Οι νεκροί των δρόμων-
οι νεκροί των κλεμμένων χρημάτων-
οι νεκροί των σκανδάλων
τις νύχτες γίνονται ένα
με του φεγγαριού το κλάμα
και στα γύρω γυμνά χωράφια θρηνούν.
Ο κρύος άνεμος της νύχτας
τις φωνές τους παίρνει
και τις αναπνιές μ' αυτές γεμίζει εκείνων
που θυμούνται ακόμα τους χαμένους.
Εκατομμύρια στρογγυλά χρυσά νομίσματα
κυλούνε μ' ένα θόρυβο δαιμονικό
από των αδικοχαμένων τις παλάμες
και παν και γίνονται γιοτ υπουργών,
και βίλες εργολάβων
και καταθέσεις βουλευτών σε τράπεζες.
Οι αδικοχαμένοι ξυπνούνε.
Χώμα στα μαλλιά τους.
Σκοτάδι στις τρύπες των ματιών.
Ξυπνούν και βλέπουν την κατάντια των παιδιών τους
κι ακούν τον άγγελο της προδοσίας να σαλπίζει:
"Υπομονή! Υπομονή!
Όλα αύριο θα διορθωθούν…"
Και φριχτά ηχούνε προδομένα
τα κόκαλά τους.
Ο δολοφόνοι κοιμούνται στ' απαλά τους μαξιλάρια.
οι νεκροί των κλεμμένων χρημάτων-
οι νεκροί των σκανδάλων
τις νύχτες γίνονται ένα
με του φεγγαριού το κλάμα
και στα γύρω γυμνά χωράφια θρηνούν.
Ο κρύος άνεμος της νύχτας
τις φωνές τους παίρνει
και τις αναπνιές μ' αυτές γεμίζει εκείνων
που θυμούνται ακόμα τους χαμένους.
Εκατομμύρια στρογγυλά χρυσά νομίσματα
κυλούνε μ' ένα θόρυβο δαιμονικό
από των αδικοχαμένων τις παλάμες
και παν και γίνονται γιοτ υπουργών,
και βίλες εργολάβων
και καταθέσεις βουλευτών σε τράπεζες.
Οι αδικοχαμένοι ξυπνούνε.
Χώμα στα μαλλιά τους.
Σκοτάδι στις τρύπες των ματιών.
Ξυπνούν και βλέπουν την κατάντια των παιδιών τους
κι ακούν τον άγγελο της προδοσίας να σαλπίζει:
"Υπομονή! Υπομονή!
Όλα αύριο θα διορθωθούν…"
Και φριχτά ηχούνε προδομένα
τα κόκαλά τους.
Ο δολοφόνοι κοιμούνται στ' απαλά τους μαξιλάρια.