ΚΑΤΑΡΑΜΕΝΟΙ
Ήταν η τρίτη φορά που την είδα.
Πέρασε από μπροστά μου αγκαλιασμένη με τον εραστή της.
Με κοίταξε.
Και διάβασα στην πρώτη σελίδα των ματιών της:
«Καταραμένο το άφτερο πουλί.
Kαταραμένο το αμύριστο λουλούδι.
Καταραμένος ο ανάστραφτος κεραυνός. Καταραμένο το αφίλητο στόμα.
Καταραμένοι εκείνοι που ανθούν μόνο όταν
ποτίζονται με γυναίκα.
Καταραμένοι εκείνοι που γι αυτούς η μόνη μελωδία είναι η φωνή της γυναίκας.
Καταραμένοι εκείνοι που γι αυτούς η κοιλιά της
γυναίκας γεννάει όχι παιδιά αλλά επιθυμίες.
Καταραμένοι όσοι ριγούν όταν βλέπουν ένα κοκαλάκι για τα γυναικεία μαλλιά.
Καταραμένοι εκείνοι που βλέπουν στο γυναικείο στόμα μια φωλιά τού έρωτα.
Καταραμένοι όσοι φλογίζονται στο άγγιγμα ενός γυναικείου ρούχου.
Καταραμένοι αυτοί που γδύνουν τη γυναίκα με τα μάτια τους.
Καταραμένοι εκείνοι που βλέπουν την Άνοιξη μόνο στα χείλια της γυναίκας.
Ευλογημένοι αυτοί που νιώθουν ευτυχία και μακριά από τη γυναίκα.
Ευλογημένοι όσοι δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτε στη θέα ενός αγκαλιασμένου ζευγαριού.
Ευλογημένοι όσοι μπορούν να αντικρύσουν ένα γυναικείο εσώρουχο χωρίς να λιποθυμήσουν.
Ευλογημένοι οι ηλίθιοι.
Ευλογημένοι οι χαζοί
Ευλογημένοι οι κενοί.
Ευλογημένοι oι γελοίοι.
Ευλογημένοι αυτοί που δεν μπορούν να δώσουν περισσότερα οπό όσα μια γυναίκα μπορεί να πάρει.
Ευλογημένοι οι διαλεχτοί των γυναικών.
Καταραμένοι αυτοί που σ' ένα ποτήρι βλέπουν το έτοιμο ρόδο της γυναίκας.
Καταραμένοι αυτοί που προσεύχονται στο γυναικείο στήθος.
Καταραμένοι εκείνοι που η ελπίδα τους για
αιωνιότητα βρίσκεται ανάμεσα στους μηρούς της γυναίκας.
Καταραμένοι εκείνοι που όταν μια γυναίκα σκύβει βρίσκονται νοερά πίσω της.
Καταραμένοι αυτοί που για κείνους ένα γυναικείο φόρεμα είναι ο τοίχος που τους κρύβει τον παράδεισο.
Καταραμένοι εκείνοι που ο θεός είναι γι αυτούς δυο σάρκινες, άσπρες, ζεστές, στρογγυλές, τρυφερές μπάλες μέσα σε μια κρύα χειμωνιάτικη νύχτα.
Καταραμένοι εκείνοι που η ζωή τους είναι ένας κύκλος που για κέντρο του έχει το γυναικείο κορμί.
Ευλογημένοι εκείνοι που αρκούνται στο γυναικείο χαμόγελο.
Ευλογημένοι όσοι μπορούν μια φορά τουλάχιστο την ημέρα να έχουν το νου τους λεύτερο από την τυραννία της γυναίκας.
Ευλογημένοι όσοι μπορούν και συνυπάρχουν με τις απραγματοποίητες επιθυμίες τους.
Ευλογημένοι οι ηλίθιοι.
Ευλογημένοι οι χαζοί.
Ευλογημένοι οι κενοί.
Ευλογημένοι οι γελοίοι.
Ευλογημένοι αυτοί που δεν μπορούν να δώσουν περισσότερα από όσα μια γυναίκα μπορεί να πάρει.
Ευλογημένοι οι διαλεχτοί των γυναικών.
Καταραμένοι εκείνοι που λένε ότι ο θεός υπάρχει.
Γιατί θεός δεν υπάρχει.
Γιατί αν ο θεός υπήρχε δε θα υπήρχαμε εμείς.
Γιατί αν ο θεός υπήρχε δε θα ήμασταν εδώ τώρα
ικετεύοντας για ένα χάδι
ζητιανεύοντας ένα φιλί
ελπίζοντας για ένα άγγιγμα
λαχταρώντας ένα βλέμμα συμπάθειας
αναζητώντας μιαν αιτία για να ζήσουμε
πεθαίνοντας για ένα ψίχουλο αγάπης.
Γιατί αν ο θεός υπήρχε
δε θα ήμασταν εδώ τώρα
τόσο στριμωγμένοι και όμως τόσο μακριά ο ένας από τον άλλο.
Τόσο γελαστοί και τόσο έτοιμοι να σκοτώσουμε ο ένας τον άλλο.
Τόσο ευγενικοί και τόσο απότομοι.
Τόσο γλυκομίλητοι και τόσο γεμάτοι δηλητήριο ο ένας για τον άλλο.
Γιατί αν ο θεός υπήρχε
δε θα ήμασταν εδώ τώρα
τόσο φτωχοί σε χαρά
τόσο γεμάτοι με θλίψη.
Γιατί αν ο θεός υπήρχε
δε θα ήμασταν εδώ τώρα
με τις τσέπες μας γεμάτες υποκρισία
με τα χέρια μας γεμάτα υποκρισία
με τις καρδιές μας γεμάτες υποκρισία.
Γιατί αν ο θεός υπήρχε
δε θα ήμασταν εδώ τώρα
κλεισμένοι πριν ανοίξουμε
βυθισμένοι πριν ανατείλουμε
ξεραμένοι πριν ανθίσουμε
μισημένοι χωρίς να έχουμε πρώτα αγαπηθεί.
Νεκροί πριν να ζήσουμε.
Γιατί αν ο θεός υπήρχε
δε θα ήμασταν εδώ τώρα
μόνοι.
Καταραμένος ο αριθμός που δε μετρήθηκε.
Καταραμένο το αθέριστο χωράφι.
Καταραμένη η βροχή που δεν έπεσε.
Καταραμένο το αταξίδευτο καράβι.
Καταραμένα τα ανύμνητα ύψη.
Καταραμένο το αχάϊδευτο κορμί».