Τώρα που μέσα βρίσκομαι στη θέρμη και στην
κάψα
του θέρους, αν μου μίλαγε κανένας για το χιόνι
για νύχτες χειμωνιάτικες, για της βροχής την
κλάψα,
αρρώστια κάποια του σ’ αυτό θα 'λεγα πως τον σπρώχνει.
Θα 'λεγα πως μου μίλαγε για κάποιο παραμύθι
που η αρρωστημένη του έπλασε φαντασία,
ή που νεκρό τ' ανάσυρε απ' των καιρών τα βύθη
ώστε δεν κλείνει μέσα του καμία πια αξία.
Έτσι συμβαίνει και με σε. Προτού να σε γνωρίσω
δε ζούσα. Δεν υπήρξανε για μένα ώρες άλλες.
Ύπαρξη μου ειν' αδύνατο δίχως σου να νοήσω
κι άλλες από τα δάκρια μου να υποθέσω στάλες.
κάψα
του θέρους, αν μου μίλαγε κανένας για το χιόνι
για νύχτες χειμωνιάτικες, για της βροχής την
κλάψα,
αρρώστια κάποια του σ’ αυτό θα 'λεγα πως τον σπρώχνει.
Θα 'λεγα πως μου μίλαγε για κάποιο παραμύθι
που η αρρωστημένη του έπλασε φαντασία,
ή που νεκρό τ' ανάσυρε απ' των καιρών τα βύθη
ώστε δεν κλείνει μέσα του καμία πια αξία.
Έτσι συμβαίνει και με σε. Προτού να σε γνωρίσω
δε ζούσα. Δεν υπήρξανε για μένα ώρες άλλες.
Ύπαρξη μου ειν' αδύνατο δίχως σου να νοήσω
κι άλλες από τα δάκρια μου να υποθέσω στάλες.