Πέμπτη 25 Οκτωβρίου 2018

Το βήμα του θανάτου

Ηχεί σιγά ηχεί απαλά ηχεί απελπισμένα
μέσα στης νύχτας τη σιγή του θανάτου το βήμα
που νικητήρια περπατεί κι έρχεται κατά μένα
καθώς αφέντρας θάλασσας γλύφει γιαλό ένα κύμα.

Έρχεται και μυρίζει με-και με καλοξετάζει
να δει αν κιόλας πέθανα ή ανασαίνω ακόμα.
Τέλος από την τσέπη του το καθρεφτάκι βγάζει,
και με κινήσεις ήρεμες μου το κολλάει στο στόμα.

Κι αμέσως πάλι το τραβά και μια ματιά του ρίχνει.
Κι ως βλέπει της ανάσας μου πάνω του τη θαμπάδα
που στις στρατιές των ζωντανών ότι μετρώ του δείχνει
τραβάει το άπονο σπαθί με την ψυχρή γυαλάδα,

και μες στον κρύο κι έρμο μου με σαβουρντάει τον τάφο.
Και πεθαμένος από κει αυτούς τους στίχους γράφω.