Μες στο δωμάτιο ήτανε πλήθη
οι επίδοξοι νυμφίοι. Εσύ
σκορπώντας χάρη κι ευωδιά,
μπήκες σαν άυλη και κρυστάλλινη-
σαν οπτασία.
Τους προσπέρασες όλους χαμογέλια σκορπώντας
και στο πλάι μου ήρθες κι εστάθης.
Και μου πήρες το χέρι
και το ύψωσες έτσι
σαν ιαχή νικητήρια.
Όλοι βλέπαν.
Και κρυστάλλινη έτσι και άϋλη
κι έτσι σαν οπτασία
αγκαλιά μου σε πήρα.
Και το πλήθος εμέριασε να διαβούμε.
Κι έτσι σαν ιαχή νικητήρια
το μυστήριο του έρωτα
σ' όλους μπρος ’φανερώθη.
Μόνο εγώ απορούσα
πώς τρισμέγιστος όντας
στις μικρές σου λεξούλες χωρούσα
που απαλά με εκύκλωναν
που απαλά με αναμέριζαν
που απαλά με δονούσαν.
οι επίδοξοι νυμφίοι. Εσύ
σκορπώντας χάρη κι ευωδιά,
μπήκες σαν άυλη και κρυστάλλινη-
σαν οπτασία.
Τους προσπέρασες όλους χαμογέλια σκορπώντας
και στο πλάι μου ήρθες κι εστάθης.
Και μου πήρες το χέρι
και το ύψωσες έτσι
σαν ιαχή νικητήρια.
Όλοι βλέπαν.
Και κρυστάλλινη έτσι και άϋλη
κι έτσι σαν οπτασία
αγκαλιά μου σε πήρα.
Και το πλήθος εμέριασε να διαβούμε.
Κι έτσι σαν ιαχή νικητήρια
το μυστήριο του έρωτα
σ' όλους μπρος ’φανερώθη.
Μόνο εγώ απορούσα
πώς τρισμέγιστος όντας
στις μικρές σου λεξούλες χωρούσα
που απαλά με εκύκλωναν
που απαλά με αναμέριζαν
που απαλά με δονούσαν.