Ο ΜΟΝΟΣ
Όχι που πίστευε ότι το σύμπαν ήταν ακατοίκητο-
δεν είχε τέτοια ιδέα.
Όχι ότι δεν έβλεπε μεγάλους και παιδιά να χορεύουνε
με τις χρωματιστές τις φορεσιές και τα στολίδια τους
αρμονικά πιασμένοι χέρι χέρι.
Όμως ήξερε
πως όλοι εκείνοι με τα πόδια του χορεύουν.
Και όχι ότι δεν άκουγε τη μουσική ή τον ήχο
που τα ποτήρια ε\κάνανε τσουγκρίζοντας.
Μα όλα γίνονταν πολύ μακριά του και ο ήχος τους
ήταν μια ανάγκη για την ακοή
όπως για το μυαλό η σκέψη.
Αυτόν μια θάλασσα τον πήγαινε μες στα νερά της.
Και κείνο το ακρωτήρι πέρα κεί,
το τόσο μακρινό σαν φαντασία,
έτσι που κύρτωνε
με του αγκώνα του το δρέπανο έμοιαζε,
που μες στη σάρκινη φωλιά του έκλεινε
χορό και χορευτές
ήλιους και σύμπαντα,
και που ήταν πάντα έτοιμο
με μια του κίνηση κυκλωτική
να τα θερίσει όλα.