τι μου πεις θα τα δεχτώ.Γιατί και δίκιο θάχεις. Κα,Κωνσταντίνε,τώρα πιά,δεν είμαι όπως ήμουν'.









ΚΩΝ
ϋες κιόλας πως το έκρινε.Γιατί εντός μου κάτι Μου λέει πως ανήλεη θα είσαι αν γυρίσεις- υτι αν ήσουν μιά φορά τότε κακή και αθλια,
Δέκα θα ήσουνα φορές αν έρθεις^παλι πίσω. ^
Γι αυτό λοιπόν και θα σαφήσω μόνη σου εδώ πέρα Μακριά από το έργο μου που θέλεις να χαλάσεις.
Μι εγώ με βία και μορμή τα νιάτα που μου δίνουν Εστω γι αυτό κι αν χρειαστεί κάτι άλλο να χαλασω Την ισχυρή κι ελεύθερη θα χτίσω Ρωμανία.
Τους νόμους που της χώρας μας θαλλάξουνε την οψη Δε θάχεις πιά τη δύναμη ανίσχυρους να κάνεις Κι ο πόθος γιά καταστροφή που μέσα σου ριζώνει Δε θα μπορέσει πιά νανθισει και καρπούς να δώσει.
Κάτσε εδώ κι αγνάντευε της θάλασσας τα πλάτη.
Σαφήνω γειά.Ισως ποτέ να μη σε δω και πάλι.
(Λέγοντας αυτά πηγαίνει προς την πόρτα.Την ανοίγει κι ετοιμάζεται να βγεί)
Ξ1Ρ
Στάσου.
(υ Κωνσταντίνος στέκεται κρατώντας ανοιχτή την πόρτα) Δε μίλησα.Εσύ μιλάς αφότου μπήκες.
Στάσου.Και πριν γιά πάντοτε χαθείς απ’ τη ζωή μου Ακου τι έχω να σου πω.
(0 Κωνσταντίνος προσπαθώντας ναγνοήσει την παρά¬κλησή της,ανοίγει την πόρτα τελείως και κάνει ένα βήμα προς τα έξω.Σπαραχτικά και ικετευτικά,φωνάζοντας)
Θεέ μου.' Κωνσταντίνεi«
Ακου με..Σε παρακαλώ..Γιά λίγο μόνο..Στάσου.
(υ Κωνσταντίνος κλείνει την πόρτα και περιμένει νακούσει.Η Ειρήνη κάθεται με αργές κινήσεις.Χωρίς να τον κυττάζει)
Μέρες και νύχτες τώρα,εδώ που κάθομαι μονάχη, θυμάμαι την πρωτύτερη £ωή μου κι από μέσα Από τα σπλάχνα της,μοναχα πίκρες αναβλύζουν Ντυμένες έστω με χρυσά και μασημένια ρούχα.
Μία μοναχα όμορφη ανάμνηση υπάρχει.
Κι αυτή ’σαι^σύ.Ειν’ η αντρίκια και γλυκειά μορφή σου. Και ειν’ αυτή ο μόνος λόγος γιά να ζω ακόμα*
Αλλιώς^θα εί^α τώρα δώσει τέλος στη ζωή μου iιατί άλλο τίποτα δεν έχω να την ομορφαίνει.
Το ξέ^ω-δεν^εστάθηκα γιά σέ καλή μητέρα.
Μακρια σου^έμενα^πολύ,και σα να σαγνοούσα Ιίολλές φορές φερόμουνα.Μα μέσα μου πονούσα. πάντοτε ήθελα κοντά μου,δίπλα μου να σέχω.
Να σου μιλώ,να σαγαπώ,να σαπαλοχαιδεύω
Και να σου δείχνω τη στοργή και τη λατρεία τιου σούχα.
ΚΩΝ
Την είδα την αγάπη σου και τη λατρεία που μούχες Θταν στο θρονο θέλησα να κάτσω που μανήκει.
Ε1Ρ υ,τι μου πεις θα τα δεχτώ.Γιατί και δίκιο θάχεις. Κα,Κωνσταντίνε,τώρα πιά,δεν είμαι όπως ήμουν'.









60
Κατάλαβα πόσο φριχτό ήταν το φέρσιμό μου.
Σε σέ ανήκουν κι εξουσία και θρονος^Κωνσταντινε.
Μα να,ενώ σήξερα παιδί,ξάφνου μιά μέρα μπρος μου Αντρας εφανερώθηκες.Δεν ήθελα όμως άντρα f Να σε δεχτώ.Μες στο μυαλό και^μέσα στην ψυχή μου Ιίαιδί ακόμα σήθελα.παιδί μικρό κι αθώο ^    ^
που εντός του ακόμα οι χαρές της νιότης μόνο παίζουν κι όχι του άντρα οι πεθυμιές και του κορμιού τα πάθη. Αδικος κόπος ολ’ αυτά.Μιά μέρα μπρος μου σταθης Και μοΰπες "άντρας έγινα και θανεβώ στο^θρόνο". κοντά δυό χρόνια ήσουνα βέβαια παντιοεμμένος Και οι γυναίκες πάντοτε πολλές κοντά σου^ήταν*
Μα έκανα πως δεν τόβλεπα-έπειθα τον εαυτό μου Τίποτα να μη οκέπτεται απόσα η αντροσύνη Αβάσταγη φουντώνοντας μέσα σου εμηνούσε.
κΩΝ
Δεν ξέρω τιν’ αυτά που λες.Κιούτε καταλαβαίνω Πού θέλει η μυστήρια σου σκέψη να καταλήξει.
ΕΙΡ (Σα να μην τον ακούσε)
Στο αίτημά σου αντέδρασα άσχημα’κι ο καθένας Μπορεί ό,ποια εξήγηση να δώσει σ’ ό,τι εγίνει.
Μα μόνο εγώ μπορώ να πω γιατί σου φέρθηκα έτσι.
Εγώ,που κείμη την ημέρα η κλειστή καρδιά μου Ανοιξε όχι από χαράς ή ευτυχίας χάδι Αλλ1 από μία μαχαιριά τόσο πικρή που μόνο Χαμένη αγάπη το μπορεί να δώσει,μα και πάλι Τόσο γλυκέιά που η αγάπη μοναχά χαρίζει,
Οταν μεγάλη και λαμπρής έξαινα στέκει μπρος μας.
Και απαυτήν τη μαχαιριά ακόμα αίμα τρέχει.
Κι είμαι φτιαγμένη έτσι που,δεν το μπορώ να κλείσω Τη φοβερή μου την πληγή κι αυτή θα με πονάει Qc; νάρθ’ η ώρα να κοπεί το νήμα της ζωής μου.
Πόσες προσπάθειες έκανα να βγάλω από τη σκέψη Τη φλόγα που την τυραννά-πόσο πασκίσει έχω Ναρχόμουνα στα συγκαλά μου πάλι-μα του κάκ©υ.
Κι είναι το μόνο^που μπορώ να κάνω τούτο μόνο,
Να πω σε σένα γιά τον πόνο που βαθιά μου νιώθω,
Σε σένανε να φανερώσω ό,ποια δυστυχία Σύ,άθελά σου μέκανες να νιώσω Κωνσταντίνε.
ΚΩΝ
Μα τι νοήματα ειν’ αυτά! Τι λόγια μπερδεμένα..
Τι θες να^πεις με^ολαυτα^ Τι κρύβεις σ’ όσα είπες* Ηες^καθαρά.Τα αινίγματα-το ξέρεις-δε μαρέσουν.
Ποια δυστυχία έδωσα εγώ-εγώΐ-σε σένα^
ΕΙΡ
Αδικα ήρθες οπλισμένος μόλα σου τα όπλα
Για να χτυπήσεις ό,τι νόμιζες εδώ πως θάβρεις.
Γιατί μπροστά σου δε θα δεις νύχια,φωτιές και δόντια Ούτε θεριο^δεν ειμ’ εγώ.Κι είναι το δωμάτιό μου ετουτο^κι οχι μια σπηλιά κάποιου απαίσιου όράκου- Μπροστα σου στεκει Κωνσταντίνε μόνο μιά γυναίκα.
Κατάλαβα πόσο φριχτό ήταν το φέρσιμό μου.
Σε σέ ανήκουν κι εξουσία και θρονος^Κωνσταντινε.
Μα να,ενώ σήξερα παιδί,ξάφνου μιά μέρα μπρος μου Αντρας εφανερώθηκες.Δεν ήθελα όμως άντρα f Να σε δεχτώ.Μες στο μυαλό και^μέσα στην ψυχή μου Ιίαιδί ακόμα σήθελα.παιδί μικρό κι αθώο ^    ^
που εντός του ακόμα οι χαρές της νιότης μόνο παίζουν κι όχι του άντρα οι πεθυμιές και του κορμιού τα πάθη. Αδικος κόπος ολ’ αυτά.Μιά μέρα μπρος μου σταθης Και μοΰπες "άντρας έγινα και θανεβώ στο^θρόνο". κοντά δυό χρόνια ήσουνα βέβαια παντιοεμμένος Και οι γυναίκες πάντοτε πολλές κοντά σου^ήταν*
Μα έκανα πως δεν τόβλεπα-έπειθα τον εαυτό μου Τίποτα να μη οκέπτεται απόσα η αντροσύνη Αβάσταγη φουντώνοντας μέσα σου εμηνούσε.
κΩΝ
Δεν ξέρω τιν’ αυτά που λες.Κιούτε καταλαβαίνω Πού θέλει η μυστήρια σου σκέψη να καταλήξει.
ΕΙΡ (Σα να μην τον ακούσε)
Στο αίτημά σου αντέδρασα άσχημα’κι ο καθένας Μπορεί ό,ποια εξήγηση να δώσει σ’ ό,τι εγίνει.
Μα μόνο εγώ μπορώ να πω γιατί σου φέρθηκα έτσι.
Εγώ,που κείμη την ημέρα η κλειστή καρδιά μου Ανοιξε όχι από χαράς ή ευτυχίας χάδι Αλλ1 από μία μαχαιριά τόσο πικρή που μόνο Χαμένη αγάπη το μπορεί να δώσει,μα και πάλι Τόσο γλυκέιά που η αγάπη μοναχά χαρίζει,
Οταν μεγάλη και λαμπρής έξαινα στέκει μπρος μας.
Και απαυτήν τη μαχαιριά ακόμα αίμα τρέχει.
Κι είμαι φτιαγμένη έτσι που,δεν το μπορώ να κλείσω Τη φοβερή μου την πληγή κι αυτή θα με πονάει Qc; νάρθ’ η ώρα να κοπεί το νήμα της ζωής μου.
Πόσες προσπάθειες έκανα να βγάλω από τη σκέψη Τη φλόγα που την τυραννά-πόσο πασκίσει έχω Ναρχόμουνα στα συγκαλά μου πάλι-μα του κάκ©υ.
Κι είναι το μόνο^που μπορώ να κάνω τούτο μόνο,
Να πω σε σένα γιά τον πόνο που βαθιά μου νιώθω,
Σε σένανε να φανερώσω ό,ποια δυστυχία Σύ,άθελά σου μέκανες να νιώσω Κωνσταντίνε.
ΚΩΝ
Μα τι νοήματα ειν’ αυτά! Τι λόγια μπερδεμένα..
Τι θες να^πεις με^ολαυτα^ Τι κρύβεις σ’ όσα είπες* Ηες^καθαρά.Τα αινίγματα-το ξέρεις-δε μαρέσουν.
Ποια δυστυχία έδωσα εγώ-εγώΐ-σε σένα^
ΕΙΡ
Αδικα ήρθες οπλισμένος μόλα σου τα όπλα
Για να χτυπήσεις ό,τι νόμιζες εδώ πως θάβρεις.
Γιατί μπροστά σου δε θα δεις νύχια,φωτιές και δόντια Ούτε θεριο^δεν ειμ’ εγώ.Κι είναι το δωμάτιό μου ετουτο^κι οχι μια σπηλιά κάποιου απαίσιου όράκου- Μπροστα σου στεκει Κωνσταντίνε μόνο μιά γυναίκα.




Κατάλαβα πόσο φριχτό ήταν το φέρσιμό μου.
Σε σέ ανήκουν κι εξουσία και θρονος^Κωνσταντινε.
Μα να,ενώ σήξερα παιδί,ξάφνου μιά μέρα μπρος μου Αντρας εφανερώθηκες.Δεν ήθελα όμως άντρα f Να σε δεχτώ.Μες στο μυαλό και^μέσα στην ψυχή μου Ιίαιδί ακόμα σήθελα.παιδί μικρό κι αθώο ^    ^
που εντός του ακόμα οι χαρές της νιότης μόνο παίζουν κι όχι του άντρα οι πεθυμιές και του κορμιού τα πάθη. Αδικος κόπος ολ’ αυτά.Μιά μέρα μπρος μου σταθης Και μοΰπες "άντρας έγινα και θανεβώ στο^θρόνο". κοντά δυό χρόνια ήσουνα βέβαια παντιοεμμένος Και οι γυναίκες πάντοτε πολλές κοντά σου^ήταν*
Μα έκανα πως δεν τόβλεπα-έπειθα τον εαυτό μου Τίποτα να μη οκέπτεται απόσα η αντροσύνη Αβάσταγη φουντώνοντας μέσα σου εμηνούσε.
κΩΝ
Δεν ξέρω τιν’ αυτά που λες.Κιούτε καταλαβαίνω Πού θέλει η μυστήρια σου σκέψη να καταλήξει.
ΕΙΡ (Σα να μην τον ακούσε)
Στο αίτημά σου αντέδρασα άσχημα’κι ο καθένας Μπορεί ό,ποια εξήγηση να δώσει σ’ ό,τι εγίνει.
Μα μόνο εγώ μπορώ να πω γιατί σου φέρθηκα έτσι.
Εγώ,που κείμη την ημέρα η κλειστή καρδιά μου Ανοιξε όχι από χαράς ή ευτυχίας χάδι Αλλ1 από μία μαχαιριά τόσο πικρή που μόνο Χαμένη αγάπη το μπορεί να δώσει,μα και πάλι Τόσο γλυκέιά που η αγάπη μοναχά χαρίζει,
Οταν μεγάλη και λαμπρής έξαινα στέκει μπρος μας.
Και απαυτήν τη μαχαιριά ακόμα αίμα τρέχει.
Κι είμαι φτιαγμένη έτσι που,δεν το μπορώ να κλείσω Τη φοβερή μου την πληγή κι αυτή θα με πονάει Qc; νάρθ’ η ώρα να κοπεί το νήμα της ζωής μου.
Πόσες προσπάθειες έκανα να βγάλω από τη σκέψη Τη φλόγα που την τυραννά-πόσο πασκίσει έχω Ναρχόμουνα στα συγκαλά μου πάλι-μα του κάκ©υ.
Κι είναι το μόνο^που μπορώ να κάνω τούτο μόνο,
Να πω σε σένα γιά τον πόνο που βαθιά μου νιώθω,
Σε σένανε να φανερώσω ό,ποια δυστυχία Σύ,άθελά σου μέκανες να νιώσω Κωνσταντίνε.
ΚΩΝ
Μα τι νοήματα ειν’ αυτά! Τι λόγια μπερδεμένα..
Τι θες να^πεις με^ολαυτα^ Τι κρύβεις σ’ όσα είπες* Ηες^καθαρά.Τα αινίγματα-το ξέρεις-δε μαρέσουν.
Ποια δυστυχία έδωσα εγώ-εγώΐ-σε σένα^
ΕΙΡ
Αδικα ήρθες οπλισμένος μόλα σου τα όπλα
Για να χτυπήσεις ό,τι νόμιζες εδώ πως θάβρεις.
Γιατί μπροστά σου δε θα δεις νύχια,φωτιές και δόντια Ούτε θεριο^δεν ειμ’ εγώ.Κι είναι το δωμάτιό μου ετουτο^κι οχι μια σπηλιά κάποιου απαίσιου όράκου- Μπροστα σου στεκει Κωνσταντίνε μόνο μιά γυναίκα.



61
ΚΩΝ
Ναΐ.Μιά σκληρή,σατανική,αδίστακτη γυναίκα.
ΕΙΡ , , ,
Τίποτα-όχι-απδλ’ αυτά.Μοναχα^μια γυναίκα ^
Που τον αγαπημένο της μπροστά της βλέπει αντρα.
ΚΩΝ (Συλλαβίζοντας τις λέξεις)    ,
11ου τον αγαπημένο της..βλέπει μπροστά της ..αντρα.. (οπισθοχωρεί)
ΕΙΡ (Τον κυττάζει γιά μιά στιγμή.Συνεχί£ει δπως πρ Μέσα σαυτή τη μοναξιά κλεισμένη Κωνσταντίνε Μαζί με τάλλα μούλειψε και ταντρικδ το χάδι.
Κι η φαντασιά μου μουφερνε δλους μπροστά τους άντρες Και κείνους που μαγκάλιασαν,κι αυτούς πούχω γνωρίσει Χωρίς ποτέ το χέρι τους το χέρι μου ναγγίξει. κι απδλους έναν μέσπρωχνε μονάχα να διαλέξω Και να τον κάνω ταίρι μου στις άφωτές μου νύχτες Και να τον κάμω του κορμιού μου αφέντη και δραγάτη* Και να του δωσ’ δ,τι -γλυκό κρατούσα και ωραίο*
Κι η φαντασία μου,κι ο νους,κι η γυναικεία ψυχή μου, Με σπρώχνανε,και,Κωνσταντίνε,διάλεγα εσένα.
ΚΩΝ
Ai Βρωμερδ υποκείμενοί AI Φοβερή γυναίκαί
ΕΙΡ
Γυναίκαί Ναι! Γυναίκαί Ναιί Γυναίκαί Ξαναπέστο. Βλέπεις πώς μαίνεται φρικτδ. ιιώς τρομερδ φαντάζει. Μπορείς λοιιιον να φανταστείς κι εγώ πώς είχα νιώσει Τη μέρα που κατάλαβα δτι αυτδ συμβαίνει.
Κι ήταν η μέρα πέρφανα που ορθώθηκες μπροστά μου Γυρεύοντας το θρδνο σου.U,τι μέχρι τα τδτε ϋάσκιζα απ’ τον ίδιονε να κρύψω τον εαυτό μου Γυμνό μπροστά μου έλαμψε και με κυρίεψε όλη.
Και απδ τδτε αφέθηκα στην άλυπή του δίνη.
Αθυρμα μέσα στη θολή ορμή του έχω γίνει.
Επα<|>α νανατιστέκωμαι-τι νόημα πιά θάχε- Δικη του δλη ήμουνα-δική σου-ναι..δική σου.
Νύχτα και μέρα μπρος μου στέκεις όμορφος σαν Ερως*
Με (3ασανίζει^η δψη σου-με λυώνει η μορφή σου*
Κι έρχονται ώρες που σε νιώθ’ ολδτελα δικδν μου υταν η φαντασία μου τον πδνο μου λυπάται Και^μέσα στην αγκάλη μου γιά λίγο σαποθέτει.
Αλλα μαυτδ,τον^πδνο μου μονάχα μεγαλώνει υταν ξυπνώ απτδνειρο και βρίσκεσαι μακριά μου.
ΚΩΝ
Ω• Τι απαίσια πραγματα που μούμελε νακούσω.
ΕΙΡ (Γελώντας πικρά)
Αίυταν σεβλεπα γυναίκες άλλες να κυττάζεις Ενιωθα κάτι μέσα μου πούλεγα ζήλεια οτ» είναι- Αλλ’ ο)£ΐ ζήλεια ερωτική,μα του γονιού εκείνη ;ί°υ μλεπει απ τα χέρια του να ςοεύγει το παιδί του Ωστε να ζησει τη ζωη κι εκείνο τη δική του



ΚΩΝ
Ναΐ.Μιά σκληρή,σατανική,αδίστακτη γυναίκα.
ΕΙΡ , , ,
Τίποτα-όχι-απδλ’ αυτά.Μοναχα^μια γυναίκα ^
Που τον αγαπημένο της μπροστά της βλέπει αντρα.
ΚΩΝ (Συλλαβίζοντας τις λέξεις)    ,
11ου τον αγαπημένο της..βλέπει μπροστά της ..αντρα.. (οπισθοχωρεί)
ΕΙΡ (Τον κυττάζει γιά μιά στιγμή.Συνεχί£ει δπως πρ Μέσα σαυτή τη μοναξιά κλεισμένη Κωνσταντίνε Μαζί με τάλλα μούλειψε και ταντρικδ το χάδι.
Κι η φαντασιά μου μουφερνε δλους μπροστά τους άντρες Και κείνους που μαγκάλιασαν,κι αυτούς πούχω γνωρίσει Χωρίς ποτέ το χέρι τους το χέρι μου ναγγίξει. κι απδλους έναν μέσπρωχνε μονάχα να διαλέξω Και να τον κάνω ταίρι μου στις άφωτές μου νύχτες Και να τον κάμω του κορμιού μου αφέντη και δραγάτη* Και να του δωσ’ δ,τι -γλυκό κρατούσα και ωραίο*
Κι η φαντασία μου,κι ο νους,κι η γυναικεία ψυχή μου, Με σπρώχνανε,και,Κωνσταντίνε,διάλεγα εσένα.
ΚΩΝ
Ai Βρωμερδ υποκείμενοί AI Φοβερή γυναίκαί
ΕΙΡ
Γυναίκαί Ναι! Γυναίκαί Ναιί Γυναίκαί Ξαναπέστο. Βλέπεις πώς μαίνεται φρικτδ. ιιώς τρομερδ φαντάζει. Μπορείς λοιιιον να φανταστείς κι εγώ πώς είχα νιώσει Τη μέρα που κατάλαβα δτι αυτδ συμβαίνει.
Κι ήταν η μέρα πέρφανα που ορθώθηκες μπροστά μου Γυρεύοντας το θρδνο σου.U,τι μέχρι τα τδτε ϋάσκιζα απ’ τον ίδιονε να κρύψω τον εαυτό μου Γυμνό μπροστά μου έλαμψε και με κυρίεψε όλη.
Και απδ τδτε αφέθηκα στην άλυπή του δίνη.
Αθυρμα μέσα στη θολή ορμή του έχω γίνει.
Επα<|>α νανατιστέκωμαι-τι νόημα πιά θάχε- Δικη του δλη ήμουνα-δική σου-ναι..δική σου.
Νύχτα και μέρα μπρος μου στέκεις όμορφος σαν Ερως*
Με (3ασανίζει^η δψη σου-με λυώνει η μορφή σου*
Κι έρχονται ώρες που σε νιώθ’ ολδτελα δικδν μου υταν η φαντασία μου τον πδνο μου λυπάται Και^μέσα στην αγκάλη μου γιά λίγο σαποθέτει.
Αλλα μαυτδ,τον^πδνο μου μονάχα μεγαλώνει υταν ξυπνώ απτδνειρο και βρίσκεσαι μακριά μου.
ΚΩΝ
Ω• Τι απαίσια πραγματα που μούμελε νακούσω.
ΕΙΡ (Γελώντας πικρά)
Αίυταν σεβλεπα γυναίκες άλλες να κυττάζεις Ενιωθα κάτι μέσα μου πούλεγα ζήλεια οτ» είναι- Αλλ’ ο)£ΐ ζήλεια ερωτική,μα του γονιού εκείνη ;ί°υ μλεπει απ τα χέρια του να ςοεύγει το παιδί του Ωστε να ζησει τη ζωη κι εκείνο τη δική του


62

Μα τώρα ξέρω.Ζήλευα και τότε σα γυναίκα.
Κι όταν σε πάντρεψα εγώ η ίδια με τη Μαρία Τόκανα περισσότερο γιατ’ ήθελα να σβύσει Και να χαθεί από μέσα μου η αίσθηση εκεινη- Γιά να το πάρω απόφαση πως σάλληνε^ανήκεις.
Α,πόσο ήμουν άμυαλη,που εθαρρούσα ότι ^
Μπορεί αυτό να γίνονταν..Το πόσο έπεφτα εξω Τώρα μονάχα να το δω μπορώ.At Κωνσταντίνε* υταν σε χτύπησε αυτό το άθλιο μου το ^.έρι Αυτή ’ελπίδα τόσπρωχνε.Αΐ Νάξερες μονάχα Ξάγρυπνη πόσες κλαίγοντας γι αυτό έμεινα νύχτες..
Κι αν προσπαθούσα να σε δω μονάχα σαν^παιδί μου Μα-ειρωνία-θύμησες με καίγαν τέτιες τότε:
Γυμνούλι το κορμάκι σου κι εγώ να το χαϊδεύω.
Η να φιλώ το τρυφερό μικρό σου στοματάκι.
ΧΧι ακόμα,ξέχωρ’ από με,ετούτο ’δω το στήθος Αναθυμόταν τις γλύκες ημέρες που,μικράκι Με τα μικρά χειλάκια σου και τάδοντά σου ούλα Το δάγκωνες,ταπομυζούσες κι έπαιζες μαζί του Και καίγονταν στη θύμηση,κι απέλπιδα ζητούσε Το ίδιο εκείνο το γλυκό να αιστανθεί το ρίγος.
Ωί Τι γλύκες! Τι όμορφες στιγμές ήταν εκείνες.. (Μικρή σιωπή)
Και τώρα φύγε .ΐίήγαινε .Αυτά ήταν Κωνσταντίνε υ,τ’ ήθελα να σου ειπώ.Μικρότερη θα είναι Η δυστυχία μου αφού τα ειπ’ αυτά σε σένα.
Φύγε.Μονάχη μου εδώ θα κλαίω νύχτα μέρα.
Μα μία χάρη σου ζητώ.Κανένας να μη μάθει υσα σου είπα τώρα δα.Ντροπή καθένας τόχει Τα πάθη του στου ηλιού το φως μέσα να ξεδιπλώνει, Θέαμα καταγέλαστο σε κάθε τρίτου μάτια.
(Γυρίζει προς το παράθυρο περιμένοντας να φύγει ο Κωνσταντίνος)
ΚΩΝ
Είναι κανείς να σε λυπάται-να σε πω μητέρα^- Μ’ από την άλλη τη μεριά όλα ανθρώπινα είναι Και δε μπορεί να πει κανείς η μοίρα τι του φέρνει.
Δε φανταζόμουνα ποτέ,μικρός εγώ σαν ήμουν Ιίως θα μπορούσαν ολαυτά να γίνουνε σε μένα Τα είκοσι^τα χρόνια μου ακόμα πριν να κλείσω- ϋολεμοι τόσοι,τόσες στάσεις,τόσα γεγονότα,
Τόσες χαρές και τόσες λύπες,λύπες,λύπες.. u γάμος μου,της μάννας μου η δεσποτική η στάση’ Και^τωρ’ αυτό.ΐίου δεν περίμενα ποτέ νακούσω.
Κι όμως εγίνανε.Και ποσ’ ακόμα θα γινούνε..
ΕΙΡ (Σηκώνεται)
Σ,όσα γίνουνε από δω και πέρα Κωνσταντίνε Βοηθο θα μεχεις.Από δω που βρίσκομαι κλεισμένη U,τι μπορώ για σενάνε να κάνω,θα το κάνω, ευτυχισμένη θαμαι μονο αν εισ’ ευτυχισμένος.
Κι ούτε ποτέ,και αν μαζί σου μέπαιρνες ακόμα
Λ1ν9^ουνα εΥ“ στθ δόξα σου εμπόδιο Αλλα^βοηθός σου θαμουνα σε όλα τα σχέδιά σου.
Αν μεπαιρνες.Αλλα αλλιώς έχεις αποφασίσει.


Μα τώρα ξέρω.Ζήλευα και τότε σα γυναίκα.
Κι όταν σε πάντρεψα εγώ η ίδια με τη Μαρία Τόκανα περισσότερο γιατ’ ήθελα να σβύσει Και να χαθεί από μέσα μου η αίσθηση εκεινη- Γιά να το πάρω απόφαση πως σάλληνε^ανήκεις.
Α,πόσο ήμουν άμυαλη,που εθαρρούσα ότι ^
Μπορεί αυτό να γίνονταν..Το πόσο έπεφτα εξω Τώρα μονάχα να το δω μπορώ.At Κωνσταντίνε* υταν σε χτύπησε αυτό το άθλιο μου το ^.έρι Αυτή ’ελπίδα τόσπρωχνε.Αΐ Νάξερες μονάχα Ξάγρυπνη πόσες κλαίγοντας γι αυτό έμεινα νύχτες..
Κι αν προσπαθούσα να σε δω μονάχα σαν^παιδί μου Μα-ειρωνία-θύμησες με καίγαν τέτιες τότε:
Γυμνούλι το κορμάκι σου κι εγώ να το χαϊδεύω.
Η να φιλώ το τρυφερό μικρό σου στοματάκι.
ΧΧι ακόμα,ξέχωρ’ από με,ετούτο ’δω το στήθος Αναθυμόταν τις γλύκες ημέρες που,μικράκι Με τα μικρά χειλάκια σου και τάδοντά σου ούλα Το δάγκωνες,ταπομυζούσες κι έπαιζες μαζί του Και καίγονταν στη θύμηση,κι απέλπιδα ζητούσε Το ίδιο εκείνο το γλυκό να αιστανθεί το ρίγος.
Ωί Τι γλύκες! Τι όμορφες στιγμές ήταν εκείνες.. (Μικρή σιωπή)
Και τώρα φύγε .ΐίήγαινε .Αυτά ήταν Κωνσταντίνε υ,τ’ ήθελα να σου ειπώ.Μικρότερη θα είναι Η δυστυχία μου αφού τα ειπ’ αυτά σε σένα.
Φύγε.Μονάχη μου εδώ θα κλαίω νύχτα μέρα.
Μα μία χάρη σου ζητώ.Κανένας να μη μάθει υσα σου είπα τώρα δα.Ντροπή καθένας τόχει Τα πάθη του στου ηλιού το φως μέσα να ξεδιπλώνει, Θέαμα καταγέλαστο σε κάθε τρίτου μάτια.
(Γυρίζει προς το παράθυρο περιμένοντας να φύγει ο Κωνσταντίνος)
ΚΩΝ
Είναι κανείς να σε λυπάται-να σε πω μητέρα^- Μ’ από την άλλη τη μεριά όλα ανθρώπινα είναι Και δε μπορεί να πει κανείς η μοίρα τι του φέρνει.
Δε φανταζόμουνα ποτέ,μικρός εγώ σαν ήμουν Ιίως θα μπορούσαν ολαυτά να γίνουνε σε μένα Τα είκοσι^τα χρόνια μου ακόμα πριν να κλείσω- ϋολεμοι τόσοι,τόσες στάσεις,τόσα γεγονότα,
Τόσες χαρές και τόσες λύπες,λύπες,λύπες.. u γάμος μου,της μάννας μου η δεσποτική η στάση’ Και^τωρ’ αυτό.ΐίου δεν περίμενα ποτέ νακούσω.
Κι όμως εγίνανε.Και ποσ’ ακόμα θα γινούνε..
ΕΙΡ (Σηκώνεται)
Σ,όσα γίνουνε από δω και πέρα Κωνσταντίνε Βοηθο θα μεχεις.Από δω που βρίσκομαι κλεισμένη U,τι μπορώ για σενάνε να κάνω,θα το κάνω, ευτυχισμένη θαμαι μονο αν εισ’ ευτυχισμένος.
Κι ούτε ποτέ,και αν μαζί σου μέπαιρνες ακόμα
Λ1ν9^ουνα εΥ“ στθ δόξα σου εμπόδιο Αλλα^βοηθός σου θαμουνα σε όλα τα σχέδιά σου.
Αν μεπαιρνες.Αλλα αλλιώς έχεις αποφασίσει.


63

ΚΩΝ
Αυτά που άκουσ’ άςοωνο κι αμήχανου μαφηυουν.
Δεν ξέρω ούτε τι να πω ούτε και τι να κάνω.
Νιώθω σα μία ζυγαριά πούχει ισορροπήσει ^ και δεν προσμένει παρά μιά λαφριά πνοή αγέρα Ωστε βαριά βαριά να γείρει στονα της το μέρος.
ΕΙΡ
lipΐν μίλησες γιά βάσανα και πόνους στη ζωη σου.
Ιίολλά αλήθεια πέρασες ,πολλά και θα περάσεις.
Εγώ γιά τούτο φταίω-εγώ,που σέ^ερα στον κόσμο.
Μέσα μου έλα ξαναμπές.Ελα σε μένα πάλι.
Μακριά θα φύγουν από σένα τότε ολ’ οι πόνοι.
υλα θα είναι όμορφα.Κι όσο πονάει κάποιος
Ιίοτέ που δε γεννήθηκε,τόσο θα νιώθεις πόνο
και σύ,σα μέσα μου θα μπεις.Τι πιό ωραίο γιά σένα
Απόλες σου τις συφορές γιά πάντα να γλιτώσεις
Και τι καλό γιά μένανε παιδούλα νάμαι πάλι
και ό.τι έχασα κι εγώ,δικό μου να ξανάχω..
(Λέγοντας τα παρακάτω πλησιάζει τον Κωνσταντίνο, βηματίζει γύρω του και τέλος στέκεται μπροστά του)
Ξέρω πως δεν τα πας καλά με τη Μαρία.Γιά μένα Δεν ειν’ αυτό παράξενο..Ετσι συμβαίνει πάντα- Απ’ το κορμίμου κόπηκες-πώς θα ταιριάζεις μάλλο*
Και ποιά γυναίκα θάτανε εκείνη Κωνσταντίνε ιιου θα της ταίριαζε να πει καλλίτερ’ από μένα "Είσαι δικός μου"^ noιά*Καμμιά.Απόλες τις γυναίκες Μόνο εγώ μπορώ να πω για σε "είσαι δικός μου".
Κι όσο εσύ είσαι δικός μου,είμαι κι εγώ δική σου. Κατάλαβέ το έτσι κι εσύ και έλα Κωνσταντίνε Και το κορμί αγκάλιασε ετούτο το ωραίο*
Και ας χαθούμε μες σαυτό ταγκάλιασμα οι δυό μας,
Εσύ αγέννητος κι εγώ μικρή κι αθώ’ ακόμα,
Μακριά από βασίλεια,από επαναστάσεις,
Από πολέμους και σφαγές..Ωί Ελα Κωνσταντίνε..
(Λέγοντας τα τελευταία λόγια,το πρόσωπό της βρίσκεται μπροστά στο πρόσωπό του,και με τα χέρια της πιάνει τους^βραχίονές του.Εκείνος μένει άβουλος.υμως η απέχθεια^έχει παραχωρήσει τη θέση της στον δισταγμό. Η Ειρήνη πέφτει μπροστά στα πόδια του κλαίγοντας ήρεμα και πικραμένα.Εκείνος κυττάζει δεξιά.Κυττάζει αριστεράΚυττάζει πάνω σα να προσεύχεται ή σα να ζητάει βοήθεια.Υστερα σκύβει,σήκωνει την Ειρήνη,της σκουπίΓει τα δακρυα)
ΚΩΝ
Μην κλαις.Μην κλαις.Ησύχασε.. Μην κλαις..Μητέρα..Ειρήνη (Τη φιλάει στο στόμα.Αυτή τον αγκαλιάζει)


ΚΩΝ
Αυτά που άκουσ’ άςοωνο κι αμήχανου μαφηυουν.
Δεν ξέρω ούτε τι να πω ούτε και τι να κάνω.
Νιώθω σα μία ζυγαριά πούχει ισορροπήσει ^ και δεν προσμένει παρά μιά λαφριά πνοή αγέρα Ωστε βαριά βαριά να γείρει στονα της το μέρος.
ΕΙΡ
lipΐν μίλησες γιά βάσανα και πόνους στη ζωη σου.
Ιίολλά αλήθεια πέρασες ,πολλά και θα περάσεις.
Εγώ γιά τούτο φταίω-εγώ,που σέ^ερα στον κόσμο.
Μέσα μου έλα ξαναμπές.Ελα σε μένα πάλι.
Μακριά θα φύγουν από σένα τότε ολ’ οι πόνοι.
υλα θα είναι όμορφα.Κι όσο πονάει κάποιος
Ιίοτέ που δε γεννήθηκε,τόσο θα νιώθεις πόνο
και σύ,σα μέσα μου θα μπεις.Τι πιό ωραίο γιά σένα
Απόλες σου τις συφορές γιά πάντα να γλιτώσεις
Και τι καλό γιά μένανε παιδούλα νάμαι πάλι
και ό.τι έχασα κι εγώ,δικό μου να ξανάχω..
(Λέγοντας τα παρακάτω πλησιάζει τον Κωνσταντίνο, βηματίζει γύρω του και τέλος στέκεται μπροστά του)
Ξέρω πως δεν τα πας καλά με τη Μαρία.Γιά μένα Δεν ειν’ αυτό παράξενο..Ετσι συμβαίνει πάντα- Απ’ το κορμίμου κόπηκες-πώς θα ταιριάζεις μάλλο*
Και ποιά γυναίκα θάτανε εκείνη Κωνσταντίνε ιιου θα της ταίριαζε να πει καλλίτερ’ από μένα "Είσαι δικός μου"^ noιά*Καμμιά.Απόλες τις γυναίκες Μόνο εγώ μπορώ να πω για σε "είσαι δικός μου".
Κι όσο εσύ είσαι δικός μου,είμαι κι εγώ δική σου. Κατάλαβέ το έτσι κι εσύ και έλα Κωνσταντίνε Και το κορμί αγκάλιασε ετούτο το ωραίο*
Και ας χαθούμε μες σαυτό ταγκάλιασμα οι δυό μας,
Εσύ αγέννητος κι εγώ μικρή κι αθώ’ ακόμα,
Μακριά από βασίλεια,από επαναστάσεις,
Από πολέμους και σφαγές..Ωί Ελα Κωνσταντίνε..
(Λέγοντας τα τελευταία λόγια,το πρόσωπό της βρίσκεται μπροστά στο πρόσωπό του,και με τα χέρια της πιάνει τους^βραχίονές του.Εκείνος μένει άβουλος.υμως η απέχθεια^έχει παραχωρήσει τη θέση της στον δισταγμό. Η Ειρήνη πέφτει μπροστά στα πόδια του κλαίγοντας ήρεμα και πικραμένα.Εκείνος κυττάζει δεξιά.Κυττάζει αριστεράΚυττάζει πάνω σα να προσεύχεται ή σα να ζητάει βοήθεια.Υστερα σκύβει,σήκωνει την Ειρήνη,της σκουπίΓει τα δακρυα)
ΚΩΝ
Μην κλαις.Μην κλαις.Ησύχασε.. Μην κλαις..Μητέρα..Ειρήνη (Τη φιλάει στο στόμα.Αυτή τον αγκαλιάζει)


64
ΠΡΑΞΗ ΤΡΙΤΗ ΣΚΗΝΗ ΕΒΔΟΜΗ
792.
παλάτι.
ΠΡΟΣΩΠΑ:ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ,ΑΛΕΞΙΟΣ,ΕΙΡΗΝΗ,ΦΩΚΑΣ,ΣΤΑΥΡΑΚΙΟΣ
ΚΩΝ
ποιές είναι, οι ειδήσεις απ’
ΑΔΕΞΙΟΣ    f
Κάψαν τη Φιλιππούπολη και την ^γχίαλο πήραν.
Κι δ,που περνάν τον πανικό σκορπίζουν και το φόβο.
Κι απδλους τους στρατιώτες μας μόνο οι ιιαυλιανίτες Και τους ενίκησαν και πάλι πίσω τους εστείλαν.
ΚΩΝ
νι Ιίαυλιανίτεςioι καλοί άγγελοι της Πατρίδας.
Πιστοί και φιλοπρόοδοι.Στήριγμα του στρατού μας.
Και υποδείγματα καλά γιά κάθε αλλαγή μας.
Ε!Ρ
Μα,Κωνσταντίνε,μην ξεχνάς πως όχι στις εικόνες Και στο^ν αγίων τα λείψανα εκείνοι δεν τιιστεύουν Μα ούτε και τον Αγιο Σταυρό τον προσκυνάνε.
ΚΩΝ
Δεν παύουν νάναι Χριστιανοί κι αν ολ’ αυτά δεν κάνουν. Αλλά,Αλέξιε,ο καιρός νομίζω έχει έρθει Να σταματήσουμε αυτούς τους άπιστους Βουλγάρους.
ΑΛΕ
Αν βασιλιά να εκστρατεύσεις θέλεις ενάντιά τους Πάρε στρατό απ’ την Ασία κι όχι απ’ την Ευρώπη. Στρατιώτες σκληροτράχηλους θα βρεις στην Αρμενία Στην παμφιλία,στη Λυδία,στην Ηαφλαγονία.
Κι αν συ δε θέλεις να στρατεύσεις,δώσε μου εμένα Αυτό το διαλεχτό στρατό κι υπόσχεση σου δίνω Δική σου νάναι σένα μήνα μέσα η Βουλγαρία.
ΚΩΝ
Αλέξιε φίλε μου καλέ,σευχαριστώ γιά τώρα. Γρηγορα^τις βασιλικές θακούσεις αποφάσεις.
(Βγαίνει ο Αλέξιος)
Γενναίος,κι άξιος και πιστός.Αν είχα δέκα τέτιους..
ΕΙΡ
Α: Βασιλια μου! πώς μπορεί να μάς θαμπώνει η δόξα Και να μη βλέπουμε σωστά τα πράγματα όπως είναι.
ΚΩΝ
Iιατι το λες^ Τίναι που εγώ δε βλέπω όπως είναι* ΕΙΡ^
Καλέ μου μην πειράζεσαι.Ως χτες κι εγώ ακόμη



ΠΡΑΞΗ ΤΡΙΤΗ ΣΚΗΝΗ ΕΒΔΟΜΗ
792.
παλάτι.
ΠΡΟΣΩΠΑ:ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ,ΑΛΕΞΙΟΣ,ΕΙΡΗΝΗ,ΦΩΚΑΣ,ΣΤΑΥΡΑΚΙΟΣ
ΚΩΝ
ποιές είναι, οι ειδήσεις απ’
ΑΔΕΞΙΟΣ    f
Κάψαν τη Φιλιππούπολη και την ^γχίαλο πήραν.
Κι δ,που περνάν τον πανικό σκορπίζουν και το φόβο.
Κι απδλους τους στρατιώτες μας μόνο οι ιιαυλιανίτες Και τους ενίκησαν και πάλι πίσω τους εστείλαν.
ΚΩΝ
νι Ιίαυλιανίτεςioι καλοί άγγελοι της Πατρίδας.
Πιστοί και φιλοπρόοδοι.Στήριγμα του στρατού μας.
Και υποδείγματα καλά γιά κάθε αλλαγή μας.
Ε!Ρ
Μα,Κωνσταντίνε,μην ξεχνάς πως όχι στις εικόνες Και στο^ν αγίων τα λείψανα εκείνοι δεν τιιστεύουν Μα ούτε και τον Αγιο Σταυρό τον προσκυνάνε.
ΚΩΝ
Δεν παύουν νάναι Χριστιανοί κι αν ολ’ αυτά δεν κάνουν. Αλλά,Αλέξιε,ο καιρός νομίζω έχει έρθει Να σταματήσουμε αυτούς τους άπιστους Βουλγάρους.
ΑΛΕ
Αν βασιλιά να εκστρατεύσεις θέλεις ενάντιά τους Πάρε στρατό απ’ την Ασία κι όχι απ’ την Ευρώπη. Στρατιώτες σκληροτράχηλους θα βρεις στην Αρμενία Στην παμφιλία,στη Λυδία,στην Ηαφλαγονία.
Κι αν συ δε θέλεις να στρατεύσεις,δώσε μου εμένα Αυτό το διαλεχτό στρατό κι υπόσχεση σου δίνω Δική σου νάναι σένα μήνα μέσα η Βουλγαρία.
ΚΩΝ
Αλέξιε φίλε μου καλέ,σευχαριστώ γιά τώρα. Γρηγορα^τις βασιλικές θακούσεις αποφάσεις.
(Βγαίνει ο Αλέξιος)
Γενναίος,κι άξιος και πιστός.Αν είχα δέκα τέτιους..
ΕΙΡ
Α: Βασιλια μου! πώς μπορεί να μάς θαμπώνει η δόξα Και να μη βλέπουμε σωστά τα πράγματα όπως είναι.
ΚΩΝ
Iιατι το λες^ Τίναι που εγώ δε βλέπω όπως είναι* ΕΙΡ^
Καλέ μου μην πειράζεσαι.Ως χτες κι εγώ ακόμη



65

Μόλων των χρόνων μου αυτήνε .τη μεγάλη πείρα θα ορκιζόμουν πως πιστός σου είναι ο Αλέξιος.
ΚΩΝ
Απιστος ο Αλέξιος* 11ου τόση έχει δείξει Σε μένα αφοσίωση^
ΕΙΡ
Θυμάσαι Κωνσταντίνε
ηου πριν δυό χρόνια στράφηκε ενάντια σε μένα Και πρωτοστάτησε εσέ στο θρόνο γιά να βάλει^
Βέβαια πέρασαν αυτά.Μα έρχεται η ώρα
Που τα παληά ταιριάζοντας κανείς με τα καινούργια
Τότε συμπέρασμα σωστό μόνο μπορεί να βγάλει.
Γιά τον εαυτό του φρόντιζε.Και σχέδιο στο μυαλό του Εχει,να ρίξει εσένάνε κι αυτός να βασιλέψει.
Τ’ Αρμενιακά τα σώματα και τ’ Ασιανά τα άλλα υλα πιστεύουνε σαυτόν και σα Θεό τον βλέπουν.
Τον είδες πόσο όμορφα βρήκε την ευκαιρία Να σου ζητήσει ναναλάβει αυτός την αρχηγία^ και οι Αρμένιοι δεν το κρύβουν ότι θέλουν νάχουν Γιά αρχηγό τους τον Αλέξιο.Ολ’ αυτά τι λένε*
Και παραδέξου,οταν και συ τον έφερες κοντά σου Δεν τόκανες γιατ’ ήθελες κοντά σου να τον έχεις Μα να τον πάρεις απ’ αυτούς.
ΚΩΝ
Σαυτδ-ναι-δίκιο έχεις. Μα έχοντάς τόνε κοντά εδώ και δύο χρόνια Είδα πως ανυπόστατες ήταν οι υποψίες Που μου παιδεύαν το μυαλό.Γι αυτό και δεν πιστεύω 11ως κάποια βάση έχουνε αυτές οι υποθέσεις ιιου κάνεις.Εξω έπεσες στην κρίση σου ετούτη.
Είναι πιστός ο Αλέξιος.
ΕΙΡ
Θεέ μου] Κωνσταντίνε!
Δε με^πιστεύεις.Μα εγώ στην άκρη εδώ θα κάτσω Και κάποιος άλλος θάρθει εδώ πούχει να σου μιλήσει Και^να σου πει πως ό,τι λέω,δεν είναι, υποψίες Αλλά πραγματικότηταΚαι τότε αποφασίζεις Αν πρέπει^τις ιδέες σου πούχεις'γιά τον Αλέξιο Να τΐ£ αλλά^εις,ή,αν θες πάλι να τις κρατήσεις. Σταυρακιε φερε το Φωκά.
(Ο Σταυράκιος βγαίνει)
ΚΩΝ
Ποιόν* Τον υπασπιστή μου*
ΕΙΡ
Ναι Κωνσταντίνε.Ο Σταυράκιος τούπε νάμπει μέσα
Στη σκευωρία που ο Αλέξιος στήνει ενάντιά σου
Και να τους πείσει πως κι αυτός ίδια φρονεί μεκείνους
(Μπαίνουν ο Σταυράκιος και ο Φωκάς)
ΚΩΝ
Λέγε Φωκά.



Μόλων των χρόνων μου αυτήνε .τη μεγάλη πείρα θα ορκιζόμουν πως πιστός σου είναι ο Αλέξιος.
ΚΩΝ
Απιστος ο Αλέξιος* 11ου τόση έχει δείξει Σε μένα αφοσίωση^
ΕΙΡ
Θυμάσαι Κωνσταντίνε
ηου πριν δυό χρόνια στράφηκε ενάντια σε μένα Και πρωτοστάτησε εσέ στο θρόνο γιά να βάλει^
Βέβαια πέρασαν αυτά.Μα έρχεται η ώρα
Που τα παληά ταιριάζοντας κανείς με τα καινούργια
Τότε συμπέρασμα σωστό μόνο μπορεί να βγάλει.
Γιά τον εαυτό του φρόντιζε.Και σχέδιο στο μυαλό του Εχει,να ρίξει εσένάνε κι αυτός να βασιλέψει.
Τ’ Αρμενιακά τα σώματα και τ’ Ασιανά τα άλλα υλα πιστεύουνε σαυτόν και σα Θεό τον βλέπουν.
Τον είδες πόσο όμορφα βρήκε την ευκαιρία Να σου ζητήσει ναναλάβει αυτός την αρχηγία^ και οι Αρμένιοι δεν το κρύβουν ότι θέλουν νάχουν Γιά αρχηγό τους τον Αλέξιο.Ολ’ αυτά τι λένε*
Και παραδέξου,οταν και συ τον έφερες κοντά σου Δεν τόκανες γιατ’ ήθελες κοντά σου να τον έχεις Μα να τον πάρεις απ’ αυτούς.
ΚΩΝ
Σαυτδ-ναι-δίκιο έχεις. Μα έχοντάς τόνε κοντά εδώ και δύο χρόνια Είδα πως ανυπόστατες ήταν οι υποψίες Που μου παιδεύαν το μυαλό.Γι αυτό και δεν πιστεύω 11ως κάποια βάση έχουνε αυτές οι υποθέσεις ιιου κάνεις.Εξω έπεσες στην κρίση σου ετούτη.
Είναι πιστός ο Αλέξιος.
ΕΙΡ
Θεέ μου] Κωνσταντίνε!
Δε με^πιστεύεις.Μα εγώ στην άκρη εδώ θα κάτσω Και κάποιος άλλος θάρθει εδώ πούχει να σου μιλήσει Και^να σου πει πως ό,τι λέω,δεν είναι, υποψίες Αλλά πραγματικότηταΚαι τότε αποφασίζεις Αν πρέπει^τις ιδέες σου πούχεις'γιά τον Αλέξιο Να τΐ£ αλλά^εις,ή,αν θες πάλι να τις κρατήσεις. Σταυρακιε φερε το Φωκά.
(Ο Σταυράκιος βγαίνει)
ΚΩΝ
Ποιόν* Τον υπασπιστή μου*
ΕΙΡ
Ναι Κωνσταντίνε.Ο Σταυράκιος τούπε νάμπει μέσα
Στη σκευωρία που ο Αλέξιος στήνει ενάντιά σου
Και να τους πείσει πως κι αυτός ίδια φρονεί μεκείνους
(Μπαίνουν ο Σταυράκιος και ο Φωκάς)
ΚΩΝ
Λέγε Φωκά.

ΤΡΙΤΟ ΜΕΡΟΣ

Κι ούτε ποτέ,και αν μαζί σου μ’ έπαιρνες ακόμα
Δεν θα γινόμουνα εγώ στη δόξα σου εμπόδιο Αλλά βοηθός σου θάμουνα σε όλα τα σχέδιά σου.
Αν μεπαιρνες. Όμως αλλιώς έχεις αποφασίσει.




63

ΚΩΝ
Αυτά που άκουσα άφωνο κι αμήχανον μ’ αφήνουν.
Δεν ξέρω ούτε τι να πω ούτε και τι να κάνω.
Νιώθω σαν μία ζυγαριά που έχει ισορροπήσει  
και δεν προσμένει παρά μιά λαφριά πνοή αγέρα
Ωστε στο ένα της βαριά το μέρος ν’ απογείρει.
ΕΙΡ
Πριν μίλησες για βάσανα και πόνους στη ζωή σου.
Πολλά αλήθεια πέρασες, πολλά και θα περάσεις.
Εγώ γιά τούτο φταίω-εγώ, που σ’ έφερα στον κόσμο.
Μέσα μου έλα ξαναμπές. Ελα σε μένα πάλι.
Μακριά θα φύγουν από σε όλοι σου οι πόνοι τότε.
Όλα θα είναι όμορφα. Κι όσο πονάει κάποιος
Ποτέ που δεν γεννήθηκε, τόσον θα νιώθεις πόνο
και σύ, σα μέσα μου θα μπεις. Τι πιό ωραίο γιά σένα
Απ’ όλες σου τις συφορές για πάντα να γλιτώσεις
Και τι καλό γιά μένανε παιδούλα νάμαι πάλι
και ό.τι έχασα κι εγώ, δικό μου να ξανάχω…
(Λέγοντας τα παρακάτω πλησιάζει τον Κωνσταντίνο, βηματίζει γύρω του και τέλος στέκεται μπροστά του)
Ξέρω πως δεν τα πας καλά με τη Μαρία. Γιά μένα
Δεν ειν’ αυτό παράξενο… Ετσι συμβαίνει πάντα-
Απ’ το κορμί μου κόπηκες-πώς θα ταιριάζεις μ’ άλλο;
Και ποιά θα ήταν η γυναίκα εκείνη Κωνσταντίνε
Που θα της ταίριαζε να πει καλλίτερα από μένα
"Είσαι δικός μου" Πoιά; Καμιά. Απ’ όλες τις γυναίκες
Μόνον εγώ μπορώ να πω για σε "είσαι δικός μου".
Κι όσο δικός μου είσαι εσύ, κι εγώ δική σου είμαι.
Κατάλαβέ το έτσι κι εσύ και έλα Κωνσταντίνε
Και το κορμί αγκάλιασε ετούτο το ωραίο.
Και ας χαθούμε μες σ αυτό τ’αγκάλιασμα οι δυό μας,
Εσύ αγέννητος κι εγώ μικρή κι αθώα ακόμα,
Από βασίλεια μακριά κι από επαναστάσεις,
Από πολέμους και σφαγές... Ω! Ελα Κωνσταντίνε..
(Λέγοντας τα τελευταία λόγια, το πρόσωπό της βρίσκεται μπροστά στο πρόσωπό του, και με τα χέρια της πιάνει τους βραχίονές του. Εκείνος μένει άβουλος. Όμως η απέχθεια έχει παραχωρήσει τη θέση της στον δισταγμό. Η Ειρήνη πέφτει μπροστά στα πόδια του κλαίγοντας ήρεμα και πικραμένα. Εκείνος κοιτάζει δεξιά. Κοιτάζει αριστερά. Κοιτάζει πάνω σαν να προσεύχεται ή σαν να ζητάει βοήθεια. Υστερα σκύβει, σήκωνει την Ειρήνη, της σκουπίζει τα δακρυα)
ΚΩΝ
Μην κλαις. Μην κλαις. Ησύχασε… Μην κλαις… Μητέρα… Ειρήνη…
(Τη φιλάει στο στόμα. Αυτή τον αγκαλιάζει)




64
ΠΡΑΞΗ ΤΡΙΤΗ ΣΚΗΝΗ ΕΒΔΟΜΗ
Χρόνος 792.
Παλάτι.
ΠΡΟΣΩΠΑ:ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ,ΑΛΕΞΙΟΣ,ΕΙΡΗΝΗ,
ΦΩΚΑΣ,ΣΤΑΥΡΑΚΙΟΣ

ΚΩΝ
Τι νέα από τους Βούλγαρους μας έφερες Αλέξιε;
ΑΔΕΞΙΟΣ    
Κάψαν τη Φιλιππούπολη και την Αγχίαλο πήραν.
Κι όπου περνάν τον πανικό σκορπίζουν και το φόβο.
Κι απ’ όλους τους στρατιώτες μας μόνο οι Παυλιανίτες Και τους ενίκησαν και πάλι πίσω τους εστείλαν.
ΚΩΝ
Οι Παυλιανίτες! Οι καλοί άγγελοι της Πατρίδας.
Πιστοί και φιλοπρόοδοι. Στήριγμα του στρατού μας.
Και υποδείγματα καλά γιά κάθε αλλαγή μας.
Ε!Ρ
Μα, Κωνσταντίνε, μην ξεχνάς πως ούτε στις εικόνες
Και στων αγίων τα λείψανα εκείνοι δεν πιστεύουν
Και ούτε και τον Αγιο Σταυρό τον προσκυνάνε.
ΚΩΝ
Δεν παύουν νάναι Χριστιανοί κι αν ολ’ αυτά δεν κάνουν. Αλλά, Αλέξιε, ο καιρός νομίζω έχει έρθει
Να σταματήσουμε αυτούς τους άπιστους Βουλγάρους.
ΑΛΕ
Αν βασιλιά ενάντια τους θέλεις να εκστρατεύσεις
Απ’ την Ασία πάρε στρατό κι όχι από την Ευρώπη. Στρατιώτες σκληροτράχηλους θα βρεις στην Αρμενία Στην Παμφιλία, στη Λυδία και στην Παφλαγονία.
Κι αν ο ίδιος συ δεν θες να πας, σε μένα τότε δώσε
Τον διαλεχτό αυτόν στρατό κι υπόσχεση σου δίνω
Δική σου νάναι σένα μήνα μέσα η Βουλγαρία.
ΚΩΝ
Αλέξιε φίλε μου καλέ, σ’ ευχαριστώ για τώρα.  
Γρηγορα τις βασιλικές θ’ ακούσεις αποφάσεις.
(Βγαίνει ο Αλέξιος)
Γενναίος κι άξιος και πιστός. Αν είχα δέκα τέτοιους..,
ΕΙΡ
Α! Βασιλια μου! Πώς μπορεί να μάς θαμπώνει η δόξα
Και να μη βλέπουμε σωστά τα πράγματα όπως είναι.
ΚΩΝ
Γιατι το λες; Τ’ είναι που εγώ δεν βλέπω όπως είναι;
ΕΙΡ
Καλέ μου μην πειράζεσαι. Ως χτες κι εγώ ακόμη





65

Με όλων των χρόνων μου αυτή την πείρα την μεγάλη,
θα ορκιζόμουν πως πιστός σού είναι ο Αλέξιος.
ΚΩΝ
Άπιστος ο Αλέξιος; Που τόση έχει δείξει
Σε μένανε αφοσίωση;
ΕΙΡ
Θυμάσαι Κωνσταντίνε
Που πριν δυό χρόνια στράφηκε ενάντια σε μένα
Και πρωτοστάτησε εσέ στο θρόνο να σε βάλει;
Βέβαια επέρασαν αυτά. Μα έρχεται η ώρα
Που τα παλιά ταιριάζοντας κανείς με τα καινούργια
Τότε συμπέρασμα σωστό μόνο μπορεί να βγάλει.
Γιά τον εαυτό του φρόντιζε. Και σχέδιο στο μυαλό του Εχει, να ρίξει εσένανε κι αυτός να βασιλέψει.
Τ’ Αρμενιακά τα σώματα και τ’ Ασιανά και τ’ άλλα
Όλα πιστεύουνε σ’ αυτόν και σαν Θεό τον βλέπουν.
Τον είδες πόσο όμορφα βρήκε την ευκαιρία
Να σου ζητήσει ν’ αναλάβει αυτός την αρχηγία;
Κι οι Αρμένιοι δεν το κρύβουνε πως γι αρχηγό τους θέλουν
Να έχουν τον Αλέξιο. Τι όλα αυτά σου λένε;
Και παραδέξου, όταν και συ τον έφερες κοντά σου
Δεν τόκανες γιατ’ ήθελες κοντά σου να τον έχεις
Μα να τον πάρεις απ’ αυτούς.
ΚΩΝ
Σαυτό-ναι-δίκιο έχεις. Μα έχοντάς τόνε κοντά εδώ και δύο χρόνια
Είδα πως ανυπόστατες ήταν οι υποψίες
Που μου παιδεύαν το μυαλό. Γι αυτό και δεν πιστεύω Πως κάποια βάση έχουνε αυτές οι υποθέσεις
Που κάνεις. Εξω έπεσες στην κρίση σου ετούτη.
Είναι πιστός ο Αλέξιος.
ΕΙΡ
Θεέ μου! Κωνσταντίνε!
Δε  με πιστεύεις. Μα εγώ στην άκρη εδώ θα κάτσω
Και κάποιος άλλος θάρξθει εδώ πού χει να σου μιλήσει
Και να σου πει πως ότι λέω, δεν είναι υποψίες
Αλλά πραγματικότητα. Και τότε αποφασίζεις.
Αν πρέπει τις ιδέες σου πούχεις για τον Αλέξιο
Να τις αλλάξεις, ή, αν θες πάλι, να τις κρατήσεις. Σταυράκιε φερε το Φωκά.
(Ο Σταυράκιος βγαίνει)
ΚΩΝ
Ποιόν; Τον υπασπιστή μου;
ΕΙΡ
Ναι. Ο Αλέξιος του ’χει πει να μπει κι εκείνος μέσα
Στη σκευωρία που έχει αυτός ενάντιά σου στήσει.
Και να τους πείσει πως κι αυτός ίδια φρονεί μ’ εκείνους.
(Μπαίνουν ο Σταυράκιος και ο Φωκάς)
ΚΩΝ
Λέγε Φωκά.
Κι ούτε ποτέ,και αν μαζί σου μ’ έπαιρνες ακόμα
Δεν θα γινόμουνα εγώ στη δόξα σου εμπόδιο Αλλά βοηθός σου θάμουνα σε όλα τα σχέδιά σου.
Αν μεπαιρνες. Όμως αλλιώς έχεις αποφασίσει.




63

ΚΩΝ
Αυτά που άκουσα άφωνο κι αμήχανον μ’ αφήνουν.
Δεν ξέρω ούτε τι να πω ούτε και τι να κάνω.
Νιώθω σαν μία ζυγαριά που έχει ισορροπήσει  
και δεν προσμένει παρά μιά λαφριά πνοή αγέρα
Ωστε στο ένα της βαριά το μέρος ν’ απογείρει.
ΕΙΡ
Πριν μίλησες για βάσανα και πόνους στη ζωή σου.
Πολλά αλήθεια πέρασες, πολλά και θα περάσεις.
Εγώ γιά τούτο φταίω-εγώ, που σ’ έφερα στον κόσμο.
Μέσα μου έλα ξαναμπές. Ελα σε μένα πάλι.
Μακριά θα φύγουν από σε όλοι σου οι πόνοι τότε.
Όλα θα είναι όμορφα. Κι όσο πονάει κάποιος
Ποτέ που δεν γεννήθηκε, τόσον θα νιώθεις πόνο
και σύ, σα μέσα μου θα μπεις. Τι πιό ωραίο γιά σένα
Απ’ όλες σου τις συφορές για πάντα να γλιτώσεις
Και τι καλό γιά μένανε παιδούλα νάμαι πάλι
και ό.τι έχασα κι εγώ, δικό μου να ξανάχω…
(Λέγοντας τα παρακάτω πλησιάζει τον Κωνσταντίνο, βηματίζει γύρω του και τέλος στέκεται μπροστά του)
Ξέρω πως δεν τα πας καλά με τη Μαρία. Γιά μένα
Δεν ειν’ αυτό παράξενο… Ετσι συμβαίνει πάντα-
Απ’ το κορμί μου κόπηκες-πώς θα ταιριάζεις μ’ άλλο;
Και ποιά θα ήταν η γυναίκα εκείνη Κωνσταντίνε
Που θα της ταίριαζε να πει καλλίτερα από μένα
"Είσαι δικός μου" Πoιά; Καμιά. Απ’ όλες τις γυναίκες
Μόνον εγώ μπορώ να πω για σε "είσαι δικός μου".
Κι όσο δικός μου είσαι εσύ, κι εγώ δική σου είμαι.
Κατάλαβέ το έτσι κι εσύ και έλα Κωνσταντίνε
Και το κορμί αγκάλιασε ετούτο το ωραίο.
Και ας χαθούμε μες σ αυτό τ’αγκάλιασμα οι δυό μας,
Εσύ αγέννητος κι εγώ μικρή κι αθώα ακόμα,
Από βασίλεια μακριά κι από επαναστάσεις,
Από πολέμους και σφαγές... Ω! Ελα Κωνσταντίνε..
(Λέγοντας τα τελευταία λόγια, το πρόσωπό της βρίσκεται μπροστά στο πρόσωπό του, και με τα χέρια της πιάνει τους βραχίονές του. Εκείνος μένει άβουλος. Όμως η απέχθεια έχει παραχωρήσει τη θέση της στον δισταγμό. Η Ειρήνη πέφτει μπροστά στα πόδια του κλαίγοντας ήρεμα και πικραμένα. Εκείνος κοιτάζει δεξιά. Κοιτάζει αριστερά. Κοιτάζει πάνω σαν να προσεύχεται ή σαν να ζητάει βοήθεια. Υστερα σκύβει, σήκωνει την Ειρήνη, της σκουπίζει τα δακρυα)
ΚΩΝ
Μην κλαις. Μην κλαις. Ησύχασε… Μην κλαις… Μητέρα… Ειρήνη…
(Τη φιλάει στο στόμα. Αυτή τον αγκαλιάζει)




64
ΠΡΑΞΗ ΤΡΙΤΗ ΣΚΗΝΗ ΕΒΔΟΜΗ
Χρόνος 792.
Παλάτι.
ΠΡΟΣΩΠΑ:ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ,ΑΛΕΞΙΟΣ,ΕΙΡΗΝΗ,
ΦΩΚΑΣ,ΣΤΑΥΡΑΚΙΟΣ

ΚΩΝ
Τι νέα από τους Βούλγαρους μας έφερες Αλέξιε;
ΑΔΕΞΙΟΣ    
Κάψαν τη Φιλιππούπολη και την Αγχίαλο πήραν.
Κι όπου περνάν τον πανικό σκορπίζουν και το φόβο.
Κι απ’ όλους τους στρατιώτες μας μόνο οι Παυλιανίτες Και τους ενίκησαν και πάλι πίσω τους εστείλαν.
ΚΩΝ
Οι Παυλιανίτες! Οι καλοί άγγελοι της Πατρίδας.
Πιστοί και φιλοπρόοδοι. Στήριγμα του στρατού μας.
Και υποδείγματα καλά γιά κάθε αλλαγή μας.
Ε!Ρ
Μα, Κωνσταντίνε, μην ξεχνάς πως ούτε στις εικόνες
Και στων αγίων τα λείψανα εκείνοι δεν πιστεύουν
Και ούτε και τον Αγιο Σταυρό τον προσκυνάνε.
ΚΩΝ
Δεν παύουν νάναι Χριστιανοί κι αν ολ’ αυτά δεν κάνουν. Αλλά, Αλέξιε, ο καιρός νομίζω έχει έρθει
Να σταματήσουμε αυτούς τους άπιστους Βουλγάρους.
ΑΛΕ
Αν βασιλιά ενάντια τους θέλεις να εκστρατεύσεις
Απ’ την Ασία πάρε στρατό κι όχι από την Ευρώπη. Στρατιώτες σκληροτράχηλους θα βρεις στην Αρμενία Στην Παμφιλία, στη Λυδία και στην Παφλαγονία.
Κι αν ο ίδιος συ δεν θες να πας, σε μένα τότε δώσε
Τον διαλεχτό αυτόν στρατό κι υπόσχεση σου δίνω
Δική σου νάναι σένα μήνα μέσα η Βουλγαρία.
ΚΩΝ
Αλέξιε φίλε μου καλέ, σ’ ευχαριστώ για τώρα.  
Γρηγορα τις βασιλικές θ’ ακούσεις αποφάσεις.
(Βγαίνει ο Αλέξιος)
Γενναίος κι άξιος και πιστός. Αν είχα δέκα τέτοιους..,
ΕΙΡ
Α! Βασιλια μου! Πώς μπορεί να μάς θαμπώνει η δόξα
Και να μη βλέπουμε σωστά τα πράγματα όπως είναι.
ΚΩΝ
Γιατι το λες; Τ’ είναι που εγώ δεν βλέπω όπως είναι;
ΕΙΡ
Καλέ μου μην πειράζεσαι. Ως χτες κι εγώ ακόμη





65

Με όλων των χρόνων μου αυτή την πείρα την μεγάλη,
θα ορκιζόμουν πως πιστός σού είναι ο Αλέξιος.
ΚΩΝ
Άπιστος ο Αλέξιος; Που τόση έχει δείξει
Σε μένανε αφοσίωση;
ΕΙΡ
Θυμάσαι Κωνσταντίνε
Που πριν δυό χρόνια στράφηκε ενάντια σε μένα
Και πρωτοστάτησε εσέ στο θρόνο να σε βάλει;
Βέβαια επέρασαν αυτά. Μα έρχεται η ώρα
Που τα παλιά ταιριάζοντας κανείς με τα καινούργια
Τότε συμπέρασμα σωστό μόνο μπορεί να βγάλει.
Γιά τον εαυτό του φρόντιζε. Και σχέδιο στο μυαλό του Εχει, να ρίξει εσένανε κι αυτός να βασιλέψει.
Τ’ Αρμενιακά τα σώματα και τ’ Ασιανά και τ’ άλλα
Όλα πιστεύουνε σ’ αυτόν και σαν Θεό τον βλέπουν.
Τον είδες πόσο όμορφα βρήκε την ευκαιρία
Να σου ζητήσει ν’ αναλάβει αυτός την αρχηγία;
Κι οι Αρμένιοι δεν το κρύβουνε πως γι αρχηγό τους θέλουν
Να έχουν τον Αλέξιο. Τι όλα αυτά σου λένε;
Και παραδέξου, όταν και συ τον έφερες κοντά σου
Δεν τόκανες γιατ’ ήθελες κοντά σου να τον έχεις
Μα να τον πάρεις απ’ αυτούς.
ΚΩΝ
Σαυτό-ναι-δίκιο έχεις. Μα έχοντάς τόνε κοντά εδώ και δύο χρόνια
Είδα πως ανυπόστατες ήταν οι υποψίες
Που μου παιδεύαν το μυαλό. Γι αυτό και δεν πιστεύω Πως κάποια βάση έχουνε αυτές οι υποθέσεις
Που κάνεις. Εξω έπεσες στην κρίση σου ετούτη.
Είναι πιστός ο Αλέξιος.
ΕΙΡ
Θεέ μου! Κωνσταντίνε!
Δε  με πιστεύεις. Μα εγώ στην άκρη εδώ θα κάτσω
Και κάποιος άλλος θάρξθει εδώ πού χει να σου μιλήσει
Και να σου πει πως ότι λέω, δεν είναι υποψίες
Αλλά πραγματικότητα. Και τότε αποφασίζεις.
Αν πρέπει τις ιδέες σου πούχεις για τον Αλέξιο
Να τις αλλάξεις, ή, αν θες πάλι, να τις κρατήσεις. Σταυράκιε φερε το Φωκά.
(Ο Σταυράκιος βγαίνει)
ΚΩΝ
Ποιόν; Τον υπασπιστή μου;
ΕΙΡ
Ναι. Ο Αλέξιος του ’χει πει να μπει κι εκείνος μέσα
Στη σκευωρία που έχει αυτός ενάντιά σου στήσει.
Και να τους πείσει πως κι αυτός ίδια φρονεί μ’ εκείνους.
(Μπαίνουν ο Σταυράκιος και ο Φωκάς)
ΚΩΝ
Λέγε Φωκά.
Κι ούτε ποτέ,και αν μαζί σου μ’ έπαιρνες ακόμα
Δεν θα γινόμουνα εγώ στη δόξα σου εμπόδιο Αλλά βοηθός σου θάμουνα σε όλα τα σχέδιά σου.
Αν μεπαιρνες. Όμως αλλιώς έχεις αποφασίσει.




63

ΚΩΝ
Αυτά που άκουσα άφωνο κι αμήχανον μ’ αφήνουν.
Δεν ξέρω ούτε τι να πω ούτε και τι να κάνω.
Νιώθω σαν μία ζυγαριά που έχει ισορροπήσει  
και δεν προσμένει παρά μιά λαφριά πνοή αγέρα
Ωστε στο ένα της βαριά το μέρος ν’ απογείρει.
ΕΙΡ
Πριν μίλησες για βάσανα και πόνους στη ζωή σου.
Πολλά αλήθεια πέρασες, πολλά και θα περάσεις.
Εγώ γιά τούτο φταίω-εγώ, που σ’ έφερα στον κόσμο.
Μέσα μου έλα ξαναμπές. Ελα σε μένα πάλι.
Μακριά θα φύγουν από σε όλοι σου οι πόνοι τότε.
Όλα θα είναι όμορφα. Κι όσο πονάει κάποιος
Ποτέ που δεν γεννήθηκε, τόσον θα νιώθεις πόνο
και σύ, σα μέσα μου θα μπεις. Τι πιό ωραίο γιά σένα
Απ’ όλες σου τις συφορές για πάντα να γλιτώσεις
Και τι καλό γιά μένανε παιδούλα νάμαι πάλι
και ό.τι έχασα κι εγώ, δικό μου να ξανάχω…
(Λέγοντας τα παρακάτω πλησιάζει τον Κωνσταντίνο, βηματίζει γύρω του και τέλος στέκεται μπροστά του)
Ξέρω πως δεν τα πας καλά με τη Μαρία. Γιά μένα
Δεν ειν’ αυτό παράξενο… Ετσι συμβαίνει πάντα-
Απ’ το κορμί μου κόπηκες-πώς θα ταιριάζεις μ’ άλλο;
Και ποιά θα ήταν η γυναίκα εκείνη Κωνσταντίνε
Που θα της ταίριαζε να πει καλλίτερα από μένα
"Είσαι δικός μου" Πoιά; Καμιά. Απ’ όλες τις γυναίκες
Μόνον εγώ μπορώ να πω για σε "είσαι δικός μου".
Κι όσο δικός μου είσαι εσύ, κι εγώ δική σου είμαι.
Κατάλαβέ το έτσι κι εσύ και έλα Κωνσταντίνε
Και το κορμί αγκάλιασε ετούτο το ωραίο.
Και ας χαθούμε μες σ αυτό τ’αγκάλιασμα οι δυό μας,
Εσύ αγέννητος κι εγώ μικρή κι αθώα ακόμα,
Από βασίλεια μακριά κι από επαναστάσεις,
Από πολέμους και σφαγές... Ω! Ελα Κωνσταντίνε..
(Λέγοντας τα τελευταία λόγια, το πρόσωπό της βρίσκεται μπροστά στο πρόσωπό του, και με τα χέρια της πιάνει τους βραχίονές του. Εκείνος μένει άβουλος. Όμως η απέχθεια έχει παραχωρήσει τη θέση της στον δισταγμό. Η Ειρήνη πέφτει μπροστά στα πόδια του κλαίγοντας ήρεμα και πικραμένα. Εκείνος κοιτάζει δεξιά. Κοιτάζει αριστερά. Κοιτάζει πάνω σαν να προσεύχεται ή σαν να ζητάει βοήθεια. Υστερα σκύβει, σήκωνει την Ειρήνη, της σκουπίζει τα δακρυα)
ΚΩΝ
Μην κλαις. Μην κλαις. Ησύχασε… Μην κλαις… Μητέρα… Ειρήνη…
(Τη φιλάει στο στόμα. Αυτή τον αγκαλιάζει)




64
ΠΡΑΞΗ ΤΡΙΤΗ ΣΚΗΝΗ ΕΒΔΟΜΗ
Χρόνος 792.
Παλάτι.
ΠΡΟΣΩΠΑ:ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ,ΑΛΕΞΙΟΣ,ΕΙΡΗΝΗ,
ΦΩΚΑΣ,ΣΤΑΥΡΑΚΙΟΣ

ΚΩΝ
Τι νέα από τους Βούλγαρους μας έφερες Αλέξιε;
ΑΔΕΞΙΟΣ    
Κάψαν τη Φιλιππούπολη και την Αγχίαλο πήραν.
Κι όπου περνάν τον πανικό σκορπίζουν και το φόβο.
Κι απ’ όλους τους στρατιώτες μας μόνο οι Παυλιανίτες Και τους ενίκησαν και πάλι πίσω τους εστείλαν.
ΚΩΝ
Οι Παυλιανίτες! Οι καλοί άγγελοι της Πατρίδας.
Πιστοί και φιλοπρόοδοι. Στήριγμα του στρατού μας.
Και υποδείγματα καλά γιά κάθε αλλαγή μας.
Ε!Ρ
Μα, Κωνσταντίνε, μην ξεχνάς πως ούτε στις εικόνες
Και στων αγίων τα λείψανα εκείνοι δεν πιστεύουν
Και ούτε και τον Αγιο Σταυρό τον προσκυνάνε.
ΚΩΝ
Δεν παύουν νάναι Χριστιανοί κι αν ολ’ αυτά δεν κάνουν. Αλλά, Αλέξιε, ο καιρός νομίζω έχει έρθει
Να σταματήσουμε αυτούς τους άπιστους Βουλγάρους.
ΑΛΕ
Αν βασιλιά ενάντια τους θέλεις να εκστρατεύσεις
Απ’ την Ασία πάρε στρατό κι όχι από την Ευρώπη. Στρατιώτες σκληροτράχηλους θα βρεις στην Αρμενία Στην Παμφιλία, στη Λυδία και στην Παφλαγονία.
Κι αν ο ίδιος συ δεν θες να πας, σε μένα τότε δώσε
Τον διαλεχτό αυτόν στρατό κι υπόσχεση σου δίνω
Δική σου νάναι σένα μήνα μέσα η Βουλγαρία.
ΚΩΝ
Αλέξιε φίλε μου καλέ, σ’ ευχαριστώ για τώρα.  
Γρηγορα τις βασιλικές θ’ ακούσεις αποφάσεις.
(Βγαίνει ο Αλέξιος)
Γενναίος κι άξιος και πιστός. Αν είχα δέκα τέτοιους..,
ΕΙΡ
Α! Βασιλια μου! Πώς μπορεί να μάς θαμπώνει η δόξα
Και να μη βλέπουμε σωστά τα πράγματα όπως είναι.
ΚΩΝ
Γιατι το λες; Τ’ είναι που εγώ δεν βλέπω όπως είναι;
ΕΙΡ
Καλέ μου μην πειράζεσαι. Ως χτες κι εγώ ακόμη





65

Με όλων των χρόνων μου αυτή την πείρα την μεγάλη,
θα ορκιζόμουν πως πιστός σού είναι ο Αλέξιος.
ΚΩΝ
Άπιστος ο Αλέξιος; Που τόση έχει δείξει
Σε μένανε αφοσίωση;
ΕΙΡ
Θυμάσαι Κωνσταντίνε
Που πριν δυό χρόνια στράφηκε ενάντια σε μένα
Και πρωτοστάτησε εσέ στο θρόνο να σε βάλει;
Βέβαια επέρασαν αυτά. Μα έρχεται η ώρα
Που τα παλιά ταιριάζοντας κανείς με τα καινούργια
Τότε συμπέρασμα σωστό μόνο μπορεί να βγάλει.
Γιά τον εαυτό του φρόντιζε. Και σχέδιο στο μυαλό του Εχει, να ρίξει εσένανε κι αυτός να βασιλέψει.
Τ’ Αρμενιακά τα σώματα και τ’ Ασιανά και τ’ άλλα
Όλα πιστεύουνε σ’ αυτόν και σαν Θεό τον βλέπουν.
Τον είδες πόσο όμορφα βρήκε την ευκαιρία
Να σου ζητήσει ν’ αναλάβει αυτός την αρχηγία;
Κι οι Αρμένιοι δεν το κρύβουνε πως γι αρχηγό τους θέλουν
Να έχουν τον Αλέξιο. Τι όλα αυτά σου λένε;
Και παραδέξου, όταν και συ τον έφερες κοντά σου
Δεν τόκανες γιατ’ ήθελες κοντά σου να τον έχεις
Μα να τον πάρεις απ’ αυτούς.
ΚΩΝ
Σαυτό-ναι-δίκιο έχεις. Μα έχοντάς τόνε κοντά εδώ και δύο χρόνια
Είδα πως ανυπόστατες ήταν οι υποψίες
Που μου παιδεύαν το μυαλό. Γι αυτό και δεν πιστεύω Πως κάποια βάση έχουνε αυτές οι υποθέσεις
Που κάνεις. Εξω έπεσες στην κρίση σου ετούτη.
Είναι πιστός ο Αλέξιος.
ΕΙΡ
Θεέ μου! Κωνσταντίνε!
Δε  με πιστεύεις. Μα εγώ στην άκρη εδώ θα κάτσω
Και κάποιος άλλος θάρξθει εδώ πού χει να σου μιλήσει
Και να σου πει πως ότι λέω, δεν είναι υποψίες
Αλλά πραγματικότητα. Και τότε αποφασίζεις.
Αν πρέπει τις ιδέες σου πούχεις για τον Αλέξιο
Να τις αλλάξεις, ή, αν θες πάλι, να τις κρατήσεις. Σταυράκιε φερε το Φωκά.
(Ο Σταυράκιος βγαίνει)
ΚΩΝ
Ποιόν; Τον υπασπιστή μου;
ΕΙΡ
Ναι. Ο Αλέξιος του ’χει πει να μπει κι εκείνος μέσα
Στη σκευωρία που έχει αυτός ενάντιά σου στήσει.
Και να τους πείσει πως κι αυτός ίδια φρονεί μ’ εκείνους.
(Μπαίνουν ο Σταυράκιος και ο Φωκάς)
ΚΩΝ
Λέγε Φωκά.




































Μα τώρα ξέρω. Ζήλευα και τότε σαν γυναίκα.
Κι όταν σε πάντρεψα εγώ η ίδια με τη Μαρία
Τόκανα περισσότερο γιατ’ ήθελα να σβήσει
Και να χαθεί από μέσα μου η αίσθηση εκείνη-
Γιά να το πάρω απόφαση πως σ’ άλληνε ανήκεις.
Α! Πόσο ήμουν άμυαλη, που εθαρρούσα ότι ^
Μπορεί αυτό να γίνονταν… Το πόσο έπεφτα έξω Τώρα μονάχα να το δω μπορώ. A! Κωνσταντίνε! Όταν σε χτύπησε αυτό το άθλιο μου το χέρι
Αυτή η ελπίδα τοσπρωχνε. Α! Νάξερες μονάχα Ξάγρυπνη πόσες κλαίγοντας γι αυτό έμεινα νύχτες…
Κι αν προσπαθούσα να σε δω μονάχα σαν^παιδί μου Μα-ειρωνία-θύμησες με καίγαν τέτοιες τότε:
Γυμνούλι το κορμάκι σου κι εγώ να το χαϊδεύω.
Η να φιλώ το τρυφερό μικρό σου στοματάκι.
Κι ακόμα, ξέχωρα από με, ετούτο ’δω το στήθος Αναθυμόταν τις γλυκές ημέρες που, μικράκι
Με τα μικρά χειλάκια σου και τ’ άδοντά σου τα ούλα Το δάγκωνες, το απομυζούσες κι έπαιζες μαζί του. Και καίγονταν στη θύμηση, κι απέλπιδα ζητούσε
Το ίδιο εκείνο το γλυκό να αιστανθεί το ρίγος.
Ω! Τι γλύκες! Τι όμορφες στιγμές ήταν εκείνες.. (Μικρή σιωπή)
Και τώρα φύγε .Πήγαινε. Αυτά ήταν Κωνσταντίνε
’Ότι ήθελα να σου ειπώ. Μικρότερη θα είναι
Η δυστυχία μου αφού τα είπα αυτά σε σένα.
Φύγε. Μονάχη μου εδώ θα κλαίω νύχτα μέρα.
Μα μία χάρη σου ζητώ. Κανένας να μη μάθει
Όσα σου είπα τώρα δα. Ντροπή καθένας τόχει
Τα πάθη του στου ηλιού το φως μέσα να ξεδιπλώνει, Θέαμα καταγέλαστο σε κάθε τρίτου μάτια.
(Γυρίζει προς το παράθυρο περιμένοντας να φύγει ο Κωνσταντίνος)

ΚΩΝ
Είναι κανείς να σε λυπάται-να σε πω μητέρα-
Μ’ από την άλλη τη μεριά ανθρώπινα όλα είναι
Και δε μπορεί να πει κανείς η μοίρα τι του φέρνει.
Δε φανταζόμουνα ποτέ, μικρός εγώ σαν ήμουν
Πως θα μπορούσαν όλα αυτά να γίνουνε σε μένα
Τα είκοσι τα χρόνια μου ακόμα πριν να κλείσω-
Τόσοι μεγάλλοι πόλεμοι… τόσες επαναστάσεις…,..
Τόσες περάσανε χαρές και τόσες λύπες, λύπες,..
Ο γάμος μου, της μάνας μου η δεσποτική η στάση… Και τώρα αυτό που καν δεν έφερνα στη σκέψη…
Κι όμως εγίνανε. Και ποσα ακόμα θα γινούνε…

ΕΙΡ
(Σηκώνεται)
Σε όσα γίνουνε από δω και πέρα Κωνσταντίνε
Βοηθό θα μ’ έχεις. Από δω που βρίσκομαι κλεισμένη Ό,τι μπορώ για σένανε να κάνω, θα το κάνω.
Ευτυχισμένη θαμαι εγώ, αν συ εισ’ ευτυχισμένος.
Κι ούτε ποτέ, και αν μαζί σου μ’ έπαιρνες ακόμα
Δεν θα γινόμουνα εγώ στη σκέψη σου εμπόδιο.
Αλλα βοηθός σου θα ’μουνα σε όλα τα σχέδιά σου.
Αν μ’ επαιρνες. Όμως αλλιώς έχεις αποφασίσει.