ΘΑΝΑΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ
Θάνατος είναι τα παιδιά
που παίζουνε με τα ποδήλατά τους.
Θάνατος είναι τα φωτάκια
που αναβοσβήνουνε πάνω στα δέντρα
τα στολισμένα τα χριστουγεννιάτικα.
Θάνατος το απέναντι κουρείο
που βλέπω κάθοντας εδώ.
Τάφος το εστιατόριο τούτο που εντός του
τόσοι νεκροί ερχόνται
τη ζωή ταϊζοντας το θάνατο να διώξουν.
Θάνατος το ρολόϊ τ’ Αη Βασίλη
θάνατος της πλατείας το συντριβάνι
του φαρμακείου θάνατος το φωτισμένο φίδι
κι οι πάστες του Πιετρίς και τα ψωμιά του.
Και τούτη η νύχτα που την πόλη αργοσκεπάζει
σάβανο ένα κρύο και ογρό.
Ξέρω και ξέρεις Καρυωτάκη τι θα πούνε-
πως αντιγράφω μέσα δω την «Πρέβεζά» σου.
(Λες και δεν έχουν όλα ειπωθεί
κι όλα γραφτεί κάτω απ’ τον ήλιο
έτσι που όλοι μας να λέμε τα ίδια και τα ίδια
ή λες κι ο πρώτος που είπε κάτι «νέο»
δεν ελογόκλεψε κι αυτός τη φύση)
Ανόητοι.
Δε βλέπουνε πως ίδια ξέρουμε
κι οι δυο μας να διαβάζουμε
μες στο βιβλίο της φύσης-
κι ότι αυτή ’ναι
η διαφορά μας η μεγάλη από δαύτους.
Θάνατος είναι τα παιδιά
Που παίζουνε με τα ποδήλατά τους.